Ο Φρέντυ Γερμανός (5 Σεπτεμβρίου 1934 - 21 Μαΐου 1999) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος και συγγραφέας, γνωστός για τις τηλεοπτικές παραγωγές του και τα ευθυμογραφήματά του.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 5 Σεπτεμβρίου 1934, Με καταγωγή από την Λέσβο όπου σε ηλικία οκτώ ετών έβγαλε την πρώτη του εφημερίδα, με τίτλο Όλα για όλους την οποία κυκλοφορούσε σε είκοσι με εικοσιπέντε αντίτυπα και στην οποία η μητέρα του έγραφε το ερωτικό διήγημα. Μεγάλωσε στα Εξάρχεια και στην Κυψέλη. Έβγαλε το Βαρβάκειο. Έγινε πλασιέ υφασμάτων και υπάλληλος λογιστηρίου. Στράφηκε στην δημοσιογραφία, κρατώντας όλα τα κείμενα και διηγήματα που έγραψε σε ηλικία 17 με 26 ετών στο συρτάρι, μέχρι το 1998, ενώ συνέχισε τις σπουδές του στην τότε Πάντειο Ανωτάτη Σχολή και στη Σχολή Δημοσιογραφίας Όλσον. Μιλούσε αγγλικά και γαλλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών.
Δημοσιογραφική δράση
Από το 1953 ως ελεύθερος ρεπόρτερ ανέλαβε πολλές δημοσιογραφικές αποστολές σε διάφορες χώρες (Αμερική, Καναδά, Ρωσία, Αφρική και Περσία) για λογαριασμό εφημερίδων και περιοδικών. Συνάντησε δεκάδες διάσημα πρόσωπα, πολιτικούς αρχηγούς, λογοτέχνες, ηθοποιούς, και τους πήρε συνέντευξη. Υπήρξε σχεδόν ο κατ' αποκλειστικότητα ρεπόρτερ που κάλυψε τον πριγκιπικό γάμο της Σοφίας και του Χουάν Κάρλος και στη συνέχεια τον βασιλικό γάμο του Κωνσταντίνου και της Άννας Μαρίας στο περιοδικό "Εικόνες". Είχε επισκεφτεί το ακρωτήριο Κανάβεραλ (σήμερα Κένεντι) το 1969 ως απεσταλμένος της "Απογευματινής" για να παρακολουθήσει το άλμα του ανθρώπου στο φεγγάρι-όντας ο μόνος Έλληνας δημοσιογράφος- και μετά από δέκα περίπου χρόνια βγήκε στις προθήκες των βιβλιοπωλείων το πρώτο του μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας (Ο Εχθρικός Πλανήτης) και είχε μεγάλη επιτυχία. Έγινε γνωστότατος ως ευθυμογράφος με πηγαίο χιούμορ, παρατηρητικότητα και πρωτότυπο ύφος. Οι σχολιασμοί του στις διάφορες συνεντεύξεις που παρουσιάστηκε ήσαν τόσο οξυδερκείς, ώστε ορισμένοι νόμιζαν πως του ήσαν γνωστές από πριν οι ερωτήσεις και είχε προετοιμάσει τις απαντήσεις. Ήταν μέλος της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών. Εργάστηκε στις εφημερίδες "Ελευθερία" 1954 - 1960, "Μεσημβρινή" 1960 - 1967, "Απογευματινή" 1968 - 1973, και "Ελευθεροτυπία" 1975 - 1990.
Συγγραφικό έργο
Σε ηλικία δεκαεννιά χρονών, το 1953 συμμετέχει στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Διηγήματος Νέων της εφημερίδας «Η Βραδυνή» και το μυθιστόρημά του Για μιαν εκδίκηση, έλαβε το δεύτερο βραβείο και χρηματικό έπαθλο πεντακοσίων δραχμών. Επίσης,το 1964 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο Με συγχωρείτε, λάθος (επρόκειτο για ευθυμογραφήματα με σκίτσα του Κυρ) Έγραψε συνολικά 25 βιβλία, πολλά από τα οποία σημείωσαν μεγάλη επιτυχία κάνοντας τον Φρέντυ Γερμανό έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες συγγραφείς του καιρού μας (έρευνα του περιοδικού «Διαβάζω»).
Ο Φρέντυ Γερμανός απεβίωσε στα 65 του χρόνια, την Παρασκευή 21 Μαΐου 1999, νικημένος σε μικρό χρονικό διάστημα από γενικευμένη κακοήθη νεοπλασία. Είχε στο πλευρό του μέχρι την τελευταία στιγμή την σύζυγό του, ηθοποιό και χορεύτρια Μαρία Ιωαννίδου και την κόρη του (από την πρώτη του σύζυγο, Εριέττα Μαυρουδή), στιχουργό και δημοσιογράφο, Ναταλία Γερμανού.
Βραβεία
Μάϊος 1953: Στα δεκαεννιά του χρόνια κέρδισε το δεύτερο βραβείο στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Διηγήματος Νέων της εφημερίδας "Η Βραδυνή" που οργάνωνε ο Μπάμπης Κλάρας.
Νοέμβριος 1968: Πήρε το πρώτο βραβείο της εφημερίδας "Απογευματινή" για τις συνεντεύξεις του, κυρίως για την περίφημη συνέντευξη με τον Σταμάτη Κόκοτα με τίτλο Γράψ' το όπως το λέω, που έγινε νούμερο στην επιθεώρηση, παρ' ολίγον αφορμή μονομαχίας και τίτλος βιβλίου που κυκλοφόρησε ο Φρέντυ Γερμανός τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.
Βιβλία
Δεκέμβριος 1964: Με Συγχωρείτε, λάθος!, το πρώτο βιβλίο του ήταν μια επιλογή από χρονογραφήματα δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά, και ήταν διακοσμημένο με σκίτσα του ΚΥΡ (Γιάννη Κυριακόπουλου).
Ιανουάριος 1967: Το Δις Εξαμαρτείν, μια επιλογή από πενήντα χρονογραφήματα, πάλι με την συνεργασία του ΚΥΡ, η οποία συνεχίστηκε και σε πολλές από τις επόμενες δραστηριότητες του Φρέντυ Γερμανού, συγγραφικές ή τηλεοπτικές.
Δεκέμβριος 1968: Γράψ' το όπως το λέω, συνεντεύξεις, ευθυμογράφημα.
1970: Σκέψου πριν το αγοράσεις, ευθυμογράφημα.
1972: Ούτε Αλάτι, ούτε πιπέρι, ευθυμογράφημα.
1975: Φαπ, ευθυμογράφημα.
1978: Τζίμμυ, πάρε ένα φυστίκι, ευθυμογράφημα.
1978: Ο Εχθρικός Πλανήτης, επιστημονικής φαντασίας. Ο ίδιος ο Φρέντυ Γερμανός παραδέχτηκε ότι άρχισε να γράφει λογοτεχνία όταν έγραψε αυτό το μυθιστόρημα.
1980: Ευρω-λεξικό, ευθυμογράφημα.
1981: Πρώτη Σελίδα, ευθυμογράφημα.
1983: Περισσότερο σεξ... σε λίγο, ευθυμογράφημα.
1984: Τρελλαθήκαμε εντελώς;, ευθυμογράφημα.
1985: Σαμ, με σκίτσα του Κώστα Μητρόπουλου, επιστημονικής φαντασίας.
1985: Ακριβή μου Σοφία..., μυθιστορία, με τα ερωτικά γράμματα του Γεωργίου Παπανδρέου. Η αγάπη του για τους ανθρώπους και η αποδοχή που βρήκε αυτό το βιβλίο από το αναγνωστικό κοινό, τον έστρεψαν να υπηρετήσει ένα λογοτεχνικό είδος που παρουσίαζε τα ιστορικά και διάσημα πρόσωπα από την ευαίσθητη ανθρώπινη πλευρά τους. Έτσι η Έλλη Λαμπέτη, ο Ίων Δραγούμης, η συναρπαστική Τερέζα χωρίς επώνυμο, απέκτησαν με την χαρισματική γραφή του Φρέντυ Γερμανού ευρύτερες, μυθιστορηματικές διαστάσεις και συγκινημένους φίλους ανάμεσα στους αναγνώστες.
1986: Η Εκτέλεση, ιστορικό μυθιστόρημα, όπου περιγράφεται η εκτέλεση του Ίωνος Δραγούμη το 1920 από το τάγμα του Παύλου Γύπαρη, τον οποίο αναφέρει ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας, άποψη που έχει αμφισβητηθεί ιστορικά.
1990: Τα Ερωτικά της Κορσικής, μυθιστορία.
1990: Ελλάς υπό το μηδέν, ευθυμογράφημα.
1994: Γυναίκα από Βελούδο, ιστορικό μυθιστόρημα γύρω από τη ζωή της Σοφίας Τρικούπη, αδελφής του διάσημου πολιτικού, που φωτίζει τη ζωή και τη σταδιοδρομία του Χαρίλαου Τρικούπη καθώς και του πολιτικού του αντιπάλου Θεόδωρου Δηλιγιάννη.
1996: Έλλη Λαμπέτη, βιογραφία.
1997: Τερέζα, ιστορικό μυθιστόρημα.
1998: Υγρές Νύχτες, τα νεανικά διηγήματα.
2000: Το αντικείμενο: Νίκος Ζαχαριάδης, ιστορικό μυθιστόρημα για τον Νίκο Ζαχαριάδη.
Τηλεοπτικές εκπομπές
Το 1966 άρχισε να ασχολείται με την τηλεόραση ως παρουσιαστής ειδήσεων. Με δημοσιογραφική επιμέλεια συνέλεγε υλικό όταν ένα θέμα το έβρισκε συναρπαστικό, ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες και παίρνοντας συνεντεύξεις από αυτόπτες μάρτυρες. Οι τηλεοπτικές του δημιουργίες Αλάτι και Πιπέρι και Η Πρώτη Σελίδα είχαν γίνει παράδειγμα σωστής τηλεοπτικής εκπομπής και είχαν αγαπηθεί πολύ από τους τηλεθεατές. Δημιούργησε τις εκπομπές :
Καλειδοσκόπιο (1969) η πρώτη του εκπομπή.
Αλάτι και Πιπέρι (1970-1976)
Πορτραίτο της Πέμπτης (1977-1979)
Φλας Μπακ
Πρώτη Σελίδα (1979)
Μέρες τηλεόρασης
Ώρα της Αλήθειας
Οι εκπομπές που αγάπησα
Θεατρικά έργα
Δυό από τα τρία θεατρικά του έργα τιμήθηκαν με κρατικές διακρίσεις:
1976: Για μια χούντα δολλάρια, θεατρική επιθεώρηση.
1978: Ένα Γελαστό Απόγεμα, κρατική διάκριση.
1980: Σορπράιζ Πάρτι, κρατική διάκριση.
ΒΙΒΛΙΑ - ΕΠΙΛΟΓΗ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΒΕΛΟΥΔΟ
Η ζωή της Σοφίας Τρικούπη, της «γυναίκας από βελούδο», μοιάζει με σενάριο -όπως άλλωστε συμβαίνει με τη ζωή κάθε μεγάλης ντίβας. Μεγαλωμένη στους ανθισμένους κήπους του Μπάκιγχαμ, κάτω απ' το στοργικό βλέμμα της βασίλισσας Βικτωρίας, γνώρισε πολύ νωρίς όλα τα διάσημα ονόματα του αιώνα της, τον Βίσμαρκ, τον Ντισραέλι, τον Τένισον, τον Κάιζερ, τον τσάρο Νικόλαο που ζούσε τότε στην Αγγλία. Αργότερα, στην Αθήνα του 1880, βρέθηκε ανάμεσα σε δύο αιχμηρές συμπληγάδες -την αφοσίωσή της για τον αδερφό της, τον Χαρίλαο Τρικούπη, και τον έρωτά της για τον ανελέητο αντίπαλό του, τον Θόδωρο Δεληγιάννη. Το βελούδο όμως δεν ξέφτισε. Ήταν πάντα η περήφανη ντίβα. Την πολιορκούσαν όλοι οι διάσημοι εραστές τής εποχής, από τον Γεώργιο Α' μέχρι τον Αχιλλέα Παράσχο και τον Εμμανουήλ Ροΐδη. Όμως, έμεινε πιστή ώς το τέλος της ζωής της στον μεγάλο έρωτα -«τον πικρό έρωτα» όπως συνήθιζε να λέει στα γεράματά της.
Η «Γυναίκα από βελούδο» πέρασε το 1985 κι από την ελληνική τηλεόραση, με τη μορφή του δραματοποιημένου ντοκιμαντέρ. Το σκηνοθέτησε ο ίδιος ο Φρέντυ Γερμανός, επιλέγοντας τη Νίκη Τριανταφυλλίδη για το ρόλο της Σοφίας Τρικούπη και τον Αντώνη Αντωνίου γι' αυτόν του Δεληγιάννη. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΑΚΡΙΒΗ ΜΟΥ ΣΟΦΙΑ..
Όλα θα πρέπει ν' άρχισαν στα 1907. Ένα χειμωνιάτικο απομεσήμερο του Δεκέμβρη, την ώρα που χωροφύλακες οδηγούσαν εφ' όπλου λόγχη στον ανακριτή έναν νεαρό ταραξία της Νομικής, με σγουρά μαλλιά και φλοτάν γραβάτα, που λεγόταν Γεώργιος Παπανδρέου. «Τον έσπρωχναν θυμωμένοι να κατέβει τα σκαλοπάτια του Πανεπιστημίου» θυμόταν η Σοφία, που θα γινόταν αργότερα γυναίκα του. Αυτός και ο συμφοιτητές είχαν αναστατώσει για κάμποσες μέρες την Αθήνα, κάνοντας τον πρωθυπουργό Θεοτόκη να χάσει τον ύπνο του. Εκείνη την ώρα η Σοφία, φοιτήτρια της Φιλολογίας, στεκόταν πλάι στο άγαλμα του Ρήγα Φεραίου, με μωβ φόρεμα και μωβ ομπρελίνο («Μου φάνηκες σαν μια πορσελάνινη κούκλα», θα της έγραφε για εκείνη την ώρα, 3 χρόνια αργότερα) και κοίταζε με ορθάνοιχτα μάτια τον κομψό δανδή που σπρωχνόταν άγρια απ' τους χωροφύλακες. Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν. Είχαν συναντηθεί κι άλλες φορές, στους διαδρόμους του Πανεπιστημίου. Αυτή όμως θα πρέπει να 'ταν διαφορετική απ' τις άλλες. Ήταν Πέμπτη, 6 του Δεκέμβρη. Το 1907 ήταν καλή εποχή για αγάπη. Η Αθήνα ζει μια ροζ εποχή. Ο πρίγκιπας Γεώργιος, 2 χρόνια μετά τη σύγκρουσή του με το Βενιζέλο στην Κρήτη, ετοιμαζόταν να απαλύνει τα ψυχικά του τραύματα με έναν γάμο -η νύφη είναι μια απόγονος του Ναπολέοντα, η Μαρία Ρολάνδου Βοναπάρτη. Στην Πάτρα μια νεαρή ηθοποιός που λέγεται Κυβέλη Αδριανού παρουσιάζει την «Παριζιάνα» του Μπεκ. Στη Θεσσαλία σκοτώνεται ο Μαρίνος Αντύπας. Στη Μακεδονία γεννιέται ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Την ίδια ώρα, ο Γεώργιος Παπανδρέου οδηγείται απ' τους χωροφύλακες στο Φρουραρχείο της Αθήνας με τα μάτια μαγεμένα απ' την εικόνα του μεγάλου έρωτα που μπήκε στη ζωή του πριν από 5 λεπτά. Η μεγάλη περιπέτεια αρχίζει.(ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
ΕΝΑ ΓΕΛΑΣΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ
«Ήταν ένα γελαστό απόγευμα -ή τουλάχιστον έτσι έμοιαζε εκείνη την ώρα γύρω στις 5, που η Νεφέλη και ο Αλέξης όρμησαν μέσα στο μικρό μπαρ της ανατολικής πτέρυγας του αεροδρομίου. Όρμησαν -είναι η σωστή λέξη. Εδώ και 20 λεπτά σεριάνιζαν στο αεροδρόμιο χωρίς ν' αποφασίζουν πού θ' αράξουν. Εκείνη με τα κόκκινα μακριά μαλλιά της, ξέπλεκα στους ώμους, και τα άσπρα γάντια της -παράξενο θέαμα μέσα στο αυγουστιάτικο απομεσήμερο. Εκείνος με ένα τζιν κι ένα πουκάμισο. "Νιόπαντροι;" είχε ρωτήσει η συνοδός στις Αναχωρήσεις Εξωτερικού βλέποντας τα κόκκινα τριαντάφυλλα στην αγκαλιά της Νεφέλης, κι εκείνοι είχαν κοιταχτεί γελαστά στα μάτια χωρίς ν' απαντήσουν. Πάντα τους άρεσε να κοιτάζονται γελαστά στα μάτια. Ή καμιά φορά να ξεσπάνε στα γέλια χωρίς λόγο. Το γέλιο ήταν ο ερωτικός τους κώδικας εδώ και 10 χρόνια. Το 'χαν ανακαλύψει πριν ακόμη ανακαλύψουν ο ένας τον άλλο... "Ήρθατε νωρίς", είχε πει η συνοδός κόβοντας το απόκομμα απ' το εισιτήριο της Νεφέλης. Και μετά, κοιτάζοντας τον Αλέξη: "Έχω διαβάσει όλα σας τα βιβλία" είπε. "Όλα αυτά που περάσατε... Όλα αυτά που σας έκαναν στη φυλακή...". Κοίταξε τη Νεφέλη: "Πώς τα άντεξε;". Ξανακοίταξε τον Αλέξη: "Πώς τα αντέξατε;". Αλλά ο Αλέξης είχε το γελαστό του βλέμμα πάνω στη Νεφέλη. Έσκυψε και πήρε από κάτω τη μικρή δερμάτινη βαλίτσα. Με τ' άλλο χέρι έψαξε να βρει το χέρι της. "Πάμε;" είπε. Όλα αυτά είχαν γίνει πριν από 20 λεπτά».
Το «Ένα γελαστό απόγευμα» γράφτηκε πρώτη φορά σαν θεατρικό έργο λίγο μετά τη μεταπολίτευση και πήρε το δεύτερο Κρατικό Βραβείο το 1977. Αργότερα έγινε ταινία με τον Νίκο Κούρκουλο και την Μπέττυ Λιβανού. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΤΕΡΕΖΑ
"Αν με ρωτούσε κάποτε ο Θεός τι έκανα κάτω στη γη, θα του απαντούσα: Τόλμησα".
Έτσι λακωνικά φαντάζομαι ότι θα έδινε η Τερέζα Δαμαλά στον Ύψιστο την αυτοβιογραφία της - μιας και δεν ήθελε να μιλά για τις ευρωπαϊκές αμαρτίες της, που θα την έφερναν, πάντως, κάποια στιγμή στο κατώφλι της αγιότητας: "Τόλμησα".
Είχε ξεκινήσει τη ζωή της σαν ξεριζωμένο αγριολούλουδο της ανατολικής Θράκης, για να παντρευτεί το 1916 στην Αθήνα, να εξοριστεί το 1917 στην Κορσική και να παρατήσει τον άντρα της, το 1918, στο Μιλάνο. Ήταν η πρώτη φορά που τολμούσε. Στα επόμενα πέντε χρόνια η Τερέζα θα γνώριζε τον Πικάσσο, τον Ίωνα Δραγούμη, τον ντ' Αννούντσιο, τον Κοκτώ, τον Βενιζέλο, τον Μουσσολίνι, τον Κεμάλ - και βέβαια τον Έρνεστ Χέμινγουαιη. Αν ήταν πιο φλύαρη, θα μπορούσε να προσθέσει στη βιογραφία της: "Γνώρισα τους πιο σημαντικούς άντρες του καιρού μου. Και κοιμήθηκα με μερικούς από αυτούς".
"Είμαστε οι τελευταίοι εραστές του Βυζαντίου!" λένε ότι της είπε κάποια στιγμή ο Χέμινγουαιη στην Πόλη. Κι από την άποψη αυτή θα πρέπει να δεχτούμε ότι το Βυζάντιο ήταν τελικά πολύ τυχερό - έστω και πέντε αιώνες μετά την Άλωση... (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Ήταν ένα καυτό απομεσήμερο του 1920, -με τον ανελέητο ήλιο του Ιουλίου να πυρακτώνει την οδό Βασιλίσσης Σοφίας, που τότε ακόμα λεγόταν Κηφισίας. Ο Ίων Δραγούμης προχωρούσε μπρος από το εκτελεστικό απόσπασμα, ακούγοντας πίσω του τις βαριές αρβύλες των 8 στρατιωτών που τον συνόδευαν. «Σε πειράζει να σου δέσουμε να χέρια;» τον είχε ρωτήσει ένας λοχίας μισή ώρα πριν, όταν τον είχαν συλλάβει οι άντρες του Παύλου Γύπαρη στους Αμπελόκηπους. Ο Δραγούμης δεν είχε απαντήσει. Ήξερε ότι σε 5 ή 10 λεπτά θα πέθαινε -τι ωφελεί να περνάς απ' τον έναν κόσμο στον άλλο με τα χέρια λυτά ή δεμένα; Τώρα ο ίδιος αυτός λοχίας προχωρούσε δεξιά του, με το πιστόλι στο χέρι, οδηγώντας το απόσπασμα 8 αμούστακα παιδιά που ανήκαν στο τάγμα ασφαλείας του Παύλου Γύπαρη και που σε λίγο θα έκοβαν το νήμα της ζωής του. «Θα σε πάμε στο Φρουραρχείο!» του είχε πει κάποιος την ώρα που ξεκινούσαν απ' τη βίλα του Θων, όπου ήταν το τάγμα του Γύπαρη, αλλά ο Δραγούμης ήξερε ότι θα πέθαινε. Ήξερε καλά τη μυρωδιά του θανάτου, από τα 19 του χρόνια που την είχε γευτεί σαν εθελοντής στον πόλεμο του '97. «Ήταν χλομός αλλά ήρεμος», θα θυμόταν μετά ένας από τους στρατιώτες του αποσπάσματος. «Ωστόσο, δεν μίλησε δεν έλεγε λέξη. Ως το τέλος δεν ακούσαμε τη μιλιά του». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Η βιογραφία μιας σημαντικής ηθοποιού πάντοτε έθελγε το φιλοθεάμονα αναγνώστη, ο οποίος επιζητούσε, πολλές φορές εν αγνοία του, την προσωπική του κάθαρση μέσα από τις μυθικές στιγμές που προσφέρονται γενναιόδωρα από το «βίο και την πολιτεία» της μεγάλης ντίβας. Όταν όμως ο λόγος γίνεται για την Έλλη Λαμπέτη, (. . .) τότε το αισθητικό αποτέλεσμα υπερβαίνει τους κανόνες κάθε αντικειμενικής παραδοχής. Γιατί η Λαμπέτη δεν υπήρξε απλώς μια μεγάλη ντίβα. (. . .) Όταν ανοίγει η αυλαία αυτού του βιβλίου, ο ρόλος του αναγνώστη συγχέεται με αυτόν του θεατή. Μπροστά του διαγράφεται η πορεία του ελληνικού θεάτρου, αναζωπυρώνονται οι εστίες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, αλλά κυρίως διαδραματίζεται η παράσταση μιας τραγικής και ταραχώδους ζωής, έτσι όπως τη συλλαμβάνουν μόνον οι μεγάλοι δραματοποιοί και όπως την αφηγούνται οι σπουδαίοι βιογράφοι. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
ΥΓΡΕΣ ΝΥΧΤΕΣ - ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΧΑΜΕΝΗΣ ΓΕΝΙΑΣ
Η ιστορία της Δάφνης και του Τζόνι είναι μια αληθινή ιστορία, που ο συγγραφέας την έζησε στην εφηβεία του «νύχτα προς νύχτα». Ξετυλίγεται στο «Ριτς», ένα καμπαρέ του '51, με τα σαξόφωνα να σκεπάζουν τον απόηχο του Εμφυλίου κι έναν αμερικανό αξιωματικό να ζει το ρομαντικό του πάθος με μια αμαρτωλή Ελληνίδα -την ώρα που η κυβέρνηση Πλαστήρα υπογράφει την εκτέλεση του Μπελογιάννη. Όλα αυτά μοιάζουν να μην έχουν καμία σχέση μεταξύ τους κι όμως είναι κρίκοι της ίδιας αλυσίδας. Η Δάφνη δεν ήξερε τίποτα για την εποχή της, αλλά κάποια στιγμή θα πλήρωνε το τίμημά της, με τον ίδιο τρόπο που το πλήρωναν τότε όσοι άμαχοι σκοτώνονταν από αδέσποτες σφαίρες. Η ιστορία της μοιάζει σε πολλά με την ιστορία της Νόρας, του Στάθη, της Όλγας, του Λεωνίδα και των άλλων αγριμιών που κυκλοφορούν γύρω της, στις σελίδες του βιβλίου αυτού. Είναι η χαμένη γενιά... ή, πιο σωστά, οι ανυποψίαστοι μιας χαμένης γενιάς.
Οι «Υγρές νύχτες» είναι το πρώτο βιβλίο του Φρέντυ Γερμανού -το έγραψε ανάμεσα στα 17 και στα 26 του χρόνια, αλλά δεν το τύπωσε γιατί δεν έβρισκε εκδότη. «Τότε νόμιζα ότι έγραφα διηγήματα» λέει στον πρόλογό του. «Τώρα, βλέποντάς το απ' την άλλη άκρη του τούνελ, νιώθω ότι έγραψα πάλι ένα βιβλίο εποχής. Μόνο που εδώ οι ήρωες, τα ιστορικά πρόσωπα του βιβλίου, είναι άνθρωποι που τους άγγιξα, στα 17 μου χρόνια, που περπάτησα δίπλα τους και που κάποια στιγμή σκούπισα μ' ένα μαντίλι τα δάκρυά τους. Τότε δεν είχαμε ακόμη χαρτομάντιλα...».
(ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ (ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ)
Ο Νίκος Ζαχαριάδης. . . Μέρος της μοίρας ολόκληρου λαού. Από τους κεντρικούς ήρωες μιας τραγωδίας που ακόμα βαραίνει στη μνήμη. Ίσως μάλιστα ο τραγικότερος ήρωάς της. Από λιμενεργάτης στην Πόλη ως την ηγεσία του ΚΚΕ. Ύστερα η προσφυγιά. Τέλος, η καθαίρεση κι η διαγραφή από το Κόμμα. Η απομόνωση στην άκρη της σιβηρικής στέπας. Μιά εξορία μέσα στην άλλη εξορία. Οι μαρτυρικές εκκλήσεις του. Η φωνή ενός ανθρώπου που η Κά Γκέ Μπέ ονόμαζε στις αναφορές της απλώς. . . «αντικείμενο». Και η κατάληξη: 1η Αυγούστου του 1973. Αυτοκτονία. Μέσα σε τέτοιο πλαίσιο ζωής, ο Νίκος Ζαχαριάδης θα βρεί τόπο να χωρέσει τον έρωτα, την τρυφερότητα, την αγάπη στη γυναίκα; Θα βρεί. Αυτόν τον εύλογα ελλιπώς φωτιζόμενο τόπο θα αναζητήσει ο Φρέντυ Γερμανός. Στη σχέση του με τη Ρωσσίδα καθοδηγήτριά του στην κομματική σχολή της Μόσχας του μεσοπολέμου. Στην ιστορία της νεαρής κομμουνίστριας απ' τη Θεσσαλονίκη. Στον πρώτο, κομματικά επιβεβλημένο, γάμο του. Κυρίως όμως στη δεύτερη σύζυγό του, τον μεγάλο του έρωτα. Τη Ρούλα Κουκούλου - Ζαχαριάδη. Τη γυναίκα της ζωής του. Τη σημαντικότερη - μετά το Κόμμα και τη μάνα του - αγάπη του. Και την πιο μοιραία. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
Πρωτοχρονιά του 1977 με έξι ηθοποιούς στην εκπομπή του Φρέντυ Γερμανού "Εκπομπές που αγάπησα"
Ο Φρέντυ Γερμανός παρουσιάζει μια ανθολογία από τις εκπομπές του, συμπληρώνοντας πορεία 25 χρόνων στην ελληνική τηλεόραση.
Θυμάται την Πρωτοχρονιά του 1977, κάνοντας αναδρομή 17 χρόνων παρουσιάζει τη δεύτερη μέρα της Πρωτοχρονιάς του 1977, από όπου είχαν παρελάσει έξι μεγάλοι κωμικοί ηθοποιοί, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, Γιάννης Γκιωνάκης, Γιώργος Κωνσταντίνου, Σωτήρης Μουστάκας, Χρόνης Εξαρχάκος και Βασίλης Τσιβιλίκας.
Η εκπομπή πλαισιώνεται από πρωτοχρονιάτικα τραγούδια, μνήμες, ευχάριστες στιγμές και βιώματα, περιγράφοντας περιστατικά από παραστάσεις, αλλά και κωμικά θέματα της καθημερινότητας τους.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής ο Φρέντυ Γερμανός δοκιμάζει τους ηθοποιούς σε παιχνίδι, στο οποίο καλούνται να αναγνωρίσουν πρόσωπα από την επικαιρότητα της εποχής από τον καλλιτεχνικό και πολιτικό χώρο, με έπαθλο έναν πίνακα του Μίνωα Αργυράκη. Το παιχνίδι κερδίζει ο Λάμπρος Κωνσταντάρας που με χαρά δέχεται το δώρο του.
Στην ευχάριστη συντροφιά φθάνει η Μαρία Ιωαννίδου και ο Βαγγέλης Σειληνός και η εορταστική εκπομπή ολοκληρώνεται με την κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου