Έκλεινε τα μάτια και έβλεπε τα βουνά ν' ανθίζουν
Κρινάκια, ανεμώνες, κυκλάμινα φύτρωναν στις ρίζες των βράχων
Άπλωνε τα χέρια της και ίσα που τα άγγιζε — μην τα κακοκαρδίσει, μην τα πληγώσει
Τα κεφαλάκια τους έγερναν απαλά στην ελάχιστη πνοή του ανέμου
Τα θαύμαζε γιατί η ομορφιά της έκανε καλύτερο τον κόσμο της
Γιατί η αντοχή τους της ψιθύριζε
Λίγο ακόμη...
Ξανθή Μηλίγγου Γκλεζάκου

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου