Στα θολερά πλατώματα των αυγινών ασμάτων,
της όμορφης της πέρδικας και της μικρής αηδόνας,
εκεί που σμίγουν μυρουδιές κι αχοί των βελασμάτων
κοντά στις κρύες τσαπουρνιές, λαλιές της χελιδόνας,
~
στης άνοιξης τον οργασμό στης νιότης το γιορτάσι
μες στη βουή της ηδονής που τρέμει λιγωμένη,
απλώνεται περίτρανα το σμάρι να χορτάσει
την γύρη την ανθόκλωνη που στέκει πληγωμένη.
~
Κι απ' τα φιλιά της κορασιάς της χαμηλοβλεπούσας
της κόρης της πεντάμορφης που ειν' ερωτευμένη,
στο γιορτασμό να νίβεται τα λόγια μίας μούσας
και να χορεύει μες στα νια χορτάρια μαγεμένη.
~
Και να πηγαίνει στη πλαγιά γοργά σαν το ελάφι,
να σκύβει μες στις ριγανιές να λούζει το κορμί της
να ρεύει στ' ανασάλεμα τ' αγέρα στο χωράφι
σαν λεμονιά χρυσόθωρη βαθιά μες στην ορμή της.
~
Κι αγνάντι στο καστρόρεμα απάνω στα βελάνια,
στέκει αητός και καρτερά τη κόρη να περάσει
να ρθει κοντά του να γευτεί του πόνου την ορφάνια,
που 'χει απλωθεί κατάματα, να του χαμογελάσει,
~
να του ειπεί γλυκόλογα να του ειπεί τραγούδια
να νίψει τ' ακροστέφανα που 'χει στα φτερά του,
ν' απλώσει μες στα νύχια του, ανάσα 'πο λουλούδια
να γύρει πάνω στη θωριά για να βρει τη χαρά του.
~
Μα η κόρη αργοχάνεται, στο διάσελο πηγαίνει
και σέρνει πάλι πίσω της κοπάδι 'πο λεβέντες
κι ο κουρνιαχτός ξοπίσω τους σα να τους παραβγαίνει
να φτάσει πρώτος προσπαθεί στους πρόστυχους αφέντες,
~
να τους μηνύσει ζοφερά μέσα στη θολεριά του,
να κρίνουν στον Αχέροντα, μέσα στην ευωδιά τους
να τους πηγαίνει σιγανά μες στη φουσκονεριά του,
γιατ' έχουν αίμα στα μαλλιά και βόλια στη καρδιά τους...
~
να παν στον Άδη για να δει πως είναι λαβωμένοι,
πως πολεμούσαν τη τουρκιά ψηλά στα κορφοβούνια
με καριοφίλια και σπαθιά, λεβέντες αντρειωμένοι,
σαν αετοί περήφανοι ψηλά στα ξεροβούνια,
~
μη τους περάσει για ληστές και τους παραπετάξει
ανάλουστους και άνιφτους στο μαύρο το σκοτάδι,
να νίψει τις λαβωματιές, τα στράνια τους ν' αλλάξει
να τους χτενίσει τα μαλλιά να λάμπουν στο σκοτάδι.
~
Κι όπως θα είναι λαμπεροί πλυμένοι και λουσμένοι,
μες στα δασιά τα γένια τους με περισσή αγάπη
να στέκεται περήφανα η λευτεριά κρυμμένη,
που θα ρθει μία χαραυγή σαν ξαφνικό δρολάπι....
..............................................................................
Θανάσης Καραθύμιος Σεκλιζιώτης
15 σύλλαβος Ίαμβος πλεχτός
απόσπασμα απ' το βιβλίο μου "ακροβασίες"
της όμορφης της πέρδικας και της μικρής αηδόνας,
εκεί που σμίγουν μυρουδιές κι αχοί των βελασμάτων
κοντά στις κρύες τσαπουρνιές, λαλιές της χελιδόνας,
~
στης άνοιξης τον οργασμό στης νιότης το γιορτάσι
μες στη βουή της ηδονής που τρέμει λιγωμένη,
απλώνεται περίτρανα το σμάρι να χορτάσει
την γύρη την ανθόκλωνη που στέκει πληγωμένη.
~
Κι απ' τα φιλιά της κορασιάς της χαμηλοβλεπούσας
της κόρης της πεντάμορφης που ειν' ερωτευμένη,
στο γιορτασμό να νίβεται τα λόγια μίας μούσας
και να χορεύει μες στα νια χορτάρια μαγεμένη.
~
Και να πηγαίνει στη πλαγιά γοργά σαν το ελάφι,
να σκύβει μες στις ριγανιές να λούζει το κορμί της
να ρεύει στ' ανασάλεμα τ' αγέρα στο χωράφι
σαν λεμονιά χρυσόθωρη βαθιά μες στην ορμή της.
~
Κι αγνάντι στο καστρόρεμα απάνω στα βελάνια,
στέκει αητός και καρτερά τη κόρη να περάσει
να ρθει κοντά του να γευτεί του πόνου την ορφάνια,
που 'χει απλωθεί κατάματα, να του χαμογελάσει,
~
να του ειπεί γλυκόλογα να του ειπεί τραγούδια
να νίψει τ' ακροστέφανα που 'χει στα φτερά του,
ν' απλώσει μες στα νύχια του, ανάσα 'πο λουλούδια
να γύρει πάνω στη θωριά για να βρει τη χαρά του.
~
Μα η κόρη αργοχάνεται, στο διάσελο πηγαίνει
και σέρνει πάλι πίσω της κοπάδι 'πο λεβέντες
κι ο κουρνιαχτός ξοπίσω τους σα να τους παραβγαίνει
να φτάσει πρώτος προσπαθεί στους πρόστυχους αφέντες,
~
να τους μηνύσει ζοφερά μέσα στη θολεριά του,
να κρίνουν στον Αχέροντα, μέσα στην ευωδιά τους
να τους πηγαίνει σιγανά μες στη φουσκονεριά του,
γιατ' έχουν αίμα στα μαλλιά και βόλια στη καρδιά τους...
~
να παν στον Άδη για να δει πως είναι λαβωμένοι,
πως πολεμούσαν τη τουρκιά ψηλά στα κορφοβούνια
με καριοφίλια και σπαθιά, λεβέντες αντρειωμένοι,
σαν αετοί περήφανοι ψηλά στα ξεροβούνια,
~
μη τους περάσει για ληστές και τους παραπετάξει
ανάλουστους και άνιφτους στο μαύρο το σκοτάδι,
να νίψει τις λαβωματιές, τα στράνια τους ν' αλλάξει
να τους χτενίσει τα μαλλιά να λάμπουν στο σκοτάδι.
~
Κι όπως θα είναι λαμπεροί πλυμένοι και λουσμένοι,
μες στα δασιά τα γένια τους με περισσή αγάπη
να στέκεται περήφανα η λευτεριά κρυμμένη,
που θα ρθει μία χαραυγή σαν ξαφνικό δρολάπι....
..............................................................................
Θανάσης Καραθύμιος Σεκλιζιώτης
15 σύλλαβος Ίαμβος πλεχτός
απόσπασμα απ' το βιβλίο μου "ακροβασίες"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου