αγκαλιάζει τρυφερά τα φύλλα του δέντρου της ζωής
Βαθιές οι ρίζες του στην μήτρα της γης
Ντύθηκε ο άνεμος το σώμα σου
Ανασαίνω το κόκκινο χρώμα της παράδοσης στον έρωτα
Σου παραδόθηκα χωρίς να με αγγίξει η ανάσα της Άνοιξης
στα σκαλοπάτια του χρόνου ενός παγωμένου χειμώνα
Ένας πανάρχαιος ναός έστεκε σιωπηλός μάρτυρας
Στους αιώνιους λευκούς τοίχους ήταν χαραγμένα
με ανάσες ανέμων και μενεξεδένια χρώματα ηλιοβασιλέματος
ονόματα αγνώστων θεών, αναμνήσεις αφής αισθήσεων και παραισθήσεων ,
ίσκιοι παλαιών σωμάτων
Πικρό μέλι στα χείλη ένα μαντήλι αποχαιρετισμού δεμένο με ένα μπουκέτο γιασεμιά
Σκάλισες δρόμο πάνω στα κύματα αναζητώντας μια μάταιη Ιθάκη
Οι χάρτες της χαράχτηκαν στο βλέμμα σου
Λούστηκες το αρχαίο φως ενάντια στην βούληση
Θεών και ανθρώπων
Κύλησε στις φλέβες μου το νερό της λήθης
Έδωσα στον άνεμο το μαντήλι κεντημένο με ένα τελευταίο φιλί στα βλέφαρα,
λεμονανθούς από τα λυτά μαλλιά της Άνοιξης
που βάδιζε ντυμένη στα λευκά στο μονοπάτι των εποχών,
ένα βλέμμα στοργής να σε αγκαλιάσει
και ένα βουρκωμένο σύννεφο
να συντροφεύσουν το όνειρο σου
Λησμόνησε με αγάπη μου
Αντήχησαν τα ανέγγιχτα λόγια μου πλυμένα από την ανάσα του ανέμου
Σ.Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου