Η Έμιλι Ελίζαμπεθ Ντίκινσον (Emily
Elizabeth Dickinson, 10 Δεκεμβρίου 1830 - 15 Μαΐου 1886)
ήταν Αμερικανίδα.
Αν και όχι τόσο διάσημη όσο ήταν εν ζωή, πλέον θεωρείται, μαζί με τον Ουώλτ Ουίτμαν, από τους πιο αναγνωρισμένους και
αντιπροσωπευτικούς Αμερικανούς ποιητές
του 19ου αιώνα. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της μένοντας αποκλεισμένη
στο σπίτι των γονιών της στο Άμχερστ και ολόκληρη η εργογραφία της παρέμεινε
ανέκδοτη και κρυμμένη μέχρι και το θάνατό της. Εξαίρεση αποτέλεσαν μονάχα πέντε
ποιήματα, από τα οποία τρία δημοσιεύτηκαν ανώνυμα και ένα εν αγνοία της ίδιας
της ποιήτριας.
Η Έμιλι γεννήθηκε το 1830 στο Άμχερστ της Μασαχουσέτης. Ο πατέρας της ποιήτριας,Έντουαρντ Ντίκινσον,
είχε σπουδάσει νομικά στο Πανεπιστήμιο Γέιλ και εργαζόταν ως
δικηγόρος στο Άμχερστ της Μασαχουσέτης, ενώ αργότερα εκλέχθηκε μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων και
της Συγκλήτου της πολιτείας και μέλος του Αμερικάνικου Κογκρέσου. Στις 6 Μαΐου 1828,
παντρεύτηκε την Έμιλι Νόρκρος Ντίκινσον και έκαναν τρία παιδιά: τον
Γουίλιαμ Ώστιν, την Έμιλι Ελίζαμπεθ και τη Λαβίνια Νόρκρος, η οποία ήταν και
αυτή που ανακάλυψε το έργο της αδερφής της, το συγκέντρωσε και το εξέδωσε μετά
το θάνατό της.
Η Έμιλι Ντίκινσον προερχόταν από
μια οικογένεια με ρίζες στη Νέα Αγγλία: οι πρόγονοί της έφτασαν στη Αμερική κατά το πρώτο μεταναστευτικό πουριτανικό κύμα. Συνεπώς, η αυστηρή προσήλωση της
οικογένειάς της στον προτεσταντισμό επηρέασε και το έργο της ποιήτριας.
Η Έμιλι έζησε απομονωμένη στο
δωμάτιό της μέχρι το θάνατό της. Σπάνια έβγαινε από το σπίτι κι ερχόταν σε επαφή με
ελάχιστους ανθρώπους, οι οποίοι όμως την επηρέασαν σε μέγιστο βαθμό στην ποίηση
και το τρόπο σκέψης της.
Το 1854,
γνώρισε τον πάστοραΤσαρλς Γουάντσγορθ σε ένα ταξίδι στην Φιλαδέλφεια. Ορισμένοι κριτικοί πιστεύουν ότι
οι ρομαντικοί στίχοι των ποιημάτων της τα επόμενα χρόνια προέρχονταν από τον
πλατωνικό έρωτά της για τον πάστορα, ωστόσο η ίδια τον αποκαλούσε "τον πιο
κοντινό της άνθρωπο πάνω στη γη"
Τα αδέρφια της Έμιλι δεν ήταν μόνο
η οικογένειά της, αλλά και οι σύντροφοι στις πνευματικές ενασχολήσεις της. Η
ποίησή της αντανακλά τη μοναξιά που ένιωθε η ίδια, αλλά και στιγμές έμπνευσης
που δίνουν ίσως μια αίσθηση ευτυχίας. Επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από το
θρησκευτικό συντηρητισμό της οικογένειάς της, αλλά και του αστικού πουριτανικού περιβάλλοντος της πόλης όπου ζούσε, ενώ
φαίνεται να αντλεί επιρροές και από τους Μεταφυσικούς Άγγλους ποιητές
του 17ου αιώνα. Θαύμαζε τον Τζον Κητς και τουςΡόμπερτ και Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ.
H Ντίκινσον ήταν ιδιαίτερα
παραγωγική στον αριθμό των ποιημάτων της, που ξεπερνούν τα 800 και συχνά τα
έστελνε μέσω αλληλογραφίας σε φίλους της, ωστόσο δεν αναγνωρίστηκε ευρέως κατά
τη διάρκεια της ζωής της. Πέθανε στο Άμχερστ το 1886 και ο πρώτος
τόμος ποιημάτων της εκδόθηκε μετά θάνατον το 1890 κι ο τελευταίος
το 1955.
1 .Μακάρι να ᾽μουνα για σένα καλοκαίρι,
Όταν οι μέρες του καλοκαιριού
έχουν πετάξει!Και μουσική σου που να
παραμένει,Όταν τα Νυχτοπούλια και οι
Φλώροι – έχουν σωπάσει!Θα υπερπηδήσω, και θ᾽ανθίσω, όλον μ᾽ άνθη
Θα τον γεμίσω από πάνω! Καί μακάρι
Να με μαζέψεις όλη –
Aνεμώνη –
Παντοτινό – δικό σου άνθος!
Για χάρη σου ακόμα και τον τάφο
2. Η “Ελπίδα” είναι αυτό με τα
φτερά -
Που μέσα στην ψυχή κουρνιάζει -
Και μελωδία δίχως λέξεις τραγουδά -
Και που ποτέ – στιγμή – δεν ησυχάζει
Και μελωδία δίχως λέξεις τραγουδά -
Και που ποτέ – στιγμή – δεν ησυχάζει
Γλυκά – στη Θύελλα – ολόγλυκα
ηχεί -
Ανάθεμα στην καταιγίδα που θα κάνει -
Να πάψει το Πουλάκι που ζεστή
Κρατά κάθε καρδιά που ᾽χει αποκάμει -
Ανάθεμα στην καταιγίδα που θα κάνει -
Να πάψει το Πουλάκι που ζεστή
Κρατά κάθε καρδιά που ᾽χει αποκάμει -
Στη γη του πάγου τ᾽άκουγα για ώρα -
Και σε νερά ανοίκεια μακρυσμένα -
Μ᾽ακόμα και στης ´Ενδειας τη χώρα,
Ούτ᾽ένα ψίχουλο δεν ζήτησε – από μένα.
Και σε νερά ανοίκεια μακρυσμένα -
Μ᾽ακόμα και στης ´Ενδειας τη χώρα,
Ούτ᾽ένα ψίχουλο δεν ζήτησε – από μένα.
να`χω την άδεια καθώς ορίζει ο Νόμος.
Σκληρή μου δόθηκε, πικρή κι άδικη μοίρα.
«Βασίλισσα του Γολγοθά»για τίτλο πήρα,
κι όλα είναι βασιλικά, εκτός το στέμμα,
κι ο αρραβώνας, δίχως λίγωμα στο βλέμμα
που ο Θεός σε κάθε θηλυκό χαρίζει,
όταν το κράτημα του άλλου χεριού γνωρίζει.
Διαμαντικό με το διαμαντικό ταιριάζει
και το χρυσάφι, το χρυσάφι αγκαλιάζει.
Η γέννηση, ο αρραβώνας και κατόπι
δυο-τρία μέτρα από του σάβανου το τόπι.
Τριλπή μια νίκη σε μια μέρα να `ναι, φτάνει.
«Ο άντρας μου», λεν οι γυναίκες με στεφάνι
μ`ένα σκοπό που κι η ψυή τους τραγουδάει.
Να `ναι ο τρόπος, τάχα, αυτός; Ποιός μου απαντάει
Σκληρή μου δόθηκε, πικρή κι άδικη μοίρα.
«Βασίλισσα του Γολγοθά»για τίτλο πήρα,
κι όλα είναι βασιλικά, εκτός το στέμμα,
κι ο αρραβώνας, δίχως λίγωμα στο βλέμμα
που ο Θεός σε κάθε θηλυκό χαρίζει,
όταν το κράτημα του άλλου χεριού γνωρίζει.
Διαμαντικό με το διαμαντικό ταιριάζει
και το χρυσάφι, το χρυσάφι αγκαλιάζει.
Η γέννηση, ο αρραβώνας και κατόπι
δυο-τρία μέτρα από του σάβανου το τόπι.
Τριλπή μια νίκη σε μια μέρα να `ναι, φτάνει.
«Ο άντρας μου», λεν οι γυναίκες με στεφάνι
μ`ένα σκοπό που κι η ψυή τους τραγουδάει.
Να `ναι ο τρόπος, τάχα, αυτός; Ποιός μου απαντάει
4. Ασφαλισμένοι στ`
Αλαβάστρινά τους Δώματα-
Ανέγγιχτοι απ` το πρωινό-
Κι ανέγγιχτοι απ` το μεσημέρι-
Κοιμώνται οι πράοι εταίροι της Ανάστασης,
Ατλάζινοι Δοκοί και Στέγη Πέτρινη-
Θριαμβικά περνούν τα Χρόνια,
Πάνω τους μες στο Μισό Φεγγάρι-
Σύμπαντα λαξεύουνε τα Τόξα τους-
Και Στερεώματα - κωπηλατούν-
Διαδήματα - κατρακυλάν-
Και Δόγηδες - παραδίνονται-
Σιωπηλά σα Σημάδια,
Σ` ένα Δίσκο Χιονιού
Ανέγγιχτοι απ` το πρωινό-
Κι ανέγγιχτοι απ` το μεσημέρι-
Κοιμώνται οι πράοι εταίροι της Ανάστασης,
Ατλάζινοι Δοκοί και Στέγη Πέτρινη-
Θριαμβικά περνούν τα Χρόνια,
Πάνω τους μες στο Μισό Φεγγάρι-
Σύμπαντα λαξεύουνε τα Τόξα τους-
Και Στερεώματα - κωπηλατούν-
Διαδήματα - κατρακυλάν-
Και Δόγηδες - παραδίνονται-
Σιωπηλά σα Σημάδια,
Σ` ένα Δίσκο Χιονιού
5.
The heart asks pleasure first
The heart asks pleasure first,
And then, excuse from pain;
And then, those little anodynes
That deaden suffering,
And then, to go to sleep;
And then, if it should be
The will of its Inquisitor,
The liberty to die.
Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά
(1η
μετ. - ελεύθερη)Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά
Μετά τη θλίψη ν' αποφεύγει
Κι έπειτα εκείνα τα μικρά παυσίπονα
Που ξεγελούν τον πόνο.
Ύστερα, να πάει να
κοιμηθεί
Και τελικά, αν είναι δυνατόν,
Το θέλημα τ' Αφέντη της
Την άδεια να πεθάνει.
(2η μετ. - πιστή)
Την ηδονή πρώτα ζητά η καρδιά
Και μετά την οδύνη ν' αποφεύγει
Και μετά εκείνα τα μικρά παυσίπονα
που εξασθενούν τον πόνο.
Και μετά, να πάει να
κοιμηθεί
Και μετά, αν είναι δυνατόν,
Το θέλημα του ιεροεξεταστή της
Την ελευθερία να πεθάνει.
6. Parting
My life closed twice before its close;
It yet remains to see
If Immortality unveil
A third event to me,
So huge, so hopeless to conceive,
As these that twice befell.
Parting is all we know of heaven,
And all we need of hell.
Χωρισμός
Δύο φορές τέλειωσε η ζωή μου, προτού τελειώσει,
Μένει ακόμη να φανεί
Εάν η Αθανασία μου αποκαλύψει
Ένα τρίτο γεγονός
Τόσο μεγάλο, τόσο δύσκολο να το συλλάβει κανείς
Όσο αυτά που ήδη έτυχαν δύο φορές
Ο χωρισμός είναι όλα όσα ξέρουμε για τον παράδεισο,
Και όλα όσα χρειαζόμαστε από την κόλαση.
Δύο φορές τέλειωσε η ζωή μου, προτού τελειώσει,
Μένει ακόμη να φανεί
Εάν η Αθανασία μου αποκαλύψει
Ένα τρίτο γεγονός
Τόσο μεγάλο, τόσο δύσκολο να το συλλάβει κανείς
Όσο αυτά που ήδη έτυχαν δύο φορές
Ο χωρισμός είναι όλα όσα ξέρουμε για τον παράδεισο,
Και όλα όσα χρειαζόμαστε από την κόλαση.
7. Compensation
For each ecstatic instant
We must an anguish pay
In keen and quivering ratio
To the ecstasy.
We must an anguish pay
In keen and quivering ratio
To the ecstasy.
For each beloved hour
Sharp pittances of years,
Bitter contested farthings
And coffers heaped with tears.
Sharp pittances of years,
Bitter contested farthings
And coffers heaped with tears.
Αντιστάθμιση
Κάθε εκστατική στιγμή
Πρέπει να την πληρώσουμε με οδύνη
Σε αναλογία οξεία και τρεμάμενη
Με την έκσταση.
Πρέπει να την πληρώσουμε με οδύνη
Σε αναλογία οξεία και τρεμάμενη
Με την έκσταση.
Για κάθε ώρα λατρευτή
Χρόνια ζωής με πενταροδεκάρες
Με πικρό αγώνα αποκτημένες
Και σεντούκια γεμάτα δάκρυα.
Χρόνια ζωής με πενταροδεκάρες
Με πικρό αγώνα αποκτημένες
Και σεντούκια γεμάτα δάκρυα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου