Μια ματιά που πέρασε ανεκμετάλλευτη
την έκρυψε ο καπνός μιάς πίπας
που αρειμανίως κάπνιζε ένας γέροντας
σκορπώντας τις στάχτες του
όπως σκορπίζουν στα νερά του Γάγγη
τις στάχτες των νεκρών
Όπως απρόσεκτα βύθισε ο γονδολιέρης το κουπί
κι έσκισε τον καμβά πλανόδιου ζωγράφου
που απεικόνιζε μιά γόνδολα στο Grand canal της Venezia
κείνη την ώρα ένα θρόισμα του αγέρα
ανασηκώνει ελαφρά το φόρεμα μιας έφηβης
και βάφει κόκκινα τα μάγουλα της
κι ένα μωρό στην κούνια σταματά το κλάμα του
σαν η ματιά του πέφτει στον γαντζωμένο τέττιγα
που αρχίζει το παράξενο τραγούδι
πάνω στο τούλι της κουνουπιέρας.
Ώρα στην ώρα θεριεύουν οι παπαρούνες
δίπλα στο σώμα ενός πεσμένου στρατιώτη
που ξέχασε το χρώμα της σημαίας του
και λέκιασε με αίμα το πράσινο χαλί
αφήνοντας μισοτελειωμένο γράμμα στην αγαπημένη του
με την τελευταία ανάσα να μουτζαλώνει το χαρτί
όταν του ξέφυγε απ' τα δάχτυλα
το ξυσμένο με την ξιφολόγχη μολύβι
Τότε οι ερωτευμένοι κάνουν την βόλτα τους
αγκαλιασμένοι στην Μονμάρτρη
κι οι ποιητές χαϊδεύουν τους βόστρυχους των μαλλιών τους
μ' ένα καράβι αμέριμνο να σχίζει τα νερά
μιά ετοιμόγεννη Ινδιάνα να κοιλοπονά
κι ο κόσμος να γυρίζει ασήμαντος
στην χοάνη του χρόνου
σαν γέλιο περιπαιχτικό μαϊμούς
που απροκάλυπτα δείχνει τα γυμνά της οπίσθια
σ' ένα κόκκινο ήλιο σαν το τσίλι
που καίει τα σωθικά των πιωμένων στο Ιξτλάν
ενώ ξεφυλλίζεις την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι
κι η κραυγή της Ανδρομάχης τρομάζει τον θάνατο.
Την θαλπωρή στίς κρύες μέρες και την δροσιά στο λιοπύρι,που παρέχει το Homo Universalis στους άστεγους...ευχαριστώ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ πώς να απαντήσω ποιητικά τώρα;;;; καλημέρα Αντώνη μου ,καλή μας εβδομάδα :))
ΔιαγραφήΠοιό ποιητικά από την φιλοξενία και το μεράκι που δείχνεις,δεν γίνεται καλή μου Γεωργία...καλή εβδομάδα!!!
Διαγραφή