Κυριακή 5 Απριλίου 2015

ΡΑΦΑΗΛ ( 28 Μαρτίου ή 6 Απριλίου 1483 - 6 Απριλίου 1520)

Αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη
O Ραφαήλ ή Ραφαέλο Σάντσιο (ιταλ. Raffaello Sanzio, 28 Μαρτίου ή 6 Απριλίου 1483 - 6 Απριλίου 1520) ήταν Ιταλός ζωγράφος και αρχιτέκτονας της ύστερης Αναγέννησης. Υπήρξε ένας από τους επιφανέστερους καλλιτέχνες της εποχής του, του οποίου η φήμη και η αξία υπήρξαν ανάλογες με εκείνες του Μιχαήλ Άγγελου και του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Γεννήθηκε στο Ουρμπίνο και μαθήτευσε αρχικά στο πλευρό του πατέρα του, Τζιοβάνι Σάντι, και αργότερα εκπαιδεύτηκε στο εργαστήριο τουΠερουτζίνο. Παράλληλα, ήρθε νωρίς σε επαφή με κύκλους μορφωμένων ουμανιστών.
Madonna col Bambino
Τα πρώιμα έργα του χρονολογούνται στις αρχές του 16ου αιώνα και φιλοτεχνήθηκαν κατά κύριο λόγο στην Περούτζια, πριν εγκατασταθεί στηΦλωρεντία και αργότερα στη Ρώμη. Εκεί ολοκλήρωσε ορισμένα από τα σπουδαιότερα έργα του, μεταξύ των οποίων οι τοιχογραφίες στο Βατικανό. Αυτά τα έργα ακολούθησαν τη λεγόμενη Σχολή των Αθηνών, ως έκφραση κλασικής τέχνης. Ως αρχιτέκτων προσανατολίστηκε στις επιλογές τουΜπραμάντε, μετά το θάνατο του οποίου ανέλαβε τη διεύθυνση των έργων στην εκκλησία του Αγίου Πέτρου. Πέθανε απρόσμενα σε ηλικία 37 ετών στη Ρώμη. Χαρακτηρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της Ευρώπης, του οποίο το έργο θαυμάζεται για την καθαρότητα της φόρμας του και τη δεξιοτεχνία του.
Ο Ραφαήλ γεννήθηκε το 1483 στο δουκάτο Ουρμπίνο, το οποίο αποτελούσε την εποχή εκείνη σημαντικό πνευματικό κέντρο, κατά την περίοδο της ηγεμονίας του Φεντερίκο ντα Μοντεφέλτρο. Ο πατέρας του, Τζοβάνι Σάντι, ήταν διακεκριμένος ζωγράφος που συχνά πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Αυλή του δούκα και έχαιρε επίσης ιδιαίτερης εκτίμησης ως ποιητήςκαι χρονικογράφος. Πέθανε όταν ο Ραφαήλ ήταν μόλις σε ηλικία έντεκα ετών και ενώ τρία χρόνια νωρίτερα είχε ήδη σημειωθεί ο θάνατος της μητέρας του ονόματι Μάγια ντι Μπατίστα Κιάρλα . Υπήρξε ο πρώτος δάσκαλος του γιου του στη ζωγραφική, ο οποίος σύμφωνα με τον Τζόρτζιο Βαζάρι μαθήτευσε αργότερα στο πλευρό τουΠερουτζίνο, στην Περούτζια. Ο τελευταίος αποτελούσε έναν από τους πλέον διακεκριμένους και επιτυχημένους ζωγράφους της εποχής, αναλαμβάνοντας την εκπαίδευση του Ραφαήλ ενώ βρισκόταν στην κορυφή της δόξας του. Η άφιξή του στην Περούτζια και η έναρξη της συνεργασίας του με τον Περουτζίνο δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια, ωστόσο τοποθετείται περίπου το 1495.
san sebastian
Η πρώτη επίσημη καταγραφή της δραστηριότητάς του χρονολογείται στις 10 Δεκεμβρίου του 1500, σύμφωνα με έγγραφο που πιστοποιεί πως ανέλαβε να φιλοτεχνήσει ένα ιερό, με προθεσμία έως το Σεπτέμβριο του 1502. Ανέλαβε τις πρώτες παραγγελίες έργων του για εκκλησίες στην Τσιττά ντι Καστέλλο και στην Περούτζια, πόλεις που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από το Ουρμπίνο, ενώ φιλοτέχνησε επίσης τα σχέδια για μία σειρά νωπογραφιών για τη Biblioteca Piccolominiτης Σιένα, έργο που ανέλαβε να ολοκληρώσει ο Μπερναρντίνο Πιντουρίκιο. Η πιθανώς παλαιότερη και άθικτη μέχρι σήμερα εικόνα που φιλοτέχνησε για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στην Τσιττά ντι Καστέλλο, μία σύνθεση με θέμα τη σταύρωση του Χριστού (π.1502-3, Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου), παρουσιάζει αρκετά κοινά στοιχεία με έργα του Περουτζίνο, γεγονός που μαρτυρά την επίδραση του τελευταίου στην τεχνοτροπία του Ραφαήλ.

ΔΩΜΑΤΙΑ ΡΑΦΑΗΛ - ΒΑΤΙΚΑΝΟ 
Ο Ραφαήλ προσλήφθηκε για να διακοσμήσει με νωπογραφίες τέσσερα δωμάτια στο Αποστολικό Παλάτι του Βατικανού. Σήμερα, αυτά τα δωμάτια ονομάζονται "τα δωμάτια Ραφαήλ" ή "Stanze di Rafaello" στην Ιταλική. Οι νωπογραφίες στα δωμάτια αυτά είναι:


The School of Athens

Cardinal and Theological Virtues


Disputation of the Holy Sacrament


 The Parnassus

The Meeting of Leo the Great and Attila

Ceiling of the Room of Eliodorus

Battle of Ostia

Fire in the Borgo



ΑΛΛΑ ΕΡΓΑ 

Η Στέψη της Παναγίας


Η Στέψη της Παναγίας είναι πίνακας τον οποίο φιλοτέχνησε ο Ραφαήλ το 1502-03, ο οποίος βρίσκεται στην Πινακοθήκη του Βατικανού. Οι διαστάσεις του είναι 267 x 163 εκατοστά. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο, η οποία έχει μεταφερθεί σε μουσαμά.

Η σύγχρονη έρευνα αποκαλύπτει ότι το πάνω τμήμα του πίνακα πρέπει να φιλοτεχνήθηκε τελειώνοντας το 1502 ή στις αρχές του 1503. Σ' αυτό, ενώ τέσσερις άγγελοι παίζουν μουσική, ο Ιησούς στέφει τη μητέρα του. Στα πόδια τους βρίσκονται από ένα Χερουβείμ και από πάνω τους υπερίπτανται σμήνος Χερουβείμ και Σεραφείμ. Το κάτω τμήμα φιλοτεχνήθηκε μέσα στο 1503 και σ' αυτό απεικονίζονται οι Απόστολοι, με τον Απόστολο Θωμά στη μέση να κρατάει απλωμένη τη ζώνη που η Θεοτόκος του είχε χαρίσει, και η σαρκοφάγος όπου έχουν ανθίσει λουλούδια.
Περισσότερο στατικές οι μορφές στο πάνω τμήμα παραπέμπουν στονΠερουτζίνο. Στο κάτω τμήμα οι μορφές εμφανίζονται με διαφορετική έκφραση και στάση του σώματος καθεμιά.
H Leandra Baglioni, για το παρεκκλήσι όπου είχε ορίσει να ταφεί, παράγγειλε στο Ραφαήλ τον πίνακα αυτόν καθώς και τρία τμήματα της πρεντέλα, τα οποία παρουσιάζουν τον Ευαγγελισμό, την Προσκύνηση των Μάγων και τα Εισόδια της Θεοτόκου. Όλα εναπόκεινται στην Πινακοθήκη του Βατικανού. Το παρεκκλήσι για το οποίο έγινε η παραγγελία ήταν στον ναό του Αγίου Φραγκίσκου στο Πράτο, στην Περούτζια. Και ο λόγος που έγινε η παραγγελία ήταν για να τιμήσει τη μνήμη του συζύγου της Simone degli Oddi, που πέθανε στην εξορία το 1498. Το 1797 οι Γάλλοι αφαίρεσαν το έργο από το παρεκκλήσιο και το πήγαν στο Παρίσι. Αλλά το 1815 με την πτώση του Ναπολέοντα, πήρε το δρόμο της επιστροφής, αλλά με προορισμό το Βατικανό. Αποκαλείται ρετάμπλ Oddi.

Το όνειρο του ιππότη



Το όνειρο του ιππότη (Il sogno del cavaliere) είναι πίνακας του Ραφαήλ, τον οποίο φιλοτέχνησε το 1504.

Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο διαστάσεων 17 x 17 εκατοστών, η οποία βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου από το 1847.

Ο νεαρός ιππότης κοιμάται κάτω από ένα δέντρο δάφνης, το οποίο χωρίζει τον πίνακα σε δύο τμήματα. Οι δυο γυναίκες που έρχονται στο όνειρό του είναι:
αριστερά, η Αρετή με σεμνή ενδυμασία, που κρατά το βιβλίο και το σπαθί, τα οποία συμβολίζουν τον στοχασμό (vita contemplativa) και τη δράση (vita activa),
δεξιά, η Ηδονή, με περισσότερο προκλητική και ανάλαφρη περιβολή, που φαίνεται να του δίνει ένα ανθισμένο κλαδί, το οποίο παραπέμπει σε μια ζωή απολαύσεων.
Ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζονται οι δύο γυναικείες μορφές μεταφράζεται σε παραίνεση προς τον ιππότη να ζήσει με στοχασμό και δράση, αλλά να μην γυρίσει την πλάτη και στις απολαύσεις του βίου.
Το έργο περιλαμβάνεται στον κατάλογο της συλλογής Μποργκέζε (1650,1693). Αργότερα, τελειώνοντας ο 18ος αιώνας, τον πίνακα αγόρασε κάποιος άγνωστος. Πουλήθηκε κατόπιν στο Λονδίνο και τελικά κατέληξε στην Εθνική Πινακοθήκη.
Οι λεπτομέρειες των προσώπων και η απλή σύνθεση των σχημάτων παραπέμπουν στον Περουτζίνο, ενώ το αρμονικό ταίριασμα των χρωμάτων και το μαλακό πλάσιμο των μορφών παραπέμπουν στον ντα Βίντσι.
Επισημαίνεται ότι η προοπτική δίνει με σαφήνεια την αίσθηση της απόστασης όταν υπάρχουν σημεία αναφοράς: εδώ είναι ο δρόμος, το πλάτωμα, ο γοτθικός πύργος, τα νερά και σε μεγαλύτερο βάθος τα βουνά.
Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε:
ή για τον Σκιπίωνα Μποργκέζε -στον κατάλογο έργων της οικογένειας Μποργκέζε περιλαμβάνεται άλλωστε,
ή για τον Φραντσέσκο Μαρία ντέλα Ρόβερε, του οποίου η μητέρα Giovanna Feltria είχε κάνει και άλλες παραγγελίες στον Ραφαήλ.

Ο Άγιος Γεώργιος και ο δράκος




Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο με διαστάσεις 31 x 27 εκατοστά, του 1504. Ο πίνακας βρίσκεται στο Παρίσι, στο Μουσείο του Λούβρου.
Ο Άγιος Γεώργιος παρουσιάζεται να δίνει το καίριο χτύπημα στον δράκο, πάνω σε άσπρο άλογο ανασηκωμένο στα δυο πόδια, κάτι που, όπως και ο ανασηκωμένος από τον άνεμο μανδύας, υπογραμμίζει την ένταση της στιγμής. Πίσω, σ' ένα τοπίο με μεγάλο βάθος, τυπικό τοπίο της Ούμπρια, η πριγκίπισσα φεύγει γεμάτη φόβο. Είναι ευδιάκριτη η επιρροή από τον ντα Βίντσι που τότε βρισκόταν στη Φλωρεντία.
Κατά τους ειδικούς πιθανώς ο Ραφαήλ ζωγράφισε τον πίνακα για τον Γκουϊντομπάλντο ντα Μοντεφέλτρο, ισχυρό άρχοντα, τον οποίο είχε τιμήσει το Τάγμα της Περικνημίδας το 1504.
Σημειώνεται ότι το έργο αποτελεί δίπτυχο μαζί με τον Άγιο Μιχαήλ και το δράκο, που βρίσκεται επίσης στο Λούβρο. Τον Άγιο Μιχαήλ είχε παραγγείλει στον Ραφαήλ η Giovanna Feltria το 1503, επειδή ο σύζυγός της Τζιοβάνι ντέλα Ρόβερε και ο γιος της Φραντσέσκο Μαρία έλαβαν τιμητική διάκριση από το Τάγμα του Αγίου Μιχαήλ.
Υπάρχει ένα σονέτο του Lomazzo, το 1587, το οποίο μιλά για κάποιον κάτοικο του Μιλάνου, χωρίς καλλιέργεια και φιλοχρήματο, ο οποίος πούλησε τον Άγιο Γεώργιο και τον Άγιο Μιχαήλ στον κόμη Ασκάνιο Σφόρτσα, δούκα της Πιατσέντζα. Είναι η πρώτη πηγή που γνωρίζουμε να αναφέρεται στα έργα αυτά, τα οποία αργότερα περιήλθαν στην κατοχή του καρδινάλιου Μαζαρίνου. Επόμενος ιδιοκτήτης τους ήταν ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ΄, ο οποίος τα είχε στο Φονταινεμπλώ.

Η  Μνηστεία της Παναγίας


Η Μνηστεία της Παναγίας (Lo Sposalizio) είναι πίνακας του Ραφαήλ. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο διαστάσεων 174 x 121 εκατοστών φιλοτεχνημένη το 1504, η οποία βρίσκεται στην Πινακοθήκη Μπρέρα τουΜιλάνου.

Εικονίζεται στο βάθος ένας ναός κυκλικού σχήματος με δεκαέξι πλευρές, μπροστά από τον οποίο υπάρχει λιθόστρωτη πλατεία. Σε πρώτο πλάνο εμφανίζεται ο Ιωσήφ να δίνει το δαχτυλίδι στην Παναγία, ενώ στο κέντρο βρίσκεται ένας ιερέας. Οι γυναίκες δίπλα στην Παναγία αποτελούν τη συνοδεία της, ενώ πίσω από τον Ιωσήφ βρίσκονται οι μνηστήρες, την πρόταση των οποίων η Μαρία είχε αρνηθεί. Στο επιστύλιο της κιονοστοιχίας του ναού υπάρχει η υπογραφή RAPHAEL URBINAS. Στα λοφία της κεντρικής αψίδας η χρονολογία MDIIII.

Στις αρχές του 16ου αιώνα οι προστάτες της Città di Castello έκαναν τρεις παραγγελίες στον Περουτζίνο, τον δάσκαλο του Ραφαήλ. Λόγω απουσίας του Περουτζίνο, τις εκτέλεσε ο Ραφαήλ. Η τρίτη ήταν ο πίνακας αυτός για το παρεκκλήσιο Albizzi, που ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Ιωσήφ, και που ανήκε στον ναό του Αγίου Φραγκίσκου της Città di Castello. Ο ναός ανήκε στους Φραγκισκανούς. Ο πίνακας βρισκόταν στο παρεκκλήσιο αυτό μέχρι τον Ιούνιο του 1789, οπότε τον απέκτησε ο στρατηγός Giuseppe Lechi ο οποίος είχε απαλλάξει την Città di Castello από την αυστριακή κατοχή. Ο Lechi τον πούλησε αργότερα, το 1803, στον Jacopo Sannazari. Ο Sannazari με τη σειρά του τον πούλησε το 1804 στο Νοσοκομείο του Μιλάνου, από όπου τον αγόρασε το 1806 ο αντιβασιλιάς Ευγένιος Μπωαρναί για να τον δωρίσει στην Πινακοθήκη Μπρέρα. Όλες αυτές οι μετακινήσεις είχαν ως αποτέλεσμα ο πίνακας να υποστεί αρκετές φθορές, έγινε δε εκτεταμένη εργασία για να συντηρηθεί.
Ο Ραφαήλ έχει εμπνευστεί εδώ από τον Περουτζίνο, αλλά σχεδόν τον ξεπερνά: υπάρχει απόλυτη αρμονία ανάμεσα στις μορφές, τον ναό και τον ευρύτερο χώρο.
Εμπνευσμένος από τον πίνακα αυτό ο Λιστ περιέλαβε μια σύνθεση με τίτλο «Sposalizio» στο έργο του «Années de pèlerinage (Deuxieme année: Italie)».

La Fornarina


Ο Ραφαήλ φιλοτέχνησε το 1518-19 τον πίνακα με τίτλο «La Fornarina», μια ελαιογραφία σε ξύλο διαστάσεων 85 x 60 εκατοστών. Η προκλητική της απεικόνιση είχε οδηγήσει στο συμπέρασμα τον 18ο αιώνα ότι πρέπει να είναι η Margherita, μια κοπέλα την οποία είχε ερωτευτεί ο Ραφαήλ, κόρη κάποιου φούρναρη (fornaio) ονόματι Francesco Luti, που κατοικούσε στην περιοχή Αγία Δωροθέα, στο Τραστέβερε. Δεν έχει απαντηθεί το ερώτημα πάντως με βεβαιότητα, αν τελικά η ερωμένη του ζωγράφου ήταν η Fornarina ή η κοπέλα που απεικονίζεται στον πίνακα La Velata.
Η κοπέλα φέρει στο αριστερό της μπράτσο ένα βραχιόλι, όπου υπάρχουν οι λέξεις «RAPHAEL URBINAS». Η σύγχρονη έρευνα έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο πίνακας έγινε δια χειρός Ραφαήλ και μόνο το πρόσωπο πιθανώς φιλοτεχνήθηκε από τον ικανότατο μαθητή του Τζούλιο Ρομάνο. Παλαιότερα πολλοί πίστευαν ότι ολόκληρο το έργο είναι του Ρομάνο. Επίσης, φοράει μεταξωτό ριγέ πράσινο τουρμπάνι, κρατάει με το δεξί της χέρι ένα πέπλο, κόκκινος μανδύας καλύπτει τα πόδια της και είναι στραμμένη κατά τα 3/4 προς τα αριστερά. Ως φόντο υπάρχει μια μυρτιά, φυτό που είναι αφιερωμένο στη θεά Αφροδίτη.
Η κόμησσα di Santafiora είχε τον πίνακα αυτό στα τέλη του 16ου αιώνα, στο σπίτι της στη Ρώμη, όπως αναφέρει ο αντικαγκελάριος Corasduz σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Ροδόλφο Β΄ το 1595. Μετά το θάνατο της κόμισας, το 1605, ο πίνακας εντάχθηκε στη συλλογή Buoncompagni για να καταλήξει στην Galleria Nazionale d'Arte Antica, η οποία στεγάζεται στο Παλάτσο Μπαρμπερίνι, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
La Velata


Ο πίνακας La Velata είναι έργο του Ραφαήλ, ελαιογραφία σε μουσαμά διαστάσεων 82 x 60,5 εκατοστών. Φιλοτεχνήθηκε το 1515-16 και βρίσκεται στο Παλάτσο Πίτι της Φλωρεντίας.
Πολλοί τεχνοκριτικοί πιστεύουν ότι η γυναίκα του πίνακα είναι η Margherita Luti, ερωμένη του ζωγράφου. Άλλοι (οι περισσότεροι) θεωρούν ότι η Margherita Luti είναι εκείνη που απεικονίζεται στον πίνακα La Fornarina. Και όντως αν κρίνουμε από όσα λέει η παράδοση για τη Margherita, μάλλον πρέπει να είναι η La Fornarina.
Ο τίτλος La Velata οφείλεται στο ότι φέρει στο κεφάλι πέπλο, το οποίο φορούσαν γυναίκες παντρεμένες με παιδιά. Είναι γυρισμένη κατά τα 3/4 προς τα αριστερά. Στην απεικόνιση του προσώπου έχει εφαρμοστεί η τεχνική του σφουμάτο, προερχόμενη από τον ντα Βίντσι. Το δεξί χέρι είναι ανασηκωμένο στο στήθος, κάτι που υποδηλώνει θρησκευτική ευλάβεια.
Τον πίνακα αυτόν τον είδε ο Τζόρτζιο Βαζάρι στο σπίτι του εμπόρου Matteo Botti, στη Φλωρεντία. Το 1519 περιήλθε στην κατοχή της οικογένειας τωνΜεδίκων.

Madonna Sistina


Η Παναγία του Αγίου Σίξτου (Madonna Sistina) είναι έργο του Ραφαήλ(1513-1514). Βρίσκεται στην Πινακοθήκη της Δρέσδης. Εικονίζονται η Παναγία με το Θείο Βρέφος, την Αγία Βαρβάρα και τον Άγιο Σίξτο (γύρω στο 1513).

Η μορφή της Παναγίας έχει ομοιότητες με την ερωμένη του Ραφαήλ, Μαργαρίτα, γνωστή ως La Fornarina. Ο Άγιος Σίξτος έχει το πρόσωπο του πάπα Ιουλίου Β΄.

Οι δύο Άγιοι βρίσκονται ανάμεσα στην Παναγία και στους πιστούς, μεσολαβώντας μεταξύ των δύο πλευρών.
Προαναγγέλλεται έτσι η μέθοδος αναπαράστασης των θείων προσώπων κατά την εποχή της Αντιμεταρρύθμισης.
Πιθανώς κατόπιν παραγγελίας του πάπα Ιουλίου Β΄ ντέλα Ρόβερε, ο Ραφαήλ δημιούργησε το 1513 ή 1514 το έργο αυτό για την κεντρική αγία τράπεζα του ναού του Αγίου Σίξτου, στην Πιατσέντζα. Στον ναό φυλάσσονταν τα λείψανα των δύο αγίων, της Αγίας Βαρβάρας και του Αγίου Σίξτου. Ο πάπας αισθανόταν ευγνωμοσύνη για την Πιατσέντζα, επειδή η πόλη στάθηκε στο πλευρό του κατά τη διαμάχη του το 1512 με τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΒ΄ της Γαλλίας.
Ο πίνακας παρέμεινε στην εκκλησία του Αγίου Σίξτου μέχρι το 1754. Τότε τον αγόρασε ο Αύγουστος Γ΄ της Σαξωνίας. Όταν το 1945 ο Κόκκινος Στρατός κατέλαβε την περιοχή, έστειλε τον πίνακα στη Μόσχα. Αργότερα, όμως, επέστρεψε και πάλι στην Πινακοθήκη της Δρέσδης

Η Νύμφη Γαλάτεια 

Η Παναγία με την καρδερίνα

Η προσκύνηση των Μάγων

 Portrait of Agnolo Doni

Portrait of a boy
Lady with unicorn

Three Graces 

The visitation

Madonna of Loreto

Madonna of Foligno



Για την "Σχολή των Αθηνών " διαβάστε εδώ 








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου