ΛΥΤΡΩΣΗ
———————–
Εφτάσαμε στο τέρμα των τερμάτων.
Μπροστά βουνό γρανίτινο και μόλις
μακρυά πολύ , σαν όγκος αθυρμάτων
η πόλις .
.
Οι θόρυβοι δεν φτάνουν εδωπέρα
π’ ακούγονται θροΐσματα γαλήνης
κι έχει το θάμπος κάθε μας φοβέρα,
σαγήνης .
.
Φροντίδες πίκρες βάσανα και μόχθοι
είναι καθώς κλεισμένα μες στη γυάλα
σαν νά’μαστε στη μια των όλων όχθη
με τ’ άλλα .
.
Κι εκείνοι που μας πλήγωσαν κι εκείνα
που στέκονται ψηλότερα απ’ τη λήθη
στην μακρυνή σιγή τους έχουν μείνει
σαν μύθοι .
.
Εδώ το φως καθώς μας αγκαλιάζει
κι ο ίσκιος του βουνού μας δροσερεύει
των όχλων τώρα πια δεν μας πειράζει
κι η χλεύη .
Οι ονειροπόλοι
Νικημένοι... Και όμως δεν δώσαμε μάχη
μήτε καν στον ορίζοντα φάνηκε εχθρός,
ενώ θα 'πρεπε να 'μαστε πάντοτε μπρος,
σε σκιές και σε φάσματα στρέφουμε ράχη...
Η δειλία χαράζει το κάθε μας βήμα
κι' όλοι ζούμε με τ' όνειρο κάποιας φυγής,
μας πειράζει στα μάτια το φως της αυγής,
τραγουδάμε το χάρο, ποθούμε το μνήμα.
Μεθυσμένοι... Χωρίς ούτε στάλα να πιούμε,
τη φωτιά μας δε σβήνει κανένα πιοτό,
θα 'ρθει ώρα να βρούμε τη λήθη σ' αυτό,
τώρα όμως δεν ξέρω και μεις τι ζητούμε.
Στο μεθύσι μας πάνω πιστεύουμε αλήθεια
ότι γίναμε κι όλας καινούριοι Θεοί,
τη ζωήν, ως τη ζούνε οι άλλοι θνητοί
τη χλευάζουμε σαν μια χυδαία συνήθεια...
Γελασμένοι... Δεν το 'χαμε πριν καταλάβει,
πως μια μέρα θα 'ρχόνταν αυτός ο καιρός,
που κι ο ύστατος φίλος θα ήταν νεκρός...
Η ζωή δεν προσφέρει, ζητάει να λάβει.
Διαρκώς αυταπάτες και πάντα στο χέρι
λίγα πούπουλα, θύμηση μόνο σκληρή
της χαράς που πετάει και φεύγει ιλαρή
στον ορίζοντα πέρα, λευκό περιστέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου