Μέρες Λαμπρής
Δεξαμενή λύπης η θάλασσα κι ο κόσμος
Έβρεχε χωρίς σταματημό
<>
Οι πεταλούδες κρυμμένες στην κοιλάδα
είχαν σμίξει με τα φύλλα της λεύκας
Κάθε καρδιά με μια ψυχή στην αγκαλιά της
σκέπη λευκή και φωτεινή
στου χρόνου τα περάσματα
κσι στου καιρού τις καταιγίδες
<>
Οι πασχαλιές μονάχες κι ανθισμένες στις αυλές
σκορπίζαν μάταια το άρωμά τους
Τι να το κάνουν τα χελιδόνια;
Γκρεμίσαν οι φωλιές τους.
Τι να το κάνουν τα μελίσσια;
Καήκαν οι κυψέλες.
<>
Ο Επιτάφιος γυρνούσε
από γειτονιά σε γειτονιά
κι από σπίτι σε σπίτι
Η Σινδόνη μυρωμένη
αγκάλιαζε τρυφερά τα παιδιά της
Τ' ανάπαυε και τ' ασπαζόταν
και σφούγγιζε τις πληγές τους
Το αίμα τους θερμό
έρρεε χωρίς σταματημό
<>
Οι μυροφόρες έρραιναν
μ' αγάπη κι άνθη
δάκρυα και μύρα
μαχητές και άμαχους
<>
Ο χάρος ντροπιασμένος
δάκρυζε κι αυτός
Πάσχιζε να καταλάβει
ποιος τους έβγαλε στον Αχέροντα
χωρίς να τον ρωτήσει
Βούλιαξ' η βάρκα για τον άλλο κόσμο
Μαυρίσαν τα νερά κι οι πύλες κλείσαν
<>
Πώς να χωρέσουν
τα παιδιά και τις μανάδες;
<>
Μα στης Λαμπρής την ώρα
Φως αναστάσιμο
Ανέσπερο Φως
στις εκκλησιές κλεισμένο
έσκισε τα σκοτάδια
και μπήκε στις καρδιές
<>
Εσπερινές καμπάνες
ηχήσαν την Αγάπη
ν' αναστηθεί ο Άνθρωπος
Ποίημα και φωτογραφία - Σοφία Δ. Νινιού
είχαν σμίξει με τα φύλλα της λεύκας
Κάθε καρδιά με μια ψυχή στην αγκαλιά της
σκέπη λευκή και φωτεινή
στου χρόνου τα περάσματα
κσι στου καιρού τις καταιγίδες
<>
Οι πασχαλιές μονάχες κι ανθισμένες στις αυλές
σκορπίζαν μάταια το άρωμά τους
Τι να το κάνουν τα χελιδόνια;
Γκρεμίσαν οι φωλιές τους.
Τι να το κάνουν τα μελίσσια;
Καήκαν οι κυψέλες.
<>
Ο Επιτάφιος γυρνούσε
από γειτονιά σε γειτονιά
κι από σπίτι σε σπίτι
Η Σινδόνη μυρωμένη
αγκάλιαζε τρυφερά τα παιδιά της
Τ' ανάπαυε και τ' ασπαζόταν
και σφούγγιζε τις πληγές τους
Το αίμα τους θερμό
έρρεε χωρίς σταματημό
<>
Οι μυροφόρες έρραιναν
μ' αγάπη κι άνθη
δάκρυα και μύρα
μαχητές και άμαχους
<>
Ο χάρος ντροπιασμένος
δάκρυζε κι αυτός
Πάσχιζε να καταλάβει
ποιος τους έβγαλε στον Αχέροντα
χωρίς να τον ρωτήσει
Βούλιαξ' η βάρκα για τον άλλο κόσμο
Μαυρίσαν τα νερά κι οι πύλες κλείσαν
<>
Πώς να χωρέσουν
τα παιδιά και τις μανάδες;
<>
Μα στης Λαμπρής την ώρα
Φως αναστάσιμο
Ανέσπερο Φως
στις εκκλησιές κλεισμένο
έσκισε τα σκοτάδια
και μπήκε στις καρδιές
<>
Εσπερινές καμπάνες
ηχήσαν την Αγάπη
ν' αναστηθεί ο Άνθρωπος
Ποίημα και φωτογραφία - Σοφία Δ. Νινιού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου