ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ «ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ» επιλεγμένα ποιήματα σε έμμετρη απόδοση.
Εκδότης ΓΕΡΜΑΝΟΣ
Χρονολογία Έκδοσης Φεβρουάριος 2021
Αριθμός σελίδων 104
Διαστάσεις 21x14
Επιμέλεια ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
ISBN13 9786185389277
Ανθολόγηση
Σε λαγό που τον κυνηγούσαν σκύλοι και, αφού
έπεσε στη θάλασσα, τον άρπαξε ένα σκυλόψαρο
Ένας κύων κυνηγούσε λαγωόν σε κάποιον όρος
και αντιληφθείς εκείνος ότι θα χαθεί προώρως
έπεσε με ένα σάλτο εις το ύδωρ της θαλάσσης
κι έλεγε ως να εσώθη «έλα κύων να με πιάσεις».
Έν σκυλόψαρον πλησίον είδε τότε τον λαγό
και τον έφαγε άψε σβήσε τον φτωχό τον ναυαγό.
Ποιος θα ήταν ο σωτήρας άραγε, ο Ουρανός;
Μα κι εκείνος έχει σκύλο· είναι τ᾿ άστρο του Κυνός!
Εἰς λαγωὸν ὑπὸ κυνῶν διωκόμενον, ὃν ἐκπεσόντα
εἰς θάλασσαν ἥρπασε κύων θαλάσσιος
Οὔρεος ἐξ ὑπάτοιο λαγὼς πέσεν ἔς ποτε βένθος
ἐκπροφυγεῖν μεμαὼς τρηχὺν ὀδόντα κυνός·
ἀλλ᾿ οὐδ᾿ ὥς ἤλυξε κακὸν μόρον· αὐτίκα γάρ μιν
εἰνάλιος μάρψας πνεύματος ὀρφάνισεν.
ἐκ πυρός, ὡς αἶνος, πέσες ἐς φλόγα· ἦ ῥά σε δαίμων
κἠν ἁλὶ κἠν χέρσῳ θρέψε κύνεσσι βοράν.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον Θ΄: Ἐπιδεικτικά ἐπιγράμματα,
Γερμανικός Καῖσαρ, 17
************************************
Σε θηλυκό κυνηγετικό σκυλί που κατά τη
διάρκεια του κυνηγιού γέννησε εννιά κουτάβια
Μια σκύλα ετοιμόγεννη ονόματι Γοργώ
ένα ελάφι δίωκε πού ᾿ταν πολύ γοργό.
Εις τη θεά του κυνηγιού κάνει την προσευχή της
κι εντός ολίγου ήτανε η έλαφος δική της.
Σκοτώνοντας την έλαφο γέννησε εννιά κουτάβια·
σ᾿ ανταποδίδει η Άρτεμις ό,τι ζητάς μ᾿ ευλάβεια.
Στην σκύλα επροσέφερε ως λέμε δύο σ᾿ ένα:
Εχάρισε το θήραμα και την καλή της γέννα.
Εἰς κύνα θηρευτικὴν ἐν αὐτῇ τῇ ἄγρᾳ τεκοῦσαν
ἐννέα σκύλακας
Κρῆσσα κύων ἐλάφοιο κατ᾿ ἴχνιον ἔδραμε Γοργὼ
ἔγκυος ἀμφοτέρην Ἄρτεμιν εὐξαμένη,
τίκτε δ᾿ ἀποκτείνουσα· θοὴ δ᾿ ἐπένευσεν Ἐλευθὼ
ἄμφω, εὐαγρίης δῶρα καὶ εὐτοκίης,
καὶ νῦν ἐννέα παισὶ διδοῖ γάλα. φεύγετε, Κρῆσσαι
κεμμάδες, ἐκ τοκάδων τέκνα διδασκόμεναι.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον Θ΄: Ἐπιδεικτικά ἐπιγράμματα,
Ἀντίπατρος Θεσσαλονικεύς, 268
************************************
Στη Μήδεια από την Κολχίδα
Πώς τόλμησες και έφτιαξες φωλιά σου, χελιδόνα,
σε ζωγραφιά της Μήδειας, στης Μήδειας εικόνα;
Δικά της δεν σεβάστηκε παιδιά αγαπημένα
και έχεις την εντύπωση θα σεβαστεί τα ξένα;
Εἰς Μήδειαν τὴν Κολχίδα
Αἶαν ὅλην νήσους τε διιπταμένη σύ, χελιδών,
Μηδείης γραπτῆς πυκτίδι νοσσοτροφεῖς·
ἔλπῃ δ᾿ ὀρταλίδων πίστιν σέο τήν γε φυλάξειν
Κολχίδα μηδ᾿ ἰδίων φεισαμένην τεκέων;
Λεωνίδας Ἀλεξανδρεύς, 346
************************************
Στον Άπη
Τον ανδριάντα στήσανε οι συναγωνιστές του
του Άπη, αποδίδοντας τις πρέπουσες τιμές του,
που ως πυγμάχος φανερά και αποδεδειγμένα
ουδέποτε τραυμάτισεν ο δύστυχος, κανένα.
ΕἰςἌπιν
Οἱ συναγωνισταὶ τὸν πυγμάχον ἐνθάδ᾿ ἔθηκαν
Ἄπιν· οὐδένα γὰρ πώποτ᾿ ἐτραυμάτισεν.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον ΙΑ΄: Β΄ Μέρος, Σκωπτικά
ἐπιγράμματα, Λουκίλλιος, 80
************************************
Σε γιατρούς
Ο Μάρκος, χθες, ο ιατρός ακούμπησε τον Δία
κι ο Δίας άν και πέτρινος σήμερα έχει κηδεία.
Εἰς ἰατρούς
Τοῦ λιθίνου Διὸς ἐχθὲς ὁ κλινικὸς ἥψατο Μάρκος·
καὶ λίθος ὤν καὶ Ζεύς, σήμερον ἐκφέρεται.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον ΙΑ΄: Β΄ Μέρος, Σκωπτικὰ
ἐπιγράμματα, Λουκίλλιος, 113
************************************
Ούτε κλύσμα μου έκανε ο Φαίδωνας ή άλλο
τίποτα εις το σώμα μου, μικρό είτε μεγάλο,
μα τ᾿ όνομά του θυμηθείς στον πυρετό επάνω
έγειρα και κατάφερα αμέσως να πεθάνω.
Οὔτ᾿ ἔκλυσεν Φείδων μ᾿ οὔθ’ ἥψατο, ἀλλὰ πυρέξας
ἐμνήσθην αὐτοῦ τοὔνομα κἀπέθανον.
ἐπιγράμματα, Καλλικτήρ, 118
************************************
Για να ισιώσει ο Σωκλής τον Διόδωρο καμπούρη
όπως του υποσχέθηκε, δεν ήταν καλαμπούρι,
έβαλε τρεις τετράγωνες πέτρες πάνω στην πλάτη
και πιεσθείς τότε ποινήν έλαβε την εσχάτη.
Μα η καμπούρα σίγουρα ως είδαν όλοι εχάθη
έστω κι αν στα ιατρικά καταγραφεί τα λάθη.
Ὀρθῶσαι τὸν κυρτὸν ὑποσχόμενος Διόδωρον
Σωκλῆς τετραπέδους τρεῖς ἐπέθηκε λίθους
τοῦ κυρτοῦ στιβαροὺς ἐπὶ τὴν ῥάχιν· ἀλλὰ πιεσθεὶς
τέθνηκεν, γέγονεν δ᾿ ὀρθότερος κανόνος.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον ΙΑ΄: Β΄ Μέρος, Σκωπτικὰ
ἐπιγράμματα, Καλλικτήρ, 120
************************************
Ο μεν Κρατέας ιατρός, ο Δάμων νεκροθάφτης
και δεν ήταν μη φανταστείς κανείς τους μυγοχάφτης.
Ο ένας όσα σάβανα έκλεβε απ᾿ τον τάφο
τα έστελλε στον ιατρό, και σας το υπογράφω,
για επιδέσμους, και αυτός ξεπλήρωνε τη χάρη
στέλλοντας τους αρρώστους του ο Χάρος να τους πάρει.
Ἰητρὸς Κρατέας καὶ Δάμων ἐνταφιαστὴς
κοινὴν αλλήλοις θέντο συνωμοσίην.
Και ῥ᾿ ὁ μὲν οὓς κλέπτεσκεν ἀπ᾿ ἐνταφίων τελαμῶνας,
εἰς ἐπιδεσμεύειν πέμπε φίλῳ Κρατέᾳ·
τὸν δ᾿ ἀπαμειβόμενος Κρατέας εἰς ἐνταφιάζειν
πέμπεν ὅλους αὐτῷ τοὺς θεραπευομένους.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον ΙΆ: Β’ Μέρος, Σκωπτικὰ
ἐπιγράμματα, Ἀδέσποτον, 125-
************************************
Μετράς, λοιπόν, ξαναμετράς το χρήμα κακομοίρη
ο χρόνος όμως προσπερνά, τρέχει σαν τρεχαντήρι
κι όπως γεννά τους τόκους σου γεννά τ᾿ άσπρα μαλλιά.
Και δίχως να στεφανωθείς καμία κοπελιά
μια διαθήκη αφήνοντας θ᾿ απέλθεις, φίλε, άρα
κι απ᾿ τα πολλά σου χρήματα θα πάρεις μια δεκάρα1.
Ψηφίζεις, κακόδαιμον· ὁ δὲ χρόνος ὡς τόκον οὕτω
καὶ πολιὸν τίκτει γῆρας ἐπερχόμενος·
κοὔτε πιὼν οὔτ᾿ ἄνθος ἐπὶ κροτάφοις ἀναδήσας,
οὐ μύρον, οὐ γλαφυρὸν γνούς ποτ᾿ ἐρωμένιον
τεθνήξῃ πλουτοῦσαν ἀφεὶς μεγάλην διαθήκην,
ἐκ πολλῶν ὀβολὸν μοῦνον ἐνεγκάμενος.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον ΙΑ΄: Β΄ Μέρος, Σκωπτικὰ
ἐπιγράμματα, Ἀντιφάνης, 168
1 Το νόμισμα που συνηθίζεται να βάζουν στο στόμα του νεκρού.
************************************
Σε γιατρό
Σαν είδε εις τον ύπνο του τον Ερμογένη τον γιατρό
εξέπνευσε ο Διόφαντος κι ας είχε φυλακτό!
Εἰς ἰατρόν
Ἑρμογένην τὸν ἰατρὸν ἰδὼν Διόφαντος ἐν ὕπνοις
οὐκέτ᾿ ἀνηγέρθη καὶ περίαμμα φέρων.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον ΙΑ΄: Β΄ Μέρος, Σκωπτικὰ
ἐπιγράμματα, Λουκίλλιος, 257
************************************
Στην εταίρα Ηράκλεια
Εδώ ήταν π᾿ ορκίστηκε, λυχνάρι, τρεις φορές
ότι θα ᾿ρθεί η Ηράκλεια και δεν ήρθε, για δες.
Εάν, λοιπόν, είσαι θεός πρέπει να τιμωρήσεις
σαν παίζει με τον φίλο της: πάνω στις διαχύσεις
σβήσε το φως σου λύχνε μου, και μην ξαναφωτίσεις.
Εἰς ἑταίραν Ἡράκλειαν
Λύχνε, σὲ γὰρ παρεοῦσα τρὶς ὤμοσεν Ἡράκλεια
ἥξειν κοὐχ ἥκει· λύχνε, σὺ δ᾿, εἰ θεὸς εἶ,
τὴν δολίην ἀπάμυνον· ὅταν φίλον ἔνδον ἔχουσα
παίζῃ, ἀποσβεσθεὶς μηκέτι φῶς πάρεχε.
Ἀνθολογία Παλατινή, Βιβλίον Ε’: Ἐρωτικὰἐπιγράμματα,
Ἀσκληπιάδης, 7 (6)
************************************
Σε κάποιαν πόρνη που ονομαζόταν Ευρώπη
Μπορείς με μια μόνο δραχμή να έχεις την Ευρώπη
και δεν χρειάζεται καμιάν να πάρεις στο κατόπι.
Κρεβάτι έχει άψογο και τον χειμώνα τζάκι
χωρίς να τρέμεις μη βρεθείς μέσ᾿ σε κάνα χαντάκι.
Φίλε μου Δία, άδικα μορφήν ταύρου επήρες
και σε ξηρά και θάλασσα έκανες τόσες γύρες!
Εἰς πόρνην τινὰ καλουμένην Εὐρώπην
Δραχμῆς Εὐρώπην τὴν Ἀτθίδα μήτε φοβηθεὶς
μηδένα μήτ᾿ ἄλλως ἀντιλέγουσαν ἔχε,
καὶ στρωμνὴν παρέχουσαν ἀμεμφέα, χὠπότε χειμών,
ἄνθρακας. ἦ ῥα μάτην, Ζεῦ φίλε, βοῦς ἐγένου.
Ἀντίπατρος, 109 (108)
************************************
Πριν λίγο που επέρασα από τ᾿ ανθοπωλεία
πλοκήν στεφάνων ένας παις είχε για ασχολία.
Έρωτας με κατέλαβε αμέσως, μάνι μάνι.
«Πόσο πουλάς» το ρώτησα «αγόρι το στεφάνι;».
Έγινε κατακόκκινος πέρα, είδα, για πέρα.
«Φύγε» μου είπε «πριν σε δει το μάτι του πατέρα».
Χωρίς να είχα πρόθεση πήρα κάτι στεφάνια
και τους θεούς στεφάνωσα, κάτι που κάνω σπάνια,
γυρνώντας εις το σπίτι μου -τελειώνει εδώ το story-
και να μου δώσουν ζήτησα εκείνο το αγόρι.
Εἶδον ἐγώ τινα παῖδα ἐπανθοπλοκοῦντα κόρυμβον
ἄρτι παρερχόμενος τὰ στεφανηπλόκια·
οὐδ᾿ ἄτρωτα παρῆλθον· ἐπιστὰς δ᾿ ἥσυχος αὐτῷ
φημί· «Πόσου πωλεῖς τὸν σὸν εμοὶ στέφανον;»
μᾶλλον τῶν καλύκων δ᾿ ἐρυθαίνετο καὶ κατακύψας
φησί· «Μακρὰν χώρει, μή σε πατὴρ ἐσίδῃ.»
ὠνοῦμαι προφάσει στεφάνους καὶ οἴκαδ᾿ ἀπελθὼν
ἐστεφάνωσα θεοὺς κεῖνον ἐπαυξάμενος.
ΠαιδικὴΜοῦσα, Στράτων, 8
************************************
Στου γυμναστή Δημήτριου το σπίτι χθες δειπνούσα
κι ειλικρινά την τύχη του να είχα πεθυμούσα.
Έναν είχε στην αγκαλιά, στον ώμο του τον άλλο,
άλλος φαΐ άλλος νερό – τον πίλο μου σου βγάλλω.
Κοιτώντας σε ομολογώ σε πειρασμό με βάζεις:
«Καλά εσύ Δημήτριε και νύχτα τους γυμνάζεις;»
Πρὸς τὸν παιδοτρίβην Δημήτριον ἐχθὲς ἐδείπνουν,
πάντων ἀνθρώπων τὸν μακαριστότατον.
εἷς αὐτοῦ κατέκειθ᾿ ὑποκόλπιος, εἷς ὑπὲρ ὦμον,
εἷς ἔφερεν τὸ φαγεῖν, εἷς δὲ πιεῖν ἐδίδου·
ἦ τετρὰς ἡ περίβλεπτος. ἐγώ παίζων δὲ πρὸς αὐτὸν
φημί· «Σὺ καὶ νύκτωρ, φίλτατε, παιδοτριβεῖς;»
ΠαιδικὴΜοῦσα, Αὐτομέδων, 34
************************************
Με αποθνήσκει η Δημώ και η Θερμώ επίσης.
Είναι εταίρα η Θερμώ παρθένα η άλλη φύσις.
Το χέρι απλώνω εις τη μια στην άλλη απαγορεύεται
και δεν μπορώ να πω με ποιαν το σώμα μου μαγεύεται.
Μα η Δημούλα θα ᾿λεγα, που᾿ναι᾿κόμα παρθένα·
δεν θέλω ᾿γω τα έτοιμα μα τ᾿ απαγορευμένα.
Δημώ με κτείνει καὶ Θέρμιον· ἡ μὲν ἑταίρη
δήμῳ, ἡ δ᾿ οὔπω Κύπριν ἐπισταμένη·
καὶ τῆς μὲν ψαύω, τῆς δ᾿ οὐ θέμις. οὐ μὰ σέ, Κύπρι,
οὐκ οἶδ᾿, ἥν εἰπεῖν δεῖ με ποθεινοτέρην.
Δημάριον λέξω τὴν παρθένον· οὐ γὰρ ἕτοιμα
βούλομαι, ἀλλὰ ποθῶ πᾶν τὸ φυλασσόμενον.
ΠαιδικὴΜοῦσα, Φιλόδημος, 173
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Ανδρέας Γεωργιάδης γεννήθηκε στη Μεσόγη της Πάφου το 1948. Σπούδασε Φυσιογνωσία και Γεωγραφία στην Αθήνα και μετεκπαιδεύτηκε στον Καναδά. Από το 1978 δίδασκε σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης και το 2005 προήχθη σε Επιθεωρητή Φυσιογνωστικών Βιολογίας.
Εξέδωσε τα ακόλουθα βιβλία:
«Ακαριαία» (1990),
«Αίσωπος εσαεί» (Βραβείο Jean Monnet) (1999),
«O tempora, o mores!» (2001),
«Φυσιοδρόμιο» (Βραβείο Jean Monnet) (2002),
«Fisiodromo» (δίγλωσση έκδοση ιταλικά-ελληνικά) 2003),
«Αίσωπος νυν και αεί» (Βραβείο Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού Νεανικού Βιβλίου)
(2009),
«Εκατόν συν (+) μία Σατιρικές Τοξοβολές» (2011),
«Φόνοι και δίκες στην πρώιμη Αγγλοκρατία – Αντώνης Χατζηαντώνη Τσιακολής» (2014),
«Ελληνική Μυθολογία εμμέτρως» (2015),
«Σατιρικές Τοξοβολές Β΄» (2015),
«Αισώπειοι Μύθοι» (2016)
«Άνθη σοφίας εμμέτρως» (2016)
«Φόνοι και δίκες στην πρώιμη Αγγλοκρατία – 2. Γιωρκής Αντωνή Γιαλλούρης (2017)
Ποιήματά του περιλαμβάνονται στις Ανθολογίες:
«Σύγχρονοι Ποιητές της Πάφου» (1990),
«15 Voix poetiques de Chypre» (1997),
«Οργής και Οδύνης - 100 Φωνές (2000),
Ανθολογία κυπρίων ποιητών, (Εκδόσεις Ταξιδευτής) (2008),
«60 ποιήματα συν ένα», (Εκδόσεις ΠΕΝ Κύπρου) (2011),
Η ποίηση για την ποίηση, (Εκδόσεις ΠΕΝ Κύπρου) (2012).
Anthologie de la poésie chypriote contemporaine (2016).
Θερμές ευχαριστίες, Γεωργία μου!!! Να ᾿σαι πάνα καλά!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή