Yaroslav Kurbanov Artwork
Μου είπαν να βγάλω τον σκασμό.
Να σωπάσω
ως να μπουκώσω από σιωπή.
Κι εγώ υπάκουσα
κι ας έσταζα σκλαβιά,
είπα να καταστείλω
την αντάρτισσα πολυλογία μου
και τη χοντροκομμένη μου ανταρσία.
Δεν ήταν υποτέλεια,
ήταν διαμαρτυρία
γιατί η εκκωφαντική σιωπή
είναι πανίσχυρη,
κι ας νόμιζαν πως πειθαρχούσα,
εγώ τους ξεγελούσα.
Άπληστη ποιήτρια με είπαν,
του κώλου άναρχη γραμματικιά
και γω εκεί,
στην τσιμουδιά,
και ας πονούσα από μεγεθυμένη αγωνία,
έλεγα πως θα τους πολεμήσω
με τις οδυνηρές μου παύσεις
και με τις ξακουστές
παράλογες σιωπές
και, ή που θα αυτοβασανιστώ,
ή που θα τους τη σπάσω,
μα δεν θα σπάσω!
Κι ανάμεσα στα ερείπια,
μεταξύ του σαδισμού
και μίας επανάστασης βουβής
κειτόταν ο ίλιγγός μου,
μια δίνη απ την πατρίδα μου
που κάηκε μέσα στην ίδια
τη σιωπή της,
απώλειες τις είπανε παράπλευρες
μα εγώ το ήξερα
πως ήτανε τούτη η μαζική σιωπή
ο αφανισμός της.
Ενα απέραντο κρεββάτι η σιωπή
που πάνω του κοιμήθηκε
η ανθρωπότητα
κι ένας Προκρούστης ακρωτηριασμός
αυτός ο απέραντος λοιμός
- η παγκόσμια ψυχή μας-
που τη μεθύσαν
και τώρα βιασμένη τριγυρνά,
αυτοπαγιδευμένη στον ιστό της.
Με είπανε ποιήτρια
όμως δεν παζαρεύω λέξεις,
δεν αγοράζω
δεν πουλώ,
και τώρα που μου λένε μίλα
αχρηστεύτηκα,
με στράγγιξα στη χαρμολύπη,
να, κοίτα με,
εδώ ευνουχίστηκα,
στου αίματος την ιεροσυλία,
κοίτα με,
ένδοξα κείτομαι
στα διαψευσμένα απομεινάρια
μιας Πατρίδας.
ΑΓΓΕΛΙΝΑ ΣΠΟΝΤΗ.
Να σωπάσω
ως να μπουκώσω από σιωπή.
Κι εγώ υπάκουσα
κι ας έσταζα σκλαβιά,
είπα να καταστείλω
την αντάρτισσα πολυλογία μου
και τη χοντροκομμένη μου ανταρσία.
Δεν ήταν υποτέλεια,
ήταν διαμαρτυρία
γιατί η εκκωφαντική σιωπή
είναι πανίσχυρη,
κι ας νόμιζαν πως πειθαρχούσα,
εγώ τους ξεγελούσα.
Άπληστη ποιήτρια με είπαν,
του κώλου άναρχη γραμματικιά
και γω εκεί,
στην τσιμουδιά,
και ας πονούσα από μεγεθυμένη αγωνία,
έλεγα πως θα τους πολεμήσω
με τις οδυνηρές μου παύσεις
και με τις ξακουστές
παράλογες σιωπές
και, ή που θα αυτοβασανιστώ,
ή που θα τους τη σπάσω,
μα δεν θα σπάσω!
Κι ανάμεσα στα ερείπια,
μεταξύ του σαδισμού
και μίας επανάστασης βουβής
κειτόταν ο ίλιγγός μου,
μια δίνη απ την πατρίδα μου
που κάηκε μέσα στην ίδια
τη σιωπή της,
απώλειες τις είπανε παράπλευρες
μα εγώ το ήξερα
πως ήτανε τούτη η μαζική σιωπή
ο αφανισμός της.
Ενα απέραντο κρεββάτι η σιωπή
που πάνω του κοιμήθηκε
η ανθρωπότητα
κι ένας Προκρούστης ακρωτηριασμός
αυτός ο απέραντος λοιμός
- η παγκόσμια ψυχή μας-
που τη μεθύσαν
και τώρα βιασμένη τριγυρνά,
αυτοπαγιδευμένη στον ιστό της.
Με είπανε ποιήτρια
όμως δεν παζαρεύω λέξεις,
δεν αγοράζω
δεν πουλώ,
και τώρα που μου λένε μίλα
αχρηστεύτηκα,
με στράγγιξα στη χαρμολύπη,
να, κοίτα με,
εδώ ευνουχίστηκα,
στου αίματος την ιεροσυλία,
κοίτα με,
ένδοξα κείτομαι
στα διαψευσμένα απομεινάρια
μιας Πατρίδας.
ΑΓΓΕΛΙΝΑ ΣΠΟΝΤΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου