Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Γ. ΛΥΚΟΥΔΗΣ «Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΗΣ ΙΘΑΚΗΣ Ο Όμηρος – Η εποχή των επών – Συγκριτική μελέτη των θεωριών για την Ομηρική Ιθάκη»





Μετά από εργασία έξι ετών και προσπάθειες άλλων δύο κυκλοφόρησε το πόνημα του Γεράσιμου  Γ. Λυκούδη

«Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΗΣ ΙΘΑΚΗΣ
Ο Όμηρος – Η εποχή των επών – Συγκριτική μελέτη των θεωριών για την Ομηρική Ιθάκη»

Το σύγγραμμα αποτελείται από 652 σελίδες, έχει πλούσια βιβλιογραφία, περιλαμβάνει φωτογραφικό υλικό, χάρτες, σχεδιαγράμματα, 676 υποσημειώσεις και παραπομπές και προλογίζεται από τον Διδάσκοντα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο κ. Δημήτριο Μεταλληνό.

Το σύγγραμμα αποτελείται από τα εξής μέρη:

ΜΕΡΟΣ Α΄: Ο ΟΜΗΡΟΣ
ΜΕΡΟΣ Β΄: ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΟΜΗΡΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
ΜΕΡΟΣ Γ΄: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΩΝ ΕΠΩΝ.
ΜΕΡΟΣ Δ΄: Η ΟΜΗΡΙΚΗ ΙΘΑΚΗ
ΜΕΡΟΣ Ε΄: ΑΛΕΞΙΑΔΑ, ΡΟΒΕΡΤΟΣ ΓΥΙΣΚΑΡΔΟΣ ΚΑΙ ΟΜΗΡΙΚΗ ΘΑΚΗ
ΜΕΡΟΣ ΣΤ΄: ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΣΕ ΠΥΛΟ ΚΑΙ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ. Η ΕΝΕΔΡΑ ΤΩΝ ΜΝΗΣΤΗΡΩΝ ΣΤΗΝ ΑΣΤΕΡΙΔΑ.
ΜΕΡΟΣ Ζ΄: ΣΑΜΟΣ Ή ΣΑΜΗ - TO ΔΟΥΛΙΧΙΟ - ΟΙ ΤΑΦΙΟΙ
ΜΕΡΟΣ Η΄: ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ
ΜΕΡΟΣ Θ΄: ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΙΘΑΚΗ
ΜΕΡΟΣ Ι΄: ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ


Σημείωση εξωφύλλου

Η τοποθεσία της Ομηρικής Ιθάκης, της Ιθάκης δηλαδή που περιγράφει ο Όμηρος, είναι ένα
θέμα που συζητείται εκατοντάδες χρόνια. Η αδυναμία αδιαμφισβήτητου εντοπισμού της, όπως επίσης και άλλων Ομηρικών τόπων, προκάλεσε μια σειρά αμφισβητήσεων που συμπεριέλαβαν, εκτός από τους τόπους και τους ήρωες των επών, την ύπαρξη και αυτού του Ομήρου.Μετά τον εντοπισμό της Τροίας, των Μυκηνών, της Πύλου, οικισμώνκαι νεκροταφείων των Αχαιών, ερειπίων και ευρημάτων, όπως οι πινακίδες με Γραμμική Β΄ γραφή, ο Ομηρικός κόσμος κάθε άλλο από μυθικός μπορεί να θεωρηθεί.
Η εκκρεμότητα όμως του εντοπισμού της Ιθάκης, και η διαμάχη μελετητών αρχαιολόγων, και ερευνητών παραμένει.Ο εντοπισμός της Ιθάκης, της πατρίδας του Οδυσσέα, που αναφέρει και περιγράφει ο Όμηρος, είναι ένα πρόβλημα που παραμένει άλυτο μέχρι σήμερα. Πρόκειται για μία “Οδύσσεια της Ιθάκης”Την οριστική απάντηση ίσως κάποτε να τη δώσει η αρχαιολογική σκαπάνη.Μέχρι τότε δικαιούμαστε να μελετάμε να ερευνούμε και να εκφράζουμε διαφορετικές απόψεις.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Όμηρος και τα έπη του πάντοτε ασκούσαν μια γοητεία επάνω μου, όμως αυτό δεν είναι ασφαλώς κάτι το ιδιαίτερο, αφού το ίδιο συναίσθημα διακατέχει δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη.
Πριν 20 περίπου χρόνια ένα βιβλίο έμελε να σημαδέψει τη σκέψη μου και εν τέλει όλη μου τη ζωή. Πρόκειται για το σύγγραμμα «ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ Η Αποκάλυψη της Ομηρικής Ιθάκης», του αείμνηστου Νικολάου Λιβαδά – Τουμασάτου.
Διάβασα το βιβλίο και μετά από την πρώτη εντύπωση άρχισα να το μελετώ προσεκτικά κεφάλαιο προς κεφάλαιο. Με εντυπωσίασε η τεκμηρίωση των απόψεων του συγγραφέα, όμως επειδή μέχρι τότε οι γνώσεις μου επάνω στο θέμα του εντοπισμού της Ομηρικής Ιθάκης ήσαν περιορισμένες και αποσπασματικές και οι απορίες μου περιορίζονταν στην απλή σκέψη, πώς οι άνακτες των Κεφαλλήνων επέλεξαν ως κέντρο της επικράτειάς τους το μικρό νησί της σημερινής Ιθάκης και όχι τη μεγαλύτερη και πλουσιότερη Κεφαλονιά, αποφάσισα να τις εμπλουτίσω να τις διασταυρώσω και να τις συγκρίνω με εκφρασμένες και καταγεγραμμένες θεωρίες, από τον 19 ο κυρίως αιώνα μέχρι τις ημέρες μας.
Πρόκειται πράγματι για μια «Οδύσσεια της Ιθάκης», εξ ου και τίτλος του παρόντος συγγράμματος.
Προσέγγισα με επιφύλαξη τη θεωρία του Λιβαδά, γιατί κάποια σημεία της δεν με έπειθαν απολύτως και από την αρχή επεδίωξα η κρίση μου να είναι αντικειμενική και κυρίως να μην
επηρεαστεί από την καταγωγή μου.
Έτσι άρχισε η συστηματική μελέτη και η καταγραφή, στην αρχή με σημειώσεις και στη συνέχεια πιο συστηματικά, των διαφορετικών θεωριών και απόψεων από κάθε πηγή, είτε αυτή ήταν σύγγραμμα είτε ηλεκτρονικός τόπος.
Από την αρχή είχα κάποιους ενδοιασμούς αν θα έπρεπε να κάνω αυτό το εγχείρημα, αφού το αντικείμενο των σπουδών μου που για χρόνια εξάσκησα, καθώς και οι επόμενες δραστηριότητές μου, καμία επαγγελματική σχέση δεν είχαν με τη φιλολογία, την αρχαιολογία ή την ιστορία. Όμως, στην πορεία διαπίστωσα ότι πολλοί ερευνητές, αν όχι οι περισσότεροι, δεν είχαν αυτές τις ιδιότητες και δεν διέθεταν αυτή τη σχέση, αλλά το κοινό τους και κοινό μας γνώρισμα ήταν ο ζήλος για νέες γνώσεις και ο έρωτας στην ομηρική ποίηση.
Επίσης, είδα ότι οι επαΐοντες ή αυτοί που θεωρούνται ως τέτοιοι, δίσταζαν να τοποθετηθούν και να εκφράσουν τις απόψεις τους επάνω στο επίμαχο αυτό θέμα και αυτό είναι κατανοητό, γιατί θα έπρεπε, ως ειδικοί επιστήμονες, να τις τεκμηριώσουν με αποδείξεις, κάτι που επί του παρόντος είναι αδύνατο. Αντιθέτως οι ερευνητές, ως προς αυτό, βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση απέναντί τους γιατί μπορούν να εκφράσουν με περισσότερη ελευθερία τις απόψεις τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτές μπορούν να είναι ανιστόρητες, αυθαίρετες ή ανεδαφικές.
Ο όγκος όλου αυτού του υλικού είναι μεγάλος και η διαφορετικότητα του περιεχομένου του εγκυμονούσε τον κίνδυνο της σύγχυσης και του αποπροσανατολισμού, για τον λόγο ότι εκτός από κάποια πονήματα που διακρίνονται για τη σοβαρότητα και την επιστημοσύνη τους, πολλές άλλες εργασίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα που περιλαμβάνει από αξιόλογες μελέτες μέχρι προσεγγίσεις που κινούνται στις παρυφές των έργων επιστημονικής φαντασίας.
Επίσης, σε κάποια συγγραφικά έργα είναι προφανές ότι ο τοπικισμός έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην κρίση του συγγραφέα ή του ερανιστή και αυτό καθιστά τον μελετητή άκρως επιφυλακτικό απέναντί τους, καθώς και μερικές εργασίες στις οποίες είναι ευδιάκριτο το ανταγωνιστικό πάθος ή και η εμπάθεια κατά των άλλων θεωριών.
Όλο αυτό το υλικό ήταν διάσπαρτο και δεν υπήρχε κάπου συγκεντρωμένο, ώστε να δίνει τη δυνατότητα σύγκρισης των θεωριών και μέσα από αυτήν την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Μετά όμως από χρονοβόρα και κάποιες φορές άσκοπη μελέτη, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι τόποι και οι αντίστοιχες θεωρίες που μπορούν διεκδικήσουν την Ομηρική Ιθάκη και με τις οποίες πρέπει να ασχοληθώ επισταμένως, είναι: της σημερινής Ιθάκης, της Λευκάδας και της Κεφαλονιάς.
Αφού κατέγραψα τις απόψεις αρκετών ερευνητών και για τους τρείς τόπους, άρχισα να συγκρίνω τις σχετικές θεωρίες προσπαθώντας να ανιχνεύσω τα υπέρ και τα κατά κάθε μιας
από αυτές. Τα βασικά σημεία γύρω από τα οποία επικεντρώθηκε η έρευνα, ήσαν τα ιστορικά στοιχεία και η ταύτιση των προτεινόμενων τόπων με τις αντίστοιχες ομηρικές περιγραφές.
Η δεύτερη προσέγγιση έχει αρκετούς επικριτές και αρνητές (όντως αξιόλογους και καταξιωμένους) ως προς την ορθότητά της, γιατί την θεωρούν άσκοπη αφού κατ’ αυτούς η
Ιθάκη που περιγράφει ο Όμηρος είναι δημιούργημα της ποιητικής φαντασίας του, κάτι σαν
«ου τόπος», θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε, οπότε δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητήσουμε την κοινώς αποδεκτή νήσο ως Ιθάκη.
Δεν συμμερίστηκα αυτές τις απόψεις με το σκεπτικό ότι δεν είναι λογικό να έχουν επαληθευτεί οι περιγραφές του Ομήρου για την Τροία, τις Μυκήνες, την Πύλο και αλλού, και να μην υπάρχει τόπος που να ανταποκρίνεται, τουλάχιστον στα βασικά, με τις περιγραφές της πατρίδας ενός εκ των πρωταγωνιστών της Ιλιάδας και του κεντρικού ήρωα της Οδύσσειας.
Έτσι άρχισε μια ερευνητική περιπέτεια που ενώ ως αρχικό στόχο είχε τη συγκριτική μελέτη των εν λόγω θεωριών, την ανάλυσή τους και την κατάθεση των συμπερασμάτων και των απόψεών μου, εξελίχθηκε σε μια ευρεία και πολυεπίπεδη έρευνα.

Κατά τη διάρκειά της έρευνας είχα την αίσθηση ότι ακολουθώντας τις ράγες ενός βαγονέτου, εισχώρησα σε ένα ορυχείο χρυσού που όσο προχωρούσα ανοίγονταν μπροστά μου σήραγ-γες προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Σύντομα άφησα τη βασική διαδρομή και βρέθηκα σε λαξεμένους δρόμους, άλλοτε φωτισμένους και άλλοτε σκοτεινούς, κάποτε οικείους και κάποτε εντελώς άγνωστους.
Ούτε όμως και αυτό ήταν αρκετό και χρειάστηκε να ανοίξω δικές μου σήραγγες και να εξορύξω διάφορα υλικά, πολύτιμα και μη, χρυσό αλλά και άνθρακα. Η διαλογή λοιπόν ήταν
μια απαραίτητη διαδικασία που απαιτούσε καθαρή και αμερόληπτη (στο μέτρο του δυνατού)κρίση.

Μία άλλη αναγκαιότητα ήταν η μελέτη και η ερμηνεία των ομηρικών κειμένων να γίνουν από το πρωτότυπο, γιατί οι περισσότερες υπάρχουσες αποδόσεις τους είναι λογοτεχνικές και δεν μας δίνουν ακριβή και επί λέξει μετάφραση των επών, κάτι που μπορεί να μας οδηγήσει σε παρερμηνείες και επομένως σε λανθασμένα συμπεράσματα.
«Ξεσκόνισα» λοιπόν τα βιβλία των αρχαίων, της γραμματικής και του συντακτικού του Γυμνασίου, προσέτρεξα σε πονήματα του αυτού περιεχομένου και σε λεξικά, και απετόλμησα η μετάφραση των περισσοτέρων αρχαίων κειμένων. Αν το τόλμημα αυτό είναι ορθό, ως προς το αποτέλεσμά του, είναι στην κρίση σας.

Στην κρίση σας βεβαίως είναι και το τελικό αποτέλεσμα όλης της μελέτης μου που έχω την τιμή να βρίσκεται στα χέρια σας.Ελπίζω με αυτό μου το σύγγραμμα, να μπόρεσα να προσθέσω μια μικρή λίθο σε ένα οικοδόμημα που αν και κτίζεται επί αιώνες, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Γεράσιμος Γ. Λυκούδης

ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Δρ. Δημήτριος Γ. Μεταλληνός
Διδάσκων Τμήματος Αρχειονομίας, Βιβλιοθηκονομίας και
Μουσειολογίας Ιονίου Πανεπιστημίου

Δεν είμαι Ομηριστής! Το δηλώνω ευθύς εξαρχής, αφού στις ημέρες μας επικρατεί μια τάση να ασχολούμαστε και με ζητήματα τα οποία όχι μόνο δεν γνωρίζουμε, αλλά εκφράζουμε και «υπεύθυνες» απόψεις επί αυτών. Ποιος, όμως, μελετητής του Ελληνικού Πολιτισμού και Ιστορίας δεν θα ξεκινήσει τη μύησή του στον πολιτισμό αυτό αγνοώντας τα αρχετυπικά κείμενα των Ομηρικών Επών; Λογοτεχνικά κείμενα, που ανήκουν στα αρχαιότερα του ελληνικού, ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πολιτισμού.
Ως εκ τούτου αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για τον γράφοντα η πρόταση του εξαιρετικού ερευνητή του Ομηρικού κόσμου, αγαπητού συναδελφού και συμπατριώτη Κεφαλλήνος κ. Γερασίμου Λυκούδη, να καταθέσει ορισμένες ταπεινές σκέψεις για το ογκώδες και περισπούδαστο έργο του με τίτλο «Η Οδύσσεια της Ιθάκης».
Δεν θα υπεισέλθω στην ουσία του βιβλίου του, αφού δεν θεραπεύω τα συγκεκριμένα επιστημονικά γνωστικά αντικείμενα. Με τη μακρόχρονη, όμως, εμπειρία μου στην επιστημονική μεθοδολογία και έρευνα, δύναμαι να διαπιστώσω τη μεθοδικότητα, την τεκμηρίωση των αναφορών, καθώς και την ιδιαίτερη ανάγνωση του πλήθους των πληροφοριών, που παρέχουν τα Ομηρικά Έπη και παρουσιάζει στο ογκώδες σύγγραμμά του ο συγγραφέας. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει, άλλωστε, το κύριο χαρακτηριστικό των εμβληματικών έργων του Ομήρου, δηλαδή το ότι πρόκειται για δύο λογοτεχνικά κείμενα. Δύο μεγάλα, ίσως τα σημαντικότερα, Ποιήματα του Παγκόσμιου Πολιτισμού, τα οποία δεν αποβλέπουν στην καταγραφή της ιστορικής πραγματικότητας της εποχής τους. Η προϋπόθεση αυτή θεωρείται αναγκαία, προκειμένου να αρθούν οι όποιες παρεξηγήσεις και παραθεωρήσεις από τους επίδοξους αναλυτές των εν λόγω επών. Για το λόγο αυτό και δεν διδάσκονται στον τομέα της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας ως ιστορικά κείμενα, αλλά στον τομέα της Κλασσικής Φιλολογίας, ως κατεξοχήν φιλολογικά κείμενα.
Τα αρχειακά τεκμήρια, όμως, γεννώνται «εν τόπω και χρόνω». Με άλλα λόγια εκφράζουν ως λογοτεχνικά κείμενα που περιέχουν ιστορικές, γεωγραφικές, οικονομικές, κοινωνιολογικές, θεολογικές κ.ά. αναφορές, την συγκεκριμένη εποχή (τους) και την ιστορική πραγματικότητά της. Σε όλα τα αρχειακά τεκμήρια αποτυπώνεται πρωτίστως η προσωπικότητα του δημιουργού τους, αλλά ταυτόχρονα και η εποχή και το κοινωνικό περιβάλλον εντός του οποίου ο δημιουργός εκφράζεται και δημιουργεί. Αποτελεί μια αμφίδρομη σχέση, όπου τελικά ο δημιουργός αναδεικνύει το έργο του, αλλά και ο ίδιος αναδεικνύεται μέσα από αυτό. Μια μοναδική εμπειρία, την οποία ελάχιστοι συνάνθρωποί μας γεύτηκαν, γεύονται ή θα γευθούν και οι οποίοι συγκρο-τούν την πνευματική κοινότητα της τοπικής ή παγκόσμιας κοινωνίας κάθε ιστορικής περιόδου.
Ενεργό και σημαντικό μέλος της εν λόγω πνευματικής κοινότητας αποτελεί και ο συγγραφέας κ. Γεράσιμος Λυκούδης. Δεν είναι φιλόλογος, ούτε ιστορικός, αλλά μέσα από τις δικές του σπουδές και εμπειρίες, ως μηχανικός εμπορικού ναυτικού και εικαστικός, προσεγγίζει τα Ομηρικά έπη, προσπαθώντας να χαρτογραφήσει στα «αχαρτογράφητα Ομηρικά νερά».
Κύριο μέλημά του η μελέτη και ανάδειξη του χωροχρονικού πλαισίου εντός του οποίου γεννήθηκαν αυτά. Ο συγγραφέας διαθέτει την ειδική μόρφωση και την οδυσσειακή ικανότητα ως Κεφαλλονίτης, να αναγνώσει τις Ομηρικές πληροφορίες μέσα από το ειδικό του γνωσιολογικό πρίσμα και να συνεισφέρει έτι περαιτέρω στη γλωσσολογική γνώση των Ομηριστών. Έτσι, επί παραδείγματι, η έννοια «ναύς», προσεγγίζεται ως ουσιαστικό, γένους θηλυκού από τον Ομηριστή φιλόλογο, αλλά συμπληρώνεται ως έννοια με τον ακριβή προσδιορισμό και περιγραφή του πράγματος-res (καράβι) από τον ειδικό για τη διαδικασία αυτή μηχανικό των πλοίων κ. Γεράσιμο Λυκούδη. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η διεπιστημονική προσέγγιση των Ομηρικών Επών ως οικουμενικών επιτευγμάτων, που εμπνέουν και προ(σ)καλούν τις υπόλοιπες συναφείς επιστήμες, τέχνες και ειδικότητες, να ασχοληθούν με ένα από τα μεγαλύτερα άλυτα ζητήματα, το «Ομηρικό».
Αρκετοί φιλόλογοι, γλωσσολόγοι, ιστορικοί κ.ά. έχουν ασχοληθεί με τον μοναδικό πλούτο των Ομηρικών επών. Η ενασχόληση, όμως, κι άλλων επιστημόνων προερχομένων από τις λεγόμενες «θετικές και τεχνολογικές επιστήμες», όπως ο συγγραφέας κ. Γεράσιμος Λυκούδης, αποτελεί υψίστη συμβολή στην επιστημονική τεκμηρίωση της υπάρχουσας πληροφόρησης, που προέρχεται από την εποχή του Ομήρου και διαχέεται στο ιστορικό παρόν και μέλλον.
Δρ. Δημήτριος Γ. Μεταλληνός
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 

Ο Γεράσιμος (Μάκης) Λυκούδης γεννήθηκε  στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς το 1947. 
Το 1953 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα  και το 1967 στη Νέα Ιωνία Αττικής.
Σπούδασε σε Σχολή Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού,  και ακολούθησε το επάγγελμά του, σε ποντοπόρα πλοία  μέχρι το 1978. Από το 1978 μέχρι το 2010 εργάστηκε  στη Ν. Ιωνία και συνταξιοδοτήθηκε.
Δραστηριοποιείται στον χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης,  είναι ερευνητής θεμάτων Παιδείας, Πολιτισμού, Ιστορίας  και Λαογραφίας, συγγράφει και αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά. 
Έχει διατελέσει, συνεργάτης του Δημάρχου Ν. Ιωνίας  για θέματα Πολιτισμού και Γραμματέας του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Ν. Ιωνίας. Είναι ιδρυτικό μέλος του  Κέντρου Σπουδής και Ανάδειξης Μικρασιατικού Πολιτισμού  (ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ.), Δήμου Ν. Ιωνίας και είναι μέλος του Δ. Σ. του συνεχώς μέχρι σήμερα. 
Αγιογραφεί και Ζωγραφίζει. Έχει πραγματοποιήσει  5 ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε 8 ομαδικές.
Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.).

Συγγραφικό έργο:

• «Τα πρώτα σχολεία των προσφύγων στη Νέα Ιωνία» (συνεργασία με κ. Χάρη Σαπουντζάκη). 

• «Ένας μύθος 31 ποιήματα και ένα διήγημα» 

• «Από τη Σαφράμπολη της Μικράς Ασίας  στη Σαφράμπολη της Νέας Ιωνίας» 
(συνεργασία με κ. Πέτρο Τριανταφυλλίδη). 

• «Η Νέα Ιωνία μέσα από τα πρακτικά των Δημοτικών  Συμβουλίων & τις πράξεις των Διοικουσών Επιτροπών, 1934 -1947» 

• «Αλεξιάδα, Ροβέρτος Γυισκάρδος & Ομηρική Ιθάκη» 

• «Φόρκυνας». Λιμπρέτο για ομηρική όπερα βασισμένο  στην Οδύσσεια.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου