Τετάρτη 4 Μαΐου 2022

ΘΟΔΩΡΗΣ ΜΠΕΛΙΤΣΟΣ - Ο Λημνιός Χορηγός Του Διαγωνισμού Που Ανέδειξε Το Νίκο Καζαντζάκη

 


Ο Οδυσσεύς Παντελίδης, χορηγός του διαγωνισμού που ανέδειξε τον Καζαντζάκη

Το 1905 ο φιλότεχνος Λήμνιος επιχειρηματίας Οδυσσεύς Ι. Παντελίδης ανέλαβε τη χρηματοδότηση για μια τριετία του θεατρικού διαγωνισμού που διεξαγόταν υπό την εποπτεία του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Στον «Παντελίδειο δραματικό αγώνα» γνώρισε για πρώτη φορά μια πανελλήνια λογοτεχνική διάκριση ο μεγάλος Έλληνας λογοτέχνης Νίκος Καζαντζάκης το 1907.

Όμως, η επιτροπή τού αρνήθηκε το βραβείο με αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί σάλος. Μεταξύ των βραβευθέντων υπήρξαν κι άλλοι γνωστοί λόγιοι: Φώτος Πολίτης, Τιμολέων Αμπελάς, Μιλτιάδης Ιωσήφ κλπ. 

Οι δραματικοί αγώνες και η θέσπιση του Παντελίδειου

Ο Παντελίδειος αποτελούσε τη συνέχεια παλιότερων διαγωνισμών, οι οποίοι διεξάγονταν από το 1851 με διάφορες ονομασίες, ανάλογα με τους εκάστοτε χορηγούς, όπως: Ράλλειος, Βουτσιναίος, Φιλαδέλφειος, Λασσάνειος. Στις αρχές του 20ού αιώνα, το κληροδότημα του τελευταίου χορηγού Γεωργίου Λασσάνη εξαντλήθηκε.

Στην έκκληση του Πανεπιστημίου ανταποκρίθηκε ο Παντελίδης, ο οποίος ανέλαβε την επιχορήγησή του για τρεις χρονιές από το 1906 ως το 1908 (ακολούθησε ο Αβερώφειος από το 1910).

Στην αίτηση του προς τον Πρύτανη ο Παντελίδης ανέφερε:

«Επιθυμών να συντελέσω και εγώ, κατά την εμήν δύναμιν, εις την ανύψωσιν και βελτίωσιν του Εθνικού ημών θεάτρου, απεφάσισα όπως συστήσω δραματικόν αγώνα, ον λίαν ευσεβάστως παρακαλώ υμάς όπως φιλοξενήσητε εν τω Σεπτώ των Μουσών τεμένει ου τόσον επαξίως προΐστασθε».

Στις 17.11.1905 η Σύγκλητος αποδέχτηκε την πρόταση, εξαίροντας την πρωτοβουλία του:

«Ο κ. Οδυσσεύς Ι. Παντελίδης, Λήμνιος την πατρίδα, διατρίβων δε εν Αιγύπτω, αισιοδοξών εν τη φιλοπατρία αυτού και τη φιλομουσία… ηθέλησε ελευθέρως να ιδρύση τον αγώνα τούτον, τον επί τρία έτη τελεσθησόμενον, αφήσας εις τους συναγωνιζομένους πλήρη ελευθερίαν και ως προς την μορφήν των δραματικών έργων και ως προς την υπόθεσιν και ως προς την γλώσσαν». 

Παντελίδειο (το 2012)

Ο Παντελίδης ανέλαβε την υποχρέωση να χορηγεί ετήσια βραβεία χιλίων και πεντακοσίων δραχμών αντίστοιχα στα δύο καλύτερα αδημοσίευτα δραματικά έργα. Άφηνε ελεύθερη τη θεματογραφία αλλά θα προτιμούσε να αφορά την μετά την Άλωση ελληνική ιστορία. Η επιθυμία του αυτή ενδεχομένως έκρυβε την ελπίδα για κάποιο έργο σχετικό με τη Λήμνο, μιας και ήταν πρόσφατη η βράβευση, το 1891, του έργου «Η Κόρη της Λήμνου» του Αριστομένη Προβελέγγιου που αναφερόταν στην ηρωίδα Μαρούλα.

Ως προς την γλώσσα επιθυμούσε να είναι η απλή καθαρεύουσα, αποκλείοντας την αρχαΐζουσα αλλά και την δημώδη· στην πράξη η επιτροπή παρέβλεψε αυτό τον όρο, δεχόταν έργα και στην καθομιλουμένη Την τριμελή κριτική επιτροπή, με αμοιβή εκατό δραχμές για κάθε μέλος, αποτελούσαν τρεις επιφανείς πανεπιστημιακοί: ο ιστορικός Σπ. Λάμπρος, ο λατινιστής Σ.Κ. Σακελλαρόπουλος και ο λαογράφος Νικόλαος Πολίτης.

Ποιος ήταν ο Οδυσσεύς Παντελίδης

Ο Οδυσσεύς Παντελίδης καταγόταν από τον Κορνό. Ήταν του γιος του ευεργέτη της Λήμνου Ιωάννη Παντελίδη. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του εργάστηκε στην Καλκούτα, στον εμπορικό οίκο των Αδερφών Ράλλη. Από το 1900 που απεβίωσε ο πατέρας του, ανέλαβε την πατρική επιχείρηση στην Αλεξάνδρεια. Παράλληλα ασχολήθηκε με τα κοινά της Λήμνου. Μετείχε στις επιτροπές σύνταξης των κοινοτικών κανονισμών και στη Λημνιακή Αδελφότητα Αλεξανδρείας. Απεβίωσε το 1937.

Ήταν φίλος των γραμμάτων. Ίδρυσε και χρηματοδοτούσε για πολλά χρόνια τη λειτουργία του Παντελίδειου Παρθεναγωγείου Κάστρου στο Ρωμαίικο Γιαλό, το κτίριο του οποίου σήμερα χρησιμοποιεί η πανεπιστημιακή σχολή. Δείγμα της φιλοκαλίας του υπήρξε η διάσωση της περίφημης πελασγικής επιγραφής των Καμινίων, την οποία φυγάδευσε στην Αίγυπτο, πριν την κατάσχουν οι οθωμανικές αρχές και στη συνέχεια τη δώρισε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, μέσω του φίλου του αλεξανδρινού ιατρού Βασιλείου Αποστολίδη.

Το 1907 χρηματοδότησε την έκδοση της «Ιστορίας της Λήμνου» του φιλολόγου Αργυρίου Μοσχίδη προαγοράζοντας 50 αντίτυπα. Συνέβαλε στον εμπλουτισμό του Γυμνασίου Λήμνου με εποπτικά όργανα και αθλητικό εξοπλισμό, διοργάνωνε φιλολογικές βραδιές στην έπαυλή του και συγκέντρωνε ιστορικό υλικό για τη Λήμνο, το οποίο όμως δεν εξέδωσε.
ΟΔΥΣΣΕΥΣ Ι. ΠΑΝΤΕΛΙΔΗΣ, 1938

Ο Α΄ Παντελίδειος αγώνας (1906)

Στον πρώτο διαγωνισμό υποβλήθηκαν «42 έργα, ολίγισται κωμωδίαι, τα δε πλείστα τραγωδίαι, δράματα οικογενειακά ή άλλα», στην πλειοψηφία τους άτεχνα και παιδαριώδη. Μερικά είχαν σταλεί με παραπλήσιο τίτλο σε παλιότερους διαγωνισμούς ή είχαν ανεβεί στο θέατρο και απορρίφθηκαν. Παρά την μετριότητα των έργων, η κριτική επιτροπή υπέβαλε αναλυτική εισηγητική έκθεση με παρατηρήσεις και κρίσεις για το καθένα.

Λόγω του χαμηλού επιπέδου των συμμετοχών προσανατολιζόταν να μην απονείμει βραβείο. Όμως, για να μην εγκαινιάσει τον διαγωνισμό με αποτυχία, ξεχώρισε με δυσκολία δύο έργα άξια λόγου. Το α΄ βραβείο δόθηκε στο έργο «Μιχαήλ ο Παφλαγών» του Θωμά Κ. Θωμά, στενογράφου της Βουλής. Το β΄ βραβείο έλαβε ο πρωτοδίκης Τιμολέων Αμπελάς, γνωστός λόγιος της εποχής, για το ιστορικό δράμα «Κλεοπάτρα».

Σάλος με την απόφαση για το έργο του Καζαντζάκη στον διαγωνισμό του 1907

Ο δεύτερος διαγωνισμός ήταν επεισοδιακός. Υποβλήθηκαν 40 έργα, τα μισά από τα οποία κρίθηκαν απόβλητα «ως στερούμενα της στοιχειώδους δραματικής τέχνης και ποιητικής εμπνεύσεως… παιδαριώδη, παράλογα και ανούσια». Από τα υπόλοιπα η επιτροπή έκρινε ως άξιο επαίνου αλλά όχι βραβείου, μόνο το «Λίνα Δράκα» του Τιμ. Αμπελά, ο οποίος από ό,τι φαίνεται συμμετείχε ανελλιπώς στους διαγωνισμούς.

Σε αυτό δραματοποιείται ένα επεισόδιο από τα χρόνια της ενετοκρατίας στη Ζάκυνθο, το οποίο προέρχεται από το χαμένο σήμερα, από την πυρκαγιά του 1953, ιστορικό αρχείο της Ζακύνθου. Το έργο «Λίνα Δράκα» διασώθηκε στο αρχείο της συγγραφέα Γιολάντας Τερέντσιο και εκδόθηκε το 2010 όχι τόσο για την δραματική του αξία, όσο λόγω του ιστορικού ενδιαφέροντος που έχει.

Στη γενική μετριότητα των συμμετοχών υπήρχε ένα έργο που υπερτερούσε κατά πολύ των υπολοίπων. Ήταν το «Ξημερώνει: δράμα εις πράξεις τρεις». Συγγραφέας ήταν ο άγνωστος 24χρονος Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957), νεαρός τότε πτυχιούχος της Νομικής και τακτικός χρονογράφος στην εφημερίδα «Ακρόπολις».
Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957)


Το «Ξημερώνει» ήταν το πρώτο θεατρικό του. Το είχε συγγράψει το καλοκαίρι του 1906 στο Ηράκλειο σε γλώσσα καθημερινή. Ο τίτλος προήλθε από την τελευταία φράση του κειμένου, όταν η ηρωίδα ξεψυχά λίγο πριν ξημερώσει. Συμβολίζει την προσδοκία για το ξημέρωμα ενός αλλιώτικου κόσμου απαλλαγμένου από τις παλιές αντιλήψεις για τις ανθρώπινες σχέσεις.

Η υπόθεση είναι απλή ηθογραφία και θυμίζει την «Άννα Καρένινα» του Τολστόι. Η Λαλώ, μικροπαντρεμένη επαρχιωτοπούλα με παιδί, ερωτεύεται τον αδελφό του συζύγου της και παλεύει ανάμεσα στο κοινωνικό καθήκον και στο ερωτικό πάθος. Της συμπαραστέκεται ο «Γιατρός», ο οποίος έχει φιλελεύθερες αντιλήψεις και ουσιαστικά εκφράζει τις απόψεις του συγγραφέα. Καθώς η Λαλώ δεν μπορεί να βγει από το αδιέξοδο που έχει οδηγηθεί, αυτοκτονεί λίγο πριν την αυγή.

Η κριτική επιτροπή, στην εισηγητική έκθεση, παραθέτει εκτενή αποσπάσματα από διάφορες σκηνές των τριών πράξεων ώστε να γίνει αντιληπτή η αξία του έργου. Οι συνήθως επικριτικοί και δύσκολοι στις κρίσεις τους πανεπιστημιακοί, εκδηλώνουν ανυπόκριτο ενθουσιασμό και το εγκωμιάζουν με πρωτοφανή σχόλια:

«Η ποιητική δύναμις, ο υπέρμετρος λυρισμός και το βάθος των συναισθημάτων του γράψαντος, συγκινούν τον αναγινώσκοντα και έτι μάλλον δυνάμενον να συγκινήσει τον θεατήν, αν το δράμα παρουσιαστή τυχόν εν θεάτρω».

Όμως, ενώ αναγνώρισαν την αξία του έργου, επέδειξαν μεμψιμοιρία άνευ προηγουμένου. Δεν απένειμαν το βραβείο των χιλίων δραχμών στο συγγραφέα κρίνοντας πως η υπόθεση του δράματος προσβάλλει τα χρηστά ήθη. Αδύνατον να φανταστεί κανείς τα ανάμεικτα συναισθήματα του Καζαντζάκη, ο οποίος παρευρισκόταν στην εκδήλωση, όταν άκουσε την εισήγηση του Σπ. Λάμπρου:

«Οι κριταί αναγνωρίζουν τας πολλάς αρετάς του έργου τούτου, εν τούτοις επειδή ως υπόθεσιν έχει τον έρωτα νεαράς γυναικός προς τον αδερφόν του συζύγου της, εθεώρησαν τούτο ως μη στηριζόμενον επί βάσεως ηθικής και συγχαρέντες μόνον τον ποιητήν δια την ποιητικήν αυτού δύναμιν, τον απέκλεισαν του βραβείου του Παντελιδείου διαγωνισμού.

Συγγραφεύς του «Ξημερώνει», του οποίου μερικαί σκηναί αναγνωσθείσαι ενθουσίασαν το ακροατήριον, διεδόθη ότι είνε ο Κρης κ. Καζανζάκης, όστις και παρίστατο κατά την ανάγνωσιν της εκθέσεως».

ΕΜΠΡΟΣ 7.5.1907

Από τη μία η επιτροπή τον υμνεί αλλά διστάζει να του απονείμει το βραβείο και από την άλλη το κοινό ενθουσιάζεται από την ανάγνωση των αποσπασμάτων του έργου. Και τι κοινό, η πνευματική ελίτ της Αθήνας! Ο Σπ. Λάμπρος προσπαθεί να εξηγήσει πως έκριναν την ποιότητα του έργου χωρίς να επηρεαστούν από τις απόψεις περί ηθικής που εκφράζει.

Αφού απολογείται, κατά κάποιον τρόπο, έπειτα υπερασπίζεται την κρατούσα ηθική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η άπιστη σύζυγος είναι καταδικαστέα, επικαλούμενος ακόμα και στίχους δημοτικού τραγουδιού, στο οποίο ο αδερφός σκοτώνει τη μοιχαλίδα αδερφή του, βάζοντας την οικογενειακή τιμή πάνω από την αδελφική αγάπη.

Η γηραλέα επιτροπή διέγνωσε σωστά πως είχε ενώπιόν της έργο μέγιστου ταλέντου αλλά πέταξε την ευκαιρία να μείνει στην ιστορία ως η πρώτη που βράβευσε τον Καζαντζάκη, όντας δέσμια ηθικών προκαταλήψεων.
ΕΜΠΡΟΣ 7.5.1907


Σήμερα η απόφαση μοιάζει δειλή και άτολμη. Όμως, αν μεταφερθούμε στην εποχή που η γλωσσική διαμάχη ξεσήκωνε πάθη και μίση, πρέπει να την δούμε με άλλο μάτι. Οι τρεις πανεπιστημιακοί ήταν μεν σκληροί καθαρευουσιάνοι αλλά και συνεπείς επιστήμονες.

Ξαφνικά βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, όταν ενώπιον της συντηρητικής ελίτ της Αθήνας έπρεπε να ανακοινώσουν πως το βραβείο δεν ανήκε σε έργο ηρωικό, γραμμένο σε ίαμβο δεκαπεντασύλλαβο, στην καθαρεύουσα, όπως συνήθως γινόταν ως τότε αλλά σε έργο με γλώσσα απλή, με ένα θέμα παρμένο από την καθημερινότητα που έκρινε τις κρατούσες αντιλήψεις περί ηθικής.

Επέλεξαν τη σολομώντεια λύση: ΝAI στον έπαινο αλλά OXI στο χρηματικό βραβείο. Πριν ανακοινώσει την απόφαση, ο εισηγητής Σπ. Λάμπρος προετοίμασε το ακροατήριο στηλιτεύοντας όλους εκείνους που συνήθιζαν να στέλνουν έργα είτε «βουλγαροφάγα» ποντάροντας στην ευαισθησία του κοινού για το μακεδονικό αγώνα είτε έργα που διακωμωδούσαν τη «μαλλιαρή» γλώσσα και τους οπαδούς της. Ο Σπ. Λάμπρος αν και ιδεολογικά ταυτίζεται μαζί τους, στέκεται στο ύψος του και τους στηλιτεύει με σκληρό και ειρωνικό λόγο. Εν κατακλείδι αποφαίνεται πως κανένα άλλο έργο δεν αξίζει να λάβει βραβείο:

«…το Ξημερώνει όχι μόνον είνε κατά πολύ καθυπέρτερον των άλλων, ων δυστυχώς ουδέν δύναται να διεκδικήσει την δάφνην…»

Έτσι η επιτροπή δεν απένειμε ούτε β΄ βραβείο, αφού θα ήταν να παράταιρο να βραβεύσει τον δεύτερο και να μη βραβευτεί ο πρώτος. Η απόφαση ξεσήκωσε σάλο, αφού για πρώτη φορά από πανεπιστημιακούς άνδρες, και μάλιστα τέτοιου κύρους, εκφράζονταν δημόσια τόσοι θερμοί έπαινοι για ένα «αιρετικό» έργο. Ο συντηρητικός τύπος στέκεται κυρίως στην ανηθικότητα των ιδεών που προβάλλει το έργο.

Οι πιο φιλελεύθερες εφημερίδες το χαιρετίζουν και χαρακτηρίζουν δειλή την απόφαση. Χαρακτηριστικό υπήρξε το σχόλιο που έκανε ο «Νουμάς», το περιοδικό των δημοτικιστών:

«Στο δράμα αυτό η κριτική δεν έδωκε το χιλιόδραχμο βραβείο μήτε το στέφανο της δάφνης. Μα του έδωκε κάτι ιδεολογικότερο και, κατά τη γνώμη μας, και πολυτιμότερο. Το παίνεσε κατά τρόπο που θάκανε να ζηλέψουν και πολλοί βραβευμένοι Λασσάνειοι και άλλοι».

ΝΟΥΜΑΣ 13.5.1907


Όντως, το ίδιο καλοκαίρι το «Ξημερώνει» ανέβηκε στο θέατρο «Αθήναιον» από το θίασο Θωμά Οικονόμου και τους ηθοποιούς: Ευαγγελία Παρασκευοπούλου, Ευάγγελο Δελενάρδο, Κώστα Μουστάκα, ενώ δυο σκηνές δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Πινακοθήκη». Πολύ αργότερα, το 1958, αναδημοσιεύτηκαν κάποια αποσπάσματα στη «Νέα Εστία». Ολόκληρο εκδόθηκε μόλις το 1977.

Ο επίλογος του Β΄ Παντελίδειου αγώνα γράφτηκε στις 2 Ιουλίου 1907. Με το χρηματικό ποσό που αντιστοιχούσε στο βραβείο επιχορηγήθηκε το Λαϊκό Νηπιαγωγείο Αθηνών, κατόπιν εντολής του Παντελίδη προς την Σύγκλητο.

Βραβείο για τον Φώτο Πολίτη, έπαινος για τον Καζαντζάκη στον Γ΄ Παντελίδειο

Το 1908 υπήρξε αθρόα συμμετοχή με 58 έργα. Το δειλό άνοιγμα της προηγούμενης χρονιάς προσέλκυσε νέους συγγραφείς, με έργα υψηλότερου επιπέδου, αρκετά σε δημώδη γλώσσα. Η επιτροπή δυσκολεύτηκε να αποφασίσει. Τελικά, μοίρασε το α΄ βραβείο σε δύο έργα και εκτός από το β΄ βραβείο απένειμε και τέσσερις επαίνους, τιμώντας συνολικά επτά συγγραφείς.

Το πρώτο βραβείο μοιράστηκαν το κοινωνικό δράμα «Κόσμος και Ημίκοσμος» του Μιλτιάδη Ιωσήφ, γνωστού θεατρικού συγγραφέα και στιχουργού του μεσοπολέμου, του οποίου έργα ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη και η τραγωδία «Αρσινόη» του Θωμά Κ. Θωμά, ο οποίος είχε βραβευτεί και το 1906.

Το δεύτερο βραβείο δόθηκε στο δράμα «Ο Βρικόλακας» του 18χρονου Φώτου Πολίτη, ο οποίος για να μη φέρει σε δύσκολη θέση τον πατέρα του που ήταν ο κεντρικός ομιλητής στην εκδήλωση των βραβεύσεων, δεν παρέλαβε το βραβείο, ενώ το χρηματικό ποσό ζήτησε με ανώνυμη επιστολή να κατατεθεί σε τραπεζικό λογαριασμό για την έκδοση του «Ερωτόκριτου».

Ο Φώτος Ν. Πολίτης (1890-1934) εξελίχθηκε σε σπουδαίο θεατράνθρωπο. Υπήρξε ο πρώτος σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου. Ανέβασε 35 έργα του ελληνικού και παγκόσμιου ρεπερτορίου, με έμφαση στην αρχαία τραγωδία. Σταθμός θεωρήθηκε το ανέβασμα της τραγωδίας «Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή με πρωταγωνιστές τον Αιμίλιο Βεάκη και την Κατίνα Παξινού.

Το πρωτόλειο έργο «Ο Βρικόλακας» ήταν μια διασκευή του δημοτικού τραγουδιού «Του νεκρού αδελφού». Παρά την βράβευσή του παρέμεινε αδημοσίευτο και αγνώστου δημιουργού ως το 1954, όταν στην επέτειο των 20 ετών από το θάνατό του, ο αδερφός του φιλόλογος Γεώργιος Ν. Πολίτης, αποκάλυψε την ταυτότητα του συγγραφέα και δημοσίευσε ένα απόσπασμα.
Φώτος Πολίτης (1890-1934)

Ανάμεσα στα τέσσερα έργα που τιμήθηκαν με έπαινο ήταν και το δράμα «Έως πότε» του Καζαντζάκη. Είναι το δεύτερο χρονικά θεατρικό του. Αποτελεί δραματοποίηση των «Κρητικών Γάμων» του Ζαμπέλιου και αναφέρεται στον ξεσηκωμό των Κρητικών κατά των Ενετών στα 1570.

Η επιτροπή βρήκε πολλά θετικά στοιχεία στο έργο αλλά κάποιες αδυναμίες στη ροή, γι’ αυτό του απένειμε μόνο έπαινο. Ο Καζαντζάκης είχε στείλει και δεύτερο έργο στον διαγωνισμό, το δράμα «Φασγά». Όμως, λίγους μήνες νωρίτερα είχε δημοσιεύσει αποσπάσματα στο περιοδικό «Πινακοθήκη» με το ψευδώνυμο «Κάρμα Νιρβαμή» και το έργο αποκλείστηκε.

Επίμετρο

Στα τρία χρόνια που διεξήχθη ο Παντελίδειος αγώνας υποβλήθηκαν συνολικά 140 έργα. Μπορεί να πει κανείς πολλά για τον λόγο ύπαρξης ενός παρόμοιου διαγωνισμού, μιας και τα περισσότερα ήταν έργα ατάλαντων γραφέων, που είχαν ως κίνητρο μόνο το χιλιόδραχμο του βραβείου.

Όμως, έδωσε την ευκαιρία σε κάποιους νέους σοβαρούς δημιουργούς να ακούσουν τα κριτικά σχόλια έμπειρων πνευματικών ανδρών, να επαινεθούν τα θετικά σημεία των έργων τους ώστε να συνεχίσουν με αυτοπεποίθηση και θάρρος.

Αν δε αναλογιστούμε πως ο διαγωνισμός έδωσε την ευκαιρία μιας πρώτης διάκρισης σε λογοτέχνες που άφησαν το στίγμα τους στη νεοελληνική γραμματεία, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Φώτος Πολίτης, τότε είναι σίγουρο πως ο στόχος που είχε θέσει ο Λήμνιος εμπνευστής: «η ανύψωσις και βελτίωσις του Εθνικού ημών θεάτρου», ασφαλώς επιτεύχθηκε.

Θοδωρής Μπελίτσος, 2.5.2022

Σημείωση. Εκτενέστερη μορφή του άρθρου, με πλήρη τεκμηρίωση, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Φιλολογική» της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων (τ. 31/122, Ιαν.-Μάρτ. 2013, σελ. 20-33) και στον τόμο: Θ. Μπελίτσος, «Λημνιακά 2012», σελ. 186-205, με τίτλο: «Παντελίδειος δραματικός αγώνας (1906-1908). Ο διαγωνισμός που ανέδειξε τον Καζαντζάκη».



ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ https://limnosxpress.gr/













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου