Σεπτέμβρης μήνας ήτανε που κάψανε τη Σμύρνη,
κι οι μέρες μαρμάρωσαν
και λαβωμένες μείνανε σ' εκείνον τον Σεπτέμβρη.
Απύθμενο πηγάδι ο αιώνας,
το αίμα πηχτό,
φριχτός της θάλασσας ο θρήνος .
Πέτρινο άνεμο κρατά ο καβαλάρης
με τις σφαίρες τις φονικές, καρφιά
στο στέρνο το σταυρωμένο,
μνήμες θολές δραπετεύουν από κάμαρες νυφιάτικες
με τις φωτογραφίες της χαράς τους αδειανές από όνειρα.
Ποδοβολητά τρομακτικά αντιλαλούν στα σοκάκια του χαμού,
σκιές απελπισμένες χάνονται στα καλντερίμια
κυνηγημένες από φρικιαστικές φωνές.
Τριανταφυλλιές και κρίνα ξεπηδούν
απ' του ραγισμένου χρόνου τις χαραμάδες.
Απλώνουν ρίζες στο ξύλινο πάτωμα
που τρίζει απ’ τα βήματα των κεκοιμημένων.
Ζωγραφιές με πουλιά εξωτικά πάνω στα κασελάκια
με τις προίκες των κοριτσιών
που χάθηκαν μέσα στην πίκρα.
Πλανόδιοι πωλητές διαλαλούν την πραμάτεια τους
κάτω από παραθύρια ερειπωμένα.
Απούλητη στραφταλίζει η χαρά
στα πολύχρωμα πανέρια τους.
Δάκρυα από αίμα στάζουν στις ρίζες των ψυχών
και σύγκορμη η ύπαρξη πασκίζει να ξορκίσει τη μνήμη
και το μεγάλο ποτάμι με τους νεκρούς
που ολοένα κατεβαίνει βουίζοντας.
Ιωάννα Αθανασιάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου