Photo: Maria Kant “Φιλοπαίγμων Ήφαιστος” 2017
Οι οδηγίες ήταν σαφείς - επτά είδη ένδυσης και υπόδησης (συμπεριλαμβανομένων φο μπιζού στον λαιμό), όνομα με ένα τουλάχιστο υγρό σύμφωνο (Λίτσα, Λήδα, Σαλώμη και άλλα), αφωνία και περιστασιακά γουργουρίσματα επί επτά συναπτές ώρες ή τέρμινα. Θα μείνετε κατευχαριστημένος, είπε ο υπάλληλος της εταιρείας.
Ώρα 1η: Παράπλευρη απώλεια, είπε και της αφαίρεσε το λεπτό αδιάβροχο. Το κρέμασε στη ντουλάπα του διαδρόμου και έστριψε ένα σπίρτο στο πλάι του κουτιού. Σβήστο, της είπε, φέρνοντάς το στα χείλη της - γομφίοι και προγόμφιοι εξαιρετικοί, ουρανίσκος το ίδιο, έχωσε μέσα τη γλώσσα του και την ερωτεύτηκε σχεδόν ολόκληρη. Αμέσως μετά διέγραψε κάποιες λέξεις στη λίστα και την πλησίασε από μπροστά. Λύγισε τα γόνατα, της σήκωσε ελαφρά το πιγούνι και την κοίταξε κατευθείαν στα μάτια. Εστίασε, της είπε.
Ώρα 2η: Παράπλευρη απώλεια, είπε και τη στριφογύρισε μπροστά στην ανοιχτή μπαλκονόπορτα προς τέρψη της ομήγυρης. Στο βάθος αναβόσβηναν φώτα και τα πόδια της φέγγιζαν. Όχι ακόμα, της είπε και ξεκίνησε να ξεκουμπώνει τα δύο πουκάμισα εναλλάξ - οι ρόγες της φάνηκαν ροζ και οι δικές του καφέ, κάποια κουμπιά έπεσαν χάμω. Χωρίς να τις αφήσει από τα μάτια του, σάλιωσε τον δείκτη του δεξιού του χεριού και πασπάτεψε το χαλί, μέτρησε επτά και τα έβαλε προσεκτικά στο τασάκι με το σπίρτο - ένα σκέβρωσε.
Ώρα 3η: Παράπλευρη απώλεια, είπε και της τράβηξε με σπουδή τα μανίκια - πρώτα το δεξί, το έφερε ένα γύρο στην πλάτη και το μύρισε, μετά το αριστερό, το μύρισε κι αυτό στη μασχάλη, κι έπειτα μονομιάς τα δικά του. Τα δίπλωσε, έλυσε τα μαλλιά της και τη ζώνη του και ίδρωσε. Χωρίς μπιχλιμπίδια, της είπε κι άρχισε να της δαγκώνει το σβέρκο και ό,τι φορούσε στον λαιμό. Τα ούλα του πρήστηκαν και ο καναπές γέμισε χάνδρες και ένα κυνόδοντα. Το κεφάλι της είχε γείρει στο μπράτσο του.
Ώρα 4η: Παράπλευρη απώλεια, είπε και την έσυρε μαζί του στο κρεββάτι, η γλώσσα του έσταζε και ο καβάλος τον στένευε. Έβγαλε τα παπούτσια τους, τα δικά του δετά, το ένα με δεκάποντο πάτο, τα δικά της με αγκράφα στο πλάι, διέγραψε από τη λίστα τη λέξη υπόδηση και άρχισε να της βυζαίνει τα δάχτυλα και να τις αγγίζει τις γάμπες. Στη λακουβίτσα πίσω από το δεξί γόνατο έκανε μια παύση και χρεμέτισε - το στρώμα είναι από φυσική τρίχα αλόγου, σχολίασε κι ανέβασε το χέρι του μέχρι τους προσαγωγούς της. Αμέσως μετά, κατέβασε το φερμουάρ του και έστριψε ένα νέο σπίρτο στο πλάι του κουτιού.
Ώρα 5η: Παράπλευρη απώλεια, είπε και πλησίασε το σπίρτο στη φούστα της - “μη”, φώναξε εκείνη, “μίλησες;” φώναξε εκείνος - ωραία φούστα, πλατύφυλλη, με διπλή οργαντίνα και βαρίδια στα τελειώματα, τη σήκωσε ψηλά και την τίναξε, κάποια φώτα στο βάθος αναβόσβηναν, “πάνω η φούστα, γυμνή από τη μέση και κάτω”, “κάτω η φούστα, γυμνή από τη μέση και πάνω”, σε θέλω ολόγυμνη, φώναξε και την τράβηξε με δύναμη κάτω, την έσκισε, τη μάσησε, την έφτυσε σε κομμάτια στο πάτωμα, έπεσε στα τέσσερα και τα μέτρησε - επτά, με βαρίδια στα τελειώματα και η σχισμή της να μυρίζει γυναίκα.
Ώρα 6η: Ώρα να κλείνουμε, είπε. Της άνοιξε τα πόδια και μπήκε μέσα της πρόστυχα.
Ώρα 7η: .........................
[Στο βάθος αναβόσβηναν φώτα, κάποιος θα ξέχασε τα αλάρμ αναμμένα, σκέφτηκε].
**
Cut, είπε ο σκηνοθέτης. Πάμε πάλι, Ήφαιστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου