Φωτογραφία: Kostas Orologas
1 Ο νους μου σε αναζητά
Ο νους μου σε αναζητά, μέσα στου ουρανού τα χρυσαφιά,
να σου φιλήσω την πληγή και να σε νανουρίσω στης αγκάλης μου την θαλπωρή.
Η ψυχή μου σκίζει βουνά, θάλασσες και μυστικά, να σε δει για μια στιγμή, να πιει νερό από την αθάνατη πηγή.
Πορτακολόχρυσα τα μαλλιά , μέσα στου πελάγου την ματιά,
πουλιά τα χέρια σου τα γλυκά, να με νανουρίζουν με φιλιά.
Οι ρυτίδες στην ματιά, φανερώνουν τον πόνο στην καρδιά,
στης ψυχής τα άγνωστα τα μέρη, τα σκοτεινά, που με τρόμο κρατάς κρυφά,
να σου χαϊδέψω την χαρακιά στο μάγουλο σου με χείλη απαλά, να σε νταντέψω σαν μωρό, το δικό μου αγόρι, το γλυκό.
Άγνωστε ξένε της φυγής, της εσωτερικής αναταραχής,
κοίτα στα έγκατα του νου και δώσε θάρρος του μικρού παιδιού.
Η ψυχή σου είναι αθώα και παιδικιά,
μην σε βάζει κάτω η ζωή, είσαι μια ηλιαχτίδα το πρωί.
Είσαι ένας πολεμιστής, ακριβοαδαμάντινος ελευθερωτής,
σε περιμένω να φανείς, μυαλό και καρδιά σε θέση βολής.
Μέσα στα μπράτσα σου να χαθώ, να ξαποστάσω, να ονειρευτώ και κοιτώντας σε στα μάτια να σου δωθώ.
Για εσένα γράφω τον σκοπό αυτό.
8-6-2016
Φωτογραφία: Aris Margas
2 Πήρες δρόμους σκοτεινούς
Χαμογέλα
Πήρες δρόμους σκοτεινούς και χαμένους στην λήθη.
Δύο ματιά του πόνου να αναβλύζουν όλο το παράπονο,
λες και θέλεις να γίνεις ένα με την θάλασσα.
Αλάτι στο σώμα, αλάτι στην ψυχή, να σου κατατρώει τις πληγές, τις νοητές πληγές, αυτές που πονάνε περισσότερο.
Τόσο μπερδεμένος, με μια χαρακιά στο μέτωπο και στην καρδιά.
Σκέψεις, ένα κουβάρι και το αίσθημα της απώλειας μεγάλο.
Είναι δύσκολο να αποδεχτείς αυτό το μεγάλο κενό, αν και μέσα σε αυτό αιωρείσαι, βλέποντας κατάματα την άβυσσο.
Αισθάνεσαι μηδαμινός, σπαράζεις βουβά σε ένα ανελέητο πόλεμο με τον εαυτό σου, είσαι έτοιμος να εκραγείς, να επαναστατήσεις, να αυτοχαρακωθείς.
Έζησες δύσκολες συνθήκες, έχασες αγαπημένα άτομα και οι μνήμες δεν φεύγουν, εκεί.
Να περονιάζουν το μυαλό και να κατακαίουν την καρδιά.
Είσαι όμως δυνατός, δυνατός σαν ατσάλι, σκληρός σαν γρανίτης.
Κλάψε, φώναξε. Βγάλε όλον τον πόνο σου σαν ποτάμι καυτό.
Εκφράσου.Πες το παράπονό σου, βγάλε την κραυγή της απελπισίας. Εκτονώσου.
Η ζωή δεν είναι μόνο αυτό. Είναι πολύ μικρή και πολύτιμη.
Είναι λουλούδια στον ήλιο. Είναι δέντρα στον άνεμο.
Είναι βροχή του εξαγνισμού πάνω στην ψυχή σου,
δροσερό νερό στις σκέψεις σου, δύναμη στην ζωή σου.
Προχώρα, σταθερά και σιγά, είσαι και εσύ μία συνέχεια του κόσμου. Κοίτα τον ουρανό, Χαμογέλα.
5-6-2016
3 Ήλιε μου, ψυχή μου
Ο ήλιος μου χαϊδεύει απαλά απαλά το πρόσωπό μου,
μου ψιθυρίζει λόγια γλυκά με του απαλού ανέμου την πνοή.
Μου λέει ότι θα φύγει σε λίγο αλλά θα έρθει πάλι ξανά,
για να με φωτίζει και να με λατρεύει, να με κοιτά γλυκά.
Ένα φιλί αθάνατο ζητά, δύο χέρια να δώσουν και σε αυτόν μια αγκαλιά.
Καθώς φεύγει μου απλώνει τα δώρα του,
κόκκινο, πορτοκαλί, χρυσό, ασημί πάνω στους ώμους μου, πάνω στα χείλη μου τα απαλά.
Θα ξανάρθω μου σιγοτραγουδά, μην με ξεχάσεις, θέλω να με σκέφτεσαι και να με αποζητάς.
Είσαι ένα άπειρο ηλιαχτίδες δικές μου, που τις έχασα μέσα σε αδειανές καρδιές, δάκρυα και πονεμένες ματιές.
Θα σου αφήσω έναν ουρανό γεμάτο αστέρια.
Ένα φεγγάρι να σε φωτίζει, να μην με ξεχνάς όταν είμαι μακριά.
Τα πεφταστέρια θα είναι ευχές μου, φρουροί δικοί μου σε κάθε σου δρόμο, σε κάθε αναπηδιά.
Και όταν θα καθρεφτίζεσαι στο νερό, η ματιά σου θα έρχεται συνέχεια στην μνήμη μου, να μου κρατά συντροφιά.
Ώ θησαυρέ εσύ της καρδιάς μου, πολύτιμο μου Φυλαχτό.
Άνδρα μοναδικέ, εξουσιαστή του νου μου, της ψυχής μου η αναπνοή.
Άφησε με να σου μιλήσω τώρα εγώ, δεν είναι μόνο αγάπη αυτό που νιώθω είναι λατρεία εκκωφαντική,
είναι άνεμος, είναι πεδιάδες άπειρες με κόκκινα λουλούδια της καρδιάς,
είναι βουνά με κορυφές στο Σύμπαν ταιριαστές, σταθερές και αφοσιωμένες στην ύπαρξή σου την μονακριβη, την εξουσιαστική.
Μια φωνή σου, ένα γέλιο σου νέκταρ για την ψυχή μου.
Ένα βλέμμα σου, ένα γνεψιμό σου όλοι οι ουρανοί του κόσμου, τα φεγγάρια και τα άστρα μαζί αγκαλιά.
Να σου φιλήσω τα σθεναρά σου πόδια, να γίνω ένα με τα χέρια σου, μια γροθιά,
να ξαποστάσω στην δύναμή σου ολη, με τα αστέρια και τα φεγγάρια στα μαλλιά.
Η ματιά μου να ανέβει στην με λάβα καμωμένη άμαξά σου και να είμαι η πηγή που σε τρέφει, μοναδικά δικιά σου.
Ήλιε μου, ψυχή μου, σύντροφε, ζωή μου και μοναδική αναπνοή μου.
1-7-2016
4 Αχ ένα αστεράκι
Αχ ένα αστεράκι τόσο χαμένο.
Μέσα στα φώτα της πόλης, αλαφιασμένο.
Να ζητώ λιγάκι να σπινθηροβολήσω,
να φανώ στης νύχτας το σκοτάδι,
ένα φιλί για να φωτίσω.
Και εγώ να κάθομαι εκεί δα χωρίς τόλμη,
η πολύβουη πόλη να με σκοτώνει.
Τα δυνατά της φώτα να με ζαλίζουν
και οι αντάρες του κόσμου να με αποδεκατίζουν.
Και εγώ?
Να ' μαι εδώ ψηλά να την αγναντεύω,
τα μυστικά της για να μαθαίνω.
Να λέω ιστορίες με λίγους δικούς μου,
να πλέκω αληθινά όνειρα με τους κολλητούς μου.
Θα φωτίσω για όλους αλλά ένα φιλί για τους εκλεκτούς μου.
23-4-2017
Photo: Χρυσούλα Τσολάκη
5 Παντοτινά??!!
Ήταν η θάλασσα λείο γυαλί καμωμένο,
μενεξεδί που λαμπύριζε,
με την άμμο σπινθίριζε και αγκαλιασμένο.
Έτσι όπως ατένιζε σκεφτική,
λες και είχε καταπιεί όλη τη γη
και αυτό το τελευταίο ύστατο χαίρε,
δεν μπορούσε να το δεχτεί.
Η καρδιά πονούσε πολύ και μονολογούσε σκεφτική.
Δυο στεριές χωρισμένες, ψυχές που πονούσαν συνταρακτικά, απομακρυσμένες.
Και αυτό το γυαλί κοφτερό,
έψαχνε να βρει φλέβα,
να δει το κόκκινο να ξεπηδά αλόγιστα χωρίς τελειωμό.
Ο Ηλιος ζήλεψε και είχε κρυφτεί
και το κύμα παραπονιάρικα μες το μεθύσι του μπλε είχε ριχτεί.
Έκλαιγε σιωπηλά, με αναφιλητά
και η ψυχή πετούσε ψηλά.
Ηθελε να τον δει,
να πάει κοντά,
να χαθεί σαν την άμμο στης θάλασσας την αγκαλιά.
Δυο στεριές χωρισμένες, ψυχές που αποζητούσαν η μία την άλλη από τον έρωτα μεθυσμένες.
Ίσως ήταν και αυτός εκεί απέναντι και την κοιτούσε,
τον ένιωθε σαν αερικό να της μιλούσε.
Η νύχτα θα έκανε πιο έντονη την γυάλινη θάλασσα.
Θα την έκανε μαύρη σαν τα δικά της τα μάτια,
αυτά που είδε για τελευταία φορά
και μετά χάθηκε, χάθηκε παντοτινά.
Παντοτινά??!!!
Μεγάλη λέξη τελικά.
Και αυτός ο κόσμος είναι γεμάτος από μεγάλες λέξεις αλλά οι πράξεις είναι αυτές που κάνουν την διαφορά.
Φύσα αγέρα μου, Φύσα...
Κάνε το γυαλί να κινηθεί,
να γίνει κύματα δυνατά,
την στασιμότητα να καταπιεί.
Είναι σκουριά, σκουριά στην ψυχή.
Είναι κάτι ανατολές, που βάφεται ο κόσμος όλος...
Της προσμονώ αυτές ντυμένες στα κόκκινα, τα πορτοκαλί, τα χρυσαφένια και τα διαυγή κεχριμπαρένια.
Δυο ψυχές χωρισμένες, στεριές με γεφύρια ενωμένες.
Παντοτινά???!!!
Μεγάλη λέξη τελικά.
16-5-2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου