Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ


«Εγώ ποτέ δεν θα γίνω πολιτικός. Είμαι επαναστάτης, γιατί δεν υπάρχει αληθινός ποιητής που να μην είναι επαναστάτης»



Γεννήθηκε το 1898 στην Ανδαλουσία. Γιoς αγρότη και δασκάλας πιάνου, ποιητής, συγγραφέας και μουσικός. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στη νομική για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική. 

Το 1919, εγκαταστάθηκε στη Φοιτητική Κατοικία του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο, της ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί συνάντησε τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι και τον Χιμένεθ. Την ίδια περίοδο συνέθεσε τα πρώτα του ποιήματα που κυκλοφόρησαν το 1921, με τίτλο Βιβλίο Ποιημάτων. Λίγο νωρίτερα, το 1918, είχε δημοσιεύσει το έργο Εντυπώσεις & Τοπία περιδιαβαίνοντας την Καστίλη.
Ο Λόρκα σε ηλικία 6 ετών.

Το 1922, συνεργάστηκε με τον συνθέτη Μανουέλ ντε Φάγια στο Φεστιβάλ Λαϊκής Μουσικής, στη Γρανάδα. Στις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, πίστευε πως βρίσκει τη βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων. Δημιούργημα του, εκείνη την εποχή, ήταν το Ποίημα Του Κάντε Χόντο, λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας, που τραγουδιέται από τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκίνησε να γράφει το Ρομανθέρο Χιτάνο, έργο που ολοκλήρωσε τελικά το 1927, σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας από τις αρχαιότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνέθεσε και την Ωδή Στον Σαλβαντόρ Νταλί ενώ παράλληλα έγραψε το θεατρικό έργο Μαριάνα Πινέδα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί, σημειώνοντας επιτυχία.
Τα έτη 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα Ένας Ποιητής Στη Νέα Υόρκη. Επέστρεψε στην Ισπανία το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι Της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα, Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο.
Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, οργάνωσε μία θεατρική ομάδα υπό την ονομασία La Barroca, η οποία με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας, έδωσε παραστάσεις κλασσικών έργων σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές. Το 1936 υποδέχθηκε τον Αλμπέρτι, καθώς επέστρεψε από τη Μόσχα. Συνέταξε μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος.
Τα ξημερώματα της 19ης Αυγούστου του 1936, ήρθε το τέλος για τον κορυφαίο ποιητή, ζωγράφο, δραματουργό και θεατρικό σκηνοθέτη, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Εκτελέστηκε στο Βίθναρ της Ισπανίας από παραστρατιωτικούς οπαδούς του Φράνκο που έθαψαν τη σορό του, μαζί με άλλα τρία άτομα που εκτέλεσαν εκείνη την αυγή σε ομαδικό τάφο. 
Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Λόρκα εκτελέστηκε στο Αλφακάρ και πολλοί πίστευαν ότι είχε ταφεί στην περιοχή αυτή, μαζί με άλλους εκτελεσθέντες. Πέρυσι, οι αρχές της Ανδαλουσίας διέταξαν το άνοιγμα του συγκεκριμένου τάφου, κατόπιν αιτήματος των οικογενειών των άλλων πέντε ανθρώπων που πιθανολογείτο ότι είχαν ταφεί εκεί. Από την ανασκαφή και την έρευνα που έγινε στο χώρο όμως δεν βρέθηκε τίποτα.
Το τέλος του πολέμου έφερε μαζί του και την «Συμφωνία για Λήθη», μια συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και το στρατό, η οποία άνοιξε την πόρτα για τη Δημοκρατία με αντάλλαγμα γενική αμνηστία για το καθεστώς του Φράνκο. Πρόσφατα όμως εμφανίστηκαν ρωγμές στη συμφωνία.
Η κυβέρνηση των σοσιαλιστών, το 2007, ψήφισε το Νόμο της Ιστορικής Μνήμης, η οποία για πρώτη φορά αναγνώριζε επίσημα τα θύματα της δικτατορίας του Φράνκο. Ο νόμος επιτρέπει σε όποιον έχει αποδείξεις για ομαδικό τάφο να ζητήσει την βοήθεια του κράτους για την εκταφή και την ταυτοποίηση των λειψάνων.

Τον Οκτώβριο του 2008, μετά από μια δεκαετία προσπαθειών από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ισπανίας, ο δικαστής Μπαλτάσαρ Γκαρθόν διέταξε την εκταφή και αναγνώριση των θυμάτων από 19 ομαδικούς τάφους, μεταξύ των οποίων και αυτός όπου θεωρείται του Λόρκα. Ωστόσο, 73 χρόνια μετά το θάνατο του Λόρκα, η αντίσταση στην εκταφή της καταπιεσμένης μνήμης της χώρας παρέμενε ισχυρή. Μια εβδομάδα μετά την έκδοση της απόφασης του Γκαρθόν, ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας, Χαβιέρ Θαραγόθα, την αμφισβήτησε με το σκεπτικό ότι δεν ενέπιπτε στην αρμοδιότητα του Γκαρθόν η υπόθεση.
Ο δικαστής Γκαρθόν, πιθανόν φοβούμενος την περίπτωση σύμπνοιας του Ανώτατου Δικαστηρίου με τον Θαραγόθα, έστειλε την υπόθεση στα κατά τόπους δικαστήρια, επιχειρώντας έτσι να κρατήσει την υπόθεση ανοιχτή. Τελικά δόθηκε το «πράσινο φως» και η οικογένεια του Λόρκα που είχε αρχικά αντιρρήσεις, στο τέλος έδωσε τη συγκατάθεσή της και οι εργασίες ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2009. Αλλά δεν βρέθηκε τίποτε που να αποδεικνύει ότι εκεί είχε ταφεί ο συγγραφέας του «Ματωμένου γάμου».



Την είδηση του θανάτου του διεκτραγώδησε με τον ακόλουθο τρόπο ο Νίκος Καζαντζάκης (ο οποίος σημειωτέον μετέφρασε Λόρκα το 1933, στην πρώτη μάλλον μετάφραση του ποιητή στα ελληνικά), στην εφημερίδα “Καθημερινή” στις 11 Ιανουαρίου 1937:

“Σκότωσαν τον Λόρκα! [...] Ο Λόρκα στον αδελφοκτόνο πόλεμο σκοτώθηκε. Τον σκότωσαν. Θερίστηκε μια από τις μεγαλύτερες ποιητικές ελπίδες του καιρού μας”.

ΠΙΝΑΚΑΣ  Agustin Herrero Massieu

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Σονέτο του γλυκού παραπόνου

Φοβάμαι μη χάσω το θαύμα
των αγαλμάτινων ματιών σου και τη μελωδία
που μου αποθέτει τη νύχτα στο μάγουλο
το μοναχικό ρόδο της ανάσας σου


Πονώ που είμαι σε τούτη την όχθη
κορμός δίχως κλαδιά μα πιότερο λυπάμαι
που δεν έχω τον ανθό, πόλφο ή πηλό
για το σκουλήκι του μαρτυρίου μου.


Αν είσαι εσύ ο κρυμμένος μου θησαυρός
αν είσαι εσύ ο σταυρός και ο υγρός μου πόνος,
αν ειμαι το σκυλί της αρχοντιάς σου
μη με αφήσεις να χάσω ό,τι έχω κερδίσει


και στόλισε τα νερά του ποταμού σου
με φύλλα από το φρενοκρουσμένο μου φθινόπωρο.


Ματωμένος Γάμος- Μονόλογος Φεγγαριού 

Είμ` ένας κύκνος στρογγυλός μες το ποτάμι,
είμ` ένα μάτι στα ψηλά καμπαναριά,
και μες στις φυλλωσιές φαντάζω ψεύτικο φως της χαραυγής.
Κανείς δε μου γλυτώνει εμένα!
Ποιος κρύβεται; Ποιανού το κλάμα γροικιέται μες στο χέρσο κάμπο;

Ένα μαχαίρι έχω κρεμάσει μες στον ανταριασμένο αγέρα,
που λαχταράει, μολύβι τώρα, πόνος να γίνει μες στο αίμα.
Αφήστε με να μπω! Παγώνω στους τοίχους και στα παραθύρια.
Μια στέγη ανοίχτε, μια καρδιά, να μπω να ζεσταθώ λιγάκι!

Αχ, πως κρυώνω! Οι στάχτες μου – μέταλλα κοιμισμένα –

ψάχνουν σε κάμπους και βουνά της φλόγας την κορφή να βρούνε.
Όμως το χιόνι με κουβαλάει στις χαλαζένιες πλάτες του,
και με βυθίζει όλο παγωνιά στα χαλκοπράσινα βαλτονέρια.

Μα τούτη τη νύχτα θα βαφτούν τα μάγουλα μου κόκκινο αίμα,

και τ` άγρια βούρλα θα ζαρώσουν κάτου απ` τα πέλματα του αγέρα.
Ίσκιο δε θα `βρουν και φυλλωσιά για να γλιτώσουν από μένα!
Θέλω μονάχα μια καρδιά! Ζεστή!

Το αίμα της να βάψει τα κρύα βουνά τα στήθια μου.

Αφήστε με να μπω, αχ, αφήστε!
(Στα κλαδιά.)
Ίσκιους δε θέλω. Οι αχτίδες μου πρέπει να μπουν, και μέσα

στα κατασκότεινα κλαριά το φως μου πρέπει να κυλήσει,

για να βαφτούν τη νύχτα τούτη τα μάγουλα μου αίμα γλυκό,
και τα άγρια βούρλα να ζαρώσουν κάτου απ` τα πέλματα του αγέρα.
Ποιος κρύβεται; Να `βγει έξω είπα!

Κανείς δε μου γλυτώνει εμένα!

Θε να τα` αστράψω τα` άλογο με διαμαντένιο πυρετό.
...
Ο αγέρας γίνεται κοφτερός σα δίκοπο μαχαίρι.

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα
Ματωμένος Γάμος- Απόσπασμα
Μετάφραση Νίκος Γκάτσος


 

 
ΨΥΧΗ ΑΠΟΥΣΑ


Δε σε γνωρίζει  ο ταύρος, ούτε η συκιά,
ούτε τα άλογα, ούτε τα μυρμήγκια του σπιτιού σου.
Δε σε γνωρίζει το παιδί ούτε το σούρουπο
γιατί για πάντα έχεις πεθάνει.
Δε σε γνωρίζει η ράχη της πέτρας,
μήτε η μαύρη φορεσιά όπου μέσα της συντρίβεσαι.
Δε σε γνωρίζει η βουβή σου θύμιση
γιατί για πάντα έχεις πεθάνει.
Το Φθινόπωρο θα ‘ρθει με τους σαλίγκαρους,
με της ομίχλης τα σταφύλια και τα σφιχτοδεμένα όρη,
όμως κανείς δε θα θελήσει τα μάτια σου να δεί
γιατί για πάντα έχεις πεθάνει.
Γιατί για πάντα έχεις πεθάνει,
όπως όλοι οι νεκροί της Γης,
όπως όλοι οι νεκροί, που λησμονιούνται
σαν τα ψόφια σκυλιά στοιβαγμένοι.
Κανείς δε σε γνωρίζει. ΌΧι. Κανείς. Όμως εγώ σε τραγουδάω.
Εγώ θα τραγουδώ παντοτινά το ωραίο προφίλ σου και τη χάρη σου.
Τη φημισμένη φρόνηση της γνώσης σου.
Τη δίψα σου για θάνατο, τη γεύση των χειλιών σου.
Τη θλίψη που είχε μέσα της η θαρραλέα χαρά σου.
Θα αργήσει πολύ να γεννηθεί, αν ποτέ γεννηθεί,
ένας τόσο λαμπερός, τόσο πλούσιος σε περιπέτειες, ανδαλουσιανός.
Εγώ θα τραγουδώ τη χάρη του με λέξεις που θρηνούν
και θα θυμάμαι μια θλιμμένη αύρα στα λιόδεντρα.

Γη

Προχωρούμε
πάνω σ’έναν καθρέφτη
δίχως ασήμι
πάνω σ’ένα κρύσταλλο
δίχως σύννεφα.
Αν οι ίριδες γεννιόνταν
στην ανάστροφη όψη
αν τα ρόδα γεννιόνταν
στην ανάστροφη όψη
αν όλες οι ρίζες
κοιτούσαν τ’ αστέρια
κι ο νεκρός δεν έκλεινε τα μάτια του
θα γινόμασταν σαν κύκνοι.

(μετ.Βαρβιτσιώτη)

Λόρκα και Νταλί



Άλλο τραγούδι


Έσβησε τ’ όνειρο για πάντα!
Στη βροχερή τη νύχτα
μαθαίνει η καρδιά μου
την τραγωδία τη φθινοπωρινή
 που τα δέντρα αργοστάζουν

Και μες στη γλυκειά θλίψη
του τοπίου που πεθαίνει
κοπήκανε οι φωνές μου
Έσβησε το όνειρο για πάντα.
Για πάντα!Θεέ μου!
Κι όλο πέφτει το χιόνι
στον έρημο κάμπο
της ζωής μου,
κι η πλάνη
που πάει μακρυά,φοβάται
μην παγώσει ή μην χαθεί

Πώς μου λέει το νερό
πως το όνειρο έσβησε για πάντα!
Είναι τ’ όνειρο απέραντο;
Η ομίχλη το κρατάει
κι η ομίχλη δεν είν’ άλλο
παρά η κούραση μόνο του χιονιού.

Ο ρυθμός μου ολοένα τραγουδάει
πως το όνειρο έσβησε για πάντα
Και μες στο αχνό το βράδυ
μαθαίνει η καρδιά μου
την τραγωδία τη φθινοπωρινή
που τα δέντρα αργοστάζουν.




ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ

Άνθος του ήλιου.
Του ποταμού άνθος.

Εγώ
Ήσουν εσύ ; Το στήθος έχεις πάμφωτο 
Και δεν σ’είδα.

Αυτή
Πόσες φορές σε άγγιξαν 
του φουστανιού μου οι άκρες !

Εγώ
Δίχως ν’ανοίξω, ακούω στο λαιμό σου 
τις άσπρες φωνές των παιδιών μου.

Αυτή
Τα παιδιά σου πλέουν στα μάτια μου 
σαν κίτρινα διαμάντια.

Εγώ
Ήσουν εσύ ; Πούθε έσερνες 
τούτες τις ατέλειωτες πλεξούδες, αγάπη μου ;

Αυτή
Στο φεγγάρι. Γελάς ; Ε λοιπόν 
ολόγυρα στο άνθος του ναρκίσσου.

Εγώ
Πάλλει στο στήθος μου 
ένα ερπετό αρχαίων φιλιών που υπνοβατεί.

Αυτή
Οι ανοιχτές στιγμές κάρφωναν 
τις ρίζες τους πάνω στους στεναγμούς μου.

Εγώ
Δεμένοι με την ίδια αύρα 
κατάματα κι ούτε που γνωριστήκαμε !

Αυτή
Τα κλαδιά πυκνώνουν, βιάσου.
Κανείς από τους δυό μας δεν γεννήθηκε !

Άνθος του ήλιου.
Άνθος του ποταμού.

[Από τη συλλογή Suites]



Τραγούδι

Η νύχτα δίψασε για ίσκιους
για χείλη δίψασε η πηγή
στενάζει ο άνεμος στα φύλλα
κι είναι η σελήνη μοναχή


Μα εγώ διψώ για ένα τραγούδι
να φτάνει ως τους ουρανούς
δίχως φεγγάρια δίχως κρίνους
και δίχως έρωτες νεκρούς.


Ένα τραγούδι όλο γαλήνη
ένα τραγούδι φωτείνο
παρθένο από την αγωνία
κι από τη θλίψη ορφανό


Η νύχτα δίψασε για ίσκιους
για χείλη δίψασε η πηγή
μα εγώ διψώ για ένα τραγούδι
να φτάνει μέσα στη ψυχή


Λόρκα και Νταλί 

Πήγε στη θάλασσα η μικρή μου

Πήγε στη θάλασσα η μικρή μου
κύματα να μετρήσει και κοχύλια
μα συναντήθηκε στο δρόμο ξαφνικά
με το ποτάμι τη Σεβίλια


Ανάμεσα σε δάφνες και καμπάνες
λικνίζονταν πέντε καράβια μαύρα
βύθιζαν τα κουπιά τους στα νερά
και τα πανιά τους φούσκωνε η αύρα


Ποιόν βλέπει τάχα μες του πύργου
τις φωτισμένες τις στοέ;
Πέντε φωνές τις απαντάνε
σαν δαχτυλίδια στρογγυλές


Καβάλα παέι στο ποτάμι
ο ουρανός όλο στολίδια
ενώ στον άνεμο τρέμουν ακόμα
πέντε φωνές σαν δαχτυλίδια


                             Η οικογένεια του Federico Garcia Lorca



ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΟΡΚΑ 

 Στρατής Τσίρκας & Langston Hughes, “Όρκος στον δολοφονημενο ποιητη Λορκα”

[Γράφτηκε στο πλαίσιο του Β΄ Διεθνούς και Παγκοσμίου Συνεδρίου Συγγραφέων για την Υπεράσπιση της Κουλτούρας Ενάντια στον πόλεμο και στον Φασισμό. Υπογράφτηκε από τους πλείστους συνέδρους και διαβάστηκε από τον Λουί Αραγκόν]
Στ’ όνομά σου, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα,
που σκοτώθηκες στην Ισπανία για τη λευτεριά
του ζωντανού λόγου,
Εμείς, ποιητές απ’ όλες τις χώρες του κόσμου,
μιλώντας και γράφοντας στις διάφορες και ποικίλες
γλώσσες μας
παίρνουμε εδώ τον όρκο τον κοινό,
τ’ όνομά σου να μην ξεχαστεί ποτές πάνω στη γης,
κι όσο υπάρχει τυραννία και καταπίεση,
στ’ όνομά σου
να τις πολεμούμε
όχι μονάχα με το λόγο
μα και με τη ζωή μας.




 
 Νίκος Καββαδίας, “Federico Garcia Lorca” 
 
Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι
Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι σταυροφόροι
 
Παντιέρες πάγαιναν του ανέμου συνοδειά
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου
στο ρογοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε, ακαμάτης, τ’αχαμνά του
 
Του ταύρου ο Πικάσο ρουθούνιζε βαριά
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι
τραβέρσο ανάποδο, πορεία προς το βοριά
τράβα μπροστά, ξοπίσω εμείς και μη σε μέλει
 
Κάτω απ’ τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια
τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ’ έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια
 
Ατσίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω;
φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό
στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.
 
Κοπέλες απ’ το Δίστομο, φέρτε νερό και ξύδι
κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι
μέσα απ’ τα διψασμένα της χωράφια τα ανοιχτά
 
Βάρκα του βάλτου ανάστροφη, φτενή δίχως καρένα
σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά
σμάρι κοράκια να πετάν στην έρημην αρένα
και στο χωριό να ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.

 
Ο Federico Garcia Lorca με την Lola García-Amado (Γρανάδα).Σεπτέμβρης 1931.

 Ν. Εγγονοπουλος, “Nεα περι του θανατου του Iσπανου ποιητου Φεντερικο Γκαρθια Λορκα στις 19 Aυγουστου του 1936 μέσα στο χαντακι του Kαμινο Nτε Λα Φουεντε” 
…una accion vil y disgraciado.

η τέχνη κι’ η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε:
η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούνε
να πεθάνουμε


περιφρόνησις απόλυτη
αρμόζει
σ’ όλους αυτούς τους θόρυβους
τις έρευνες
τα σχόλια επί σχολίων
που κάθε τόσο ξεφουρνίζουν
αργόσχολοι και ματαιόδοξοι γραφιάδες
γύρω από τις μυστηριώδικες κι’ αισχρές συνθήκες
της εκτελέσεως του κακορρίζικου του Λόρκα
υπό των φασιστών


μα επί τέλους! πια ο καθείς γνωρίζει πως
από καιρό τώρα
― και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα ―
είθισται
να δολοφονούν
τους ποιητάς

 
 
Ν. Καρουζος, “Μουλετα” (Ερυθρογραφος, 1988)

Δωρεάν η ζωή Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα δωρεάν ο θάνατος.
Αυτό το άλικο πανί δεν έχει πάντοτες
αγαθή βεβαιότητα.
Είν’ ο Θεός που αμιγής εκτείνεται στο μαύρο
πλήρως απών ή ανεικόνιστος.
Όμως εσύ μυρόεσσα Ισπανία — της Ευρώπης θερμότητα
τι δόξα πρόσθεσες απ’ τη λαλιά του
την άσπιλη
σ’ ανελέητο ήλιο σ’ έναν ουρανό
που πυραχτώνει διαμπερής αθωότητα…
Ισπανία εσύ αυθεντία στο θάνατο!
Δωρεάν η όραση Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα δωρεάν η τυφλότητα.




 Δώρος Λοΐζου, “Έρχονται πάλι” (Ψωμί και Ελευθερία):
Έρχονται πάλι…
Έρχονται, Φεντερίκο…
Μαύρα μάτια, μαύρες καρδιές, μαύρες κάννες…
Έρχονται να σε ξανασκοτώσουν, Φεντερίκο.
Θα σε ξαναθάψουν με τους άλλους,
τους πολλούς,
τον κοσμάκη.

Κι ύστερα θα πούν ότι σε σκότωσαν κατά λάθος,
πως ήταν ατύχημα,
τυχαίο περιστατικό…

Άβε Μαρία, άβε Μαρία
προσευχήσου για μας…

Όλους εμάς τους αθώους Φεντερίκους…
Εμάς που μας σκοτώνουν τυχαία,
κατά λάθος…



 




ΠΗΓΕΣ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ 











3 σχόλια: