Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ (13 Απριλίου 1926 – 3 Σεπτεμβρίου 1983)


Η Έλλη Λαμπέτη (13 Απριλίου 1926 – 3 Σεπτεμβρίου 1983) ήταν μια από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ηθοποιούς.
Γεννήθηκε στα Βίλια Αττικής. Το πραγματικό της όνομα ήταν Έλλη Λούκου (το όνομα Λαμπέτη ήταν δανεισμένο από τους ήρωες του Αστραπόγιαννου στο ομώνυμο ποίημα του Βαλαωρίτη). Ο πατέρας της Κώστας Λούκος είχε μια ταβέρνα στα Βίλια και η μητέρα της ήταν η Αναστασία Σταμάτη. Είχε 6 αδέρφια, εκ των οποίων ένα δίδυμο αδελφό, που πέθανε από φυματίωσητο 1941. Το 1928 η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα. Το Φεβρουάριο του '43, λίγους μήνες μετά το πρωταγωνιστικό της ντεμπούτο στο θέατρο, γνωρίζει τον πρώτο (και μεγαλύτερο κατά ομολογία της) έρωτα της ζωής της, τον Θ. Σγουρδέλη, διπλωμάτη και ποιητή που ζούσε μόνιμα στη Γαλλία και βρέθηκε στην Ελλάδα λόγω του πολέμου. Η σχέση τους κράτησε κάτι λιγότερο από 2 χρόνια. Έγραψε για χάρη της μια ποιητική συλλογή με τίτλο "Ατέρμονη πορεία προς τον ήλιο", την απομάκρυνε από το θέατρο και προσπάθησε να τη στρέψει στη ζωγραφική, αλλά όταν ξαναγύρισε στο Παρίσι εκείνη δεν τον ακολούθησε. Με τον Αλέκο Αλεξανδράκη έζησαν πάλι έναν θυελλώδη έρωτα το καλοκαίρι του 1949 που διήρκεσε έξι μήνες και συμπρωταγωνίστησαν και στο θέατρο. Ο γάμος της με τον Μάριο Πλωρίτη (ο οποίος παρέμεινε αιώνιος φίλος της και στάθηκε δίπλα της μέχρι το τέλος της ζωής της) το 1950 υπήρξε ατυχής. Χώρισαν το 1953, όταν γνωρίστηκε με τον Δημήτρη Χορν και μαζί έγραψαν μία από τις πιο λαμπρές σελίδες στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου και υπήρξαν αγαπημένο ζευγάρι στη ζωή και στη σκηνή. Όμως, δεν παντρεύτηκαν ποτέ .
Από τον Δ. Χορν χώρισε το 1959, όταν γνώρισε τον Αμερικανό συγγραφέα Φρέντερικ Γουέηκμαν (Frederic Wakeman), τον οποίο παντρεύτηκε, αλλά χώρισε το 1976 μετά από πολλά προβλήματα και όντας χρόνια σε διάσταση. Σημαντική γνωριμία στη ζωή της στάθηκε ο γνωστός ηθοποιός Κώστας Καρράς, με τον οποίο η Λαμπέτη ονειρευόταν για άλλη μια φορά τον γάμο και την οικογένεια. Θα παίξουν μαζί στο "Θυμήσου τον Σεπτέμβρη", αλλά εμπόδιο στα σχέδιά της είναι το νεαρό της ηλικίας του και το ότι εκείνος είναι παντρεμένος, κάτι που η ίδια αγνοούσε. Θα μάθει την αλήθεια από τη γνωστή πλέον ηθοποιό Βέρα Κρούσκα, η οποία έκανε τα πρώτα θεατρικά της βήματα στο πλευρό της Λαμπέτη.
Ο καρκίνος κάνει την εμφάνιση της στη ζωή της ηθοποιού το 1969, αφού της στέρησε τις αγαπημένες της αδερφές, τις οποίες έχασε όλες (εκτός από την αδερφή της Αντιγόνη, η οποία έζησε αρκετά χρόνια και μετά τον θάνατο της Έλλης) από καρκίνο του μαστού. Μετά την εγχείρηση (ολική μαστεκτομή) στην οποία υποβλήθηκε στις ΗΠΑ επιστρέφει και προσπαθεί να το ξεπεράσει.
Φωτογραφία Δημήτρη Παπαδήμου
Μια προσπάθεια υιοθεσίας από κοινού με τον Γουέηκμαν, (της μικρής Έλίζας), της δημιούργησε πλείστα προβλήματα, όταν δικαστική απόφαση την υποχρέωσε να επιστρέψει το παιδί, μετά παρέλευση 4 χρόνων, στους φυσικούς γονείς του. Η περιπέτεια αυτή της δημιούργησε γενική κατάπτωση και μελαγχολία, που την κράτησε μακριά από το θέατρο.
Ο καρκίνος έκανε την επανεμφάνισή του μετά από 11 χρόνια, το 1980. Οι μεταστάσεις ήταν συνεχείς. Οι χημειοθεραπείες στις οποίες υποβλήθηκε έπληξαν τις φωνητικές της χορδές, με αποτέλεσμα σταδιακά να χάσει και τη φωνή της. Η τελευταία παράσταση στην οποία πρωταγωνίστησε στην Αθήνα ήταν τα "Παιδιά ενός κατώτερου Θεού" στον ρόλο της κωφής Σάρα.
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1983 στις 7.30' το πρωί άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Mount Sinai Hospital των ΗΠΑ, όπου είχε μεταβεί λίγες εβδομάδες πριν. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1983 η σορός της μεταφέρθηκε στην Αθήνα και στις 6 Σεπτεμβρίου 1983 κηδεύτηκε με δημόσια δαπάνη στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Η τελευταία προσφορά της ήταν η δωρεά των ματιών της.
Η Έλλη Λαμπέτη είχε τιμηθεί με το επαμειβόμενο βραβείο Μαρίκας Κοτοπούλη για τη διετία 1949-1951.
Μετά τον θάνατό της, ο κινηματογράφος "Γρανάδα", που βρίσκεται στη λεωφόρο Αλεξάνδρας 106, μετονομάστηκε και λειτουργεί μέχρι σήμερα ως θέατρο με το όνομα "Λαμπέτη".

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ 

Το 1941 έδωσε εξετάσεις και απέτυχε τόσο στηΔραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όσο και στη σχολή Κοτοπούλη. Η ίδια η Μαρίκα Κοτοπούλη όμως αναγνώρισε το ταλέντο της και την έκανε δεκτή στη σχολή της. Άλλαξε το επώνυμό της από Λούκου σε Λαμπέτη, όταν διάβασε το βιβλίο "Αστραπόγιαννος" του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Πρώτη της θεατρική εμφάνιση το1942 στο έργο "Η Χάνελε πάει στον Παράδεισο" του Γκέρχαρντ Χάουπτμαν. Η συνεργασία της με το Θέατρο Τέχνης το διάστημα '46-'48 είναι αυτή που την καθιερώνει ως εξαίρετη ηθοποιό. Ξεχώρισαν οι ερμηνείες της στον "Γυάλινο κόσμο", στην "Αντιγόνη" και στο πρώτο ανέβασμα του "Ματωμένου Γάμου" στην Ελλάδα, παράσταση για την οποία έγραψε τη γνωστή πλέον μουσική οΧατζηδάκις. Ακολούθησαν οι συνεργασίες της με τον θίασο της Κατερίνας (1948) και το Εθνικό Θέατρο (1948). Από το 1949 ανήκει στο θίασο του Κ. Μουσούρη, όπου οι μεγαλύτερες επιτυχίες της ήταν το "Πεγκ καρδούλα μου" και η "Κληρονόμος", έργα που ξανανέβασε αρχές '60. Το 1952 συγκροτεί με τον Δημήτρη Χορν και τον Γιώργο Παππά τον θίασο Λαμπέτη - Παππά - Χορν και από το 1956 τον θίασο Λαμπέτη-Χορν. Ανέβασαν με μεγάλη επιτυχία κλασικά έργα, όπως το "Νυφικό κρεβάτι", "Αριστοκρατικός δρόμος", "Το παιχνίδι της μοναξιάς" και περιόδευσαν σε Αίγυπτο, Κωνσταντινούπολη και Κύπρο.
Μετά τον χωρισμό της με τον Χορν το 1959, συνεχίζει τη θεατρική της πορεία τη δεκαετία '60 με δικό της θίασο, με μεγαλύτερή της επιτυχία το "Λεωφορείο ο πόθος" (της είχε στείλει και συγχαρητήρια επιστολή ο Σεφέρης) και το "Πέπσι" εμπορικά (έκανε 400 παραστάσεις, αριθμό ρεκόρ για την εποχή). Όμως η πιο ώριμη επαγγελματική δεκαετία της ήταν του'70, παρόλα τα προσωπικά της προβλήματα. Ανέβασε με εξίσου μεγάλη επιτυχία από μιούζικαλ ("Ιρμα", 1972) μέχριΤσέχωφ ("Βυσσινοκηπος", 1974 με Παπαμιχαήλ). Το 1977 συνεργάστηκε στη "Φθινοπωρινή ιστορία" με τον Μάνο Κατράκη, που επιπλέον τους συνέδεε βαθιά φιλία. Ανεπανάληπτες οι ερμηνείες της στο "Δεσποινίς Μαργαρίτα", τη "Φιλουμένα Μαρτουράνο" και στα "Μονόπρακτα". Τελευταία της παρουσία στο Θέατρο ήταν το 1981 στο έργο "Σάρα - Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού" υποδυόμενη με επιτυχία την κωφάλαλη Σάρα. Και στον ελληνικό κινηματογράφο οι επιτυχίες της δεν ήταν λίγες, ιδιαίτερα στο "Κορίτσι με τα μαύρα", "Κυριακάτικο ξύπνημα" αλλά και στο "Η Κάλπικη λίρα".
Για την ερμηνεία της στο "Τελευταίο ψέμα" ήταν υποψήφια για βραβείο BAFTA (British Academy of Film and Television Arts) A' γυναικείου ρόλου.http://el.wikipedia.org/


ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ 
(Πηγή)

Όταν η Έλλη ανακοίνωσε στην οικογένειά της την απόφασή της να γίνει ηθοποιός, ο δίδυμος αδελφός της, ο Τάκης της είπε:
“Έλλη, φοβάμαι”. Κι επειδή η αδερφή του τον κοίταζε ξαφνιασμένη: “Μεγάλωσες σε ένα σπίτι γεμάτο από αγάπη. Πώς θ’ αντέξεις τώρα σε ένα επάγγελμα που δεν θα σ’ αγαπάει κανείς;”
“Γιατί δεν θα μ’ αγαπάει κανείς;” ρώτησε η Έλλη.
Ο Τάκης την κοίταξε ήρεμα: “Γιατί θα ‘σαι η πρώτη”, της είπε.

**************

“Η Έλλη έκανε πάντα κάτι αναπάντεχο”, λέει ο Κουν. Από ένα τέτοιο αναπάντεχο θα γεννηθεί το 1946 μια στιγμή που θα περάσει στην ιερή Μυθολογία του θεάτρου μας.
Ήταν μια σκηνή στον “Γυάλινο κόσμο” όπου η Λάουρα σβήνει το κερί, δίπλα στον κοιμισμένο αδελφό της: “Μια ποιητική στιγμή!” Πώς να κάνεις όμως ποίηση, όταν πρέπει να φουσκώσεις τα μάγουλά σου για να φυσήξεις; Η Έλλη αποφάσισε να λύσει τον γρίφο, χωρίς να πει τίποτε στον Κουν. Κάθε βράδυ που γύριζε στην οδό Ασκληπιού, κλεινόταν μόνη της στην κουζίνα, άναβε ένα σπαρματσέτο και προσπαθούσε να το σβήσει ποιητικά:
“Τελικά βρήκα τον τρόπο. Έπρεπε το στόμα μου να είναι ακριβώς απέναντι στο σπαρματσέτο – η ανάσα μου να σημαδεύει τη φλόγα. Μου πήρε ένα μήνα, αλλά τα κατάφερα! Έμαθα να σβήνω το κερί με μιανανάσα”.
Όλα αυτά για μια σκηνή που κρατούσε όλα κι όλα δέκα δευτερόλεπτα! Άξιζε όμως τον κόπο. Ένα βράδυ μπαίνει στο θέατρο ο Άγγελος Σικελιανός – περίπου τυχαία. Θα ξανάρθει άλλες δέκα φορές:
“Έρχομαι για να καταλάβω πώς σβήνει τα κεριά το κορίτσι αυτό” λέει ο Σικελιανός. “Είναι το πιο ποιητικό πράμα που είδα ποτέ μου”.
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ “ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ” Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ




Τελευταίος της ρόλος αυτός της κωφάλαλης Σάρας.
Δεν φτάνει, βέβαια, αυτό. Πρέπει να μυηθεί και στη γλώσσα των κωφαλάλων: “Θέλω να την μάθω τέλεια” λέει σε μια ειδική δασκάλα που ανακαλύπτει στη Βασιλίσσης Σοφίας. “Θέλω οι κωφάλαλοι που θα με βλέπουν απ’ την πλατεία να ξεχνάνε πως είμαι θεατρίνα και να νομίζουν πως είμαι κι εγώ κωφάλαλη!“.
Το πάθος της λεπτομέρειας που την βασανίζει απ’ τα δεκάξι της χρόνια, όταν αναδυόταν από το φέρετρο της Χάννελε, την κυνηγάει και τώρα στην τελευταία παράσταση της ζωής της:
“Θα χρειαστούμε τουλάχιστον ένα χρόνο”.
“Σας δίνω ένα μήνα!” απαντάει τελεσιγραφικά η Λαμπέτη.
Η πρεμιέρα της “Σάρας” είναι ένας ρωμαϊκός θρίαμβος. Οι θεατές χειροκροτούν όρθιοι, για κάμποση ώρα, αυτή την νικήτρια ενός άγριου Κολοσσαίου που υποκλίνεται τώρα μπροστά τους πιο λαμπερή και πιο όμορφη από κάθε άλλη φορά. Moritura te salutat.
Το έργο ανεβαίνει τον Μάρτη του 1981 και θα συνεχιστεί και τον επόμενο χειμώνα. Να μαντεύει άραγε η Αθήνα ότι είναι η τελευταία φορά που βλέπει τη Χάννελε πριν πάει στον Παράδεισο; Πάντως τίποτε στην όψη της δεν το δείχνει: “Είσαι η πιο ερωτική κωφάλαλη που πέρασε ποτέ απ’ το ελληνικό θέατρο – από κάθε, ίσως θέατρο” της λέει ο Μάνος Χατζιδάκις.
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ “ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ” Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ


**************

Ο Λυκούργος Καλλέργης γράφει για την Έλλη Λαμπέτη:

Ήταν μια ύπαρξη απλή, αιθέρια, σαγηνευτική, με μια βαθύτατη όμως πνευματική και καλλιτεχνική καλλιέργεια, ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε το θέατρο και την υποκριτική τέχνη.
Αργούσε συχνά στην πρόβα. Όταν έφτανε, καθόταν ανέμελα σε μια καρέκλα, χωρίς να τραβήξει καλά την κοντή φούστα της. Άφηνε -άθελά της, φαντάζομαι- να φαίνονται τα όμορφα πόδια της. Αυτό, βέβαια, δημιουργούσε κάποια προβλήματα στα μάτια των ανδρών του θιάσου. Αλλά αυτό το εξηγεί η ίδια στο βιβλίο της. Ήταν, όπως λέει, και χορεύτρια, και οι χορεύτριες, πάντα συνηθίζουν ν’ αφήνουν τα πόδια τους γυμνά. Πάντως όλοι οι άντρες του θιάσου ήταν βαριά ερωτευμένοι μαζί της. Όλοι κάτω, ψαθί.
Με λίγα λόγια η Έλλη ήταν -εκτός απ’ όλα τ’ άλλα- και το ωραιότερο, το σαγηνευτικότερο θηλυκό που υπήρχε σ’ όλο το θέατρο.
Κι όμως, όσο απλή, φευγαλέα και ακαθόριστη ήταν στη ζωή, πάνω στη σκηνή έπαιρνε μια εντελώς άλλη διάσταση. Γινόταν ένα πλάσμα αγγελικό, ανάλαφρο, γοητευτικό και με μια ακτινοβολία που σε καθήλωνε. Μετουσιωνόταν στον κάθε ρόλο που ερμήνευε και μάγευε το κοινό με την παρουσία της
.
ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ “ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΑΡΑΧΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ” Εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ
 


«Ένα τραγικό γεγονός»
Όταν ήμουν εικοσιέξι χρονών έπαθα πάρεση. Πλήρη. Ήταν τη μέρα που εκτέλεσαν τον Μπάτση και τον Μπελογιάννη. Όταν το ‘μαθα, πάγωσα. Δεν ήταν λύπη, ήταν κάτι παραπάνω. Σοκ! Καταλάβαινα πως δε θ’ άντεχα, κάτι θα μου συνέβαινε. Κι ωστόσο δεν μπορούσα να διανοηθώ πόσο σχετική είναι η ύλη – το σώμα – με τον συναισθηματικό κόσμο. Σκέφτηκα αμέσως: Μετά απ’ αυτήν την τραγωδία, μετά από τόση θλίψη, δεν είναι δυνατόν να εξακολουθήσω να είμαι ίδια, κάπου θα βγω αλλαγμένη. Αλλά δεν πίστευα πως θ’ αντιδρούσε έτσι ο οργανισμός μου.
Κι όμως ως το βράδυ είχα παραλύσει. Το μισό μου πρόσωπο ήταν τελείως παράλυτο. Μου κράτησε έξι εβδομάδες. Ήμουν πολύ νέα, έκανα ηλεκτροσοκ – δεν είναι πολύ δύσκολο να περάσει η πάρεση όταν είσαι νέος, όπως επίσης είναι σπάνιο να την πάθεις σε μικρή ηλικία. Αλλά εκείνες τις έξι εβδομάδες δεν μιλούσα καθόλου. Έτρεχαν τα σάλια μου. Το στόμα μου είχε πάει εκεί… Να, κοίτα, ως τώρα δεν έχει έρθει εντελώς στη θέση του.
Ήταν ένα τραγικό γεγονός εκείνη η εκτέλεση!… Τον Μπάτση τον γνώριζα προσωπικά, ήταν φίλος του Μάριου. Το προηγούμενο Πάσχα είχαμε πάει μαζί στον Πόρο, είχε κοντά του και την κόρη του, την Ελενίτσα. Έτσι συνδεθήκαμε. Δεν ήταν βέβαια κανένας πολύ δικός μου άνθρωπος, αλλά αυτό το θέμα της εκτέλεσης δεν μπορούσα να το συλλάβω. Δεν μπορούσα να συλλάβω το «εν ψυχρώ». Σε πιάνω, σε στήνω, σε σκοτώνω… Ήταν πέρα από τις δυνατότητές μου. Είχα ζήσει ήδη τις μέρες των ανώμαλων καταστάσεων, αλλά αυτό! Άγριο πράγμα. Και οργανωμένο από το κράτος, ε;
από το βιβλίο της ΦΡΙΝΤΑΣ ΜΠΙΟΥΜΠΙ «ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ: Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ – ΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ»
Εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ

**************
Αφού δεν μπόρεσε το έργο να το κρατήσει η παράσταση…
Δεν μπορώ εδώ να μην κάνω μία ερώτηση, γιατί υπήρχε η φήμη ότι ήταν σκληρή.Ναι, ήταν. Αλλά ήταν με τον εαυτό της πιο πολύ απ’ όλους. Όταν ανέβασε τη “Μικρή μας Πόλη” που ήταν ένα πολύ ωραίο έργο, παίχτηκε τελευταία, του Θόρντον Γουάιλντερ, ήταν μεγάλη αποτυχία, εδώ είναι το μυστήριο, δηλαδή σε δέκα μέρες μέσα έπρεπε το έργο να κατέβει και της λένε: πρέπει να το κατεβάσουμε, και είπε εντάξει, θα ανεβάσουμε “Το ανοιξιάτικο τραγούδι” του Τζων Βαν Ντρούτεν… και κάποια στιγμή, λίγο πριν κατέβει το έργο, έρχεται ο Ψαθάς, να δει το έργο, ο Ψαθάς τότε ήταν η ηλεκτρονική δύναμη του Τύπου, δηλαδή όταν το έγραφε ο Ψαθάς ήταν σα να λέμε σήμερα…
Σα να λέμε σήμερα για ποιον;…Το ‘πε η τηλεόραση…
Μάλιστα.Κάτι τέτοιο… Και ο Ψαθάς, αυτός ο πολύ τραχύς εισαγγελέας του ελληνικού Τύπου, δάκρυσε σε μία μάλιστα σκηνή που λέει: “αυτά που ζήσαμε τι κρίμα που δεν καταλαβαίναμε τότε τι αξία είχαν”, μία πραγματικά πολύ δυνατή σκηνή… και γράφει ένα χρονογράφημα – ύμνο την άλλη μέρα. Και αμέσως οι εισπράξεις ανεβαίνουν κάθετα. Και γίνεται ΤΟ πρώτο θέατρο. Και κρατάει αυτό για μέρες. Και βεβαίως όλοι περιμένουν ότι η Έλλη θα αλλάξει γραμμή και θα κρατήσει το έργο… και συνεχίζει τις πρόβες κι όταν την ρωτάνε: μα γιατί, αφού το έργο πάει τόσο καλά; λέει: αφού δεν μπόρεσε το έργο να το κρατήσει η παράσταση και το κράτησε ο Ψαθάς τότε πρέπει το έργο να κατέβει…
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
από μια συζήτηση με την Εύη Κυριακοπούλου
στην εκπομπή της ΕΡΤ “ΑΝΤ’ ΑΥΤΟΥ” (1998) 

Σ'αγαπώ-Δημήτρης Χορν,Έλλη Λαμπέτη









ΠΗΓΕΣ 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου