Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

Δος μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.
Τάσος Λειβαδίτης

 The Creation of Adam (λεπτομέρεια) , 1511-12, Michelangelo

Νικηφόρος Βρεττάκος - Τα τρύπια χέρια

«Εγώ δε έχω να σου δώσω τίποτα» είπες.
«Τίποτα, είναι τρύπια τα χέρια μου»
Ενώ
τον ουρανό που ήταν πάνω μου εσύ μου τον έφερνες.
Κ’ η πολιτεία ήταν όμορφη εκείνο το βράδυ.
Κι όλα είχαν όψη τρυφερή και ήρεμη. Κ’ η βροχή
σαν ένα διάφανο έπεφτε φως’ αραιή, απαλή,
σα καλοσύνη σε λουλούδια. Βαθιά στην καρδιά μου
σιγοψιχάλιζε ένα φως σαν στριμμένο μετάξι.
Μα περπατούσαμε σιγά στο δρόμο, γιατί εσύ,
κρατούσες κάτι σαν γρανίτη ή βαρύ φως. Γιατ’ είχες
εσύ τα χέρια σου γιομάτα. Τόσο, που
μόλις εσήκωνες το βάρος. Μόλις που μπορούσες
να ορίζεις το βήμα σου.
Γιατ’ είχες τα χέρια σου
φορτωμένα με πέτρες κομμένες απ’ το
λατομείο του ήλιου.
Απ’ αύριο
θ’ αρχίζω να χτίζω.

https://elenahalivelaki.wordpress.com/

Praying Hands, 1508, Albrecht Durer

Μιχάλης Γκανάς - Τα χέρια

Κοιτάζει τα χέρια της. Πώς έγιναν έτσι; Πού βρέθηκαν τόσες φλέβες, τόσες ελιές και σημάδια, τόσες ρυτίδες στα χέρια της;

Εβδομήντα χρόνια τα κουβαλάει μαζί της και ποτέ δεν γύρισε να τα κοιτάξει. Ούτε τότε που ήταν χλωρά, ούτε που μέστωσαν, ούτε που μαράθηκαν, ώσπου ξεράθηκαν.

Όλα αυτά τα χρόνια η έγνοια της ήταν αλλού, όχι στα χέρια της: μην κοπεί, μην καεί, μην τρυπηθεί, μην το παρακάνει το βράδυ με τον άντρα της –όποτε τύχαινε, μια στις τόσες– κι ακούσει πάλι τα λόγια του, καρφί στην καρδιά της “πού τα ‘μαθες αυτά μω γυναίκα;”

Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της, σαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.

Και τι δεν τράβηξαν αυτά τα χεράκια, στα κρύα και στα λιοπύρια, στη φωτιά, στα νερά, στα χώματα, στα κάτουρα και στα σκατά. Πέντε χρόνια κατάκοιτη η πεθερά της, αλύχτησε ώσπου να της βγει η ψυχή.

Κοιτάζει πάλι τα χέρια της. Τι θα τα κάνει; Να τα κρύψει κάτω από την ποδιά της να μην τα βλέπει, να τα χώσει στην περούκα της διπλανής, που κοιμάται με το κεφάλι γουλί, να τα βάλει στις μάλλινες κάλτσες που της έφερε ο γιος της μόλις του ‘πε ότι κρυώνει εδώ στο γηροκομείο που την έριξε η μοίρα της; Τόσα χρόνια δεν γύρισε να τα κοιτάξει και τώρα δεν μπορεί να πάρει τα μάτια της από πάνω τους. Κι όταν δεν τα κοιτάει ή κάνει πως δεν τα κοιτάει, την κοιτάνε αυτά.

Άνεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ’ τα να κοιτάνε, είναι που κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι. Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.

Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα.

Τα κοιτάζει κλεφτά και βλέπει μια σκουριά από καφέ στο δεξί. Σηκώνεται και πάει στο μπάνιο, πιάνει το μοσχοσάπουνο και πλένει τα χέρια της. Τα πλένει, τα ξαναπλένει, δεν λέει ν’ αφήσει το σαπούνι, της αρέσει έτσι που γλιστρούν απαλά, το ένα μέσα στο άλλο, “κοίτα”, λέει, “που μ’ έβαλαν να τα χαϊδέψω θέλοντας και μη, τα σκασμένα” και γελάει από μέσα της που δεν την κοιτάνε τώρα όπως πριν, χαμένα μέσα στους αφρούς και τα χάδια, σαν να ‘χουν κλείσει τα μάτια, μην τους πάει σαπούνι και τα πάρουν τα δάκρυα.


Mona Lisa (λεπτομέρεια), 1508, Leonardo da Vinci


Νάνσυ Δανέλη - Μικρή πριγκίπισσα.

΄Ακουγε τη βροχή να ψιθυρίζει
το μελαγχολικό της τραγούδι
κι όλο κοίταζε τα χέρια της
δυο φύλλα φθινοπωρινά.
Τα δάχτυλά της δέκα μαριονέτες
υποταγμένες

από τότε που την πέταξαν έξω
από τον παιδικό κήπο.
Πάγωνε στην αυλόπορτα.
Μικρή μου πριγκίπισσα, γιατί δεν μπαίνεις;
Της είχε πει ένας περαστικός.
Άγγελος θα ΄ταν, μάλλον βιαστικός
-τόσα παιδιά στον κόσμο-.
Μόλις που πρόλαβε να δει
κάτι φτερά που άνοιγαν
κι ένα σύννεφο σκόνη.
Ούτε πριγκίπισσα, ούτε μικρή ξανάνιωσε ποτέ.
Μου πήρανε τα χέρια μου.
ήθελε να του πει.

Δεν είπε τίποτα ποτέ και σε κανέναν.
Απόμεινε έξω
μέχρι που ξέχασε
πως μέσα υπήρχε κήπος.
Απόψε κοιτάζοντας
εκείνα τα κίτρινα φύλλα
που είχαν φυτρώσει στη θέση των χεριών
θυμήθηκε.
Ήξερε τώρα γιατί σε κάθε χάδι
τόσο βαθιά πονούσαν.



A Show of Hands Day 197 photograph by Scott Norris


Robert Desnos - Χέρια

“Χέρι μαυρισμένο απ’ το μελάνι του θλιβερού μαθητή
Χέρι κόκκινο πάνω στον τοίχο απ’ την κάμαρα του εγκλήματος
Χέρι χλωμό της πεθαμένης
Χέρια που βαστούν ένα μαχαίρι ή ένα ρεβόλβερ.
Χέρια ανοιχτά
Χέρια κλειστά
Χέρια τιποτένια που βαστούν έναν κοντυλοφόρο
Ω χέρι μου εσύ επίσης εσύ επίσης
Χέρι μου με τις γραμμές σου κι’ όμως έτσι είναι
Γιατί να σπιλώσω τις μυστηριώδεις γραμμές σου
Γιατί; καλύτερα οι χειροπέδες καλύτερα να σ’ ακρωτηριάσω καλύτερα καλύτερα
Γράψε γράψε γιατί γράφεις ένα γράμμα σ’ εκείνη
κι’ αυτό το βέβηλο μέσο είν’ ένα μέσο να την αγγίξεις
Χέρια που απλώνονται χέρια που προσφέρονται
Υπάρχει μήπως ένα ειλικρινές χέρι αναμεσά τους
Α! δεν τολμώ πια να σφίξω τα χέρια
Χέρια που λένε ψέματα χέρια λιγόψυχα που τα μισώ
Χέρια που ομολογούν και που τρέμουν όταν
Κοιτάζω τα μάτια…
Χέρια χέρια όλο τα χέρια
Ένας άνθρωπος πνίγεται ένα χέρι βγαίνει απ’ τα κύματα
Ένας άνθρωπος φεύγει ένα χέρι κουνιέται
Ένα χέρι συσπάται μια καρδιά υποφέρει
Ένα χέρι σφίγγεται ω θείος θυμός
Ένα χέρι ακόμα ένα χέρι
Ένα χέρι πάνω στον ώμο μου
Ποιος είναι;
Είσαι συ επιτέλους
Είναι πολύ σκοτεινά! τι σκοτάδια!
Δεν ξέρω πια τίνος είναι τα χέρια
Τι θέλουν
Τι λένε
Τα χέρια μας ξεγελούν
Θυμούμαι ακόμα λευκά χέρια μες στο σκοτάδι
Απλωμένα πάνω σ’ ένα τραπέζι, μέσα στην προσμονή
Θυμούμαι χέρια που τ’ αγκάλιασμά τους μου ήταν αγαπητό
Και πια δεν ξέρω
Υπάρχουν πολλοί προδότες πολλοί ψεύτες
Α! ακόμα και το χέρι μου που γράφει
Ένα μαχαίρι! Ένα όπλο! Ένα εργαλείο!
Όλα εκτός απ’ το γράψιμο
Αίμα αίμα
Υπομονή η μέρα αυτή θ’ ανατείλει.”
(μτφ. Tάκης Βαρβιτσιώτης)

(Ανθολογία γαλλικής ποίησης- από τον Μπωντλαίρ ως τις μέρες μας, Καστανιώτης)


Handprints, 1982, Andy Warhol


ΑΘΩΣ ΔΗΜΟΥΛΑΣ

Και φοβᾶμαι ἀκόμη τῶν χεριῶν μου
το ἄγγιγμα στις πέτρες τοῦτες

μην ἐπιτείνει τη φθορά, μην ἐπισπεύδει
τῶν ἐρειπίων την ἐρείπωση.

Φύλλο μελέτης με Seven Hands,1885, Vincent van Gogh


Οδυσσέας Ελύτης - ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ(1971)

Τα δυο μικρά ζώα
τα χέρια μας
Που γύρευαν ν' ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο

Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ' τις ξερολιθιές, πίσω απ' τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
τους καταρράχτες.
Απόσπασμα.

Drawing Hands, 1948, MC Escher


Οδυσσέας Ελύτης - Ελένη

Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρ
ιΜουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά πού θ’ απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κι αν δεν είναι το χέρι σου στο χέρι μας
Κι αν δεν είναι το αίμα μας στις φλέβες των ονείρων σου
Το φως στον άσπιλο ουρανό
Κι η μουσική αθέατη μέσα μας ω! μελαγχολική
Απόσπασμα.

 Will You Trust Me Blonde - Cliff Hawley
Κ. Π. Καβάφης - Επέστρεφε

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,
αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με—
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,
κ’ επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ’ αισθάνονται τα χέρια σαν ν’ αγγίζουν πάλι.
Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται...
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)

Αυτοπροσωπογραφία με επτά δάχτυλα – Marc Chagall


Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη - ΩΤΑΚΌΎΣΤΗΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Αφουγκραζόμουν τα χέρια νέου άνδρα
πόσα με περηφάνια έλεγαν
έλαμπαν κραυγαλέα τη χαρά
Κρατούσε σφιχτά τρόπαιο νίκης
οι φλέβες ποτάμι που φούσκωσε
Δεν τις χωρούσε το δέρμα
έτοιμες άπλωναν φτερά να πετάξουν
Κι ύστερα πώς έγιναν βελούδινα αγγίγματα
χιλιάδες πεταρίσματα στο πρόσωπό της
Όμως στη μνήμη έχουν εγχαραχτεί
εκείνα τα σκούρα τα μαβιά τα τεθλιμμένα
Πριν χρόνια κι ακόμα ακούω το σκοτείνιασμά τους
θρηνούσαν σιωπηλά τον ξαφνικό χαμό αγαπημένης
Και προχθές τι συντριβή -θεέ μου ασύλληπτο–
τα άλλα τα ωχρά τα σταυρωτά σφιχτοδεμένα
Να διαμηνύουν δύσθυμα το άτοπο αναχώρησης
Χρημάτισα ωτακουστής της γλώσσας των χεριών

Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, “Όλα σιγούν εκκωφαντικά ηχούν ακατάληπτα”, εκδόσεις Ρώμη 2021


Submission in Black - Obey by BDSM love


Αθηνά Κοτσόβολου  - Τα χέρια

(Αφιερωμένο στην Eva Johanos που που διδάσκοντάς μου Αγγλικά μου έμαθε το τραγούδι που ακολουθεί το ποίημα)

Κοίτα αυτά τα χέρια –κεφάλια που μιλούν-
Τα χέρια μου δεν κλαίνε πια
Κι αν τρέμουν
Τα κρύβω μες στις τσέπες μου
Να μη φανούν
Δεν θέλω να προδίδουν
Έκρυψα κάθε τι σημάδι από τα χέρια μου
Έκρυψα κάθε τι σημάδι απ’ τη ζωή μου.
Στο μέτωπο μου δεν υπάρχει πια
Η χαρακιά σκαμμένης γης
Ούτε απ’ τα ρούχα μου
Μπορεί κανείς να καταλάβει
Τίναξα κι απ’ τα ρούχα μου
Της γης τη σκόνη
Και τη θαλασσινή αρμύρα
Απ’ τα μαλλιά μου
Κοίτα αυτά τα χέρια
Κίτρινα είναι απ’ τον καπνό
Μελανωμένα απ’ το μολύβι
Κοίτα αυτά τα χέρια
Μη ψηλαφίζεις άλλο τα χέρια μου
Αν θες να βρεις τα σημάδια μου
Πρέπει πρώτα να βρεις την ψυχή μου
©ΑΘΗΝΑ ΚΟΤΣΟΒΟΛΟΥ


Hands photograph by Antonyus Bunjamin

Το προηγούμενο ποίημα  είναι βασισμένο πάνω στο στίχο των Τalking Heads " Born Under Punches"Songwriters: BYRNE, DAVID/FRANTZ, CHRISTOPHER/WEYMOUTH, TINA/HARRISON, JERRY/ENO, BRIAN PETER GEORGE


Take a look at these hands.
Take a look at these hands.
The hand speaks. the hand of a government man.
Well I'm a tumbler. born under punches.
I'm so thin.

All I want is to breathe I'm too thin
Won't you breathe with me?
Find a little space, so we can move in-between in-between it
And keep on step ahead, of yourself.
Don't you miss it, don't you miss it.
Some 'a you people just about missed it!
Last time to make plans!
Well I'm a tumbler...
I'm a government man.
Never seen anything like that before
Falling bodies tuble 'cross the floor well I'm a tumbler!
When you get to where you wanna be thank you! thank you!
When you get to where you wanna be don't even mention it!
Take a look at these hands. they're passing in-between us.
Take a look at these hands
Take a look at these hands. you don't have to mention it.
No thanks. I'm a government man.
And the heat goes on...and the heat goes on...and the heat goes on...
And the heat goes on...where the hand has been...and the heat goes
On...and the heat goes on...and the heat goes on...and the heat goes
On...and the heat goes on...and the heat goes on...and the heat goes
On...where the hand has been...and the heat goes on...and the heat
Goes on...
I'm not a drowning man!
And I'm not a burning building! (I'm a tumbler!)
Drowning cannot hurt a man!
Fire cannot hurt a man. (not the government man.)
All I want is to breathe thank you. thank you
Won't you breathe with me?
Find a little space...so we move in-between I'm so thin
And keep one step ahead of yourself. I'm catching up with myself
All I want it to breathe
Won't you breathe with me hands of a government man
Find a little space so we move in-between
And keep one step ahead of yourself. don't you miss it! don't you
Miss it!
And the heat goes on...and the heat goes on...and the heat goes on...
And the heat goes on...and the heat goes on...and the heat goes on...
And the heat goes on...and the heat goes on...and the heat goes on...
Where the hands has been...and the heat goes on...and the heat goes
On...and the heat goes on...


Hands photograph by Federico Righi


ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΛΑΓΟΥΒΑΡΔΟΣ - Ωδή στα χέρια

Γιατί μαλάσσουν το ψωμί, γράφουν ποιήματα,
παίζουν το βιολί, την κιθάρα, το πιάνο.
Γιατί εκφράζουν όλες τις λέξεις του λεξικού μας
και είναι αυτά που παίρνουν την αρχηγία,
όταν τα μάτια είναι στο σκοτάδι.
Γιατί το έμβρυο με τα χέρια ερευνά το σώμα
της μητέρας πριν έρθει στον κόσμο.
Γιατί τα χέρια όταν είναι στο στόμα συγκρατούν
συγκινήσεις και όταν ενώνονται παρακαλούν για συχώριο.
Γιατί καρφώθηκαν στο ξύλο του Σταυρού.
Γιατί τα χέρια των αγαπημένων είναι πηγή
ζεστασιάς που ζεσταίνει τις κρύες πλαγιές της καρδιάς μας.
Γιατί στολίζουν το φόρεμα της γης μας
με όλα τα δέντρα και άνθη.
Γιατί ποτέ δεν μπορώ να ξεχάσω πως τρέμουν
από το άγχος και από τα νεύρα.
Γιατί γελάνε όταν χειροκροτούν και νευριάζουν
όταν σηκώνονται απειλητικά στον αέρα.
Γιατί και ο δάσκαλος των Κλαζομενών έλεγε ότι
είναι τα χέρια που ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από τα ζώα.
Γιατί τα χέρια είναι το φως για έναν τυφλό
αλλά και το φως της σιγουριάς για έναν που βλέπει.
Γιατί με τα χέρια ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή
με την σκληράδα της σκέψης.
Γιατί ποτέ δεν κατάλαβα πως δύο άνθρωποι
μπορούν να μιλούν τόσο καλά με τα χέρια.
Γιατί μια θερμή χειραψία από "αληθινά χέρια"
Δεν διαφέρει και πολύ από ένα ποίημα.
Γιατί πολλές φορές ζητάνε το γιατί
και σε μια στιγμή δυστυχίας ικετεύουν βοήθεια.
Γιατί κάποιες στιγμές μαζεύουν σκέψεις,
για να ξανάβρουν χαμένες ελπίδες.
Γιατί στην απόγνωση τρέμουν, ζητάνε
άλλα χέρια και πιάνονται στα αόρατα σύρματα της ελπίδας.
Γιατί τα χέρια χαϊδεύουν, χτυπούν, δημιουργούν και ενώνουν.
Γιατί και ο Αίσωπος μας φωνάζει από το μακρινό παρελθόν:
"Συν Αθηνά και συ χείρα κίνει"!

https://xaralampakisgiannis.blogspot.com/


The Latest Trick.. photograph by Vaclav Kindl

Τάσος Λειβαδίτης - Αλλά τα βράδια

Και να που φτάσαμε εδώ
χωρίς αποσκευές
μα μ' ένα τόσο ωραίο φεγγάρι.

Κι εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφάλαιο να γράψεις ακόμα.
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη…

Βέβαια αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα.
Σκληρός, άκαρδος κόσμος,
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ' το δέντρο που βρέχεται.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη…

Ύστερα ανακάλυψαν την πυξίδα
για να πεθαίνουν κι αλλού και την απληστία
για να μένουν νεκροί για πάντα.
Αλλά καθώς βραδιάζει
ένα φλάουτο κάπου
ή ένα άστρο συνηγορεί για όλη την ανθρωπότητα.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη…

Καθώς μένω στο δωμάτιο μου,
μου 'ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες.
Φοράω το σακάκι του πατέρα
κι έτσι είμαστε δυο,
κι αν κάποτε μ' άκουσαν να γαβγίζω
ήταν για να δώσω
έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη…

Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
μ' ένα άστρο ή μ' ένα γιασεμί
σαν ένα τραγούδι, που καθώς βρέχει
παίρνει το μέρος των φτωχών.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη!

Δως μου το χέρι σου…
Δως μου το χέρι σου

Max Ernst - Οιδίπους, ελαιογραφία (1922)
ΜΑΡΙΟ ΜΠΕΝΕΝΤΕΤΤΙ (Mario Benedetti)

Ακόμη
Εξακολουθώ να μην πιστεύω
έρχεσαι δίπλα μου
και η νύχτα είναι μια χούφτα
αστεριών και ευθυμίας
δακτύλων γεύσεις ακούω και βλέπω
το πρόσωπό σου το μεγάλο σου διασκελισμό
τα χέρια σου, 
και ακόμα
ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω
ότι η επιστροφή σου έχει πολλά
να κάνει με σένα και με μένα
και για ξόρκι το λέω
και για τις αμφιβολίες το τραγουδώ
κανείς ποτέ δεν θα σε αντικαταστήσει
και τα πιο ασήμαντα πράγματα
αλλάζουν σε θεμελιώδεις
επειδή γυρνάς στο σπίτι
ωστόσο εξακολουθώ να
αμφιβάλλω σε αυτήν την τύχη
γιατί ο ουρανός σε έχει
μου φαίνεται φαντασία
Αλλά έρχεσαι και είναι σίγουρο
και έρχεσαι με το βλέμμα σου
και γι’ αυτό η άφιξή σου
κάνει μαγικό το μέλλον
ακόμη και αν δεν είναι πάντα κατανοητές
οι ενοχές μου και οι καταστροφές μου
αλλά ξέρω ότι στα χέρια σου
ο κόσμος έχει νόημα

και αν φιλήσω με τόλμη
και το μυστήριο των χειλιών σου
δεν θα υπάρχουν αμφιβολίες ή άσχημες γεύσεις
θα σ 'αγαπώ περισσότερο
ακόμη.
μετάφραση: Κοκολογιάννης Κωνσταντίνος

HAND IN HAND - Corinne Tomas

Pablo Neruda - Ωδή στα χέρια σου 

Η στείρωση των αστέρων
Pablo Neruda
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Τυπωθήτω - Λάλον ύδωρ

Όχι μόνο στην αγορά με κόσμο
αλλά και σε θάλασσες μέσα χεριών
τα δικά σου εγώ
θα τα ξεχώριζα αμέσως:
δυο άσπρα πουλιά
-άλλα πουλιά, αλλιώτικα
απ' όλα τ΄άλλα πουλιά -
και πετούν ανάμεσα από χέρια
αποδημητικά,
ταξιδεύουν στον αγέρα, πάνε
-διάφανα - πάνε
κι έρχονται ξανά κι όλο ξανά
στο πλευρό το δικό σου,
στο δικό μου πλευρό,
μαζεύονται, κοιμούνται στο στήθος μου πάνω.
Γυμνά,
ολοδιάφανα
και περίλεπτα
και καταφώτεινα
σα βιτρίνα με κρύσταλλα
περπατούν,
σα βεντάλιες περπατούν
ανοιχτές στον αέρα
σάμπως φτερά πλατιά στα ουράνια.

Μοιάζουν όμως και στο ψωμί,
μοιάζουν και στο στάρι,
μοιάζουνε στο νερό,
στου φεγγαριού μοιάζουν τις χώρες,
στου αμύγδαλου τη φάτσα,
στο άγριο ψάρι κυρίως μοιάζουνε
που ασημένιο σπαράζει
στη στενή ατροπό
των πηγών.
Τα χέρια σου πάνε κι έρχονται
στη δουλειά, δουλεύουνε,
τρέχουν μακριά, τ' ακούς που τρέχουν,
πιάνουν κουταλοπήρουνα,
ανάβουν φωτιά κι έπειτα, ξάφνου,
βουλιάζουν παφλάζοντας
στα μαύρα νερά,
της κουζίνας,
ραμφίζουνε τη γραφομηχανή
και φωτίζουν τις βάτους τις φλεγόμενες
της δικής μου καλλιγραφίας,
καρφώνουνε καρφιά στους τοίχους,
πλένουν τ΄ασπρόρουχα
κι έπειτα γυρνούν ξανά
στην αρχική τους, την πρώτη λευκότητα.

Ασυζητητί, ναί, υπάρχει λόγος σπουδαίος
που έχει έρθει εδώ κάτω στη γη
και κοιμάται και συνάμα πετάει
πάνω απ' την καρδιά μου
τούτο το θαύμα το θαυμάσιο.


Τίτλος πρωτοτύπου: Oda a tus manos
Από τη συλλογή Nuevas odas elementales (1956)]

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

https://filolektikon.blogspot.com/


Still Life Sabotage by Holly Bedrosian


Κριστιάν Νίρκα - Προδίδω τα χέρια μου όταν....

Προδίδω τα χέρια μου όταν τα κάνω φυλακές του στόματός μου• να μου το κρατούν φραγμένο μην τυχόν και μιλήσω για το άδικο και το λάθος.

Προδίδω τα χέρια μου όταν ξεχνώ το σχήμα της αγκαλιάς, όταν τους μαθαίνω το σχήμα της γροθιάς.

Τα προδίδω όταν απρόσεκτα τα εμπιστεύομαι σε άλλα χέρια, ρόδινα, ξεχνώντας τα αγκάθια. Ή όταν τα δίνω χαμογελώντας σε βρώμικα χέρια, σε μια υποκριτική χειραψία. Τα γεμίζω εκδορές και λάσπη.

Προδίδω τα χέρια μου όταν δεν τα χρησιμοποιώ για να φτιάξουν παιχνίδια για τα παιδιά, καρέκλες για τους ηλικιωμένους, τραπέζια για τους πεινασμένους. Όταν μόνο καταστρέφουν. Όταν μόνο τρώνε χωρίς να μαγειρέψουν.

Προδίδω τα χέρια μου όταν κλειδώνω δυο φορές την πόρτα του σπιτιού μου αντί να την ανοίγω τρεις, για κάθε φίλο, άγνωστο, ταξιδιώτη αδερφό μου.

Προδίδω τα χέρια μου, όταν δεν τ’απλώνω να πιάσω τα δικά σου, να σε τραβήξω προς το μέρος μου, μην πέσεις στους γκρεμούς σου. Βλέπεις, έχουμε χέρια μαθημένα μόνο στο να σπρώχνουν, γι’αυτό μας δυσκολεύουν και οι πόρτες που γράφουν “έλξατε” επάνω. Που να κάνεις τώρα κι ένα βήμα πίσω για ν’ανοίξουν.

Καμία φορά, προδίδω και τα όσα μου εκμυστηρεύονται τα χέρια μου. Πουλάω τα πιο σπουδαία τους μυστικά, που έχω καλά φυλαγμένα κάτω από κάτι ανοργάνωτα χαρτιά. Τα δίνω σε ξένα μάτια που μπορούν να δουν το κάθε σημάδι, την κάθε ρυτίδα, την κάθε βρομιά του λασπωμένου χρόνου επάνω στα χέρια μου.

Έτσι κι εκείνα κρύβονται πάντοτε στις τσέπες μου όταν βαδίζω. Τρέμουνε λίγο σε κάθε χειραψία. Και πάντα μα πάντα, είναι κρύα· σαν τον χειμώνα, σαν τα βλέμματα των ανθρώπων, σαν τις νεκρές ελπίδες. Ίσως ένα ζευγάρι γάντια, να’ταν μια λύση.

https://itravelpoetry.com/


Embers Turn to Stars  -  Jerry LoFaro

Οκτάβιο Παζ - Ψηλαφώντας

Τα χέρια μου
το τέμπλο του είναι σου ανοίγουν
μ’ άλλην γυμνότητα σε ντύνουν
ανακαλύπτουνε τα δώματα του σώματός σου
τα χέρια μου
άλλο κορμί σκαρώνουν στο κορμί σου.”

(Οκτάβιο Παζ, Η πέτρα του ήλιου, Ίκαρος)

https://anthologio.wordpress.com/

 Wavering . -  Dorina Costras

Κωστής Παλαμάς -Τα χέρια μου

Τα χέρια μου είναι να μαζώνω
τα λουλούδια στον κάμπο ή στο βουνό,
τα χέρια μου είναι για να υψώνω
την προσευχή στον ουρανό.

Τα χέρια μου είναι για να σπέρνουν
το μαύρο στίχο στ’ άσπρο το χαρτί,
τα χέρια μου είναι για να γέρνουν
οι κουρασμένοι απάνω τους καημοί.

Τα χέρια μου είναι για να σκάφτουν
τη νύχτα μυστικά, βαθιά, τη γη
και κάποια σάπια λείψανα να θάφτουν,
που θα ανατρίχιαζες κι αν τα ’βρισκες, αυγή.

Τα χέρια μου την πέτρα δεν πετάνε,
μήτε που φοβερίζουν, ούτε που τολμάν,
τα χέρια μου δεν είναι να κρατάνε
σπαθί, τουφέκι, και να πολεμάν.

Όμως τα χέρια μου, όταν την Αλήθεια
βλέπω ένα πλάνεμα να την πατά,
ήθελα στην κορφή της και στα στήθια
στεφάνι και σκουτάρι να σταθούν αυτά.

Αλήθεια, υπάρχεις! Η Αρετή μ’ εσένα
πάντα καρπόφορη μητέρα και μεστή.
Αλήθεια, υπάρχεις! Η Ομορφιά μ’ εσένα
εικόνα ασύντριφτη, στο βράχο σκαλιστή.

Δίχως εσέναν’ η Αρετή μια φουσκαλίδα,
και τη φυσάει το στόμα ενός παιδιού.
Δίχως εσένα κι η Ομορφιά σαν την αχτίδα
του φωτοσύγνεφου στ’ ανέβα του βραδιού.

Α! κι ας μπορούσα να ’δινα τα χέρια
στου σταυρωμού τ’ αλύπητα φιλιά,
φτερά να γίνουν, να με παν πέρ’ απ’ τ’ αστέρια
προς της αθάνατης Αλήθειας τη φωλιά!

Μα νά! σκυλιά και φίδια και παλιάτσοι
για των όχλων τα μάτια και τ’ αφτιά,
ραγιάδες που πλερώνουνε χαράτσι
στην πόρνη τη σουλτάνα, στην Ψευτιά,

στης χώρας τ’ άθλια τα καταχνιασμένα,
μες στον ακάθαρτο της ρούγας κουρνιαχτό,
μακριά από τα χλωρά τ’ ανθοσπαρμένα,
κι απ’ ό,τι μέγα και τρισανοιχτό,

με βρίσκουν εκεί πὄσταιναν καρτέρια
και μου κόβουν το δρόμο που τραβώ,
και σκληρά τα δειλά μού δένουν χέρια,
και με ξεσκίζει φρένιασμα βουβό.

Τα χέρια μου, τ’ ανήμπορα βυζασταρούδια,
τ’ ακριβά χέρια σαν το θησαυρό,γλιτώστε τα, 
για τ’ άνθια και για τα τραγούδια,
ή καρφώστε τα απάνου στο σταυρό!
1904

https://www.greek-language.gr/


 Major Adjustments II -  Susi LaForsch

Μαρία Πολυδούρη - Τα χέρια σου

Aκούω τη γλώσσα που λαλούν τα δυο σου χέρια-ω χέρια!
καθώς σιγοσαλεύουνε λευκά,
στον Πύργο της απελπισιάς κρυμμένα περιστέρια
από μακριά τα ξαγναντώ, σύμβολα ειρηνικά.

Μιλούνε, δε μιλούν; Αχεί βαθιά μέσ’ στην καρδιά μου
χαιρέτισμα ενός ρόδου στους γκρεμούς.
Λάμπουν, δε λάμπουνε; Τραβάει μαγνήτης τη ματιά μου,
ανατολή του αυγερινού στους σκοτεινούς χαμούς.

Ξανοίγω την αγνώριστην αγάπη μου κλεισμένη
στο κρίνο των μπλεγμένων σου χεριών
και πλέκω τόνειρο γλυκό. Μη με κοιτάς, πληθαίνει
στη σκοτεινιά το χρυσοφώς των πλάνων αστεριών.


http://logiasantaxronia.blogspot.com/


Μαρία Πολυδούρη - Μόνο γιατί μ' ἀγάπησες (απόσπασμα)

Μόνο γιατί μέ κράτησες στά χέρια σου
μιά νύχτα καί μέ φίλησες στό στόμα,
μόνο γι' αὐτό εἶμαι ὡραία σάν κρίνο ὁλάνοιχτο
κι ἔχω ἕνα ρῖγος στήν ψυχή μου ἀκόμα,
μόνο γιατί μέ κράτησες στά χέρια σου.


Submission in Black by BDSM love



Γιάννης Ποταμιάνος - Απλωμένα χέρια

Εφιάλτης δεν είναι η πέτρα
που τσακίζει τα μυαλά μας
Εφιάλτης είναι η μέρα
που θρυμματίζει τον ονειρόβραχό μας
σε βοτσαλάκια

Εφιάλτης είναι η ίδια πάντα παρακμή
που δεν αφήνει ν’ ανθίσει η ζωή μας
Κι’ ο φόβος
που μας σκορπάει σαν πουλιά

Αλήθεια πως φαίνεται η γύμνια
της ημέρας
σαν βγαίνουν στους δρόμους
οι τρωγλοδύτες με τα καροτσάκια
σαν βγαίνουν επαίτες τα παιδιά
με τ’ απλωμένα χέρια.

Τότε είναι που σκοντάφτει η Ιστορία
στο απάνθρωπο
και πέφτει σαν παλιάλογο, βογκώντας
Τότε είναι που γλύφει τις πληγές του
ο ποιητής
σαν το ψωριάρικο σκυλί
με το σπασμένο πόδι του

Πως αλλιώς αφού μ’ ένα νεύμα
στο φανάρι
σκοτώνεται η ελπίδα ενός πεινασμένου;

Γι’ αυτό όσοι ξέρουν να διαβάζουν
τον καιρό
βλέπουν την καταιγίδα να ‘ρχεται
κεραύνια και βρυσομάνα.

18 Δεκεμβρίου 2011, Γιάννης Ποταμιάνος




Praying -  Dorina Costras

Αρθούρος Ρεμπώ -Τα χέρια της Ζαν Μαρί

Tης Ζαν Μαρί τα χέρια είναι γεροφτιαγμένα
μαυρισμένα από το καλοκαίρι
χέρια χλωμά σαν πεθαμένα.
Το χρώμα αυτό το σκοτεινό
πώς πήρε τέτοιο χέρι;..
Στις λίμνες μήπως πλένοντας του αισθησιασμού;
Το πρόσωπο αγγίζοντας γεμάτου φεγγαριού
που κύλησε στην αγκαλιά του ήρεμου νερού;
Τη ζέστη τάχα ρούφηξε βάρβαρου ουρανού
στη λυπημένη μοναξιά κάποιου μεσημεριού;
Κι έκαψε με τη θέρμη του τα χέρια τα γερά
ακουμπισμένα ήσυχα σε γόνατα κομψά;
Τί χέρια τάχα να ναι αυτά;..
……………………………..
Χέρια που επανάσταση ξέρουν να τραγουδούν
της παρηγόριας προσευχές δε κάθονται να πουν.
Απ΄το λαιμό αν θέλουνε μπορούν να σας αρπάξουν
εσάς αριστοκράτισσες, ευγενικές αστές,
τα τρυφερά τα άκρα σας, λευκά και βυσιννιά
να τα συνθλίψουν μονομιάς σαν τα ξερά κλαδιά,
με τούτες τις παλάμες τους τις τόσο δυνατές
Η καστανή η λάμψη σας, χέρια αγαπημένα,
τ΄αθώα πρόβατα τραβά
Στα δάχτυλά σας τα καρυκευμένα
ρουμπίνι αφήνει ο ήλιος όταν τα κοιτά
Η λαική καταγωγή τα κηλιδώνει, το καφετί τους χρώμα
αμαρτωλό λεκέ απ΄το χθες ζητάει να θυμίσει,
όμως περήφανος επαναστάτης δεν υπάρχει
που αυτά τα χέρια δεν λαχταράει να φιλήσει!
Υπέροχα τα χέρια τούτα, χάρισμα ενός ήλιου με αγάπη φορτωμένου
πάνω στο μπρούτζινο των όπλων χρώμα
του Παρισιού του επαναστατημένου.

http://www.katiousa.gr/


By Hand photograph by Robin Waslander


   Γιάννης Ρίτσος  -  
Οι γειτονιές του κόσμου

Ερχόταν πάλι η άνοιξη στις γειτονιές τού κόσμου.
Μεγάλες ειδήσεις χτυπούσαν τα φτερά τους στον ορίζοντα.
Μες απ’ τον θάνατο οι καρδιές χειροκροτούσανε τον ήλιο.
Ήταν πολύς ο θάνατος. Έπρεπε ν’ αγαπιόμαστε πολύ.
«Σύντροφε κράτα μου το χέρι.
Και να με λες σύντροφο, σύντροφε.
Θε μου τι απέραντος που ‘ναι ο κόσμος .
Ω, αλήθεια θα δουλέψουμε πολύ,
θα κουραστούμε,
μπορεί να τσακιστούμε κιόλας». Ο Αλέκος είπε:
«Φτάνει να μου κρατάς το χέρι,
φτάνει να με λες σύντροφο,

και τότες το βράδυ που θα γυρνάμε απ’ τη δουλειά –
φτάνει να μου κρατάς το χέρι,-
και τότες τ’ αστέρια θα ‘ναι κοντά μας και θα γυαλίζουν
όπως τα μπρίκια κι οι κατσαρόλες στην κουζίνα της θειας-Καλής,
εκεί που μαζευόμαστε τις παράνομες Κυριακές μας και κουβεντιάζαμε για το μέλλον,
και τότες τ’ αστέρια θα ‘ναι φιλικά και χαμογελαστά
σαν τα κουμπιά στο μπλουζάκι της συντρόφισσας Μαρίας
κείνο το βράδυ που μας έφερε τα νέα για τη κατάληψη των Μεταλλείων τού Δομοκού απ’ τον ΕΛΑΣ,
και τότες τ’ αστέρια θα ‘ναι δικά μας, θα ‘ναι χαρούμενα και δυνατά
σαν τα πλήκτρα κείνης της γραφομηχανής όπου γράφαμε
το χρονικό τής λευτεριάς τις πρώτες μέρες τής Αντίστασης.
Φτάνει να μου κρατάς το χέρι.
(απόσπασμα)


Hope photograph by Mike Melnotte


Γιάννης Ρίτσος - Πραγματικά χέρια

Αυτός που χάθηκε ανεξήγητα ένα απόγευμα (ίσως
και να τον πήραν) είχε αφήσει στο τραπέζι της κουζίνας
τα μάλλινα γάντια του σα δυο κομμένα χέρια
αναίμακτα, αδιαμαρτύρητα, γαλήνια, ή μάλλον
σαν τα ίδια του τα χέρια, λίγο πρησμένα, γεμισμένα
με το χλιαρόν αέρα μιας πανάρχαιης υπομονής. Εκεί,
ανάμεσα στα χαλαρά, μάλλινα δάχτυλα,
βάζουμε πότε πότε μια φέτα ψωμί, ένα λουλούδι
ή το ποτήρι του κρασιού μας, ξέροντας καθησυχαστικά
ότι στα γάντια τουλάχιστον δεν μπαίνουν χειροπέδες.

https://www.greek-language.gr/

Connect - Jacky Gerritsen

Pedro Salinas - Μνήμη στα χέρια


Σήμερα είναι τα χέρια μνήμη.

Η ψυχή δεν θυμάται, πονάει

απ’ την τόση ανάμνηση. Αλλά στα χέρια

μένει η ενθύμηση εκείνου που κράτησαν.

Ενθύμιο μιας πέτρας

που βρέθηκε δίπλα σ’ ένα ρυάκι

και τη σηκώσαμε αφηρημένοι

χωρίς να καταλαβαίνουμε την ευτυχία μας.

Αλλά το τραχύ της βάρος

μας έκανε να αισθανθούμε πως επιτέλους κρατούσαμε

τον πιο ωραίο καρπό των καιρών.

Εύκολα γνωρίζει κανείς

το βάρος μιας πέτρας μέσα στα χέρια.

Σε μια πέτρα βρίσκεται

η υπομονή του κόσμου, που ωρίμασε αργά.

Αναρίθμητο άθροισμα

από μέρες και νύχτες, ήλιους και νερά

που της προσέδωσαν αυτή την αδέξια και σκληρή μορφή

που δεν ξέρει να συμπεριφέρεται τρυφερά και υπάρχει

αινιγματικά, μοναχά με το βάρος της.

‘Ηταν πάντοτε ακίνητη,

χωρίς κάποιον να την αναζητά, περίκλειστη

σε μια βούληση πυκνή και σταθερή

για να μην πετάξει σαν πεταλούδα

για να μην είναι ωραία σαν τον κρίνο

για να περισώσει από ζήλιες την αγνότητά της.

Πόσοι ευλύγιστοι κρίνοι, πόσες εύθραυστες

λιβελούλες δεν έχουν πεθάνει, εκεί, στο πλάι της,

επειδή έτρεξαν τόσο προς την άνοιξη!

Εκείνη ήξερε να περιμένει χωρίς να ζητάει τίποτα

πέρα απ’ την αιωνιότητα της καθαρής ύπαρξής της.

Επειδή αρνήθηκε τα πέταλα και την πτήση

είναι ζωντανή και μου μαθαίνει

πως μια αγάπη πρέπει ίσως να στέκει ακίνητη, πολύ ακίνητη,

ν’ αφήνει τα ψεύτικα φτερά της βιασύνης

και να κατανικά έτσι τον δικό της τον θάνατο.

Θυμούνται ακόμα εκείνα, τα χέρια μου,

πως κράτησαν ένα αγαπημένο κεφάλι στις παλάμες τους.

Τίποτα πιο μυστηριώδες σ’ αυτόν τον κόσμο.

Τα δάχτυλα αναγνωρίζουν τις τρίχες των μαλλιών,

αργά, μία μία, σαν φύλλα

ημερολογίου: είναι ενθυμήματα

από άλλες τόσες, εξίσου αμέτρητες,

ευτυχισμένες μέρες

πειθήνιες στην αγάπη που τις αναζωογονεί.

‘Ομως, ψαύοντας την αδυσώπητη μορφή

που πίσω απ’ τη σάρκα μάς αντιστέκεται

οι παλάμες απομένουν τυφλές.

Δεν είναι χάδια, όχι, αυτό που επαναλαμβάνουν

περνώντας και ξαναπερνώντας πάνω απ’ τα κόκκαλα:

είναι ερωτήσεις δίχως τέλος, είναι αγωνίες

ατελείωτες που έγιναν φλογερές αφές.

Και τίποτα δεν τους αποκρίνεται: μια υποψία

πως όλα μας ξεγλιστρούν και μας διαφεύγουν

όταν ανάμεσα στα χέρια μας τα πιέζουμε

μεγεθύνοντάς τα στη ζέστη του μετώπου εκείνου.

Το κεφάλι παραδίδεται. Είναι η παράδοσή του απόλυτη;

Το βάρος στα χέρια μας αυτό υπαινίσσεται,

τα δάχτυλα το πιστεύουν

και θέλουν να πειστούν: ψαύουν, ψαύουν.

Αλλά μια σκοτεινή φωνή πίσω απ’ το μέτωπο

-το μέτωπό μας ή το δικό της;-

μας λέει πως το πιο μακρινό μυστήριο,

επειδή βρίσκεται τόσο κοντά μας, είναι ανέγγιχτο

απ’ αυτό το θνησιμαίο σαρκίο με το οποίο ψάχνουμε,

εκεί, στην άκρη των δαχτύλων μας,

την αόρατη παρουσία.

Έτσι κρατώντας στα χέρια ένα κεφάλι

τίποτα δεν γνωρίζεις, τίποτα,

μόνο πως είναι το μέλλον που αποφασίζει

είτε για τη ζωή είτε για τον θάνατό μας

πίσω από τούτα τα δύστυνα χέρια, τα ξεγελασμένα

από την ομορφιά που κράτησαν.

Μέσα σε χέρια τυφλά

που δεν μπορούν να ξέρουν. Που μόνη τους πίστη είναι

να ‘ναι καλοσυνάτα, να δίνουν χάδια

χωρίς να παντρεύονται, μονάχα για να δουν αν έτσι κερδίζουν

-όταν το αγαπημένο κεφάλι θα έχει ξαναβρεθεί

στους ώμους του επάνω

και θα μοιάζει να μην έχει μείνει τίποτα μες στις παλάμες-

τον θρίαμβο να μην είναι ποτέ πια άδεια.



MOTHER - Eloise Schneider Mote


Μίλτος Σαχτούρης - Ὁ σωτήρας

Μετρώ στα δάχτυλα των κομμένων χεριών μουτις ώρες που πλανιέμαι στα δώματα αυτά τ’ ανέμουδεν έχω άλλα χέρια αγάπη μου κι οι πόρτεςδε θέλουνε να κλείσουν κι οι σκύλοι είναι ανένδοτοι

5Με τα γυμνά μου πόδια βουτηγμένα στα βρόμια αυτά νεράμε τη γυμνή καρδιά μου αναζητώ (όχι για μένα)ένα γαλανό παράθυροπώς χτίσανε τόσα δωμάτια τόσα βιβλία τραγικάδίχως μια χαραμάδα φως10δίχως μια αναπνοή οξυγόνουγια τον άρρωστο αναγνώστη

Αφού κάθε δωμάτιο είναι και μια ανοιχτή πληγήπώς να κατέβω πάλι σκάλες που θρυμματίζονταιανάμεσα απ’ το βούρκο πάλι και τ’ άγρια σκυλιά15να φέρω φάρμακα και ρόδινες γάζεςκι αν βρω το φαρμακείο κλειστόκι αν βρω πεθαμένο το φαρμακοποιόκι αν βρω τη γυμνή καρδιά μου στη βιτρίνα του φαρμακείου

Όχι όχι τέλειωσε δεν υπάρχει σωτηρία

20Θα μείνουν τα δωμάτια όπως είναιμε τον άνεμο και τα καλάμια τουμε τα συντρίμμια των γυάλινων προσώπων που βογκάνεμε την άχρωμη αιμορραγία τουςμε χέρια πορσελάνης που απλώνονται σε μένα25με την ασυχώρετη λησμονιά

Ξέχασαν τα δικά μου σάρκινα χέρια που κοπήκαντην ώρα που μετρούσα την αγωνία τους
https://www.greek-language.gr/


 Salvador Dali
Θόδωρος Σκουρλής - Το χέρι

Το χέρι ετούτο που άξια μου χαρίζει
μόνο μου βιός και κέρδος, το ψωμί,
Το χέρι ετούτο, εμπόρευμα που αξίζει
κι έχει ξεπέσει τόσο στην τιμή…

Το χέρι ετούτο, χρήσιμο εργαλείο
που σπάει κι ιδρώνει πάντα στη δουλειά,
Είτε κασμά βαράει στο μεταλλείο
είτε σκαλίζει πρόστυχα λιλιά…

Το χέρι ετούτο, που κρατάει δρεπάνι,
πένα, τιμόνι, σίδερο, σφυρί,
Στο δρόμο, στο εργοστάσιο, στο λιμάνι,
που σφίγγει και ματώνει και βαρεί…

Το χέρι ετούτο, που βωμούς υψώνει,
μέγαρα, θρόνους, μπάγκες, εκκλησιές,
Που ανοίγει τον Παράδεισο και στρώνει
πούπουλα και μετάξια κι ομορφιές…

Το χέρι ετούτο, που άνεργο όταν μείνει
και το ψωμί του απλώνει και ζητά,
Βάρβαρος νόμος άδικα το κλείνει
κι η φυλακή στ΄ αλύσια το κρατά…

Το χέρι ετούτο, αλί, κι όταν ορμήσει
κι άγρια υψωθεί με μίσος σε γροθιά,
Ξέρει γερά μαχαίρι να κρατήσει
ξέρει ν΄ ανάψει ακέρια τη φωτιά…

Ξέρει να ρίξει , ως ήξερε να χτίζει,
να πλερωθεί το απλέρωτο ψωμί,
Το χέρι ετούτο, εμπόρευμα που αξίζει
κι έχει ξεπέσει τόσο στην τιμή!…

(1923)



Hands playing piano close- photograph by Johan Swanepoel


Elaine Feinstein - Χέρια


Aρχικά αναγνωρίσαμε ο ένας τον άλλο σαν να ήμασταν αδέρφια,
και όταν δώσαμε τα χέρια,
το άγγιγμά σου με έκανε να μοιάζω χαζοχαρούμενη.

Κράτα το χέρι μου, είπες στο νοσοκομείο.

Είχες μεγάλα χέρια, δυνατά χέρια
και τρυφερά σαν αυτά ενός Μεσογειακού πατέρα
καθώς χαϊδεύουν το κεφάλι ενός παιδιού.

Κράτα το χέρι μου, είπες.
Νιώθω πως δεν θα πεθάνω όσο είσαι δίπλα μου.

Kράτησες το χέρι μου στο πρώτο μας ταξίδι με αεροπλάνο
και στην όπερα
ή για να δούμε μια ταινία που ήθελες να μοιραστώ μαζί σου.

Κράτα το χέρι μου, είπες
Θα κοιμηθώ και δεν θα καταλαβαίνω πως λείπεις.

Μετάφραση: Aσημίνα Ξηρογιάννη

https://frear.gr/


Hands photograph by Nikolay Dinov

Αργύρης Χιόνης - Χέρια

“Οι άνθρωποι το πιο συχνά
δεν ξέρουν τι να κάνουνε τα χέρια τους
Τα δίνουν – τάχα χαιρετώντας – σ’ άλλους
Τ’ αφήνουνε να κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες
Ή – το χειρότερο – τα ρίχνουνε στις τσέπες τους
και τα ξεχνούνε
Στο μεταξύ ένα σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα
Ένα σωρό ποιήματα άγραφα”
(Από τη συλλογή Λεκτικά τοπία, 1983)

Ροντέν - Το Χέρι του Θεού, 1896(;)

Το Χέρι του Θεού, ένα συμβολικό έργο, στην αίθουσα 6 του μουσείου, παρουσιάζει 2 μορφές να κοιμούνται σε εμβρυακή στάση. Το μαρμάρινο, αυτό, γλυπτό παραπέμπει στην Δημιουργία του ανθρώπου, αλλά και στην ίδια την καλλιτεχνική υπόσταση των χεριών. Ο Ροντέν, επηρεασμένος από την Αναγέννηση ( αναπαραστάσεις του Θεου με τη μορφή χεριού), μας αποκαλύπτει ξεκάθαρα την τάση του να θεωρεί τα χέρια ως αυτόνομη μορφή-ισάξια ή και ανώτερη από όλο το σώμα, με το δικό της συναισθηματικό πλαίσιο, με τη δική της ξεχωριστή κίνηση, με τη δική της τάση για δημιουργία ή την αλλόκοτη επιθυμία για καταστροφή.


Spring prayer, adoring the healing powers of the spring, Tree in hands. Computer painting effect. is a mixed media by Jozef Klopacka


Ντίνος Χριστιανόπουλος - Ενός λεπτού σιγή 

Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας
κι έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά,
έναν ώμο ν’ ακουμπάτε την πίκρα σας,
ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψή σας,
κοκκινίσατε άραγε για την τόση ευτυχία σας,
έστω και μια φορά;
είπατε να κρατήσετε ενός λεπτού σιγή
για τους απεγνωσμένους;

Από τη συλλογή Ανυπεράσπιστος καημός (1960)



Ο Αρχαίος των Ημερών του Ουίλλιαμ Μπλέηκ

Ο Αρχαίος των Ημερών είναι ένα σχέδιο του Ουίλλιαμ Μπλέηκ που δημοσιεύθηκε αρχικά ως προμετωπίδα σε ένα έργο του 1794, Ευρώπη μια Προφητεία. Δείχνει τον Ούριζεν να σκύβει σε ένα κυκλικό σχέδιο με ένα σύννεφο σαν φόντο. Το προτεταμένο χέρι που κρατά ένα διαβήτη πάνω από το πιο σκοτεινό κενό από κάτω. Όπως σημειώνεται στο Life of William Blake του Γκίλκραϊστ, το σχέδιο ήταν «ένα το μοναδικό αγαπημένο του Μπλέικ και ως τέτοιο ήταν πάντα ευτυχής να το αντιγράφει». Ως εκ τούτου υπάρχουν πολλές σωζόμενες εκδοχές για το έργο, συμπεριλαμβανομένου ενός ολοκληρωμένου για τον Φρέντερικ Τέιθαμ μόνο εβδομάδες πριν από τον θάνατο του Μπλέικ.
Το Βρετανικό Μουσείο σημειώνει ότι ένα αντίγραφο, ανακτημένο το 1885, είχε αποκλειστεί από επιστημονικό κατάλογο έργων του Μπλέικ, του 1982, από τον Martin Butlin γεγονός που υποδεικνύει ότι ο συγγραφέας αμφέβαλε για την πατρότητά του.
Πρώιμοι κριτικοί του Μπλέικ σημείωσαν το έργο ως ένα από τα καλύτερα, και ένα από τα αγαπημένα του ίδιου του καλλιτέχνη. Μια περιγραφή από τον Ρίτσαρντ Τόμσον, στο Nollekens and His Times του John Thomas Smith, ήταν για «... ένα πολύ καλό δείγμα τέχνης, και πλησιάζει σχεδόν το μεγαλείο του Ραφαέλ ή του Μικελάντζελο» και ότι αντιπροσωπεύει το γεγονός που περιγράφεται στο Βιβλίο των Παροιμιών viii. 27, «όταν έθεσε το διαβήτη του πάνω στο πρόσωπο της γης» κατά την μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου. Το θέμα λέγεται ότι ήταν ένα από τα «οράματα» που βιώνε ο Μπλέικ και είχε μια ιδιαίτερη ευχαρίστηση από την παραγωγή των εκτυπώσεων. Το αντίγραφο που ανατέθηκε από τον Τέιθαμ τις τελευταίες ημέρες της ζωής του Μπλέικ, για ποσό των χρημάτων που υπερέβαινε οποιαδήποτε προηγούμενη πληρωμή για το έργο του, χρωματίστηκε από τον καλλιτέχνη ενώ ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι του. Μετά τις αναθεωρήσεις του, λέγεται ότι ο Μπλέικ,
το πέταξε, και με έναν αέρα πανηγυρικού θρίαμβου αναφώνησε, «Ορίστε, αυτό είναι! Δεν μπορώ να το φτιάξω.»
Η εικόνα χρησιμοποιήθηκε ως εξώφυλλο για το βιβλίο του Στήβεν Χώκινγκ Ο Θεός Δημιούργησε τους Ακέραιους.

https://el.wikipedia.org/



The Silence photograph by Ivan Kovalev


Σκόρπια 

Κατά πού θ’ απλώσουμε τα χέρια μας
τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
(Οδυσσέας Ελύτης)

Όσοι το χάλκεον χέρι
βαρύ του φόβου αισθάνονται
,
ζυγόν δουλείας, ας έχωσι·
θέλει αρετήν και τόλμην
η ελευθερία.
(Ανδρέας Κάλβος)

Και τώρα εις προστασίαν μας
τα χέρια σας απλώνετε!
τραβήξετέ τα οπίσω·
βλέπει ο θεός και αστράπτει
διά τους πανούργους.
Ανδρέας Κάλβος


Κι αν είναι ο λάκκος σου πολύ βαθύς,
χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς.
Κώστας Βάρναλης

Όποιος έχει λυμένον το στόμα πρέπει να είναι πολύ τυχηρός διά να μην του δέσουν τα χέρια.
Δημήτριος Καμπούρογλου

Και ήταν οι καιροί που η Πόλη
πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε
και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε
και καρτέραγ’ ένα μακελάρη
(...)
Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει.
Κωστής Παλαμάς

Ο άνθρωπος που δουλεύει με τα χέρια είναι εργάτης, με τα χέρια και το μυαλό, τεχνίτης, με τα χέρια, το μυαλό και την καρδιά, καλλιτέχνης.
François Mauriac

Αν βουληθείς να μ’ αρνηθείς και να μ’ αλησμονήσεις,
σε Τούρκικα σπαθιά σε δω, σε Καταλάνου χέρια.
Αράπηδες σε σέρνουσι και Τούρκοι να σε δέσουν,
και σ’ όχλο Σαρακίνικο τρεις μαχαιριές σε δώσουν.
Ελληνικό μεσαιωνικό δημώδες άσμα

Δεν είναι η λευτεριά πέσε πίτα να σε φάω. Είναι κάστρο, και το παίρνεις με το σπαθί σου. Όποιος δέχεται από ξένα χέρια τη λευτεριά, είναι σκλάβος.
Νίκος Καζαντζάκης


Πάψετε πια να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου,
τους γόους της υστερικής σειρήνας σταματήστε
κι αφήστε το πηδάλιο στης τρικυμίας τα χέρια:
το πιο φριχτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε!
Κώστας Ουράνης

https://www.gnomikologikon.gr/



Cave of the Hands digital artwork by Weston Westmoreland


Εκφράσεις - Παροιμίες 

(από) δεύτερο χέρι : για κάτι μεταχειρισμένο
(από) πρώτο χέρι : από την πηγή
(από) χέρι σε χέρι : δίνοντας ο ένας στον άλλο, σε μια αλυσίδα ανθρώπων
βάζω/δίνω ένα χέρι (βοήθειας) ή βάζω/δίνω ένα χεράκι : προσφέρω βοήθεια
βάζω χέρι (σε κάποιον): κάνω σε κάποιον παρατήρηση, επιτιμώ κάποιον
βάζω το χέρι μου στο ευαγγέλιο / στη φωτιά : έχω απόλυτη βεβαιότητα για ό,τι λέω, ορκίζομαι
γεια στα χέρια σου! : έκφραση ικανοποίησης
δε μου κοβόταν καλύτερα το χέρι : έκφραση απογοήτευσης για κάτι που έκανα και το μετάνιωσα
δένω τα χέρια κάποιου : περιορίζω τις ενέργειες κάποιου, τη δυνατότητά του να ενεργήσει όπως θέλει
γλιτώνω από τα χέρια κάποιου : ξεφεύγω από την εξουσία κάποιου
έρχομαι στα χέρια : τσακώνομαι
έχω μόνο δύο χέρια! : σε περιπτώσεις που κάποιος δεν προλαβαίνει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις που έχουν οι άλλοι από αυτόν
έχω το πάνω χέρι : έχω τον έλεγχο μιας κατάστασης
ζητώ το χέρι : κάνω πρόταση γάμου
κάθομαι με σταυρωμένα χέρια : μένω άπρακτος
κάλλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει : είναι προτιμότερη η μικρή αλλά σίγουρη ασφάλεια παρά η μεγαλύτερη αλλά αβέβαιη
κάτω / κοντά τα χέρια σου! : μη με αγγίζεις!
λύνω τα χέρια κάποιου : βγάζω κάποιον από δύσκολη θέση
μακρύ χέρι : η τάση κάποιου να κλέβει
με το σταυρό στο χέρι : με εντιμότητα, τίμια
(με) το χέρι στην καρδιά : με ειλικρίνεια
παίρνω κάποιον από το χέρι : καθοδηγώ
πέφτω στα χέρια κάποιου : υποδουλώνομαι, κυριεύομαι, βρίσκομαι υπό την εξουσία κάποιου
πιάνουν τα χέρια μου : είμαι επιδέξιος
σηκώνω τα χέρια (ψηλά) : παραιτούμαι από τις προσπάθειές μου
το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο: για κοινά συμφέροντα οι άνθρωποι βοηθούν ο ένας τον άλλο
του τραβάω ένα ξύλο, του τραβάω ένα γερό χέρι ξύλο : σπάω στο ξύλο
Έβαλα τα χέρια μου κι έβγαλα τα μάτια μου.
Τον έχει του χεριού της.
Έβαλε το χέρι του.
Ο θεός να βάλει το χέρι του.
Κρύα χέρια – ζεστή καρδιά


Drowning photograph by Maria Kaimaki

MOYΣΙΚΗ 


Τα ξένα χέρια - Καίτη Γκρέυ & Βασίλης Τσιτσάνης

Στίχοι - Μουσική :
Βασίλης Τσιτσάνης

Όποιος μεγάλωσε στα ξένα χέρια
κι ήπιε το δάκρυ της ορφάνιας το πικρό
αυτός γνωρίζει τι θα πει
να τρως με πόνο το ψωμί
όταν βρεθείς χωρίς προστάτη στη ζωή

Είναι πικρά είναι βαριά τα ξένα χέρια
τα ξένα χέρια είναι μαχαίρια

Και στην αγάπη μου τα όνειρά μου
κι αυτά γκρέμισαν από της μοίρας την οργή
αυτός που μου `χε υποσχεθεί
πως θα μ’ αλλάξει τη ζωή
κι αυτός δεν είχε μες τα στήθια του ψυχή

Middle Ground - photograph by Tara Turner



Locomondo - Χέρια σαν κι αυτά (2009) (FULL HD) Στίχοι: Μάρκος Κούμαρης Μουσική: Μάρκος Κούμαρης

Στίχοι: Υπάρχουν χέρια που φυτεύουν ένα δέντρο και άλλα χέρια που του βάζουνε φωτιά υπάρχουν χέρια που σαν πέσεις σε σηκώνουνε ξανά σίγουρα θα 'χεις συναντήσει δύο χέρια σαν κι αυτά Υπάρχουν χέρια που πατάνε την σκανδάλη και άλλα χέρια που προσφέρουν γιατρειά υπάρχουν χέρια που χτυπάνε χέρια αλύπητα σκληρά ίσως μια μέρα συναντήσεις δύο χέρια σαν κι αυτά Υπάρχουν χέρια που έχουν μάθει να σού δίνουν και άλλα χέρια που ζητάνε μοναχά υπάρχουν χέρια που τις νύχτες σε χαϊδεύουν στοργικά σίγουρα θα 'χεις συναντήσει δύο χέρια σαν κι αυτά Υπάρχουν χέρια που απ’ το άδικο έχουν σφίξει έχουνε σφίξει και έχουν γίνει μια γροθιά και μ' άλλα χέρια έχουν σμίξει για να σβήσουν τη φωτιά ίσως τα χέρια τα δικά μας να 'ναι χέρια σαν κι αυτά

Fly Far Away photograph by Amy Weiss




Νοστράδαμος - Δώσ' Μου Το Χέρι Σου

Συνθέτης: Ρουμελιώτη Εύη
Στιχουργός: Φωτιάδης Στέλιος

Όταν μου δίνεις αγάπης φιλιά,
όταν μου λες λόγια αγάπης τρελά,
νιώθω πουλί με γαλάζια φτερά,
πετάω μαζί σου για πρώτη φορά.

Άπλωσ’ τα χέρια σαν δίχτυα πλατιά
εσένα κι εμένα να πάνε μακριά,
άλογο άσπρο με χαίτη χρυσή
πάνω του είμαι εγώ και εσύ.

Δωσ’ μου το χέρι σου,
δώσ’ μου το χέρι σου,
δώσ’ μου το χέρι σου,
δώσ’ μου το χέρι σου.

Μες στη ζωή χωρίς αγάπη
ποιος μπορεί να κρατηθεί.

Είναι η ζωή μου ένας χώρος κενός,
μόνος μου νιώθω πως είμαι τρελός,
ήρθες και μου `φερες κάποια αρχή
με τ’ όνομά σου αρχίζει η ζωή.

Όνειρα γύρω μας χίλια περνούν
είναι τα μάτια σου που με κοιτούν,
στάζουν ασήμι μες στην καρδιά
σαν πρωτοτάξιδα άσπρα πουλιά.

Δωσ’ μου το χέρι σου,
δώσ’ μου το χέρι σου,
δώσ’ μου το χέρι σου,
δώσ’ μου το χέρι σου.


The Madonna of the Magnificat by Botticelli



Όταν Σφίγγουν το Χέρι - Μίκης Θεοδωράκης Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος Συνθέτης: Μίκης Θεοδωράκης Όταν σφίγγουν το χέρι (x2) ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο (x2) Όταν χαμογελάνε (x2) ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μές απ' τ' άγρια γένια τους (x2) Όταν σκοτώνονται όταν σκοτώνονται (x2) η ζωή τραβάει την ανηφόρα (x2) με σημαίες με σημαίες και με ταμπούρλα η ζωή τραβάει την ανηφόρα (x2) με σημαίες με σημαίες με σημαίες και με ταμπούρλα

Love of Jesus by Nancy Lee Moran




Hands
Καλλιτέχνης Jewel
Άλμπουμ Greatest Hits
Στιχουργοί/Συνθέτες Patrick Leonard, Jewel

"Hands"

If I could tell the world just one thing
It would be that we're all OK
And not to worry 'cause worry is wasteful
And useless in times like these

I won't be made useless
Won't be idle with despair
I'll gather myself around my faith
For light does the darkness most fear

My hands are small, I know
But they're not yours, they are my own
But they're not yours, they are my own
And I am never broken

Poverty stole your golden shoes
It didn't steal your laughter
And heartache came to visit me
But I knew it wasn't ever after

We'll fight, not out of spite
For someone must stand up for what's right
'Cause where there's a man who has no voice
There ours shall go singing

My hands are small I know
But they're not yours, they are my own
But they're not yours, they are my own
And I am never broken

In the end, only kindness matters
In the end, only kindness matters

I will get down on my knees, and I will pray
I will get down on my knees, and I will pray
I will get down on my knees, and I will pray

My hands are small, I know
But they're not yours, they are my own
But they're not yours, they are my own
And I am never broken

My hands are small, I know
But they're not yours, they are my own
But they're not yours, they are my own
And I am never broken
We are never broken

We are God's eyes
God's hands
God's mind
We are God's eyes
God's hands
God's heart
We are God's eyes
We are God's hands
We are God's eyes

https://www.azlyrics.com/

Fingers heart framing ocean sunset photograph by Elena Elisseeva




"Hands To Heaven"


As I watch you move
Across the moon-lit room
There's so much tenderness in your loving

Tomorrow, I must leave
The dawn knows no reprieve
God give me strength when I am leaving

So raise your hands to heaven
And pray
That we'll be back together someday

Tonight
I need your sweet caress
Hold me in the darkness
Tonight
You calm my restlessness
You relieve my sadness

As we move to embrace
Tears run down your face
I whisper words of love so softly

I can't believe this pain
It's driving me insane
Without your touch
Life will be lonely

So raise your hands to heaven
And pray
That we'll be back together someday

Tonight
I need your sweet caress
Hold me in the darkness
Tonight
You calm my restlessness
You relieve my sadness

Tonight
I need your sweet caress
Hold me in the darkness
Tonight
You calm my restlessness
You relieve my sadness

Morning has come
Another day
I must pack my bags
And say goodbye
Goodbye

Tonight
I need your sweet caress
Hold me in the darkness
Tonight
You calm my restlessness
You relieve my sadness

Tonight
I need your sweet caress
Hold me in the darkness
Tonight
You calm my restlessness
You relieve my sadness


Hands Drawing Hands photograph by Scott Norris



πηγές πινάκων 











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου