Λίμνη με τα απύθμενα
τα κύματά σου τα γαλήνια
νανούρισέ μου μια χαρά
στα νούφαρα, τα κρίνα.
Λίμνη στα ηλιοκαμένα σου
τα λεία τα κοχύλια
έχω κρυμμένα μυστικά
σαν τα φαρμάκια μύρια.
Λίμνη θα ’ρθω τ’ απόβραδο
να σμίξω στις σκιές σου
με δέντρα και φυλλώματα
κλωνάρια απ’ τις ιτιές σου.
Κάποια της σκέψης όνειρα
εκεί θα σεργιανίσω
κάποιο καημό της ζήσης μου
έχω να σου μιλήσω.
Στ’ ακύμαντά σου τα νερά
τη δροσερή αγκαλιά σου
μη μου λικνίσεις μια χαρά
το δάκρυ μη μου σβήσεις.
Στ’ ανήλια σου κι απρόσιτα
και σκοτεινά ερέβη
μη και μου κρύψεις τον καημό
να μη μου περισσεύει.
6 Ιουλίου 2003
Μιλήματα του νερού
Την αγάπη μου έπνιξα θάλασσα
σ᾽ αμμουδιές, σε βαθιά ακρογιάλια
Τα όνειρά μου τα έπνιξα θάλασσα
κουρασμένη η καρδιά μου για άλλα
Μυστικά σου ψιθύρισα θάλασσα
και οι γλάροι τα πήραν μακριά μου
Στον αφρό την πικρία ελίκνισα
ανεμώνες νερού τα όνειρά μου
Στα βαθιά, τα ανήλια τα πλάτη σου
την χαρά μου τα φύκια την κρύψαν
Η αλμύρα σου λες κι᾽ αποστείρωσε
την πληγή που ᾽ χε μείνει στα στήθια
Την αγάπη μου κοίμισα θάλασσα
με τραγούδια πουλιών και με ρείκια
Την αφάπη μου σου ᾽ δωσα θάλασσα
τις ελπἰδες, την θλίψη, την πίκρα
Oregon Coast, 1997
ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ
Τα κύματα με κοίταζαν
για χρόνια και για μήνες
Της ερημιάς μου σύντροφοι
μ’ απάλαιναν τις πίκρες
Τις νύχτες τις βαθιές, τις σκοτεινές
τις άναστρες, τις μαύρες
Τα κύματα τα άκουγα
να σκούνε πονεμένα
λες πως κι αυτά εκλαίγανε
για την πικρή εμένα
Με φόβιζες νερό μουντό
και σκοτεινό τα βράδια
Με φόβιζε το βάθος σου
η απύθμενη αγκαλιά σου
Της θάλασσας την ομορφιά
σε σένα ζήταγα να βρω
Της λίμνης συ γλυφό νερό
πικρά σ’ αλμύρισα εγώ
Βρέξε με τη δρόσο σου
και λίκνισέ με στον ρυθμό σου
Θα ´θελα να ‘μουν νούφαρο
ν’ αποκοιμιέμαι στον αφρό σου
Σε κοίταζα μες στην αχνή τη χαραυγή,
να ζωγραφίζεις στα γαλήνια σου νερά
του κόσμου την Ανατολή
Σε κοίταζα το δείλι,
να σκοτεινιάζεις, να μουνταίνεις...
Στα βάθη σου τα σκοτεινά
τα μυστικά μου τα πικρά να παίρνεις
Το άκουγα το κύμα σου
στο περιγιάλι δίπλα μου να σκάζει
Και να μετρά τι ώρες, τις στιγμές
τις άδειες και μοναχικές και φοβερές
της θύελλας, της συμφοράς
και της απόγνωσης, της ερημιάς
Τους μήνες του χειμώνα
πάγωνες γλυφό νερό
Kάμπος γινόσουν κρύσταλλο
και σε ‘θαβε το χιόνι
Και τα’ άκουγα τα κύματα
μουγκρίζανε θαμμένα
λες πως κι αυτά τα έκαιγε
η έννοια τους για μένα
Κομμάτι της ζωής μου
έγινες γλυφό νερό
Τα ξωτικά της ζήσης μου
τα ‘πνιξες στον βυθό σου
Σεργιάνισες με τον αφρό σου
τον αναστεναγμό μου
Νούφαρο καν’ εκεί στο κύμα σου
και τον καημό μου
Από το Βιβλίο Της Ζωής και της Αγάπης, Ποίηση 1995 -2001
Ελευθερουδάκης, 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου