Πρέβεζα. Φωτο: Γιάννης Βέλλης
ΠΡΕΒΕΖΑ
Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια.
Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μέσα στους θανάτους.
Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει,
για να ζυγίσει, μια «ελλιπή» μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ’ ακούσουμε την μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης,
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«υπάρχω;» λες, κι ύστερα «δεν υπάρχεις!»
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο κύριος Νομάρχης.
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία…
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.
Κώστας Καρυωτάκης
21 Ιουλίου 1928. Η Πρέβεζα με βαραίνει περισσότερο από ποτέ, η υγρασία κι ο ήλιος προχωράνε στα στενά. Κάποια λουλούδια σκαλώνουν στον τοίχο μου, τα ακούω, ζητάνε ουρανό. Ο ήλιος τα περιμένει. Εμάς, μας σκοτώνει τελευταία… Οι σημειώσεις έτοιμες, όλα έτοιμα “για την υποδοχή του Νομάρχη”, τι κρίμα που δεν έρθει σήμερα να με δει σιδερωμένο με το καλύτερo γαλλικό μου κομμάτι να πέφτει πάνω μου και να τσακίζει. Το καπέλο μου -πρόσφατη παραγγελία- στο χέρι, στην τσέπη η έξυπνη αγορά ενός παγιδευμένου ανθρώπου, πεινασμένου για ελευθερία και ταξίδια, περιμένει την ώρα της. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω ότι ξημέρωσε τόσο γρήγορα. Κλειδώνω. Η πόρτα αυτή ζει κατακτητές, αστειεύομαι. Φύγανε οι Τούρκοι. Οι νέες χώρες δένονται με την Ελλάδα και την μεγαλώνουν, μα με στενεύουν. Για αυτό με στείλανε εδώ. Το ξέρανε. Δύστροπος, αντιδραστικός, πώς θα χωρούσα τόσο μακριά από την πρωτεύουσα και τι θα προχωρούσα απ’ εδώ; Νάναι καλά ο κ. Υπουργός και το συνάφι του. Οι αγαπημένες μου, κάργες, με ξεχάσανε σήμερα. Τα κεραμίδια τυχερά, θα μείνουν στις θέσεις για λίγο και τα αυτιά μας ήσυχα.
Το λιθόστρωτο μου διέλυσε τα παπούτσια, σαν άλογο ακούγομαι εκεί πίσω, στα τζάμια που μένουν κλειστά στους περαστικούς. Να δω το λιμάνι για τελευταία φορά. Καλύτερα όχι, όταν έχεις δουλειά πρέπει να πηγαίνεις εκεί, όχι να δεσμεύεις τον χρόνο σου σε κόρτε και τσαλίμια. Ζεσταίνομαι, ιδρώνω, ήδη η πλάτη μου καίγεται και ο λαιμός μου στάζει. Έδεσα και τη γραβάτα, με κόμπο χειμωνιάτικο. Πως και δεν σκέφτηκα να την κάνω θηλιά στο παράθυρο, με τόσο μετάξι μέσα της. Το παράθυρο, θα ήταν μια λύση. Όχι δεν γυρίζω πίσω. Ήδη η πρώτη ανηφόρα ξεπεράστηκε με δυσφορία. Η θάλασσα είναι όμορφη, σαν να ξέρει, αλλά δεν ακούω φωνές. Αρνούμαι να ακούσω, έχω δουλειές. Υποσχέθηκα να τελειώσω σήμερα, ό,τι άφησα πίσω τις τελευταίες ημέρες. Στην Πρέβεζα, είτε μένεις είτε φεύγεις, σε κυνηγάει η θάλασσα με την περιέργειά της. Παντού κι από δίπλα. Αυτό το έμαθα καλά και δεν θα το ξεχάσω όσο ζω. Ευτυχώς… Εδώ και μισή ώρα προχωράω. Τα δέντρα μεγάλα, μιλάω μαζί τους, μ’ εμένα, με τις πέτρες που σκοντάφτω. Που και που σταματώ. Κάθομαι, πλάτη στη θάλασσα. Όπως οι βάρκες, κοιτάζω απέναντι. Ο δρόμος ξεχασμένος, ούτε άνθρωποι, ούτε ζώα στην πορεία μου. Η σκιά μου περιφέρεται, αλλάζει σχήματα, ξανάρχεται. Αλλά δεν με νοιάζει. Το καλοκαίρι φέτος, θα στεγνώσει τον τόπο. Άφησα τα κλειδιά στο γραφείο; Το πρωτόκολλο, θα φύγει σωστά; Η κυρία που μου χαμογέλασε, εξήγησε, πρέπει να φτάσει στην Αθήνα νωρίς. Για λόγους υγείας, οι χρόνοι αναγκαίο να μαζεύονται. Την καταλαβαίνω απόλυτα, ξέρω από αρρώστιες. Έδωσα προτεραιότητα με την υπογραφή μου. Θα με πιστέψει κανείς, ότι άφησα την Πρέβεζα; Δεν θα μάθω ποτέ. Αντιδραστικός και αναρχικός στα καθορισμένα, πόσα να χρεώσεις σ’ ένα Καρυωτάκη. Θέλω να πιώ κάτι. Να κάτι που ξέχασα. Ίσως την άλλη φορά, ίσως ποτέ. Εδώ είμαστε. Μια χαρά, έχει και ίσκιο. Το σημείωμα, το ετοίμασα στη θέση του. Σκάει ο τζίτζικας, αλλά η δουλειά δουλειά, υπόσχεση στον εαυτό. Είπα κάτι απλό και μου έδωσε αυτό. Ελπίζω τα χρήματα να πιάσουν τον τόπο τους. “Καλό και γρήγορο”, θυμάμαι τα λόγια του. Συγχωρείστε με κι εσείς, μαζί με τους άλλους. Τώρα, αφήνω την Πρέβεζα.
Κώστας Καρυωτάκης – Ἡ ἀποχαιρετιστήρια ἐπιστολή
Εἶναι καιρός νά φανερώσω τήν τραγῳδία μου. Τό μεγαλύτερό μου ἐλάττωμα στάθηκε ἡ ἀχαλίνωτη περιέργειά μου, ἡ νοσηρή φαντασία καί ἡ προσπάθειά μου νά πληροφορηθῶ γιά ὅλες τίς συγκινήσεις, χωρίς τίς περσότερες, νά μπορῶ νά τίς αἰσθανθῶ. Τή χυδαία ὅμως πράξη πού μοῦ ἀποδίδεται τή μισῶ. Ἐζήτησα μόνο τήν ιδεατή ἀτμόσφαιρά της, τήν ἔσχατη πικρία. Οὔτε εἶμαι ὁ κατάλληλος ἄνθρωπος γιά τό ἐπάγγελμα ἐκεῖνο. Ὁλόκληρο τό παρελθόν μου πείθει γι᾿ αὐτό. Κάθε πραγματικότης μοῦ ἦταν ἀποκρουστική.
Εἶχα τόν ἴλιγγο τοῦ κινδύνου. Καί τόν κίνδυνο πού ἦρθε τόν δέχομαι μέ πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω γιά ὅσους, καθώς ἐγώ, δέν ἔβλεπαν κανένα ἰδανικό στή ζωή τους, ἔμειναν πάντα ἕρμαια τῶν δισταγμῶν τους, ἢ ἐθεώρησαν τήν ὕπαρξή τους παιχνίδι χωρίς οὐσία. Τούς βλέπω νά ἔρχονται ὁλοένα περισσότεροι μαζί μέ τοὺς αἰῶνες. Σ᾿ αὐτούς ἀπευθύνομαι.
Ἀφοῦ ἐδοκίμασα ὅλες τίς χαρές !!! εἶμαι ἕτοιμος γιά ἕναν ἀτιμωτικό θάνατο. Λυποῦμαι τούς δυστυχισμένους γονεῖς μου, λυποῦμαι τά ἀδέλφια μου. Ἀλλά φεύγω μέ τό μέτωπο ψηλά. Ἤμουν ἄρρωστος.
Σᾶς παρακαλῶ νὰ τηλεγραφήσετε, γιά νά προδιαθέσῃ τήν οἰκογένειά μου, στό θεῖο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, ὁδός Μονῆς Προδρόμου, πάροδος Ἀριστοτέλους, Ἀθήνας.
Κ.Γ.Κ.
[Υ.Γ.] Καί γιά ν᾿ ἀλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω ὅσους ξέρουν κολύμπι νά μήν ἐπιχειρήσουνε ποτέ νά αὐτοκτονήσουν διά θαλάσσης. Ὅλη νύχτα ἀπόψε ἐπί δέκα ὧρες, ἐδερνόμουν μέ τά κύματα. Ἤπια ἄφθονο νερό, ἀλλά κάθε τόσο, χωρίς νά καταλάβω πῶς, τό στόμα μου ἀνέβαινε στήν ἐπιφάνεια. Ὠρισμένως, κάποτε, ὅταν μοῦ δοθεῖ ἡ εὐκαιρία, θά γράψω τίς ἐντυπώσεις ἑνός πνιγμένου.
Κ.Γ.Κ.
Πρέβεζα. Φωτο: Γιάννης Βέλλης
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ. 90 χρόνια μετά στην ΠΡΕΒΕΖΑ
Με αφορμή τη συμπλήρωση 90 ετών από το θάνατο του μεγάλου ποιητή Κώστα Καρυωτάκη, στην Πρέβεζα, προχώρησα στη σύνθεση μιας τριλογίας, ώστε μέσα από τη λογοτεχνική απόδοση στιγμών του ποιητή & επιλογή ποιημάτων του, να πλησιάσει ο αναγνώστης την ψυχολογία του Καρυωτάκη, στις τελευταίες στιγμές του, καθώς και το στοιχείο της απώλειας. Μιας απώλειας, που στέρησε τον λογοτεχνικό κόσμο από τη συνέχεια του σημαντικού έργου του. Ενός έργου, που επηρέασε θετικά την ελληνική και διεθνή λογοτεχνία.
Γιάννης Βέλλης
Γενικός Γραμματέας της
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
Ιδρυτής της
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΚΑΛΩΝ ΠΡΟΘΕΣΕΩΝ ΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ
ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Τακτικό μέλος της
ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ
Σάββατο 14 Ιουλίου, ώρα 19.30 Πολιτιστικό Κέντρο (πρώην ΟΑΣΗ)
"Καρυωτακική οδοποιϊα" από την λογοτέχνη κ. Ρούλα Γαλάνη και τον φιλόλογο - ερευνητή κ. Κοσμά Κοψάρη.
Πέμπτη 19 Ιουλίου, ώρα 20.00 μ.μ. Οδός Δαρδανελίων πλατεία Καρυωτάκη
Παρουσιάσεις έργων των μαθητών της φιλολόγου κ. Σ. Γεωργοκίτσου
Ομιλία κ. Α.Αναστασόπουλου, Επίτιμου Προέδρου Περιηγητικής Λέσχης.
Παρασκευή 20 Ιουλίου, ώρα 20.00 μ.μ. Ναυτικό Μουσείο
Ομιλία από την καθηγήτρια νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθήνας κ. Χριστίνα Ντούνια
Απαγγελίες ποιημάτων από τον Πρεβεζάνο ηθοποιό κ. Κων/νο Κορωναίο.
Ομιλία από τον ποιητή, φιλόλογο - ερευνητή Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Τάσο Μαρκάτο.
Τραγούδι από την καθηγήτρια μονωδίας του Δημοτικού Ωδείου Πρέβεζας κ. Μαριάννα Τζαφέρη και τον Πρεβεζάνο μουσικό κ. Β. Τζίμα.
Κυριακή 22 Ιουλίου, ώρα 20.00 μ.μ. πλατεία Δικαστηρίων
Ομιλίες από τον κ. Γιάννη Βέλλη, Γεν. Γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών και τακτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών & από την κ. Αλεξάνδρα Κωστάκη, εκπαιδευτικό και συγγραφέα.
Συναυλία από Πρεβεζάνους Μουσικούς.
Τα υπόλοιπα μέρη της Τριλογίας :
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου