Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2023

ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ ΒΑΘΗ - ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 

Φωτογραφία:Μάνος Γαμπιεράκης


Ήλιος κρυμμένος στην συννεφιά 

Ήλιος κρυμμένος στην συννεφιά, 
να γνέφει του ουρανού, να λέει μυστικά. 
Νέφη σκούρα, δυνατά και γκριζωπά,
με τον αγέρα να παίζουν αγκαλιά.

Πουλιά, κύματα, αέρας γλυκός, 
να παίζει τραγούδι με της θάλασσας το βιός. 
Δυο, τρεις γλάροι με το φως για παρέα,
χορό να χορεύουν με τους αφρούς των κυμάτων για φοβέρα.

Ξορκίζουν τα σύννεφα, να φύγουν από την στράτα του ήλιου, 
να αφήσουν τον άρχοντα να γευτεί της ζωής το κρασί του.
Να ρίξει τις ηλιαχτίδες του σε κάθε ψυχή σε κάθε λιμάνι, 
να δώσει χρώμα και δύναμη σε όλη την πλάση.

Φιγούρες αέρινες, άυλες και αιθέριες. 
Λόγια, προτάσεις, γλυκές αντιφάσεις. 
Έρωτας, φως, ημέρα,  
νύχτα, αγκαλιά, του ουρανού ομορφιά. 
Ένας ήλιος, ένας Θεός, ένας κοσμοκράτορας αληθινός. 
Μια ουσία, μια κραυγή για ζωή, μια αλήθεια, μια πυγμή.

Κλείνω τα μάτια. 
Μυρίζω ομορφιά. 
Γεύομαι του ήλιου τα ολόγλυκα φιλιά. 
Ένα σύννεφο να με προστατεύει, 
το έχει βάλει ο κύρης του για να με χαϊδέυει. 
Είναι τόσο καυτή η ύπαρξή του,
που δεν θέλει να με κάψει το πύρινο φιλί του.
Ένας ήλιος μεθυστικός,
ένας της συνέχειας πιστός φρουρός.
30-9-2016

Φωτογραφία: Παύλος Παυλίδης

Κομμένη η ψυχή 

Κομμένη η ψυχή, αίμα αόρατο πολύ. 
Πόνος βαθύς, χαρακιά ζωής. 
Πνιγμένη σε ένα δάκρυ της ψευτιάς,
αναζητώντας μια αλήθεια της καρδιάς. 

Πόνος, μαστίγια μεταλλικά,
να αφήνουν σημάδια κοφτά και βαθιά. 
Αλάτι να κάθεται απάνω, σκληρό,
να κάνει τον πόνο ακόμα πιο δυνατό. 

Ψευτιά, πονηριά, αλήθεια καμιά. 
Ζητιάνος μια φωτεινής αγκαλιάς,
ένα Περιστέρι λευκό με δύναμη κρυφή σαν αετός. 
Ταίρι αληθινό ή ένας αρλεκίνος σε ένα ψεύτικο σκοπό; 

Ανοίγει η καρδιά,  
αίμα σαν ποτάμι να τρέχει με φόρα και άγρια θωριά. 
Συσπάσεις προσώπου από την προδοσία την πολλή, 
τι να πιστέψει ως αληθινό, τι να πρώτο απαρνηθεί. 

Πέτρες οι άσχημες οι σκέψεις, κοφτερές,
να ματώνουν ακόμα περισσότερο τις ευαίσθητες ψυχές. 
Κραυγή, κραυγή απόσταγμα της ίδιας της ψυχής, 
από έρωτα βασανισμένη, μέσα στο βόρβορο της ψευτιάς αλυσοδεμένη.

Δάκρυ, φωτιά να καίει τα σωθικά. 
Τι είναι αλήθεια και τι ψευτιά;
Μόνη ψυχη σε μονοπάτι της φυγής. 
Τι να πιστέψει από την αγάπη, τι να πρωτοθυμηθεί.

Ένας τυφώνας η αγκαλιά της, μια καταιγίδα πλέον η ματιά της. 
Η εμπιστοσύνη σε έναν Καιάδα μέσα, 
η καρδιά μέσα στης αβύσσου την άγρια μπέσα.
Τέλος. Κλείνει της καρδιάς το φως.
Δάση χαμένα τα συναισθήματα, χωρίς χρώμα, χωρίς ζωντάνια,χωρίς του ανέμου την διαφάνεια. 

Ούτε ένας φάρος να φωτίζει της ψυχής το άγιο φως.
Σκοτάδι, βράχια πολλά, ανεμοδαρμένη όψη, σημάδια διαπεραστικά.
Φοβάμαι. Καριδότσουφλο πλέον η αγάπη, δίχως φως, δίχως του ήλιου ένα χάδι. 
Μόνο η σάρκα, χωρίς καρδιά. Μοναξιά. 

Σκοτάδι. 

10-10-2016

Φωτογραφία: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΙΑΚΑΛΗΣ

Άνθρωπος απλός 

Άνθρωπος απλός, μια ζωή σκεφτικός. 
Ρυτίδες στην μορφή, ίσως και στην ψυχή. 
Έξυπνο βλέμμα αλλά πονεμένο, με την αρμύρα της θάλασσας κεντημένο.
Ατενίζοντας μακριά, μαζί με τα πουλιά, 
πολυταξιδεμένος και κοσμογυρισμένος. 
Φτάνοντας μέχρι τον ορίζοντα η ματιά, 
ήθελε να χωρίσει τον ουρανό στα δύο από την πληγωμένη του καρδιά. 
Μονολογούσε μερικές φορές, 
με τον αγέρα είχε κουβέντες πολλές. 
Την αστραπή και τον κεραυνό τα είχε πάντα οδηγό.

Φίλοι λίγοι και καλοί, ποτισμένοι από της αλμύρας το κρασί. 
Αεράκι θαλασσινό στην δική τους πλώρη, 
καπεταναίοι, 
της τρικυμίας τζογαδόροι.
Γλάρος εδώ, γλάρος και εκεί, δοκιμαστές στο γυναικείο φιλί, 
σε κάθε λιμάνι φανταστικό αλλά και στα ταξίδια τους, υπαρκτό. 
Πολλές ρυτίδες και στο βλέμμα ίχνη από φιγούρα θελκτική, μιας θαλάσσιας γοργόνας το φιλί. 
Όλο για αυτήν μονολογουσαν και το φιλί της προσμονούσαν.

Ο ορίζοντας με μια γραμμή φαινόταν στο κόκκινο να είχε βαφτεί. 
Ίσως σαν να ' θελε να του θυμίσει, κόκκινο κρασί και λάγνο μεθύσι,
με μια νεράιδα που προσπαθούσε να ξεχάσει και το κορμί της να ορίσει.
Αλλά το μυαλό του τον παίδευε από του φιλιού της το κόκκινο μετάξι.
Αυτός και οι φίλοι του οι πελαγίσιοι στο κρασί και το χορό το είχαν ρίξει.
Ντέρτι και καημός στην ματιά τους, καρφωμένα λόγια στην καρδιά τους.
Είναι δύσκολο το κόκκινο φιλί να ξεχάσεις,  
γοργόνες, νεράιδες να διαγράψεις.
Είναι η θάλασσα που τα θυμίζει και το μυαλό το τριβελίζει. 

Με ένα ιστιοφόρο κάθε μέρα, διασχίζοντας του Αιγαίου την αρμύρα, 
πότε στην Ιό, πότε στην Μυτιλήνη, μέχρι την Κύπρο και μετά την Σαντορίνη, 
να βρουν μια μονάκριβη θυγατέρα,
το ντέρτι της καρδιάς τους να κάνει πέρα. 
Πάτο στο ποτήρι δεν μπορούσαν να βρούνε, είχαν χάσει το δρόμο από την μνήμη ενός φιλιού να ξαναβρούνε,
που το μυαλό τους είχε κλέψει και την καρδιά τους είχε δέσει.
Κόμπο μεγάλο πελαγίσιο, που είναι δύσκολο να ξεδέσεις χωρίς μεγάλο ρίσκο. 
Φουρτούνες τα χάδια της να τα θυμούνται, καταιγίδες και αστραπές να την ποθούνε.
Και όταν η θάλασσα γινόταν λάδι, ήθελαν να γίνουν οι δικοί της γλάροι, 
να ταξιδεύουνε μαζί της, να ακούνε την γλυκιά φωνή της.
11-10-2016

Photo: Dimitris Milonas

Κομμένος κορμός 

Μέσα στα βάθη των ματιών σου, 
εκεί που η ψυχή φεγγοβολά, 
κορμοράνοι και ερωδιοί στη λίμνη,
περιστέρι λευκό που πετά.

Κάθισα να ξαποστάσω, 
να μου πεις ιστορίες από τα παλιά ,
ρόζους και γραμμές στο κορμί σου, 
ιστορίες με δάκρυ και χαμόγελα πλατιά. 

Το περιστέρι όμως ήταν λαβωμένο, 
βέλος που έτρεχε σταγόνα σταγόνα 
αίμα από του παράλογου του πολέμου τα θεριά. 
Και οι κύκλοι είχανε μιλιά. 

Οι ερωδιοί άνοιξαν τα φτερά τους,
πέταξαν στο στέρνο του Θεού,
κάθισα να σου μιλήσω, 
να σου ψιθυρίσω την ευχή του κάθε παιδιού. 

Μην βροντάτε ουρανοί, 
μην προσκαλείς στα έγκατά σου σάρκα μάνα γη,
αυτός ο κορμός εδώ κλαίει 
και παρακινεί να αγκαλιαστούμε όλοι μαζί. 

Δεν ξέρω. 
Ας μετρήσω έναν έναν τους κύκλους,
να δω πόσα χρόνια είχε κλαδιά και φύλλα να χαϊδεύει τον ήλιο κάθε πρωί. 
Να χορεύει στον αγέρα, 
να πίνει νερό από την βροχή. 

Μην βροντάτε ουρανοί. 

9-10-2023

Φωτογραφία: Makis Bitos

Δέντρα του δάσους 

Δέντρα του δάσους, 
πλημμυρισμένα από εικόνες.
Οξιές προς τον ήλιο, του ουρανού βελόνες. 
Δύο χείλη κεντημένα από του ουρανού τα κεκτημένα, 
χαμένα στων ψηλών δέντρων τα κορμιά, 
οξιές να προσπαθούν να φτάσουν το θεϊκό,
στόμα χαμένο στον αγέρα του βοριά. 
Κάτι ετοιμάζεται να πραγματοποιηθει! Φωνή.

Χάδι από το θρόισμα των φύλλων, 
ανεπαίσθητο χάδι από έναν ουρανό των ονείρων, 
τα χέρια ψηλά σαν προσευχή,
δάκρυ και μαχαίρι από τα εσώψυχα με μια μομφή. 
Σπινθηροβόλο βλέμμα ενάντια στον βοριά, 
λικνίζει του ανέμου βαθιά στα σωθικά. 
Κίνηση, πλαστικότητα, φιγούρα, ανθρωπότητα.
Πυγμή.

Τυραννία ψυχής, κραυγής μιας ζωής. 
Μονοπάτι ανοιχτό με τα χέρια καμωμένο, 
χέρια ματωμένα από την προσπάθεια, ανδρειωμένο,
κλαδιά και φύλλα να κλείνουν την φυγή, σιωπή. 
Φωτίζει ο ήλιος, χορεύουν οι οξιές. 
Το δάσος αναπνέει και γιορτάζει, 
νέα μέρα χαράζει. Φως.

Ανοίγει το μονοπάτι με ευκολία, 
χέρια, κορμιά υψωμένα με λατρεία. 
Ένας κόσμος κρυμμένος με τις πρώτες αχτίδες ξυπνά, το βλέμμα γελάει παίζει με του ήλιου την ομορφιά. 
Τα χείλη αρχίζουν να σφυρίζουν έναν σκοπό, 
κάτι με του δάσους συνυφασμένο, τον μαγικό χορό. 
Ένα πουλί πετάει προς την κορυφή,
δίνει του ήλιου ένα μυστηριακό φιλί. Ζωή.

16-10-2016







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου