Το καλύτερο είναι να σ’ αγαπούν όπως αγαπούν τη μοναξιά, λένε.
Στείλε μου μια βροχή,
μέσα από το μπλαβί σύννεφο των ματιών σου.
Στα βλέφαρα θα την απλώσω σαν νίβομαι ,θαύμα της θλίψης κι αν σκαλώσει στα χείλη θάναι από το χρώμα του φεγγαριού.
Έχει απόψε μια μελωδία η βροχή!!!!
Με στίχους που αγκυλώθηκαν ανάμεσα από την ξεγνοιασιά σου.
Τραγούδα, μη τρομάξεις από τον ήχο της νεροποντής.
Σου φωνάζω, μη.
Κιτρινισμένα τα φύλλα της ροδιάς σου, μουσκεμένες σκέψεις ,
γυμνά κλαδιά ,ματώνουν οι αισθήσεις ,κρυώνω ψιθυρίζεις.
Σίγουρα έφαγες τον καρπό της λησμονιάς.
Δεν
ανταποκρίθηκες ούτε στο κάλεσμα της βροχής ,ούτε στον ερχομό της.
Αλλιώτικα δεν θα με πήγαινες σπίτι.
Αφήνω,
ένα φιλί στο αριστερό του ώμου σου.
Ψιχαλίζει κι έτσι απαλά θα κυλήσουν στην λίμνη της καρδιάς σου.
Και
η αναμονή, ας είναι τροχοπέδη για τις ζωές των άλλων.
Απόψε θα αναφωνήσω τα λόγια του ποιητή:
``Δ ως μου Θεέ μου όλες τς στέρνες του ουρανού να τις γεμίσω``
Τι θα πει διεκδικώ
Χμμμ.....
Έχουν συννεφιά τούτα τα μερόνυχτα.
Παιχνιδίζει και το πλανεμένο φεγγάρι του Σκορπιού με χρώματα της γης.
Μπορεί να βρέξει κιόλας.
Κρατάς ομπρέλα?
Την μοβ παρακαλώ.
Μια γαργαλιστική σταγόνα φθινοπώρου σου στέλνω!!!
Να φωλιάσει στο αριστερό του ώμου σου ,να κυλήσει να κυλήσει…
Όχι από την ρωγμή του χρόνου!
Μα από την στιγμή της δημιουργίας!!!!
Σκορπιού φεγγάρι είπαμε?
Ξέρεις τι είναι ο Σκορπιός!!!
Κι εγώ σου φέρνω χρώματα.
Χρώματα και ομορφιές .
Ομορφιές και αρώματα τα ουρανού σου.
Θυμάσαι?
Μη μιλάς για τα άνθη της ζωής αν δεν γνωρίζεις να τα φυτεύεις.
Να λερώνεις τις παλάμες σου με το ύστερον.
Αποκοπή λέγεται.
Κι εσύ άφησες μια μαχαιριά.
Πονάει ξέρεις.
Μα πιότερο την ψυχή σου.
Σκοτεινή η σπηλιά του ερχομού σου.
Φοβισμένη ,παραγινωμένου και ξεχασμένου φρούτου η μυρωδιά της.
Ο ήλιος απόμακρος κι εσύ αγωνίζεσαι να τον αγγίξεις.
Άνοιξες επιτέλους τις κουρτίνες της θλίψης που κρύβεσαι?
Κοίτα ,κοίτα πως αλλάζουν οι εποχές!!!!
Μεγάλωσες πια ,ρυτίδωσε και σκοτίδιασε η ψυχή σου.
ΝομίΖΕΙΣ!!!
Μα με νομίσματα δεν ζεις μωρό μου.
Σου στέλνω ένα μπουκαλάκι.
Παλιού φαρμάκου.
Ναι χρησιμοποίησα και αντισηπτικό, μη φοβάσαι!!!!
Έχει αρκετή δόση χάους που επέβαλες στις ζωές των άλλων.
Ναι ξέρω τι θα μου πεις.
Μα πια δεν σ ακούω.
Σκορπιός είπαμε η πανσέληνος?
Πες μου την διαδρομή του Σκορπιού .
Αν έχει αρχή ,σημείο εκκίνησης βρε αδελφέ!
Θα την ακούσεις την πιστολιά.
Μα θασαι μόνος σου.
Τυλιγμένος σε εκείνη την αιθαλομίχλη των ονείρων σου.
Αλήθεια ονειρεύεσαι?
Ενεργειακό βαμπίρ και ονειρεύεσαι?
Άμμος η ρευστότητα της ζωής σου.
Χωρίς ούτε έναν ίσκιο ευεργετικού άνθους.
Μα με την εκτροχιαστική μέθοδο της απουσίας.
Αν είναι έτσι η νοσταλγία, Θεέ μου, μην την αφήσεις να μου ξεριζώνει τα σωθικά όλο το χειμώνα...!
Δεν θα ξαναμιλήσω, τ’ ορκίζομαι!
Χαμηλώνει αθέλητα η αναπνοή.
Ν’ ακούσω πότε θα γδυθούν τα δέντρα.
Και η ψυχή σου.
Αν έχεις.
Άλλαξες ένδυμα?
Καλά που φύσηξε ο άνεμος της αγάπης και έδιωξε τα ξερά της καρδιάς σου.
Θα βρέξει κι όλας .
Σου το είπα?
Σκέψου να μη μ αγαπούσες!!!!!
Σκορπιός είπαμε?
``λιβάνι καιν και κλαιν οι ουρανοί``
Από πού κρατάει η έκφραση ανταριάζει η θάλασσα και λυσσομανάει ο ουρανός άραγε?
Έλα που δεν ξέρεις!!!
Αυτό σκορπάς και νομίζεις ότι θεριεύεις.
ΝομίΖΕΙΣ όμως.
Δεν θερίΖΕΙΣ.
Απλά νομίζεις.
Ενηλικιώθηκε η ύπαρξη σου άραγε?
Και το φεγγάρι γεμίζει στον Σκορπιό.
Αρνητικό θυμητικό έχει ο θυμός!!!!
Η κλαίουσα δεν θα ανθίσει φέτος!!!!!
ღღღη λεβάντα χρησιμοποιείται για προφύλαξη.
ღღღღღღαπό τι δεν μας είπαν.
ღღღღღღღღღΚάτι για τις καρδιές ψάχνω. .
Θέλω να φτιάξω την ρωγμή στους τοίχους των χιλιομέτρων που μας χωρίζουν μέσα από την σιγαλιά της νύχτας.
Σ έναν ωκεανό από φύλλα χρυσαφένια [θυμάσαι το χρώμα που έκλεβες από τα μαλλιά μου ] χάθηκε απόψε μια λέξη.
Κι η δίοδος ξεχειλίζει από αγκαθάκια κι ας επιθυμούσα μια έξοδο στον ήλιο σου.
Σιωπηλές οι αποστάσεις βοερές συναντήσεις ,σαν το μαξιλαράκι μου που δεν αποχωρίζεσαι , κρατάς κρυμμένα μυστικά.
Η βροχή θα μου φέρει τα νέα σου.
Σταγόνα και φιλί.
Αστραπή και χάδι.
Και στο ξυπόλητο και λασπωμένο πιτσίλισμα της γης το αγκάλιασμα σου.
Η μελαγχολία σου τελικά πισώπλατη μαχαιριά μου έδωσε.
Σαν την ξαφνική μπόρα της φυγής σου.
Κι εσύ να απομακρύνεσαι πιασμένος στο φουγάρο του πλοίου.
Ακούω τον ήχο από τα φύλλα του φθινοπώρου σαν τσαλακώνονται στη χούφτα σου.
Τα χρώματα κυλάνε τούτη τη νύχτα.
Τώρα ξέρω.
Όταν σιωπώ είναι για να ανακατασκευάσω τις εικόνες σου.
Κι εκεί νυχτώνει.
Κι εγώ εξακολουθώ να κάνω αέρινες βουτιές στον ουρανό σου.
Άντε ,σύρε να εξηγήσεις τους αποχαιρετισμούς της βροχής στα διψασμένα μου πελάγη.
Με παγιδεύεις καθώς αφήνεις την σκόνη των αισθήσεων στο περπάτημα της μνήμης μου.
Σταμάτα να γυρεύεις την αυγή, φως στο παραπέτο σου ρίχνω με τα φιλιά μου..
Υπνωτισμένη γράφω..
Αέρινα τα δάχτυλα μου στάζουν μελάνι χρώματος μπλαβί..
Ο άνεμος λικνίζεται ως χορευτής των Σούφι ασκητεύοντας την σκέψη μου στον μυστικισμό των λέξεων ..
Γράμμα το γράμμα φτιάχνω την μορφή σου .
Άλλος κανείς.
Ένας ήλιος μέσα στο καταχείμωνο της νύχτα έχει θρονιαστεί στον ιστό της καρδιάς μου φτιάχνοντας σινιάλο λατρείας στο μπαλκόνι σου...
Με ξεσηκώνει η καύτρα του τσιγάρου σου στα χείλη μου...
Η μυρωδιά του καπνού βλεφαρίζει με την απουσία σου...
Από την σιγαλιά του ουρανού υψώνεται ένας καταρράκτης επιθυμιών.
Να φταίει το λίκνισμα τ ανέμου και νίκησε τη λήθη???
Τελικά είναι αλήθεια
Η έρημος φτιάχτηκε για να φυλάσσουμε τις οάσεις...
Κι εκεί δεν υπάρχει λάθος γιατί τη διαδρομή της ερήμου, γνωρίζει μονάχα ο καθρέφτης [μας]....._____________!
``Πώς αιχμαλωτίζει κανείς τη στιγμή;
Πώς αναμετριέται με την αιωνιότητα;
Μέσα απ' τον έρωτα και μέσα από την αλήθεια, διαβάζω .``
Χείμαρρος ορμητικός τα συναισθήματα ,ψάχνεις γη να τα ακουμπήσεις.
Θυμός κι απόγνωση η κοίτη του ποταμού σου φουρτουνιάζει τα σύμπαντα του νου.
Αλλάζω διαδρομή ,μαγεία στρωμένη η θύμηση σου.
Κόψε σου ζητάω τον χάρτη της τράπουλας στα δύο.
Μη την κοπανάς πάλι σαν φοβισμένος σπουργίτης.
Εντάξει, το ξέρω, άνοιξε το λαγούμι σου καρδούλα μου και κρύψου.
Ε, καλά τώρα!!!!
Σιγά το νέο γεγονός!!!!
Νομίζω μου λες, νομίζω ότι πρέπει να ξεκολλήσεις το στρείδι της απόρριψης, από τον βράχο της καρδιάς σου…
Φτιάξε ένα κύκλο με τα χρώματα του δειλινού και σβήσε το γκρίζο από την σκιά σου.
Μη ξεχαστώ!!!
Βάλε και μια αναζήτηση στα fm
Ναι η μουσική γέφυρα θα είναι επιλογή μου, μελωδία άνευ λόγου !!!!
ΖΗΤΕΊΤΑΙ
Θα πεις, ζητούνται ζεστές αγκαλιές για ένα άτομο[χημικός όρος με μαθηματική ακρίβεια] [αλήθεια από τι υλικό είσαι φτιαγμένος]που να μη παραδίδουν τα όπλα τους αμαχητί και να μεταμορφώνουν την δειλία και το φόβο σε φιλότιμο.
Σε στενεύει η μάσκα σου ε?
Είναι της νιότης σου, την θυμάσαι?
Εγώ σωπαίνω.
Κι όμως,
δεν ήσουν ποτέ στο σταθμό για το φιλί του αποχωρισμού.
Κι όμως,
δεν ήσουν ποτέ στην αλάνα όταν με ματωμένα πόδια έκλαιγα κι ήθελα ένα χάδι σου.
Κι όμως,
δεν χάρηκες μαζί μου σαν πήρα τον πρώτο μου μισθό.
Κι όμως,
δεν ξύπνησες ποτέ κοντά μου.
Κι όμως,
δεν ανατρίχιασες μαζί μου στο κλάμα του πρώτου μου παιδιού.
Κι όμως,
δεν μου τραγούδησες ποτέ τον έρωτα σου.
Κι όμως ,
δεν δοκίμασες το φαγητό μου ούτε γεύτηκες την γλύκα του καφέ μου.
Κι όμως,
δεν σου πρόσφερα ένα δώρο για την γιορτή σου.
Κι όμως,
δεν έφτιαξες με ροδοπέταλα ούτε ένα όνειρο για μένα.
Κι όμως,
δεν βράχηκες ποτέ να βγάλεις ένα νούφαρο από την λίμνη της αγάπης μου.
Κι όμως,
δεν μου έφερες νερό με την χούφτα σου από την πηγή της αθανασίας σου.
Κι όμως,
δεν ντύθηκα φτιασίδικα για σένα.
Κι όμως,
ΔΕΝ είδες ούτε ένα δάκρυ μου..
Κι όμως,
ξεχειλίζεις σε μια πλημμυρίδα υπεραστικών συναισθημάτων που δεν τέμνονται πουθενά...
Κι όμως,
[ ]
το κενό δικό σου!!!!!!
Είναι λάθος που σκέφτομαι ότι η φτώχεια είναι μόνο οι άδειες τσέπες.
Υπάρχει μια άλλη ακόμα πιο μεγάλη.
Είναι οι νεκρές καρδιές.,
που δεν έχουν ούτε συναισθήματα ούτε Αγάπη.
`Σήμερα επιθυμώ ρεπό ,είπα το πρωί στην εργασία μου.
`Να διορθώσω τα ορθογραφικά λάθη της ζωής μου.
`Πόρνη διαδρομή.
Αρκεί μια σκέψη για να σου φτιάξει ή να σου χαλάσει την ημέρα !
``Ο ήλιος σου βιάζει ακόμη ένα δειλινό, εισχωρώντας στην νύχτα μου .
Κρατάω την γκρίζα αλήθεια σου μπλεγμένη στα μαλλιά μου.
Τρομάζω κι ας υπήρξα τρομοκράτισσα
Τρομάζω στο σκόρπισμα του νου, ξέρεις κηπουρό των αστεριών σε αποκάλεσα, μα δεν σε προφύλαξα από τις κόγχες τους.
Τι νάναι αυτό που κρατά την λίμνη των ματιών σου και χάνεσαι στους ωκεανούς μου?
Θέλω να σε υφάνω με τις λέξεις μου.
Στην πλατεία του ατέλειωτου να σε απλώσω.
Σκορπάς ρίγη κι εγώ σ ερωτεύομαι.
Έμαθα να κρύβομαι σαν τα φίδια της πλαγιάς σου.
Γητεύτρα μεταμορφώθηκα να σε πλανεύω στον ερχομό σου...
Έλα να δαμάσεις τα όνειρα που φτιάχνω για σένα.``
Σέρνουν μελαγχολία τούτες ο μέρες.
Ανάκατες οι θύμησες, λεβάντες ,ρόδια και χρυσάνθεμα.
Φέρνουν στη μνήμη σέρνοντας την σκιά μας ,βρεγμένη γη και αποχαιρετισμούς.
Σαν να βουτάς το βλέμμα σου στο πυθμένα του γκρίζου και βάφεις, βάφεις όνειρα μουσκεμένα.
Απολεσθείσες οι μνήμες απωθημένες οι επιθυμίες.
Απωλέσθη.
Απών ο παραλήπτης.
Οι διδακτικές μέθοδοι δεν απέδωσαν για το φευγιό σου.
Ο τόπος σου δεν κατεβαίνει από τους λόφους.
Κι εγώ δεν ξέρω σε πια αστραπή να κρυφτώ και να σε αγγίξω.
Πάμε να κουρσέψουμε ελπίδες τούτη τη νύχτα???
Μη μας προλάβει η σιωπή της απόστασης.
Και τα άδικα των αδίκων μας!!!!
[όπως υπό __ λογίστηκαν από τους ξαφνικούς και ελεγκτές και αρμόδιους που ήρθαν στη ζωή μας)
Έχουμε συμμετοχή αισθήσεων απόψε????
Θα περάσεις αλώβητος τις συμπληγάδες σου σκέψεις?
Ο εχθρός εφανερώθει τελικά.
Ποιμένας των άστρων, μου είπες είμαι κι εγώ φοβήθηκα τις κόγχες σου.
Γλιστρά πολύ η ανάσα σου απόψε.
Λύθηκε ,διαλύθηκε ο αρμός του νου σ ένα σου χάδι.
Ας αλλάξουμε κουβέντα, πρότεινες.
Κόστος βαρύς η αλλαγή ,ανατρίχιασα, το αντέχεις?
Κάτω από το φως θεριεύει το σκοτεινό σου.
Γυμνό και φοβισμένο.
Συμβατικές συναντήσεις άνευ σύμβασης .
Τι σε πονάει πιο πολύ, σε ρώτησα.
Το ασυμβίβαστο μου , είπες και λες και το φτερούγισμα του αετού σύρθηκε στη μορφή σου μην ακούσω την ανάσα σου.
Σταματάς και περιμένεις.
Μνήμη και λήθη μαζί φτιάχνουν τις αμαρτίες σου.
Εστίαση του ρυθμού στη φυγή μου.
Πατώντας στις πέτρες των λέξεων πέρασα απέναντι.
Κάποιος θα ονειρεύεται στα ερείπια που έφτιαξε η προσμονή σου.
Ανάμεσα στο παράλληλο από τις ράγες βαδίζω.
Κι ούτε μια στάλα από το λάλον ύδωρ δεν ξεδίψασε την ψυχή μου.
Απέσβετο και η εσχάτη ελπίς .
Κι ο λύχνος του σώματος πλημμυρίζει …...
Πάλι θα ρθω
θα με δεις,
μα πάλι θα μ αφήσεις να φύγω.
Να ΄μαι λοιπόν πάλι ανάμεσα σας!!!!
Μ έναν θίασο χωρίς ηθοποιούς.
Μ ένα θέατρο χωρίς αυλαία και θεατές, ω Θεοί της νύχτας που είναι οι θεατές άραγε!!!!
Σιωπή.
Αντίτιμο εισιτηρίου δεν υπάρχει.
Το ταμείο είναι σκοτεινό λες και είχαν πεθάνει τα αστέρια απόψε.
Μα που πήγαν οι ευγενικές κυρίες με τα πονεμένα πόδια που μας συνοδεύουν και μας οδηγούν στη θέση μας?
Μοναξιά λοιπόν.
Οι σκοπευτές πήγαν στις πηγές πλέναν τα χέρια τους ως νέοι Πιλάτοι και τρέχουν κρύβοντας το ρυθμό από το βάδισμα τους.
Καθάρια ακροδάχτυλα σαν το βλέμμα των μωρών .
Ηδονή θαμμένη στη γη.
Σκάβουν πανάρχαιες αξίες.
Τη φωτιά φωνάζουν, τη φλόγα την είδε κανείς σας?
Σιωπή.
Κάποια μούσα κοιμάται δίπλα σου και συ με την ακροστιχίδα του βλεφάρου σου τρομαγμένη την κοιτάς.
Ερωτηματικά αναγνώρισης σου στέλνει.
Ροχαλητό απομάκρυνσης.
Κινήσεις θυμού.
Δεν την γνωρίζεις.
Ούτε τον γήινο Θεό που μέχρι και φτερά του φόρεσες και τον λάτρεψες κάποτε αναγνωρίζεις.
Ακόμη και στον ρυθμό του ύπνου του λογαριάζει λογαριασμούς χωρίς λογισμούς.
Κι εσύ σε μια σκηνή θεάτρου.
Μονολογείς μονάχα με την σκέψη σου και διαβάζεις, διαβάζεις σαν τον λαθραναγνώστη της σκέψης των άλλων σαν τα βιβλία που ξεφύλλιζες στο παζάρι των ιδεών.
Και κολλάν οι λέξεις στο κορμί σου.
Και έρχονται πλημμύρες ψάχνεις που νάναι η πηγή των χυμών σου κι αναρωτιέσαι από πότε έχεις να ξεδιψάσει.
`
Αφού απόψε βρέχει ,αύριο στο ξημέρωμα θα έχουμε εξέγερση.
`
Αισθάνεσαι ένα χάδι όταν οι μουσικές οι στίχοι και οι ερμηνείες ερεθίζουν την σκέψη σου.
Μα δεν ακούς μη ξυπνήσει ο απέναντι.
Μα δεν μιλάς μην ενοχληθεί το στεφάνι σου.
Και τότε εκεί κάπου στη διαδρομή[ακόμη και το συναπάντημα ξαφνικό ήταν, πότε σε πήδηξα πότε κοιμόσουν δίπλα μου ούτε το κατάλαβα σκέφτεσαι]των πέντε χιλιομέτρων ,τα νέα χωματουργικά έργα άραγε φταίνε ή το φαινόμενο του θερμοκηπίου ,ποιος ξέρει άραγε ,σε εκείνα τα μέτρα της παλάμης σου η πηγή στέρεψε κι η χούφτα σου άδεια πάλι.
Κι εκείνοι οι παραπόταμοι που αρχικά ήταν ορμητικοί με διάθεση εξέγερσης και ηδονής, ξεροπόταμοι μεταφερνόντουσαν, σκορπίζοντας φόβους και αδιαφορία.
`
Ποιος είναι ο γκρεμιστής και ποιος ο χτίστης.
`
Θυμάσαι? Ένα βλέμμα σε μια τυπική κατά τα άλλα συνάντηση .
Σαν εκκρεμές στον άδικο χρόνο αισθανόσουν κι όταν το βλέμμα μεταμορφώθηκε σε λόγου μελωδία τη στιγμή του αποχαιρετισμού σου ψιθύρισε με φωνή αγγέλων`` χάραξες το κορμί μου σ εκείνο το πρωινό``.
Τότε ένιωσες την άσπρη τρίχα της ψυχής σου να απλώνει και να πλημμυρίζει την ύπαρξη σου.
`
Φίλοι μου καλοί ,φίλοι αγαπημένοι.
Φίλοι της οθόνης και της σιωπηλής λογικής .
Οι κουρτίνες σε λίγο θα τραβηχτούν από ένα αόρατο χέρι κι εμείς θα τρομάξουμε από τον θόρυβο στα σκαλιά της νύχτας.
Καληνύχτα.
Αντί για κορμιά χαϊδεύουμε, πλήκτρα.
Αντί για το μπέρδεμα της πνοής ψάχνουμε το ψέμα που κρύβεται στην τάχα αλήθεια.
Αντί το πλημμύρισμα της ηδονής .
Αντί
Αντί
Υπάρχει σωστό ή λάθος που αντί ρούχου φόρεσα απόψε το χάδι σου?
Κι ας βαδίζει γυμνή η ψυχή μου στο βρόχινο θόρυβο της πόλης.
Έμπνευση είναι ο Θεός κι ο Έρωτας σου φωνάζω.
Έμπνευση και δημιουργία .
Συμπάθα με για απόψε.
Όχι από έρωτα
Από μοναξιά τρελαίνεται ο άνθρωπος...
Αέναη η τροχιά μου ανάμεσα από τους τρυφερούς μου πόθους
Αιώνες ταξιδεύουν σαν αλήτες ,μακριά από ελπίδες κι ηδονές
Σαν το καράβι που απλώνεται στον ωκεανό έρχεται η σκέψη σου και με μεθάει
Μελωδικά ηλιοβασιλέματα πολύχρωμα πρωινά μ ένα νεύμα ανέμου χαράζει η μορφή σου
Φίλησε με
Φίλησε με τώρα
Οι νύχτες ανατρεπτικά μηνύματα γνέθουν σε νεφελώματα ονείρων
Μαζί
Μαζί σου
Λάμψη ξαφνική κεραυνού ή φάρου που ασταμάτητα λικνίζεται στο βράχο της αγάπης μου για σένα
Αμαρτωλές καμπύλες ίχνη παντού το χάδι σου
Θανατηφόρες ανάσες ηδονής πλέκουν τις ηλιαχτίδες στη μέρα μου
Πύλες απόρθητες επιθυμίες του νου που μάγεψαν
Ανυποψίαστα αθόρυβα σε λαχταρώ
Έλα
Έλα σε μένα
Στην ενοχή του φοβισμένου κρύβω τον πόθο μου για σένα
Ασίγαστη ορμή οι σκέψεις μου χείμαρροι ορμητικοί που με πονάνε
Θέλω να καις
Θέλω να κάψεις και να φωτίσεις όλα τα μονοπάτια που μαρκάρισαν το μπλαβί του ουρανού στο κορμί μου.
Πάρε
Πάρε με
Άρωμα γιασεμιού η σκέψη μου για σένα
Σε συντροφεύει κι αναρωτιέσαι
Χάιδεψε τον βασιλικό σου
Μη
Μη σταματάς
Να σεργιανίσω σε φλεγόμενους γαλαξίες που καρφώθηκαν στο κορμί σου ,ανίκητος καημός
Σε ονειρεύομαι γερμένο σ ένα φθαρτό σύνορο καθρεφτίζοντας πνιγμένες σιωπές
Φέρε μου να πιω απόψε
Λιώνει ο πάγος εξαργυρώνοντας το εισιτήριο της προσμονής
Δεν μου λείπειςΣτη διαδρομή της πνοής σου, ποτίζω το νυχτολούλουδο μου, οι ευωδιές του να σε κουρσέψουν....
Πού να βρεις μια κρυψώνα να κρυφτείς απ’ τα ``πρέπει``,
που να βρεις μία Πύλη λατρείας,
πως να διαβείς Συμπληγάδες σιωπής.
Μα δεν μου είπες
ήρθα στ όνειρό σου?
Ορκίσου
από που Ξ_ε_κινούν οι Λέξεις.
Ψάχνω
φωνήεντα σαν την μυρωδιά του γιασεμιού
σύμφωνα σαν τις αιχμές των αστεριών
τονισμούς σαν την μελωδία της βροχής.
Να
υφάνω μια Λ___έξη.
Δυο.
__________________________________________``Σε θέλω``
Ήθελα να σ αγκαλιάσω.
Παρατατικός του χρόνου αγκαλιάΖΩ.
Τον χρησιμοποιώ για να βγάλω μια άδεια εξόδου σήμερα στην εμμηνόπαυση του ερχομού σου.
Ψάχνοντας μια γομολάστιχα να σβήσω μια μουντζούρα της μνήμης, λήθη νάναι???
Μα εγώ συνεχίζω να συμπληρώνω την άδεια εξόδου.
Και η γραμματοσειρά, μου χαμογελάει με σημεία στίξης.
Τελεία μου ψιθυρίζει ταιριάζει στον τέλειο.
Κάνανε πολύ θόρυβο οι ηλιαχτίδες στο χάραμα ,σαν κεραυνούς τις ένοιωθα ,``ήρθες αναφώνησα``.
Νυχτώνει κι έφερες ψυχρές στιγμές, απόμακρες.
Ξ__έχασα να κλείσω την πόρτα από το πατάρι των αναμνήσεων και τώρα που σ έχασα κρυώνω ,τα demi-saison ρούχα σου που είναι ???
Ας στείλω με μήνυμα ανέμου την φαντασία μου απόψε.
Ερμητικά κλειστό.
Απόσταγμα λατρείας.
Ύστερα ντύθηκα με την μυρωδιά σου.
"η μεγαλύτερη αμαρτία, η ασυγχώρητη, είναι όταν σκοτώνεις μέσα σ'έναν άνθρωπο την αγάπη `` γράφει ο Ίψεν..
Να, τίποτε.
Η απάντηση σου στο τι κάνεις.
Μα σε εκείνο το τίποτε πλανεύτηκα μαζί σου.
Αγάπη σημαίνει, πρώτο τραγούδι κι εσύ ανάμεσα στο ποτήρι μου να μου χαμογελάς.
Είναι απίστευτη τελικά η σιωπή σου.
Παίζει το βλέμμα σου σε όλα εκείνα που σε ορίζουν κι όμως το χάδι μου το δέχεσαι σε εκείνο το τίποτε που απαντάς.
Τι θα πει κακό και ποιος το ορίζει σε ρώτησα.
Τίποτε ματάκια μου[πάλι το τίποτε ]το τραγούδι με φέρνει κοντά σου .
Σήμερα άλλαξα μάρκα στα τσιγάρα μου.
Μπας και η ψυχή μου δεν είναι πια φαντασμένη!!!!
Μα κι εκείνα τα καλώδια σήμερα πολύ βάρυναν με τους αποδημητικούς έρωτες.
Πάμε με τους τερμίτες να σιγοψιθυρίσουμε.
Μαζί όμως εντάξει?
Μη χάσεις στην κόντρα στους δρόμους !!!!!
Αν ήταν να διαλέξω ανάμεσα στο σ αγαπάω και στο ανασαίνω θα διάλεγα ένα χουχούλιασμα κι ας πέθαινα!!!!
Ναι ναι γιατί είσαι η αγάπη.
Και σου το είπα .
Τι τους θέλεις τους νόμους στην νομοτέλεια της σκέψης μου…
Ουρανός αυτοχαρακτηρίσθηκες στον δρόμο του ουρανού σε συνάντησα.
Μοίρα μου είσαι κι ας με πετάς στα βράχια ωκεανέ μου.
Κι όσο μου φεύγει μακριά η έννοια μου για σένα ,ξέρω ότι το σιγοψιθυρίζεις .
Η μνήμη έχει σταθεί σ ένα δρόμο μισεμού.
Μου χρωστάς το λίγο σου είπες κι εγώ φωνάζω μα δεν μ ακούς
Σταμάτα να γυρεύεις την αυγή, φως στο παραπέτο σου ρίχνω με τα φιλιά μου.
Αχ,, και πάλι αχ.
Ένα αχ σπαρμένο στο κήπο σου ,κηπουρέ των ονείρων μου .
Και το όνειρο μου να μεταμορφώνεται στην μέρα σου.
Κρυώνω μου λες.
Κρυώνω από ….μη το πεις. ποτέ δεν κρυώνεις από αγάπη.
Και μη ρωτάς. εδώ είναι τα κάρβουνα άναψε τη φωτιά του νου…
Να κάψει το παλιό.
Βάλε με στο ζενίθ του χρέους σου. Μπορείς???
Ένα χαρτάκι ένα post στον καθρέφτη σου δεν σου άφησα.
Μα πάντα θα σου τραγουδάω..
``νάσαι μονάχος θα πει νάσαι αντρειωμένος``
Και τώρα σε πιάνει ο θεός ο δικός μου Θεός και σου χαμογελάει.
Μη ζητάς συγνώμη.
Είσαι ο ουρανός μου με άνθος αγγέλου σ όλες μου τις ρωγμές.
Ναι αλλά μου λες .
Κι εγώ περιπλανιέμαι στα ίσως και στα όχι σου.
Περιπλανώμενη ψυχή στην κόγχη σου αρμενίζω.
Λουλούδιασε τους αρμούς μου, μιλώντας μου, πες τα μου όλα!!!!
Μην αφήνεις κομματάκια καιρού να αρμενίζουν τους φόβους μας.
Ναι σου το υποσχέθηκα..
Σαν την πανσέληνο θα έρχομαι.
Με ανείπωτες στιγμές αγιάτρευτες.
Με λησμόνησες?
Χαμψίνι με φώναζες κι έτσι με πήρε μακριά σου ο άνεμος της ερήμου.
Μέθυσε με απόψε φτιάχνοντας τον ιστό που θα με φυλακίσεις ξεμπλέκοντας μου τα κρίματα.
Βάλε φωτιά στην τρέλα μου κι απόψε ναι απόψε ραγίζει τα σύμπαντα η σιωπή…
Φιλί ή φίλοι?
Περιμένω.
Ουφ, καημός κι αυτός. Θέλω να χορέψω γι αυτά που με ξυπνάν.
Χαμένα σαν το τσιγάρο.
Χωρίς συγκρίσεις ,τα σπάω όλα!!!!
Και να σου τραγουδάω…
Αυτός
Αυτός
Αυτός
Μοσχοβολάς παλικαριά κι ας μη το ξέρεις!!!!
Πες τα εσύ καρδιά μου τα λόγια τα ωραία.
Και κάπνισε με.
Μονάχος σου.
Γιατί η δέηση σου ακούγεται πάντα.
Είσαι εδώ πριν το σκεφτώ.
Σύρε την καρδιά μου στα παγωμένα κύματα του ρόδου που καίει.
Ναι το έζησα εκείνο το πρωινό.
Δεν θα χρειαστεί.
Ήσουν εκεί.
Κι ας ήταν σκοτάδι μάτια μου…
Εγώ όμως ξέρω.
Πριν έρθει η ανατολή.
Φύλαξε μου το βοτάνι.
Εσύ έχεις μονάχα το μώλυ.
Αφάνισε τα σίδερα του έρωτα.
Σ ένα ποτήρι κρασί ψάχνω την χαμένη σου απειλή.
Ναι το γνωρίζω.
Θέλει μεγαλοψυχία η συγχώρεση.
Για να ακούς τις άπειρες σιωπές μου.
Για να μη φοβάμαι.
Πάρε με αγκαλιά και μη ρωτάς.
Στέγνωσαν οι πηγές με την σκέψη σου ,στέγνωσε το δάκρυ μου .
Πόνος είναι κι όχι φαντάσματα.
Κι ας μη ζεις μαζί μου.
Μη μ αφήνεις διφραγκάκι μου.
Κι εγώ σου μιλώ για κρίματα που σε ταλαντεύουν γιατί δεν πίστεψες!!!!
Τυχαία διαδρομή.
Μα θα ήταν αλλιώτικα τα δειλινά αν η ζωή δεν ήταν κλεμμένη ε??
Κι εγώ να προσπαθώ.
Την πίστη μου την καίω και την χορεύω.
Αν ήταν να απογειωθώ τότε θα έσπαγαν όλοι δρόμοι που κρύβουν τα εμπόδια σου.
Κι ας παγιδευόμουν μα δεν θα φοβάμαι.
Απόψε μη βάζεις όρια.
Μόνο εξομολογήσεις χαμένων ονείρων ενθυμούμαι!!!!!!
Ναι .
Ο ζωντανός είναι χειρότερος το γνώρισα από το βλέμμα σου.
Μη με θυμάσαι σαν διαβατάρικο πουλί που πάντα φεύγει.
Φέρε την σαΐτα σου υφάντρα του καημού μου λες.
Μα εμένα με βασανίζει η θύμηση σου.
Χωρίς ποτό απόψε.
Οι λεπτοδείκτες σταμάτησαν στην μορφή σου.
Σαν τις ράγες της ταχείας η ζωή μας.
Εισιτήριο υπάρχει???
Προορισμός?
Τι γράφει?
Γιατί μακριά σου και τα ποτά και τα τσιγάρα μοναξιά φέρνουν.
Κάτι μου κρύβεις.
Φταίμε κι οι δύο…
Μα εγώ θα γράφω θα γράφω για έναν έρωτα που δεν θα γεννηθεί ποτέ.
Και θα σου τραγουδώ…...
Άνοιξε την
καταπακτή.
Μη ρωτάς γιατί την αποκαλεί έτσι.
Τα καρτελάκια των τιμών κρεμόταν επικίνδυνα σαν
να ήταν σκέψεις επικίνδυνης αναμονής.
Πανδαισία χρωμάτων, σκέφτηκε.
Αν ήταν κάμπος η ντουλάπα της , τώρα θα κυλιόταν
πάνω της κι ας ήταν βρεγμένη η γη.
Οι ακτίνες του φθινοπώρου φέρνουν τελικά υγρασία .
Άπλωσε το χέρι της κι έφερε ένα μαύρο μπλουζάκι
στο πρόσωπο της.
Θλίψη πλημμύρισε ο λογισμός της.
Στιγμές κι εκείνες της θύμησης .
Όλα τα είχε λησμονήσει μα η διαδρομή του
αποχαιρετισμού έχει χαραχτεί στην ψυχή της , σαν τις ρυτίδες του χρόνου κι ας
υποστηρίζει ότι τις έχει σκεπάσει με λάβα αγάπης.
Η πολύχρωμη σακούλα στεκόταν αγέρωχη σαν ροδιά στο
κήπο των αναμνήσεων της.
Το το Γιν και το Γιάνγκ, ζωγραφισμένο επάνω της
ανάμεσα από έναν έναστρο ουρανό ,κινητήριος δύναμη του σύμπαντος σκέφτηκε.
Ξεκίνησε με τις κάλτσες αναποδογυρίζοντας ένα
κουτί με αρώματα λεβάντας.
Ένα μαντήλι που έπεσε από το ράφι ,ένα θαλασσί
μαντήλι , βούρκωσε το χαμόγελό της και στέγνωσε αμέσως ένα της δάκρυ.
Ξεχείλισε η σακούλα.
Σαν τις σκέψεις της ,που είχαν κλέψει το φέγγος
του δειλινού.
Μπερδεμένες πάντα ανάμεσα στους αέρηδες της νύχτας
και της μέρας.
Πήρε τα πανωφόρια της αγκαλιά κι έφυγε φορώντας
ένα μαύρο καπέλο μπας και κρύψει την μοναξιά της.
`
Σήκωσε την φθαρμένη φούστα της ,δίπλωσε τα πόδια
της κρυμμένη μα εκτιθέμενη πίσω από ένα παραμελημένο αυτοκίνητο. Ξεχασμένο ,σαν
τα όνειρα της.
-Μα να μη μπορώ να κρατηθώ, σιγοψιθύρισε
ανεβάζοντας το εσώρουχο της ,περίμενε με να με περάσεις απέναντι ,αναφώνησε
κοιτάζοντας την στα μάτια.
Το λευκό των ματιών της είχε κοκκινίσει τον
ορίζοντα.
Οι ρυτίδες είχαν αγγίξει το γκρίζο των μαλλιών της
και το μελανό των νυχιών της.
-Το αγόρι που φόρεσε το μπουφάν που έφερες είναι ο
γιος μου, ψιθύρισε και το κορίτσι που ήθελε το καπέλο σου η φίλη του.
Εδώ κοιμάται η καρδούλα μου ,είναι άρρωστο το
παιδάκι μου και τα φάρμακα που χρειάζεται μου λέει δεν τα έχουν στα φαρμακεία
της γειτονιάς μας. Έλα μια μέρα στο νησί μου ,η αυλή μου μυρίζει βασιλικούς και
μέντα συνέχισε να της λέει σέρνοντας το πόδι της. Έρχομαι κάθε μέρα να του φέρω
λίγο φαγάκι , γιατί δεν εργάζεται η καρδούλα μου και το κουτάλι πέφτει από το
χέρι μου σαν τον σκέφτομαι πεινασμένο. Ανθίσανε και τα αγιοδημητριάτικα μου τα
αγαπώ πολύ αυτά τα λουλούδια και τους μιλάω κάθε μέρα ,έχουν το όνομα του
Δημήτρη μου..
Ανακατεύτηκε μπερδεύτηκε η κραυγή του Δημήτρη με
την σειρήνα του ασθενοφόρου τόσο που έτριξε η άσφαλτος.
Η αγκαλιά της δεν χώραγε το παράπονο της μάνας.
Κι αμέσως άρχισε να βρέχει. Σταγόνες από αίμα του
ουρανού.
[Διαδρομές με βήματα τρόμου και αλήθειας]
Το να σ’ αγαπάει
κάποιος βαθιά σου δίνει δύναμη. Το να αγαπάς κάποιον βαθιά σου δίνει θάρρος,
λένε.
`Ο έρωτας μου κλείστηκε ερμητικά πίσω από τα
σκούρα παράθυρα, να δυναμώνει την θλίψη μου για μένα.
Ξύπνησα από τις σταγόνες του ονείρου μου.
Δεν ήσουν .
Εσύ πίσω από τις γραμμές των οριζόντων κι ο άνεμος
να ξελογιάζει με ερωτόλογα το κλαδί του μπαλκονιού σου.
Κάθισα στο κεφαλόσκαλο αναζητώντας την πνοή σου.
Ένα φτερούγισμα έφερε την μελωδία της βροχής ,χάδι
το ένιωσα σαν τις νύχτες τις ασέληνες μακριά σου.
Σαν τα φοβισμένα χελιδόνια που ψάχνουν τις χαλασμένες
φωλιές τους ,σε θέλω.
Άρχισε να βρέχει.
Μείνε αν θέλεις σιωπηλός μέχρι το τέλος της
καταιγίδας μου.
Το φύσημα τα ανέμου θυμίζει τον έρωτα που σου
έταζα με τα μάτια μου.
Είσαι αληθινός ή η εμμονή πως θα έρθει το ιδανικό
μου?
Για μένα ο χρόνος είναι συνοπτικός.
Το τοπίο εξακολουθεί να με πληγώνει ,ομιχλώδη φάση
καιρικών φαινομένων, μου είπες.
Η αιωνιότητα σου συνεχίζει να με κερνάει γλυκό του
κουταλιού, πασπαλισμένα με χαμόγελα κι αγγίγματα.
Γλυκό φιλί ,αφήνω στον ώμο σου.
Γυρίζω την πλάτη μου .
Νυχτώνει.
Στο απέναντι πεζοδρόμιο ένα ζευγάρι πουλιών
τσιμπολογάει από το ίδιο ψωμί.
Δεν πεινάω.
Σ αγαπάω.
Χάδι και απειλή η μορφή σου.
Απόψε δεν θα κοιμηθώ.
Το παράθυρο του ονείρου το έχεις ερμητικά κλειστό.
Λόγω βροχής.
Οι εραστές μου γίνανε εφιάλτες.
Έρχεσαι?
Χρωματίζω ελπίδες.
Σ ένα παιχνίδι απουσιών και παθών.
Απόψε δεν θα κοιμηθώ.
Σκέπασε με, με τις φτερούγες σου .
Κι ο άνεμος χτενίζει τα μύχια της ψυχής μου.
Κρυώνω από αγάπη.
Η αγάπη είσαι εσύ.....
``-Να με σκέφτεσαι
και να χαμογελάει ο βηματισμός σου στη πόλη.
-Να χρωματίζεις το γκρίζο της.
-Δεν γνωρίζουν οι άνθρωποι τι είναι να σπάνε οι
λαμπτήρες και να φωτίζεται το σοκάκι από το βλέμμα σου.``
Ατελείωτα σκεπάσματα στους δρόμους.
Κρυμμένα πρόσωπα.
Όχι δεν κρυώνουν .
Αισθάνομαι ντροπή που είμαι ξεσκέπαστη φιγούρα
στο δειλινό του υπεραστικού σταθμού.
Αγοράζω ένα κασκόλ για το χειμώνα ψάχνοντας μια
στιγμή μαζί σου να το φορέσω .
Ακούω μια παράξενη μελωδία, τρένα που φεύγουν
,βροχή στην σκουριασμένη λαμαρίνα όχι όχι μου θυμίζει ένα φιλί ,ένα φιλί
αποχαιρετισμού.
Και το χάδι σου.
Στους γερανούς που στις ερπύστριες τους φυτρώνουν
χαμομήλια είναι κρεμασμένες οι αγκαλιές .
Οι υποσχέσεις σου περνούν φωτισμένες στην οθόνη
των αναχωρήσεων.
Ποιος φεύγει?
Ποια έρχεται?
Ποιο κλαίνε ?
Ποιες χαμογελάνε?
Άηχα τα βήματα , οι δρόμοι τρικλίζουν και οι
υπόλοιποι ερωτεύονται από συνήθεια και πλήξη.
Ένα αισθητήριο όργανο ψάχνεις ,το βλέπω, σ ακούω ,
σε μυρίζω , τη γεύση σου ψάχνω και την αφή σου που δεν θυμάμαι.
Τα ηχεία του υπεραστικού ,σαν τους παλιωμένους
έρωτες μικροφωνίζουν , σαν την βελόνα του πικάπ , θέλει αλλαγή μου είπες
,γρατζουνά και χαλάει τα 45αρια σου ,μα η φωνή βραχνή τραγουδά για καημούς σαν
τα μπλουζ των παιδικών μας χρόνων.
Πως απορροφάτε ο ήχος της σιωπής?
Κι εδώ φταίει η απομόνωση ???
Πες μου.
Κατεστραμμένο είναι το δειλινό στη πόλη.
Σαν το πικάπ που περιμένει στο σκονισμένο ράφι.
Θέλω απόψε να φορέσω το πουκάμισο σου.
Με τον φθαρμένο γιακά.
Και το ως κειμήλιο μανικετόκουμπο σου.
Με τα αρχικά σου.
Να φωτίσουν τη νύχτα μου.
Μη κρυώνω μακριά σου.
Θέλω μια χυδαία καταιγίδα απόψε κι ένα κακόφημο
στίχο στον δρόμο που προχωράς.
Γέρνει η στιγμή και γ[δ]έρνε την στιγμή μου.
Αυτά τα προσωρινά
φαντάσματα εσύ είσαι πού τα έπλασες, διαβάζω.
Τυλίχθηκα στις φούχτες των χεριών σου,
γυρεύοντας να βρουν ανάσα τα δάκρυα μου, κι ανάσαναν βαθιά, ανάσα δανεική από
τα δικά σου στήθη, δροσερή, να προστατεύει τα πέλματα σε δρόμους πυρωμένους.
Ζήτησα να μου πεις πως γράφεται το ελπίζω πάνω
στ’ αστέρια, τι χρώμα αποκτά ο ουρανός στα μάτια εκείνου που ελπίζει, τι χρώμα
όταν η κούραση έχει γεράσει και ραγίσει τα βήματά σου…
Ένιωσα ναό τη μορφή σου, με κινήσεις αργές άναψα
πέντε κεριά.
Στάθηκα με τις γυναίκες.
Μου έλαχε ένα ξύλινο παλιό στασίδι μα δε μ’
ένοιαζε το τρίξιμο του.
Έπεσα στα γόνατα να προσκυνήσω, κι αν είναι για
κάτι που το έκανα πιο πολύ, ήταν για το λίγωμα του αγέρα στο προσκεφάλι σου.
Ακόμα και τούτο κατάφερνες, να φθάνει ο άνεμος
λιγωμένος από τα δικά σου στα δικά μου στήθη.
Κι έφθανε αφήνοντας κάθε αγωνία να χαθεί, κάθε
δισταγμό.
Πήρες να μετράς με το δάχτυλο τ’ αστέρια.
Μου έδειξες που αρχίζουν και που τελειώνουν οι
αστερισμοί, που αρχίζουν και που τελειώνουν οι ευχές.
Οι ευχές μας.
Ένιωσα μία να θέλει να δραπετεύσει από τα χείλη
μου, «να τυλίγομαι στου στήθους σου τις λίμνες να ζεσταίνομαι, τα δάκρυα σου με
τα στήθη μου ν’ απορροφήσω άλλο να μην πονάς», άκουσες την ψυχή μου να φωνάζει
μέσα απ’ τα χείλη που ταξίδευαν στη σιωπή.
Χαμογέλασες.
Μ’ έκρυψες πιο βαθιά στην αγκαλιά σου, τα χείλη
μου βαθύτερα.
Αφεθήκαμε σ’ ένα ταξίδι σωμάτων και ψυχών δίχως να
γνωρίζουμε ποιος ο οδηγός και ποιος ο οδηγούμενος, μήτε και που μας ένοιαζε.
Μείναμε να λιμνάζουμε ο ένας στον αγιασμένο ιδρώτα
του άλλου ώσπου καθρέφτισε πάνω του το πρόσωπο του ο ήλιος.
Μήτε που φάνηκε το πέρασμα της νύχτας στο παίξιμο
των ματιών.
…..
Λένε, πως κάποιες λέξεις μένουν αδέσποτα σκυλιά
που αλυχτάνε κάτι νύχτες με φεγγάρι που σου κλέβει το χαμόγελο σου , σαν και
τούτη...
Ευπειθώς αναφέρω
ότι η αγάπη μου τις νύχτες αδέσποτα γυρίζει στους δρόμους σου.
Θα αγοράσω σήμερα με το υπόλοιπο από τα πάγια
καινούρια σκέψη.
Η ησυχία σου με ξεδιπλώνει.
Σαν τα διαφημιστικά κάτω από την πόρτα της
Κυριακής.
Θρόισμα ερχομού ,μα πάλι και πάλι πλάνη του νου.
Το χάδι σου τελικά βρίσκεται πίσω από πέτρινους
τοίχους.
Άχνα δεν βγάζεις, κι ο καφές έχει την γεύση σου.
Έχω το κλειδί μα είναι ευπρεπώς φυλαγμένο στις
επιθυμίες μου.
Οξειδώθηκε μαζί με τον ερχομό σου.
[οξείδωση, διαβάζω, είναι μια νέα διαδικασία από
νέες ενώσεις. αυτή φοβόμουν πάντα από εσένα. μη μετουσιωθεί σε σκουριά το
σιδερένιο κλειδί της αγάπης μου για σένα]
Ακόμη τραβάς τα σκεπάσματα ???
Έλα να παίξουμε κυνηγητό.
Και μη σπρώχνεις τους λυγμούς μου από το σκαλάκι
σου.
Σήμερα η ημέρα θέλω να με οδηγήσει σ αυτόν που
``λέει`` το χάδι.
Και το φιλί.
Κι ότι η προσμονή έχει τις μυρωδιές σου στην ανάσα
μου.
Ναι μη γελάς.
Τσιγγάνικες οι σκέψεις μου δραπετεύουν και
συνέχεια ταξιδεύουν.
Πάω να εναποθέσω τα εσώψυχα μου στα αδέσποτα.
Θέλεις μια γωνία από την αγωνία μου?????
Θέλω να κατέβω αυτή
τη σκάλα.
Ναι αυτή που οδηγεί στο γιαλό κι ας με καλούν οι
Σειρήνες της απουσίας. Ίσως συναντήσω τον ωκεανό της πλημμυρίδας σου.
Ίσως όμως κι ένα παλιόξυλα από εκείνη την σχεδία
που είχαμε φτιάξει. Θυμάσαι ??
Προδοσία την ονοματίσαμε γιατί μου έλεγες ότι
ήταν η Θεά του έρωτα κι εγώ τρόμαζα στην πλάνη του Θεού…
Στο λευκό του μάρμαρου των επιθυμιών σου
αποκοιμήθηκες.
Τα φώτα στο πίσω του ναού σου πάντα σβηστά, τα
νοιώθω.
Πρασίνισαν και τα βράχια μα ακόμη αναρωτιέμαι τι
άλλο έχω να χάσω…
Ναι ,μονάχα εσένα θυμάμαι…
Ακόμη κρύβεσαι πίσω από τα καθίσματα του ιερατείου
σου???
Σκοτεινά τα δρώμενα ,κανείς δεν είναι γύρω από τη
σκιά σου κι εσύ απλά μου λες ότι κρυώνεις.
ΦροντίΖω να σου βρω τις καταπακτές του εγκλεισμού
σου.
Ίσως να είναι απλά μια σταγόνα, ναι εκείνη που μας
κόβει την πνοή μας μ ένα χάδι.
Ίσως να είναι κι ο θυμωμένος κι ορμητικός ποταμός
των παιδικών σου χρόνων , ναι εκείνος ο φόβος που μας ακολουθεί και σταματά τον
χτύπο της ψυχής μέσα από τις επιλογές μας.
Όταν ρίχνεις το κέρμα , ξέροντας ότι έχει δυο
όψεις ,σημασία έχει μέχρι να δεις τον καθρέφτη της επιθυμίας σου να έχεις στο
λογισμό σου την ίδια σκέψη.
Σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένα τραγούδι που να σου
θυμίζει την δύναμη σου.
``Είναι σκοτάδι μάτια μου``μου λες κι εγώ``
ανασαίνει η πόλη τη μορφή σου, γυρνάει μεσ' στο μυαλό μου η θύμησή σου`` , σου
απαντώ.
Αντίδωρο στην αμαρτία το φιλί μου…
Θέλεις popcorn;
Ο ήλιος σου βιάζει
ακόμη ένα δειλινό, εισχωρώντας στην νύχτα μου .
Κρατάω την γκρίζα αλήθεια σου πλεγμένη στα
μαλλιά μου.
Τρομάζω κι ας υπήρξα τρομοκράτισσα
Τρομάζω στο σκόρπισμα του νου, ξέρεις κηπουρό
των αστεριών σε αποκάλεσα, μα δεν σε προφύλαξα από τις κόγχες τους.
Τι νάναι αυτό που κρατά την λίμνη των ματιών σου
και χάνεσαι στους ωκεανούς μου?
Θέλω να σε υφάνω με τις λέξεις μου.
Στην πλατεία του ατέλειωτου να σε απλώσω.
Σκορπάς ρίγη κι εγώ σ ερωτεύομαι.
Έμαθα να κρύβομαι σαν τα φίδια της πλαγιάς σου.
Γητεύτρα μεταμορφώθηκα να σε πλανεύω στον ερχομό
σου...
Έλα να δαμάσεις τα όνειρα που φτιάχνω για σένα.
Σκύψε πάνω μου για
να σου μοιάσω, διαβάζω.
```εκεί που ο μύθος είναι η μήτρα του σύμπαντος
εκεί που ο μύθος είναι το μυείν της ψυχής
εκεί που ο μύθος φτιάχνει τους έρωτες του κορμιού.
Από πιο παραμύθι είσαι βγαλμένος ,πες μου.
Σίγουρα το νέκταρ σου είχε χρώματα και η αμβροσία
μυρωδιές.
_________
έπινα ως το χάραμα με τα δάχτυλά μου ανάμεσα στους
χυμούς της ψυχής σου......```
Φυλλομετρώ απόψε ,φθινόπωρο λένε και σκοτεινιάζει νωρίς.
Φυλλομετρώ απόψε τα καλοκαίρια που η δέηση της απουσίας δεν ακούστηκε ποτέ και
αισθάνομαι ότι τα έχασα μακριά σου.
Ανεμπόδιστος ο ήχος του σκοτεινού έρχεται από τις μισοκλεισμένες γρίλιες.
Ουτοπία φιλιού που ο διαβήτης δεν ισορροπεί να ενώσει τη διάμετρο της λατρείας
μου στον κύκλο της προσμονής σου.
Δέσμη γαλαξιακού φωτός ο δρόμος σου.
Κι αυτές οι
λέξεις να σκαλώνουν πάντα στην ηρεμία του αγκαλιάσματος σου.
Αυθαιρετούν και μονίμως ψάχνουν διέξοδο στα όνειρα σου.
Μικρές πινελιές στο αέναο της ανάμνησης σου.
Θα αφεθούμε άραγε σ εκείνο το ταξίδι που μου έταξες?
Παράλληλες πορείες θα μου πεις.
Κι οι λακκούβες ατελείωτες μέσα στις κακοτοπιές της .
Με κάποιους ανθρώπους μπορείς να κάθεσαι για ώρες και να κοιτάς ένα
αστέρι, είπες.
Μπορείς να ακούς να σου μιλούν για τα πιο ασήμαντα σαν να είναι τα πιο
σημαντικά , συνέχισες να μονολογείς.
Και να κλαις χωρίς να ντρέπεσαι για τα δάκρυά σου , φώναξες κλείνοντας
πίσω σου την πόρτα .
Ποια διαλυμένη ψυχή αισθάνεται την φυγή από τον απόλυτο έρωτα σου???
Αν η Ιουλιέτα δεν έπινε το δηλητήριο θα ζούσε με τον Ρωμαίο της ή θα
διάλεγε άλλον???
Στον κύκλο των χαμένων εραστών βρίσκεσαι.
Κι εγώ απόψε δίνω παραγγελιά!
``αχ ψυχή μου μοιρασμένη, νεύρα μου αρρωστημένα νεύρα μου αλαφιασμένα``
Διάλεξες?
Κι ας είμαι σ
εκείνα τα ξέφτια του ουρανού σου, που ανοίγουν σαν φτερά κι όλα μακρύτερα με
παίρνουν.
Κι ας χορεύει η μοναξιά σαν το μαχαίρι στη
φαρέτρα του πολεμιστή ανοίγοντας σε χωρίσματα τις αποστάσεις.
`
Κι είναι αυτό το γκρίζο της νύχτας ,ασέληνης την
λένε , ασύχαστα να ζυμώνει τις σκέψεις μου για τον χρόνο που έχει λιμνάσει στην
άκρη της αυλής σου με σπασμένα γυαλιά από τις ξεχασμένες επιθυμίες μου.
Κι οι θρίαμβοι αιμορραγούν, γυρεύοντας την πηγή
που λιγοστεύει τις σιωπηλές συναντήσεις.
`
Με πολύ θόρυβο κλείνουν απόψε τα πορτοπαράθυρα .
Αργοσαλεύουν κι απόψε οι αμαρτίες του όχι σου.
`
Γύρισες σελίδα??????
Το φορτίο στους
ώμους γέρνει την ανθρώπινη ψυχή.
Τόσο πολύ που καυτερό ψάχνω ,συνταγή της γιαγιάς
να ισιώσει τον σβέρκο μου.
Υπόφυση μου είπες το λένε εκείνο το γεωγραφικό
σημείο που συνορεύει.
Παράγει λένε ορ_μόνες με διάφορες δράσεις μέσω
ενός μίσχου στον εγκέφαλο.
Αχ αυτές οι εγκυκλοπαίδειες ακόμη με τυρανΝούν.
Φορεμένες γραβάτες ακόμη κυκλοφορούν σε υπέρ
χορτασμένα στομάχια λύκων.
Θα με κατασπαράξουν ,ακούω την φωνή σου μα είναι η
συν__ είδηση σου απαντώ, μη φοβάσαι.
Νύχτωσε σήμερα 1η του μήνα λένε οι γραφές και δεν
κατάλαβα πως κοιμήθηκα ανάμεσα σε ομίχλη από τους θορύβους της σκέψης μου.
Ξεπέρασα τις μάντρες μου κι ας με αποκαλούν
μεγαλόσωμη.
Τι θα σημαίνει άραγε συμβιβασμός κι εγώ μ ένα ευρώ
στην τσέπη της φθαρμένης κάλτσας κι ατέλειωτους ανεκπλήρωτους λογαριασμούς
[ξέρω ξέρω απλήρωτους θα μου πεις, μα δεν χρειάζομαι να με ισιώνεις κάθε φορά
,καρφί μεταμορφώθηκα στον πέτρινο τοίχο της ζωής ,σκούριασα πια ] ,περιμένω το
τρένο των 8 πρωινής όπου φτάνει στον επόμενο τόνο.
Οι φεγγίτες ερμητικά κλειστοί σαν το βλεφάρισμα
των ανθρώπων.
Ο άνεμος από τις μονάδες κλιματισμού στο αίθριο
του βαγονιού μου γεννούν σταγόνες στο κοίλωμα του νου.
Ιδρώνω και έξω βρέχει.
Ψάχνω τους ήρωες μου .
Κάνω χώρο και ψάχνω.
Μα όλοι έχουν χαρακιές στο βλέμμα τους.
Γίνομαι ατρόμητη.
Χαρτογραφώ εξ__όδους.
Μα η κραυγή από τα μεγάφωνα της ζωής περιγράφει
την επόμενη στάση.
Κι εγώ υπνωτισμένη φοβάμαι ξανά την λάθος
διαδρομή.
Μια γωνία, παρακαλώ και μια θέση στο παράθυρο του
σύμπαντος παρακαλώ.
Μα δεν μ ακούει κανείς κι ας με σπρώχνουν όλοι οι
πληγωμένοι αγκώνες ,τρικλίζοντας τα γόνατα τους.
Βουβές κραυγές οι ανάσες τους.
Άναρθροι θόρυβοι από την ησυχία της σκιάς τους.
Δεν έχουν μάνα όλοι αυτοί γύρω μου ,συλλογιέμαι
χωρίς να γνωρίζουν αν είναι δάκρυ ή χαρακιά θυμού ο πανικός μου.
Άραγε έχει σκαλιά ο σταθμός που θα κατέβω? ή θα
μείνω αιωρούμενη να σε περιμένω στη γκρεμισμένη γέφυρα?
Η πιο βουβή επιθυμία μου το μεσημέρι ακούστηκε και
ω του θαύματος έλαμψε ο ήλιος στα λασπωμένα πεζοδρόμια.
Κάντο.
Κάνε μια νερόφουσκα σε παρακαλώ, μεταμόρφωσε την
σε αερόστατο ηδονής ,πνίγομαι στην συννεφιά του ταξιδιού.
Στον ιλίγγου του χρόνου θα κρυφτούμε στην σπηλιά
που φτιάχτηκε από τον φόβο μας κι ας δεν σε πιστεύω ,σε αποκαλώ ακόμη κατ
εξακολούθηση δειλό.
Κι ύστερα θα έρθουν τα χειμωνιάσματα.
Εξισώσεις θα ψάχνεις μα το ιώδες [σωστά το γράφω?
ανορθόγραφη η λαχτάρα μου]ηλιοβασίλεμα ψάχνει τις πληγές μου.
Χωράω στη μοβ ομπρέλα σου?
Ξέρεις πάντα περπατώ ξυπόλητη στη βροχή.
Σίγουρα ξεπλένομαι με τις σταγόνες της μα οι
λασπωμένες παλάμες μου σου μουντζουρώνουν τα καλώς και αρμονικά ταχτοποιημένα
της καθημερινότητας σου.
Από το χάραμα του μήνα έχω μια δόνηση που μου
ταράζει το στέρνο μου!!!!!
Δεν χωράει πουθενά!!!!
Πίδακες νερού ξεχύθηκαν από τις πηγές τα ουρανού
σου.
Μα πνίγομαι στη χούφτα σου που ήρθα να ξεδιψάσω.
Τύλιξε την άγκυρα σου στην Αγχίαλο φτέρνα μου!!!!
Έναν αέναο τοκετό καρτερώ από την μήτρα του
φόβητρου σου.
Μια φραγγέλια κραυγή μ ακολουθεί απόψε.
```Δυναμώστε απόψε την ησυχία παρακαλώ , σπάστε τα
ηχεία τα απείρου```
Για να λησμονήσω, πήρα το κλαδευτήρι του παππού με
την οξείδωση της έλλειψης οξυγόνου αγάπης των χρόνων και έκλεψα χρυσάνθεμα από
το πάρκο της γειτονιάς μου.
Κίτρινα μάτια με κοιτούσαν.
Έλα να σου δώσω ένα φιλί στο γρατζουνισμένο από το
ξυραφάκι της ζωής πηγούνι σου.
Φόβος Προστιθέμενης Απόγνωσης κι απόψε.
Τούτο το φεγγάρι ,φεύγοντας, είναι πολύ λερωμένο.
Οι λ_έξεις σήμερα είχαν ρεπό.
Πήραν την θέση τους τα συναισθήματα.
Δεν θέλω πια να παίΖΩ.
Φτου και βγαίνω....
Αγάπα με....
Ο θόρυβος των περαστικών με συντροφεύει.
Μεταμορφώνομαι σε δρόμο απόψε.
Στα μπαλκόνια των πολυκατοικιών χαζεύω
κρατώντας την ανάσα μου
μη και φωνάξει το όνομα σου.
Τα κλαδιά του τσιμεντένιου δρόμου
διώχνουν τις σκέψεις μου.
Ιέρεια της Περσεφόνης
βαδίζω στα τσαλακωμένες πτυχές των επιθυμιών μου,
προσφέροντας την αιώνια της ύπαρξης μου,
υφαίνοντας προσμονές αγγέλων.
Ακούω τα σύννεφα να μου τραγουδάνε
ερωτοτροπώντας με τις φθινοπωρινές ηλιαχτίδες.
Η πρώτη σταγόνα χαϊδεύει το μέτωπο μου.
Στις φτερούγες σου κρύφτηκα άγγελε μου,
έλα να αμαρτήσουμε σ ένα κόσμο
που θα μάθει μόνο να χαμογελά.
Ασάλευτη και άσπιλη θα μείνει η βραδιά…...
Δικιά μου ,είπες
,δυνατά και το περιστέρι πέταξε στο κλαρί που είχε απλώσει απόψε το δένδρο της
φυγής σου, άνοιξε τα φτερά του …
Ερώτηση κι αυτή.. ``τι είμαι για σένα’’.
Σάμπως περίμενα απάντηση λόγου???
Ένα βλέμμα χρειαζόμουν άντε κι ένα χάδι στους
παραποτάμους των φλεβών του αριστερού πάντα χεριού μου…
Δικιά μου….
Σαν το γλυκό του κουταλιού που το κλέβαμε μικρά
από το ράφι της μαμάς απλώθηκε μέσα μου μια ροή , μπα ,σκέφτηκα πρέπει να το
κοιτάξω.
Τον τελευταίο καιρό, είχα και κάποιες ταχυπαλμίες.
Κρίσεις άγχους ,διέγνωσε η Ιόλη. Να περπατάς ,να
τρως σωστά και να ξεκουράζεσαι, συνέχισε. Ναι της απάντησα, φοβισμένα…
Να περπατάω και στους αρμούς του δρόμου να ρίχνω
σποράκια από όνειρα σαν ένας μικρός ήρωας των παραμυθιών, για την επιστροφή μου
.
Να τρώω ,και τα ψίχουλα στο πάτωμα να γίνουν τροφή
για τους συντρόφους μου, τα περιστέρια που σαν ανοίξω την μπαλκονόπορτα,
κρύβονται στους ξεφτισμένο καναπέ μου..
Άλλαξε τον ,δεν τον βαρέθηκες μου είπε ένα βράδυ
,άγρια η Ιόλη.
Να ξεκουράζομαι και να έρχεται στο προσκεφάλι μου
η σκεπτομορφή σου να παίζει με τα βλέφαρά μου…
Δικιά μου…
Σαν τους λεμονανθούς που άπλωνα στο πρόσωπο μου,
εκείνο το πρωινό που η νόνα μου ,μου μάθαινε πως φτιάχνουμε αρώματα..
Γιατί εμείς οι γυναίκες πρέπει πάντα να
μοσχοβολάμε, μου έλεγε και το πρόσωπο της φώτιζε!
Δικιά μου…
Σαν κελαΐδισμα αηδονιού.
Έστω και για ένα βράδυ κοιμάμαι στο παιδικό μου
δωμάτιο.
Μετά από μισό αιώνα και το αηδόνι μου, το δικό μου
αηδόνι έρχεται στη σήτα που με προστάτευε από τα κουνούπια του καλοκαιριού.
Κρεμασμένο το κλαδί από το δένδρο της αυλής,
άπειρα βράδια φοβόμουν τα λικνίσματα από τις σκιές του φεγγαριού…
Δικιά μου..
Σαν τα βράδια που ξαπλώναμε παιδιά στην αυλή και
περιμέναμε να πέσουνε τα αστέρια στα μαλλιά μας για να χρυσίσουν στο χάραμα .
Γεμίζανε τα βλέφαρα μας με αστερόσκονη,
λαμποκοπάνε απόψε..
Δικιά μου …
Σαν το βελούδινο πανάκι που ,αμάν μεγάλωσες ακόμη
το κρατάς κάτω από το μαξιλάρι σου θυμωμένα μου είπε ένα βράδυ η Ιόλη.
Σπουδαγμένη στα καλύτερα Πανεπιστήμια της Ευρώπης,
έψαχνε λέει την ουσία που φτιάχτηκε ο άνθρωπος… Μα εσύ είσαι γιατρός ,της είχα
πει. Ε και? μου απάντησε. Ερευνήτρια είμαι. Την φοβήθηκα εκείνο το βράδυ την
λέξη έρευνα. Το βελούδινο μου άγγιζε τον ήχο της καρδιάς μου…
Αυτό είναι σημάδι, σκέφτηκα… Ίχνος ανησυχίας δεν
είχα για την κτητική του *μου*, παρά το φόρεσα κατάσαρκα σαν φίδι της αέναης
ζωής των όντων που αλλάζει δέρμα, φορώντας σε ,εσένα.
Εσένα που πήρες τις αισθήσεις της ψυχής μου και
από _ενοχοποίησες τις σκέψεις μου…
Κομματάκια σε κόγχες αστεριών τα ουρανού ,τις
φώτισες να φεγγοβολάνε τις νύχτες μου..
Δεν φοβάμαι πια. Η κτητική του *μου* ένδυμα
γιορτής αυτή τη νύχτα της Πανσέληνου.
Με ψευδομάρτυρες στο ειδώλιο του κατηγορητηρίου
του κόσμου.
Δική μου...
Κτητικές λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν σε
ποιον ανήκει κάτι. Ανάμεσα σ' αυτές είναι το επίθετο: δικός, δική, δικό.
Εξήγηση δεν υπάρχει …Τα συναισθήματα απόψε
ξεχείλισαν από την κτητική του *μου* και γέμισαν την Σελήνη. Ξεχύθηκαν ποτάμια
,πλημμύρισαν τα πελάγη ,επιθυμίες σκορπάνε τα ξωτικά ,λάθη φέρνουν οι νεράιδες.
Στον μίσχο του κορμιού μου ζωγράφισα την απουσία
σου...
Μην κλειδώσεις απόψε τα παραθύρια σου.. Άπλωσα τα
σεντόνια μου για να σε ανταμώσω. Νεφελώματα η μορφή σου.
Το *μου* δεν χωράει απόψε πουθενά…
``Είσαι δική μου για πάντα. Μη το ξεχάσεις.``
Εκείνο το ξ ψάχνω απόψε . Πριν το αλαργινό σου
ταξίδι.
Φθόγγοι
Φωτίζουν
Φόβους.
Τα μεγάφωνα του στερεώματος ψάλανε δεήσεις για τον
ερχομό σου .
Δική μου, άκουσα ,στην μελωδία της μορφής σου.
Κι ας αλλάΖΕΙΣ
ονόματα για να φτιάχνεις καινούρια αδιέξοδα στη ζωή σου..
Κι εκείνο το ``τίποτε`` σε χαρακτηρίΖΕΙ!!!!!
Στην παράκληση μου ``πάμε να φύγουμε`` τελικά
έφυγα μόνη μου. ΞαναβαφτίΖΩ την αλλαΓΗ μου....
Είναι πλανόδιες οι λέξεις αγάπη μου...ρακένδυτες
και ζητιάνες.
Δυσκολεύομαι πολύ
να σου γράψω.
Ξέρεις,
δεν κράτησα ως θαλαμοφύλακας ούτε μία από την
μνήμη των χρόνων της φυγής μου.
Είναι φορές που την ανακαλώ ως επίκληση Θεού ,μα
οι πόρτες του Ναού είναι κλειδωμένες.
Η ιεροτελεστία τελικά δεν επετεύχθη.
Δεν είχα τίποτε να θυμηθώ από εσένα.
Κι ας μου ζητούσαν στο βωμό το όνομα σου.
Είχες μια ανήσυχη στάση ζωής συνυφασμένος με τους
ήρωες της εποχής σου.
Μα μια αγάπη φυλαγμένη για μένα καθρέφτισμα του
βλέμματος σου.
Κανείς δεν σε πίστευε.
Μονάχα εγώ.
Έμπαινα στο πρόσωπο της ψυχής σου κι ας μας
χώριζαν τα λευκά μας μαλλιά ως γκρίζες αποστάσεις.
Γεφύρωσε τα χάσματα του νου. Εκεί έχεις
θρονιαστεί.
Τώρα πονάνε αλλιώτικα οι αποχαιρετισμοί.
Έριξες ένα ποτήρι νερό πίσω μου σαν διψάσω πολύ να
ξανάρθω???
Μετάθεση ζητούν τα όνειρα μου , στην αυλή της
μνήμης σου.
Γιατί τελικά μονάχα εσύ θυμάσαι.
Και μ αυτή την μνήμη, πετραδάκια από βροχή των
αστεριών σε αρμούς λατρείας χτίζεις δρόμους που να συμπίπτουν οι ημερομηνίες
της αιωνιότητας σου.
Σταγόνες βροχής που δεν διακρίνεις την επόμενη το
κάλεσμα σου…
Τώρα ξέρω.
Όταν σιωπώ είναι για να ανακατασκευάσω τις εικόνες
σου.
Κι εκεί νυχτώνει.
Κι εγώ εξακολουθώ να κάνω αέρινες βουτιές στον
ουρανό σου.
Σου χαρίζω ένα νέο προορισμό.
Κι ας ματώνω ακόμη από τις διαδρομές μου.
Δεν σταματώ όμως να ανεβαίνω στα δένδρα ούτε στα
σύννεφα που σε περιτριγυρίζουν.
Φύλαξε μου ρόδια από την αυλή σου...
☼
Μιλάς με το
φτερούγισμα της ημέρας.
``όλα σε θυμίζουν`` μου λες.
Καπνός τα ξεχασμένα αποτσίγαρα στο σταχτοδοχείο.
Δοχείο γεύσης του απρόσμενου έρωτα.
Α, και το σημάδι από το κραγιόν μου στο σπασμένο
ποτήρι ανάμεσα από τα ρόδια της αυλής σου.
Ναι ,κι ένα άδειο πακέτο αναμνήσεων στα σκαλάκια
του αποχαιρετισμού.
Με παγιδεύεις καθώς αφήνεις την σκόνη των
αισθήσεων στο περπάτημα της μνήμης μου.
Είναι στιγμές που αναζητώ την γομολάστιχα του
μέλλοντος. Ξέρεις εσύ.
``Άλλαζες με τα χέρια σου τις εποχές βάζοντας
χιόνια και βροχές, λουλούδια, θάλασσες, κι η μέρα χώριζε από το κορμί σου,
ανέβαινε, άνοιγε, μεγάλη ευχή πάνω στα ηλιοτρόπια`` γράφει ο Ηλιάτορας ποιητής.
Αφήνοντας την σκέψη μου να πλημμυρίζει τον αέρα
σου με δυο φτερά από τα αγριοπερίστερα που ερωτοτροπούν στον ουρανό σου
αφουγκράζομαι το χάδι σου…....
Απόψε άλλαξα εποχή
ανάμεσα από μια διαδρομή απουσίας.
Τα λεγόμενα δεν συνοδεύουν τις σκέψεις μου.
Αλυχτώ και ασπάζομαι την μηδενική της ώρας.
Αύριο θα είναι αλλιώτικος ο καιρός. Και η ανησυχία του ασπασμού θα είναι
παρελθόν.
Ίσως γλιστρήσω στη λίμνη από τα δάκρυα των
κιτρινισμένων φύλλων.
-Έβρεξε το χάραμα ,μου είπες με βραχνιασμένη
φωνή.
Έχω μεγαλώσει πια κι υφαίνω τις νύχτες γκρίζα
παραμύθια με νήματα που καρδιοχτυπάνε.
-Φοβάμαι ,σου φωνάζω ,μα το ταξίδι είναι αλαργινό
στους ωκεανούς της ψυχής μου.
Κρατώ ένα ποτήρι λησμονιάς. Ούτε λασπόνερα ούτε
μελάνι ψυχής.
Θύμισε μου πόσους αιώνες σιωπής κρύβει η συγνώμη
μου..
Τα ερωτήματα σου συνεχίζουν να είναι καρφιτσωμένα
στην μήτρα του φόβου.
{γιατί πάντα κάποιος άλλος ευθύνεται για τους
ανεκπλήρωτες έρωτες. ποτέ κάποια}
Μ ακούς???
Αφήνομαι .
Ύστερα άκουσα το χνώτο σου. Δύο ανάσες δρόμος.
Ύστερα έκανες δέρμα σου την παλάμη μου.
Αν αργήσει το τέλος του ``θέλω να χουχουλιάσω στην
αγκαλιά σου`` μη με ξυπνήσεις. Κράτα με σφιχτά.
Μονάχα αυτό.
Αγκάλιασε με...
Ίσως να μη σ ονειρεύτηκα ποτέ.
Ούτε ένα μου λείπεις υπάρχει post στον καθρέφτη του πρωινού μου.
Ξεχνώ τη γεύση του φιλιού σου ,ξεχνώ που έβαλα τα κλειδιά της μέρας μου.
Μπερδεύομαι ακόμη στις ίνες της ηλιαχτίδας κι ας μου έστειλες το χάδι σου.
Ένας τοίχος κοσμεί την φυλακή μου.
Περίεργες ισορροπίες στη δοκό της αρμονίας ,θα μου πεις.
Ερημωμένοι διάδρομοι ,αφήνουν ένα παράπονο στις αποστάσεις..
Βυθίζοντας ένα φακελάκι τσάι με γεύση από βατόμουρα της αυλής σου σε
καλημερίζω……
Απόψε θα κοιτάζουμε
τον ουρανό από μια ξαγρύπνια που αγγίζει την λήθη.
Θα γείρουμε ο ένας μέσα στην μυρωδιά του άλλου.
Μουσκεμένα τα σύννεφα κι ένα φιλί σου υγρό
σέρνεται στο ουράνιο τόξο του πόθου.
Είσαι πάντα εδώ γύρω στον αέρα που αναπνέω μου
είπες.
Μεταξένιο το χάδι σου γύρω από τον ήλιο του
ομφαλού μου.
Κοιμάμαι γαλήνια κι ένα φιλί σχηματίζεται στο
μαξιλάρι μου.
Βυθίζεις την αφή σου κι αλλάζεις την ροή του
σφυγμού μου.
Τι πρέπει να φοβηθώ μακριά σου απόψε άραγε?
Το γέλιο σου με διαπερνά και ο χτύπος της καρδιάς
σου αφήνει μελωδία στο στερέωμα.
Θέλω να ακουμπήσω στην κουπαστή της ζωής σου.
Κι ας μη θέλω να κολυμπήσω στους ωκεανούς σου.
Οι αποχαιρετισμοί σου αλλάζουν τις εποχές μου.
Καυτές οι νύχτες του φθινόπωρου.
Μετάληψη η επικοινωνία της νύχτας σου στο καλωσόρισμα
της ημέρας.
Έμαθα να σιγοτραγουδώ πιότερο για να ακούω την
ανάσα σου.
Στον ψίθυρο τα ανέμου και της βροχής ,προσμονή
θορύβου το χάδι σου.
Θα ήμουν παιδούλα ,ίσως και έφηβη.
Στην πλάτη μου είχα φτερά. Και στους αστραγάλους
μου ένα λυπημένο βλέμμα.
Λύσε απόψε τους κάβους. Δεν θέλω ήχους δεν θέλω
μουσικές.
Μνήμες επιθυμώ με το ξύπνημα της μέρας να
ζεστάνουν την έλλειψη.
Κληρονόμησα το βλέμμα σου και το φορώ στον άχρονο
χρόνο της ύπαρξης μου.
Ιεροσυλία θα μου πεις μα θα σου χαμογελάσω.
Ο πιο δύσκολος αποχαιρετισμός είναι όταν σου ζητώ
να μη μου πεις αντίο όταν έρχεσαι στο σταθμό.
Ξέροντας ότι το τρένο δεν σφυρίΖΕΙ πια.
Κι εσύ σαν έφυγα δεν έχυσες ένα ποτήρι νερό πίσω
μου.
Να διψάσω στην λησμονιά και νάναι η επιστροφή μια
σκανταλιά.
Σαν κι εσένα.
Μονάχα αυτό φοβάμαι απόψε.
Μη μείνει η ψυχή μου χωρίς τις εικόνες σου…..
Επιτέλους
Παρασκευή.
Δεν ξέρω ποιο είναι καλύτερο, ποιο είναι
χειρότερο.
Δε γαμιέται… Και τώρα τι;
Άλλωστε. Η πληγή επουλώθηκε. Ένα σημάδι υπάρχει
μόνο, που τη θυμίζει – αραιά - κάθε που αλλάζει ο καιρός…
Σκάρτες σκέψεις είναι.
Πρέπει να ξεσκαρτάρω τα συρτάρια και τις
ντουλάπες μου.
Αυτή μου η
ελευθερία με αναστατώνει.
Ένα σμήνος ανθρώπων βουίζει στην σκιά μου.
Στο νεφέλωμα του απείρου σου χαράζω τον
βηματισμό μου.
Ένα βήμα μπροστά και πέντε πίσω.
Η ανάγκη μου να φωλιάσω στην ησυχία σου απόψε
,θορύβους γεννά στις επιθυμίες μου για σένα.
Θα έχεις μαζέψει βατόμουρα .Τα χέρια σου μυρίζουν
λεμονομάραθο.
Θα έρθω .
Μέσα από ένα βότσαλο θα με αναγνωρίσεις.
Κάθε στιγμή ξεκινώ για την πόλη σου.
Κάθε στιγμή συναντώ τη σκιά σου.
Ο τόπος σου είναι ένας μύθος, κι αν είμαι ένα
μεταμφιεσμένο σπουργίτι, είσαι ένα μεταμφιεσμένο μυστικό..
Κι ένας αποσπερίτης θαμπώνει τις σκιές. Όσες
γραμμές και κύκλους κι αν χαράξεις...
Παράξενη η εποχή,
κουρασμένη σου λέω ..Και τα παραμύθια ακόμη μιλάνε για βασιλιάδες. Και για
σύννεφα που έφεραν βροχή..
Μα στην ρυτίδα μου είναι φωλιασμένος ο πόνος της
πόλης μιας κι οι βασιλιάδες πήγαν για ύπνο και η βροχή δεν σ έφερε ούτε απόψε.
Κι εγώ φοράω ακόμη το ίδιο ρούχο… Γυμνή με τα
χέρια στις τσέπες του σκοτεινού ορίζοντα απόψε νυχτώνει κι εγώ να λυσσομανώ για
τον έρωτα που δεν σου έχω κάνει πριν την πανσέληνο…
```Δώσε μου ένα βλέμμα από αυτό που κρύβουν τα
παιδικά μας παιχνίδια ,σου φωνάζω..``
Μα είναι αργά …Κι έρχεται πάντα ο δράκος να
μπερδέψει τις νεράιδες με τα ξωτικά….
Κι οι άγγελοι έκλεισαν τα φτερά τους απόψε…
Βυθίζεις το χάδι στη ροή της νύχτας και μεταφέρεις παλμούς στην πνοή μου…
Εμμένω στις νύχτες της προσμονής σου… Με βάρυνε η
ημέρα μου σήμερα στο κέντρο της πόλης....Πνίγομαι.
«Πόση σιωπή άραγε να υπάρχει στον κόσμο»
αναρωτήθηκα.“Τριγύρω ομίχλη πέφτει κι όλα χάνονται στο ανομολόγητο πέρασμα της
σιωπής.
Κάποια ραγισματιά στο τζάμι του χρόνου αρκεί να
δραπετεύσει ένα τοσοδούλη δευτερόλεπτο.
Είσαι εκείνος που θα φέρει την ευτυχία.
Είσαι πάντα εκείνος που επιστρέφοντας στην ροή του
χρόνου, και πριν για πάντα χαθεί, στα μάτια θα με κοιτάξει και θα μου πει πως
ευτύχησα με την αγάπη σου..
Φύλαξε μου ένα κλαράκι γιασεμιού Και τις σκιές του
φεγγαριού..
Έγειρε το κλωνί μου
να σε ανταμώσω…
Συγκράτησε με όπως τα σύμφωνα αγγίζουν τα
φωνήεντα και δημιουργούν την μελωδία της Λ_ έξης.
Συν_ ομιλία. Η ομιλία εκ του αρχαίου Λ_ έγω
[δύναμη που κρύβει το Δελφικό Λ] .
Συν, μαζί λοιπόν.
Ομιλία ,ο λόγος μου που είναι δημιουργικός
[ γη, σπορά ,βλάστηση, άνθισμα..]
Έγειρε το κλωνί μου να συνομιλήσουμε…
Έγειρα..
Αλλιώτικα πως θα σε ανταμώσω???
Πολύ ζεστή η σκέψη
σου για τόσο θολό τζάμι…
Σχεδόν κοιμισμένη-όπως η ελπίδα που μίλησε για
λίγο με την ανατροπή και τώρα έπεσε αδύναμη-
σε ξεχνούσα.
Σχεδόν πεπεισμένη-όπως οι λέξεις που στάλθηκαν
σε άλλο χρόνο και άργησαν ν’ αφήσουν τα νοήματα-πως μόνο στον ύπνο μου θα σε
συναντούσα εκείνη τη νύχτα.
Κι όσο σίγουρη ήμουν για τη μοναχικότητά μου,
τόσο γρήγορα ντύθηκα-εν αγνοία-την αλλαγή με ότι
ρούχο ξεκρέμαστο μου είχε απομείνει, για να ‘ρθω να σε βρω.
Αφού είπες έξω απ’ το σπίτι μου εμένα περιμένεις.
«Απόψε δε θα πεις τίποτα γι’ αυτά που πονάνε»,
είπες και με φίλησες με ενός μήνα καθυστέρηση.
«Δε θα πω τίποτα», υποσχέθηκα και σου ζήτησα να
βγούμε στη βροχή.
Κι η σταγόνα να τρέχει όλο και πιο γρήγορα επάνω
στο λαιμό σου. Το φιλί όλο και πιο υγρό να γίνεται.
Για να ‘ρθει αργότερα η καταιγίδα και να σε πάρει
μακριά.
Αν το ήξερα,-αλήθεια-ποτέ δε θα σου έλεγα να
βγούμε στη βροχή εκείνη τη νύχτα.
Πάρε με κοντά σου
,του ψιθύρισε.
Σ εκείνο το λεπτό της αιωνιότητας ,βουτούσε στα
νερά της λίμνης της ένας μικρός Άγγελος, λουλουδιάζοντας τις όχθες της.
Φλογισμένη η σάρκα ,φανερώθηκε η τελειότητα στο
άγγιγμα του νου του.
Μη πλησιάζεις, της φώναξε το πεπρωμένο του με
λέξεις που λικνιζόταν στη ροή της λάβας.
Φίλησε με, ακολουθώ στη σκιά σου του είπε,
φίλησε με.
Περίμενε ως το τέλος της νύχτας για να την
πλησιάσει.
Στο ημίφως της ψυχής του ,κράταγε δαδιά αναμμένα
με τα λούλουδα τα ουρανού.
Κάθε σούρουπο τον άκουγε να ανασαίνει συρτά και
βαθιά.
Ξέρεις, το βάρος της λάβας πονάει τα ηφαίστεια της
είπε κι αυτή βιαστικά έφερε με την πνοή της σύννεφα βρόχινα λησμονιάς
χρωματισμένα με την λαγνεία του έρωτα της για κείνον.
Πορτόφυλλα άνοιγε στην καρδιά της να λουστεί
εκείνος στον ωκεανό της αγάπης της.
Ο Άγγελος, περίμενε ως το τέλος της ημέρας να της
μιλήσει, φορώντας το φωτεινό της άγγιγμα στο λακκάκι του λαιμού της…
Μ ένα φιλί που έδινε τα αγέρι της καρδιάς του στον
βράχο της ψυχής της ανταμώνανε..
Υπήρχαν όμως τόσα μονοπάτια σκοτεινά στην
περιπλάνηση της με τον ήλιο που το χάδι του Θεού αισθανόταν ότι δεν περιφερόταν
πια μαζί της.
Μέσα από την ιαχή του πρωινού φτεροκοπάει ο
Άγγελος.
Η φανέρωση του ήταν μία εξαίρεση στο ψέμα που
φόραγε.
Επιτέλους συλλογίστηκε, δικαιώθηκε η ζήση μας
τούτο το βαθύ ποτάμι δεν θα αφήσει χαρακιές στο βλέμμα μου.
Σε νοιώθω δίπλα μου να ανασαίνεις βγαλμένος , από
τους ιστούς της αιωνιότητας.
Ευλογημένη στιγμή ,έσφιξα τον παλμό σου να γίνει
ένας στεναγμός και να εξοστρακίζεις άπειρους Ήλιους λησμονιάς.
Το απέραντο της Ύπαρξης σου κατοικεί στο μέσα μου…
που να πάω???
`.`.`.`.`.`.`.Υ`.`.`.`.`.`.`.`
Ένα Υ σχεδίασα, σαν σε συλλογίστηκα. Του Υψίστου
,της Υπεροχής και της Υποταγής.
[θυμάσαι που ψάχναμε αυτό το σχήμα στα κλαδιά των
δένδρων για να φτιάξουμε τις σφενδόνες μας ?Από κλαδιά δηλητηριώδους δένδρου
την έφτιαξες? Και τα βέλη σου θανατηφόρα πιότερο από την αλήθεια σου?]
Θέλω να μάθω να μιλώ στην δική σου γλώσσα για να
ακούω μονάχα την ύπαρξη σου.
Ο ρόγχος της φυγής σου με συντροφεύει....
Ταξιδεύεις με την
σκέψη σου στο κορμί μου, σ ένα τοπίο υπερφορτισμένο μέσα σε ηδονές που κυλούν
σαν παχύρευστα μέταλλα.
Αργά, βαριά και αθεράπευτα.
Η μορφή σου, σημαδεμένα τρυφερά στον νου μου,
αμείλικτα ορίζει τις νύχτες μου, φυτεύει φωτιές.
Τα χείλη μου λεπίδια, το στήθος μου απαγχονίζει
τους ατελείωτους πόθους μου με την σκέψη ότι είσαι δίπλα μου και με αγγίζεις.
Το χέρι σου γλιστρά ανάμεσα στις
εκκρεμότητες του αόρατου έρμαιου κορμιού μου, στην σκοτοδίνη της ερωτικής
ασίγαστης επιθυμίας μου..
Νιώθω το χέρι σου ,χέρι παθιασμένου αποθησαυριστού
, δολερού συνωμότη και αδίστακτου χειραγωγού του πάθους μου ,των πόθων μας…
Μικροσκοπικά ποτάμια ο ιδρώτας σου, πλατιά ηδονικά
στεφάνια γύρω από τα κόκκινα μου χείλη και τις καφετιές μου ρόγες, ανάσες
μπλέκονται που ξερνούν αβυσσαλέους πόθους .
Ενστιγματικές οι αλήθειες του κορμιού μου , στις
αισθήσεις σου παραδομένη.
Ουράνια η ανυπόκριτη ανάγκη μου να βρεθείς μέσα
μου ,κοντά μου, δίπλα μου να ξεσπάσεις σαν ασυγκράτητη φλέβα στο κορμί μου με
μια ηδονική συντριβή στο μοναχικό μου σώμα.
Οι εφιαλτικοί μου διάδρομοι του ``πρέπει`` απλώνονται
στα σεντόνια μου, ο πόθος μου όμως για μια ερωτική συνεύρεση με απογειώνει…
Ένα κόκκινο πέπλο μεταμορφώνει την αναστολή μου σε
επιθυμία παρατεταμένης ηδονής…
Μυθικό σαρκοβόρο οι πόθοι μου για σένα, ανελέητη
πόρνη του αισθησιασμού σου ,μετουσιώνομαι σε μια άλλη Σαλώμη ικανοποιώντας τα
απατηλά μας πάθη
Σε θέλω, σου ψιθυρίζω και η πλημμυρίδα της ηδονής
μου με ξεπερνάει..
Βυθίζεται η σκέψη μου στην ηδονή σου και η
επιθυμία μου γίνεται αξημέρωτη σαν πολική νύχτα.
Θέλω να σε νιώσω να σε ακούω όταν αναβράζεις μέσα
μου και να πνίγω αυτή την ηδονή σου μέσα σ ένα κόκκινο φλογώδη πόθο μου για
σένα.
Χτυπήματα στα σωθικά μου, η μυρωδιά σου απλώνεται
παντού.
Θέλω να ζήσω μαζί σου άσωτες στιγμές ,στιγμές
υβριστικές που να αναγεννάν ε πυρκαγιές ,στιγμές παράφορου πάθους…
Θέλω να γίνω ο βασιλικός σου,,,, να με χαϊδεύεις
κι εγώ να σου προσφέρω αρώματα και ηδονή…
Αυτό είναι τελικά το ρόφημα που προσφέρεις σε
όποια σε πλησιάζει? το αντίδοτο της πνοής σου που φέρνει την αρμονία του
σύμπαντος τους?
Αφήνω ένα υστερόγραφο για απόψε. Σαν μια επιστολή
που πρέπει να ανοιχτεί. Σαν μια σφραγίδα στο κέντρο ενός γράμματος..Κορμί που
θέλει να το κουρσέψεις…
Σε ψάχνω…
Γιατί σίγουρα είσαι από παραμύθι βγαλμένος….
Θα συναντηθούμε
Με σύνθημα την αφή σου
Με παρασύνθημα την επιθυμία μου
Θα συναντηθούμε
Μη κοιτάς τους λεπτοδείκτες της προσμονής
Μην ακούς τα κελαρύσματα της αθάνατης πηγής
Θα συναντηθούμε
Σαν έρχεται το λίκνισμα του μπλουζ τίποτε δεν
χάνεται
Θα συναντηθούμε
σε μια σχέση όπου την διανθίζει μια υπό_σχεση
και ένα ξέπνοο ψιθύρισμα της ζωής
__________Του μυαλού μου οι εικόνες να 'σβηναν
σαν να 'ταν πόρνες της στιγμής
☼
Ξάφνου άρχισε να
κλαίει γιατί τα μάτια της αντίκρισαν το πιο θαυμαστό απ' όλα, το όνομα που
σφετερίζονται οι άνθρωποι και που φοβούνται ν' ατενίσουν: τον έρωτα, μέσα στα
δικά του μάτια.
Και τα δάκρυα της ήταν η πρώτη για φέτος
φθινοπωρινή βροχή που έπεφτε στο μέτωπό του μουσκεύοντας τη ρυτίδα της
έκφρασης.
Μουσκεύουν οι λέξεις αυτό το βράδυ. Υγρασία
παντού ,σύννεφα μουσκεμένα που κλείνουν τα πέλματα και τα
αγγίγματα καθώς αγκαλιάζουν τα όνειρα.
Μονάχα τα φιλιά που σου κλέβω νοστιμεύουν όταν
είναι υγρά απλώνονται στις αισθήσεις και παρασέρνουν την αγάπη μου σ έναν
ξέφρενο χορό..
Εικόνα αχειροποίητη για σένα έχω φυλάξει.
-Είχες ντυθεί με το λευκό σου ,αραχνοΰφαντο
φουστάνι και κατεβαίνοντας στο μόλο κράταγες τα παπούτσια σου λες και κράταγες
όλα τα άστρα τα ουρανού… Δεν σε τρομάζει που περπατάς ξυπόλυτη κι ας αφήνεις
στο διάβα σου την σκόνη των αστεριών που μαζεύεις κάθε βράδυ με την καληνύχτα σου…
Πάντα χαμογελάς. Ακόμη κι όταν οι σταγόνες από τα
δάκρυα σου φτιάχνουν το ποτάμι της συνάντησης μας, ε συ χαμογελάς φτιάχνοντας
καραβάκια λησμονιάς.
Στέκομαι ακουμπισμένος στο γκρι του φάρου και σε
κοιτάω.
Στον καμβά του μέσα μου σε ζωγραφίζω, παίρνω μελάνι
της φλέβας και τον χτύπο της καρδιάς μου και ζωντανεύω κάθε σου κίνηση ,κάθε
σου λέξη…
Όταν είσαι μακριά μου, χρωματίζω και τις σκέψεις
μου για σένα πάνω σε χαρτιά πενταγράμμου.
Απλώνω το χέρι μου.. Τα δάχτυλά σου αλαβάστρινα η
κίνηση τους θυμίζουν άγγιγμα μουσικού οργάνου, με τις φλέβες τους να
διαγράφονται τα ποτάμια με το αθάνατο νερό της ψυχής σου.
Η μορφή σου ,θυμίζει Αρχαιοελληνικές τοιχογραφίες,
αναλλοίωτες στο χρόνο.. Αγγιζόμαστε κάπου μεταξύ τροπόσφαιρας και
στρατόσφαιρας, μεταξύ Βόρειου και Νότιου τροπικού κύκλου…
Μιλούν τα βλέμματα. Λένε άλλα από εκείνα που λένε
τα χείλη.
«Σ’ αγαπώ» ψιθυρίζουν.
Φωνάζουν ``Σ’ αγαπώ``, και θα μπορούσα τον ήλιο να
σβήσω στα πόδια σου.
Κι ο ήλιος, πήρε να κρύβει σιγά σιγά το πρόσωπο
του στα νερά που βούτηξες λίγο πριν να δροσίσεις το βλέμμα σου
Το πρόσωπο στον καθρέφτη μου έχει το χαμόγελο σου…
Ότι ανασαίνω είσαι εσύ.
Όπου υπάρχω…
Θα μου πεις καληνύχτα.
Τα χέρια θ’ απλώσω να πιάσω τη λέξη, την αίσθηση
της να έχω συντροφιά μέχρι το ξημέρωμα.
Κι απόψε πάλι, θα τυλιχτούμε τις ανείπωτες λέξεις.
Θα κλειστούμε, σ’ ένα δωμάτιο εσύ, σ’ εν’ άλλο εγώ
..
Είχα στρώσει το
τραπέζι για δυο. Ζεστό ψωμί ζυμωμένο από τα χέρια μου. Κρασί λευκό στα ποτήρια
.
Το λευκό τραπεζομάντηλο της γιαγιάς, κεντημένο
με λουλούδια του αγρού μοσχομύριζε.
Από το χάραμα όλα τα βοτάνια απλώθηκαν στο δέρμα
μου, φαγητό γιορτινό για τον ερχομό σου.
‘Σαν πας στα ξένα μάτια μου, μην κάνεις ένα
χρόνο, Μέρα δεν κάνω δίχως σου και χρόνο πώς να κάμω‘’ τραγουδούσανε οι
μουσικοί του δρόμου, κι εγώ άφησα το δάκρυ μου εκεί ανάμεσα από
το ρόδι και στ αντίδια .
Ας στάξω λίγο μέλι να γλυκάνω το ξύδι σκέφτηκα..
Τα μυρώνια μοσχοβόλησαν τον χώρο και το μεγάλο
μαχαίρι του κρέατος καθρέφτιζε την αγωνία της προσμονής σου. Το ελαιόλαδο
έσταξε στο πάτωμα ,’’κακό σημάδι’’ μουρμούρισα .
Τα πουγκάκια αγάπης γεμισμένα με καρύδια και
σουσάμι ροδοκοκκίνισαν σαν παπαρούνες..
Το ημίφως αγκάλιασε το δωμάτιο. Η νύχτα είχε μπει
απειλητικά μέσα μου και το φιτίλι του γιασεμιού είχε καεί… Κι εσύ δεν φάνηκες
ακόμη.
Λένε ότι θα έρθουν άσχημα καιρικά φαινόμενα
,συλλογίστηκα. Οι δρόμοι θα έχουν κλείσει. Μια ξαφνική αστραπή έλαμψε ανάμεσα
από τα πόδια μου.
Ο ήχος από το γεύμα της υποδοχής μεγάλωνε μαζί με
τις βροντές.
Τώρα περπατώ σε σπασμένα γυαλιά και σκορπισμένη
αγάπη. Βυθίζομαι σε σιωπηλές εκρήξεις γευμάτων.
Οι σταγόνες μιας κόκκινης βροχής με συντροφεύει.
Ξεφλουδίζω την ψυχή μου και την κομματιάζω σαν φέτες μανταρινιού.
Γδέρνει η βροχή το δέρμα μου χαράζοντας την
απουσία σου…. οι δρόμοι πλημμυρισμένοι δεν χωρούν τα δάκρυα μου…
Η προσμονή σου αναθυμιάζει από την καρδιά της γης
..........
[Άγγιξες το άπειρο μου σου ψιθύρισα ,σ ένα σονέτο φτιαγμένο με στιγμές]
Χθες βράδυ, ένιωσα
μελωδίες γυμνές να επιθυμούν να με αγγίξουν.
Άκουσα γλώσσες φωτιάς να τραγουδούν και να
ξετυλίγουν την γύμνια της ψυχής μου.
Μούσκεψαν τα συναισθήματα μου.
Εκεί μακριά από τον χωρόχρονο της προσμονής,
ξεπηδούν πλάσματα αέρινα.
Ήρθαν από εσένα.
Ασύχαστα ένα φιλί σου με συντροφεύουν ,μη με
ξυπνήσουν, μη με φοβίσουν.
Ένα φιλί σαν χάδι.
Ανασαίνω μελωδικά, ηδονή μοσχοβολάει η σκιά μου.
Εν αρχήν ο λόγος.
Ανασαίνω στην πρώτη επαφή της δημιουργίας μου.
Βρεγμένη γη, πλέξη παρθενική.
Γίνεσαι διάφανος στο μελάνι των ματιών μου.
Ενδύομαι τις αποχρώσεις της βελούδινης υφής του
φιλιού σου.
Καλημερίζω με ανατριχίλα αγάπης.
Να εξηγήσεις.
Εξηγείται η κίνηση των πλανητών που μοιάζει με
την μελωδία που αφήνει στο στήθος όταν μια μορφή στον αέρα που αναπνέεις
πλανάται και μεταμορφώνεται σε πνοή ζωής?????
Να εξηγήσεις.
Εξηγείται το φως του ήλιου που μοιάζει σαν τον
καθρέφτη της ψυχής σου ,εκείνον που φωτίζει τα συναισθήματα σου και να είναι το
μεγαλείο της ψυχής σου τόσο που απλά να τα παρακολουθείς, λες και όπως ο ήλιος υπάρχει στην
αιωνιότητα έτσι και η αναμονή σου να πλησιάζει το άπειρο????
Να εξηγήσεις.
Εξηγείται η στάση ζωής σου σ ένα θαύμα, σ ένα από
μηχανής Θεό που θα σε λυτρώσει από τα σκοτάδια σου, υπάρχουν τέτοιοι Θεοί, Θεό
μου σε ονομάτισα..
Να εξηγήσεις.
Εξηγείται ο φόβος που σε κάνει να ξαναβρείς τα
σκουριασμένα κλειδιά και να λουφάξεις στην φθαρμένη πολυθρόνα της μοναξιάς
σου????
Να εξηγήσεις .
Άραγε τι χρώμα θα είχαν τα όνειρα ,αν τα
συναντούσα?
Τι αρώματα θα σκορπούσε το άγγιγμα σου?
Οι ποιητές θα κλέβανε τα λόγια μας ?
Κι εκείνος ο τραγουδοποιός έκλεψε την μελωδία του
φιλιού μας… Κι οι ζωγράφοι φτιάξανε νέα εποχή, πια αποθανατίζανε τον έρωτα που
ξεπηδάει από το φως.
Να εξηγήσω.
Σου έδωσα πολλά ονόματα. Αν είχα τολμήσει .Σε
απόσταση αναπνοής ήμουν κοντά σου. Και γύριζα πίσω ,όχι γιατί φοβόμουν μα γιατί
δεν χρειάζομαι το ιδανικό να το αγγίξω , γι α να το λατρέψω. ``Μα ο πόνος
νίκησε πάλι``, λέει ένα τραγούδι που αγαπώ.
Δεν έχω να σου δώσω τίποτε, σου είχα πει. Μην
αφήσεις να μ αγγίξει κανείς σου ζήτησα μονάχα.
Μένω εδώ να ζωγραφίζω τα χιλιόμετρα αγάπης μου.
Αφαιρέσεις του απείρου...Μείον της απόστασης, επί
της αρμονίας, συν της ολοκλήρωσης, δια της απουσίας!!!! Χάλασε η γεωμετρία του
σύμπαντος με τα κομματάκια που σκόρπισε το Άγιο-Πέλαγος...
Δεν αισθάνομαι την ανάγκη να απολογηθώ..Να σ
ευχαριστήσω θέλω μόνο. Που μου φύλαγες ένα δώρο ακριβό. Κι ενώ διδάσκω όλα τα
χρόνια ότι μέσα από το παιχνίδι μεγαλώνει ο άνθρωπος, δεν έμαθα να παίζω με τις
ψυχές τους.
Να σου εξηγήσω μια μου επιθυμία μόνο.
Θα σε περιμένω. όπως κάθε που ξημερώνει και
βραδιάζει. Στη στροφή της ζωής.
Περπατώ μαζί σου σε ιδρωμένους δρόμους ,πιθανοί
δίοδοι της ικανότητας του ‘’ορώ’’ ΣΕ ,μέσα από τον πλησιέστερο άνεμο.
Υπερβαίνεις την αύρα μου ,απομακρύνεσαι
κλείνοντας το φερμουάρ του ερχομού σου, παραμένω στα ακασικά μου αρχεία, τυφλός
οργασμός πράξης δημοσίας αιδούς.
Τα ίδια πόδια φοράω σαν την μέρα που
συναντηθήκαμε. Πόλος έλξης η αέρινη πατούσα .Βηματισμός ανάμεσα σε αυταπάτες
και ιλίγγους παραφροσύνης, έρωτα τον ονοματίζουν.
Υπάρχω για να σ αγαπώ. Τα σωματίδια της μάζας του
ήλιου σου… Καλώ το Ον που μέτρησε τις ανάσες του.
Στάζω μνήμη .
``Στον άνθρωπο, μνήμη καλείται ο χώρος στον οποίο
αποθηκεύονται και από τον οποίο ανασύρονται πληροφορίες συνειδητά. Στην ανώτερη
αυτή μνήμη, που εδρεύει κυρίως στον εγκέφαλο, οι πληροφορίες μεταφέρονται,
κωδικοποιούνται και καταγράφονται σε άλλη μορφή από αυτήν που μεταδίδει η
πραγματικότητα στα αισθητήρια όργανα του ανθρώπου`` διαβάζω.
Πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρις ,αρνήθηκα την αλήθεια
από τη φτερούγα του εγώ σου. Εξακολουθείς να πετάς με μία..
Στην ακολουθία σου , σ ακολουθώ.
Υπάρχεις?????
Θα’ρθεις;
Είμαστε ‘δω κάμποσοι μαζεμένοι. Το κύμα, ο
αέρας, ένα σκαρί στην άκρη ξεχασμένο.
Α, όχι -για δες- έρχονται κι άλλοι καλεσμένοι.
Κάμποσα βότσαλα, αχινοί, πέντ’ – έξι γλάροι- αυτοί.
Θά ‘ρθεις;
Είμαστε κάμποσοι εδώ, καθόμαστε, τα λέμε. Όχι
πολλά κι ούτε με λόγια που μπερδεύουν.
Για δες τους, κι άλλοι φτάνουν κατά ‘δω…
Το πρωινό, δυο-τρία σύννεφα κι’ αν καλοβλέπω
μακριά, κι ένα διστακτικό κομμάτι ήλιου.
Θά ‘ρθεις;
Σου λέω, είμαστε κάμποσοι εδώ, καθόμαστε, τα λέμε.
Να, κι’ άλλοι ήρθαν τώρα δα.
Μια άρπα, ένα βιολί, μια φυσαρμόνικα- αυτοί.
[............
Και το ψιθύρισμα
του χρόνου σαν φύλλα ανέμου ,σταμάτησε το βλέμμα της .
Ο γλάρος κάθισε στον ώμο της.
Ατάραχη συνέχισε να ζωγραφίζει τη μορφή του με
σταγόνες κυμάτων που χορεύανε μέσα σ ένα μπουκέτο από ηλιαχτίδες…
Μέρα και τούτη ,σκέφτηκε και έτριψε το κουλούρι
στη χούφτα της. Τα τσιμπήματα του σπουργιτιού στην χούφτα της την επαναφέρανε.
Η γυναίκα με τα μαύρα ,ήταν εκεί στα βράχια….
Περιμένοντας κάθε
σούρουπο να νοιώσει εκείνο το αγκάλιασμα που τόσο της έλειπε. Ο Ήλιος να
αγκαλιάζει την Νύχτα, σε μια απόσταση φωτός που το άγγιγμα τους να
μεταμορφώνεται σε αστέρι…
Αστέρι μου, την φώναζε.
Είσαι υπερβολική, έλεγε στον εαυτό της
χαμογελώντας… αγαπησιάρικα, έτσι σαν να χάιδευε την παιδούλα που έκρυβε μέσα
της…
Μα το στάξιμο της σταγόνας της έγινε γραφή..πάλι
θα γράψω για σένα , εκεί στην γραμμή των οριζόντων που δεν υπάρχουν ούτε
αποστάσεις ούτε σύνορα.
Σταύρωση σου λέει… Ταφή και Ανάσταση… Από τις
ουλές της Σταύρωσης κυλάει πια το μελάνι και σου γράφω..Ένας ποταμός που τον
διεκδικούν ασύμμετρες καταστάσεις. Κι εσύ να απουσιάζεις… Γιατί χρησιμοποιείς
αυτή την λέξη, με ρώτησες. Γιατί απομακρύνεται η ουσία μου, το μεδούλι που λένε
στον τόπο μου… Και δεν μπορώ και να θέλω να μαζέψω τα κομμάτια μου…
Είχαν ανθίσει οι λεμονανθοί και ο συλλογισμός αν
δεν υπάρχει ταφή δεν υπάρχει ζωή, ήρθε στο νου της.. Έτσι είχε ενταφιάσει τις
επιθυμίες της..χωρίς να σκεφτεί ότι εκείνος ο σπόρος στο βράχο της ψυχής δεν θα
αναγεννηθεί.. Θυμάται έφηβη που με λαχτάρα μίλαγε στα φυτά της. Τα ονομάτιζε κι
όλας. Με την κάθε της επιθυμία .Άλλοτε το δενδρολίβανο μαραινόταν. Μα ο
βασιλικός της ευωδίαζε στο ερώτημα της αδελφής ψυχής…
Ποιος όμως αποφασίζει για εμάς? Σου ψιθύρισα
ξέροντας, ότι το φιλί μου μορφή ανέμου θα γίνει στο μέτωπο σου…
Τώρα θα παίζει το βλέμμα σου με τα χρώματα που σε
αγκαλιάζουν .Πίσω από τον καμβά της σκέψης σου κρύβομαι..Περιμένοντας να σου
δώσω το φιλί της αγάπης μέσα από την Ανάσταση που έφερες στη ζωή μου.
Τρισμέγιστη η προσμονή σου… Με την Ανάσταση των
αισθήσεων, την Ταφή του καημού και την Σταύρωση της αμφισβήτησης.
Η κραυγή του γλάρου την επανέφερε.
``όχι που τρέμω το σταυρό αλλά που δεν μπορώ να
βρω χρυσά καρφιά που να αξίζουν τη θυσία….``
Σηκώθηκε και χόρεψε το τραγούδι. Κι οι καμπάνες
χτυπούσαν πένθιμα.
Από την ψυχή της κυλάει το μελάνι.
Στις στροφές της ψυχής της σκορπώντας το κόκκινο
της λησμονιάς.. ..
Χάραξες κι όμως
χαράζει.
Και από το μοναδικό παράθυρο της ψυχής σου ένας
μετεωρίτης που σε φώτιζε μέχρι χθες, έλιωσε την ελπίδα σου ,για αγάπη.
Κι εκείνο το πάτωμα που στεκόταν το στρώμα του
νου σου μέχρι το χάραμα πια έχει ξεφτίσει ,ζωτικές ίνες τα ξέφτια του..
Ο κάδος των απορριμμάτων ξεχειλίζει από όνειρα
,οι εφιάλτες περιπαίζουν την πίστη μου στον ερχομό σου.
Έλα
Έλα να αλλάξουμε τους ρόλους μας. Ναι ,μη φοβάσαι,
αν θέλεις πάρε και την Βενετσιάνικη μάσκα του τοίχου που έφτιαξες.
Κρυώνω μακριά σου. Θεέ μου, πόσο κρυώνω απόψε. Η
βροχή απειλητικά με κοιτάει πνίγει λόγια ,λες κι ήτανε χάρτινα καραβάκια
γιορτής.
Ναι ,εγώ φταίω για το κλάμα του παιδιού που
κρύβεις μέσα σου ,μα σαν χιονοστιβάδα στριφογυρίζω απόψε γύρω σου.
Οι λεπτοδείκτες ,λέξεις που καρφώθηκαν χωρίς έλεος
στης γης το κορμί και πονάνε. Πόσο πονάνε νάξερες..
Την πνοή μου ψάχνω, θέλω να αναπνεύσω μα έχεις
απλώσει τα χέρια και με κινήσεις χορευτικές καπνούς σκορπάς στο βλέμμα μου..
Απολογούμαι για την απάθεια μου, σεβασμό την
αποκαλούσα.
Ρίχνω στους ώμους μου το σκοτάδι κι η ελπίδα με
σκεπάζει.
Κρύωνα πολύ απόψε. Και το ημερολόγιο φώναζε για
θερμοκρασίες ηλιακής καταιγίδας.
Τσαλακωμένες οι σκέψεις τυλιγμένες σε συσκευασία
δώρου. Μόνο το φως στο μονοπάτι τα ανέμου περιπλέκει το λυχνάρι ,μαύρος ο
καπνός.
Χωρίς αντάλλαγμα οι ηλιαχτίδες διώχνουν τα
σκοτάδια σου .
Είναι κι αυτή η νοσταλγία ,η μυρωδιά από το
χτυπημένο σου γόνατο στην αλάνα της λήθης.
Έλα,
Έλα τώρα, μη γονατίζεις, θα ξανά ματώσεις, σου
φωνάζω.
Η ανάσα σου ισιώνει τα συρματοπλέγματα που μας
ενώνουν. Και φοβάμαι, αυτό που έπλασα μέσα μου, φοβάμαι.
Προσδοκώ. Λέξεις κλεισμένες στο μπαούλο ,με επτά
πέπλα λήθης τυλιγμένες.
Η νοσταλγία μοιάζει στο σιρόπι που με φανέρωνε την
γλύκα από το βάζο της γιαγιάς στο σκονισμένο ράφι.
Σου έδωσα πολλά ονόματα. Τα δοκίμαζες μα δεν σου
ταίριαζε κανένα.
Είναι σωστή η δοσολογία του πρωινού σου καφέ?
Αγγίζει το όνειρο? Μέτριο προς το πικρό, μου είχες πει.
Κι εγώ ακούμπησα το μπαλόνι της ψευδαίσθησης στο
βάζο με το στάσιμο νερό.
``Μόνο αυτός που τολμάει να παίξει δεν χάνει``.
Post στον καθρέφτη μου.
Αντί καλημέρας.
``Λίμνη η
αγάπη σου ,εγκλωβίστηκε στο ατέλειωτο του ωκεανού της λατρείας μου για σένα.
Μετράω τα χρόνια σου στο γέμισμα του
φεγγαριού, απλωμένες οι φτερούγες σου στο ατέλειωτο του ορίζοντα της μοναξιάς
σου.
Θέλω να με πιστέψεις ,μου είχες πει.
Πως αναπνέεις ψέμα μου???
Και τα
δελτία του καιρού μιλούν για καύσωνες που φωτίζουν την αλήθεια του καθένα!!!!
Αλλάξανε
χρώματα τα νούφαρα της προσμονής σου.
Κύκνειο το
άσμα στις φτερούγες των ερωδιών άσμα λησμονιάς κι όχι νόστου.``...
Όταν σκοτεινιάζει ο ορίζοντας, είναι το βλεφάρισμα της ψυχής σου.
Δεν είχα λόγο να
σου γράψω. Να σ αγκαλιάσω ήθελα… Να κλέψω το βλεφάρισμα σου και μια πνοή σου…
Να σου χαρίσω όσα θέλει ο λογισμός σου..Να σου γεννήσω κι άλλα!!! Μα
μπερδεύτηκε ο νους μου…..
Τελικά ,δεν υπάρχει ανοσία στην απουσία.
Ούτε γιατρειά!!!! Στάζει σιωπή απόψε κι όλα αυτά
που σου γράφω τώρα ήθελα να τα κάνω τραγούδι…...
Απόψε , ακούστηκε ο
ήχος της πνοής σου.
Εν χορδαίς και οργάνοις, ανάμεσα σε ένα
κιτρινισμένο φύλλο της ανυπαρξίας σου..
-Πονάω, σου ψιθύρισα.
-Βελτιώνομαι , μου απάντησες. Βελτιώνομαι στην
Αθανασία . Εντάξει , το πήρα το μάθημα μου. Δεν θα έπρεπε να δώσω προτεραιότητα
σε μένα…
```είναι όντως φοβερό…. πως οι εντάσεις
επιστρέφουν εντονότερες καθώς νοιώθω να πλησιάζω την μορφή σου… μα και τόσο
απλά συνάμα. Ανοίγει ο ορίζοντας [ανυπολόγιστη χαρά, παιδιού που η χούφτα του
ενήλικα κρύβει τα ζαχαρωτά!].. βαδίζω στον συγκεκριμένο χώρο.. {σκέψεις που
τρέχουν} ,θα μπορούσε έτσι να λέει το βασίλειο της ,συλλογιέμαι ..αλλεπάλληλες
αντιφατικές σκέψεις… εκείνη η βασίλισσα ενός κόσμου με μεταμορφωμένους
–εξημερωμένους ανθρώπους με ζωώδη μορφή-είπες ποτέ δεν θέλω και δεν έκανα κακό
σε κανέναν ,αγαπάω τους πάντες. ποτέ δεν στέρησες ελευθερίες ,ποτέ δεν κράτησες
δέσμιους. Αχ Κίρκη των πενήντα οστράκων και των τεσσάρων ωκεανών πόσο παράξενα
αυτοπροσδιορίζεσαι!!!Εκείνη πατέρα της είχε τον ¨Ήλιο, ήλιο με λες, ζεστασιά
ψάχνεις, κάψιμο ψυχής και σώματος, μεταμόρφωσε με σε Οδυσσέα σου… Εκείνη
μεταμορφώνει τους συντρόφους του Οδυσσέα σε χοίρους και τους δίνει νέκταρ
λησμονιάς ,,,,Θεό θέλεις να με μεταμορφώσεις δίπλα σου… χωρίς τη λησμονιά ,να
θυμάμαι ποιος είμαι και να οδηγούμαι στο φως… Κίρκη των αντιφάσεων πιο είναι το
μυστικό σου??
Υπάρχει ένα τέλος που φέρνει μια αρχή στο μίτο της
διαδρομής μου… Ο Οδυσσέας έχει το αντίδοτο όταν η Κίρκη τον ερωτεύεται… θνητός
εγώ ,χάνομαι στους ωκεανούς των οστράκων σου…. Σε αισθάνομαι σ όλους μου τους
αιώνες. Χτυπήματα στα σωθικά μου, η μυρωδιά σου απλώνεται γύρω μου, ευωδιές
νυχτολούλουδου ή μη με λησμόνει???
Συλλογιέμαι ότι είσαι η αρμονία του σύμπαντος
μου,, αυτό είναι σίγουρα το ρόφημα που μεταλαμβάνεις σ όποιον σε πλησιάζει, να
αντέξει την συν __ ύπαρξη με σένα, να αντέξει τις αλήθειες σου, μηδαμινοί οι
τυχεροί, έχω εγώ άραγε το μώλυ???
Σε θέλω όσο δεν θέλησα ποτέ μούσα στην ζωή
μου..αυτόγνωρίΖΩ να σου πω,,,, θέλω τα άνθη της γαρδένιας σου να ανθίσουν στον
κήπο της ψυχής μου..θέλω να μεταμορφωθώ στον βασιλικό σου ,να με χαιρετάς κάθε
πρωί και δείλι χαϊδεύοντας με κι εγώ να σου προσφέρω αρώματα και να σε τυλίγω
σε πέπλα αγάπης..
Και η νύχτα προχωράει με βήματα αργά λουσμένη στο
χάσιμο του φεγγαριού… και της σκεπτομορφής σου…```
Κάθε φορά όμως που
ο άνεμος φέρνει αυτή την ταλάντωση στην ανάσα μου ,ρίγος φυτεύεις στο κορμί
μου.
Έρποντας ,εκλιπαρώ την τρυφερότητα των δαχτύλων
σου.
Αιχμαλωτίζω τις αισθήσεις μου σε πηγές αθάνατης
έλξης ,καταργώντας την ακινησία της ουτοπίας του έρωτα.
Στο φως του Αποσπερίτη λούζω τα αστέρια σου…
Στο φως τ Αυγερινού στολίζω την ανάσα σου …
Απόψε σε θέλω πλάι μου.
Με αποδέκτη και φύγαμε!!!!!!!!
````````````````````````````````
Στέκομαι γυμνή μπροστά στη νύχτα.
Δεν ξέρω αν είναι γκρεμός στον ορίζοντα ή η
αγκαλιά σου.
Τετράγωνα όλα γύρω μου.
Κι όμως μεγάλωσα στον ορίζοντα.
Σ έναν ορίζοντα που τα χρώματα του δειλινού
ξεκουραζόταν πάνω στα νυχτολούλουδα για να φεγγοβολήσουν τα αστέρια στο
παραθύρι της ψυχής μου.
Σου χαμογελάω και απλώνω το χέρι μου.
Πονάω μ' ακούς?
Χαμογελώ για να μη βλέπεις τα δάκρυα στις άκρες
των ματιών μου, μιλώ συνέχεια για να γεμίζω τη σιωπή σου...
Φεύγω για να χω τη ψευδαίσθηση πως έχω κάπου να
γυρίσω.
Χύνομαι στο μέσα σου και πνίγομαι στο ανάμεσα της
καθημερινότητας.
Ο ήλιος σου βιάζει ακόμη ένα δειλινό, εισχωρώντας
στην νύχτα μου .
Κρατάω την γκρίζα αλήθεια σου πλεγμένη στα μαλλιά
μου.
Τρομάζω κι ας υπήρξα τρομοκράτισσα
Τρομάζω στο σκόρπισμα του νου, ξέρεις κηπουρό των
αστεριών σε αποκάλεσα, μα δεν σε προφύλαξα από τις κόγχες τους.
Τι νάναι αυτό που κρατά την λίμνη των ματιών σου
και χάνεσαι στους ωκεανούς μου?
Θέλω να σε υφάνω με τις λέξεις μου.
Στην πλατεία του ατέλειωτου να σε απλώσω. Σκορπάς
ρίγη κι εγώ σ ερωτεύομαι.
Έμαθα να κρύβομαι σαν τα φίδια της πλαγιάς σου.
Γητεύτρα μεταμορφώθηκα να σε πλανεύω στον ερχομό σου.
Έλα να δαμάσεις τα όνειρα που φτιάχνω για σένα.
Με γλυκόξινη σάλτσα το βραδινό σου. Πάντα μπερδεμένη
η σκέψη σου για μένα.
Στριμώχτηκα στην σκιά σου ,σήμερα να δυναμώσω.
Στην γωνιά της σκιάς σου στροβίλισα της επιθυμίες μου για σένα. Με την σκόνη
των αισθήσεων σου ,ζωγράφιζα το σ αγαπώ μου.
Βραδιάζει. Απλωμένη η επιθυμία μου για σένα στάζει
έρωτα από-προσανατολισμένη κάτω από τα σκεπάσματά σου ,αγκαλιά με την αύρα σου.
Έμαθες να ακούς από τον ήχο της πατούσας μου. Το κύμα της φωνής σου ,ηχόχρωμα
φάρου επιθυμιών μου.
Έλεγα πως ξέρω ν αγαπώ κι ας μη μ αγάπησα ποτέ
μου.
Πονάω μ' ακούς?
Χαμογελώ για να μη βλέπεις τα δάκρια στις άκρες
των ματιών μου, μιλώ συνέχεια για να γεμίζω τη σιωπή σου...
Φάε με" έγραφαν τα χρυσά γράμματα...και πως
να αντισταθείς σε μάτια που στάζουν καταρράκτες ηδονής?....
Ήθελα το πρωί να βρω στα πόδια του κρεβατιού μου
ένα ζευγάρι κεχριμπαρένια μάτια. Να με κοιτάζουν στωικά μέσα σε ανύπαρκτες
κόγχες ενός ανυπάρκτου κεφαλιού, του κορμιού μου, μονάχα ένα ζευγάρι μάτια..
Χορεύει η ψυχή μου για σένα. Μέσα στις φωτοφοβίες
ενός ψυχεδελικού υπόγειου με τη μουσική να γαντζώνεται από τους αστράγαλους μου
για να σκαρφαλώσει πάνω σε ιδρωμένους μηρούς ,
να συρθεί σε μια πλάτη φολιδωτή, στοχεύοντας να
κουρνιάσει σένα στήθος βαμμένο σε πορφυρούς ομοκέντρους .Έσπασα τη λύρα της
Τερψιχόρης σε μύρια κομμάτια ,πλανεύοντας μια θάλασσα από πέη που λικνίζονται
σα φίδια μαγεμένα
-Κι ας τολμήσουν να με που ΄ναι πρόστυχη…!
Αγαπώ τις Παρασκευές στην ζωή μου. Σ εκείνα τα
λεπτά της ώρας σε περιμένω.
Να προσέχεις ψυχή μου....
Σ αγαπάω, γιατί είσαι το παιδί που φοβόταν τα
είδωλα στους καθρέπτες, κι ήμουν το κορίτσι που φοβόταν τις σκιές.
Μια στάση ζωής μονάχα, για να πάρω εσένα καρδιά
μου, φύλακα των φτερών μου....
Kι αν
νομίζετε πως οι λέξεις πονάνε, μάλλον δεν έχετε ``ακούσει`` σιωπές…
______________________________________χαιρετώ σας!!!!!
Η διαδρομή μου στην
πόλη έχει τετράγωνα κουτιά αντί για ζωές.
Ζωές, σαν χαμένες συναντήσεις.
Συναντήσεις που πλημμυρίζουν σιωπές.
Η σιωπή που μοιράζει μύρια μυστικά στις αλήθειες
των μυημένων στην νύχτα.
Η διαδρομή μου είναι χωρίς αντανάκλαση στο
απέραντο της ύπαρξή σου.
Ο Βούδας είπε ``Όταν πάψεις να προσδοκάς, έχεις τα
πάντα.``????
Άντε να απαντήσεις τώρα. Κι είναι οι ώρες που
παιχνιδίζει το φως της μέρας με το σκοτάδι της νύχτας.
[Τεμαχίζω τον
άνεμο, σκαλίζοντας με την αφή σου τη νύχτα.
Δακρυσμένη η απουσία σου.
Γίνομαι διάφανη στο μελάνι των ματιών σου.
Απόψε, που αστροφεγγίζει ο ουρανός κι αδειάζει
κρασί σε χρώμα λευκό
στην παλάμη σου, η σκέψη σου εξαγνίζει τα όνειρα
μιας άλλης προσδοκίας.]
Πρόχειρα,
ακατάστατα συναντήθηκαν απόψε οι κλωστές της προσμονής, μπλέκοντας τις σκέψεις
στα αγκάθια μιας τριανταφυλλιάς. Σαν κραυγή σειρήνας, με πλάνεψε το άγγιγμα
τους. Κουβάρι οι επιθυμίες. Ένας ορίζοντας ψυχής από χρώματα βελούδινα,
μεταξωτά απλώθηκε. Σώμα Σαλώμης που λικνίζεται η σκέψη μου. Τα πάντα ερμηνεύονται
με την κίνηση...
[περιμένοντας σε τριανταφυλλάκι μου...]
Με αποδέκτη!!!!Και παρακαλώ χωρίς σχόλια!!!!
Καλημέρα.
Πρόταση καθαρότητας του νου.
Για όλους υπάρχει το φως.
Ναι, εκείνο
που φωτίζει και φανερώνει.
Άλλοι το φορούν και λάμπουν. Οι υπόλοιποι καίγονται ,δεν το αντέχουν.
Συννεφάκια αλήθειας το λένε. Δεμένα σε συσκευασία δώρου. Με χρυσόσκονη
που κολλάει στο δέρμα.
Γιατί [λάθος μας το είχανε πει μέχρι τώρα].Μόνο η αλήθεια λάμπει.
Να προσέχεις στις στροφές, τώρα που φεύγεις.Ξ __ έχασες τα φτερά
σου!!!!!
Ξάφνου άρχισε να
κλαίει γιατί τα μάτια της αντίκρισαν το πιο θαυμαστό απ' όλα, το όνομα που
σφετερίζονται οι άνθρωποι και που φοβούνται ν' ατενίσουν: τον έρωτα, μέσα στα
δικά του μάτια.
Και τα δάκρυα της ήταν η Ανοιξιάτικη βροχή που
έπεφτε στο μέτωπό του.
Όπως το τσουλούφι του.
Μουσκεύουν οι λέξεις αυτό το βράδυ.
Υγρασία παντού
,σύννεφα μουσκεμένα που κλείνουν τα πέλματα και τα αγγίγματα καθώς αγκαλιάζουν τα όνειρα.
Μονάχα τα φιλιά που σου κλέβω νοστιμεύουν όταν
είναι υγρά απλώνονται στις αισθήσεις και παρασέρνουν την αγάπη μου σ έναν
ξέφρενο χορό..
Εικόνα αχειροποίητη για σένα έχω φυλάξει.
Είχες ντυθεί με το λευκό σου ,αραχνοΰφαντο
φουστάνι και κατεβαίνοντας στο μόλο κράταγες τα παπούτσια σου λες και κράταγες
όλα τα άστρα τα ουρανού…
Δεν σε τρομάζει που περπατάς ξυπόλυτη κι ας
αφήνεις στο διάβα σου την σκόνη των αστεριών που μαζεύεις κάθε βράδυ με την
καληνύχτα σου…
Πάντα χαμογελάς.
Ακόμη κι όταν οι σταγόνες από τα δάκρυα σου
φτιάχνουν το ποτάμι της συνάντησης μας, ε συ χαμογελάς φτιάχνοντας καραβάκια
λησμονιάς.
Στέκομαι ακουμπισμένος στο γκρί του φάρου και σε
κοιτάω.
Στον καμβά του μέσα μου σε ζωγραφίζω, παίρνω
μελάνι της φλέβας και τον χτύπο της καρδιάς μου και ζωντανεύω κάθε σου κίνηση
,κάθε σου λέξη…
Όταν είσαι μακριά μου, χρωματίζω και τις σκέψεις
μου για σένα πάνω σε χαρτιά πενταγράμμου.
Απλώνω το χέρι μου..
Τα δάχτυλά σου αλαβάστρινα η κίνηση τους
θυμίζουν άγγιγμα μουσικού οργάνου, με τις φλέβες τους να διαγράφονται τα
ποτάμια με το αθάνατο νερό της ψυχής σου.
Η μορφή σου ,θυμίζει Αρχαιοελληνικές τοιχογραφίες,
αναλλοίωτες στο χρόνο.. Αγγιζόμαστε κάπου μεταξύ τροπόσφαιρας και
στρατόσφαιρας, μεταξύ Βόρειου και Νότιου τροπικού κύκλου…
Μιλούν τα βλέμματα.
Λένε άλλα από εκείνα που λένε τα χείλη.
«Σ’ αγαπώ» ψιθυρίζουν.
Φωνάζουν ``Σ’ αγαπώ``, και θα μπορούσα τον ήλιο να
σβήσω στα πόδια σου.
Κι ο ήλιος, πήρε να κρύβει σιγά σιγά το πρόσωπο
του στα νερά που βούτηξες λίγο πριν να δροσίσεις το βλέμμα σου…
Το πρόσωπο στον καθρέφτη μου έχει το χαμόγελο σου…
Ο αέρας που αναπνέω είσαι εσύ .
Όπου κι
αν υπάρχω..
Ξέρω, σ ακούω..
Θα μου πεις καληνύχτα.
Τα χέρια μου θ’ απλώσω να πιάσω τη λέξη, την
αίσθηση της να έχω συντροφιά μέχρι το ξημέρωμα.
Κανείς μας δεν
παρανόησε κάτι...
Ξέραμε καλά το ταξίδι στο σκοτάδι
δεν ήταν παιγνίδι αλλά όνειρο...
Είχα φυλακίσει τη γραφή
σε χρόνου άνυδρους
μ' ένα ξεχασμένο χαμόγελο,
(είχα την τάση να γράφω σε συννεφάκια
και να τα κολλάω σε τοίχους,
μπας και σταματήσω την βροχή της θλίψης μου)...
Απόψε μια άλλη βροχή.
Ίσως φταίει το καινούριο φεγγάρι!
Ίσως εκείνη η μάγισσα
που στην πηγή της Αθηνάς μου ορμήνευε,
κοιτώντας το τρεχούμενο νερό,
ότι μόνο με κάρβουνο και χαρτί θα γιατρευτώ
(και να την πίστευα κι όλας, απλά την θυμήθηκα
σήμερα).
Ίσως η γαλήνη της νυχτερινής σιγαλιάς...
Άπειρα ίσως κρυμμένα πίσω από το βλέμμα σου.
Καλό βράδυ να έχουμε!!!
(Θα με βρεις να μαζεύω αστερόσκονη, ως
συνήθως...).
[Ο θόρυβος των
περαστικών με συντροφεύει.
Μεταμορφώνομαι σε δρόμο απόψε.
Στα μπαλκόνια των πολυκατοικιών χαζεύω
κρατώντας την ανάσα μου μη και φωνάξει το όνομα σου..
Τα κλαδιά του
τσιμεντένιου δρόμου διώχνουν τις σκέψεις μου. Ιέρεια της Άνοιξης, βαδίζω στα
τσαλακωμένες πτυχές των επιθυμιών μου, προσφέροντας την
αιώνια της ύπαρξης μου ,υφαίνοντας προσμονές Αγγέλων.
Τα
όνειρα της Κυριακής βγαίνουν μέχρι το μεσημέρι ,ακούω τα σύννεφα να μου
τραγουδάνε ερωτοτροπώντας με τις Μαγιάτικες ηλιαχτίδες…
Η πρώτη
σταγόνα χαϊδεύει το μέτωπο μου.
Στις
φτερούγες σου κρύφτηκα Άγγελε μου, έλα να αμαρτήσουμε σ ένα κόσμο που θα μάθει
μόνο να χαμογελά…
Ασάλευτη και άσπιλη θα μείνει η βραδιά, έλα….
Στο ξημέρωμα του
ονείρου μου ,τυλίχτηκα στις χούφτες σου, γυρεύοντας η ανάσα μου να βρει, ανάσα
δανεική την δική σου πνοή να προφυλάξει το νου μου από τις φλογισμένες μου
σκέψεις.
Τρίζουν τα σκαλιά του ναού μου και στο
κουρασμένο στασίδι της ψυχής μου ,η εικόνα σου, αχειροποίητη να μου χαμογελάει.
…
Σαν να ήθελε το χαμόγελό σου να αποδράσει και να
μετουσιωθεί σε αγκαλιά ,σ ένα ταξίδι που να μην ξέρουμε
ούτε τον προορισμό μα ούτε και την διαδρομή.
Άπλωσες τα χέρια σου και κρατώντας τα δάχτυλα μου,
μου έμαθες που τελειώνουν οι ευχές… Ο άνεμος γαλαξίες αστεριών έφερε στα χείλη
μου την φωτεινότερη..
Πως γράφεται το θα σε περιμένω πάντα? αναρωτήθηκα.
Σμήνος ηλιαχτίδων άγγιξε τα βλέφαρα μου....
‘’Πάντα ήμουν καχύποπτος με τις σκληρά
ερωτεύσιμες γυναίκες’’, υπογραφή Fassbinder
Κραγιόν, δικό μου χρώματος μοβ[πάντα σου άρεσαν
τα μπερδέματα] .
Φωνήεντα που συναντούν τα σύμφωνα δικά
σου[χάιδευες τους φθόγγους τόσο που ζήλευα τις λέξεις σου].
Η πρωινή σου καλημέρα στον καθρέφτη της ψυχής
μου.
Κάθε φορά όμως που ο άνεμος φέρνει αυτή την
ταλάντωση στην ανάσα μου ,ρίγος φυτεύεις στο κορμί μου.
Έρποντας ,εκλιπαρώ την τρυφερότητα των δαχτύλων
σου.
Αιχμαλωτίζω τις αισθήσεις μου σε πηγές αθάνατης
έλξης ,καταργώντας την ακινησία της ουτοπίας του έρωτα.
Στο φως του Αποσπερίτη λούζω τα αστέρια σου…
Στο φώς τ Αυγερινού στολίζω την ανάσα σου …
Απόψε σε θέλω πλάι μου.
Οι ψευδαισθήσεις μου πια ζωγράφισαν την μελωδία
στο πεντάγραμμο του ερχομού σου.
Που πήγε η πνοή του κόσμου ``γυρεύω να έρθεις στην
αγκαλιά μου`` βγαλμένη από τα σωθικά του???
Δεν φταίω εγώ ,μου αποκρίθηκες. Η μάνα μου μικρό
με θήλαζε με όνειρα…
Δεν αδειάζει ο
χρόνος κι η σκέψη πάνω στη γραφή...Μα θέλω ν'αρχίσω μια πρόταση που να λέει
``ήρθες και....
✔Γράφω για σένα χωρίς να γνωρίζω τις 7 στροφές των 360 μοιρών
που αλλάζει η νομοτέλεια σου, λες και ξεκλείδωσες τα μπαούλα του μυστικισμού
της ύπαρξης σου.
Περπατώ μαζί σου σε ιδρωμένους δρόμους ,πιθανοί
δίοδοι της ικανότητας του ‘’ορώ’’ ΣΕ ,μέσα από τον πλησιέστερο άνεμο.
Υπερβαίνεις την αύρα μου ,απομακρύνεσαι κλείνοντας
το φερμουάρ του ερχομού σου, παραμένω στα ακασικά μου αρχεία, τυφλός οργασμός
πράξης δημοσίας αιδούς.
Τα ίδια πόδια φοράω σαν την μέρα που
συναντηθήκαμε.
Πόλος έλξης η αέρινη πατούσα .
Βηματισμός ανάμεσα σε αυταπάτες και ιλίγγους
παραφροσύνης, έρωτα τον ονοματίζουν.
Υπάρχω για να σ αγαπώ.
Τα σωματίδια της μάζας του ήλιου σου…
Καλώ το Ον που μέτρησε τις ανάσες του.
Στάζω μνήμη .
``Στον άνθρωπο, μνήμη καλείται ο χώρος στον οποίο
αποθηκεύονται και από τον οποίο ανασύρονται πληροφορίες συνειδητά. Στην ανώτερη
αυτή μνήμη, που εδρεύει κυρίως στον εγκέφαλο, οι πληροφορίες μεταφέρονται,
κωδικοποιούνται και καταγράφονται σε άλλη μορφή από αυτήν που μεταδίδει η
πραγματικότητα στα αισθητήρια όργανα του ανθρώπου`` διαβάζω.
Πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρις ,αρνήθηκα την αλήθεια
από τη φτερούγα του εγώ σου.
Εξακολουθείς να πετάς με μία..
Στην ακολουθία σου , σ ακολουθώ.
Ψάχνουμε ο ένας τον
άλλο. Ας ήτανε απόψε η τελευταία μέρα της αναμονής.
ΧόρχεΛουίς Μπόρχες
`
`
`
Απόψε είμαι σαν το φύλλο που το παίρνει ο άνεμος
το σ αγαπώ σου.
Σαν το κυκλάμινο που γέρνει από τους βοριάδες στον
βράχο.
Σαν το νούφαρο που μαράθηκε από τους νοτιάδες της
λίμνης.
Βαθαίνουμε στη σιωπή κατανυκτικά και ερημώνουμε
τις γωνίες των δρόμων.
Χορεύει στα σκοτάδια μου η μοναξιά κι έτσι
πιασμένη από την παλάμη μου κρύβει το φιλί σου στα δυο .
Όπως γέρνει πάνω σου το φεγγαρόφωτο σ αγαπάω κι ας
είσαι σαν δυο ξέφτια τα ουρανού στις άκρες της ψυχής μου.
Μουσκεύουν οι λέξεις ,κολλάν πάνω σου, σε
ερωτεύομαι γερμένη πάνω στα πάθη μου.
Χάραξε στο νου μου απόψε τα περιθώρια σου, που να
σταθώ στην νοσταλγική ώρα μαζί σου ,ψιθυρίζω μέσα από βροντές κι εσύ
σκοτεινιάζεις με τις αστραπές σου.
Οι νύχτες μου, ερμητικά .κλειστοί οι δρόμοι .
Απόψε το πούσι ,γυμνή ομίχλη στα βουνά ,με
εγκαταλείπει κλέβοντας τη μορφή σου από το πλάι μου....
Άσε την αγάπη να
ταξιδεύει. Ίσως κάποτε να φτάσει εκεί που πρέπει ,στην αρχή και το τέλος του
κόσμου μας!
`
-Κι αν δεν φτάσει ποτέ?
`
-Τότε στοιχειώνει μέσα μας..
Μέρα και μήνα που
αποφάσισα να έρθω να σε συναντήσω!!!!
Τον μήνα που αέρηδες σκορπίζουν τα φύλλα των
δένδρων
_____________ σαν το χάδι σου τον ένοιωσα τον
άνεμο, φύλλο πεσμένο στη γη.
Τον μήνα που σύννεφα μουσκεύουν την βρεγμένη γη
____________σαν το φιλί σου υγρό μα η θύμηση πάντα
συννεφιασμένη.
Τον μήνα που ψάχνω τα πανωφόρια μου
__________λεβάντα μυρίζει η αγκαλιά σου.
Αυτόν τον μήνα σε περιμένω πάντα.
Ιέρεια της αιωνιότητας μετουσιώνομαι ,ευλαβικό
φυλαχτό η αγάπη μου για σένα.
Αν παραμείνω στην προσμονή σου έρχεται ο χρόνος
και μου χαϊδεύει την πλάτη.
Νάναι το χάδι σου?
Η πόρτα του σύμπαντος σου όμως πάντα ερμητικά
κλειστή.
Περνάν οι λεπτοδείκτες του έρωτα μου και με
χαράζουν.
Που είσαι?
Ποια πλάνη των ωκεανών σε απομάκρυνε από τον γιαλό
μου?
Μεγαλώνω ψιθυρίζω στον καθρέφτη μου.
Όπως θεριεύει κι η αγάπη μου για σένα.
Στον αέναο χρόνο της λατρείας που σου έχω.
Υφαίνω προσμονές στο διάβα σου.
Έλα.
Ζευγάρωσα με την σκιά σου ,αναγεννήθηκα με την
αύρα σου…
Σήμερα θα βγούνε σεργιάνι οι λύπες μου .
Σήμερα σε θέλω εδώ.
Σήμερα που το μόνο επιθυμώ είναι η ευχή σου.
Κι αν το λησμόνησες η ημέρα θέλω να μου φέρει τον
ερχομό σου.
Κι ας δεν μιλάς.
Στην αστραπή σου έμαθα να διασχίζω την σιωπή και
το μέσα των ονείρων σου να αγγίζω.
Και το τραίνο του χρόνου σφύριξε νέα στιγμή.
Με εχθρεύονται απόψε οι λέξεις
Έμειναν φυλακισμένες σ ένα σύννεφο
Και το φέγγος τα ουρανού σου απαγόρευσε εξόδους
``μαράθηκε ο βασιλικός μου ,σου φωνάζω ,σταμάτα να
τον ποτίζεις με το μάζεμα της βροχής``
Ανάμνησης φορτίο φέρνει το φεγγάρι που γεμίζει
Φυσάει απόψε χνάρια ερώτων σβησμένα από νεροσυρμές
, φωλιές λατρείας καταστραμμένες , αλλάζει ο καιρός κι εσύ με δανεικές φορεσιές
σκέψης τριγυρνάς στις πλατείες της μοναξιάς σου.
Έλα ,πάμε μια βόλτα
Πάμε να κεραστούμε λόγια σιωπής!!!!!
Στις συναντήσεις με
τον διάολο μέσα μου επιθυμώ να μοιραστώ μαζί σου το πρωινό μου τσιγάρο.
Στα χείλη μου στάζει μελάνι από τους χυμούς σου,
κόκκινοι ,στάζουν αίμα σαν το νεφέλωμα γύρω από το φεγγάρι, σημαίνει βροχή κι
αέρηδες ψιθυρίζοντας μου λες ,μετράς το χρόνο σου μα δεν σου φτάνει ποτέ κι ας
τρέχεις στο κατόπι του .
Χαμηλώνω το βλέμμα μου ,γεωτρήσεις απύθμενες
πίδακες ανενεργών ηφαιστείων ,πλημμυρίζει η
σκιά μου.
Ξενύχτησα διαβάζοντας για ένα φάντασμα [ένα είναι
τάχα, ξεχείλισε το φως από τα ξωτικά ] ``Με πόνεσες μέχρι θανάτου και σ΄
ευχαριστώ. Για να πονέσω τόσο φρικτά, φαντάσου πόσα μου χάρισες." γράφει η
Βαμβουνάκη.
Σταγόνες διαλύουν τη γραφή μου.
Λύσε με φωνάζουν ,απελευθέρωσε με.
Σ ακούω μέσα από το μελάνι σου.
Φθαρμένος ο γιακάς του πανωφοριού μου φέτος.
Κι η κόλλα η λευκή.
Που οι λέξεις επιπλέουν μεταξύ ιδρώτα και δακρύων,
φτιάχνοντας ορμητικούς και ερμητικούς καταρράκτες παθών και πόθων.
Σκόρπιες αναλαμπές σκέψεων .
Τελικά καπνίζω υπεραστικές αποστάσεις και
αποδράσεις μη με ρωτάς για πού κι από πού , αφήνοντας ένα βαθούλωμα στο κάθισμα
της πλάνης σου.
Κι ο διάολος εξακολουθεί να θρονιάζεται στο μέσα
μου.
Εξευγενισμένος , όπως η αλήθεια σου τρικλίζοντας
στη ρωγμή που έφτιαξες.
Την διαφορά σου ψάχνω. Διαφέρει το σε συναντώ από
το επιθυμώ.
``έρημα κορμιά ,, καφτάνια της ψυχής αρχαίες
αμαρτίες``, ακούω.
Δεν πιστεύω να με πας στο σπίτι???
Απόψε άλλαξα εποχή
ανάμεσα από μια διαδρομή απουσίας.
Τα λεγόμενα δεν συνοδεύουν τις σκέψεις μου.
Αλυχτώ και ασπάζομαι την μηδενική της ώρας.
Αύριο θα είναι αλλιώτικος ο καιρός. Και η ανησυχία του ασπασμού θα είναι
παρελθόν.
Ίσως γλιστρήσω στη λίμνη από τα δάκρυα των
κιτρινισμένων φύλλων.
-Έβρεξε το χάραμα ,μου είπες με βραχνιασμένη
φωνή.
Έχω μεγαλώσει πια κι υφαίνω τις νύχτες γκρίζα
παραμύθια με νήματα που καρδιοχτυπάνε.
-Φοβάμαι ,σου φωνάζω ,μα το ταξίδι είναι αλαργινό
στους ωκεανούς της ψυχής μου.
Κρατώ ένα ποτήρι λησμονιάς. Ούτε λασπόνερα ούτε
μελάνι ψυχής.
Θύμισε μου πόσους αιώνες σιωπής κρύβει η συγνώμη
μου..
Τα ερωτήματα σου συνεχίζουν να είναι καρφιτσωμένα
στην μήτρα του φόβου.
{γιατί πάντα κάποιος άλλος ευθύνεται για τους
ανεκπλήρωτες έρωτες. ποτέ κάποια}
Μ ακούς???
Αφήνομαι .
Ύστερα άκουσα το χνώτο σου.
Δύο ανάσες δρόμος.
Ύστερα έκανες δέρμα σου την παλάμη μου.
Αν αργήσει το τέλος του ``θέλω να χουχουλιάσω στην
αγκαλιά σου`` μη με ξυπνήσεις.
Κράτα με σφιχτά.
Μονάχα αυτό.
Αγκάλιασε με...
Πολύ ζεστό το
πάπλωμα για τόσο θολό τζάμι…
Σχεδόν κοιμισμένη-όπως η ελπίδα που μίλησε για
λίγο με την ανατροπή και τώρα έπεσε αδύναμη-
σε ξεχνούσα.
Σχεδόν πεπεισμένη-όπως οι λέξεις που στάλθηκαν
σε άλλο χρόνο και άργησαν ν’ αφήσουν τα νοήματα-πως μόνο στον ύπνο μου θα σε
συναντούσα εκείνη τη νύχτα.
Κι όσο σίγουρη ήμουν για τη μοναχικότητά μου,
τόσο γρήγορα ντύθηκα-εν αγνοία-την αλλαγή με ότι
ρούχο ξεκρέμαστο μου είχε απομείνει, για να ‘ρθω να σε βρω.
Αφού είπες έξω απ’ το σπίτι μου εμένα περιμένεις.
«Απόψε δε θα πεις τίποτα γι’ αυτά που πονάνε»,
είπες και με φίλησες με ενός μήνα καθυστέρηση.
«Δε θα πω τίποτα», υποσχέθηκα και σου ζήτησα να
βγούμε στη βροχή.
Κι η σταγόνα να τρέχει όλο και πιο γρήγορα επάνω
στο λαιμό σου. Το φιλί όλο και πιο υγρό να γίνεται.
Για να ‘ρθει αργότερα η καταιγίδα και να σε πάρει
μακριά.
Αν το ήξερα,-αλήθεια-ποτέ δε θα σου έλεγα να βγούμε
στη βροχή εκείνη τη νύχτα...
Ποιος μπορεί να κόψει αυτή τη γραμμή του νόστου και να μετουσιωθεί από την
μνήμη μας?
Ανεβάζω τις προσδοκίες μου στο μπλε τα ουρανού.
Με νότες από το θρόισμα των βουνοκορφών.
Κι αρώματα ζωής σ ένα συρτάρι του νου, γεμάτο με ασπρόμαυρες φωτογραφίες.
Εκεί στο μπέρδεμα της στιγμής που η νοσταλγία σε οδηγεί στο όνειρο.
Σήμερα θυμήθηκα πως είναι όταν τα μάτια γεμίζουν δάκρυα..
[Κρύψε λοιπόν τα συναισ_θύματα σου και προχώρα!!!!!!!
Πότε θα
ψηφιστεί ο νόμος του ΄΄ Μη φοβάσαι’’??
Έκλεισαν όλες οι επίγειες βουλές λόγω κινδύνου?
Συν επακόλουθη η μετέπειτα πορεία μας.
Ας είναι προς Ανάταση ψυχής…
_________________Με την αγάπη μου πάντοτε!!!!
Κι ας την πληρώσω
την αγάπη.
Μόνο σου ζητώ, μη μπερδέψεις το ρ με το μ.
Κι ας την πληγώσω τη λήθη.
Σου βρήκα όνομα σήμερα!!!!!
Καλημέρα θα σε λέω για να χαμογελάς!!!!!!
Ας δράσουμε ,για να
μην χρειαστεί να αντιδράσουμε!
`
όσοι δεν έχουν στρώμα να κοιμηθούν
ξ αγρυπνούν και στοχάζονται.
όσοι δεν έχουν ψωμί, πλάθουν όνειρα.
κι όσοι δεν έχουν ελπίδες και στοχασμούς πεθαίνουν
από πλήξη!
______[κι εγώ μονάχα από αυτό δεν θέλω να πεθάνω
,λέει ο αποδέκτης!!!!!]
Σου είπα διψώ
κι άνοιξες τον βράχο σαν αστραπή
σπέρνοντας άνθη στη χούφτα σου.
`
πλανεύτρα που είσαι στιγμή
στο απρόσμενο και ξαφνικό
φέρνεις το άγγιγμα μέσα στο μύθο
σαν το φιλί τ ανέμου που ξεστράτισε στην άκρη των
χειλιών μου..
`
οι νύχτες μου είναι παγωμένες κι εσύ σμιλεύεις τον
παφλασμό του ονείρου μου......
`
Στέκομαι, στο σκοτεινό σημείο που ορίζουν δυο
λωρίδες από φως.
Την μια την κουβαλώ, την άλλη την ελπίζω.
Ταξιδεύοντας στη
ώρα του δειλινού..
Ερωτοτροπεί ο ήλιος σου με την νύχτα μου.
Ήλιε μου σε ονομάτισα να πλανέψω τον ουρανό σου
επιθυμούσα, με το άγγιγμα σου να φεγγοβολάς τη νύχτα του κορμιού μου.
Ζηλεύω τα χρώματα που απλώνονται στην πίστα της
ηδονής σου ,βυθίζομαι στο απύθμενο του ερχομού σου.
Χαμογελάς, το νοιώθω και ριγώ.
Αισθάνεσαι την αίσθηση της υγρασίας σ αυτήν την μυστική
συνουσία.
Θρόισμα φιλιού το φέγγος των αστεριών μου για
απόψε, αποστράψουσα λάμψη του απόκρυφου πόθου μου.
Σβήσε το φως.
Στη διαδρομή της πνοής σου, ποτίζω το
νυχτολούλουδο μου, οι ευωδιές του σε κουρσεύουν.
Ανήσυχοι οι σφυγμοί σου στα νεφελώματα του απείρου
απόψε.
Σε γδύνω,
σ ένα λάγνο καθρέφτισμα του ωκεανού.
Μετάληψη Θεία του νου.
Άδυτο το λίκνισμα του έρωτα σου ,Πυθία στην άδολη
ηδονή μου...
Έρωτας ντύθηκες με τον ερχομού του φεγγαριού.
Σημάδι στο λακάκι του λαιμού μου ασύχαστη φλέβα
που χτυπάς...
Άνεμος είμαι
που βρυχάσαι φλεγόμενος
στις πηγές του ουρανού σου...
Αιώνες τώρα
βαφτίζομαι στην μυσταγωγία των αστεριών,
αφήνοντας στίχους διάφανους
στα εικονίσματα των λέξεων του πελάγου σου...
Πάλλεται,
συσπάται ο ορίζοντας σου
με τα χρώματα της πνοής μου,
να βάψει το χείμαρρο του νου σου
επιθυμεί...
Οι πιο τρυφερές μου
σκέψεις παίρνουν ένα ξύλινο καθισματάκι και στρογγυλοκάθονται στην ψυχή.
Προσμένουν κέρασμα γλυκό του κουταλιού και
δροσερό πηγής νερό, για σένα.....
Πες μου, τι απομένει πίσω από το σφύριγμά ενός
τρένου, πίσω από την πόρτα που καθώς κλείνει υψώνει τοίχους ανάμεσα στα λόγια;
Υφαίνω σκέψεις με τις ηλιαχτίδες, καρφιτσώνω
αστέρια για τον ερχομό σου..
________Ξυπόλητη βαδίζω στη βροχή και σε
αισθάνομαι!!!!!!!!!
Στο φεγγαρόφωτο της στιγμής..
Κι ας σου είχα πει
ότι οι αποστάσεις των αισθήσεων τη νύχτα μετριούνται με τις θέσεις των αστέρων
τ' ουρανού.
__________________________________καληνύχτα
σου!!!!
[φύλαξε μου φως]
Ξεκούμπωσες
τα κουμπάκια του ωκεανού σου
τινάζοντας σαν γλώσσες καπνού
στο ατέλειωτο της καύτρας του τσιγάρου μου.
Εκεί στο βυθό σου κρύβομαι, πλανεύτρα
της μοίρας σου.
Κοχύλια στην αύρα μου λαμπυρίζουν στην άμμο της
σκέψης σου.
Χτίσε απόψε.
Μάζεψε άνεμο,
ρίξε νερό κι αλάτι και μεταμόρφωσε τις αποστάσεις
σε στάση ζωής.
Νήματα πλέκω,
ζωτικές κλωστές του κορμιού σου περιδιαβαίνουν
στις φλέβες του ερχομού μου.
Σπάσε το ρόδι και μέτρα.
Μέτρα,
στο βυθό είμαι του ωκεανού σου.
Ο σταθμός της αναχώρησης έχει πάψει να υπάρχει πια
στην ομιχλώδη ανάσταση του φωτός σου.
Σταθμός στα fm απόψε
κι εγώ να στέλνω τους κυματισμούς της υπεραστικής
μου έλξης.
Λευκά κουμπάκι με μπλαβί κλωστή ραμμένα στον
ουρανό σου.
Κούμπωσες την θύμηση απόψε.
``Τ' όνειρο δε μουσκεύει στη βροχή``, διαβάζω.
Κι εσύ
βράχος στέκεσαι σμιλεύοντας τον βυθό μου...
Αφόρητος πόθος το
απραγματοποίητο(απόψε με πόνεσε η σκέψη σου ).Α.Α
Ίσως να είναι η μέρα σήμερα.
Σε σκέφτομαι γαμώτο.
Δεν μπορώ να σε ξεκολλήσω απ'το μυαλό μου.
Η αίσθηση ότι ήσουν δίπλα μου όλη την μέρα ήταν μοναδική.
Έφτιαχνα καφέ και σε ένιωθα να χαϊδεύεις το κορμί
μου και να με φιλάς όπως μοναδικά εσύ ξέρεις.
Η αίσθηση αυτή με ανατρίχιασε.
Η απουσία σου δεν έμοιαζε για απουσία.
Η αύρα σου με είχε τυλίξει.
Την ένοιωθα όλη την ώρα.
Προσπάθησα να απαλλαγώ, αλλά δεν μπορούσα.
Όπου και να πήγαινα με ακολουθούσες.
Μου ψυθύριζες όμορφα λόγια και ξαφνικά ένιωσα λες
και βρισκόμουν στην αγκαλιά σου.
Και το απίστευτο δεν μπορείς να φανταστείς ποιο
ήταν!
Μου έκανες έρωτα!
Δεν ήσουν αλλά σε ένιωθα μέσα μου, να με γεμίζεις.
Να συμπληρώνεις τα κενά μου και να μου χαρίζεις
μια μοναδική ηδονή που ποτέ δεν φανταζόμουν πως θα ζήσω.
Πως γίνεται να νιώθεις ότι κάνεις έρωτα με αυτόν
που αγαπάς ενώ δεν είναι παρών;
Πως γίνεται να σε νιώθω;
Να νιώθω τα χέρια σου να χαϊδεύουν το κορμί μου,
να νιώθω τα χείλη σου να με φιλάν ηδονικά, να νιώθω την ανάσα σου στον λαιμό
μου, να νιώθω τους ψιθύρους σου στ'αυτιά μου....
Έκλεινα τα μάτια και απολάμβανα αυτή την μοναδική
αίσθηση.
Σε νιώθω!
Μπορεί να είσαι αλλού, αλλά δεν παύω να σε νιώθω.
Καταλαβαίνω το ότι με σκέφτεσαι κι αυτή που γράφω
αυτές τις γραμμές ίσως με βλέπεις στον ύπνο σου.
Ειλικρινά θέλω όλο αυτό να γίνει πραγματικότητα.
Όμως η πραγματικότητα μου λέει σκληρά ότι δεν
πρόκειται να γίνει.
Οι δρόμοι μας είναι διαφορετικοί.
Δεν γίνεται να εξαπατήσουμε τους συντρόφους μας.
Αυτό είναι που με προσγειώνει και με στενοχωρεί
που όλα όσα δεν πραγματοποιήσαμε όταν ήμασταν ελεύθεροι, θα πρέπει να απλά να
παραμείνουν όνειρα γιατί έτσι προστάζει η λογική.
Σ'αγαπώ και θέλω να έρχεσαι συνέχεια στην σκέψη
μου και να μου κάνεις έρωτα και να με ταξιδεύεις στους δρόμους της ηδονής σου.
Σ'αγαπώ και να με σκέφτεσαι όπως σε σκέφτομαι κι
εγώ.
Απόψε άσε με να έρθω στον ύπνο σου για να σου πω
"καληνύχτα".
Κι αν με ονειρευτείς χάρισε μου ένα χαμόγελο να
έχω το πρωί που θα ξυπνήσω!!!!!!!!!
@@@@@ Να δημιουργείς πάντοτε συναισθήματα μέσα από τις λέξεις.
και ροή .
εδώ , πρέπει να μουσκεύουν οι λέξεις.
Να σε μυρίζει ο άλλος μέσα από τους τόνους,
να σε χαϊδεύει και να σε γεύεται μέσα από τα φωνήεντα,
να σε ακούει από τις καταλήξεις των λέξεων,
και να σε ``βλέπει`` ο άλλος όπως επιθυμεί μέσα από τα σημεία στίξης...
Να γράφεις σαν να κάνεις έρωτα.
Αλλά να διαβάζεις στο δέρμα του εραστή[ας είσαι και ερωμένης]το ``γάμησε
με``.....
Μπορούμε σε ένα
βαθμό να ορίσουμε εμείς την τύχη μας?
Ή
τα πάντα είναι απλές και νοήμονες συμπτώσεις?
Ξημέρωσε στα
βλέφαρα σου.
Δεν θα έρθεις μου είπες κι ας μας χώριζε μια
α—νοητή γραμμή .
Έκτακτο γεγονός ,ένα έκτακτο γεγονός σε βάζει
πάλι στην τροχοπέδη του μη.
Ένα έκτακτο γεγονός συνέβη και δεν θα έρθω μου
λες.
Κι εγώ τελικά έτσι είμαι για σένα συλλογιέμαι
και σβουτςςςς βουτάω στο χάραμα της στιγμής..
Ένα έκτακτο γεγονός λατρείας..
[φύλαξε μου τις φουρκέτες μου
και στα τσαλακωμένα σεντόνια τις μυρωδιές σου]
Την έχει αράξει άνετος και ωραίος μέσ' την ψυχή
μου.
Που και που ρίχνει κανέναν υπνάκο, έτσι για να
κρατιέται, λέει, δυνατός και ακμαίος.
-Τι' σαι συ ρε παιδί μου;, τον ρώτησα,
-Τι παριστάνεις μέσα μου;.
-Είμαι το χάπι για την αθανασία της ψυχής σου,
έτσι μου' πε.
-Δίνε, μου λέει, δίνε με πάθος την ψυχή σου σ' ότι
κάνεις.
Κοίτα τους ανθρώπους στα μάτια, άγγιξε τους, αγάπα
τους μέχρι να πονέσεις, αφέσου στο σωτήριο κλάμα σου..και μην φοβάσαι.
Η συγκίνηση είναι η περιουσία της ψυχής σου.
Αυτή την κάνει αθάνατη.
Αυτά μου'πε, αυτά σου λέω.
ღღღΤον λένε λέει έρωτα και δεν είναι ποτέ απών.ღღღ
Που και που μόνο ρίχνει κανέναν υπνάκο, έτσι για
να κρατιέται δυνατός κι ακμαίος..
Κλεμμένο.
____________κι αυτό:
Τα ευτυχισμένα κορίτσια είναι τα πιο όμορφα.
Υφαίνοντας ελπίδες
___________________σου θυμίζω να ακουμπήσεις τα
όνειρα στο χαλί των συναισθημάτων σου.
Κρυώνω στο σκαλάκι των αναμνήσεων μακριά σου..
Καλημέρα σου.
Πες μου πάλι εκείνη
την ιστορία για τον ήλιο, που ήταν τόσο ερωτευμένος με τη σελήνη, που πέθαινε
κάθε βράδυ για να την αφήνει να ανασάνει.
Ή η ψυχανάλυση έχει
λάθος πρότυπα, ή οι τραγωδίες έχουν λάθος πλοκή.
____________________καλημέρα σου.
Φεύγεις καμιά φορά
και χάνεσαι πίσω από κουρτίνες χειροποίητες που τις υφαίνεις στο χέρι μέρα με
τη μέρα.
Να μην δουν οι άλλοι, να μην νιώσουν , να μην
αγγίξουν ,να μην σπάσουν τίποτα.
Και μια μέρα η κουρτίνα ανοίγει και κάποιος σε
βλέπει εκεί γυμνή.
Βλέπει τη γραμμή των μηρών σου που δεν είναι
τέλεια, βλέπει ότι έχεις σημάδι στην πλάτη.
Και δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να παραδοθείς.
Γιατί κατά βάθος ήθελες να ανοίξει η κουρτίνα.
Μα μέρα με τη μέρα αρχίζεις και ντρέπεσαι και
κρύβεις το σημάδι, μαζεύεσαι στη γωνία για να δείξεις το σώμα σου από καλύτερη
οπτική.
Και ασυναίσθητα αρχίζεις πάλι να υφαίνεις την
κουρτίνα.
Εκεί στη γωνία που είσαι, γύρω σου να σε τυλίγει.
Και τελικά εκείνος δεν μπορεί να σε δει.
Ξαναμένεις μόνη και κρυμμένη.
Με το κρυφό πόθο να έρθει ο επόμενος.
Μονάχα που ξέρεις ότι θα κρυφτείς στο τέλος και
από αυτόν.
Από όλους θα κρυφτείς.
Γιατί η κουρτίνα δεν σε χωρίζει από εκείνους που
είναι έξω.
Σε χωρίζει από εκείνο που έχεις μέσα σου.
[Νέκταρ των αστεριών στη χούφτα σου....[Ξανά]
μεθώ.
Απόψε γκρεμίστηκε ο στίχος της απουσίας σου που με
κέντησε.
Φωνήεντα που ανηφορίζουν στης σιγαλιάς το φως.
Ακούω την προσμονή σου. ]
``Πώς αιχμαλωτίζει
κανείς τη στιγμή;
Πώς αναμετριέται με την αιωνιότητα;
Μέσα απ' τον έρωτα και μέσα από την αλήθεια,
διαβάζω .``
Χείμαρρος ορμητικός τα συναισθήματα ,ψάχνεις γη
να τα ακουμπήσεις.
Θυμός κι απόγνωση η κοίτη του ποταμού σου
φουρτουνιάζει τα σύμπαντα του νου.
Αλλάζω διαδρομή ,μαγεία στρωμένη η θύμηση σου.
Κόψε σου ζητάω τον χάρτη της τράπουλας στα δύο.
Μη την κοπανάς πάλι σαν φοβισμένος σπουργίτης.
Εντάξει, το ξέρω, άνοιξε το λαγούμι σου καρδούλα
μου και κρύψου.
Ε, καλά τώρα!!!!
Σιγά το νέο γεγονός!!!!
Νομίζω μου λες, νομίζω ότι πρέπει να ξεκολλήσεις
το στρείδι της απόρριψης, από τον βράχο της καρδιάς σου…
Φτιάξε ένα κύκλο με τα χρώματα του δειλινού και
σβήσε το γκρίζο από την σκιά σου.
Μη ξεχαστώ!!!
Βάλε και μια αναζήτηση στα fm
Ναι η μουσική γέφυρα θα είναι επιλογή μου, μελωδία
άνευ λόγου !!!!
ΖΗΤΕΊΤΑΙ
Θα πεις, ζητούνται ζεστές αγκαλιές για ένα
άτομο[χημικός όρος με μαθηματική ακρίβεια] [αλήθεια από τι υλικό είσαι
φτιαγμένος]που να μη παραδίδουν τα όπλα τους αμαχητί και να μεταμορφώνουν την
δειλία και το φόβο σε φιλότιμο.
Σε στενεύει η μάσκα σου ε?
Είναι της νιότης σου, την θυμάσαι?
Εγώ σωπαίνω...
Υπνωτισμένη γράφω..
Αέρινα τα δάχτυλα μου στάζουν μελάνι χρώματος
μπλαβί..
Ο άνεμος λικνίζεται ως χορευτής των Σούφι
ασκητεύοντας την σκέψη μου στον μυστικισμό των λέξεων ..
Γράμμα το γράμμα φτιάχνω την μορφή σου .
Άλλος κανείς.
Ένας ήλιος μέσα στο καταχείμωνο της νύχτα έχει
θρονιαστεί στον ιστό της καρδιάς μου φτιάχνοντας σινιάλο λατρείας στο μπαλκόνι
σου...
Με ξεσηκώνει η καύτρα του τσιγάρου σου στα χείλη
μου...
Η μυρωδιά του καπνού βλεφαρίζει με την απουσία
σου...
Από την σιγαλιά του ουρανού υψώνεται ένας
καταρράκτης επιθυμιών.
Να φταίει το λίκνισμα τ ανέμου και νίκησε τη
λήθη???
Τελικά είναι αλήθεια
Η έρημος φτιάχτηκε για να φυλάσσουμε τις οάσεις...
Κι εκεί δεν υπάρχει λάθος γιατί τη διαδρομή της
ερήμου, γνωρίζει μονάχα ο καθρέφτης [μας]....._____________!
Μούδιασμα απόψε στη
σκέψη μου.
Η απουσία σου με οδηγεί στο φευγιό μου .
________________________Χαστούκι απέναντι στην
επιθυμία...
Διαλέγοντας....Επιλέγοντας...
Υπάρχουν πάντα λευκές σελίδες στο βιβλίο της
ζωής μας τελικά για να χωρούν τα λόγια που δεν αντέχει η φωνή……….
Κι εσύ διάβασες την
σιωπή μου!!!!!
Λατρεύω που βάφτισα
την τυχόν αμαρτία προσευχή!!!
Κι εκεί σε έχω…
Με μια απόδραση
χωρίς να είναι ούτε καν μελετημένη..
Πάμε να φύγουμε σου
ζητάω,,, μα δεν ρωτάω ούτε ποιος είσαι …
Ολόγυμνη αφέθηκα με
χέρια ανοιχτά στον άνεμο του χθες στην αύρα των
μελλούμενων!!!
Ορθάνοιχτα φτερά δυο δρασκελιές, και ίπταμαι!
Γυμνή, ολόγυμνη, έτοιμη να ξαναγεννηθώ... μαζί
σου…
Με μια κοινή πορεία με διαφορετικές
προτεραιότητες….
Ανασαίνω την αμφιβολία , μα την μεταμορφώνω σε
λατρεία!!!
Παράξενη αίσθηση ,θα έλεγε ο κοινός νους.
Καταστροφική θα ήτανε αν δεν ήταν ελπιδοφόρα…
Κάτω απ' τον ίδιο ουρανό είμαστε….
Δεν ανταμώσαμε, ποτέ, ίσως διασταυρωθήκαμε,
χωρίς να κοιταχτούμε….
Καλημέρα σου
!!!!!
Κι ας ξαγρυπνώ με τις Λ __ έξεις σου!!!!!
Κι ας αλλάΖΕΙΣ ονόματα για να φτιάχνεις καινούρια αδιέξοδα στη ζωή σου..
Κι εκείνο το ``τίποτε`` σε χαρακτηρίΖΕΙ!!!!!
Στην παράκληση μου ``πάμε να φύγουμε`` τελικά έφυγα μόνη μου.
ΞαναβαφτίΖΩ την αλλαΓΗ μου…
Άντε τώρα να
εξηγήσεις τους αποχαιρετισμούς της βροχής στα διψασμένα πελάγη.
Να σιωπήσουν θέλησα μα στα θολόνερα της ουτοπίας
γλίστρησα.
Τώρα επιθυμώ να έχω τις τσέπες στα χέρια μου.
Έχοντας γράψει σ όλους τους καθρέφτες του νου
μου τα όνομα μου.
Μη Ξεχάσω την Ύπαρξη μου…
_______________Καλημέρα!!!!
Αιθέρας ξεχύνεται
στις κοιμώμενες αισθήσεις.
Μίτος συναισθημάτων κόμποι στο διάβα σου.
Μινώταυρος επιθυμιών σ ένα Λαβύρινθο σκέψεων....
Ουπςςςςςςςς !!!!!!
Σκουντούφλησαν τα σύννεφα απόψε πάνω στα φύλλα
του φιλιού σου!
Άλλη μια δυνατή αγκωνιά στα σκεπάσματα και
φρουρρρρρρρ!!!
Ο ασκός της ηδονής
χάνεται ανάμεσα στον αρμό της πόλης!!!
Έλα
Κανείς δεν νοιάζεται!!!!
Έλα να σ αγκαλιάσω εκεί τρέχοντας στων παιχνιδιών
μας τις αλάνες.
Υγραίνεται η ψυχή μου από τις μυρωδιές ,αφήνοντας
πατημασιές στο ενοχικό σου πάτωμα.
Άρωμα παντού.
Και χάδια.
Σκέπασε την γύμνια σου με την ψυχραιμία μου.
"Δίνε, αλλά μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να
χρησιμοποιηθεί".
Σε μια μήτρα
από μνήμες ξύπνησα το χάραμα.
Λουσμένη σ ένα όνειρο που η μοναξιά είχε συναντήσει τον συνοδοιπόρο της.
Εντολοδόχος η ανάμνηση με τρόμαξε.
``επέστρεφε συχνά και παίρνε με`` γράφει ο ποιητής.
Οι επιθυμίες απομακρύνθηκαν από εσένα.
Νοέμβρης και κλείνεις τα παράθυρα στην θύμηση ,ψίθυροι σφαλίζουν τις
πνοές.
Σήμερα που η ημέρα κρύβει μια φθινοπωρινή μουσικότητα επιστρέφω στην
μήτρα που γιορτάζει κι ας μεγάλωσα....
Καθρέφτισμα ζωής.
Ανάμεσα στις κενές φιάλες χρωματιστών μηνυμάτων.
Κάποιος, στις στιγμές μου διατηρεί στον αιώνα
μυρωδιές από βότανα.
Τα υφαίνει ανάμεσα από τις σκέψεις μου ,βάζοντας
ξερούς καρπούς ,την ψυχή μου μοιάζει το περίβλημα τους.
Πέτρωμα πέτρινο στον ορίζοντα, πέτρες παντού.
Σμήνος τα όνειρα στο συννεφένιο της μέρας, ρίγη μ
ακολουθούν στην ανυποψίαστη της ηλιαχτίδας του φωτός.
Επιθυμώ να βρέξει.
Η σταγόνα θα φέρει λύτρωση στο θολό της μορφής σου
στο άυλο της ύπαρξης σου..
Κρατάς μπλε ομπρέλα?
Το γνωρίζω πια.
Σε βολεύει η απόσταση.
Προσδιορίζει την στάση της ζωής σου…
Απορημένη αγγίζω τα ξέφτια των ονείρων σου που
ατενίζουν τον φθαρμένο σου ορίζοντα.
Αντισηπτικό στις
χούφτες σου .
Ναι άπλωσε την συνείδηση σου.
Και μπόλικο χλώριο θα σου χαρίσω.
Ξάσπρισε τις γωνίες της ενοχής μου.
Έτσι
Για να φεγγοβολούν.
Με την σκόνη του απόλυτου μου τι σκέφτεσαι??
Ψάχνεις τρόπους να την κρύψεις στο ταπέτο της
ψυχής σου, ξέρω..
Γυμνή η μέθη μου για σένα απόψε.
Μελλούμενης επανάστασης.
Λες?
Με πλάθει το δειλινό κι εγώ χαμογελάω με το χάδι
σου....
Κι ένας ήλιος να
παιχνιδίζει με την ομίχλη της σκέψης σου.
``σαν πέφτει η πάχνη στη γη είναι από το
σφιχταγκάλιασμα των ανθρώπων που αγαπιούνται όσο μακριά κι αν ζουν..``
Σαν να τον γένναγε ένοιωθε όταν την κοίταξε με
μάτια υγρά από την λαχτάρα του να της μιλάει για τα μελλούμενα.
Ναι έτσι ήταν στην ζωή της ,σε μια διαστολή
αγάπης στην μήτρα του κόσμου.
Δοκίμασε τα κούμαρα ,κι ένοιωσε την πίκρα του..
Κύλησε το δάκρυ στα χείλη της και σταμάτησε στον
χτύπο της καρδιάς της.
Πόσο θα ήθελε να τον αγκαλιάσει σ αυτό το λεπτό
της απουσίας του…
-θα μου δώσεις μια μπουκιά από την ζωή σου [ κι
αυτός συνέχισε να γλύφει το κουταλάκι από το γλυκό του κουταλιού ].
Γεύση βατόμουρου η μέρα σήμερα.
Αγκαθένιες οι ανάσες και οι ηλιαχτίδες να παίζουν
κυνηγητό στην πλάτη της.
Κι ας έχτιζε με τις αισθήσεις της ψυχής της ένα
κόσμο κόσμημα που πλανάται σε αρμονία, πέρα από όλα αυτά που τον ορίζουν ,ακόμη
κι ο ίδιος του τον θαυμάζει ,,,,μα φοβάται και τρομάζει πολύ στο γένοιτο ..
Ακολούθησε κανείς τον χείμαρρο των ονείρων σου
,τόλμησε να τον ρωτήσει.
Κόμπιασε σαν το νερό που εμποδίζεται από τους
κορμούς της βελανιδιάς που έπεσαν ,εμπόδια στη ροή του νερού από την τελευταία
θεομηνία..
Φθόγγοι λήθης το θρόισμα τα ανέμου..
Κι ο πραματευτής διαλαλούσε για ψημένα κάστανα.
Έλα να σου δώσω δυο να ζεστάνω την χούφτα σου…
``Ποτέ μη κρατήσεις κακία σε κάποιον που σε
πλήγωσε..
Δεν ξέρεις πόσο πόνεσε ο ίδιος για να καταφέρει
να το κάνει.``________Λένε!!!!!!
Ποιος ακούει άραγε....
Παράλληλα και τόσο
διαφορετικά τα σύμπαντα που μας εξουσιάζουν,καρδούλα μου.
Κι εγώ
σου μίλαγα για την τροφοδοσία από το περίσσευμα
αγάπης που σου έχω..
Έφυγες???
Νεφελώματα και
Γαλαξίες φτιάχνεις στο ριζικό μου.
Περίλυπη η διαδρομή ,σαν την ημέρα του
ξεριζωμού..
Οι εραστές μεταμορφώνονται σε αρχηγοί Θεών όταν
δεν συναντιόνται...
[Ξ_ έχασα το μαντήλι μου στην κρεμάστρα των
ονείρων σου.κρυώνω τούτο το πρωινό.]
Σαν τις κόγχες των
αστεριών οι άνθρωποι απόψε.
Απόμακροι κοφτεροί.
Δίχως ίχνος φωτός ``άνευ φιτιλιού `` μου λες.
Κι εγώ πάταγα σε κοφτερές βουνοκορφές για να
τους φτάσω.
Πες το , το σε αγαπώ γαμώτο, κρύψε το α-- ,πες
το και νιώσε πριν ζητήσεις το αγάπησε με.
Μη διπλώσεις τις επιθυμίες σου απόψε.
Ούτε να στολίσεις τη νύχτα σου με φο-μπιζού
όνειρα.
Παρεκτρέπομαι μα τούτη τη νύχτα πατώ ιδρωμένη σε
μυρωδιές λαθών και αποκλίσεων ζωής.
Σου το θυμίζω......
``Μουσκεύουν οι
λέξεις αυτό το βράδυ.
Υγρασία παντού ,σύννεφα μουσκεμένα που κλείνουν
τα πέλματα και τα αγγίγματα καθώς αγκαλιάζουν τα όνειρα.
Μονάχα τα φιλιά που σου κλέβω νοστιμεύουν όταν
είναι υγρά απλώνονται στις αισθήσεις και παρασέρνουν την αγάπη μου σ έναν
ξέφρενο χορό..
Εικόνα αχειροποίητη για σένα έχω φυλάξει.
Είχες ντυθεί με το λευκό σου ,αραχνοΰφαντο
φουστάνι και κατεβαίνοντας στο μόλο κράταγες τα παπούτσια σου λες και κράταγες όλα τα άστρα τα ουρανού…
Δεν σε τρομάζει που περπατάς ξυπόλυτη κι ας
αφήνεις στο διάβα σου την σκόνη των αστεριών που μαζεύεις κάθε βράδυ με την
καληνύχτα σου…
Πάντα χαμογελάς.
Ακόμη κι όταν οι σταγόνες από τα δάκρυα σου
φτιάχνουν το ποτάμι της συνάντησης μας, ε συ χαμογελάς φτιάχνοντας καραβάκια
λησμονιάς.
Στέκομαι ακουμπισμένος στο γκρι του φάρου και σε
κοιτάω.
Στον καμβά του μέσα μου σε ζωγραφίζω, παίρνω
μελάνι της φλέβας και τον χτύπο της καρδιάς μου και ζωντανεύω κάθε σου κίνηση
,κάθε σου λέξη…
Όταν είσαι μακριά μου, χρωματίζω και τις σκέψεις
μου για σένα πάνω σε χαρτιά πενταγράμμου.
Απλώνω το χέρι μου..
Τα δάχτυλά σου αλαβάστρινα η κίνηση τους
θυμίζουν άγγιγμα μουσικού οργάνου, με τις φλέβες τους να διαγράφονται τα
ποτάμια με το αθάνατο νερό της ψυχής σου.
Η μορφή σου ,θυμίζει Αρχαιοελληνικές τοιχογραφίες,
αναλλοίωτες στο χρόνο..
Αγγιζόμαστε κάπου μεταξύ τροπόσφαιρας και
στρατόσφαιρας, μεταξύ Βόρειου και Νότιου τροπικού κύκλου…
Μιλούν τα βλέμματα.
Λένε άλλα από εκείνα που λένε τα χείλη.
«Σ’ αγαπώ» ψιθυρίζουν.
Φωνάζουν ``Σ’ αγαπώ``, και θα μπορούσα τον ήλιο να
σβήσω στα πόδια σου......``
[από τα κιτρινισμένα γράμματα του δειλινού που
μετουσιώθηκαν σε φυλαχτά αιώνων ...ακόμη μοσχοβολούν λατρεία ..]
Η υπέρτατη έκσταση
είναι η πλήρης προσήλωση, διαβάζω
``Σήμερα η ημέρα θέλω να με οδηγήσει σ αυτόν που
``λέει`` το χάδι.
Και το φιλί.
Κι ότι η προσμονή έχει τις μυρωδιές σου στην
ανάσα μου.
Ναι μη γελάς.
Τσιγγάνικες οι σκέψεις μου δραπετεύουν και
συνέχεια ταξιδεύουν.
Πάω να εναποθέσω τα εσώψυχα μου στα αδέσποτα.
Ο ήλιος σου βιάζει ακόμη ένα δειλινό, εισχωρώντας
στην νύχτα μου .
Κρατάω την γκρίζα αλήθεια σου μπλεγμένη στα μαλλιά
μου.
Τρομάζω κι ας υπήρξα τρομοκράτισσα
Τρομάζω στο σκόρπισμα του νου, ξέρεις κηπουρό των
αστεριών σε αποκάλεσα, μα δεν σε προ φύλαξα από τις κόγχες τους.
Τι νάναι αυτό που κρατά την λίμνη των ματιών σου
και χάνεσαι στους ωκεανούς μου?
Θέλω να σε υφάνω με τις λέξεις μου.
Στην πλατεία του ατέλειωτου να σε απλώσω.
Σκορπάς ρίγη κι εγώ σ ερωτεύομαι.
Έμαθα να κρύβομαι σαν τα φίδια της πλαγιάς σου.
Γητεύτρα μεταμορφώθηκα να σε πλανεύω στον ερχομό
σου...
Έλα να δαμάσεις τα όνειρα που φτιάχνω για σένα.``
Και φυσικά η
απουσία σου έφερε τις κατσιβέλες ημέρες!!!!!!!!!!
Ο έρωτας μου κλείστηκε ερμητικά πίσω από τα
σκούρα παράθυρα, να δυναμώνει την θλίψη μου για μένα.
Ξύπνησα από τις σταγόνες του ονείρου μου.
Δεν ήσουν .
Εσύ πίσω από τις γραμμές των οριζόντων κι ο άνεμος
να ξελογιάζει με ερωτόλογα το κλαδί του μπαλκονιού σου.
Κάθισα στο κεφαλόσκαλο αναζητώντας την πνοή σου.
Ένα φτερούγισμα έφερε την μελωδία της βροχής ,χάδι
το ένιωσα σαν τις νύχτες τις ασέληνες μακριά σου.
Σαν τα φοβισμένα χελιδόνια που ψάχνουν τις
χαλασμένες φωλιές τους ,σε θέλω.
Άρχισε να βρέχει.
Μείνε αν θέλεις σιωπηλός μέχρι το τέλος της
καταιγίδας μου.
Το φύσημα τα ανέμου θυμίζει τον έρωτα που σου
έταζα με τα μάτια μου.
Είσαι αληθινός ή η εμμονή πως θα έρθει το ιδανικό
μου?
Για μένα ο χρόνος είναι συνοπτικός.
Το τοπίο εξακολουθεί να με πληγώνει ,ομιχλώδη φάση
καιρικών φαινομένων, μου είπες.
Η αιωνιότητα σου συνεχίζει να με κερνάει γλυκό του
κουταλιού ,πασπαλισμένα με χαμόγελα κι αγγίγματα.
Γλυκό φιλί ,αφήνω στον ώμο σου.
Γυρίζω την πλάτη μου .
Νυχτώνει.
Στο απέναντι πεζοδρόμιο ένα ζευγάρι πουλιών
τσιμπολογάει από το ίδιο ψωμί.
Δεν πεινάω.
Σ αγαπάω.
Χάδι και απειλή η μορφή σου.
Απόψε δεν θα κοιμηθώ.
Το παράθυρο του ονείρου το έχεις ερμητικά κλειστό.
Λόγω βροχής.
Οι εραστές μου γίνανε εφιάλτες.
Έρχεσαι????
Σε πενήντα και μισό
δρόμους
προχωράει η χαρακωμένη από την μοίρα της
σκοτεινιάζοντας τα μονοπάτια μη ακουστεί εκείνος προλαβαίνει γρήγορα και
βιαστικά να πλένει στη γούρνα της αυλής το πουκάμισο της από τα χάδια του
μυρίζει συνέχεια το μαντήλι του αιώνες διπλωμένο με ροδοπέταλα
____________________________________μα δεν
μιλά!!!!!
Σε πενήντα και μισό μονοπάτια
στέκεται η χαρακωμένη από την μοίρα της σε μια
πλημμυρισμένη λίμνη αυτολύπησης και στεναγμού σταγόνα σταγόνα ποτίζει με το
δάκρυ της το τσεπάκι του παντελονιού του ανάμεσα στα πόδια της σαν χαλασμένη
βρύση ακούγεται ο καημός της
___________________________μα δεν μιλά!!!!!
Σε πενήντα και μισό σκιές
λικνίζεται η χαρακωμένη από την μοίρα της σ έναν
καθρέφτη που χωράει το σπέρμα του όταν αυτό θαβόταν στη γη της λευκός ναός με
ήχους κόκκινους σαν το αίμα τους στους όρκους σιωπής που ξεχάσανε
____________________________________μα δεν
μιλά!!!!
Εκεί στα εσώψυχά της κυλλά ένα ποτάμι που σκεπάζει
τις πενήντα και μισό πέτρες που παρέσυρε με τον ερχομό του κι η χαρακωμένη από
την μοίρα της χαμογελά
__________________ μα δεν μιλά!!!
Ξ__έχασε πια την μελωδία της φωνής συμβατικές
υπάρξεις την ακολουθούν με νεύματα χορού αφορίζοντας τη διαδρομή της χαρακιάς
της....
`
`
” Στάθηκα σε ίση απόσταση από την αθλιότητα και
από τον ήλιο.
Η αθλιότητα δεν με άφησε να πιστέψω ότι όλα θα
πάνε καλά.
Και ο ήλιος μου έμαθε … “AlbertCamus
Συνεχίζοντας ο
θυμός σου να γεμίζει το κενό μου.
________Αν υπάρχει οτιδήποτε Θεϊκό στο Θεό είναι
αυτό: τόλμησε να φανταστεί τα πάντα.
-Φοβάσαι τελικά, κι
ας μη ξέρω το γιατί.
Χθες ονειρεύτηκα μια αυλή, της είπε.
Μια αυλή που τα
παιδιά κλωτσούσαν όνειρα με ματωμένα πόδια.
Εγώ όμως δεν ήμουν
μαζί τους.
Μεταμόρφωνα το
όνειρο με σπασμένα κεραμίδια σε πύργους ιδεών και ιδανικών κι ας μια σχισμένη
μπάλα πάντα τα γκρέμιζε...
-Σ ακολούθησε κανείς ,τόλμησα να ρωτήσω.
`Κόμπιαζε ψάχνοντας να βρει λέξεις....
Ησυχία παντού.
Χάθηκαν μέσα από το θρόισμα της λίμνης.
Κι εκείνο το δίχτυ στην ακτή φυλάκισε την
επιθυμία του στο χθες.
-Οι ιστορίες πάθους και έρωτα δεν πουλάνε πια , κι
εγώ επιθυμώ να ελευθερώσω τις αποτρόπαιες σκέψεις σου, να κόψω τα δίχτυα??
`Έσκυψε το βλέμμα.
Κι αν ο συμπαντικός δικαστής την ποινή που θα
μου επιβάλει θα είναι το αμνιακό μου υγρό , τότε για πες , τι να αποφασίσω???
__!_!_!_!__!_!_!_!__!_!_!_!__!_!_!_!__!_!_!_!__!_!_!_!__!_!_!_!__
Τα γιορτινά του έρωτα της βγαλμένα από την
ναφθαλίνη μάτωσαν τις χούφτες της.
Το δροσερό της νύχτας αγγίζει τους αστραγάλους
της.
Το μονοπάτι με το αρισμαρί που ξεκινάει από τον
έρημο Σταθμό πλημμυρισμένο με τα μοβ άνθη ,την οδηγεί σ ένα δρόμο που δεν τον
γνωρίζει.
Μα ούτε ένα τρένο δεν περνάει πια, κανένας
επιβάτης στην αναμονή ούτε μαντήλια αποχαιρετισμού μουσκεμένα με νότες
χωρισμού.
Συνηθισμένες ιστορίες θα μου πεις για υπεραστικούς
έρωτες που αφήνουν πάντα εκείνο το απόκομμα του εισιτηρίου επιστροφής ,απόδειξη
αρχοντικής ψυχής.
Πτήση στο παρελθόν θα είναι, μα ο συγκυβερνήτης
απουσιάζει και η πάχνη της γης σκεπάζει το κορμί της..
Είναι όσοι
αγάπησαν.
Αθόρυβα μπαινοβγαίνουν στα δωμάτια, αλλάζουν
ρούχα, κλείνουν τις πόρτες, ανοίγουν τις πόρτες, μπαίνουν στ’ αυτοκίνητα,
σχηματίζουν αριθμούς στο τηλέφωνο και το κλείνουν, αποφασίζουν και ακούνε τη
φωνή, πάντα μπροστά σε κάποιο παράθυρο, δεν ξέρουν τι να πουν, βγαίνουν στο
μπαλκόνι, κατεβαίνουν στο δρόμο, αγοράζουν τσιγάρα, ανεβαίνουν στο δωμάτιο,
αλλάζουν ρούχα, βλέπουν τηλεόραση,
φεύγουν, πάνε συχνά σινεμά, πίνουν, τρώνε στα καλύτερα ρεστωράν της πόλης,
ψωνίζουν, δεν ξέρουν πού ξυπνάνε, ξυπνάνε χάλια – όσοι αγάπησαν........
Ποιος είναι αυτός που ξαπλώνει ανάσκελα τη ζωή
μου;
Τι αξία θα είχε το
θαύμα της επιστροφής σου αν δεν υπήρχε η πιθανότητα της άρνησης στην αγάπη σου
και η αναγκαιότητα της μοναξιάς που μου επιβάλει ο έρωτας σου?????
[σημάδια λησμονιάς από τον ουρανό σου]
Κι όποιος απόψε μεταλαμβάνει
ευλαβικά τον έρωτα βαδίζει αναμάρτητος στην παγερή του καθημερινότητα!!!!!!
Καθάριο και λαμπερό σε αισθάνομαι ,βαθιά στην
ρωγμή της μήτρας τ απείρου που ορίζει απόψε η απόσταση.
Σ εκείνη την
ευλογημένη στιγμή ξαφνικά που υποφέρεις …
Έχτισες κάστρα γύρω σου ,τρομάζεις..
Αισθάνεσαι ότι δεν αγαπάς ,νοιώθεις το απύθμενο
του κενού ,κανείς δεν νοιάζεται για μένα ,ουδείς με σκέφτεται με αγάπη..
Σωριάζεται κυριολεκτικά στην καρέκλα του
γραφείου του .
Κουρασμένο το κορμί συσπάτε στην αφή της, η
αγωνία του φωτός δεν ελέγχεται πια..
Πρόκες καρφώνει η ψυχή του ,που άραγε συλλογιέται
και πονάει η αχίλλειος πτέρνα του.
Τώρα πια η θέα του ουρανού του είναι στα λόγια που
έριχνε στους ώμους του μη κρυώνει και στις πράξεις του όταν του ζήταγε να την
κρύβει στις χούφτες του.
Οτιδήποτε τολμούσε να του φέρει ταραχή ή να του
ανατρέψει τον θόρυβο από τις πληγές του ήταν πια μακρινό.
Υπάρχει εκείνη που με την σιωπή της αφήνει
χρωματιστούς λεκέδες στον ορίζοντα του.
Κι ας τα μάτια του καίνε σαν κάρβουνο που ιριδίζει
στην θράκα του βίου του.
Λέξη σαν άνεμος στην πνοή του η ύπαρξη της.
Όμορφη.
Γίνου όμορφη της τραγουδά.
Κι εκεί ανάμεσα από τους παλμούς της στιγμής τους
ένοιωθε το θρόισμα που άφηνε όλα τα χρόνια η σκιά της.
Έχεις αισθανθεί τις μεμβράνες που κολλούν μεταξύ
τους στην κοιλότητα της καρδιάς ??τον ρωτά ψιθυριστά χαϊδεύοντας το χαμόγελό
του.
Έτσι τον αισθανόταν στην ζωή της κι ας μη του το
είχε εκμυστηρευτεί ποτέ..
Ο τελευταίος βράχος στη ζωή του , εκείνη.
Τότε παιδούλα , τώρα με τα ασπροκέντητα πασούμια
της και τα γκρίζα μαλλιά να φυλάει το φιλί του ..
Κάποιος ήχος ξερός τον έβγαλε από μια επώδυνη
έξοδο κινδύνου του ονείρου του.
Ανάμεσα στην σκόνη του παρελθόντος έπεσε μια μικρή
της φωτογραφία..
Αγκάθια στο βλεφάρισμά του γεύση βατόμουρου τα
χείλη της…
Συνεχίζοντας να φτιάχνει κύκλους του καπνού
,μάζεψε κομματάκια ηδονής και τα έδεσε στην ουρά του χαρταετού του..
Του χαρταετού της ζωής του που συνέχεια μάγκωνε
στα κλαδιά των υπολοίπων.
Υπολοίπων.
Λοιπών
Λυπών.
Ελλείψεων ..
Εκλείπω.
Αν του ζήταγα μια λέξη τώρα ,θα ήταν ο σπασμός της
ψυχής της μάνας σαν αποχαιρετά το ξενιτεμένο της παιδί..
Καλέσματα και κεράσματα εναρμόνισης.
Σάμπως αυτό δεν είναι η λατρεία που σου έχω???
Από νωρίς έψαχνα
σύμφωνα στο γρασίδι του δρόμου.
Μουσκεμένα φύλλα τα φωνήεντα τόσο που βράχνιασαν
οι λέξεις.
Μα μέχρι το χάραμα φύσηξε τόσο δυνατά ο άνεμος
σου που σκορπίσανε κι ας είχαν έρθει όλα σιμά μου.
Σκορπίσανε στο λογισμό μου για σένα.
Ωχ, γαμώτο πάλι από την αρχή να ψάχνω φθόγγους.
Και τονισμούς με τα σημεία στίξης στα
συρματοπλέγματα του νου μου.
Μια λέξη σαν κόσμημα.
Σαν κάλεσμα να φεγγοβολήσει.
Κι ο ταξιδιωτικός σάκος ερμητικά κλειστός σαν τον
πόθο σου..
Ο φαροφύλακας γρασάρει κουρασμένος τις αλυσίδες
της αλυσοδεμένης από προδοσίες πόρτας.
Η αλμύρα μονολογεί και η μοναξιά του απαντώ κι ο
γλάρος κραυγάζει την επιτυχία του στο γιαλό έχοντας την λεία του στο κορμί
του….
Όλα τα ζύγια και τα βαρίδια των επιθυμιών μου τα
φύλαξα ανάμεσα στα δένδρα της αυλής σου.
Να έρθουν τα πουλιά να κτίσουνε φωλιές.
Και να πολλαπλασιάσουν.
Ναι υπάρχουν κι άλλες μαθηματικές έννοιες.
Όχι μονάχα οι αφαιρέσεις του έρωτα σου.
Είναι ασύνδετα τα γεγονότα μου λες.
Χε,χεχε…
Σύνδεση
Συνδέομαι
Α_συν_δέομαι.
Τι σημαίνει δέομαι για πες.
Σε συλλογιέμαι απόψε τόσο που φέρνει μια
αρμολόγηση στη φύση του κορμιού σου αυτός ο συλλογισμός.
Έλα πες.
Ένοιωσες ποτέ σου πως αλλάζουν οι εποχές?
Αλλάζεις.
Φορώντας ρούχο ξένο.
Γι αυτό και μεταμορφώθηκες σε διαβατάρικο έρωτα.
Παιδί του θεριστή εσύ!!!!
Να κουβαλάς στη σκόνη της ηδονής σου χειμώνες!!!!
θύμισε μου αν έχουμε συναντηθεί στο θυμίαμα του
γκρεμού για να σου πω αν η πρώτη μέρα του ερχομού μου ήταν η γενέθλιος σου
μέρα…
τι θαρρείς ?η δική μου είναι?και τι σημασία έχει
να σε χαρώ??
`
Τούτο το δείλι ρίχνει μια εσάρπα στους παγωμένους
από λησμονιά ώμους μου.
Αναθυμιάζει μυρωδιές τούτος ο τόπος .
Σαν πλημμυρίζει αστέρια ο ουρανός μου μη φοβάσαι….
Σ ακούω να μου λες.
Κι ας ματώνει η παλάμη μου από τις
αγριοτριανταφυλλιές της καρδιάς σου…
Αν ήταν ο βίος μου
ποτό, τι θα ήταν ,αναρωτήθηκε και το φεγγάρι τούτο το πρωινό της έκλεινε το
μάτι ,σταγόνες από γινωμένο ροδάκινου απλώθηκαν στο ξημέρωμα της μέρας .
Ρακόμελο άκουσε την φωνή του αντί καλημέρας ,
Αψάδα στη γεύση ,πολύπλοκη μυρωδιά και τεράστια
επίγευση στον ουρανίσκο .
Της το είχε φέρει σ ένα μικρό μπουκαλάκι μέναν
καφετί φελλό σαν τα χρώματα της γης και καθώς το έπινε λες και αναβαφτιζόταν μ όλες τις γεύσεις του σύμπαντος ,φυλάκισες την αγάπη μου
εδώ μέσα συλλογίστηκε σαν να ήταν η πρώτη γουλιά μεταλαβιά.
Μου λείπει η μαγκιά μου του είπε ψιθυριστά στην
πρώτη κατάποση κι αυτός προφασίσθηκε πονοκεφάλους που τον ταλαντεύουν αιώνες.
Θα πρέπει να αλλάξω το μενού της ημέρας σκέφτηκε
και τα βήματα της βαριά γέμισαν καημούς στο διάβα της.
Πήρε ένα λευκό χαρτί κι άρχισε να σχεδιάζει.
Ήσουν εδώ λοιπόν πρωτού να ρθεις …
Σε καλωσορίζω σε τούτο το χάραμα με μια χούφτα
βότανα απόσταγμα λατρείας.
Μη το ξεχάσω.
Για πρώτο πιάτο πρέπει να σερβίρω θυμό
πασπαλισμένο με μπόλικη τρούφα έρωτα.
Ξέρεις σαν μαγειρευτεί ο θυμός σε μπόλικα αρώματα
αφού μαριναριστεί πολύ καλά από την προηγουμένη ζωές μας, θα ξεχειλίσει στο
πιάτο σου κι η καρδιά σου θα είναι μεταμορφωμένη ύπαρξη..
Θα φτιάξω και επιδόρπιο.
Σ ένα μπολ θα ανακατέψω γλύκα από όνειρα ,μ ένα
μίξερ χειρός.
Και τις επιθυμίες σου που είναι σαν καφετιές
σταγόνες βροχής, δάκρυα παραπονούμενου ουρανού μου λες και πορτοκαλιές σταγόνες
του δειλινού που μοιάζουν σαν το χάδι σου..
Ψες τα αστέρια είχαν καρφιτσωθεί στον ουρανό σου
και τα χρώματα του ``μη με λησμόνει`` φοβισμένα έπαιζαν κρυφτό στο σκοτεινό της
νύχτας.
Νύχτα είσαι τελικά, νύχτα ασέληνη και άναστρη μ
έναν τεράστιο γαλαξία επιθυμιών που ξεχειλίζει.
Έτσι είσαι φτιαγμένος από το γάλα της μάνας σου.
Σ εκείνο το νεφέλωμα των ασυγκράτητων επιθυμιών
που μονάχα εγώ ξέρω να διαβάζω..
Σαν το ρόδι που ζητάω και επιμένω να σκορπίζω στην
σαλάτα μου.
Ξέρω τι θα μου πεις. θα χρησιμοποιήσεις πάλι την
έκφραση σαλάτα τα κάναμε μα εγω θα σφουγγίζω με την ανάσα μου τις σταγόνες του
ροδιού που ξέφυγαν από τα χείλη σου.
Πλύστρες ήρθαν από τα πέρατα του κόσμου να
αλλάξουν τα σκεύη του σερβιρίσματος.
Η γεωγραφία των αναμνήσεων αλλάζει σαν τις γεύσεις
που χαϊδεύουν τον λάρυγγά σου.
Άνοιξε μου ένα όστρακο που μοιάζει της ψυχής σου
να κλέψω το μαργαριτάρι της λατρείας που σου έχω.
Οι συμμορίες των επιθυμιών σου έχουν λιποψυχήσει.
Κόπιασε ,κάθισε να φας μαζί μου.
Ηλιόλουστο κι ανέμελο το τραπέζι του ασώτου.
Αιώνες φαρμάκι έπινα και πίστευα ότι θα γιατρευτώ
από εσένα του λέει .
Μείνε στο μυστήριο και στην δέηση της ομολογίας
μου ,στην ανηθικότητα της γεύσης στην ομολογία του φόβου.
Νιώθεις την υφή που αφήνει ο θυμός στο ρίγος του
σώματος κι αναπολεί
Αν ήταν αλλιώς.
Ο επεξεργαστής των λέξεων θα αποβάλει κάθε
σκοτεινό, κοίτα τον ήλιο.
Κι ας είναι οι μέρες τούτες κατσιβέλες.
Κι ας πίστευες ότι τούτη την ηλιόλουστη γεύση για
να την νοιώσεις χρειάζεσαι έξοδο με ματωμένο διαβατήριο.
Σε ασκήσεις ετοιμότητας και θάρρους.
`
Έφτιαξες το αερόστατο των ονείρων σου ??
Πήδα τώρα στο κενό του χρόνου.
Εκεί που ο κεραυνός δεν νοικιάζει το στερέωμα.
Απλά λάμπει.
`
Ξημέρωσε στα βλέφαρα σου.
Δεν θα έρθεις μου είπες κι ας μας χώριζε μια
α—νοητή γραμμή .
Έκτακτο γεγονός ,ένα έκτακτο γεγονός σε βάζει πάλι
στην τροχοπέδη του μη.
Ένα έκτακτο γεγονός συνέβη και δεν θα έρθω μου
λες.
Κι εγώ τελικά έτσι είμαι για σένα συλλογιέμαι και
σβουτςςςς βουτάω στο χάραμα της στιγμής..
Ένα έκτακτο γεγονός λατρείας.
Σήμερα
καθρεφτίστηκα στο νερό του παραδείσου στην αυλή σου .
Το lovestory της μικρής μου υπόστασης στο σύμπαν
σου, αποτελείται από μια σχιζοειδή πλοκή τόσο μεγάλη που η ρίζα του περνά τους
ποταμούς μου και διακλαδίζεται στα έγκατα του ωκεανούς σου.
Εκεί ανάμεσα από τις ρίζες θα οργώσω.
Θα σκάψω βαθιά με το υνί της καρδιάς μου .
Έλα μαζί μου.
Στις διακλαδώσεις μου.
Η ανταρσία σου δεν μου ανήκει άλλο.
Αυτά να πας να τα πεις αλλού και να επαναστατήσεις
με τον εαυτό σου αν είσαι μάγκας.
Μη κλαις ρε.
Μη κλαις ,σου φωνάζω.
Αλλιώς κόψε τις σακούλες που κρύβουν το σπέρμα του
ντουνιά.
Το υνί της μοίρας μου δεν σταματά.
Με σέρνει κι εγώ προπορεύομαι.
Σήμερα τσίμπησα μονάχα από τα πολυδημητριακά
μπισκότα.
Στον ώμο μου κάθισε ένα περιστέρι και στα πόδια
μου μπερδεύτηκαν σπουργίτια.
Ύστερα έβαλα νερό μέχρι την μέση στην κατσαρόλα.
Αυτό από το πηγάδι.
Στέρεψαν οι βρύσες του ναού.
Κοχλάζει κι η μυρωδιά του φτιάχνει εικόνες.
Μορφές περιπλανώμενες.
Ένα ξύλινο κουτάλι από ένα αόρατο χέρι χτυπά κι
ανακατεύει στον χάλκινο πάτο της τροφής.
Και οι σπίθες φτιάχνουν τις μυρωδιές.
Όταν σε συλλογιέμαι τις ώρες της νύχτας πάντα
ανοίγεις το κορμί σου σε σχήμα σταυρού και χορεύεις.
Τυλίγω τότε τα χέρια μου γύρω από την σκιά σου και
η άκαρδη απεραντοσύνη του ντουνιά μοιάζει στον ναυτικό που επιστρέφει μετά από
θαλασσο κύματα αιώνων στο λιμάνι του .
Τι ψάχνεις στη μοίρα σου?
Μεταμόρφωσε τον δούλο των αισθήσεων σου σε
μέλισσα.
Θυμάσαι που τις φοβόμουν?
Νέκταρ θέλουν μελισσούλα μου, μου έλεγες και τα
δάχτυλά σου ζωγράφιζαν στο κορμό μου μικρές κυψέλες λατρείας.
Για αυτό σου μίλαγα για τροφοδοσία από το
περίσσευμα της αγάπης που σου έχω.
Έ φ υ γ ε ς ???
Μονάχα ένα δεν
χώρεσε πουθενά.
Ο ιδρώτας στις παλάμες μου όταν το βράδυ
τινάζομαι από τους εφιάλτες της φυγής σου.
Όταν η μελωδίες επαναφέρουν μνήμες και
υγραίνεται το μέσα μου.
Όταν γεμίζω τις χούφτες μου με μαύρη ζάχαρη να
γλυκάνω τον ουρανίσκο του φιλιού σου.
Κι ύστερα φύσηξε ένας άνεμος.
Το μισό από το χάδι σου με άγγιξε.
Αγκαλιάζοντας ένα ερωτηματικό ανάμεσα στην
καταχνιά.
Το σώμα της σφήκας
σε σχέση με τα φτερά της έχει πολλαπλάσιο βάρος και όγκο.
Θεωρητικά λοιπόν η σφήκα δεν μπορεί να πετάξει.
Έλα όμως που η ίδια δεν το ξέρει!!!! Και
πετάει!!!!
[απανωτά τσιμπήματα. σήμερα με ξύπνησε το άρωμα
σου.]
Πεσμένα τα
καλτσάκια μου σήμερα.
Λευκό του βαμβακιού αγγίζουν τα φθαρμένα μου
υποδήματα.
Ξεφτισμένα λάστιχα πονούν τους αστραγάλους μου.
Ο ήλιος κουρνιάζει ανάμεσα από τα δάχτυλα των
ποδιών μου.
Σιωπηλές οι συναντήσεις μας σαν κάτι πολύ
μακρινό να θέλει να φανερωθεί πίσω από το λίκνισμα των φθόγγων.
Μεγάλωσα ψιθυρίζεις σαν πνοή ανέμου.
Απορημένη αγγίζω τα ξέφτια των ονείρων σου που
ατενίζουν τον φθαρμένο σου ορίζοντα. ....
[άραγε ξέρεις τι σημαίνει ξεγυμνώνω την ψυχή μου
κι αφήνομαι;]
Θέλω
Να ανταμώσουμε σ ένα παλιό καφέ
Με τις ιδέες μας σε χοντρό φλιτζάνι και…
Τα όνειρα μας στις φυσαλίδες που τσαφ! σπάνε και
μεταμορφώνονται σε ρίγη ψυχής.
Θα παραγγείλω και γλυκό του κουταλιού.
Σαν την μυρωδιά της μάνας είναι η γεύση του.
Θυμάσαι?
Όλη της η αγκαλιά ευωδίαζε φρεσκοπλυμένο ρούχο της
γιορτής.
Και φωτιά.
Φωτιά ψυχής να ανάψει τους λαμπτήρες του θέλω σου.
Θα σ ανταμώσω σ ένα παλιό καφενείο.
Εκείνα με τις χαρακιές στα μαρμάρινα τραπέζια.
Και της φαγωμένες από τα χρόνια ψάθινες καρέκλες.
Θα σταθούμε πολύ ώρα σιωπηλοί.
Μετά θα σου πω ``θυμάσαι``.
``μου έλειψες `` άφησε μια μελωδία ο ψίθυρος σου
στις χαρακιές του τραπεζιού, κύλησε κι άγγιξε την χαραματιά του ερχομού σου....
Απόψε θα κοιτάζουμε
τον ουρανό από μια ξαγρύπνια που αγγίζει την λήθη.
Θα γείρουμε ο ένας μέσα στην μυρωδιά του άλλου.
Μουσκεμένα τα σύννεφα κι ένα φιλί σου υγρό
σέρνεται στο ουράνιο τόξο του πόθου.
Είσαι πάντα εδώ γύρω στον αέρα που αναπνέω μου
είπες.
Μεταξένιο το χάδι σου γύρω από τον ήλιο του
ομφαλού μου.
Κοιμάμαι γαλήνια κι ένα φιλί σχηματίζεται στο
μαξιλάρι μου.
Βυθίζεις την αφή σου κι αλλάζεις την ροή του
σφυγμού μου.
Τι πρέπει να φοβηθώ μακριά σου απόψε άραγε?
Το γέλιο σου με διαπερνά και ο χτύπος της καρδιάς
σου αφήνει μελωδία στο στερέωμα.
Θέλω να ακουμπήσω στην κουπαστή της ζωής σου.
Κι ας μη θέλω να κολυμπήσω στους ωκεανούς σου.
Οι αποχαιρετισμοί σου αλλάζουν τις εποχές μου.
Καυτές οι νύχτες του φθινόπωρου.
Μετάληψη η επικοινωνία της νύχτας σου στο
καλωσόρισμα της ημέρας.
Έμαθα να σιγοτραγουδώ πιότερο για να ακούω την
ανάσα σου.
Στον ψίθυρο τα ανέμου και της βροχής ,προσμονή θορύβου
το χάδι σου.
Θα ήμουν παιδούλα ,ίσως και έφηβη.
Στην πλάτη μου είχα φτερά. Και στους αστραγάλους
μου ένα λυπημένο βλέμμα.
Λύσε απόψε τους κάβους. Δεν θέλω ήχους δεν θέλω
μουσικές.
Μνήμες επιθυμώ με το ξύπνημα της μέρας να
ζεστάνουν την έλλειψη.
Κληρονόμησα το βλέμμα σου και το φορώ στον άχρονο
χρόνο της ύπαρξης μου.
Ιεροσυλία θα μου πεις μα θα σου χαμογελάσω.
Ο πιο δύσκολος αποχαιρετισμός είναι όταν σου ζητώ
να μη μου πεις αντίο κι έρχεσαι στο σταθμό.
Ξέροντας ότι το τρένο δεν σφυρίΖΕΙ πια.
Κι εσύ σαν έφυγα δεν έχυσες ένα ποτήρι νερό πίσω
μου.
Να διψάσω στην λησμονιά και νάναι η επιστροφή μια
σκανταλιά.
Σαν κι εσένα.
Μονάχα αυτό φοβάμαι απόψε.
Μη μείνει η ψυχή μου χωρίς τις εικόνες σου…
Να παίξω με τις
λέξεις, λες.
Θα σεβαστώ την επιθυμία σου.
Να, ορίστε!
Είδες τι όμορφα χαμογελώ, όταν πρέπει;
Χαμογελώντας θα σου πω για ταξίδια, για
μακρινούς αστερισμούς, για τη ζεστασιά του Νότου,για το κρύο του Βορά για
ξεχωριστές μουσικές. Χαμογελώντας.
Κι εσύ θα χαμογελάς, ακούγοντάς με.
Αυτό κάνεις πάντα, όταν σου διηγούμαι τα ταξίδια
μου.
Γιατί εσύ το ξέρεις, δεν το ξέρεις;
Δεν υπάρχουν συγχορδίες, ούτε Νότοι,ούτε Βοράς
ούτε ταξίδια.
Εσύ το ξέρεις πως, μήνες τώρα, αγκυροβολώ στο
γαλάζιο της δεκαεξάρας οθόνης μου.
Εσύ το ξέρεις πως η μοναδική συγχορδία που με
δονεί είναι η μονότονη των πλήκτρων συγχορδία.
Εσύ το ξέρεις πως οι αστερισμοί μου από βράδυ σε
βράδυ, όχι στο Νότο, αλλά όλο και πιο Βόρεια , όλο και πιο Βόρεια, δύουν.
Δύουν
Κι ούτε που θ'
ακουστεί ο κρότος που θα κάνει το γαμώτο.
Αφού δεν έχω ακόμα νιώσει την ανάσα σου και οι
μυρωδιές μας πεθαίνουν ανάμεσα στα δόντια μου χωρίς να μπορώ να στις περιγράψω
, να με πας σε κάποιον που ξέρει να λέει το χάδι. Να σου πει και το δικό μου .
Όπως λένε τον καφέ.......
Ο κύκλος του τάχα
επιστρέφω δεν χωράει στην σκιά σου.
Πληρώνω κάθε στιγμή φόρο απουσίας, της απουσίας
σου.
Ματαιότης τα πάντα ματαιότητα και τα όνειρα την
πόρτα της ματαιότητας μου χτυπάνε.
Τα περισευούμενα φεύγουν σε θέση αναχώρησης
αιωρούνται και φεύγουν.
Πάρε και φύλαξε τις νοητές επιθυμίες που
γίνονται μουσκεμένες λέξεις , κράτα με στη χούφτα σου , σου ζήτησα να νίβεσαι
το πρωί και να αφήνω το χάδι μου στο χαμόγελο σου.
Το κορμί βρίσκεται σε θέση ανυπακοής και η ηδονή
διυλίζεται σε δέσμη φωτός στην λύπηση για ότι έφυγε.
Ακαταλαβίστικη η γλώσσα που μιλάς.
Δεν θέλω να σ ακούσω μα στην αλάνα των επιθυμιών
σου στροβιλίζεται το ``θέλω να σε δω``.
Ενεργοποίησες πηγές αναζήτησης ,δεν έχουν όνομα
μονάχα την μορφή σου.
Σε ποιο σημείο της στιγμής σου τρεμουλιάζει η σκέψη
μου?
Καμιά φορά αισθάνομαι ότι σωριάζομαι από την
ανημποριά μου να σε πλησιάσω.
Φοράω το πορφυρό της καρδιάς μου σήμερα και φεύγω.
Πάλι εσύ μ αφήνεις να φύγω.
Κι ένα στεγνώνω τα θέλω μου αχνώνει το φως μου….
``Στους δεκαδικούς
της σκέψης δεν χωράει η ακεραιότητα του χρόνου.
Στην ακεραιότητα της στιγμής σου όμως, περίσσια
είναι η μοίρα μου!!!``
Θέλω λοιπόν να συναντήσω την δύναμη της ζωής,
άοπλη.
Και είναι η δική σου!!!!!
Να έχει δρομάκια που να ευωδιάζουν έρωτα.
Και είναι τα δικά σου!!!!
Ανέμους πάθους να σκορπίζουν την μέρα μου, φιλιά
σαν προσευχές να ψιθυρίζουν τους πόθους μου, παλλόμενα κορμιά να ψάχνουν
λαβυρίνθους και κρυφά περάσματα…
Και τους έχεις στους ασκούς σου!!!!
Ξεκλείδωσα λοιπόν την φυλακή μου, κάλεσε τον ήλιο
τον ηλιάτορα και μου έλιωσε τα σίδερα ,γιατί δεν εξηγείται αλλιώς σύμπαντα
μακριά και μοσχοβόλησες λες και ήσουν πίσω μου…
Σαν σπίθα φώλια ζεις στα σωθικά μου με ανεξέλικτες
δυνατότητες, με πιθανότητες καταστροφής, φωλιά ζεις καραδοκώντας στις φυλλωσιές
της ψυχής μου…
Μα δεν σκέφτηκα ούτε για λίγο την φωτιά!!!
Ήμουν σίγουρη πάντοτε, ότι η πανοπλία της αγκαλιάς
σου θα με προστάτευε!!!!
Ίσως και να 'ναι που πίστευα ότι δεν έζησα ακόμα,
που πρόλαβα πολύ να φοβηθώ την ζω κι αμέσως μετά σκεφτόμουν πως είναι νωρίς να
περιμένω, είναι αργά πια να βιαστώ, το τρένο του έρωτα που θα αφήσει χαρακιές
στο κορμί μου, έχει αποσυρθεί !!!!
Για το αναπόφευκτο δεν τολμώ να μιλήσω!!!
Το γνωρίζω καλά το κάλεσμα μου!!!
Δεν φταις εσύ.
Εγώ πήρα τη γραμμή και την επέκτεινα.
Δεν φταις εσύ.
Εγώ γέμισα χρώμα το περίγραμμα.
Ορατότητα περιορισμένη.
Κι η ομίχλη μια τεράστια γομολάστιχα.
Αν ήτανε στο χέρι μου θα σ' αλυσόδενα στα Τάρταρα…
πονάνε ακόμα τα πλευρά μου από την απουσία σου κι έχω ένα κόμπο στον λαιμό ,μην
είπα λόγια που θα σε απομακρύνουν.
Μα αμέσως απαντώ στην σκέψη μου ,πως οι αλυσίδες
και τα Τάρταρα είναι διεκδίκηση κι εγώ δεν σε διεκδικώ, στα Τάρταρα ,του νου
μου έχεις θρονιάσει…
Κι εγώ δηλώνω στους Θεούς κι ας με αλυσοδέσουνε
ότι τον κόσμο μου θέλω να τον μοιραστώ μαζί σου…
Υπάρχουν πάντα λευκές σελίδες στο βιβλίο της ζωής
μας τελικά για να χωρούν τα λόγια που δεν αντέχει η φωνή……….
Κι εσύ διάβασες την σιωπή μου!!!!!
Λατρεύω που βάφτισα την τυχόν αμαρτία προσευχή!!
Κι εκεί σε έχω…
Με μια απόδραση χωρίς να είναι ούτε καν
μελετημένη..
Πάμε να φύγουμε σου ζητάω.
Ολόγυμνη αφέθηκα με χέρια ανοιχτά στον άνεμο του
χθες στην αύρα των μελλούμενων!!!
Ορθάνοιχτα φτερά δυο δρασκελιές, και ίπταμαι!
Γυμνή, ολόγυμνη, έτοιμη να ξαναγεννηθώ... μαζί
σου…
Με μια κοινή πορεία με διαφορετικές προτεραιότητες….
Ανασαίνω την αμφιβολία , μα την μεταμορφώνω σε
λατρεία!!!
Παράξενη αίσθηση ,θα έλεγε ο κοινός νους.
Καταστροφική θα ήτανε αν δεν ήταν ελπιδοφόρα…
Κάτω απ' τον ίδιο ουρανό είμαστε….
Θα ανταμώνουμε , ίσως διασταυρωθήκαμε, χωρίς να
κοιταχτούμε….
Σε άλλα ύψη ταξιδεύοντας μ ' άλλους προορισμούς….
Ο έρωτας έγινε λατρεία,,, μα λατρεία ιερή δεν
μπορεί παρά να εκδηλωθεί!!! Και περιμένω ψάχνοντας τις μυρωδιές σου στο κορμί
μου …
Και τα αγγίγματα σου στο σώμα μου…
Κράτα με μονάχα, κράτα με!!!
Δεν είχα λόγο να σου γράψω.
Να σ αγκαλιάσω ήθελα…
Να κλέψω το βλεφάρισμα σου και μια πνοή σου…
Να σου χαρίσω όσα θέλει ο λογισμός σου..
Να σου γεννήσω κι άλλα!!!
Μα μπερδεύτηκε ο νους μου…..
Τελικά ,δεν υπάρχει ανοσία στην απουσία.
Ούτε γιατριά!!!!
Στάζει σιωπή απόψε κι όλα αυτά που σου γράφω τώρα
ήθελα να τα κάνω τραγούδι….
Έπεσε η κουβέρτα σου, κρυώνεις;
Και κάτι αστέρια από τα μάτια του ονείρου σου
έπεσαν.
Τι απλή που μπορεί να είναι η ευτυχία...
Να είμαι εκεί να σε φροντίζω..
Να είσαι εδώ να φυλάω το όνειρο σου….
Έλα και κατάκτησε με.
Δεν θα σου αντισταθώ.
Βάλε με να σου υποσχεθώ ό,τι θες.
Άνευ όρων παράδοση.
Θα το κάνω.
Τέλεια υποταγή…
Βάζοντας φτερά στο
χάδι και ζύγια στο βορρά που έρχεται το φιλί σου
ξάπλωσα στο λακάκι του λαιμού σου.
Σιωπηλή η ανάσα.
Τι να πεις άλλωστε όταν ξεχειλίζεις…
Πήγα και πήρα κάτι
πράγματα, να ‘χουμε για το βράδυ.
Πήρα τον ήχο ενός ρυακιού,
κελαρυστό κι’ αφράτο, κάμποσα φύλλα ώριμα, που
‘πέφταν από δέντρα, λίγο
αέρα καθαρό -για δες, μήπως δεν φτάνει…-
και δυο τσάντες μ’ έρωτα
-----------------------------------------------------------μακάρι
να μην φτάνει…
Πήρα και μπόλικο κρασί _____________________αγάπη
έχουμε στο σπίτι???????
Θα περάσεις επιτέλους ανάμεσα από τη ζωή μου και
το όνειρο?
Και εκεί στην
αιωνιότητα που θα πορεύεσαι φύλαξε μου λίγα χαλίκια.
Μην μπερδευτώ και πάψω να υπάρχω.
`
Κανείς μας δεν παρανόησε κάτι...
Ξέραμε καλά το ταξίδι στο σκοτάδι
δεν ήταν παιγνίδι αλλά όνειρο...
Είχα φυλακίσει τη γραφή
σε χρόνου άνυδρους
μ' ένα ξεχασμένο χαμόγελο,
(είχα την τάση να γράφω σε συννεφάκια
και να τα κολλάω σε τοίχους,
μπας και σταματήσω την βροχή της θλίψης μου)...
Απόψε μια άλλη βροχή.
Ίσως φταίει το λυπημένο φεγγάρι!
Ίσως εκείνη η μάγισσα
που στην πηγή της Αθηνάς μου ορμήνευε,
κοιτώντας το τρεχούμενο νερό,
ότι μόνο με κάρβουνο και χαρτί θα γιατρευτώ
(και να την πίστευα κι όλας, απλά την θυμήθηκα
σήμερα).
Ίσως η γαλήνη της νυχτερινής σιγαλιάς...
Άπειρα ίσως κρυμμένα πίσω από το βλέμμα σου.
Καλό ξημέρωμα να έχουμε!!!
Μου λείπεις, το
ξέρεις;
Μου λείπεις τραγικά ώρες-ώρες.
Μου λείπει οτιδήποτε σε συνθέτει.
Δεν θυμάμαι αν στο είπα.
Στο ξαναλέω για να σιγουρευτώ ότι το άκουσες.
«Μου λείπεις».
Το ξαναλέω, για να φύγει από μέσα μου.
Ευχόμενη ότι θα συναντήσει ανοιχτούς τους
ουρανούς.
Τι στο καλό;
Δεν χωράνε δέκα -απλά- γράμματα στους ουρανούς
σου;
Εγώ;
Εγώ σου λείπω άραγε;
Όχι μην απαντήσεις.
Δεν έχει νόημα.
Κακώς ρώτησα.
Φοβάμαι τόσο την απάντησή σου.
Τον τονισμό της απάντησής σου, το ύφος της, τον
μορφασμό που θα σχηματιστεί αυθόρμητα στο πρόσωπό σου...
Τα φοβάμαι όλα.
Μιλάω μόνη όποτε μου λείπεις και δεν είσαι εδώ.
Για να συμπληρώνω της απουσίες σου, γεμίζοντάς
τες, με μικρά ίχνη παρουσίας..
Μιλώ μόνη, όποτε μου λείπεις και δεν είσαι εδώ.
ღέπινα ως το χάραμα
με τα δάχτυλά μου ανάμεσα στους χυμούς της ψυχής σουღ
Ταξιδεύεις με την σκέψη σου στο κορμί μου, σ ένα
τοπίο υπερφορτισμένο μέσα σε ηδονές που κυλούν σαν παχύρευστα μέταλλα.
Αργά, βαριά και αθεράπευτα.
Η μορφή σου, σημαδεμένα τρυφερά στον νου μου,
αμείλικτα ορίζει τις νύχτες μου, φυτεύει φωτιές.
Τα χείλη μου λεπίδια, το στήθος μου απαγχονίζει
τους ατελείωτους πόθους μου με την σκέψη ότι είσαι δίπλα μου και με αγγίζεις.
Το χέρι σου γλιστρά ανάμεσα στις εκκρεμότητες του
αόρατου έρμαιου κορμιού μου, στην σκοτοδίνη της ερωτικής ασίγαστης επιθυμίας
μου..
Νιώθω το χέρι σου ,χέρι παθιασμένου αποθησαυριστού
, δολερού συνωμότη και αδίστακτου χειραγωγού του πάθους μου ,των πόθων μας…
Μικροσκοπικά ποτάμια ο ιδρώτας σου, πλατιά ηδονικά
στεφάνια γύρω από τα κόκκινα μου χείλη και τις καφετιές μου ρόγες, ανάσες
μπλέκονται που ξερνούν αβυσσαλέους πόθους .
Ενστιγματικές οι αλήθειες του κορμιού μου , στις
αισθήσεις σου παραδομένη.
Ουράνια η ανυπόκριτη ανάγκη μου να βρεθείς μέσα
μου ,κοντά μου, δίπλα μου να ξεσπάσεις σαν ασυγκράτητη φλέβα στο κορμί μου με
μια ηδονική συντριβή στο μοναχικό μου σώμα.
Οι εφιαλτικοί μου διάδρομοι του ``πρέπει``
απλώνονται στα σεντόνια μου, ο πόθος μου όμως για μια ερωτική συνεύρεση με
απογειώνει…
Ένα κόκκινο πέπλο μεταμορφώνει την αναστολή μου σε
επιθυμία παρατεταμένης ηδονής…
Μυθικό σαρκοβόρο οι πόθοι μου για σένα, ανελέητη
πόρνη του αισθησιασμού σου ,μετουσιώνομαι σε μια άλλη Σαλώμη ικανοποιώντας τα
απατηλά μας πάθη
Σε θέλω, σου ψιθυρίζω και η πλημμυρίδα της ηδονής
μου με ξεπερνάει..
Βυθίζεται η σκέψη μου στην ηδονή σου και η
επιθυμία μου γίνεται αξημέρωτη σαν πολική νύχτα.
Θέλω να σε νιώσω να σε ακούω όταν αναβράζεις μέσα
μου και να πνίγω αυτή την ηδονή σου μέσα σ ένα κόκκινο φλογώδη πόθο μου για
σένα.
Χτυπήματα στα σωθικά μου, η μυρωδιά σου απλώνεται
παντού.
Θέλω να ζήσω μαζί σου άσωτες στιγμές ,στιγμές
υβριστικές που να αναγεννάνε πυρκαγιές ,στιγμές παράφορου πάθους…
Θέλω να γίνω ο βασιλικός σου,,,, να με χαϊδεύεις
κι εγώ να σου προσφέρω αρώματα και ηδονή…
Αυτό είναι τελικά το ρόφημα που προσφέρεις σε
όποια σε πλησιάζει?
το αντίδοτο της πνοής σου που φέρνει την αρμονία
του σύμπαντος τους?
Αφήνω ένα υστερόγραφο για απόψε.
Σαν μια επιστολή που πρέπει να ανοιχτεί.
Σαν μια σφραγίδα στο κέντρο ενός γράμματος..
{ Νοιώθοντας σαν τραυματίας με μια έσω πληγή που
αιμορραγεί}
Έχεις κρατήσει πρόσωπο στη χούφτα σου την ώρα
του οργασμού?
Να μετρήσεις στους πόσους σφυγμούς , τελειώνει ο
κόσμος?
Τότε μην μου μιλάς για τις αποστάσεις που
μοιάζουν κραυγές πεινασμένων λύκων.
`
[Ξανά] μεθώ.
Απόψε γκρεμίστηκε ο στίχος της απουσίας σου που
με κέντησε.
Είσαι μικρός και δεν χωράς στον ντουνιά μου καημέ!!!!
Σου φωνάζω με τον πνιχτό αναστεναγμό μου!
Κι ας έρθεις να μου πεις ιστορίες και παραμύθια ότι τάχα οι δράκοι έρχονται στο προσκεφάλι σου.
Μη θαρρείς ότι σε αναζητώ.
Ψάχνω απόψε την μάσκα του δράκου που έχεις φορέσει.
Δέρκομαι λένε οι γραφές ,έχει ρίζα η μορφή του ,σημαίνει λάμπω!!!!!
Κι εγώ σου χαμογελάω κι η μάσκα σου λιώνει, εξατμίζεται.
Κι εσύ ξεχνάς ότι οι άνθρωποι αλλάζουν ,γίνονται κουκίδες και σαν σκόνη στέκονται στο βλέφαρό σου.
Σκάβοντας το λαγούμι σου θα σε πετύχω!!!!
Βαθαίνεις όλο και περισσότερο στη σιωπή σου.
Υποδόρια η λύπη σου πουφ ,φλόγα αιμάτινη ο ουρανίσκος του δράκου, αλήθεια μάτωσες τον ουρανό σου κι ακόμη κρύβεσαι?
Από τι?
Γνωρίζεις?
Ερημωμένες οι ανάσες σου ,σπασμένα τζάμια στο βλέμμα μπηγμένα σαν συρματοπλέγματα.
Ρημάξανε τα συν σου στο μείον σου.
Λυγίζουν οι ψεύτικες ζυμώσεις σου απόψε.
Από τι συστατικό είσαι φτιαγμένη άραγε?
Πονάει η μνήμη σου από τη σιωπή που την έθρεψες με θυμό για σένα.
Μάθε ξανά ανάγνωση και να μετράς.
Μάθε και τα σημεία στίξης.
Να φυλακιστείς στις παρενθετικές υποσχέσεις σου.
Και να κηρύξεις τον πόλεμο με τα σωθικά σου μπας και σωθείς.
Γέρνει το σ αγαπώ μου πάνω σου και σε βαραίνει.
Σαν τα όνειρο σου.
Γιατί τα όνειρα θέλουν κάπου να ακουμπήσουν.
Αλλιώτικα μεταμορφώνονται σε εφιάλτες και ζωντανεύουν τους δράκους που κρύβεις στη ψυχή σου .
Και μη παραμυθιάζεσαι, θέλει πλοκή η ιστορία σου.
Είσαι έτοιμη να λασπωθείς στο ποτάμι των λόγων σου?
Μονάχα φτιάχνεις παγίδες με τις χαλκευμένες σου σκέψεις.
Και φύλαξε τον δράκο στο προσκεφάλι σου.
Γιατί αυτός έχει καρδιά.
Κι εσύ αν έχεις μιλιά απόψε θα έβγαζες φλόγα από τα έσω σου.
Πως το λέει το άσμα?
``Φανέρωσε μου τη μάσκα που κρύβεις κάτω απ' τη μάσκα που φοράς``
-Και σκόρπισε επιφωνήματα λυπητερά θαυμασμού στον καθρέφτη της ψυχής σου.
-Και γύρισε σελίδα αν σου έμεινε σάλιο αγάπης.
Απόψε,
στο προσκεφάλι σου θα αφήσω εικόνες χωρίς λόγια και λέξεις δίχως πνοή.
Για να έρθει ο δράκος σου να φωτίσει το χάραμα της αλήθειας σου.....
``[¤* *¤]Δεν θέλω να σας πω γιατί λύγισα`[¤* *¤]``
Ανέβηκε στο πατάρι του παρελθόντος.
Σκουριασμένη η σκάλα, διαλυμένη η αλυσίδα.
Παραπάτησε και του ήρθε μια λιποθυμιά.
Ταχυπαλμία φόβου επιβίωσης ή των αναμνήσεων?
Σκονισμένες κούτες με επιγραφές.
ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΥΘΡΑΥΣΤΟ .
Απλωσε τα χέρια του μα τα δάχτυλα του άγγιξαν το κενο του ευθράστου.
Σκόνη μνήμης.
Σκόρπια παντού.
Στολίδια και λαμπιόνια παλαιόθεν!!!!
Δεν δίνουν εντολή για φως.
Φθαρμένες ίνες.
Το καράβι φτιαγμένο με ξύλα που ξέβρασε ο γιαλός της στο τελευταίο καλοκαίρι ,είχε ακόμη την μυρωδιά των αισθήσεων της.
Άδειασε την γωνιά της.
Σκούπισμα σφουγγάρισμα.
Μονάχα έναν ιστό αράχνης άφησε.
Ξανθό έντομο ποιος θάρθει στα χρώματα σου ,ψιθύρισε.
Ησυχία παντού.
Στολίδια φτιαγμένα από τα χέρια της.
Το μεράκι της δημιουργίας της!!!
Αστείρευτη πηγή έμπνευσης και δοτικότητας.
Όλα αραδιασμένα στο πάτωμα.
Ο άνεμος του πρωινού ευωδίαζε διώχνοντας την σκόνη και θρόνιασε στο κατάρτι της ημέρας μια ηλιαχτίδα.
Καλημέρα, άκουσε τη φωνή της.
Θα στολίσεις φέτος το σπίτι ,τον ρώτησε.
Είχε βουλιάξει την ψυχή του στην απέναντι πολυθρόνα.
Χαιρετιζόταν με πειράγματα κι οι φωνές των παιδιών μελωδίες αγγέλων με μαέστρο στη σονάτα της αγάπης της.
Το ήξερες.
Πάντα το γνώριζες.
Οι γιορτές με μελαγχολούν.
Φέτος θα βγω να αγοράσω γιρλάντες αγάπης των λόγων σου!!!!
Φέτος θα βγω να αγοράσω στολίδια καλοσύνης των πράξεων σου!!!!
Φέτος θα βγω να αγοράσω και δώρα, δώρα πολλά που θα ξεχειλίζουν από τις σκέψεις σου!!!!
Θα φωτίσω με τα λαμπιόνια της μοναξιάς , όλους τους δρόμους του ερχομού σου.
Αααα,
Θα κρεμάσω κι ένα αστέρι στο λακάκι του λαιμού μου, εκεί που φωλιάζω το φιλί σου , που θα γράφει σ αγαπώ ,όχι σ αγαπάω!!!
Αποδέχομαι την μελαγχολία των εορτών.
Μεταβατικές καταστάσεις λένε οι ειδικοί.
Κατασκευασμένες πραγματικότητες λέω εγώ .
Αιτίες για κρίσεις πανικού!
Εσύ με τι γελάς?
Εγώ που άλλαξα τον ρόλο μου.
Μεταμορφώθηκα στο εγώ σου.
Φίλτρο λατρείας απλώνει ο χειμώνας μου
Με τις κόγχες στερεωμένες στην απουσία σου
Κρυώνουν τα ρούχα σου στην κρεμάστρα, πουκάμισα ριγέ στη ντουλάπα, κάλτσες αφόρετες στα συρτάρια, και μυρωδιές.
Παντού μυρωδιές.
Ο κοντυλοφόρος σου πάντα νωπός
Κρύωσε κι ο πρωινός καφές σου
-Τι θα φάμε σήμερα ακούω τη φωνή μου
Θέλω κάτι χρωματιστό να ευωδιάζει γη
Λινό πανί στα πόδια σου
Ξεπλένει τις αμαρτίες της ηδονής
Η αμαρτία
Στέρηση άρτου
Άρτος ζυμωμένος με γλυκάνισο
Και μαγιά της αγάπης
Εξακολουθείς να πιστεύεις ότι το να αγαπάς κάποιον μοιάζει σαν προσευχή???
Ένα πράγμα σαν θεϊκή λατρεία??
Να τον επικαλείσαι…
Να τον πιστεύεις…
Να τον αισθάνεσαι…
Κι αν η ευτυχία του δεν είσαι εσύ
Ερώτηση επιθυμίας ζωτικής υφής
Γνωρίζεις την ευτυχία σου??
Ε ναι είσαι η ζοφερότερη ιδέα της ροής μου
Ιδέα όμως εντάξει
Αλλού υπάρχεις….!!
Το τερπνόν μετά του ωφελίμου διαβάζω
Κυλλάνε οι σκέψεις μου
Σύννεφα μαβιά να σε αγγίζουν στον ουρανό σου
Θολό νερό οι λέξεις σου κυλλάνε
Ατέρμονο καταρράκτη ζωής
Σπάνε οι φουσκάλες της απόγνωσης
Αίμα στραγγίζει η μορφή σου
Όλα πρέπει να γίνουν όπως πρέπει μου λες…
Το τερπνόν το αισθάνομαι
Πάμε πάλι από την αρχή
Μη κόβεις το λουλούδι……
Την ρίζα χάιδεψε
Το ωφέλιμο τίνος είναι???
Υστερόγραφο στιγμής
Μη ταλαιπωρείς άλλο το νοιάξιμό μου για σένα
Ξέρεις……. Αν βάλεις περισσότερο αλκοόλ στο μείγμα της ζωής σου
Θα μπερδευτούν τα σύμπαντα!!!
Σαν να κουβαλούν τα υπάρχοντα τους, σέρνοντας σκόνες ανηφορίζουν οι ώρες στο τέταρτο του φεγγαριού.
Ξωπίσω τρέχουν μέρες ντυμένες στο γκρίζο ,νύχτες με αρώματα καμένης και κομμένης μνήμης.
Δρόμοι ανυπαρξίας του κενού.
Μελωδία στεναγμού αφήνει το ρολόι του σταθμού.
Τα ακούω.
Τώρα που το κοιτώ ποιος με συντροφεύει άραγε, συλλογιέμαι.
Μπερδεύτηκε η γύμνια της ψυχής μου με το κενό της αίθουσας αναμονής.
Σπασμένα τζάμια ,υπόστεγο προσμονής.
Πίνακας ανακοινώσεων ερημικής αναφοράς ερώτων, σταθμοί που πυρπολούσαν γρανάζια ψυχής.
Όμως,
κανείς δεν με ακολουθεί.
Αλλά,
πως μπαίνεις στα όνειρα μου??
Από ποια έξοδο κινδύνου της ζωής σου?
Ο Θ_όλος του σταθμού αγγίζει το όλον του Θείου.
Κι εσύ ως φτερωτός ημίθεος έχεις θρονιαστεί στον ορίζοντα μου..
Άδεια αίθουσα αναμονής ,ομιχλώδης ο δρόμος της επιστροφής.
Νυχτώνει.
``δώσε μου ένα τσιγάρο`` ,καλλωπισμένη φωνή παρφουμαρισμένη ερημιά στο βλέμμα της.
Τελευταία ειδοποίηση.
Άλλαξαν οι πορείες από τα χνάρια της ύπαρξης μας ,σκουριάσανε στις παράλληλες ράγες της καθημερινότητας.
Κι ας σε νοστάλγησα με λαχτάρα φυγά.
Σταμάτα να μου λες ότι φοβάσαι.
Λίγο να απλώσεις το βλέμμα σου θα αγγίξω την πνοή σου.
Υγρή και μουσκεμένη.
Κυλάει το ποτάμι των δακρύων ,καμιά φορά μα κυλάει.
Οι θύρες σφράγισαν.
Καληνύχτα σου…
Στο αέναο ταξίδι θα σε επιθυμώ.
Και θα σε ψάχνω....
Από νωρίς έψαχνα σύμφωνα στο γρασίδι του δρόμου.
Μουσκεμένα φύλλα τα φωνήεντα τόσο που βράχνιασα ν οι λέξεις.
Μα μέχρι το χάραμα φύσηξε τόσο δυνατά ο άνεμος σου που σκορπίσανε κι ας είχαν έρθει όλα σιμά μου.
Σκορπίσανε στο λογισμό μου για σένα.
Ωχ, γαμώτο πάλι από την αρχή να ψάχνω φθόγγους.
Και τονισμούς με τα σημεία στίξης στα συρματοπλέγματα του νου μου.
Μια λέξη σαν κόσμημα.
Σαν κάλεσμα να φεγγοβολήσει.
Κι ο ταξιδιωτικός σάκος ερμητικά κλειστός σαν τον πόθο σου..
Ο φαροφύλακας γρασάρει κουρασμένος τις αλυσίδες της αλυσοδεμένης από προδοσίες πόρτας.
Η αλμύρα μονολογεί και η μοναξιά του απαντώ κι ο γλάρος κραυγάζει την επιτυχία του στο γιαλό έχοντας την λεία του στο κορμί του….
Όλα τα ζύγια και τα βαρίδια των επιθυμιών μου τα φύλαξα ανάμεσα στα δένδρα της αυλής σου.
Να έρθουν τα πουλιά να κτίσουν ε φωλιές.
Και να πολλαπλασιάσουν.
Ναι υπάρχουν κι άλλες μαθηματικές έννοιες.
Όχι μονάχα οι αφαιρέσεις του έρωτα σου.
Είναι ασύνδετα τα γεγονότα μου λες.
Χε,χεχε…
Σύνδεση
Συνδέομαι
Α_συν_δέομαι.
Τι σημαίνει δέομαι για πες.
Σε συλλογιέμαι απόψε τόσο που φέρνει μια αρμολόγηση στη φύση του κορμιού σου αυτός ο συλλογισμός.
Έλα πες.
Ένοιωσες ποτέ σου πως αλλάζουν οι εποχές?
Αλλάζεις.
Φορώντας ρούχο ξένο.
Γι αυτό και μεταμορφώθηκες σε διαβατάρικο έρωτα.
Παιδί του θεριστή εσύ!!!!
Να κουβαλάς στη σκόνη της ηδονής σου χειμώνες!!!!
Θύμισε μου αν έχουμε συναντηθεί στο θυμίαμα του γκρεμού για να σου πω αν η πρώτη μέρα του ερχομού μου ήταν η γενέθλιος σου μέρα…
Τι θαρρείς ?
Η δική μου είναι?
Και τι σημασία έχει να σε χαρώ??
`
Τούτο το δείλι ρίχνει μια εσάρπα στους παγωμένους από λησμονιά ώμους μου.
Αναθυμιάζει μυρωδιές τούτος ο τόπος .
Σαν πλημμυρίζει αστέρια ο ουρανός μου μη φοβάσαι….
Σ ακούω να μου λες.
Κι ας ματώνει η παλάμη μου από τις αγριοτριανταφυλλιές της καρδιάς σου…..
Ψάχνουμε ο ένας τον άλλο. Ας ήτανε απόψε η τελευταία μέρα της αναμονής.
Το έγραψε ο JorgeLuisBorges.
Αααα,έγραψε κι αυτό!!!!!
Ο χρόνος είναι η τίγρης που με καταβροχθίζει, αλλά εγώ είμαι η τίγρης.
`
`
`
▧Απόψε είναι σαν το φύλλο που το παίρνει ο άνεμος το σ αγαπώ σου.
Σαν ▦ το κυκλάμινο που γέρνει από τους βοριάδες στον βράχο.
Σαν το ▥νούφαρο που μαράθηκε από τους νοτιάδες της λίμνης.
Βαθαίνουμε στη σιωπή ▤ κατανυκτικά και ερημώνουμε τις γωνίες των δρόμων.
Χορεύει στα σκοτάδια μου η μοναξιά κι έτσι πιασμένη από την παλάμη μου κρύβει το φιλί σου στα δυο .▣
▩Όπως γέρνει πάνω σου το φεγγαρόφωτο σ αγαπάω κι ας είσαι σαν δυο ξέφτια τα ουρανού στις άκρες της ψυχής μου.
Μουσκεύουν οι λέξεις ,κολλάν πάνω σου, σε ερωτεύομαι γερμένη πάνω στα πάθη μου.▀▄
▒ Χάραξε στο νου μου απόψε τα περιθώρια σου, που να σταθώ στην νοσταλγική ώρα μαζί σου ,ψιθυρίζω μέσα από βροντές κι εσύ σκοτεινιάζεις με τις αστραπές σου.
Οι νύχτες μου, ░ερμητικά .κλειστοί οι δρόμοι .
Απόψε το πούσι ★,γυμνή ομίχλη στα βουνά ,με εγκαταλείπει κλέβοντας τη μορφή σου από το πλάι μου.......
Αρνιέται να στεγνώσει εκείνο το κρύο που μου έφερε η σιωπή σου.
Πάχνη παντού.
Ομιχλώδης ορίζοντας.
Τοπία στην ουτοπία στου έρωτα ,θέλγητρα μοναξιάς.
Πονάει η θύμηση.
Πονάει πολύ σαν αγκιστρώνεται στο Νου.
Έλα να παίξουμε την τυφλόμυγα.
Ήρωας του παιχνιδιού εγώ.
Βελούδινη αφή στην όραση.
Σε μυρίζω.
Σκύβω στην χαρακιά του μισού σου και οσμίζομαι σε.
Εσύ λείπεις.
Ανάμεσα από τον κύκλο της ζωής, τυφλόμυγα το λένε ,[θυμάσαι που παίζαμε σαν είμαστε παιδιά τούτο το παιχνίδι?].
Σκαλώνω ,μπερδεύομαι.
Πέτρες τα φιλιά του τάχα σου ξεχειλίζουν από παντού.
Κι αγκάθια.
Χτυπώ το γόνα μου.
Ματώνω και τρομάζω.
Πέφτω και χαρακιές πόνου ζωγραφίζονται στις παλάμες μου.
Κρύψε με στη χούφτα σου , είχα προσευχηθεί.
Αγκάθια παντού.
Αγκιστρώνεται το φιλί σου στη διαδρομή της φλέβας, αγκάθινος λυγμός.
Έχει εδραιωθεί στο πέτο της καρδιάς ως μυστικό πέρασμα της ύπαρξης μου.
Σαν την ουσία του Θείου σε νοιώθω.
Απόμακρο και εκδικητικό.
Γνωρίζεις τον καημό μου άραγε???
Στάζει ο ήλιος σήμερα ,λένε τα δελτία του καιρού.
Στάζει και τούτη η στιγμή έλξη.
Και οι λέξεις σου απουσιάζουν.
Θα μαγειρέψεις απόψε?
Πεινάω την πνοή σου.
``πάψε να με τυραννάς `` ψιθυρίζει εκφωνητής αναγγέλλοντας το τραγούδι.
Κι εσύ θα χορεύεις πάντα μακριά μου...
Ιδρώνω και έξω βρέχει.
Ψάχνω τους ήρωες μου .
Κάνω χώρο και ψάχνω.
Μα όλοι έχουν χαρακιές στο βλέμμα τους.
Γίνομαι ατρόμητη.
Χαρτογραφώ εξ__όδους.
Μα η κραυγή από τα μεγάφωνα της ζωής περιγράφει την επόμενη στάση.
Κι εγώ υπνωτισμένη φοβάμαι ξανά την λάθος διαδρομή.
Μια γωνία, παρακαλώ και μια θέση στο παράθυρο του σύμπαντος παρακαλώ...
Στέκομαι σε άπνοια κατάσταση σ ένα σταυροδρόμι ,όπου πορτοκαλίζει το φανάρι της θλίψης.
Χτύποι ρολογιού μετράνε τον χρόνο.
Ζεις.
Πεθαίνεις.
Και τούμπλαλιν.
Παίρνω και περνώ με μια χούφτα νοτισμένα όνειρα.
Οι στάλες του θόλου σήμερις είχαν σημάδια λασπουριάς.
Ήχος της τάξης τρυπά φλέβες αισθήσεων.
Ξέφτια στο διάβα μου, κομμάτια ύφανσης..
Κραυγή σιγής του δρομέα της σκόνης.
Αγαπώ.
๑๑๑΄Αγαπῶ.
Γράφεται και με περισπωμένη μα σε βαραίνει.
Ψάχνοντας συγγενείς λέξεις ,σ ένα πορτοκαλίζον πέρασμα της ζωής.
Μη παραμένεις στον αόριστο χρόνο!!!!!
Μ έναν ωκεανό οργής γύρω σου!!!!!
Σε ψάχνω στο ναρκοπέδιο του
΅΅πρέπει΅΅
και του ΅΅μηδενός΅΅...
Σήμερα επιθυμώ να συναντήσω τον προφήτη.
Πριν της φήμης να σε δω λαχταρώ.
Της στιγμή και των αιώνων.
Φευ ημών και υμών!
Μα και μυείν των δεήσεων .
Αξίζει να ζεις την στιγμή της από__ουσίας και παρά_ουσίας εντός της αιωνιότητας της ύπαρξης σου??
Ερωτώ..
Υπάρχεις συνεχώς κι ας μη το μπορείς ούτε το επιθυμείς..
Ακολουθείς..
*Ἀλλ ΄ ἡσυχίανἄγετεκαὶκαρτερεῖτε.* είπεν ο Σοφός..
Άγω σε ησυχία.
και καρτερία.
♪Ο ήχος της πνοής σου με ανατρίχιασε σήμερα.
Ριγώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου