Το "Δηλητήριο σε μέλι" εξεδόθη τον Οκτώβριο του 2016 από τις Εκδόσεις ΝΗΣΙΔΕΣ.
Ξημερώνει γαλάζια η καινούρια ημέρα πίσω από του θάμνου τη μελανή σκια
Δροσοσταλίδες φωτεινές ψηλαφούνε ήσυχα της κερασιάς τα ωραία φύλλα
Οι λεμονανθοί και τ’ αγριολούλουδα φιλούνε τρυφερά το αηδόνι στη φωλιά
Και της μέλισσας ο βόμβος ηχεί χαρούμενα στης αυγής την ηδονική ανατριχίλα
Σέρνεται της νύχτας το σκούρο σάβανο πάνω στα τσακισμένα κουκουνάρια
Με του χειμώνα τα ξέπνοα χνώτα υφασμένο, νεκροφιλεί τα μαραμένα βρύα
Απορημένο στέκεται το ελάφι ν’ αφουγκράζεται του αποχωρισμού την άρια
Και το σκουλήκι ξεπροβάλλει μουδιασμένο από της γης την αγκαλιά την κρύα
Αστραποβόλα η ματιά της νύμφης που ανάερα δραπετεύει από τον μαύρο τάφο
Και η σκουριά, κλωστή που αποσώνεται αδύναμη στης νιότης τη γλυκειά θωριά
Λεχώνας αίματα ολοτρόγυρα ξεχύνονται και στου βωμού το πορφυρό το βάθρο
Με σπέρμα αρχαίο ο έρωτας της αντίστασης καταπνίγει την όποια αποθυμιά.
Πανώρια ξεπροβάλλει η Άνοιξη, της Περσεφόνης και του Άδη η λατρεμένη κόρη!
Ολόχρυσα έχει τα μακριά μαλλιά να σέρνονται στη γη, πανάκριβή της προίκα
Στο βλέμμα της ανοίγονται λαμπρές οι σκοτεινές σπηλιές κι αστράφτουνε τα όρη
Κι η νια ζωή λιγοθυμάει γλυκά, βυζαίνοντας εκστατικά τα λατρευτά της στήθια
❋ ❋ ❋ ❋
ii. Πόνος
Εκεί που ο ήλιος χάνεται στο δείλι
Το τρυφερό, ξανθό του φως όπου σφαλλά
Στο σύνορο που σβήνει το καντήλι
Και που η νυχτιά τη μέρα συναντά
Εκεί που το γαλάζιο φως της μέρας
Το σέρνουν τα μελανοφτέρουγα πουλιά
Ετούτο της χρυσής μου νιότης θάν’ το γέρας
Ν’ ακολουθήσω ονείρατα παλιά
Σ΄εκείνο το παράξενο δρομάκι
Που χρόνια τώρα με προσμένει να διαβώ
Ανάερη η ψυχή σαν τρυφερό κλαδάκι
Στόμα ζεστό αίμα γλυκό που ρέει
Φιλί να δώσει αιώνιο λαχταρά
Ώ! Πώς το θέλει η ψυχή που κλαίει!
❋ ❋ ❋ ❋
iii. Το φεγγάρι
Το παραθύρι ήταν ανοιχτό εχθές αργά το δείλι
Και μια κουρτίνα αραχνοϋφαντη ανατρίχιαζε απαλά
Το αεράκι της σιωπής γλυκά φιλούσε το καντήλι
Και το κρεβάτι μας, μια θάλασσα που μας ταξίδευε γλυκά…
Το φεγγάρι ήταν ωραίο εχθές αργά το βράδυ
Το φως του σιγοσεργιανούσε στην μικρή κάμαρη αχνά
Όλο το σύμπαν νιο αστεροκεντημένο υφάδι
που ξεκίνησε να πλέκει του ουρανού του η γλαυκή θεά
Το φεγγάρι αχνοπατούσε πάνω στα γυμνά κορμιά μας
Και οι μορφές μας βάφονταν πανώρια ζωγραφιά
Μάγισσα νύχτα στόλιζε με αστέρια τα μαλλιά μας
Και ο έρωτας έστραφτε στου μπλε ουρανού την πινελιά
Ηταν ωραίο το φεγγάρι εχθές αργά το βράδυ
βάφτιζε φως τον έρωτα σε κούπα με πεντάγλυκο κρασί
γλιστρούσε αθόρυβα στης χαραμάδας το λαρό σκοτάδι
και στο πάτωμα ζεστό χυνόταν κι oλοκόκκινο χαλί
❋ ❋ ❋ ❋
iv. O Oρφέας στον Άδη
Στης Ευρυδίκης την αγαπημένη αγκαλιά ποθείς αναπαμό
Θεόμορφη η ματιά σου δόθηκε εκείνη πάλι ν’ αντικρύσει
Η λύρα η γλυκόλαλη τον τρομερό ημερώνει τώρα πηγαιμό
Πλανεύοντας γαλήνια τη λήθη που εσέ πασχίζει να τυλίξει
Πίνεις αργά, θρηνώντας, το αίμα της δικής σου της καρδιάς
Που σ’ επιστρέφει αγωνία φρικτή στης Περσεφόνης το βασίλειο
Ευρυδίκη, ω! Ευρυδίκη εσύ! στης μαγεμένης τ΄ όνειρο ματιάς
Με τί ψυχή ν’ αντιπαλέψεις το φοβερό του Άδη το μυστήριο;
Θλιμμένα ηχεί στο σκότος του αηδονιού η γλυκύτατη επωδός
Τα δένδρα, πεθαμένα στέκουνε κορμιά, μαύρο ποθώντας αίμα
Ορφέα! Ορφέα! δύστυχε εσύ, στη φρίκη, πώς βαδίζεις μοναχός!
Ανατριχιούν τα ζοφερά να πουν και τ΄ αφανέρωτα τα χείλη
Χλωμά τα μάτια και άδεια τώρα στέκονται βουβά να κλαίνε
Και η λύρα σου, Ορφέα δύσμοιρε! μάταια γοά στο μαύρο δείλι
❋ ❋ ❋ ❋
v . Ερωτικό
Τί όμορφη που ήταν ή αγάπη μου!
Έτσι όπως ξάπλωνε γυμνή και αφημένη
Ο πόθος στα μάτια της έκρωζε βαθύς
Και η επιθυμία πύρωνε τα χείλη της
Που στάλες βαθυκόκκινες κυλούσαν
Πάνω στα κάτασπρα σεντόνια
Τι όμορφη! Πιο όμορφη από ποτέ
Έτσι όπως τα μάτια της παιχνίδιζαν
Κι αναψοκοκκινισμένη γλυκομάτωνε
Κι άνοιγε σαν τριαντάφυλλο φλογάτο
Δυο πεινασμένες μέλισσες τα χείλη μου
Ευχαριστώ θερμώς!
ΑπάντησηΔιαγραφή