(από ευκολία περισσότερο)
κι έτρεξαν
στις επαύλεις και τα γυμναστήρια
των Ρωμαίων.
Σιγοψιθύρισαν αναμεταξύ τους
«Ευτυχώς, εξασφαλίσαμε προνόμια
και προσοχή απ’ τους αφέντες μας.
Είμαστε ένα με τους νικητές, τους κοσμοκράτορες.
Λίγο είναι ;
Πιο καλλιεργημένοι και δυνατοί θα γίνουμε
τώρα που έχουμε προστάτες : λόρδους και συγκλητικούς».
Και όταν έφτασαν τα νέα απ’ τον Πόντο
πως συντρίφτηκαν οι Πόντιοι (απ' τις λεγεώνες),
μαθημένοι στις κολακείες,
πρώτοι βγήκανε στις αγορές,
φωνάζοντας
« Ναι, ναι, νικήσαμε τους βαρβάρους,
τους μισητούς ανατολίτες.
Άφοβα –τώρα-
θα απολαμβάνουμε γεύματα
και συζητήσεις ».
Κι όταν γέροντες έγιναν
(κατά τη φύση ),
μοχθούσανε –νυχθημερόν- να λένε
χωρία του Ομήρου,
για να δείχνουν την ελληνική καταγωγή τους.
Μα από τούτη τη συμπεριφορά τους
( τη λογοτεχνική )
γεννηθήκανε απορίες σε πολλούς.
Και τα ίδια τους, τα τέκνα
(κατά τη συνήθεια),
με ενδιαφέρον τους ρωτούσαν,
«Πώς σας προσφωνούσαν οι Ρωμαίοι
αγαπημένοι μας γονείς ;»
Κι αυτοί ,δίχως αισχύνη, απαντούσαν,
« Μας λέγανε οι αφέντες μας,
γραικύλους τιμητικά.
Αλλά και σήμερα ακόμα,
τούτη την ονομασία
περήφανα την κουβαλάμε,
μνημείο
για την ιστορία».
ΜΝΗΜΕΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ( Ποίημα για τον Ποντιακό Ελληνισμό, 19 Μαΐου 1919) Χριστόφορος Τριάντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου