Φιλίππο Τομμάζο Μαρινέττι - ΣΤΟΝ ΠΗΓΑΣΟ ΜΟΥ
Ορμητικέ θεέ, μιας ατσάλινης φυλής,
μεθυσμένο αυτοκίνητο του διαστήματος
που ποδοκροτείς και τρέμεις από αγωνία
ροκανίζοντας το χαλινάρι με τα δόντια να τρίζουν...
Φοβερό γιαπωνέζικο θεριό,
με μάτια σιδηρουργείου,
θρεμμένο με φλόγα και λάδια ανθρακικά
που δεν χορταίνεις τους ορίζοντες, τις αστρικές λεηλασίες...
Ελευθερώνω την καρδιά σου που βροντά διαβολικά
ελευθερώνω τις γιγάντιες σαμπρέλες σου,
για το χορό που εσύ ξέρεις να χορεύεις
διασχίζοντας τους λευκούς δρόμους όλου του κόσμου!...
Χαλαρώνω επιτέλους
τα μεταλλικά σου ηνία,
κι εσύ ορμάς με ηδονή
μέσα στο Άπειρο, τον ελευθερωτή!
Στο ουρλιαχτό της δυνατής φωνής σου
ο ήλιος σ’ ακολουθεί στη δύση του
επιταχύνοντας στον ορίζοντα,
το αιμόφυρτο καρδιοχτύπι του...
Κοίταξε, πώς καλπάζει, πέρα, στα βάθη των δασών!...
Τι σημασία έχει, όμορφέ μου δαίμονα;
Εγώ είμαι στην εξουσία σου!... Πάρε με!... Πάρε με!...
Πάνω στην εκκωφαντική γη, κι ας δονείται σύγκορμη
από πολυφωνικούς ήχους·
κάτω απ’ τον τυφλωμένο ουρανό, κι ας είν’ γεμάτος άστρα,
πηγαίνω, ερεθίζοντας τον πόθο και τον πυρετό μου,
μαστιγώνοντάς τους με δυνατά σπαθίσματα.
Και κάπου κάπου σηκώνω το κεφάλι
και νιώθω στο λαιμό
μαλακά να με σφίγγουν τα χέρια
χέρια έξαλλα στον άνεμο, δροσερά και βελούδινα...
Είναι τα χέρια τα δικά σου, μαγευτικά και μακρινά
που με τραβούν, κι ο άνεμος
είναι η πνοή σου, της αβύσσου η πνοή,
ω Άπειρο δίχως βυθό, που με χαρά μ’ απορροφάς!...
Α! Α! βλέπω ξάφνου ανεμόμυλους
μαύρους, βραδυκίνητους,
που μοιάζουν να τρέχουν στα πάνινα σπονδυλωτά φτερά τους
σαν σε μακριά πόδια...
Τα βουνά ετοιμάζονται να πετάξουν
στη φυγή μου μανδύες αργοσάλευτης δροσιάς,
εκεί, σ’ εκείνη την αποτρόπαια στροφή...
Βουνά! Τερατώδη αγέλη από Μαμούθ
βαριά καλπάζετε, σκύβοντας
τις πελώριες κορυφές σας,
προσπερνάτε, τυλιγμένα
στο γκρίζο κουβάρι της ομίχλης!
Κι ακούω ν’ αντηχεί ακαθόριστος ο θόρυβος
που αποτυπώνουν στους δρόμους
οι μυθικές εφτά λεύγες μπότες
των κολοσσιαίων ποδιών σας...
Ω βουνά με τους δροσερούς γαλάζιους μανδύες !...
Ω ποτάμια όμορφα που αναπνέετε
ευτυχισμένα στο σεληνόφως !
Ω σκοτεινές πεδιάδες!... Σας προσπερνώ τρέχοντας!...
Πάνω στο ξέφρενο θεριό μου!
Αστέρια! αστέρια μου! ακούτε
τη βιασύνη των βημάτων του;...
Ακούτε τη φωνή του, που θρυμματίζει η οργή...
την εκρηκτική φωνή του, που ουρλιάζει, ουρλιάζει...
και τη βροντή των σιδερένιων πνευμόνων του
που καταρρέουν ορμητικά
ατέλειωτα;...
Δέχομαι την πρόκληση, ω άστρα μου!...
Πιο γρήγορα!... Ακόμη πιο γρήγορα!...
Χωρίς σταματημό, μήτε ανάπαυση!...
Άφησε τα φρένα! Δεν μπορείς;
Σπάστα, λοιπόν,
ώστε ο σφυγμός της μηχανής να εκατονταπλασιάσει την ορμή του!
Ζήτω! Μακριά απ’ αυτή την ακάθαρτη γη!
Ξεφεύγω, τέλος, κι ευκίνητα πετώ,
πάνω απ’ το μεθυστικό ποτάμι των άστρων
που πλημμυρίζει το μεγάλο κρεβάτι τ’ ουρανού!
μτφρ. Μαρία Στεφανοπούλου
http://ebooks.edu.gr/
Κωστής Παλαμάς - Το αεροπλάνο
Τόλμα να πλανάς τον εαυτό σου
και όνειρα να πλέκεις.
Schiller
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Όσο γνωρίζεις πιο καλά, τόσο αγαπάς πιο πλέρια.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Όσο και πιο πολύ αγαπάς, και πιο πολύ γνωρίζεις.
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Στης πλάσης τα τετράπλατα, στα τρίστρατα του κόσμου
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Για σένα ηρώισσα μια φωτιά μες στην καρδιά μου ανάβει,φτεροκαράβι!
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Και ιδανικών και θρίαμβων μπαλσαμωτής και θάφτης
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Και πας με γέρανους κι αϊτούς, με γύπες και λελέκια
Σε λίγο θα προσγειωνόμουν
κι ετοιμάστηκα για κάθε ενδεχόμενο
αφού τα περισσότερα ατυχήματα
γίνονται στις προσγειώσεις
άλλωστε η προσγείωση η δική μου
είχε ήδη αναγγελθεί
στο τελευταίο μου ποίημα
Είχα πια βαρεθεί να περιίπταμαι
να εποπτεύω από ψηλά τα όσα συμβαίνουν
ήθελα τώρα το χώμα με τα χέρια μου να πιάσω
ακόμα και πάνω του να συρθώ , να ψάξω
να το γνωρίσω για τα καλά από την αρχή.
Προσγειώθηκα χωρίς κανένα πρόβλημα
μα μόλις πάτησα στο έδαφος
άλλαξα γνώμη, άλλαξαν και τα σχέδια
χρειάστηκαν κάποια τρεχάματα
γι ανεφοδιασμό με τρόφιμα
για να γεμίσουν καύσιμα οι δεξαμενές
και πάλι απογειώθηκα.
Είπα μου φτάνει
όσο ζυμώθηκα ως τώρα με το χώμα
όσο κατάφερα από κοντά τον κόσμο να γνωρίσω
καλύτερα είναι να περιίπταμαι
να εποπτεύω από τους ουρανούς τα πάντα
σχολιαστικά, χωρίς και πολλές ευθύνες
Το αεροπλάνο πήρε μεγάλο ύψος
αλλά καθώς έβλεπα γι άλλη μια φορά
τους ανθρώπους να μικραίνουν και να χάνονται
τους τόπους να μισοσβήνουν
τελικά να εξαφανίζονται
τρόμαξα κάποια στιγμή που δεν είχα
τίποτα από τη γη ν΄αγγίξω
κανέναν να πούμε δύο κουβέντες
να τον δεχτώ, να με δεχτεί, να τον απαρνηθώ
να μ΄αποδιώξει εκείνος.
Ώσπου επιθύμησα ξανά
συνωστισμούς και ρήξεις και συναρμογές
σωμάτων, αισθημάτων, ιδεών
νοστάλγησα ακόμα και το χιλιοπατημένο χώμα.
Ελπίζω τα καύσιμα να κρατήσουν
ως το επόμενο αεροδρόμιο
κι η νέα προσγείωση να είναι ομαλή.
Δεν αγαπώ το αεροπλάνο
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
η ωραία γυναίκα αγαπάει την πίσσα
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
Η γυναίκα στάθηκε στη Μεγάλη Πόρτα
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
το παιδί απ’ το Στενό Παράθυρο βγήκε
κι έμεινε μετέωρο στο Κενό
Τέλειωσε τέλειωσε το εκτόπλασμά μου
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
δε θα σας ταράζω πια με τα όνειρά μου
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
Ούτε όμως θα με ξεσκίζετε με τα σύρματά σας
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
δεν αγαπώ το αεροπλάνο
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
Φερεϊντούν Φαριάντ -Ουρανός χωρίς διαβατήριο
Πατρίδα μου είναι
ένας ουρανός χωρίς διαβατήριο,
χωρίς πύλη.
Μπαίνω απ’ τον αέρα
Γ. Χ. Ώντεν - Πένθιμο Μπλουζ
Κόψτε τα τηλέφωνα, πάψτε τα ρολόγια,
Το πιάνο κλείστε, πνίξτε τύμπανα και λόγια.
Δώστε ένα κόκαλο στο σκύλο να ησυχάσει.
Ο θρήνος άρχισε, το φέρετρο ας περάσει.
Τ’ αεροπλάνα από πάνω μας στενάζουν
«Πέθανε τώρα αυτός» στον ουρανό να γράψουν
Μαβιέ κορδέλες βάλτε στ’ άσπρα περιστέρια,
Οι τροχονόμοι μαύρα γάντια έχουν στα χέρια.
Ανατολή και δύση μου, βορρά και νότε,
Χαρά της Κυριακής, της εβδομάδας μόχθε.
Ήσουν φωνή, τραγούδι μου, μέρα, σκοτάδι,
Πίστευα αιώνια τη δική μας την αγάπη…
Τ’ αστέρια δεν τα λαχταρώ, πάρτε τα, σβήστε
Τον ήλιο ρίξτε τον και το φεγγάρι κρύψτε.
Αδειάστε τον ωκεανό, κάψτε τα δάση,
Τίποτα πια καλό, ποτέ, δε θα χαράξει.
(Μτφ. Ερρίκος Σοφράς)
https://apotis4stis5.com/
Χαρούλα Αλεξίου- Αερόπλανο θα πάρω
Ιστορικό
Αριστείδης Μωραϊτίνης
Δράση κατά την «Κατάσταση Γκαίμπεν»
πηγές
http://www.greek-language.gr/
https://fineartamerica.com/
http://www.ignitiongallery.com/
http://art-now-and-then.blogspot.com/
http://www.ww2wrecks.com/
The Last Flight of the Space Shuttle Endeavour, Douglas Castleman
Ορμητικέ θεέ, μιας ατσάλινης φυλής,
μεθυσμένο αυτοκίνητο του διαστήματος
που ποδοκροτείς και τρέμεις από αγωνία
ροκανίζοντας το χαλινάρι με τα δόντια να τρίζουν...
Φοβερό γιαπωνέζικο θεριό,
με μάτια σιδηρουργείου,
θρεμμένο με φλόγα και λάδια ανθρακικά
που δεν χορταίνεις τους ορίζοντες, τις αστρικές λεηλασίες...
Ελευθερώνω την καρδιά σου που βροντά διαβολικά
ελευθερώνω τις γιγάντιες σαμπρέλες σου,
για το χορό που εσύ ξέρεις να χορεύεις
διασχίζοντας τους λευκούς δρόμους όλου του κόσμου!...
Χαλαρώνω επιτέλους
τα μεταλλικά σου ηνία,
κι εσύ ορμάς με ηδονή
μέσα στο Άπειρο, τον ελευθερωτή!
Στο ουρλιαχτό της δυνατής φωνής σου
ο ήλιος σ’ ακολουθεί στη δύση του
επιταχύνοντας στον ορίζοντα,
το αιμόφυρτο καρδιοχτύπι του...
Κοίταξε, πώς καλπάζει, πέρα, στα βάθη των δασών!...
Τι σημασία έχει, όμορφέ μου δαίμονα;
Εγώ είμαι στην εξουσία σου!... Πάρε με!... Πάρε με!...
Πάνω στην εκκωφαντική γη, κι ας δονείται σύγκορμη
από πολυφωνικούς ήχους·
κάτω απ’ τον τυφλωμένο ουρανό, κι ας είν’ γεμάτος άστρα,
πηγαίνω, ερεθίζοντας τον πόθο και τον πυρετό μου,
μαστιγώνοντάς τους με δυνατά σπαθίσματα.
Και κάπου κάπου σηκώνω το κεφάλι
και νιώθω στο λαιμό
μαλακά να με σφίγγουν τα χέρια
χέρια έξαλλα στον άνεμο, δροσερά και βελούδινα...
Είναι τα χέρια τα δικά σου, μαγευτικά και μακρινά
που με τραβούν, κι ο άνεμος
είναι η πνοή σου, της αβύσσου η πνοή,
ω Άπειρο δίχως βυθό, που με χαρά μ’ απορροφάς!...
Α! Α! βλέπω ξάφνου ανεμόμυλους
μαύρους, βραδυκίνητους,
που μοιάζουν να τρέχουν στα πάνινα σπονδυλωτά φτερά τους
σαν σε μακριά πόδια...
Τα βουνά ετοιμάζονται να πετάξουν
στη φυγή μου μανδύες αργοσάλευτης δροσιάς,
εκεί, σ’ εκείνη την αποτρόπαια στροφή...
Βουνά! Τερατώδη αγέλη από Μαμούθ
βαριά καλπάζετε, σκύβοντας
τις πελώριες κορυφές σας,
προσπερνάτε, τυλιγμένα
στο γκρίζο κουβάρι της ομίχλης!
Κι ακούω ν’ αντηχεί ακαθόριστος ο θόρυβος
που αποτυπώνουν στους δρόμους
οι μυθικές εφτά λεύγες μπότες
των κολοσσιαίων ποδιών σας...
Ω βουνά με τους δροσερούς γαλάζιους μανδύες !...
Ω ποτάμια όμορφα που αναπνέετε
ευτυχισμένα στο σεληνόφως !
Ω σκοτεινές πεδιάδες!... Σας προσπερνώ τρέχοντας!...
Πάνω στο ξέφρενο θεριό μου!
Αστέρια! αστέρια μου! ακούτε
τη βιασύνη των βημάτων του;...
Ακούτε τη φωνή του, που θρυμματίζει η οργή...
την εκρηκτική φωνή του, που ουρλιάζει, ουρλιάζει...
και τη βροντή των σιδερένιων πνευμόνων του
που καταρρέουν ορμητικά
ατέλειωτα;...
Δέχομαι την πρόκληση, ω άστρα μου!...
Πιο γρήγορα!... Ακόμη πιο γρήγορα!...
Χωρίς σταματημό, μήτε ανάπαυση!...
Άφησε τα φρένα! Δεν μπορείς;
Σπάστα, λοιπόν,
ώστε ο σφυγμός της μηχανής να εκατονταπλασιάσει την ορμή του!
Ζήτω! Μακριά απ’ αυτή την ακάθαρτη γη!
Ξεφεύγω, τέλος, κι ευκίνητα πετώ,
πάνω απ’ το μεθυστικό ποτάμι των άστρων
που πλημμυρίζει το μεγάλο κρεβάτι τ’ ουρανού!
μτφρ. Μαρία Στεφανοπούλου
http://ebooks.edu.gr/
Arrivals 4 by David Palmer |
Κωστής Παλαμάς - Το αεροπλάνο
Τόλμα να πλανάς τον εαυτό σου
και όνειρα να πλέκεις.
Schiller
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Όσο γνωρίζεις πιο καλά, τόσο αγαπάς πιο πλέρια.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Όσο και πιο πολύ αγαπάς, και πιο πολύ γνωρίζεις.
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Στης πλάσης τα τετράπλατα, στα τρίστρατα του κόσμου
πλανέματα ονειρεύομαι, λιμπίζομαι ταξίδια
Λόγγοι, πλαγιές λιβαδωτές, νεροσυρμές, ποτάμια,
δασά ρουμάνια, ξέφωτα, κάμποι απότιστοι, χέρσοι,
και η λεύκα ασημοσάλεμα και ο πεύκος μοσκοανάσα,
του χωραφιού μαλάματα και τ’ αμπελιού τοπάζια,
στενορυμιές, πλατώματα, κήποι, βοσκότοποι, όλα
τα βλησίδια του πράσινου, κι οι γέννες όλες του ήλιου,
κι όλα τα θώρια της στεριάς, από τα κορφοβούνια
που υψώνουν ακατάδεχτα μέτωπα κι ορθοστέκουν,
ώς το χορό του σπουργιτιού στα ταπεινά της ρούγας,
—μαράζωσ’ από της στενής καλύβας το κατώφλι
με τ’ άνεργο ξαγνάντεμα στα ξεφτισμένα, στα ίδια.
Πάρτε μ’ εσείς. Μα κι από σας θέλω να πάω πιο πέρα,
στων πόλων το ξεπάγιασμα, στων τροπικών τη φλόγα,
στα κλίματα όλα ορέγομαι, ονειρεύομαι ταξίδια.
Πέλαα σπιλαδοχάραχτα κι εσείς, θαλασσοπλάτια,
Πέλαα σπιλαδοχάραχτα κι εσείς, θαλασσοπλάτια,
πάντα σαν απαράδοτα, πάντα παραδομένα
στον Κάραβο, του δολερού νερού τον αντρειωμένο
που ξέρει και σας αψηφά κι έρχεται και σας δέρνει,
όσο να ξαπολύσετε την Τρικυμιά, της μαύρης
της Λάμιας του γιαλού αδερφή που τρώει τα παλικάρια,
για να τον πνίξει μονομιάς, να τον απορουφήξει,
κολάζοντάς του το δαρμό και την αψηφισιά του.
Θαλασσοπλάτια πλανερά που απάνου σας ακόμα,
σαν του ψαριού το πλέξιμο, σαν τη βουτιά του γλάρου,
φλοισβίζοντα ή μουγκρίζοντα ή μουγγά, φοβερά πάντα,
κρατάτε και τα ερωτικά φιλιά που σας τα στέλνει
θαλασσοδρόμα και η ματιά τ’ ανθρώπου η ξαγναντεύτρα
μέσ’ απ’ της γης τα χώματα και μέσ’ απ’ τ’ ακρογιάλια·
μα καθώς είστε απόνετα, πνιμούς και τάφους όμοια
μοιράζετε αξεχώριστα, κι ανοίγετε των πάντων,
κι όποιου σάς δέρνει ατρόμαχτα κι όποιου φιλιά σάς στέλνει.
Πάρτε μ’ εσείς, είναι σ’ εσάς και η ζωή που μου πρέπει,κι ο χαλασμός…
Μα κι από σας θέλω να πάω πιο πέρα.Μούτσος, της μπόρας πιστικός,
κολέγας της μπουνάτσας,απάνου απ’ τα βαλτόνερα κι απάνου από τα χρόνια
ψάχτης των ατλαντόκοσμων, των ωκεανών περάτης,π
λανέματα ονειρεύομαι, λιμπίζομαι ταξίδια.
Μα βαθιά μέσα μου γρικώ φωνή περιγελάστρα,
Μα βαθιά μέσα μου γρικώ φωνή περιγελάστρα,
μέσ’ από σύρματα κλουβιού ξανδιάντροπη μια κίσσα:
—Στριμμένε, οκνέ, κιοτή, λογά, φτωχέ, χαμένε, ψεύτη!
—Στριμμένε, οκνέ, κιοτή, λογά, φτωχέ, χαμένε, ψεύτη!
Σωριαστής είσαι και, μπορεί, θησαυριστής. Του κάκου.
Δεν είσ’ εσύ ταξιδευτής, καθώς δεν είσαι χτίστης,κι ακόμα,
ακόμα πιο πολύ των αποσκεπασμένω
δεν είσ’ εσύ ο ξεσκεπαστής. Καθώς γελάς, γελιέσαι.
Παθητικό το σκούσμα σου και κούφιο τ’ όνειρό σου,
κι ο αργός ψαλμός του τριζονιού βούισμα στ’ αφτιά σου πάντα.
Τ’ άδεια του χαύνου σου ουρανού ποτέ δε θα γιομίσει
ταράζοντάς τα ο χρυσαϊτός προς τ’ άχανα δρομάρης!—
Φωνή ζηλιάρα, αστόχαστη, χοντροκομμένη, αρνήτρα!
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Μέσα σου, ακόμα πιο βαθιά, φωνή ν’ ακούσεις άλλη,
Φωνή ζηλιάρα, αστόχαστη, χοντροκομμένη, αρνήτρα!
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Μέσα σου, ακόμα πιο βαθιά, φωνή ν’ ακούσεις άλλη,
σαν ερημίτισσα ψυχή και σα χυτή από άρπα,
και πιο πολύ στη σιγαλιά σιμά παρά στον ήχο:
—Κι αν αταξίδευτος περνάς κι ασάλευτος κι α σβήνεις,
ό,τι στοχάζεσαι είσ’ εσύ, δεν είσ’ εσύ ό,τι δίνεις.
Κι απάνου στ’ αχνοσύγνεφο μπορεί κανείς να πλάσει
τ’ άγαλμα που σκαλίζει το στο μάρμαρ’ ο τεχνίτης.
Των αγαλμάτων η τιμή και η δόξα των πλασμάτω
δεν είναι στη μακρόχρονη στερεοθεμελιωμένη
ζωή μονάχα· δύνασαι κι απάντεχα να τά βρεις
τα τίμια και τ’ αθάνατα για νίκες και για δόξες
και για στυλώματα βωμών και για προσκυνητάρια,
στου ωραίου το γοργονείρεμα, στην αστραπή της χάρης.
Ό,τι στοχάζεσαι είσ’ εσύ, δεν είσ’ εσύ ό,τι κάνεις·
και τα βαθιά του στοχασμού, σαν τα πλατιά της πράξης.
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Ναι. Καβαλάρης δεν είμαι, δεν είμαι πεζολάτης,
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Ναι. Καβαλάρης δεν είμαι, δεν είμαι πεζολάτης,
ανήμπορα τα πόδια μου και το κορμί σωμένο,
καθιστικού γραμματικού πόδια, κορμί, σημάδια.
Μα εγώ πεινώ, εγώ διψώ. Να ταξιδέψω θέλω
ξαρμάτωτος, αφτέρωτος, αβοήθητος, μονάχος,
χωρίς κανένα τύλιμα, χωρίς κανένα ανέβα
παραμυθένιω μαγναδιών και θρυλικών Πηγάσων
με το λαχάνιασμα του ατμού, με του τροχού το βρόντο,
και με τ’ αχτιδοβόλημα του αιθέρα του πατέρα,
που είναι μαγνήτης, φωτιά, φως, φωνή, φτερό, ορμή, δρόμος,
πρωτεϊκά, ακατάπαυτα, σε χίλιες μύριες όψες
με το γοργό της αστραψιάς, με τ’ άυλο των πνεμάτων,
πάντα αλλαχτός ο ανάλλαχτος και μεταμορφισμένος.
Να τηνε πάω βουλήθηκα τη Διπλομοναξιά μας
να τηνε δώσω του Ντουνιά γυναίκα να την πάρει,
καθώς πηγαίνει ο βασιλιάς και παρατάει θυσία
για κάποιο μέγα λυτρωμό της Πολιτείας του, μόλοτ
ο σάρακα που τονε τρώει, το σπλάχνο του, την ώρια
μοναχοθυγατέρα του μπρος στη σπηλιά ενός Δράκου.
Πάρτε με, καπνοκάραβα, και σύρτε με, βαγόνια,
Πάρτε με, καπνοκάραβα, και σύρτε με, βαγόνια,
και φέρτε με, αυτοσάλευτα, ταξιδευτή, παντού, όπου.
Τραντάζουν γη και θάλασσες από το τράντασμά σας.
Γοργά είν’ ακουμπιστήρια σας, μακριά περάσματά σας
Λόντρες, Παρίσια, Αμέρικες, Γολκόντες, Βαβυλώνες,
λαοί, στεριές, χώρες, καθεμιά και μια Βαβέλ που υψώνει
προς κάποιο θεό τον όγκο της προκλητικά, με θράσος.
Και της πρωτομαστόρισσας αρχόντισσας του κόσμου
και της κυκλώπειας Μηχανής, της άχαρης, τη χάρη
πάω να τη βρω, να ψάξω την και να τη διαλαλήσω
.Δύναμη καθώς είχανε και αφέντες καθώς ήταν
στα ξωτικά της άβυσσος και στα δαιμονολόγια
κι ο γόης από τα Τύανα κι ο βιβλικός ο ρήγας,
κουβαλητής των θησαυρών του Οφίρ στην Ιδουμαίαν
,απάνου στα δεφτέρια τους τα μαγικά σκυμμένοι,
—όμοια στους πύργους τους ψηλούς,
των άστρων που είναι βίγλες,
και στα τρισμέγιστα σκολειά και στα βαθιά εργαστήρια
σκλαβώνονται και γδύνονται και λεν τα μυστικά τους,
κάτου απ’ τα μάτια του σοφού, με του σοφού τα χέρια,
μες στα χωνιά τα χημικά και μέσα στ’ αστρογυάλια
και τα στοιχειά και τ’ άρματα της Πλάσης, νικημένα.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Εξόν από τον Έρωτα κι εξόν από το Χάρο.
Μα εγώ θα πάρωτο φύσημά μου αφάνταστα,
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Εξόν από τον Έρωτα κι εξόν από το Χάρο.
Μα εγώ θα πάρωτο φύσημά μου αφάνταστα,
κατάμακρα, πιο πέρα,προς τον αιθέρα,
και η ταξιδεύτρα πιο θρασά και πιο ψηλά από σένα
στα γλαυκά ξένα.
Γιά ιδές το μεγαλόφτερο! — Κι ας είναι η ώρα τώρα
Γιά ιδές το μεγαλόφτερο! — Κι ας είναι η ώρα τώρα
ονειροφόρακι ας είν’ οι ανθοί ερωτόπουλα, νυφιάτικα κλινάρια
και τα χορτάρια —
Νά το όρνιο! Των αγέρηδων τα σπλάχνα αργοτρυπάει
Νά το όρνιο! Των αγέρηδων τα σπλάχνα αργοτρυπάει
πετάει, και πάει,με τα στοιχεία και τ’ αστρικά να πάρει άπαρτα κάστρα
μέσ’ από τ’ άστρα,και κράζει και βαρυβογκά και φτάνει ώς εδώ κάτουτ
ο μούγκρισμά του.
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Και κράζει και βαρυβογκά και φτάνει ώς εδώ κάτου
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Και κράζει και βαρυβογκά και φτάνει ώς εδώ κάτου
το μούγκρισμά του,σαν αρχαγγέλου σάλπισμα που σύναξη ασωμάτων
προστάζει αρμάτων·για κάποιο θάμα φύτρωμα νέου κόσμου, ή για μια πλάση
που θα χαλάσει;
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Για σένα ηρώισσα μια φωτιά μες στην καρδιά μου ανάβει,φτεροκαράβι!
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Και ιδανικών και θρίαμβων μπαλσαμωτής και θάφτης
ο αεροναύτης,
κι ό,τι ώς τα ψες καυκήματα κι ό,τι ώς τα τώρα νίκες,
—σε νεκροθήκες.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Και πας με γέρανους κι αϊτούς, με γύπες και λελέκια
στ’ αστροπελέκια,
Ο ΑΝΤΡΑΣ
σε στράτα πρωτοπάτητη, βελλερεφόντεια, νέα,
Ο ΑΝΤΡΑΣ
σε στράτα πρωτοπάτητη, βελλερεφόντεια, νέα,
ορμή Αχιλλέα!
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Α! στα φτερά σου πάρε με, στ’ όνειρο το μεγάλο
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Α! στα φτερά σου πάρε με, στ’ όνειρο το μεγάλο
χέρι να βάλω,το φως να ιδώ σαν πιο κοντά,
σαν απ’ το φως πιο απάνω,και να πεθάνω!
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Το φως που τάχα λαχταράς σαν πιο σιμά
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Το φως που τάχα λαχταράς σαν πιο σιμά
να τ’ αγναντέψεις,είν’ η ομορφιά σου·
το δικό σου είναι το φως.Ο νους σου, αραχνοδούλευτος,
γυναίκεια είναι σοφός,
μα είν’ η καρδιά σου η δύναμη τα πάντα που τολμά.
Την ίδια εσέ και στου άχανου το ψήλος θα γυρέψεις.
Ο αεροναύτης σου είναι
του πόθου σου άγγελος Γαβριήλ που θα σε κόψει, κρίνε!
Και ο Θάνατος —τον κάλεσες— είν’ αυτός που ταιριάζει
πάντα με την Αγάπη, και τον κράζει
στερνό διαφεντευτή και παραστάτη
της ηδονής το λίγωμα στο ερωτικό κρεβάτι.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Άνθρωπε, ο νους σου αλύγιστος κι αντρίκεια είναι χοντρός,
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Άνθρωπε, ο νους σου αλύγιστος κι αντρίκεια είναι χοντρός,
για να σειστεί, να λυγιστεί και να το περιλάβει
το που μεθά με πλάνεμα στο φτερωτό καράβι
Στο πλάνεμά μου εμπρόςστενοί είν’ ακόμη
κι όσοι απ’ τους πόθους σου στρωτοί στα πάντα, εδώ, εκεί, δρόμοι.
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Στο πείσμα του παθητικού ριμαδόρου, στο πείσμα
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Στο πείσμα του παθητικού ριμαδόρου, στο πείσμα
του θηλυκού ονειρόδαρτου φεγγαρολιγωμένου
και κάθε αλαφροΐσκιωτου και νεραϊδοπαρμένου,
στο πείσμα τ’ άθλιου τ’ άπραγου που εγώ ειμαι κι ο εαυτός μου,
θέλω από μέσα μου να φύγω, θέλω να τραβήξω
σ’ όποια και σ’ όσα έξω από μένα υπάρχουν κι είναι ο κόσμος.
Την αρχοντιά θέλω να πω, το κράτος και το έργο
της Ύλης που είναι δύναμη, της Δύναμης που είν’ ύλη!
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Το μέγα φτεροκάραβο το λογισμό μου ανάβει,
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Το μέγα φτεροκάραβο το λογισμό μου ανάβει,
σαν το καράβι το επικό, σαν το στοιχειό καράβι
που πάντα αρμένιζε, ποτέ δεν άραζε,
ώς την ώραπού ηταν της μοίρας του γραφτό,
της μοίρας του ταμένο
να βρει τη γλυκανάπαψη στους κόρφους του λιμιώνα,
μόλις η αγάπη θα ’δινε το πρόσταγμα, η αγάπη
,σε μιας γυναίκας την καρδιά, για τον καταραμένο,
για τον καραβοκύρη του, πού ηταν του ριζικού του
να τρέχει παραδέρνοντας και να μη στέκει, πάντα.
—Καραβοκύρη τ’ ουρανού, σ’ αγάπησ’, αεροναύτη,
—Καραβοκύρη τ’ ουρανού, σ’ αγάπησ’, αεροναύτη,
έτσι ερωτεύτηκε η λευκή τρισμακρινή παρθένα
του στοιχειωμένου καραβιού τον αποκηρυγμένο
κι από στεριές και θάλασσες κι απ’ τους ανθρώπους ναύτη,
καθώς μας τον παράδωκε, ριμένο στο κανάλι
της μουσικής του, ο κύριος των παναρμόνιων ήχων.…
Μα πώς φοβάμαι! Ο Θάνατος πώς με παραμονεύει!
Μ’ απιλογιέται ο Θάνατος, τον Έρωτα όταν κράζω.
Τάχα να πέθαν’ ο Έρωτας, και μόνος βασιλεύει
στην Οικουμένη ο Θάνατος; Ή μήπως ένα κάνουν
οι δυο αδερφοί, χαιράμενοι συντροφικά τα πάντα;
Τί Έρωτας, τί Θάνατος! Δεν έχεις να διαλέξεις!
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Μην τρέμεις, μη ρωτάς και μη σταυροκοπιέσαι· υπάρχει
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Μην τρέμεις, μη ρωτάς και μη σταυροκοπιέσαι· υπάρχει
απάνου από τον Έρωτα κι από το Θάνατο ένας,ένας
που μοιάζει σα Θεός και σαν των όλων κύρης.
Αρχή και τέλος, τίποτε· μα μήτε και σημάδι
και δικαιοσύνης και σπλαχνιάς και παναγαθοσύνης
κανένα που να κάνει τον πλάσμα, τον πλάστη, απ’ όσα
του ανθρώπου είναι γνωρίσματα φερτά στο απέραντο όλα.
Αυτός και του Έρωτα η πηγή, και του Θανάτου η φύτρα!
Νόμος ο Κύριος —Δόξα σοι!— και η Δέσποινα, Επιστήμη.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Ω θολωμένε από βιβλία που γράφονται του κάκου!
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
Ω θολωμένε από βιβλία που γράφονται του κάκου!
Κάθε φορά το σήμαντρο του εσπερινού ή του όρθρου
που προσκαλεί στην εκκλησιά και που το μονοπάτι
στρώνει προς της παράκλησης το μυστικό παλάτι,
κάθε φορά το σήμαντρο του εσπερινού ή του όρθρου
που σπρώχνει μια φτωχή ψυχή να κάμει το σταυρό της,
το κίνημα το αθέλητο κι απ’ την καρδιά βγαλμένο
πιο πολύ αξίζει, πιο σοφό το σταυροκόπημά της
κι απ’ όλους των πολύξερων τους νόμους και τους δρόμους.
απόσπασμα
- Διαβάστε περισσότερα εδώ http://www.greek-language.gr/
απόσπασμα
- Διαβάστε περισσότερα εδώ http://www.greek-language.gr/
Stearman Biplane by Stuart Swartz
Τίτος Πατρίκιος - Προσγειώσεις
Σε λίγο θα προσγειωνόμουν
κι ετοιμάστηκα για κάθε ενδεχόμενο
αφού τα περισσότερα ατυχήματα
γίνονται στις προσγειώσεις
άλλωστε η προσγείωση η δική μου
είχε ήδη αναγγελθεί
στο τελευταίο μου ποίημα
Είχα πια βαρεθεί να περιίπταμαι
να εποπτεύω από ψηλά τα όσα συμβαίνουν
ήθελα τώρα το χώμα με τα χέρια μου να πιάσω
ακόμα και πάνω του να συρθώ , να ψάξω
να το γνωρίσω για τα καλά από την αρχή.
Προσγειώθηκα χωρίς κανένα πρόβλημα
μα μόλις πάτησα στο έδαφος
άλλαξα γνώμη, άλλαξαν και τα σχέδια
χρειάστηκαν κάποια τρεχάματα
γι ανεφοδιασμό με τρόφιμα
για να γεμίσουν καύσιμα οι δεξαμενές
και πάλι απογειώθηκα.
Είπα μου φτάνει
όσο ζυμώθηκα ως τώρα με το χώμα
όσο κατάφερα από κοντά τον κόσμο να γνωρίσω
καλύτερα είναι να περιίπταμαι
να εποπτεύω από τους ουρανούς τα πάντα
σχολιαστικά, χωρίς και πολλές ευθύνες
Το αεροπλάνο πήρε μεγάλο ύψος
αλλά καθώς έβλεπα γι άλλη μια φορά
τους ανθρώπους να μικραίνουν και να χάνονται
τους τόπους να μισοσβήνουν
τελικά να εξαφανίζονται
τρόμαξα κάποια στιγμή που δεν είχα
τίποτα από τη γη ν΄αγγίξω
κανέναν να πούμε δύο κουβέντες
να τον δεχτώ, να με δεχτεί, να τον απαρνηθώ
να μ΄αποδιώξει εκείνος.
Ώσπου επιθύμησα ξανά
συνωστισμούς και ρήξεις και συναρμογές
σωμάτων, αισθημάτων, ιδεών
νοστάλγησα ακόμα και το χιλιοπατημένο χώμα.
Ελπίζω τα καύσιμα να κρατήσουν
ως το επόμενο αεροδρόμιο
κι η νέα προσγείωση να είναι ομαλή.
Hold On Tight by Cindy Thornton
Μίλτος Σαχτούρης - Το αεροπλάνο
Δεν αγαπώ το αεροπλάνο
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
η ωραία γυναίκα αγαπάει την πίσσα
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
Η γυναίκα στάθηκε στη Μεγάλη Πόρτα
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
το παιδί απ’ το Στενό Παράθυρο βγήκε
κι έμεινε μετέωρο στο Κενό
Τέλειωσε τέλειωσε το εκτόπλασμά μου
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
δε θα σας ταράζω πια με τα όνειρά μου
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
Ούτε όμως θα με ξεσκίζετε με τα σύρματά σας
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
δεν αγαπώ το αεροπλάνο
πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό
Πατρίδα μου είναι
ένας ουρανός χωρίς διαβατήριο,
χωρίς πύλη.
Μπαίνω απ’ τον αέρα
The Amazing Race 6 by Leah Saulnier
Γ. Χ. Ώντεν - Πένθιμο Μπλουζ
Κόψτε τα τηλέφωνα, πάψτε τα ρολόγια,
Το πιάνο κλείστε, πνίξτε τύμπανα και λόγια.
Δώστε ένα κόκαλο στο σκύλο να ησυχάσει.
Ο θρήνος άρχισε, το φέρετρο ας περάσει.
Τ’ αεροπλάνα από πάνω μας στενάζουν
«Πέθανε τώρα αυτός» στον ουρανό να γράψουν
Μαβιέ κορδέλες βάλτε στ’ άσπρα περιστέρια,
Οι τροχονόμοι μαύρα γάντια έχουν στα χέρια.
Ανατολή και δύση μου, βορρά και νότε,
Χαρά της Κυριακής, της εβδομάδας μόχθε.
Ήσουν φωνή, τραγούδι μου, μέρα, σκοτάδι,
Πίστευα αιώνια τη δική μας την αγάπη…
Τ’ αστέρια δεν τα λαχταρώ, πάρτε τα, σβήστε
Τον ήλιο ρίξτε τον και το φεγγάρι κρύψτε.
Αδειάστε τον ωκεανό, κάψτε τα δάση,
Τίποτα πια καλό, ποτέ, δε θα χαράξει.
(Μτφ. Ερρίκος Σοφράς)
https://apotis4stis5.com/
Encounter by Steven Heyen
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΙΟΥΡΤΣΑΚΗΣ - Στο αεροπλάνο
Το απόσπασμα προέρχεται από το αφήγημα του Γιάννη Κιουρτσάκη (γεν. 1941) με τίτλο Ένας χωρικός στη Νέα Υόρκη (2009), γραμμένο σε ημερολογιακή μορφή. Ο αφηγητής, αντικρίζοντας τον «Νέο Κόσμο» από τη σκοπιά του «χωρικού», στοχάζεται παράλληλα τον δικό του κόσμο, την Ελλάδα και την Ευρώπη, γενικά τη σύγχρονη εποχή. Το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι από την πρώτη ημερολογιακή καταγραφή (Σάββατο, 19 Μαρτίου 2005. Ξημέρωμα). Η εμπειρία του αεροπλάνου οδηγεί τον αφηγητή σε υπαρξιακές σκέψεις για τα όρια του κόσμου και τις σημαντικές αλλαγές στη νοοτροπία του σύγχρονου τουρίστα σε σχέση με την εμπειρία της «ανακάλυψης» του παλιού ταξιδευτή.
Όσο κι αν πενθούμε (και δίκαια πενθούμε) για τη χαμένη εμπειρία του ταξιδευτή (πώς να γευτεί ο σημερινός τουρίστας τη συγκλονιστική αλλαγή του τόπου, καθώς μετακινείται ακατάπαυστα από το ένα αεροδρόμιο στο άλλο – αυτή τη γενικευμένη α-τοπία;), μένει ο σκληρός πυρήνας του ταξιδιού. Γιατί η πτήση με το αεροπλάνο είναι ταξίδι, ταξίδι δίχως άλλο απογυμνωμένο από κάθε εξωτισμό κι όμως (ή, ίσως, ακριβώς γι’ αυτό) ταξίδι ριζικό· ταξίδι μεταφυσικό. Τούτο το ιπτάμενο, μεταλλικό κουτί που σε σηκώνει απ’ το χώμα και σε ανεβάζει –στην κυριολεξία– στα ουράνια, κουβαλώντας σε ολοταχώς στα πέρατα της υδρογείου, σε αποσπά για λίγες ώρες από την επίγεια ζωή και σε οδηγεί δεν ξέρεις πού (τουλάχιστον εσένα, τον μη εξοικειωμένο επιβάτη που διασώζει κάτι από την παιδική ματιά του – είδος όλο σπανιότερο στα χρόνια όπου όλο και πιο πολλοί άνθρωποι μετακινούνται προς κάθε κατεύθυνση με το αεροπλάνο, όπως άλλοι με το μετρό ή το λεωφορείο): στον άγνωστο τόπο ή, ίσως, στον θάνατο (πώς να μη νιώσεις, έστω φευγαλέα, ότι εδώ πάνω, στον αιθέρα, συνορεύεις με τον θάνατο πολύ εγγύτερα απ’ όσο όταν πατάς στο χώμα κάποιου τόπου, όπως το νιώθουνε, θαρρώ, πολλοί συνεπιβάτες, κι ας μη θέλουν να το ομολογήσουν στον εαυτό τους;). Και ιδού: ο κόσμος που τόσο τον μικρύναμε με τις εφευρέσεις μας, μεγαλώνει ξανά ως τα ακραία όρια της ύπαρξης – εκεί που αρχίζει η ανυπαρξία.
Το άγνωστο… Ξαναζώ το πρώτο υπερπόντιο ταξίδι μου, το 1997, στον Καναδά· τη συγκίνησή μου (θρεμμένη γενναία από τη φαντασία), όταν από το φινιστρίνι του αεροπλάνου (που είχε ξεκινήσει και πάλι μεσημέρι από την Αθήνα για να προσγειωθεί νωρίς το απομεσήμερο στο Μόντρεαλ, σαν να πετούσε όλες αυτές τις ώρες προς κάποια χώρα όπου δεν νυχτώνει) αντίκρισα ένα μικρό κομμάτι θάλασσας που ήξερα πως ήταν ο μεγάλος ωκεανός. Σαν να ξανάκανα κι εγώ, με τον τρόπο του καιρού μου, ύστερα από πεντακόσια χρόνια, το ταξίδι του Κολόμβου και των συνεχιστών του. Πάσχιζα να αισθανθώ τον συγκλονισμό εκείνων των ανθρώπων όταν τα μάτια τους συνάντησαν μες στη μονότονη ερημιά του ωκεανού τα πρώτα σημάδια της ζωής· τα πρώτα πουλιά, τα πρώτα φύλλα και κλαδιά στα κύματα του πόντου· κι έπειτα, έξαφνα, τη γη…
Κι έπειτα εσύ, ο επιβάτης του αεροπλάνου, πατάς έξαφνα την ξένη γη· και οφείλεις να αφομοιώσεις μονομιάς όλη της την «ξενότητα» – αν σου αφήνουν ένα φρέσκο βλέμμα να τη δεις τα αεροδρόμια, οι αυτοκινητόδρομοι, τα «Χίλτον» και τα σουπερμάρκετ· αν έχεις κρατήσει το χάρισμα να μαντεύεις πίσω από την ομοιομορφία, τις αδιόρατες αλλά αποκαλυπτικές διαφορές.
Ναι, το αεροπορικό ταξίδι στην άκρη του κόσμου είναι και ταξίδι προς τα μέσα. Χωρίς άλλο γιατί σε σπρώχνει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να κοιτάξεις πιο καλά τον εαυτό σου: να θυμηθείς τη θνητότητά του· να καταλάβεις την ανημπόρια και την άγνοιά του· μα και να αναρωτηθείς πόσο είναι ακόμα ικανός να αφυπνιστεί, να ξαφνιαστεί, να απορήσει, να θαυμάσει· να διαισθανθεί, κάτω από την ισοπέδωση, την αιχμηρή παρουσία του άλλου – ακόμα και μέσα στο απέραντο ξενοδοχείο που έγινε ο κόσμος μας.*
Να, συλλογιέμαι, πως η πρόωρα γερασμένη υπερμοντέρνα ανθρωπότης θα μπορούσε να ξαναγεννήσει τη σπίθα της περιπέτειας –μιας κρίσιμης εσωτερικής περιπέτειας: δοκιμάζοντας τις αντοχές και τις αντιστάσεις του καθενός από εμάς ενάντια στην ασφυκτική πίεση που ασκείται πάνω του καθημερινά να καταργήσει τη μοναδική προσωπική ματιά του – ό,τι πιο ανθρώπινο διασώζει μέσα του.
Γιάννης Κιουρτσάκης, Ένας χωρικός στη Νέα Υόρκη, Ίνδικτος, Αθήνα 2009
*αναφορά στους στίχους από την Κίχλη του Γιώργου Σεφέρη: τώρα που έγινε ο κόσμος ενα απέραντο ξενοδοχείο.
ΑΝΤΟΥΑΝ ΝΤΕ ΣΕΝΤ-ΕΞΥΠΕΡΥ - Νυκτερινή πτήση
Ο συγγραφέας Αντουάν ντε Σεντ-Εξυπερύ (Antoine de Saint-Exupéry, 1900-1944), γνωστός κυρίως από το έργο του Ο μικρός πρίγκιπας (1943), βραβεύτηκε με το λογοτεχνικό βραβείο Femina για τη Νυκτερινή πτήση (1931), η οποία μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο το 1933. Στο απόσπασμα παρακολουθούμε την εξαφάνιση ενός ταχυδρομικού διθέσιου αεροπλάνου εξαιτίας μιας καταιγίδας. Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι και ο συγγραφέας είχε υπηρετήσει ως πιλότος ταχυδρομικών δρομολογίων, όπως ο ήρωάς του, και ότι είχε το ίδιο τέλος μ’ αυτόν: δεν γύρισε ποτέ από την τελευταία του αποστολή ως αεροπόρος, αλλά χάθηκε στους αιθέρες.
Αυτό το διπλωμένο στα τέσσερα χαρτάκι ίσως τον έσωζε: Ο Φαμπιέν το ξεδίπλωσε με σφιγμένα δόντια. «Αδύνατο να επικοινωνήσω με το Μπουένος Άιρες. Δεν μπορώ ούτε τον ασύρματο να χειριστώ, μού ’ρχονται σπινθήρες στα δάχτυλα».
Ο Φαμπιέν, θυμωμένος, θέλησε ν’ απαντήσει, μα όταν τα χέρια του άφησαν το τιμόνι για να γράψει, κάτι σαν δυνατή δίνη του διαπέρασε το κορμί: οι ανεμοστρόβιλοι τον σήκωσαν, μέσα στους πέντε τόνους του μετάλλου του, και τον ταρακούνησαν. Εγκατέλειψε αυτή του την προσπάθεια.
Τα χέρια του ξανάκλεισαν πάνω σ’ αυτή τη δίνη και την ελάττωσαν.
Ο Φαμπιέν ανέπνευσε βαθιά. Αν ο ασυρματιστής ξανακατέβαζε την αντένα απ’ το φόβο της καταιγίδας, θα του έσπαγε τα μούτρα μόλις έφταναν. Έπρεπε, με κάθε θυσία, να επικοινωνήσουν με το Μπουένος Άιρες, σαν να μπορούσαν από χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα απόσταση, να τους ρίξουν ένα σχοινί μέσα σ’ αυτή την άβυσσο. Αφού δεν υπήρχε ούτ’ ένα τρεμουλιαστό φως, ούτε μια λάμπα πανδοχείου, άχρηστη σχεδόν, μα που θα τους έδειχνε τη γη σαν φάρος, του χρειαζόταν τουλάχιστον μια φωνή, μια μόνο, που θά ’ρχόταν από έναν κόσμο που χάθηκε κιόλας. Ο πιλότος σήκωσε και κούνησε τη γροθιά του στο κόκκινο φως του, για να καταλάβει ο άλλος, πίσω, αυτή την τραγική αλήθεια –μα ο άλλος, σκυμμένος πάνω σ’ εκείνο το ερημωμένο διάστημα, στις θαμμένες πόλεις, στα νεκρά φώτα,– δεν την κατάλαβε.
Ο Φαμπιέν θ’ ακολουθούσε κάθε συμβουλή, φτάνει να του τη μετέδιδαν. Σκεφτόταν: «Αν μου πουν να κάνω κύκλους θα κάνω· κι αν μου πουν να τραβήξω κατευθείαν προς το νότο…». Κάπου θα υπήρχαν ήρεμες περιοχές, γλυκές κάτω απ’ τις μεγάλες σκιές του φεγγαριού… Αυτοί οι συνάδελφοι εκεί κάτω, τις ήξεραν, μορφωμένοι καθώς ήταν σαν επιστήμονες, σκυμμένοι στους χάρτες τους, παντοδύναμοι, προφυλαγμένοι από λάμπες όμορφες σα λουλούδια. Τι ήξερε αυτός, εκτός απ’ τους ανεμοστρόβιλους και τη νύχτα, που έριχνε πάνω του, με την ταχύτητα μιας κατάρρευσης, το μαύρο χείμαρρό της; Δεν ήταν δυνατόν να εγκαταλείψουν δυο ανθρώπους μέσα σ’ αυτούς τους σίφουνες και σ’ αυτές τις φλόγες, μέσ’ τα σύννεφα. Δεν μπορούσαν. Θα διέταζαν τον Φαμπιέν: «Πορεία στις διακόσιες σαράντα μοίρες…». Θα έβαζε πρώρα για τις διακόσιες σαράντα. Μα ήταν μόνος.
Flight Path- Abstract Painting by Linda Woods |
Του φάνηκε πως ακόμα κι η ύλη ξεσηκωνόταν, επαναστατούσε. Ο κινητήρας, σε κάθε βουτιά, τρανταζόταν τόσο δυνατά, που ολόκληρο τ’ αεροπλάνο έτρεμε σα θυμωμένο. Ο Φαμπιέν χρησιμοποιούσε τις δυνάμεις του για να καθυποτάξει τ’ αεροπλάνο, σκυμμένος πάνω στα όργανα, φάτσα στη γυροσκοπική πυξίδα, γιατί έξω δε ξεχώριζε πια τον ουρανό από τη γη, χαμένος καθώς ήταν μέσα σ’ ένα σκοτάδι, όπου όλα μπερδεύονταν, ίδιο με το σκοτάδι που βασίλευε πριν τη δημιουργία των κόσμων… Ήδη οι δείχτες του υψόμετρου ταλαντεύονταν όλο και πιο γρήγορα κι ήταν δύσκολο να τους παρακολουθήσει. Ο πιλότος, που αγωνιζόταν σκληρά, ξεγελιόταν, έχανε το ύψος του, και τυλιγόταν λίγο-λίγο σ’ αυτό το σκοτάδι. Διάβασε το ύψος του: «Πεντακόσια μέτρα». Ήταν το επίπεδο των λόφων. Ένιωθε να κυλούν προς αυτόν τα ιλιγγιώδη κύματά τους. Καταλάβαινε ακόμα πως όλοι οι γήινοι όγκοι, που κι ο παραμικρότερος θ’ αρκούσε για να τον συντρίψει, λες κι είχαν ξεριζωθεί απ’ τις βάσεις τους, σα ξεβιδωμένοι κι άρχισαν να στριφογυρίζουν, μεθυσμένοι γύρω του. Κι άρχιζαν γύρω του κάποιο χορό, που τον έσφιγγε όλο και πιο πολύ.
Πήρε την απόφασή του. Μπροστά στον κίνδυνο να συντριβεί, θα προσγειωνόταν οπουδήποτε. Και για ν’ αποφύγει τουλάχιστον τους λόφους, έριξε την μοναδική φωτοβολίδα του. Η φωτοβολίδα άναψε, στριφογύρισε, φώτισε κάτι σαν πεδιάδα, κι έσβησε: Ήταν η θάλασσα. Σκέφτηκε αστραπιαία: «Χαθήκαμε. Με σαράντα μοίρες διόρθωση πορείας και παρ’ όλα αυτά, απομακρύνθηκα από την ξηρά. Είναι κυκλώνας. Πού είναι η ξηρά;». Έστριψε τελείως δυτικά. Σκέφτηκε: «Χωρίς φωτοβολίδα τώρα, θα σκοτωθώ». Θα γινόταν αυτό, κάποια μέρα. Κι ο σύντροφός του, εκεί πίσω… «Θα ξανασήκωνε την κεραία δίχως άλλο». Μα ο πιλότος δεν του κρατούσε πια κακία. Αν άνοιγε μονάχα τα χέρια του, η ζωή τους θα χανόταν αμέσως, σα σκόνη. Κρατούσε στα χέρια του την καρδιά του συντρόφου του και τη δική του. Και ξαφνικά τα χέρια του τον τρόμαξαν.
Μέσα σ’ αυτούς τους ανεμοστρόβιλους, για να ελαττώσει τα τραντάγματα του πηδαλίου, που αλλιώς θα πριόνιζαν τα καλώδια, γαντζώθηκε πάνω του, μ’ όλες του τις δυνάμεις. Κι έμεινε γαντζωμένος εκεί. Και να που δεν ένιωθε πια τα χέρια του, μουδιασμένα απ’ την προσπάθεια. Θέλησε να κουνήσει τα δάχτυλά του, για να του δώσουν κάποιο μήνυμα: δεν κατάλαβε αν τον υπάκουαν. Τα χέρια του τελείωναν σε κάτι ξένο: σε μαλακές, ανεπαίσθητες μεμβράνες. Σκέφτηκε: «Πρέπει να φανταστώ, έντονα, πως σφίγγω…». Δεν ήξερε αν η σκέψη του θα επηρέαζε τα χέρια του. Και καθώς ένιωθε τα τραντάγματα του πηδαλίου απ’ τους πόνους μονάχα των ώμων του σκέφτηκε: «Θα μου ξεφύγει… Τα χέρια μου θ’ ανοίξουν…». Τρόμαξε όμως που επέτρεψε στον εαυτό του να σκεφτεί κάτι τέτοιο, γιατί νόμισε πως ένιωσε τα χέρια του, να υπακούουν, αυτή τη φορά, στη σκοτεινή δύναμη της φαντασίας, και ν’ ανοίγουν σιγά-σιγά, μέσ’ το σκοτάδι, για να τον προδώσουν.
Θα μπορούσε να παλέψει ακόμα, να δοκιμάσει την τύχη του: δεν υπάρχει εξωτερικό πεπρωμένο. Υπάρχει όμως ένα πεπρωμένο εσωτερικό: έρχεται μια στιγμή που ανακαλύπτεις τον εαυτό σου τρωτό· τότε τα λάθη σε τραβούν σαν ίλιγγος.
Κι ήταν εκείνη τη στιγμή που, πάνω απ’ το κεφάλι του, σε μια σχισμή που άφησε η θύελλα, έλαμψαν μερικά άστρα, σαν θανάσιμο δόλωμα στο βάθος ενός διχτιού.
Έκρινε σωστά πως τούτο ήταν παγίδα: βλέπεις τρία άστρα σε μια τρύπα, ανεβαίνεις προς αυτά, κι ύστερα δε μπορείς πια να κατεβείς και μένεις εκεί, βουλιάζοντας μέσα σ’ αυτά… Μα διψούσε τόσο για φως, που ανέβηκε.
Ανέβηκε, αποφεύγοντας καλύτερα τους ανεμοστρόβιλους, χάρη στα σημάδια που τού ’διναν τα άστρα. Ο χλομός μαγνήτης τους τον τραβούσε. Είχε κουραστεί τόσο πολύ, αναζητώντας κάποιο φως, που δε θ’ άφηνε ούτε και το πιο αόριστο. Με τη βοήθεια ενός αμυδρού φωτός πανδοχείου, θα στριφογύριζε ως το θάνατο γύρω απ’ αυτό το σημάδι για το οποίο τόσο διψούσε. Και να που ανέβαινε προς φωτεινά πεδία.
Ανυψωνόταν λίγο-λίγο, με ζιγκ-ζαγκ, μέσ’ το πηγάδι που είχε ανοίξει και ξανάκλεινε πάνω απ’ αυτόν. Κι όσο ανέβαινε, τα σύννεφα έχαναν τη σκοτεινή τους λάσπη και περνούσαν, κόντρα του, σαν κύματα όλο πιο κάτασπρα και καθαρά. Ο Φαμπιέν αναδύθηκε. Η έκπληξή του ήταν απέραντη: η διαύγεια ήταν τόση, που τον θάμπωνε. Χρειάστηκε να κλείσει τα μάτια του για μερικές στιγμές. Δε θα μπορούσε να πιστέψει ποτέ πως τα σύννεφα, τη νύχτα, μπορούν να σε θαμπώσουν. Μα η πανσέληνος κι όλοι οι αστερισμοί τα είχαν μετατρέψει σε φωτεινά κύματα.
Το αεροπλάνο είχε βρεθεί, απ’ την ίδια τη στιγμή που αναδύθηκε, σε μια ηρεμία που φαινόταν εξωπραγματική. Ούτε μια δίνη δεν το έγερνε. Σα βάρκα που περνάει τον κυματοθραύστη, έμπαινε σε προφυλαγμένα νερά. Είχε μπει σ’ ένα άγνωστο κομμάτι τ’ ουρανού, απόκρυφο σαν κολπίσκο ευτυχισμένων νησιών. Η θύελλα από κάτω του, σχημάτιζε έναν άλλο κόσμο πάχους τριών χιλιομέτρων, γεμάτο ριπές, σίφουνες κι αστραπές, μα που έστρεφε προς τ’ άστρα ένα πρόσωπο από κρύσταλλο και χιόνι.
Ο Φαμπιέν συλλογίστηκε πως θά ’χε μπει σ’ ένα παράξενο σέλας,* γιατί όλα γίνονταν φωτεινά, τα χέρια του, τα ρούχα του, τα φτερά του αεροπλάνου. Γιατί το φως δεν κατέβαινε απ’ τ’ άστρα, μα έβγαινε από κάτω του, τριγύρω του, απ’ αυτά τα λευκά αποθέματα.
Αυτά τα σύννεφα, κάτω του, αντανακλούσαν όλη την ασπράδα που δέχονταν απ’ το φεγγάρι. Το ίδιο κι αυτά, που ήταν δεξιά κι αριστερά, κι ορθώνονταν ψηλά σαν πύργοι. Κυκλοφορούσε ένα γαλατένιο φως που έλουζε το πλήρωμα. Ο Φαμπιέν στρέφοντας το κεφάλι του, είδε πως ο ασυρματιστής χαμογελούσε.
– Πάμε καλύτερα! Φώναξε.
Μα η φωνή χανόταν μέσα στο θόρυβο του κινητήρα, μόνο τα χαμόγελα επικοινωνούσαν. «Έχω αποτρελαθεί πια», σκεφτόταν ο Φαμπιέν, «αφού χαμογελώ: είμαστε χαμένοι».
Ωστόσο, χίλια αδιόρατα χέρια τον είχαν ξεσφίξει. Είχαν λύσει τα δεσμά του, σαν τα δεσμά ενός αιχμάλωτου, που τον αφήνουν να περπατήσει για λίγο μόνος του, μέσ’ τα λουλούδια.
«Πολύ ωραίο», συλλογιζόταν ο Φαμπιέν. Πλανιόταν ανάμεσα σ’ αστέρια, συσσωρευμένα με την πυκνότητα θησαυρού, σ’ έναν κόσμο που τίποτ’ άλλο, μα απολύτως τίποτ’ άλλο δε ζούσε, εκτός απ’ αυτόν, τον Φαμπιέν και τον σύντροφό του. Σαν κι εκείνους τους κλέφτες των παραμυθένιων πόλεων που κλείστηκαν στο δωμάτιο με τους θησαυρούς, κι απ’ το οποίο δε θα μπορέσουν πια να βγουν. Περιπλανιόνταν ανάμεσα σ’ αυτά τα παγωμένα πετράδια, αφάνταστα πλούσιοι, μα καταδικασμένοι.
Αντουάν ντε Σεντ-Εξυπερύ, Νυκτερινή πτήση, μτφρ. Δημήτρης Ζορμπαλάς, Ψυχογιός, Αθήνα 1984
http://archeia.moec.gov.cy/
Μ' αεροπλάνα και βαπόρια - Σωτηρία Μπέλλου
Στιχουργός - Συνθέτης Δ. Σαββόπουλος
Μ' αεροπλάνα και βαπόρια
και με τους φίλους τους παλιούς
τριγυρνάμε στα σκοτάδια
κι όμως εσύ δε μας ακούς
Δε μας ακούς που τραγουδάμε
με φωνές ηλεκτρικές
μες στις υπόγειες στοές
ώσπου οι τροχιές μας συναντάνε
τις βασικές σου τις αρχές
Ο πατέρας μου ο Μπάτης (Απρόσιτη μητέρα μορφή από χώμα και ουρανό)
ήρθε απ' τη Σμύρνη το '22 ( θα χαθώ απ'τα μάτια σου τα δυο)
κι έζησε πενήντα χρόνια (μες στον κόσμο)
σ' ένα κατώι μυστικό (σαν πρόσφυγας σ'ένα κατώι μυστικό)
Σ' αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε (αν αγαπούνε)
τρώνε βρώμικο ψωμί (τρώνε βρώμικο ψωμί, του λόγου σου οι πιστοί)
κι οι πόθοι τούς ακολουθούνε (κι οι πόθοι τούς ακολουθούνε υπόγεια διαδρομή)
υπόγεια διαδρομή
Χθες το βράδυ είδα ένα φίλο
σαν ξωτικό να τριγυρνά
πάνω στη μοτοσικλέτα
και πίσω τρέχανε σκυλιά
Σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα
βάλε στα ρούχα σου φωτιά (σαν τον Μάρκο)
βάλε στα όργανα φωτιά ( βάλε στα όργανα φωτιά)
να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα (να κλείσει η λαβωματιά μα τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα)
η τρομερή μας η λαλιά (η τρομερή μας η λαλιά)
http://www.stixoi.info/
Κώστας Χατζής - Απ΄ το αεροπλάνο
King Kong Plane Swatter by Martin Davey
ΤΑΙΝΙΑ : O Ιπτάμενος Κροίσος -The Aviator
O Ιπτάμενος Κροίσος (αγγλικά The Aviator ) είναι βραβευμένη με Όσκαρ ταινία του 2004, σε σκηνοθεσία Μάρτιν Σκορσέζε. Η ταινία είναι ένα βιογραφικό δράμα που βασίζεται στο βιβλίο Hughes του Ρίτσαρντ Χακ και αναφέρεται στην ζωή του εκκεντρικού Χάουαρντ Χιουζ από τη δεκαετία του 1920 μέχρι τη δεκαετία του 1940, μια περίοδο κατά την οποία ο Χάουαρντ Χιούζ σκηνοθετούσε και παρήγαγε ταινίες στο Χόλιγουντ και έκανε δοκιμές στο νέο του αεροσκάφος αλλά παράλληλα διατηρούσε μυστικό την ψυχική του ασθένεια.
Τον Χάουαρντ Χιούζ υποδύεται ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο και για την ερμηνεία του αυτή απέσπασε Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Α' Αντρικής Ερμηνείας σε Δραματική Ταινία και διεκδίκησε το βραβείο Όσκαρ Ά Αντρικής Ερμηνείας. Στην ταινία επίσης πρωταγωνιστεί η Κέιτ Μπλάνσετ και υποδύεται την ηθοποιό της κλασσικής εποχής του Χόλλυγουντ Κάθριν Χέπμπορν. Η Κέιτ Μπλάνσετ απέσπασε το Όσκαρ Β' Γυναικείας Ερμηνείας για την ερμηνεία της αυτή. Άλλοι πρωταγωνιστές της ταινίας είναι η Κέιτ Μπεκινσέιλ, ο Άλαν Άλντα που διεκδίκησε και Όσκαρ Β' Αντρικής Ερμηνείας, ο Τζον Σ. Ρέιλι και ο Άλεκ Μπάλντουιν.
Η ταινία ήταν υποψήφια για 11 βραβεία Όσκαρ και τελικά απέσπασε 5 (Β' Γυναικείας Ερμηνείας - Κέιτ Μπλάνσετ, Σκηνικών, Κοστουμιών, Φωτογραφίας και Μοντάζ). Επιπλέον διεκδίκησε 6 Χρυσές Σφαίρες και 14 Βραβεία BAFTA και απέσπασε 3 (Καλύτερης Ταινίας - Δράμα, Καλύτερης Α' Αντρικής Ερμηνείας σε Δραματική Ταινία Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Καλύτερης Πρωτότυπης Μουσικής) και 4 (Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερου Μακιγιάζ, Καλύτερων Σκηνικών, Καλύτερης Β' Γυναικείας Ερμηνείας - Κέιτ Μπλάνσετ) αντίστοιχα.
Συνολικά, έκανε παγκόσμιες εισπράξεις 213,741,459 δολάρια.
Classical Planes 1 by Autogiro
ΜΟΥΣΙΚΗ
Μ' αεροπλάνα και βαπόρια - Σωτηρία Μπέλλου
Στιχουργός - Συνθέτης Δ. Σαββόπουλος
και με τους φίλους τους παλιούς
τριγυρνάμε στα σκοτάδια
κι όμως εσύ δε μας ακούς
Δε μας ακούς που τραγουδάμε
με φωνές ηλεκτρικές
μες στις υπόγειες στοές
ώσπου οι τροχιές μας συναντάνε
τις βασικές σου τις αρχές
Ο πατέρας μου ο Μπάτης (Απρόσιτη μητέρα μορφή από χώμα και ουρανό)
ήρθε απ' τη Σμύρνη το '22 ( θα χαθώ απ'τα μάτια σου τα δυο)
κι έζησε πενήντα χρόνια (μες στον κόσμο)
σ' ένα κατώι μυστικό (σαν πρόσφυγας σ'ένα κατώι μυστικό)
Σ' αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε (αν αγαπούνε)
τρώνε βρώμικο ψωμί (τρώνε βρώμικο ψωμί, του λόγου σου οι πιστοί)
κι οι πόθοι τούς ακολουθούνε (κι οι πόθοι τούς ακολουθούνε υπόγεια διαδρομή)
υπόγεια διαδρομή
Χθες το βράδυ είδα ένα φίλο
σαν ξωτικό να τριγυρνά
πάνω στη μοτοσικλέτα
και πίσω τρέχανε σκυλιά
Σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα
βάλε στα ρούχα σου φωτιά (σαν τον Μάρκο)
βάλε στα όργανα φωτιά ( βάλε στα όργανα φωτιά)
να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα (να κλείσει η λαβωματιά μα τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα)
η τρομερή μας η λαλιά (η τρομερή μας η λαλιά)
http://www.stixoi.info/
Classical Planes 2 Autogiro Illustration
Κώστας Χατζής - Απ΄ το αεροπλάνο
Στίχοι: Σώτια Τσώτου
Μουσική: Κώστας Χατζής
Πολύ με πίκρανες ζωή
μακριά θα φύγω ένα πρωί
θ' ανέβω σ' ένα αεροπλάνο
να δω τον κόσμο από κει πάνω
Όταν κοιτάς από ψηλά
μοιάζει η γη με ζωγραφιά
και συ την πήρες σοβαρά
και συ την πήρες σοβαρά
Μοιάζουν τα σπίτια με σπιρτόκουτα
μοιάζουν μυρμήγκια οι ανθρώποι
το μεγαλύτερο ανάκτορο
μοιάζει μ' ένα μικρούλι τόπι
Κι όλοι αυτοί που σε πικράνανε
από ψηλά αν τους κοιτάξεις
θα σου φανούν τόσο ασήμαντοι
που στη στιγμή θα τούς ξεχάσεις
Αγαπημένη μου, μην κλαις
πάμε μαζί ψηλά, αν θες
να δεις τη γη απ' τη σελήνη
ένα φεγγάρι είναι και κείνη
Όταν κοιτάς απο ψηλά
μοιάζει ο κόσμος ζωγραφιά
και συ τον πήρες σοβαρά
και συ τον πήρες σοβαρά
Μοιάζουν οι πύργοι με κουκλόσπιτα
και τα κανόνια με παιχνίδια
από ψηλά δεν ξεχωρίζουνε
οι ομορφιές και τα στολίδια
Κι ό,τι σε πλήγωσε ή σε θάμπωσε
από ψηλά αν το κοιτάξεις
θα σου φανεί τόσο ασήμαντο
που στη στιγμή θα το ξεχάσεις
Αεροπλάνα Βασίλης Καζούλης
Στίχοι:& Μουσική: Βασίλης Καζούλης
Πήρα το χαρτί ντύθηκα στα μπλε
πέρασα την πύλη
σε τόπο μακρινό με τον άνεμο
φίλο κι αδερφό
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Ωρες στη σκοπιά τσιγάρο στα κλεφτά σκουπίδια μαγειρεία
μα κάτω απ' την πλαγιά ο δρόμος φωτεινός μου δείχνει την πορεία
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Το παιχνίδι αυτό θέατρο σωστό
και γνωστοί οι ρόλοι
βγάζω τη στολή και το κράνος μου
φεύγω για την πόλη
Χαρούλα Αλεξίου- Αερόπλανο θα πάρω
Στίχοι - Μουσική : Πάνος Τούντας
-Εγώ φεύγω και σ' αφήνω μια για πάντα βρε αλανάρη
στην Αμερική θα πάω κάποιον για να βρω
και μαζί του πια θα μείνω που με θέλει να με πάρει
με δολλάρια θα μεθάω κι όλο θα γλεντώ
-Πάψε τα παλιογινάτια πεισματάρα μου
να χαρείς τα δυο σου μάτια παιχνιδιάρα μου
ξέρεις τι καπνό φουμάρω και για σένα πως μπορώ
αερόπλανο να πάρω να 'ρθω πάλι να σε βρω
-Και μ' αεροπλάνο να 'ρθεις κι όσο γρήγορα να φτάσεις
στο 'πα και στο ξαναλέγω πως δε σ' αγαπώ
μόρτη μου κακό θα πάθεις κι απ' τη ζήλια σου θα σκάσεις
στην Αμερική θα πάω για να παντρευτώ
-Βρε μη μου πατάς τον κάλο πεισματάρα μου
θα τα μπλέξεις δίχως άλλο παιχνιδιάρα μου
και μη μου γλιστράς σαν χέλι αφού ξέρεις πως μπορώ
με την κάμα μου στο χέρι να 'ρθω πάλι να σε βρω
Δε φοβούμαι βρε μαγκίτη και θα φύγω απ' την Αθήνα
στην Αμερική θα πάω πώς να σου το ειπώ
μέσα στον ουρανοξύστη θα περνάω όλο φίνα
με ουίσκι θα μεθάω κι όλο θα γλεντώ
-Μάθε πως απ' την Αθήνα πεισματάρα μου
δεν μπορείς να κάνεις βήμα παιχνιδιάρα μου
και πως δεν ψηφώ τον Χάρο κι αν μου φύγεις πως μπορώ
αερόπλανο να πάρω να 'ρθω πάλι να σε βρω
Η πτώση του Ίκαρου.Bril, Paul (1554-1626)
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΙΚΑΡΟΥ
Η ιστορία της κατάκτησης του αέρα αρχίζει από τους αρχαιότατους χρόνους και βαδίζει παράλληλα με την πρόοδο του πολιτισμού. Ο άνθρωπος επεδίωξε να απαλλαγεί από τα δεσμά της φύσης και να κατακτήσει τον αέρα. Έχοντας σαν παράδειγμα τα πτηνά, που με τις πτέρυγές τους διασχίζουν τους αιθέρες, και έχοντας σαν όπλα του το νου και τη φιλοδοξία, πέτυχε να αναπληρώσει με τεχνικά μέσα όσα όργανα και ιδιότητες στερήθηκε από τη φύση και να πραγματοποιήσει σε μέγιστο βαθμό τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του.
Πρωτοπόροι σε αυτή την ανθρώπινη κατάκτηση αναδείχτηκαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Τους Έλληνες πάντοτε προσέλκυε το δύσκολο και επικίνδυνο και όταν δεν κατόρθωναν να το πλησιάσουν και να το πραγματοποιήσουν, το πετύχαιναν με τη φαντασία τους στους μύθους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στην αρχαιότητα αφθονούν οι πτήσεις στους αιθέρες θεών και ηρώων. Ο Ερμής και η Ίριδα συχνά πετούσαν ενώ ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος μπορούν να θεωρηθούν οι πρώτοι μυθικοί αεροπόροι, που πέταξαν με ανθρώπινα και όχι με υπερφυσικά και θεία μέσα.
Κατά τη μυθολογία περίπου το 1400 π.Χ. ο βασιλιάς της Κρήτης Μίνωας θέλησε να κατασκευάσει ένα παλάτι τέτοιο που να μην υπάρχει άλλο παρόμοιο. Κάλεσε για αυτό το σκοπό από την Αθήνα τον ξακουστό τεχνίτη Δαίδαλο. Έτσι χτίστηκε το τεράστιο παλάτι στην Κνωσό. Ένα τεράστιο κτίριο με 1300 αίθουσες, αυλές και αποθήκες, διακοσμημένο με θαυμάσιες τοιχογραφίες. Ο Μίνωας όμως επειδή φοβήθηκε μήπως ο Δαίδαλος φτιάξει κάτι παρόμοιο και αλλού, με διάφορες προφάσεις δεν τον άφηνε να φύγει. Σύντομα όμως ο Δαίδαλος έπεσε στη δυσμένεια του βασιλιά της Κρήτης.
Ο Μίνωας εξοργίστηκε τρομερά όταν πληροφορήθηκε ότι ο Δαίδαλος διευκόλυνε την Πασιφάη (τη γυναίκα του) να ικανοποιήσει τον παράφορο έρωτα της με τον ταύρο του Ποσειδώνα (από την παράδοξη αυτή ένωση γεννήθηκε ο Μινώταυρος). Οργισμένος ο Μίνωας απαγόρευσε οριστικά την αναχώρηση του Δαίδαλου και του νεαρού γιού του Ίκαρου, από την Κρήτη. Τον Ίκαρο είχε αποκτήσει ο Δαίδαλος με τη Ναυσικράτη, μια από τις δούλες του Μίνωα. Ο Δαίδαλος άρχισε να μηχανεύεται τρόπους για την απόδρασή τους. Η φυγή από θάλασσα ήταν αδύνατη. Αρματωμένα πλοία περιπολούσαν τα κρητικά παράλια. Μόνο από αέρα θα ήταν δυνατή η απόδρασή τους. Αλλά πώς;
Το εφευρετικό μυαλό του Δαίδαλου δεν άργησε να βρει τη λύση. Κατασκεύασε γιγάντια φτερά από κλαριά λυγαριάς και πανί και τα κόλλησε με κερί. Συμβούλεψε το γιο του πώς να πετάει, στερέωσε με κερί τα φτερά στους ώμους και πέταξαν μαζί πάνω από τα ψηλά βουνά της Κρήτης για την ελευθερία. Το θέαμα που αντίκρισαν ήταν μοναδικό και το ταξίδι στους αιθέρες ανεπανάληπτο. Για πρώτη φορά ο άνθρωπος έσχιζε το γαλάζιο ορίζοντα και κατακτούσε τους ουράνιους δρόμους. Άφηναν πίσω τους τη σκλαβιά και ταξίδευαν για τόπους μακρινούς κι ονειρεμένους. Σαν νιόβγαλτο πουλί, πλημμυρισμένο από ευτυχία, ο Ίκαρος πετούσε πότε ψηλά καλημερίζοντας τον ολόλαμπρο Ήλιο και πότε χαμηλά, δροσίζοντας τις φτερούγες του στα γαλανά νερά της θάλασσας. Μάταια ο πατέρας του του φώναζε να μην πλησιάζει τον ολόφωτο δίσκο του Ήλιου.
Το κακό ήρθε γρήγορα. Οι καυτές αχτίδες του Ήλιου μαλάκωσαν το κερί και έλιωσαν τα δεσίματα των φτερών. Ο άτυχος νέος έπεσε στη θάλασσα κοντά σε ένα νησί και πνίγηκε. Η μοίρα στάθηκε σκληρή για τον άμυαλο και απερίσκεπτο νέο. Ο Δαίδαλος, με πόνο ψυχής, κατέβηκε και περιμάζεψε το νεκρό σώμα. Το νησί που τάφηκε ονομάστηκε Ικαρία και το πέλαγος που πνίγηκε ο Ίκαρος, Ικάριο. Απαρηγόρητος ο Δαίδαλος έφθασε στην Κύμη, όπου έχτισε ναό προς τιμή του θεού Απόλλωνα, στον οποίο αφιέρωσε τα φτερά που του χάρισαν την ελευθερία.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο θάνατος του Ικάρου υπήρξε η πρώτη ελληνική προσφορά – θυσία στο βωμό της αεροπορικής ιδέας. Σε αυτό το μύθο των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων έχει στηριχθεί ο τίτλος των νεαρών σπουδαστών αεροπόρων και της Σχολής στην οποία φοιτούν και δείχνει την τόλμη και την αποφασιστικότητα που τους διακρίνει για την ελευθερία.
https://www.haf.gr/
Το Βιμάνα Πουσπάκα πετώντας στον αέρα
Βιμάνα
Το Βιμάνα (Vimāna) είναι μυθολογικό ιπτάμενο παλάτι ή άμαξα η οποία περιγράφεται σε Ινδουιστικά κείμενα και Σανσκριτικά επικά ποιήματα. Το Βιμάνα Πουσπάκα (Pushpaka) του δαιμονικού βασιλιά Ραβάνα (η οποία εκλάπη από τον Λόρδο Κουμπέρα, και επεστράφη σε αυτόν από τον Ράμα) είναι το πιο γνωστό δείγμα βιμάνα. Τα Βιμάνα αναφέρονται επίσης σε Τζαϊνιστικά κείμενα.
Ετυμολογία
Η Σανσκριτική λέξη vi-māna (विमान) σημαίνει «μετρώ, διασχίζω» ή «έχω μετρηθεί». Ο Μονιέρ Μονιέρ-Ουίλιαμς περιγράφει το Βιμάνα ως «άμαξα ή άρμα των θεών, κάθε μυθικό αυτοκινούμενο εναέριο όχημα το οποίο μερικές φορές λειτουργεί ως θέση ή θρόνος, μερικές φορές κινούμενο μόνο του μεταφέρει τον κάτοχο του μέσω αέρος. Άλλες αναφορές περιγράφουν το Βιμάνα ως οικία ή παλάτι, και ένα είδος της λέγεται πως έχει ύψος επτά ορόφων», και παραθέτει το Βιμάνα Πουσπάκα του Ραβάνα ως παράδειγμα. Ίσως δηλώνει οποιαδήποτε άμαξα ή όχημα, ειδικά ένα νεκροκρέβατο ή ένα πλοίο καθώς και ένα αυτοκρατορικό παλάτι, ειδικά με επτά ορόφους. Σε μερικές σύγχρονες Ινδικές γλώσσες όπως η Τελούγκου, η λέξη vimana σημαίνει «αεροσκάφος», για παράδειγμα στις πόλες Βιμαναπούρα (προάστιο της Μπανγκαλόρ) και Βιμανναγκάρ, πόλη στο Πούνε. Σε μια διαφορετική προσέγγιση, Βιμάνα είναι λεπτομέρεια στην αρχιτεκτονική των Ινδουιστικών ναών.
Βέδες
Οι προκάτοχοι των ιπτάμενων βιμάνα των Σανσκριτικών επικών ποιημάτων είναι τα ιπτάμενα άρματα που χρησιμοποιούσαν διάφοροι θεοί στις Βέδες: ο Ήλιος (άρμα του Ήλιου), η Ίντρα και πολλές άλλες Βεδικές θεότητες μεταφέρονται από ιπτάμενα άρματα με τροχούς που έλκονται από ζώα, συνήθως άλογα.
Οι παρούσες εκδόσεις της Ριγκβέντα δεν αναφέρονται στα Βιμάνα, αλλά οι στίχοι RV 1.164.47-48 έχουν θεωρηθεί ως αποδεικτικά στοιχεία της ιδέας των «μηχανικών πτηνών»:47. kṛṣṇáṃ niyânaṃ hárayaḥ suparṇâ / apó vásānā dívam út patantitá âvavṛtran sádanād ṛtásyâd / íd ghṛténa pṛthivî vy ùdyate48. dvâdaśa pradháyaś cakrám ékaṃ / trîṇi nábhyāni ká u tác ciketatásmin sākáṃ triśatâ ná śaṅkávo / 'rpitâḥ ṣaṣṭír ná calācalâsaḥ«Η κάθοδος του σκότους: τα πουλιά έχουν χρυσαφί χρώμα. Ψηλά στον παράδεισο πετούν ντυμένα στα ύδατα.Κατεβαίνουν ξανά από την θέση της Τάξης, και όλη η γη υγραίνεται από το πάχος τους.»«Δώδεκα είναι οι γύροι του τροχού, και ο τροχός είναι μονός. Τρία είναι τα κέντρα του τροχού. Τι έχει καταλάβει ο άνθρωπος;Εις τούτο τίθενται μαζί ακτίνες τριακόσιες και εξήντα, απο τις οποίες με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να χαλαρώσουν.» (μτφ. Γκρίφιθ)
Ο Σουάμι Νταγιανάντα Σαρασβάτι μετέφρασε αυτούς τους στίχους ώστε να σημαίνουν:«πηδώντας στο διάστημα με ένα σκάφος χρησιμοποιώντας φωτιά και νερό ... συγκρατώντας δώδεκα stamgha (κίονες), έναν τροχό, τρεις μηχανές, 300 άξονες περιστροφής, και 60 όργανα.»
Το βιμάνα πουσπάκα αναπαρίσταται τρεις φορές στην εικόνα, δύο πετώντας στον αέρα και την τρίτη να είναι προσγειωμένη στο έδαφος.
Ινδουιστική επική ποίηση
Ραμαγιάνα
Στη Ραμαγιάνα, το βιμάνα πουσπάκα («ανθηρή») του Ραβάνα περιγράφεται ως ακολούθως:«Το Βιμάνα Πουσπάκα που μοιάζει με τον Ήλιο και ανήκει στον αδελφό μου αποκτήθηκε από τον ισχυρό Ραβάνα. Αυτό το εναέριο και εξαίρετο Βιμάνα πηγαίνει οπουδήποτε κατά βούληση ... το άρμα αυτό αναπαριστά ένα λαμπρό σύννεφο στον ουρανό ... και ο Βασιλιάς [Ράμα] μπήκε σε αυτό, και το εξαίρετο άρμα υπό τις οδηγίες του Ραγκίρα, ανήλθε στην υψηλότερη ατμόσφαιρα.»
Αποτελεί το πρώτο ιπτάμενο βιμάνα που αναφέρεται στα υφιστάμενα κείμενα της Ινδικής μυθολογίας (σε αντιδιαστολή με τα σχεδιασμένα ιπτάμενα άρματα αλόγων των θεών).
Το πουσπάκα κατασκευάστηκε αρχικά από τον Βισουακάρμα για τον Βράχμα, τον θεό της δημιουργίας της Ινδουιστικής θρησκείας. Αργότερα ο Βράχμα την έδωσε στον Κουμπέρα, τον Θεό του πλούτου, αλλά αργότερα εκλάπη, μαζί με το Λάνκα, από τον ετεροθαλή αδελφό του, βασιλιά Ραβάνα.
Τζαϊνιστική λογοτεχνία
Το Vimāna-vāsin ('κάτοικος στην vimāna') είναι τάξη θεοτήτων που υπηρέτησαν τον tīrthaṃkara Mahā-vīra. Αυτές οι θεότητες της κατοικούν στους παραδείσους Ούρντβα Λόκα (Ūrdhva Loka).
Σύμφωνα με το Κάλπα Σούτρα (Kalpa Sūtra) του Μπάντρα-μπάχου (Bhadra-bāhu), ο 24ος tīrthaṃkara Mahā-vīra αναδύθηκε από τη μεγάλη vimāna Puṣpa-uttara, ενώ ο 22ος tīrthaṃkara Ariṣṭa-nemi αναδύθηκε από τη μεγάλη vimāna Aparijita
Και οι δύο, οι tīrthaṃkara-s Abhinandana (4ος) και Sumati-nātha (5ος)[9] ταξίδεψαν στον αέρα με το "Jayanta-vimāna", ήτοι τη μεγάλη βιμάνα Σάρβα-άρθα-σίντι (Sarva-artha-siddhi), η οποία ανήκε[10] στις θεότητες Τζαγιάντα. Ενώ ο tīrthaṃkara Dharma-nātha (15ος) ταξίδεψε στον αέρα με το βιμάνα Βιτζάγια (Vijaya-vimāna).[11] Ένα βιμάνα μπορεί να είναι μέρος ενός ονείρου, όπως το nalinī-gulma.
Απεικόνιση του Shakuna Vimana που θεωρείται πως πετούσε σαν πουλί με κρεμασμένα φτερά και ουρά
Vaimānika Shāstra
Το Vaimānika Shāstra είναι Σανσκριτικό κείμενο αεροναυτικής των αρχών του 20ού αιώνα, που θεωρήθηκε σύμφωνα με τους ισχυρισμούς ψυχική διαμεσότητα (μέντιουμ), σχετικά με την κατασκευή των βιμάνα, των «αρμάτων των Θεών». Το κείμενο ανακαλύφθηκε το 1952 από τον Τζ. Ρ. Τζόσιερ, και σύμφωνα με αυτόν το κείμενο γράφτηκε από τον Πάντιτ Σουμπαράγια Σάστρι, την περίοδο 1918–1923. Μετάφραση στα Ινδικά δημοσιεύτηκε το 1959, και το Σανσκριτικό κείμενο με Αγγλική μετάφραση το 1973. Έχει 3000 στίχους (shloka) σε 8 κεφάλαια. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς ο Σουμπαράγια Σάστρι δήλωσε πως το περιεχόμενο υπαγορεύθηκε σε αυτόν από τον Μαχαρίσι Μπαραντβάγια (Maharishi Bharadvaja) (ο οποίος θεωρείται πως έζησε τουλάχιστον 10.000 χρόνια πριν).[15] Μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 1974 από αεροναυπηγικούς και μηχανολόγους μηχανικούς του Ινδικού Ινστιτούτου Επιστημών της Μπανγκαλόρ κατέληξε στο συμπέρασμα πως το αεροσκάφος που περιγράφεται στο κείμενο ήταν μία «κακή επινόηση» και πως ο συγγραφέας είχε πλήρη έλλειψη κατανόησης της αεροναυτικής
ΙΣΤΟΡΙΑ
Οι αδελφοί Ράιτ εφηύραν και πέταξαν το πρώτο αεροπλάνο το 1903, και αναγνωρίστηκαν ως «οι πρώτοι που πραγματοποίησαν μια σταθερή και ελεγχόμενη πτήση με δύναμη βαρύτερη του αέρα». Κατασκεύασαν το αεροπλάνο πάνω στα σχέδια του Τζορτζ Κέιλι που χρονολογούνται από το 1799, όταν αυτός όρισε την έννοια του σύγχρονου αεροπλάνου (και αργότερα κατασκεύασε και πέταξε μοντέλα αεροσκαφών και επιβατικά ανεμοπλάνα με επιτυχία). Μεταξύ 1867 και 1896, ο Γερμανός πρωτοπόρος της αεροπορίας για ανθρώπους, Ότο Λίλιενταλ μελέτησε τις βαρύτερες από τον αέρα πτήσεις. Παρά την περιορισμένη χρήση στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η τεχνολογία των αεροσκαφών συνέχισε να εξελίσσεται. Τα αεροπλάνα είχαν παρουσία σε όλες τις κύριες μάχες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το πρώτο αεριωθούμενο αεροσκάφος ήταν το Γερμανικό Heinkel He 178 το 1939. Το πρώτο αεριωθούμενο επιβατικό αεροπλάνο ήταν το de Havilland Comet, που πέταξε το 1952. Το Boeing 707, το πρώτο ευρύτατα επιτυχημένο εμπορικό αεριωθούμενο αεροσκάφος, ήταν σε χρήση για πάνω από 50 χρόνια, από το 1958 έως το 2013.
Ετυμολογία και χρήση της λέξης
Η πρώτη μαρτυρία για την λέξη είναι στα Αγγλικά, στα τέλη του 19ου αιώνα (πριν από την πρώτη μηχανική πτήση), με τη λέξη airplane, όπως και aeroplane, που προέρχεται από την Γαλλική λέξη aéroplane, η οποία με τη σειρά της πηγάζει από την Ελληνική λέξη ἀήρ, («αέρας») και είτε από τη Λατινική λέξη planus, («επίπεδο»), ή την Ελληνική λέξη πλάνος («περιπλάνηση»). Η λέξη « Aéroplane » αναφερόταν αρχικά μόνο στο φτερό, καθώς είναι ένα επίπεδο που κινείται στον αέρα. Ως ένα παράδειγμα συνεκδοχής, η λέξη για το φτερό κατέληξε να αναφέρεται σε ολόκληρο το αεροσκάφος.
Σε Ηνωμένες Πολιτείες και Καναδά, ο όρος "airplane" χρησιμοποιείται για τα μηχανοκίνητα αεροσκάφη σταθερών πτερύγων. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις χώρες της Κοινοπολιτείας, ο όρος "aeroplane" είναι αυτός που χρησιμοποιείται συνήθως για τα αεροσκάφη αυτά.
Η πτώση του Ίκαρου
Σχέδιο του Crispijn van de Passe (I), Maerten de Vos, περίπου 1602-1607
Σχέδιο του Crispijn van de Passe (I), Maerten de Vos, περίπου 1602-1607
Ιστορικό
Πολλές ιστορίες από την αρχαιότητα περιλαμβάνουν την πτήση, μεταξύ αυτών ο αρχαιοελληνικός μύθος του Ικάρου και του Δαίδαλου, καθώς και της Βιμάνα στην Ινδική επική ποίηση. Περίπου το 400 π.Χ στην Αρχαία Ελλάδα, ο Αρχύτας ο Ταραντίνος θεωρείται πως σχεδίασε και κατασκεύασε την πρώτη τεχνητή, αυτοκινούμενη ιπτάμενη συσκευή, ένα μοντέλο σε σχήμα πουλιού που ωθούνταν από μηχανή που ήταν πιθανώς ατμός, και λέγεται πως πέταξε περίπου 200 μέτρα.Η μηχανή αυτή ίσως διαλύθηκε κατά την πτήση της.
Μερικές από τις πρώτες καταγεγραμμένες απόπειρες με ανεμοπλάνα ήταν αυτές που έγιναν τον 9ο αιώνα από τον ποιητή Αμπάς ιμπν Φιρνάς και τον 11ο αιώνα από τον μοναχό Άιλμερ του Μαλμεσμπέρι. Και τα δύο πειράματα κατέληξαν σε τραυματισμό των πιλότων τους. Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι ερεύνησε το σχέδιο των φτερών των πτηνών και σχεδίασε ένα ανθρωποκίνητο αεροσκάφος στο έργο του Κώδιξ στο Πέταγμα των Πουλιών (Codex on the Flight of Birds) (1502).
Το 14-bis του Αλμπέρτου Σάντους-Ντουμό, μεταξύ 1906 και 1907
Το 1799, ο Τζορτζ Κέιλι, όρισε την έννοια του σύγχρονου αεροπλάνου ως μιας ιπτάμενης μηχανής με σταθερά πτερύγια με ξεχωριστά συστήματα άνωσης, προώθησης και ελέγχου. Ο Κέιλι κατασκεύαζε και πετούσε μοντέλα αεροσκαφών σταθερών πτερύγων από το 1803, και κατασκεύασε με επιτυχία ένα επιβατηγό ανεμοπλάνο το 1853.Το 1856, ο Γάλλος Ζαν-Μαρί Λε Μπρι πραγματοποίησε την πρώτη μηχανοκίνητη πτήση, με το ανεμοπλάνο του « L'Albatros artificiel » να έλκεται από ένα άλογο σε μια παραλία.[13] Τότε ο Αλεξάντερ Μοζαΐσκι πραγματοποίησε μερικά πρωτοποριακά σχέδια. Το 1883 ο Αμερικανός Τζον Μοντγκόμερι πραγματοποίησε ελεγχόμενη πτήση με ένα ανεμοπλάνο. Άλλοι αεροπόροι που πραγματοποίησαν παρόμοιες πτήσεις ήταν ο Ότο Λίλιενταλ, ο Πέρσι Πίλτσερ, και ο Οκτάβ Σανούτ.
Ο σερ Χάιραμ Μάξιμ κατασκεύασε ένα σκάφος βάρους 3,5 τόνων με άνοιγμα φτερών 34 μέτρων το οποίο τροφοδοτούνταν από δύο ατμομηχανές 360 ίππων (270 kW) οι οποίες κινούσαν δύο έλικες. Το 1894, η μηχανή του δοκιμάστηκε με εναέριες ράγες για να ελεγχθεί η άνοδος του. Η δοκιμή έδειξε πως είχε αρκετό βάρος για να ανυψωθεί. Το σκάφος ήταν ανεξέλεγκτο, κάτι το οποίο ο Μάξιμ, θεωρείται, πως αντιλήφθηκε μιας και σταδιακά εγκατέλειψε το έργο του πάνω σε αυτό.
Τη δεκαετία του 1890 ο Λόρενς Χάργκρεϊβ πραγματοποίησε έρευνα στη δομή των φτερών και ανέπτυξε έναν χαρταετό σε σχήμα κουτιού που μπορούσε να σηκώσει το βάρος ενός ανθρώπου. Τα σχέδια του αυτά υιοθετήθηκαν ευρέως. Αν και επίσης ανέπτυξε έναν τύπο περιστροφικού κινητήρα αεροσκάφους, δεν κατάφερε να δημιουργήσει και να πετάξει ένα μηχανοκίνητο αεροσκάφος σταθερών πτερύγων.
Μεταξύ 1867 και 1896 ο Γερμανός πρωτοπόρος της ανθρώπινης αεροπορίας Ότο Λίλιενταλ πραγματοποίησε μια πτήση βαρύτερη από τον αέρα. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος ο οποίος πραγματοποίησε ολοκληρωμένες, επαναλαμβανόμενες και επιτυχημένες πτήσεις με ανεμοπλάνα.
Ο Λε Μπρι και το ανεμόπλανο του, Albatros II, σε φωτογραφία από τον Ναντάρ, 1868
Ο Λε Μπρι και το ανεμόπλανο του, Albatros II, σε φωτογραφία από τον Ναντάρ, 1868
Πρώτες μηχανοκίνητες πτήσεις
Οι πτήσεις των αδελφών Ράιτ το 1903 έχουν αναγνωριστεί από την Διεθνή Ομοσπονδία Αεροναυτικής (Fédération Aéronautique Internationale, FAI), το κυρίαρχο σώμα που κρατά τα ρεκόρ για την αεροναυτική, ως «η πρώτη παρατεταμένη και ελεγχόμενη βαρύτερη από τον αέρα πτήση». Από το 1905, το Wright Flyer III είχε τη δυνατότητα πλήρους ελέγχου, σταθερής πτήσης για σημαντικό χρόνο. Οι αδελφοί Ράιτ πίστωσαν στον Ότο Λίλιενταλ ως κύριο εμπνευστή τους, την απόφαση τους να συνεχίσουν τις επανδρωμένες πτήσεις.
Το 1906, ο Αλμπέρτου Σάντους-Ντουμό πραγματοποίησε αυτό που έμελλε να είναι η πρώτη πτήση αεροπλάνου χωρίς την βοήθεια καταπέλτη και έθεσε το πρώτο παγκόσμιο ρεκόρ που αναγνωρίστηκε από την Αερολέσχη της Γαλλίας, πετώντας 220 μέτρα σε λιγότερο από 22 δευτερόλεπτα. Η πτήση αυτή πιστοποίηθηκε επίσης και από την FAI.
Τα φτερά του Ορνιθόπτερου του Λεονάρντο ντα Βίντσι
Ένα πρώτο σχέδιο αεροσκάφους το οποίο συγκέντρωσε τη σύγχρονη διάταξη των ελκυστήρων των μονοπλάνων ήταν το Blériot VIII, σχέδιο του 1908. Είχε κινούμενες επιφάνειες στην ουρά μέσω των οποίων ελεγχόταν η απόκλιση και το βήμα, μια δομή με ρολό ελέγχου που παρεχόταν είτε μέσω της στρέβλωσης των φτερών ή πτερυγίων και ελεγχόταν από τον πιλότο μέσω ενός χειριστηρίου και μιας μπάρας πηδαλίων. Ήταν ένας σημαντικός προκάτοχος του μεταγενέστερου αεροσκάφους του Blériot XI με το οποίο διέσχισε την Μάγχη το καλοκαίρι του 1909.
Στην Ρουμανία, το αεροσκάφος, A. Vlaicu nr. 1, ολοκληρώθηκε το 1909 και δοκιμάστηκε στις 17 Ιουνίου 1910. Από την πρώτη πτήση το αεροπλάνο δεν χρειαζόταν κάποια αλλαγή. Ήταν κατασκευασμένο από έναν μονό δοκό αλουμινίου 10 μέτρων στον οποίον στηριζόταν ολόκληρο το αεροσκάφος, κάνοντας το εύκολο να πετάξει. Δέκα αεροπλάνα κατασκευάστηκαν για την Ρουμανική Πολεμική Αεροπορία.
O Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένας χώρος δοκιμών για την χρήση του αεροπλάνου ως όπλο. Τα αεροπλάνα προέβαλλαν την δυνατότητα τους ως κινητές πλατφόρμες παρακολούθησης, και στη συνέχεια αποδείχθηκαν μηχανές πολέμου ικανές να πραγματοποιήσουν αρκετές απώλειες στον εχθρό.Η πρώτη γνωστή εναέρια επικράτηση μέσω πολεμικού αεροσκάφους οπλισμένο με συγχρονισμένο πολυβόλο πραγματοποιήθηκε το 1915, από τον υπολοχαγό της Γερμανικής Πολεμικής Αεροπορίας (Luftstreitkräfte) Κουρτ Βίντγκεν. Εμφανίστηκαν οι ιπτάμενοι άσοι, και ο σημαντικότερος (με βάση των αριθμό των επικρατήσεων σε εναέριες αναμετρήσεις) ήταν ο Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν.
Το σχέδιο της «αέριας βίδας» του ντα Βίντσι
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η τεχνολογία των αεροσκαφών συνέχισε να εξελίσσεται. Οι Άλκοκ και Μπράουν διέσχισαν τον Ατλαντικό ωκεανό χωρίς στάση για πρώτη φορά το 1919. Οι πρώτες εμπορικές πτήσεις έλαβαν χώρα μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Καναδά το 1914.
Τα αεροπλάνα είχαν παρουσία σε όλες τις σημαντικές μάχες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν ουσιαστικό συστατικό των στρατιωτικών στρατηγικών της περιόδου, όπως ο Κεραυνοβόλος πόλεμος στην Γερμανία, η Μάχη της Αγγλίας, και οι Αμερικανοϊαπωνικές αερομαχίες του Ειρηνικού Ωκεανού.
Ο Ότο Λίλιενταλ εν μέσω πτήσης, περίπου 1895
Ανάπτυξη των αεριωθούμενων αεροσκαφών
Το πρώτο 'λειτουργικό' αεριωθούμενο αεροσκάφος ήταν το Γερμανικό Heinkel He 178, το οποίο δοκιμάστηκε το 1939. Το 1943, το Messerschmitt Me 262, το πρώτο 'λειτουργικό' πολεμικό αεριωθούμενο αεροσκάφος, τέθηκε σε υπηρεσία στην Γερμανική Luftwaffe. Τον Οκτώβριο του 1947, το Bell X-1 ήταν το πρώτο αεροσκάφος το οποίο ξεπέρασε την ταχύτητα του ήχου.
Το πρώτο επιβατικό αεριωθούμενο αεροπλάνο ήταν το de Havilland Comet, το οποίο πέταξε για πρώτη φορά το 1952. Το Boeing 707, το πρώτο ευρέως επιτυχημένο εμπορικό αεροσκάφος, ήταν σε εμπορική χρήση για πάνω από 50 χρόνια, από το 1958 έως το 2010. Το Boeing 747 ήταν το μεγαλύτερο επιβατικό αεροσκάφος από το 1970 μέχρι που το ξεπέρασε το Airbus A380 το 2005.
Αριστείδης Μωραϊτίνης
Ο Αριστείδης Μωραϊτίνης (1891 - 22 Δεκεμβρίου 1918) ήταν Έλληνας αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και από τους πρωτοπόρους της ελληνικής αεροπορίας. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) πραγματοποίησε μαζί με τον Μιχαήλ Μουτούση την πρώτη στην παγκόσμια ιστορία αεροπορική αποστολή ναυτικής συνεργασίας. Ο Αριστείδης Μωραϊτίνης τα επόμενα έτη πρωτοστάτησε στην εκπαίδευση νέων Ελλήνων πιλότων, ενώ ανέλαβε πρωτοβουλίες για την ανάδειξη της ναυτικής αεροπορίας της οποίας ήταν διοικητής. Το 1916 κατατάχτηκε στο Κίνημα Εθνικής Αμύνης του Ελευθερίου Βενιζέλου και συμμετείχε δυναμικά ως εκπαιδευτής αεροπόρων και επικεφαλής αεροπορικών αποστολών στο Μακεδονικό Μέτωπο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς και στις περιοχές των Δαρδανελλίων, στο ανατολικό Αιγαίο και στη Μικρά Ασία, μέχρι και το τέλος του Πολέμου.
Αναδείχτηκε στον κορυφαίο «ιπτάμενο άσσο» της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, όχι μόνο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και γενικότερα της αεροπορικής ιστορίας της Ελλάδας, με συνολικά εννέα καταρρίψεις εχθρικών αεροσκαφών.Παράλληλα, απέσπασε σημαντικές διακρίσεις από την Ελληνική και τη Βρετανική Κυβέρνηση. Τον Νοέμβριο του 1918, μετά τη συνθηκολόγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν επικεφαλής του ελληνικού αεροπορικού σμήνους που πέταξε στην Κωνσταντινούπολη. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, αφήνοντας σημαντικό έργο στον τομέα της ανάπτυξης του αεροπορικού οράματος, συμπεριλαμβανομένου και στη δημιουργία τοπικής αεροπορικής βιομηχανίας
Το αεροσκάφος Farman MF.7 των Μουτούση και Μωραϊτίνη ρυμουλκείται από το αντιτορπιλικό «Βέλος», μετά την επιτυχή αποστολή του στα Δαρδανέλια.
Η πρώτη αεροπορική αποστολή ναυτικής συνεργασίας
Στις 24 Ιανουαρίου (5 Φεβρουαρίου νέου ημερολογίου) ο σημαιοφόρος Αριστείδης Μωραϊτίνης ως παρατηρητής και ο υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης ως χειριστής, ύστερα από εντολή του διοικητή της ναυτικής βάσης Μούδρου, ξεκίνησαν για την αποστολή με το συγκεκριμένο υδροπλάνο. Στις 08.30 το πρωί το αεροσκάφος τους αποθαλασσώθηκε και πέταξε διαδοχικά πάνω από τον Ελλήσποντο και την Καλλίπολη, όπου κατόπτευσε την εχθρική ναυτική βάση του Ναγαρά. Η πορεία που ακολούθησαν ήταν σκοπίμως τεθλασμένη ώστε να αποφύγουν τα τουρκικά παρατηρήτρια. Από ύψος 1.200 μ. ο Μωραϊτίνης αναγνώρισε μεγάλο μέρος του εχθρικού στόλου: το θωρηκτό «Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσσα», τρία τορπιλοβόλα και επτά αντιτορπιλικά. Μάλιστα ένα από τα αντιτορπιλικά είχε υποστεί σοβαρές ζημιές και επισκευαζόταν στα αβαθή. Όλες αυτές οι πληροφορίες αποτυπώθηκαν σε ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα που το συμπλήρωσε κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Κατά τη διάρκεια της αναγνωριστικής αποστολής, το ελληνικό αεροσκάφος δεχόταν τα πυρά των τουρκικών πυροβολείων, αλλά και από τα ατομικά όπλα των Τούρκων στρατιωτών, που δεν κατάφεραν να το χτυπήσουν. Αμέσως μετά την αναγνώριση, ο Μωραϊτίνης έριξε τέσσερις αυτοσχέδιες βόμβες που προκάλεσαν επιφανειακές ζημιές στην προβλήτα, καθώς και σε σκάφη στο τούρκικο αγκυροβόλιο. Στην επιστροφή κατευθύνθηκαν με το αεροσκάφος προς τη Λήμνο, αλλά νοτιοδυτικά της Ίμβρου εκτελέστηκε, λόγω μηχανικής βλάβης, αναγκαστική προσθαλάσσωση. Στην περιοχή έσπευσε το αντιτορπιλικό «Βέλος» που το ρυμούλκησε και το μετέφερε τελικά στον Μούδρο στις 15:30. Η συνολική διάρκεια της πτήσης ήταν 2 ώρες και 20 λεπτά, ενώ το αεροσκάφος διήνησε 120 χλμ. Ως προς τον αντικειμενικό στόχο της, δηλαδή την αναγνώριση του οθωμανικού στόλου στο αγκυροβόλιο του Ναγαρά, η αποστολή στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.
Η συγκεκριμένη αποστολή θεωρείται ως η πρώτη στην ιστορία αεροπορική αποστολή ναυτικής συνεργασίας και είχε ευρεία απήχηση στο τύπο της εποχής, ελληνικό και διεθνή. Η σημασία της για τις ελληνικές δυνάμεις ήταν σημαντικότατη. Εκτός από το γεγονός ότι συγκεντρώθηκαν πολύτιμες πληροφορίες, διαφάνηκε πλέον η δυνατότητα να αξιοποιηθεί το αεροπλάνο σε διάφορες αποστολές προς όφελος της Ελλάδας. Για τον ίδιο τον Μωραϊτίνη το γεγονός αυτό σημάδεψε τη σταδιοδρομία του και στο εξής η αεροπορία θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του.
Αεροπορική εκπαίδευση και Κίνημα Εθνικής Αμύνης
Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων, ο Μωραϊτίνης ήταν από τους πρώτους αξιωματικούς του ναυτικού που απέκτησαν αεροπορική εκπαίδευση. Μάλιστα, για την εκπαίδευση των Ελλήνων πιλότων είχε μεταβεί και βρετανική αποστολή στην Ελλάδα. Παράλληλα, οργανώθηκε η Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία και παρελήφθησαν νέα αεροσκάφη: 7 υδροπλάνα Sopwith Greek Seaplane. Με το ξέσπασμα όμως του Α' Παγκοσμίου Πολέμου σταμάτησαν οι νέες παραλαβές. Ο Μωραϊτίνης ολοκλήρωσε την αεροπορική του εκπαίδευση τον Οκτώβριο του 1914, στην Ελευσίνα.
Εντός του 1914, με προσωπικές του πρωτοβουλίες συντέλεσε στη λειτουργία σχολής ναυτικής αεροπορίας, ενώ αντίστοιχη πρωτοβουλία είχε αναλάβει εκείνη την εποχή, για την στρατιωτική αεροπορία, ο επίσης πρωτοπόρος Έλληνας αεροπόρος Δημήτριος Καμπέρος. Επιπρόσθετα, ο Μωραϊτίνης ανέλαβε και τα καθήκοντα του εκπαιδευτή πιλότων στη νέα αυτή σχολή που λειτούργησε στο Παλαιό Φάληρο, ενώ σε λίγο καιρό, τον Μάιο του 1915, ανέλαβε και την ίδια τη διοίκηση της Ναυτικής Αεροπορίας, φέροντας πλέον το βαθμό του υποπλοιάρχου.
Όταν ξέσπασε, τον Σεπτέμβριο του 1916, το κίνημα της Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη με επικεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Μωραϊτίνης έσπευσε κατευθείαν να καταταχθεί μαζί με πολλούς άλλους αξιωματικούς της Ναυτικής Αεροπορίας. Αμέσως μετά προωθήθηκε στη Θάσο και τη Λήμνο. Ο ίδιος ορίστηκε και πάλι διοικητής της Ναυτικής Αεροπορίας, η οποία είχε την υποστήριξη της 2ης Πτέρυγας του Βρετανικού Ναυτικού.
Δραστηριότητα στο Μακεδονικό Μέτωπο
Εκτός από διοικητής, ο Μωραϊτίνης, είχε αναλάβει παράλληλα και το έργο της εκπαίδευσης νέων πιλότων. Ο ίδιος ήταν πάντα επικεφαλής των αεροπορικών σχηματισμών, με συμμετοχή και των εκπαιδευόμενων στο πεδίο της μάχης, σε πραγματικές συνθήκες πολέμου, ως αναπόσπαστο τμήμα της εκπαίδευσής τους. Εκείνη την εποχή οι Έλληνες πιλότοι πραγματοποιούσαν αποστολές πάνω από την κατεχόμενη από γερμανο-βουλγαρικά στρατεύματα Θράκη και ανατολική Μακεδονία, όπου τα τελευταία είχαν αναπτύξει σημαντικές αεροπορικές δυνάμεις και εγκαταστάσεις. Από τις πιο παράτολμες αποστολές που ανέλαβε εκείνη την εποχή, ήταν στις 18 Μαΐου 1917. Με παρατηρητή τον Παντελή Ψύχα βομβάρδισε το εχθρικό αεροδρόμιο του Ζέρεβιτς, στην κατεχόμενη Δράμα, με αεροσκάφος Farman. Στην ίδια αποστολή βομβάρδισε και τρεις εχθρικές αμαξοστοιχίες. Η αποστολή σημείωσε απόλυτη επιτυχία, ενώ τα πυκνά αντιαεροπορικά πυρά δεν κατάφεραν να πλήξουν το αεροσκάφος του.
Παράλληλα, τον Μάιο του 1917, σχηματίστηκε η ελληνική μοίρα αεροσκαφών «Ζ», που αναλάμβανε αποστολές σε όλο το μήκος του Μακεδονικού Μετώπου. Ο Μωραϊτίνης, παρόλο που τα εχθρικά γερμανικά αεροσκάφη ήταν πιο εξελιγμένα, κατάφερνε με σωστούς ελιγμούς να φέρνει σε πέρας τις αποστολές που είχε αναλάβει. Στις 4 Ιουνίου 1917, ήταν επικεφαλής αεροπορικού σχηματισμού και πετούσε με αεροσκάφος Camel. Πραγματοποιήθηκε αερομαχία με γερμανικό Fokker, που τελικά δεν κατάφερε να τον πλήξει. Όμως το εχθρικό αεροσκάφος, μετά την ανεπιτυχή προσπάθεια, κατέρριψε ένα άλλο ελληνικό αεροσκάφος τύπου Farman, που επέβαιναν ο Παντελής Ψύχας και ο Δημήτριος Αργυρόπουλος. Ο τελευταίος σκοτώθηκε κατά την πρόσκρουση στην θάλασσα.
Αποστολές μετά την επίσημη είσοδο της Ελλάδας στον Πόλεμο
Όταν η Ελλάδα εισήλθε επίσημα στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στον πλευρό της Αντάντ τον Ιούνιο του 1917, ο Μωραϊτίνης τοποθετήθηκε και πάλι στον τομέα βορείου Αιγαίου, όπου πετούσε μαχητικά αεροσκάφη Sopwith Camel υπό βρετανική διοίκηση, ενώ ο ίδιος τελούσε πάντα διοικητής των ελληνικών μοιρών της Ναυτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας. Παράλληλα, εντάθηκε και η εκπαιδευτική προσπάθεια για την κατάρτιση νέων αεροπόρων, της οποίας ηγούνταν. Ήταν επικεφαλής αεροπορικών σχηματισμών σε αποστολές που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή της Καλλίπολης και γενικότερα στην Ανατολική Θράκη. Μάλιστα βομβάρδισε τα εχθρικά πολυβολεία του Τσανάκ-Καλέ. Δεν έλειψαν και οι καταρρίψεις γερμανικών αεροσκαφών από τον Μωραϊτίνη κατά τη διάρκεια αερομαχιών, όπως έγινε στις 2 Αυγούστου 1917.
Η Μοίρα «Ζ» στο αεροδρόμιο του Μούδρου το 1917, που υπηρέτησε και διακρίθηκε ο Αριστείδης Μωραϊτίνης.
Δράση κατά την «Κατάσταση Γκαίμπεν»
Στις 20 Ιανουαρίου του 1918, σημειώθηκε σημαντική αεροπορική δραστηριότητα στα Δαρδανέλλια, λόγω της δράσης του γερμανικού θωρηκτού «Γκαίμπεν» (Goeben), που είχε ενταχθεί προσωρινά στον οθωμανικό στόλο ως «Γιαβούζ Σουλτάν Σελίμ», όμως διατηρούσε το γερμανικό του πλήρωμα και υπαγόταν στο γερμανικό στρατηγείο. Το «Γκαίμπεν» προσπάθησε να επιτεθεί στη συμμαχική ναυτική βάση της Ίμβρου, αλλά έπεσε σε ναρκοπέδιο. Ο Μωραϊτίνης με αεροσκάφος Sopwith Camel, και ενώ συνόδευε δύο βρετανικά βομβαρδιστικά που κατευθύνονταν εναντίον του θωρηκτού, δέχτηκε ξαφνική επίθεση από δέκα εχθρικά μαχητικά. Τελικά με επικινδύνους ελιγμούς κατάφερε να εκδιώξει το επιτιθέμενο σμήνος ενώ κατέρριψε τρία από τα εχθρικά αεροσκάφη.Στο αεροσκάφος του, λόγω των συνεχών αερομαχιών καταμετρήθηκαν, μετά το πέρας της αποστολής, συνολικά 20 τρύπες, προερχόμενες από τα πολυβόλα των εχθρικών αεροσκαφών. Ο ίδιος περιέγραψε σε συνάδελφό του αργότερα μέρος αυτής της εμπειρία ως εξής:
...Με το πρώτο ύψος ένας γερμανός εμπρός μου, του επιτίθεμαι και σε λίγο τον βλέπω να πέφτη. Αν και ήμουν βέβαιος με τον τρόπο που έπεφτε ότι δεν είχε ελπίδα ήθελα να τον παρακολουθήσω, αλλ' εν τω μεταξύ βλέπω άλλον να με πλησιάζη. Επιτίθεμαι τότε εις αυτόν και δεν προφθάνω να βεβαιωθώ ότι τον κατέβασα ασφαλώς όσον τον πρώτον όταν ακούω το μοτέρ μου να ρατάρη και μετ' ολίγον να σταματά χωρίς να σταματήσει ευτυχώς η έλιξ. Πλανάροντας έπεφτα μεταξύ Στενών και Μαυριών, είχα αρχίση ν' απελπίζωμαι όταν ακούω πίσω μου μυδραλιοβόλο. Γυρίζω βλέπω ένα γερμανό να με κτυπά. Είχα ύψος ως 800 μέτρα μόνο. Ξανά προσπαθώ να θέσω εις κίνησιν το μοτέρ μου πλήρης απελπισίας και περιέργως το βλέπω να παίρνη εμπρός. Ε! πια καταλαβαίνεις. Βρίσκομαι αμέσως στην ουρά του και δεν τον άφησα έως ότου τον είδα να πέφτη και να χάνεται εκεί που ελογάριαζα προ ολίγου τον εαυτό μου...
Οι βομβαρδισμοί κατά του εχθρικού θωρηκτού συνεχίστηκαν, ενώ στις 22 Φεβρουαρίου πιθανότατα πραγματοποιήθηκε αερομαχία μεταξύ του Μωραϊτίνη και του Γερμανού «άσσου», Έμιλ Μάινεκε, με αμφίρροπο αποτέλεσμα.
Λόγω της τολμηρής δραστηριότητας που ανέπτυξε ο Μωραϊτίνης, απέσπασε πολλούς εντυπωσιακούς σχολιασμούς από ξένους πολεμικούς ανταποκριτές, ενώ τιμήθηκε από την Ελληνική και τη Βρετανική Κυβέρνηση με διάφορα παράσημα και συγχαρητήριες επιστολές. Ιδιαίτερα, η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας τον τίμησε με το μετάλλιο του Τάγματος Διακεκριμένης Υπηρεσίας (Distinguished Service Order). Επίσης, μεταξύ των πιλότων των συμμαχικών δυνάμεων έμεινε άτυπα γνωστός ως «άσσος των αεροπόρων της Μεσογείου» και «ατρόμητος αεροπόρος».
...............................
Στις 22 Δεκεμβρίου, 1918, και ενώ πετούσε από την Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, το αεροσκάφος του, Breguet Bre 14, συνετρίβη εξαιτίας κακών καιρικών συνθηκών στην περιοχή του Ολύμπου. Ο συγκεκριμένος τύπος αεροσκάφους ήταν άγνωστος στον Έλληνα αεροπόρο, ενώ πρόταση που του είχε γίνει να τον συνοδεύσει Γάλλος μηχανικός την αρνήθηκε. Το γεγονός ότι δεν βρέθηκε κανένα ίχνος από τα συντρίμμια του αεροσκάφους οδήγησε στο ενδεχόμενο ότι μπορεί πιθανότατα να κατέπεσε ακόμη και στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Πηλίου και Κασσάνδρας
https://el.wikipedia.org/
Ο Υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης, το 1912, κατά τη διάρκεια της αεροπορικής εκπαίδευσής του στην Γαλλία.
Μιχαήλ Μουτούσης
Ο Μιχαήλ Μουτούσης (1885 – 16 Μαρτίου 1956) ήταν Έλληνας πρωτοπόρος αεροπόρος, αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού και μετέπειτα της Αεροπορίας. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων εκτέλεσε μαζί με τον Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη την πρώτη αποστολή ναυτικής συνεργασίας στην παγκόσμια ιστορία
Ο Μουτούσης, αρχικά αξιωματικός του Μηχανικού, υπήρξε από τους πρώτους έξι Έλληνες αξιωματικούς που εστάλησαν το 1912 στη Γαλλία για αεροπορική εκπαίδευση ώστε να στελεχώσουν την νεοσύστατη Αεροπορική Υπηρεσία Στρατού. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) εκτέλεσε αποστολές αναγνώρισης και βομβαρδισμού εναντίον τουρκικών θέσεων στο Μακεδονικό μέτωπο. Τον Δεκέμβριο του 1912, τοποθετήθηκε στο μέτωπο Ηπείρου όπου εκτέλεσε με επιτυχία αρκετές αποστολές στους τομείς Ιωαννίνων και Μπιζανίου κατά την ομώνυμη μάχη
Στις 24 Ιανουαρίου (5 Φεβρουαρίου νέου ημερολογίου), μετά την Ναυμαχία της Έλλης, βρισκόταν στον Μούδρο της Λήμνου. Την ημέρα εκείνη εκτέλεσε, με παρατηρητή τον Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη και με υδροπλάνο τύπου Maurice Farman MF.7, αποστολή αναγνώρισης του τουρκικού στόλου που εν τω μεταξύ είχε αποσυρθεί στα Δαρδανέλια. Η αποστολή πραγματοποιήθηκε με επιτυχία καθώς ο εχθρικός στόλος εντοπίστηκε στη ναυτική βάση του Ναγαρά και ερρίφθησαν τέσσερις βόμβες κατά των τουρκικών εγκαταστάσεων. Κατά την επιστροφή τους όμως μία μηχανική βλάβη τους ανάγκασε να προσθαλασσωθούν στο Αιγαίο οπό όπου περισυνελέγησαν από το αντιτορπιλικό Βέλος. Η συγκεκριμένη αποστολή θεωρείται η πρώτη στην ιστορία αεροπορική αποστολή ναυτικής συνεργασίας και είχε ευρεία απήχηση στον τύπο της εποχής, ελληνικό και διεθνή.
Κατά τα επόμενα έτη τοποθετήθηκε στο Μακεδονικό μέτωπο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1917-1918) και εν συνεχεία στη Μικρασιατικό Πόλεμο (1919-1922) στην Αεροπορική Βάση Προύσας, όπου και διατέλεσε διοικητής. Αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του Ταξιάρχου
Δημήτριος Καμπέρος
Ο Δημήτριος Καμπέρος (1883 - 1942) ήταν Έλληνας στρατιωτικός, από τους πρωτοπόρους της Πολεμικής Αεροπορίας στην Ελλάδα.
Αρχικά ο Δημήτριος Καμπέρος ήταν αξιωματικός του πυροβολικού και ένας από τους έξι Έλληνες αξιωματικούς που εστάλησαν για αεροπορική εκπαίδευση στην Γαλλία το 1911 στο κέντρο του Henri Farman. Τότε αγοράσθηκαν από τον Henri Farman τέσσερα βενζινοκίνητα διπλάνα, που αποτέλεσαν τη βάση ίδρυσης της Ελληνικής πολεμικής αεροπορίας. Στις 13 Μαΐου 1912 πραγματοποίησε την πρώτη πτήση με στρατιωτικό αεροπλάνο στην Ελλάδα στη διάρκεια άσκησης. Στην ίδια ή σε άλλη άσκηση τον ίδιο μήνα, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το αεροσκάφος το οποίο είχε μείνει ακυβέρνητο λόγω βλάβης. Το εγκατέλειψε (χωρίς αλεξίπτωτο) λίγο πριν αυτό συντριβεί στα χωράφια. Γι' αυτή την ενέργειά του απέκτησε στο ψευδώνυμο "τρελλοκαμπέρος". Τον Ιούνιο του ίδιου έτους αφού τροποποιήθηκε το αεροσκάφος του σε υδροπλάνο, έσπασε το τότε παγκόσμιο όριο ταχύτητας των 110 χιλιομέτρων την ώρα.
Το 1912 έκανε την πρώτη παγκοσμίως στρατιωτική χρήση αεροπλάνου για παρατήρηση του εχθρού πετώντας πάνω από το μέτωπο της Θεσσαλίας. Επίσης έριξε χειροβομβίδες κατά του εχθρού και επέστρεψε σώος από σύμπτωση αφού το αεροπλάνο του ήταν διάτρητο από σφαίρες. Αυτό θεωρείται σήμερα και ως η πρώτη χρήση αεροπλάνου για στρατιωτικό σκοπό. Ο Δημήτριος Καμπέρος και ο Μιχαήλ Μουτούσης πραγματοποίησαν πτήσεις στην Πρέβεζα, στον Αμβρακικό και κυρίως στο Μπιζάνι. Έκανε την τελευταία του πολεμική αποστολή στις 30 Νοεμβρίου 1912. Αργότερα εργάστηκε ως εκπαιδευτής στη Σχολή Αεροπορίας στο Τατόι και στην Ανεμολέσχη του Φαλήρου. Αποστρατεύτηκε το 1934.
Άλλα βιογραφικά στοιχεία
Με το πέρας του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1918) o Kαμπέρος απασχολήθηκε ως εκπαιδευτής νέων αεροπόρων και για ένα διάστημα διατέλεσε διοικητής της Σχολής Ικάρων. Ο Δημήτριος Καμπέρος πέθανε σε ηλικία 59 ετών από ασφυξία λόγω διαρροής φωταερίου, καθώς είχε ανάψει το γκάζι για να ζεστάνει λίγο γάλα και αποκοιμήθηκε.
Λόγω των ριψοκίνδυνων πτήσεών του, του δόθηκε το παρατσούκλι Τρελοκαμπέρος, το οποίο αργότερα έγινε λαϊκή έκφραση που δηλώνει αλλόκοτη συμπεριφορά. Η προσφώνηση πέρασε στη λαϊκή γλώσσα με επανανάλυση της κλητικής Τρελοκαμπέρο σε ονομαστική θηλυκού (τρελοκαμπέρω) για σκωπτικό χαρακτηρισμό γυναικών.
Ήταν αδερφός του ανάδοχου του Ολυμπιακού και ανώτατου αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού Νότη Καμπέρου. Kατά μια ανεπιβεβαίωτη μαρτυρία υπήρξε συνιδρυτής του συλλόγου
Αμέλια Μαίρη Έρχαρτ
Η Αμέλια Μαίρη Έρχαρτ (Amelia Mary Earhart, 24 Ιουλίου 1897 – εξαφανίστηκε στις 2 Ιουλίου 1937 και κηρύχθηκε θανούσα στις 5 Ιανουαρίου 1939) ήταν Αμερικανίδα πρωτοπόρος της αεροπορίας, συγγραφέας και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών. Η Έρχαρτ ήταν η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με τον Σταυρό Διακεκριμένης Πτήσης, ως η πρώτη γυναίκα που διέσχισε μόνη της τον Ατλαντικό Ωκεανό. Έκανε πολλά ρεκόρ,έγραψε βιβλία για τις εμπειρίες της στους αιθέρες, τα οποία γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία, και συνέβαλε στη δημιουργία της οργάνωσης The Ninety-Nines, μίας οργάνωσης για τις γυναίκες πιλότους.
Η Αμέλια Έρχαρτ εξαφανίστηκε πάνω από τον κεντρικό Ειρηνικό ωκεανό, κοντά στη νήσο Χάουλαντ, κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς της να κάνει τον γύρο της Γης, το 1937. Η ζωή της, η σταδιοδρομία και η εξαφάνισή της συνεχίζουν όμως μέχρι σήμερα να προσελκύουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης
....................................................
Η υπερατλαντική πτήση του 1928
Μετά από τη σόλο πτήση του Τσαρλς Λίντμπεργκ (Charles Lindbergh) κατά μήκος του Ατλαντικού το 1927, η Έιμι Φιπς Γκέστ (Amy Phipps Guest, 1873-1959), εξέφρασε το ενδιαφέρον να γίνει η πρώτη γυναίκα που θα πετάξει (είτε ως πιλότος είτε ως επιβάτης) διασχίζοντας τον Ατλαντικό Ωκεανό. Στη συνέχεια όμως αποφάσισε ότι το ταξίδι ήταν πάρα πολύ επικίνδυνο για να το πραγματοποιήσει ή ίδια, οπότε ανέλαβε να υποστηρίξει το εγχείρημα, προτείνοντας να βρεθεί «ένα άλλο κορίτσι με τη σωστή εμφάνιση». Ενώ βρισκόταν στην εργασία της ένα απόγευμα του Απριλίου του 1928, η Έρχαρτ έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον πολιτικό αρθογράφο πλοίαρχο Χίλτον Χ. Ράιλι (Capt. Hilton H. Railey), όπου τη ρώτησε, «Θα ήθελες να διασχίσεις πετώντας τον Ατλαντικό;».
Οι συντονιστές του εγχειρήματος, συμπεριλαμβανομένου του εκδότη και του πολιτικού αρθογράφου Τζωρτζ Π. Πούτναμ (George P. Putnam) πήραν συνέντευξη από την Αμέλια και της ζήτησαν να συνοδεύσει τον πιλότο Ουίλμερ Στούλτζ (Wilmer Stultz) και τον συγκυβερνήτη - μηχανικό Λούις Γκόρντον (Louis Gordon) στην πτήση, ως επιβάτης, με το πρόσθετο καθήκον της ενημέρωσης του αρχείου πτήσης. Η ομάδα αναχώρησε από το λιμάνι Τρεπασέι (Trepassey Harbor) στη Newfoundland με ένα Fokker F.VIIb/3m στις 17 Ιουνίου 1928 και προσγειώθηκε στο λιμάνι Μπάρρι (Burry), κοντά στο Λανέλλι (Llanelli) της Ουαλίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο, 21 ώρες αργότερα περίπου. Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος της πτήσης ήταν «δια οργάνων» και η Αμέλια δεν είχε καμία εκπαίδευση για αυτόν τον τρόπο πτήσης, δεν χειρίστηκε το αεροσκάφος. Σε συνέντευξή της μετά την προσγείωση δήλωσε, «ο Στουλτζ πραγματοποίησε ολόκληρη την πτήση - έπρεπε. Εγώ ήμουν απλά μία αποσκευή, όπως ένας σάκος πατάτες», πρόσθεσε, «…ίσως κάποια μέρα να το δοκιμάσω μόνη».
Ενώ βρισκόταν στην Αγγλία, η Έρχαρτ πέταξε το Avro Avian 594 Avian III (με σειριακό αριθμό SN: R3/AV/101) το οποίο ανήκε στη Λαίδη Μέρι Χηθ (Lady Mary Heath). Στη συνέχεια αγόρασε το αεροσκάφος και το έστειλε πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπου του δόθηκε ο κωδικός προσδιορισμού αεροσκαφών 7083).
Η επιστροφή των Στουλτζ, Γκόρντον και Έρχαρτ στις Ηνωμένες Πολιτείες χαιρετίστηκε με μία παρέλαση στη Νέα Υόρκη, για να ακολουθήσει η υποδοχή τους από τον Πρόεδρο Κάλβιν Κούλιτζ (Calvin Coolidge) στον Λευκό Οίκο.
Τζιν Μπάτεν
Η Τζιν Γκάρντνερ Μπάτεν (Jean Gardner Batten, 15 Σεπτεμβρίου 1909 – 22 Νοεμβρίου 1982) ήταν Νεοζηλανδή αεροπόρος.
Γεννημένη στη Ροτορούα, έγινε η πιο γνωστή διεθνώς Νεοζηλανδή της δεκαετίας του 1930, πραγματοποιώντας έναν πλήθος σόλο πτήσεων σε όλο τον κόσμο που έσπασαν ρεκόρ. Έκανε την πρώτη στην ιστορία σόλο πτήση από την Αγγλία στη Νέα Ζηλανδία το 1936.
Η Τζέιν Μπάτεν (που ονομάστηκε "Jane" κατά τη γέννησή της, όμως το όνομά της έγινε σύντομα σε "Jean"] ήταν κόρη του χειρουργού οδοντιάτρου Φρέντερι Μπάτεν και της Έλεν Μπάτεν (η μητέρα της έγινε ένθερμη υποστηρικτής της στην επιλογή της να ακολουθήσει την καριέρα του αεροπόρου). Είχε δύο μεγαλύτερα αδέλφια. Το 1913 η οικογένεια μετακόμισε στο Όκλαντ. Το 1924 η Μπάτεν γράφτηκε σε Κολέγιο θηλέων στην Ρεμουέρα στο Όκλαντ, όπου σπούδασε μπαλέτο και πιάνο. Αν και ήταν ταλαντούχα πιανίστας, σε ηλικία 18 ετών αποφάσισε να γίνει πιλότος όταν ο Αυστραλιανός πιλότος Charles Kingsford Smith την πήρε μαζί του σε μια πτήση στο Southern Cross αεροπλάνο του. Το 1929 η ίδια και η μητέρα της μετακόμισαν στην Αγγλία, για να ενταχθούν στην λέσχη London Aeroplane Club. Έκανε την πρώτη σόλο πτήση της το 1930 και είχε αποκτήσει την ιδιωτική και επαγγελματική άδειά της μέχρι το 1932, αφού δανείστηκε 500 £ για να πληρώσει τις 100 ώρες χρόνου πτήσης που απαιτούνταν από τον Φρεντ Τρούμαν, έναν Νεοζηλανδό πιλότο που υπηρετούσε στη Βασιλική Πολεμική Αεροπορία και που ήθελε να την παντρευτεί. Μετά την ολοκλήρωση της "Β" άδειάς της το Δεκέμβριο του 1932, άφησε τον Τρούμαν και στράφηκε προς τον Victor Dorée, ο οποίος δανείστηκε 400 £ από τη μητέρα του για να αγοράσει στην Μπάτεν ένα διπλάνο Gipsy Moth. Σύμφωνα με το NZ History Online «το να μαζεύει χρήματα εκμεταλλευόμενη τις σχέσεις της με τους άνδρες, ήταν ένα θέμα που συνεχίστηκε σε όλη την καριέρα της.»
Η Μπάτεν έκανε δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες να νικήσει το χρόνο της Έιμι Τζόνσον στην Αυστραλία. Τον Απρίλιο του 1933 χτύπησε δύο αμμοθύελλες πριν ο κινητήρας σταματήσει και καταστραφεί το αεροσκάφος της. Εκείνη προσγειώθηκε κοντά στο Καράτσι. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο δεν θα μπορέσει να πείσει τον Dorée για να της αγοράσει άλλο αεροσκάφος, έτσι στράφηκε στην πετρελαϊκή εταιρεία Castrol, η οποία της αγόρασε ένα μεταχειρισμένο Gipsy Moth για 240 £. Έκανε ακόμα μια προσπάθεια τον Απρίλιο του 1934, αλλά ξέμεινε νύχτα από καύσιμα στα περίχωρα της Ρώμης. Συνετρίβη σε ένα λαβύρινθο ραδιοφωνικών κεραιών, κόβοντας σχεδόν το χείλος της. Το αεροπλάνο επισκευάστηκε και αυτή πέταξε πίσω στο Λονδίνο, όπου δανείστηκε τα κάτω φτερά από το αεροσκάφος του αρραβωνιαστικού της χρηματιστή Edward Walter, για μια τρίτη απόπειρα.
Τον Μάιο του 1934, η Μπάτεν πέταξε σόλο με επιτυχία από την Αγγλία στην Αυστραλία με το Gipsy Moth. Το ταξίδι της, των 14 ημερών και 22 ωρών, έσπασε το υπάρχον μέχρι τότε ρεκόρ της πτήσης Αγγλία-Αυστραλία της Αγγλίδας αεροπόρου Έιμι Τζόνσον με διαφορά πάνω από τέσσερις ημέρες. Για αυτό της το επίτευγμα και για τις επόμενες πτήσεις ρεκόρ, της απονεμήθηκε το Harmon Trophy τρεις φορές (1935, 1936, 1937). Επίσης έλαβε ένα συμβόλαιο χορηγίας από την πετρελαϊκή εταιρεία Castrol. Το βιβλίο της Μπάτεν σχετικά με το σόλο ταξίδι της, εκδόθηκε από τους Jackson and O'Sullivan Ltd το 1934. Η Μπάτεν ταξίδεψε με πλοίο προς τη Νέα Ζηλανδία μαζί με το αεροσκάφος της Gipsy Moth (το οποίο δεν μπορούσε να πετάξει κατα μήκος της θάλασσας της Τασμανίας και έκανε μια εναέρια περιοδεία έξι εβδομάδων εκεί πριν επιστρέψει στην Αγγλία.
Μετά την πρώτη πτήση της στην Αυστραλία, αγόρασε ένα Percival Gull Six μονοπλάνο G-ADPR, το οποίο ονομάστηκε Jean. Το 1935 έκανε παγκόσμιο ρεκόρ πετώντας από την Αγγλία στη Βραζιλία με το Percival Gull, για το οποίο της απονεμήθηκε το μετάλλιο του Τάγματος του Σταυρού του Νότου, κάνοντάς της το πρώτο πρόσωπο εκτός Βασιλείας να έχει τιμηθεί με αυτόν τον τρόπο. Το 1936 έκανε ακόμα ένα παγκόσμιο ρεκόρ με την σόλο πτήση της από την Αγγλία προς τη Νέα Ζηλανδία. Στην γενέτειρα της την Ροτορούα τιμήθηκε από τους ντόπιους Μαορί, όπως είχε γίνει και μετά το ταξίδι της το 1934. Της δόθηκε ένας μανδύας με φτερό αρχηγού και ο τίτλος της Hine-o-te-Rangi (Κόρη των ουρανών). Στην Μπάτεν έγινε Διοικητής του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (CBE) το 1936 και της απονεμήθηκε επίσης ο Σταυρός του Ιππότη της Γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής το ίδιο έτος. Επίσης το 1936, για δεύτερη συνεχή χρονιά, η Μπάτεν τιμήθηκε και πάλι με το βραβείο Britannia Trophy της Royal Aero Club Britannia για τις περισσότερες αξιέπαινες επιδόσεις στον τομέα της αεροπορίας κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους.
Το 1938 τιμήθηκε με το μετάλλιο του Fédération Aéronautique Internationale την υψηλότερη τιμή της αεροπορίας. Ήταν η πρώτη γυναίκα που λάμβανε αυτό το μετάλλιο. Καθ 'όλη τη δεκαετία του 1930 ήταν πολύ κοινωνική και έγινε φίλη με πολλούς άλλους διεθνείς αεροπόρους, όπως αυτή περιγράφει στην αυτοβιογραφία της.
Με το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έληξαν οι ιπτάμενες περιπέτειες της Μπάτεν. Το αεροσκάφος της Gull επιστρατεύτηκε και δεν της επιτρεπόταν να το πιλοτάρει. Κατά τη διάρκεια του πολέμου απασχολήθηκε δίνοντας διαλέξεις στην Αγγλία για να συγκεντρώσει χρήματα για όπλα και αεροπλάνα, αλλά οι ημέρες της ως πιλότος είχαν τελειώσει. Μετά τον πόλεμο αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή, εκτός από λίγες επετειακές εμφανίσεις.
πηγές
http://www.greek-language.gr/
https://fineartamerica.com/
http://www.ignitiongallery.com/
http://art-now-and-then.blogspot.com/
http://www.ww2wrecks.com/
The Last Flight of the Space Shuttle Endeavour, Douglas Castleman
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου