Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

ΦΩΤΕΙΝΗ ΨΙΡΟΛΙΟΛΙΟΥ - ΜΑΝΔΡΑΤΖΗ " Ατιτλο "



Στα υπόγεια κλειδωμένη
μόνο στα ονειρα σχεδιάζεται η μορφή σου
ή σε παράθυρα, μισάνοιχτα φόβου
μεγαλώνεις, φυτρώνουν φτερά.
Ο κόσμος από πηλό, την απελπισία του κτίζει
τον δυνάστη λατρεύει, θαυμάζει
και την πίκρα σφιχτά αγκαλιάζει
στον μικρόκοσμο που φτιάχνει σιωπηλά
Για αγκάθια μιλά, υποκρισία,
μα ξεχνά να δει την καρδιά του,
πόσα αγκάθια μπηγμένα χωρά
Το κεφάλι κουνά, προσπερνάει,
βολικά χωρατά μασουλάει,
να ξεχνά, τα θολα του νερά.
Οι χειμώνες, του παγώνουν τις σκέψεις
τα καλοκαίρια, του στεγνώνουν αγάπες
η επανάληψη, παγόβουνα φυλά.
Μεγαλώνουμε αθόρυβα με ανία
των απολογισμών σαν έρθει η ώρα,
μία τρέλα το νου καβαλά
Τα φτερά δυναμώσανε τόσο
μπορείς και στα ύψη ν ανέβεις,
ήταν πολύ ακριβή, η λευτεριά.
Φωτεινή Ψι.








ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΓΚΟΤΣΗΣ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ




Σεπτέμβριος κι η θάλασσα *κρατάει ακόμα γλύκα
και τα βουνά τον στεναγμό * για μια Θεά βροχή .
Αγάπη που σε μύρωσα * στου έρωτα τα δίχτυα
κράτησε την ανάσα μου * σαν δρόσο πρωινή .

Κι εγώ θα ΄ρθω στο σπίτι σου * την ώρα που βραδιάζει
με το μαβί σακάκι μου * στους ώμους μου ριχτό .
Σαν ήλιος που στην δύση του * το όνειρο σκεπάζει
να μην το κλέψει η νυχτιά * μ΄ ένα της ξωτικό .

Και σαν παρθούν τα κάστρα μας * θα πούμε του Σεπτέμβρη
ν΄ ανοίξει τις ημέρες του * σε κύκλο μυστικό .
Να έρθει το Φθινόπωρο * σαν μαγεμένο ξέφτι
να ξετυλίξει τα φιλιά * σαν φύλλα σε χορό ....

Σεπτέμβριος και τ΄ όνειρο * την αστραπή κρατάει
σε κάποιο άσπρο σύννεφο * ψηλά στον ουρανό .
Την πρώτη μας επέτειο * κοιτάει και γελάει
και μ΄ αεράκι απαλό * στέλνει χαιρετισμό !...

Νίκος Δημογκότσης







ΘΟΔΩΡΗΣ ΜΠΕΛΙΤΣΟΣ "Ένα παγωτό ξυλάκι "


Έκλεισε την πόρτα του διαμερίσματος. Μαζί έκλεισε και τ’ αυτιά της, να μην ακούει το σπαραχτικό κλάμα της Φωτεινούλας. Μάταια η γιαγιά της μικρής προσπαθούσε να την ηρεμήσει. Το κοριτσάκι έκλαιγε με σπασμούς φωνάζοντας τη μαμά του. Μπήκε στο ασανσέρ δακρυσμένη. Οι φωνές της μικρής κορούλας της, μυτερά καρφιά στο στήθος της. Και τι να κάνει; Ήδη είχε καθυστερήσει. Αν έχανε το τραμ, όπως είχαν αραιώσει τα δρομολόγια λόγω καλοκαιριού, δεν θα προλάβαινε να είναι στην ώρα της στο μαγαζί. Εποχιακή ήταν, για τους καλοκαιρινούς μήνες, σε παραλιακό καφέ, από Ιούνιο ως Σεπτέμβριο. Έπειτα από οκτώ μήνες ανεργίας, δεν την έπαιρνε να χάσει τη δουλειά. Έλπιζε μήπως την κρατήσουν και το χειμώνα, έστω για λίγα μεροκάματα το μήνα, τα σαββατοκύριακα και τις γιορτές.
Το μεγάλο της πρόβλημα ήταν η μικρή, δεν είχε πού να την αφήσει. Τον Ιούνιο, όταν έκλεισε το νηπιαγωγείο, είχε βολευτεί με κάτι προγράμματα του Δήμου. Μετά την άφηνε στη μάνα της, άλλοτε πρωί άλλοτε απόγευμα, ανάλογα με τη βάρδια της. Κάθε μέρα το ίδιο σκηνικό. Ξυραφιές τα παράπονά της: «δεν σ’ αγαπάω μανούλα, δεν σ’ αγαπάω». Μαχαιριές οι φωνές και το κλάμα της. Ξεσήκωνε την πολυκατοικία. Την καταλάβαινε, όλη μέρα κλεισμένη στο δυάρι με την γιαγιά, σαν φυλακισμένη ήταν. Μα δεν είχε άλλη επιλογή. Τον άλλον ούτε που τον ένοιαξε. Τον πήρε, του εξήγησε την κατάσταση ήρεμα. Ασυγκίνητος. Στο τέλος δεν άντεξε, του έβαλε τις φωνές.
«Είναι και δικό σου παιδί, ρε γαμώτο»! Ούτε που την άκουσε, πήρε την γκόμενα και φύγανε στα νησιά.
«Τα είχαμε συμφωνήσει», της είπε, «τα καλοκαίρια θα την παίρνεις στο χωριό σου».
«Ναι, αλλά τότε ήταν αλλιώς. Τότε δούλευα στην εταιρία, την έστελνα στο χωριό, πήγαινα κι εγώ στην άδειά μου. Τότε η μάνα μου μπορούσε, τώρα με το ζόρι περπατάει. Δεν μπορώ να τις στείλω στο χωριό μόνες τους», μονολόγησε και γύρισε το βλέμμα της να δει αν την είχαν ακούσει οι λιγοστοί επιβάτες του τραμ. 
«Να τα σκεφτόσουν αυτά πριν μείνεις έγκυος, εγώ δεν ήθελα παιδί, στο είχα πει», της πέταξε το φαρμάκι. Ξαναήρθαν όλα ξανά στο μυαλό της.
«Αιτία διαζυγίου;», την είχε ρωτήσει ο δικηγόρος της, «τι να γράψω;».
«Εγκυμοσύνη», του είπε κι εκείνος έβαλε τα γέλια καθώς την είδε με την κοιλιά φουσκωμένη, ήταν ήδη στον έβδομο. Μετά σοβάρεψε καθώς του πέρασε μια ιδέα.
«Από άλλον;», την ξαναρώτησε διστακτικά.
«Όχι, του άντρα μου είναι αλλά δεν το θέλει, ούτε εμένα θέλει τώρα», απάντησε βουρκωμένη. «Του φόρτωσα ανεπιθύμητες ευθύνες, είπε». Την έπιασε νευρικό γέλιο, τα μάτια της έτρεχαν ποτάμι και στην κοιλιά της η αγέννητη Φωτεινούλα κλωτσούσε με μανία τον αμνιακό σάκο. Όντως ήταν για γέλια, το πιο γελοίο ζευγάρι του πλανήτη. Ο δικηγόρος σάστισε.
«Θα την απορρίψει», της είπε.
«Μη φοβάσαι, είμαι γερό σκαρί, μου είπε ο γιατρός, δεν κινδυνεύω», νόμιζε πως της μίλησε για το έμβρυο. Ο δικηγόρος ξανάβαλε τα γέλια.
«Ο δικαστής, λέω, θα την απορρίψει την αίτηση διαζυγίου». Ξεκαρδίστηκαν και οι δύο.
«Γράψε δεν τον θέλω, δεν με θέλει, δεν θελόμαστε, γράψε ό,τι θες, τέλος πάντων, αρκεί να βγει το κωλόχαρτο. Πατέρας να σου πετύχει!», είπε δυνατά ενώ το τραμ έστριβε στην παραλιακή. Ένας παππούς που πήγαινε το εγγονάκι του στη θάλασσα, παρεξηγήθηκε.
«Κάνε μας τη χάρη κυρά μου», της πέταξε. Ευτυχώς είχε φτάσει στη στάση της, κατέβηκε κι άρχισε να τρέχει.
Μέχρι να βγει το διαζύγιο, είχε γεννήσει. Δεν ήρθε καν να την δει, ούτε το επώνυμό του ήθελε να δώσει στη μικρή. «Να της δώσεις το δικό σου», της είπε στο τηλέφωνο, «έτσι και αλλιώς χωρίζουμε, σχεδόν εξώγαμο είναι». Στο ληξιαρχείο το έπαιξε προοδευτικός, ότι δήθεν υποχώρησε επειδή η μάνα ήταν μοναχοπαίδι, για να μη χαθεί το επώνυμο. Μη χαθεί το σπάνιο επώνυμο… Δημητροπούλου, ο γελοίος.
Αργότερα άλλαξε γνώμη καθώς κατάλαβε πως είχε νομικές ευθύνες. Υπογράψαμε και ένα χαρτί. Τα σαββατοκύριακα την έπαιρνε, της έκανε όλα τα χατίρια, της αγόραζε παιχνίδια και γλυκά και μετά άντε εγώ να την ξαναφέρω στα ίσια. Άσε που όταν έκλεισε η κωλοεταιρία κι έμεινα άνεργη δεν είχα και φράγκα. Αν δεν υπήρχε η σύνταξη της μάνας μου, θα είχαμε πεινάσει.
Έφτασε στο καφέ, στο τσακ. Το αφεντικό είχε αρχίζει να μουρμουρίζει. Ευτυχώς το μαγαζί ήταν άδειο ακόμα. Έπιασε να ετοιμάζεται, το μυαλό της ξεμπλόκαρε, για πότε πήγε πέντε ούτε που το κατάλαβε. Στην επιστροφή, στο τραμ, ξανά-μανά τα ίδια σκατά στο κεφάλι της. Τα έβαλε με τον εαυτό της καθώς είχε ξεχάσει ένα αυγό-σοκολάτα με παιχνιδάκι που είχε αγοράσει της μικρής, να την ξεγελάσει, μην αρχίσει πάλι τα παράπονα και την κλάψα. Μπήκε αγχωμένη στο ασανσέρ, πρώτος, δεύτερος, τρίτος, κατέβηκε. Πριν χτυπήσει το κουδούνι, άνοιξε η πόρτα.
«Μανούλα, μανούλα!», η Φωτεινή έτρεξε φωνάζοντας στην αγκαλιά της. Την γέμισε φιλιά. Την πήρε από το χέρι και κατέβηκαν από τις σκάλες. Το στόμα της πήγαινε ροδάνι. Έλεγε, έλεγε, έλεγε, έμαθε όλα τα παιδικά νέα της ημέρας, δηλαδή όλες τις εξελίξεις από τα καρτούν που είχε δει στην τηλεόραση.
«Μανούλα, χτες σου είπα ένα ψέμα», της πέταξε ξαφνικά με απολογητική διάθεση.
«Δεν πειράζει», απάντησε, «αρκεί να μην το ξανακάνεις».
«Είπα κάτι που σε στεναχώρησε», επέμεινε η Φωτεινή, «αλλά δεν ήταν αλήθεια».
«Σου είπα, δεν πειράζει».
«Είπα πως δεν σε αγαπάω αλλά δεν είναι αλήθεια», μουρμούρισε κοιτώντας τα πέδιλά της.
«Και ποια είναι η αλήθεια;», χαμογέλασε δήθεν απορημένη η μάνα.
«Η αλήθεια είναι ότι σε αγαπώ πολύύύ…», φώναξε δυνατά και της αγκάλιασε τα πόδια.
«Αυτό αξίζει ένα παγωτόόό…», φώναξε με τη σειρά της και την πήρε αγκαλιά.
Κάθισαν σε ένα παγκάκι. Σε λίγο δίπλα της ένας μικροσκοπικός κλόουν είχε πασαλείψει μύτη και μάγουλα με σοκολάτα και φράουλα.
«Χωράει η ευτυχία σε ένα παγωτό ξυλάκι;» αναρωτήθηκε κι έβαλε τα γέλια.
Θοδωρής Μπελίτσος
17 Αυγούστου 2017











ΝΙΚΗ ΡΕΠΑΝΗ " ΑΤΙΤΛΟ "


Πόσα χρόνια καρτέρευα ένα σου φιλί?
Πόσες ώρες λιγώθηκα στα ουρλιαχτά της σιωπής 
και περίμενα 
να δω το πρόσωπό σου στο φεγγάρι ! 
Πόσες στιγμές -αιώνες άπλωνα τα χέρια 
να σ' αγγίξω!
και τα μάτια χόρταιναν το θεσπέσιό σου όραμα!
Πόσος πόνος σ' ένα βλέμμα
που διάλεξε να μείνει φιλικό
ενώ ποθούσε μαρτυρικά την λύτρωση?
Και τα χείλη.....
πόσο διψασμένα για ένα σου φιλί?
Σε ζητάνε στην Αιωνιότητα τώρα ...
στο περατό Άπειρο...
στο ιδεατό Σύμπαν ...
στους Γαλαξίες μιας άλλης διάστασης....
Κραυγές απόγνωσης
που δένουν τον λυγμό τους
με το τραγούδι των πλανητών
και χορεύουν στο όνειρο
καθώς παίρνουν τις στροφές
στον αέναο ρυθμό τους......
Ρομινα 4/6/17



Περισσότερα ποιήματα της Νίκης Ρεπάνη ( Ρομινας ) εδώ :




ΤΑΣΟΣ Σ. ΜΑΝΤΖΙΟΣ - ME MIAN EYΛΑΒΕΙΑ ΤΡΕΜΑΜΕΝΗ

Helen Allingham - Baking Bread

Σαν να΄τανε Χριστούγεννα και Πασχαλιά μαζί, σαν να΄τανε της Παναγίας το πανηγύρι, κάθε που η μάνα,άνοιγε τον πυρωμένο φούρνο -έναν παλιό χωριάτικο ξυλόφουρνο, ρημάδι πια!... Κι έτσι μαυροντυμένη, από τα πένθη τα πολλά, έμοιαζε,ιέρεια του ψωμιού καθώς το έβγαζε αχνιστό και γέμιζε μοσχοβολιά,το σπίτι και τα χρόνια μας!... Πάντα,το σταύρωνε η μάνα το ψωμί, με μιαν ευλάβεια,τρεμάμενη και πάντα, έβγαζε μιαν άκρη, για τον πατέρα, που έτρωγε πικρό ψωμί στην ξενιτιά!... Κι ήμασταν,στόματα ανυπόμονα και λαίμαργα εμείς, αφού,μπροστά στην πείνα μας, μονάχα φτώχεια,ήτανε μεγαλύτερη!... Αυτά τα τρία,έλεγε,είνα τα ριζιμιά... Μονάχα αυτά,χρειάζεται,για να ευτυχήσει ο άνθρωπος, υγεία,ψωμί κι αγάπη... Και όταν μας συμβούλευε, όπως το φρέσκο το ψωμί,μας έλεγε, έτσι μες στην ζωή σας να πορεύεστε!... Σαν και την κόρα του,σκληρή, πάντα,να έχετε την θέληση και σαν την ψίχα του, ζεστή και μαλακή, έτσι,να΄ναι η καρδιά σας!... Τάσος Σ. Μάντζιος






ΕΣΠΕΡΟΣ - ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ


ΟΙ ΑΞΙΕΣ
Ισότητα,ελευθερία,δημοκρατία,δικαιοσύνη
αγαπημένες μου πολυτάραχες αξίες μου
αιώνια δίψα των ηλιαχτίδων πάνω στη γη
ηχείτε ως καμπάνες επιστράτευσης
και την ψυχή μου άγρυπνη κρατάτε
Αχ λύτρωση!!αναφωνείτε
αργυρωμένες με το αίμα τόσων και τόσων
που εκτελέστηκαν
που βασανίστηκαν
που φυλακίστηκαν
που εξαφανίστηκαν
γιατί είχαν το ύψος
στα χείλη σας κρασί να πίνουν
και αξιοπρέπεια για το αύριο να ζητήσουν
Η ελπίδα τους όμως έγινε άχυρο
σε βορινούς τόπους
που οργίαζαν περίτεχνα οι αυταπάτες
όταν το άρμα του στέμματος
του ολοκληρωτισμού ρίζωνε και ριγούσε
σε όλα τα φαράγγια και τις βίγλες
που το υνί ιρίδιζε
Ξένοι τρόποι και από αριστερά και από δεξιά
χλώμιασαν το φεγγάρι στα μάτια τους
χώμα δεν υπήρχε πια να τους σκεπάσει
Αγαπημένες μου αξίες πως να σας αρνηθώ
εγώ και άλλοι πολλοί λευκό πανί
Μάταιο!!άλλο δρόμο δε θωρώ
Τι κι αν καινούριο κόσμο-μου είπαν -θα βρω
Με νέους τρόπους οι κομισάριοι το χορτάρι αφανίζουν
και κάννες το νήμα της ζωής δεν ορίζουν
οι εχθροί ντυμένες Παναγίες
κι ο θάνατος ποτέ σε χαρτί δε θα γραφεί
Όμως δύσκολη πια σιωπή μου
στο χαρτί σπαρταράει η ταραχή μου
Άλλωστε τι άλλο μας μένει
μέσα από τους ηττημένους
ανθίζουν οι στόχοι
και γράφεται η ιστορία!!
✽  ✽  ✽  ✽  ✽  ✽
ΑΝΑΤΑΣΗ
Πήραμε τον ήλιο στο μπόι μας
Καυχηθήκαμε για την ύπαρξη μας
πάνω στα κύματα του καλοκαιριού
Για να λυτρώσουμε κάποια όνειρα μας
με ντύμα αλμυρού νερού
μέσα από τις θάλασσες που αγαπήσαμε
μέσα από τις θάλασσες που γέννησαν τις επιθυμίες μας
Κι αφού αναστενάξαμε και παφλάσαμε
μετρώντας όσο το δυνατόν περισσότερα αστέρια
στους ήμερους ουρανούς του Αυγούστου
κινήσαμε ήρεμοι στον ίδιο δρόμο
γεμάτοι υπερβάσεις
βλαστοί της νεανικότητας μας
που ποτέ δεν ξεριζώθηκαν από την ψυχή μας
καρποί πλασμένοι από ερωτοτράγουδα
και γλυκόλογα που δειπνούν με τον εαυτό μας
για να μας σύρουν στον κόσμο της ελπίδας
μέσα από τον παράλογο και ανορθόδοξο
αγέρα που αρθρώνει όλη την οικουμένη μας
Τι κι αν η ματαιοδοξία μας στις πλάτες μας
ντυμένη με στεγνά ρούχα
εμείς δεν θ' αρνηθούμε ποτέ την παιδικότητας μας
δεν θ' αρνηθούμε ποτέ το χαμόγελό μας
θα πάμε κόντρα στους Καλιγούλες των εποχών μας





Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ , ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ

Ed. Hopper, Κινηματογράφος, N. Υόρκη. 1939

Ανδρέας Εμπειρίκος  - Τα μυστικά του σινεμά


Τα μυστικά του σινεμά
Είναι σαν της ποιήσεως τη μαγεία
Είναι σαν ποταμός που ρέει
Εικών εικών και άλλες εικόνες
Κ αίφνης –διακοπή
Cut! Cut! Coupez!
(Παρών και ο clackman κάθε τόσο)
Κ έπειτα πάλι ο ποταμός
Κ έπειτα πάλι εικόνες
Και ουδέποτε χάνεται ο ειρμός
Όχι στο νόημα μα στη μαγεία
Όσο και αν ρέουν τα καρέ
Βωβού ή ομιλούντος
Σαν ποταμός που ρέει
Ή σαν κορδέλα που εκτυλίσσεται
Φθάνει να ρέει η κάθε εικόνα
Με άκραν συνέπειαν στον εαυτόν της
Φθάνει να ζει πλήρη ζωή η καθε μια
Τα μυστικά του σινεμά
Δεν είναι στο νόημα μα στην αλήθεια που έχουν
Τα ορατά οράματα κινούμενα μπροστά μας
Παράλογα ή λογικά
Τα μυστικά του σινεμά
Είναι και αυτά εικόνες.



J. French Sloan, Ταινίες. Πέντε Σεντς. 1907


Λουκάς  Κούσουλας - Θερινός κινηματογράφος

Μας πήραν στο λαιμό τους ένα-δυο ονόματα
ηθοποιών.η όλη υπόθεση
απεδείχθη για κλάματα.
Μείναμε ωστόσο. Πού να πηγαίνεις
περασμένη πια η ώρα,
χάνοντας ίσως από πάνω και τη δροσιά,
και τα εισιτήρια καλοπληρωμένα...
Αφρίσει-ξαφρίσει που λέει κι ο λαός.
Το πήραμε εξάλλου ελαφρά.
Ωραίο καλοκαιρινό βράδυ
με τον κόσμο να σμαριάζει χαρούμενος στα μπαλκόνια
και τα ουράνια πάνω μας
ανοιχτά.

Ξεχώριζαν κάτι αστέρια.
Από το ένα στο άλλο, χωρίς
να το καταλάβουμε καλά-καλά,
ανεπαισθήτως λοιπόν σχηματίσαμε,
θαμπή στην ανταύγεια με μια νέα ομορφιά,
τη Μεγάλη Άρκτο ολόκληρη.
Όχι, δεν ήταν μια χαμένη
βραδιά η περιπλάνησή μας στο απρόοπτο
καλοκαιρινό σινεμά.



William E. Rochfort, Friday Night Date




Τάσος Λειβαδίτης - Καντάτα

-Το βράδι έπεσε αθόρυβα κι ανέκκλητα
σαν τη σκιά του αιώνιου χωρισμού πάνω από έναν μεγάλον έρωτα.
Ανάβουν τα φώτα, οι απίθανες ρεκλάμες στους κινηματογράφους,
οι βιτρίνες με τους απαγορευμένους παραδείσους ,
μεταξωτά, μισόγυμνα φορέματα με πόδια και κεφάλι
παριστάνοντας απεγνωσμένα τις γυναίκες, λαχεία, νοσταλγίες,
τα μπαρ με τα ξένα ονόματα, κι οι τράπεζες που κλείνουν,
τα σκοτεινά χρηματοκιβώτια σα μεγάλα υδρωπικά φέρετρα
κι οι υπάλληλοι που πηγαινόρχονται πάνω στις άσπρες
και μαύρες πλάκες, σαν τα θλιβερά πιόνια
σ’ ένα πελώριο φανταστικό σκάκι – αόρατα χέρια
παίζουν ένα παιχνίδι τρομερό.



William E. Rochfort: Tickets for Two



 Μαγιακόφσκι  - Ποίημα για τον κινηματογράφο

Για σας ο κινηματογράφος είναι ένα θέαμα.
Για μένα είναι σχεδόν μία αντίληψη του κόσμου.
Ο κινηματογράφος είναι φορέας της κίνησης.
Ο κινηματογράφος ανανεώνει τις λογοτεχνίες.
Ο κινηματογράφος είναι τόλμη.
Ο κινηματογράφος είναι αθλητής.
Ο κινηματογράφος διαδίδει ιδέες.

---Μαγιακόφσκι 1922---



James Guentner: Art Cinema in the 1980s


Μίλτος Σαχτούρης  - Το Πρωί και το Βράδυ


Το πρωί
βλέπεις το θάνατο
να κοιτάζει απ’ το παράθυρο
τον κήπο
το σκληρό πουλί
και την ήσυχη γάτα
πάνω στο κλαδί
έξω στο δρόμο
περνάει
τ’ αυτοκίνητο-φάντασμα
ο υποθετικός σωφέρ
ο άνθρωπος με τη σκούπα
τα χρυσά δόντια
γελάει
και το βράδυ
στον κινηματογράφο
βλέπεις
ό,τι δεν είδες το πρωί

το χαρούμενο κηπουρό
το αληθινό αυτοκίνητο
τα φιλιά με το αληθινό ζευγάρι
ότι δεν αγαπάει το θάνατο
ο κινηματογράφος.



 David Stuttard, Scene Outside A Cinema, 1999

Τάκης Σινόπουλος - ΜΕΓΙΣΤΗ ΘΥΡΑ


Τότε μες στη βροχή σηκώθηκε ο μονόφθαλμος.
Το μούτρο του άσπρο σαν την κιμωλία ολάσπρο
καθώς ο βασιλιάς Ψαμμίτιχος στο φέρετρό του.
Κι εφώναξε.
Παράξενο άκουσα την άσπρη του φωνή
κι αναθυμήθηκα την καμαριέρα στον κινηματογράφο
μιας απαράγραπτης ρουτίνας.

Έλεγε λοιπόν:
βαδίστε ανοίχτε διάπλατα τούτες τις θύρες
πιάστε τη σκόνη που σας έφαγε τα δάχτυλα
διαβάστε τις γραφές ονόματα σβησμένα.
Κι ακούσαμε από πάνω μας φτερούγες
που δεν τις βλέπαμε όμως τις νιώθαμε
σε σύναξη πυκνή σωμάτων ή ίσκιων
κι ακούσαμε το μέγα ψίθυρο
ως να ’ρχονταν χιλιάδες αυτοκίνητα
κι ο βασιλιάς Ψαμμίτιχος
άσπρος μες τον καπνό των λόφων.



 Hilarie Lambert, The Aldine, Philadelphia


Τάκης Σινόπουλος  - ΜΑΡΙΑ

‘Εξω από το παράθυρο έλαμπε το πέλαγος.
Θα τρελλαθώ αν χαθεί το πέλαγος, είπε η Μαρία.
‘Εκρυβε με τα χέρια τη γυμνότητα,
παράφορη, γυρίζοντας
με μια τρομαχτικήν απόγνωση σ’ όλα τα κέντρα,
σ’ όλους τους κινηματογράφους της πρωτεύουσας.

Τον γύρευε. Ρωτούσε τους πορτιέρηδες επίμονα.
Παραξενεύονταν που δεν τον είχε ιδεί κανείς.
Πού νάναι; πού είναι; πες μου τώρα, πες μου εσύ.
Πάντα γυμνή, τόσο άμυαλη. Και ξάφνου
μέσα στο φως: Λευτέρη! φώναξε
κι όρμησε πάνς του. Μα εκείνος
είταν βουβός, πολύ βουβός, ένας χαμένος
ίσκιος. Και την έσυρε. Και πέθαναν.
Τους πήρε το τιμόνι στον κατήφορο, τους τσάκισε
τα κόκκαλα και τα νεφρά. Πολύν καιρό
κατόπι μας βασάνισε η ψυχή τους.




Cinematographer's Dream Painting by Gregg Chadwick


Τίτος Πατρίκιος - Όπως οι ήρωες των Γουέστερν

Τον μάγευαν οι ήρωες των γουέστερν.
Ύστερα από περιπέτειες που είχε περάσει
Κι αυτός δεν ήθελε να τον αγγίζουν
Να τον αγαπούν, να τον θαυμάζουν,
Δεν ήθελε να είναι αντικείμενο
Ούτε των εντονότερων αισθήσεων,
Των πιο υψηλών συναισθημάτων.
Απαιτούσε ολομόναχος ν’ αποφασίζει
Πότε και ποιον προσωρινά θ’ αγγίξει
Θ’ αγαπήσει, θα θαυμάσει,
Απαιτούσε αυτός να δίνει τέλος
Σ’ ό,τι από μόνος του είχε αρχίσει.
Την ώρα που έφευγε
Κάτι αλλιώτικο προσπάθησε να πει
Όμως τα λόγια μείναν μέσα του
Κανένας τίποτα δεν άκουσε
Κανένας τίποτα δεν μπόρεσε να καταλάβει.



 Πίνακας - Φραγκίσκος Δουκάκης


Τίτος Πατρίκιος  - Στον κινηματογράφο

Ευγενικά ακουμπάμε δίπλα-δίπλα
γελάμε ή συγκινιόμαστε
ο διώκτης κι ο κυνηγημένος
ο βασανισμένος κι ο βασανιστής
ο εραστής και ο σύζυγος.
Για δυο ώρες μοναχά μες στο σκοτάδι
ήρεμοι, άγνωστοι και φιλικοί.



lado tevdoradze art


Γ. Σεφέρης  - Τρίτη 
( Απόσπασμα )

Την άνοιξη του '23 στο λουτρό της
πέθανε η Λίβια Ρίμινι, τ' αστέρι·
τη βρήκανε μέσα στ' αρώματα νεκρή
και το νερό δεν είχε ακόμη κρυώσει
Ωστόσο χτες στον κινηματογράφο
με κοίταζε με τ' άχρηστά της μάτια।



 Πίνακας - Φραγκίσκος Δουκάκης


Ντίνος Χριστιανόπουλος 

«καλύτερα να πάμε σινεμά» μου είπε
«βαριέμαι στο δωμάτό σου»
παράξενα παιδιά: προτιμούνε
να καυλώνουν εξ αποστάσεως
παρά εξ επαφής


Πίνακας - Φραγκίσκος Δουκάκης


Σοφία Γουργουλιάνη "Τα θερινά δεν έχουν ιστορία"

Τα θερινά σινεμά δεν έχουν ιστορία. Κανείς δεν ξέρει πότε πρωτοεμφανιστήκανε στον κόσμο. Ούτε ποιος είναι ο πρώτος άνθρωπος που είδε ποτέ ταινία σε θερινό σινεμά.

Φήμες λένε, πως η πρώτη ταινία που παίχτηκε ήταν η Βιριδιάνα. Φήμες λένε πως ,ακόμα τότε, δεν υπήρχανε κυλικεία με μπύρες και ποπ-κορν. Με αποτέλεσμα οι νηφάλιοι και νηστικοί θεατές να μην καταλάβουν τους συμβολισμούς του Μπουνιουέλ και να φύγουν απογοητευμένοι.

Φήμες, επίσης, λένε πως η επόμενη ταινία που παίχτηκε, με συνοδεία ποπ-κορν και μπύρας, ήταν η Περιφρόνηση. Τα υπέροχα χρώματα του Γκοντάρ και τα γαλάζια νερά της Σικελίας μαγέψανε τους θεατές. Με αποτέλεσμα να διαφανεί για πρώτη φορά η δυναμική του νεόκοπου «θερινού σινεμά».
Τις φήμες αυτές τις διαδίδει ο μπαμπάς μου. Έρχεται κάθε βράδυ στο κρεβάτι μου πριν κοιμηθώ και μου λέει για εκείνη τη φορά που είδε το Αλφαβίλ με τον αδερφό του στο Ζέφυρο στα Πετράλωνα. Φύσαγε ένα ελαφρύ αεράκι και το κυλικείο κέρναγε ουίσκι. Ο μπαμπάς μου δεν έχει αδερφό. Μου λέει και για εκείνη τη φορά που πήγε με ένα κορίτσι να δούνε το BeforeSunrise στο Σινέ Παρί. Φύγανε και οι δύο κλαίγοντας. Και η Ακρόπολη στο βάθος φαινότανε θολή από τα δάκρυα. Ο μπαμπάς μου δεν είχε γνωρίσει κανένα κορίτσι πριν από τη μαμά μου. Κι εγώ το 1995, όταν πρωτοβγήκε το Before Sunrise, ήμουνα ήδη έξι ετών.

Αν υπήρχαν θερινά σινεμά όλο το χρόνο, θα ήμουνα ευτυχισμένη. Θα μπορούσα να είμαι, πάλι, έξι χρονών, ο μπαμπάς να μου ψιθυρίζει στο αυτί τα βράδια ιστορίες για το Κουρδιστό Πορτοκάλι ή για το Pretty Woman. Να μου μαθαίνει την Αρλέτα και να τραγουδάμε παρέα Batida de Coco. Εγώ να του λέω πως θα ‘ θελα να γκρεμίσουμε τους τοίχους για να κοιμόμαστε όλοι μαζί κι εκείνος να απαντάει ότι αυτά γίνονται μόνο στις ταινίες.

Αν υπήρχαν θερινά σινεμά όλο το χρόνο, θα ήμουνα ευτυχισμένη. Θα μπορούσαμε να βλέπουμε ταινίες κάθε βράδυ με ανοιχτή τη μπαλκονόπορτα. Να κλαίω κάθε βράδυ με τον έρωτα που δε τελειώνει ποτέ στην Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού. Να μου αγγίζεις τη ρώγα γιατί μ’ αγαπάς. Να μου κάνεις έρωτα την ώρα που κλείνουν τα μάτια μου γιατί νύσταξα και το πρωί δουλεύω και γιατί με νανουρίζει το καλοκαιρινό αεράκι. Και ο έρωτας σου να μοιάζει κάθε φορά διαφορετικός και υπέροχος, ακριβώς όπως οι ταινίες του Χέρτζογκ. 

Αν υπήρχαν θερινά σινεμά όλο το χρόνο, θα ήμουνα ευτυχισμένη. Θα μπορούσα να σε τραβάω στο Ζέφυρο. Κι εσύ να έρχεσαι γιατί υποσχέθηκα να σε κεράσω ποτό μετά. Και μπροστά μας να κάθεται η Ζιλί Ντελπί ή η Ζιλιέτ Μπινός. Κι εγώ να χαίρομαι γιατί έτσι ίσως δε θα βαρεθείς στο Αγκίρε. Ίσως όταν τελειώσει να σε ρωτήσω αν σ’ άρεσε. Και ίσως να σ’ άρεσε στ’ αλήθεια. Να συζητήσουμε λίγο για το βλέμμα του Κλάους Κίνσκι και για την τρέλα του πολέμου. Μετά να μου πεις πόσο όμορφη είναι από κοντά η Ζιλιέτ Μπινός και να καθίσουμε σε εκείνο το γωνιακό μπαράκι με τις κρεμασμένες καρέκλες για διακόσμηση και τα ψηφιδωτά στο μπαρ. Να πάει η ώρα δύο και να φύγουμε επειδή άρχισα να κρυώνω και ξέχασα να πάρω τη ζακέτα μου.

Τα θερινά σινεμά δεν έχουν ιστορία. Κανείς δεν ξέρει πότε πρωτοεμφανιστήκανε στον κόσμο. Ούτε ποιος είναι ο πρώτος άνθρωπος που είδε ποτέ ταινία σε θερινό σινεμά.
Σοφία Γουργουλιάνη



ΜΟΥΣΙΚΗ 





Στίχοι: Λουκιανός Κηλαηδόνης
Μουσική: Λουκιανός Κηλαηδόνης


Φεύγουν τα καλύτερα μας χρόνια
ώρα με την ώρα βιαστικά
νιάτα που περνούν
που δεν θα ξαναρθούν
κι εκείνο που βλέπω
να μένει τελικά

Είναι κάτι νύχτες με φεγγάρι
μες τα θερινά τα σινεμά
νύχτες που περνούν
που δεν θα ξαναρθούν
μ' αγιόκλημα και γιασεμιά

Φεύγουν τα καλύτερα μας χρόνια
κάποιος μας τα κλέβει μυστικά
χρόνια που περνούν
που δεν θα ξαναρθούν
κι εκείνο που βλέπω να μένει τελικά

Είναι κάτι νύχτες με φεγγάρι
μες τα θερινά τα σινεμά
νύχτες που περνούν
που δεν θα ξαναρθούν
μ' αγιόκλημα και γιασεμιά



Στίχοι:Ξενοφώντας Φιλέρης
Μουσική:Κώστας Χατζής


Σ' ένα σινεμά απ' τα θερινά
Σαν μαργαριτάρι πάνω απ' το πανί
Σ' ένα σινεμά απ' τα θερινά
Σκάει το φεγγάρι μέσα στη σκηνή.

Πέφτουνε οι τίτλοι κι αρχίζει η ταινία
Πρώτο πλάνο κι αρχίζει το κακό
Πρώτο πλάνο που θυμίζει τη Βοσνία
Πρώτο πλάνο και το πρώτο φονικό

Κι από φονικό σ' άλλο φονικό
Βγαίνει το φεγγάρι
Απ' το σκηνικό
Κι από φονικό σ' άλλο φονικό
Μέσα στο σκοτάδι χάθηκα κι εγώ.

Σ' ένα σινεμά απ' τα θερινά
Εκεί που πάνε μόνο οι ρομαντικοί
Σ' ένα σινεμά απ' τα θερινά
Μπήκαν στην οθόνη όλοι οι μανιακοί.

Μπαίνει ο ράμπο
Κι αρχίζει να σκοτώνει
Μπαίνει ο ράμπο
Και ματώνει η σκηνή
Κι όσο πάει κοκκινίζει η οθόνη
Και το αίμα στάζει έξω απ' το πανί
Κι από φονικό σ' άλλο φονικό
Φεύγει το φεγγάρι
Απ' το σκηνικό
Κι από φονικό σ' άλλο φονικό
Μέσα στο σκοτάδι χάθηκα κι εγώ.

Και ποτέ ξανά και ποτέ ξανά
Να μην δω ποτέ μου τέτοιο σινεμά
Μάρτυς μου ο Θεός
Μάρτυς μου ο Θεός φεύγω
Απ' το σκοτάδι και γυρνώ στο φως.






Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Στίχοι: Άρης Δαβαράκης


Σαν παλιό σινεμά και σαν τη Χαλιμά
που μιλάει με τα παιδιά
σου κρύβω την αλήθεια
κι αφήνω από τα στήθια μου να βγουν
παραμύθια για κείνους π' αγαπούν

Για στιγμές μυστικές για λάμψεις μαγικές
γι' αγκαλιές ερωτικές για νύχτες φωτεινές

Σ' αγκαλιάζω στο σκοτάδι
σε τυλίγω μ' ένα χάδι
τώρα είμαι γυμνός
μοιάζω σαν Θεός
φωτεινός δυνατός,
μπορείς να μ' αγαπήσεις
μπορείς να μου φωτίσεις μια στιγμή
το κορμί μου είναι μόνο η αφορμή

Για στιγμές μυστικές για λάμψεις μαγικές
γι' αγκαλιές ερωτικές για νύχτες φωτεινές




ΤΑΙΝΙΑ -  Σινεμά ο Παράδεισος

Το Σινεμά ο Παράδεισος (πρωτότυπος τίτλος: Nuovo Cinema Paradiso) είναι ιταλική ταινία του 1988 σε σκηνοθεσία και σενάριο του Τζουζέπε Τορνατόρε.

Ρώμη, δεκαετία του 80. Ο διάσημος σκηνοθέτης Σαλβατόρε Ντι Βίτα γυρίζει σπίτι του, όπου η ερωμένη του του λέει ότι τηλεφώνησε η μητέρα του για να ενημερώσει πως πέθανε ο Αλφρέντο. Επίσης, ο Σαλβατόρε δεν έχει πάει στο χωριό του, το Τζιανκάλντο στη Σικελία, εδώ και 30 χρόνια.

Τότε αρχίζει μια ιστορική αναδρομή, που ξεκινά από τα παιδικά χρόνια του Σαλβατόρε. Στο σινεμά της γειτονιάς του, το Cinema Paradiso, ο Σαλβατόρε (Τότο) πηγαίνει συχνά και γίνεται φίλος με τον άντρα που προβάλλει τις ταινίες, τον Αλφρέντο. Στο σινεμά πηγαίνει πολύς κόσμος και ο παπάς ζητά από τον Αλφρέντο να κόβει τις σκηνές με τα φιλιά, καθώς τις θεωρεί ανήθικες.

Μία μέρα, δημιουργείται επιπλοκή και η αίθουσα που βρίσκεται ο Αλφρέντο παίρνει φωτιά. Τότε ο μικρός Τότο τρέχει και σέρνει τον Αλφρέντο έξω, σώζοντας τη ζωή του.

Μετά από μια δεκαετία, ο Σαλβατόρε είναι μαθητής λυκείου και δουλεύει στο Cinema Paradiso, προβάλλοντας ταινίας. Μια μέρα τον επισκέπτεται ο Αλφρέντο και αποκαλύπτεται πως είναι τυφλός, κάτι που του συνέβη τη νύχτα που κάηκε το σινεμά. Ο Σαλβατόρε είναι ερωτευμένος με την Έλενα, την κόρη ενός τραπεζίτη. Μετά από πολλή προσπάθεια κάνουν σχέση, όμως χωρίζουν λόγω της άρνησης του πατέρα της.
Ο Σαλβατόρε απογοητευμένος, πηγαίνει στον στρατό και στέλνει συνεχώς γράμματα στην Έλενα, χωρίς ανταπόκριση. Όταν γυρίζει στο χωριό του, ο Αλφρέντο τον παρακινεί να φύγει για πάντα από εκεί και να μην ξαναγυρίσει πίσω, ούτως ώστε να εκπληρώσει τα όνειρά του.
Πίσω στο σήμερα, ο Σαλβατόρε γυρίζει στο χωριό του για την κηδεία του Αλφρέντο. Έχει αλλάξει πολύ η όψη της περιοχής και το Cinema Paradiso είναι ένα ερείπιο. Ο ιδιοκτήτης τον πληροφορεί πως έχει κλείσει εδώ και 6 χρόνια και πως σε λίγες μέρες θα το γκρεμίσει ο δήμος για να το κάνει πάρκινγκ.
Η χήρα του Αλφρέντο του λέει πως του έχει αφήσει κάτι. Ο Σαλβατόρε το παίρνει στο σπίτι του και βλέπει πως είναι μια σειρά από φιλμς. Έπειτα, βλέπει ένα βίντεο που είχε τραβήξει παλιά, στο οποίο προβάλλεται η Έλενα, και η μητέρα του του λέει πως όσες φορές τον έχει πάρει τηλέφωνο, έχουν βγει απαντήσει πολλές γυναίκες, όμως καμία δεν ακούγεται σαν να τον αγαπάει. Επίσης, του λέει πως δεν του κρατά κακία που δεν πήγε να την δει 30 χρόνια.
Γυρνώντας στη Ρώμη, ο Σαλβατόρε προβάλλει τα φιλμς που του άφησε ο Αλφρέντο, τα οποία περιέχουν όλες τις σκηνές με τα φιλιά που του είχε πει ο παπάς να κόψει. Ο Σαλβατόρε αισθάνεται αγαλλίαση και ξεσπά σε κλάματα.




πηγές
https://www.vakxikon.gr
http://kokkinoprwi.blogspot.gr/
http://annagelopoulou.blogspot.gr
http://poihshkaipoihtes.blogspot.gr
https://el.wikipedia.org/
http://newstarcinemapoetry.blogspot.gr
https://nickredfern.wordpress.com/

https://ejournals.epublishing.ekt.gr/





Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

ΤΑΣΟΣ Σ. ΜΑΝΤΖΙΟΣ - ΣΕΜΝΕΣ ΣΥΝΙΣΤΑΜΕΝΕΣ

Κάνε τους δρόμους μας,ορθάνοιχτους και άσπρα, τα πανιά των γυρισμών μας... Το φως σου,το ιλαρό και το ανέσπερο, στείλε,τα βήματά μας να φωτίζει... Ανιδιοτελείς να είναι οι μέρες μας κι ανυστερόβουλες οι νύχτες... Τα λόγια να΄ναι και οι πράξεις μας, σεμνές συνισταμένες... Να΄χουμε,κάνε,το χαμόγελο στα χείλη και στα μάτια... Στείλε μας τη λιακάδα σου!... Μα,αν δεν είναι μπορετό κι αν είναι να΄ρθουν σύννεφα, δείξε το μέγα σου έλεος, με την στοργή σου,σκέπασέ μας... Κάνε,μικρά να είναι σύννεφα... Μικρά να είναι κάνε, για ψιχάλισμα!... Κι όταν το τέλος,θε να΄ρθεί, δώσε,να΄χει καθένας μας, αυτό,που πλήρης ημερών, ευχήθηκε για τέλος του... Κι αξίωσέ μας, να μείνουν,περισσότερα ποιήματα, απ΄όσα,πίσω μας θ΄αφήσουμε απορρίματα!... Τάσος Σ. Μάντζιος






ΟΥΡΑΝΙΑ ΒΑΣΙΛΑΤΟΥ - ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Φωτογραφία Maria Kalfopoulou 

Κλεισμένος
στ' άβατο αμπάρι,
καταχείμωνο ψυχής,
ιστορίες πλάθω,
παραμύθια ζωγραφίζω..
Η οσμή
του μύκητα της μούχλας
καίει τα ρουθούνια.
Το καμένο
των ιστών των σκέψεων
ρέει στις φλέβες.
Σάπια τα πνευμόνια
δίνουν στίγματα ανάσας
μ' οξυγόνονο νοθευμένο.
Τα οξέα στο στομάχι
λιώνουν κάθε στιγμή
ευχάριστης βρώσης.
Χαιρετώ σας
ήλιε και φεγγάρι μου.
Έχασα το φως
εδώ και καιρό.
Ψυχή τυφλή
μέσα σε δηλητήρια πνιγμένη.
ΟΒ





ΗΛΙΑΣ ΠΑΡΑΘΥΡΑΣ " Τσίρκο τεράτων "

Φέρτε τα τέρατα Ηρθε ο κόσμος να τα δει την γυναίκα με το μούσι τον άντρα με τα δυο κεφάλια το παιδί με τα τρία χέρια Τον νάνο και τον γίγαντα Ν'αρχίσει η παράσταση να γελάσουν να χλευάσουν οι φυσιολογικοί οι κανονικοί Οι σεβαστοί νοικοκυραίοι Ό,τι κάνουμε σήμερα Αύριο Κυριακή μέρα του Θεού Το τσίρκο μας θα ναι κλειστό Το κοινό μας δίνει παράσταση Στο τσίρκο με τον τρούλο Ο Χριστός θα δει και θα θαυμάσει Την μάνα που ευνουχίζει τον γιο της Τον έμπορο που κλέβει στο ζύγι Τον πατέρα που η κόρη του φοβάται Αύριο μέρα Κυρίου Θα δοθούν εξαιρετικές ερμηνείες Και παράδοξα πολλά θα συμβούν Κάποιος χοντρός θα μιλήσει Για την αρετή της εγκράτειας Άρπαγες θα κάνουν ελεημοσύνη Υπερόπτες θα χαμηλώσουν το βλέμμα Και οι αδάκρυτοι θα δακρύσουν Ξεσπώντας σε λυγμούς Εμείς τα τέρατα του τσίρκου Ποιητές φιλόσοφοι και στοχαστές Από Δευτέρα πάλι κοντά σας Ηλίας Παραθυρας



ΠΕΡΣΑ ΖΗΚΑΚΗ " ΑΛΑΛΟΥΜ "

photo: Philip Mckay

Αλαλούμ
στα πορτοπαράθυρα της μελαγχολίας,
στις ιδρωμένες σκέψεις του καλοκαιριού,
στις βουκαμβίλιες που αναίτια ξεράθηκαν,
στις εμπειρίες που δεν πρόφτασαν το λεωφορείο των παρά πέντε
στα κρησφύγετα του μυαλού που κρύβονταν ληστές πόθοι
στις στιγμές που έγιναν θύματα πλειστηριασμών


αλαλούμ
στην υγιεινή διατροφή που τάιζε αποστειρωμένα όνειρα
στα σώματα που χόρτασαν με δίαιτες ψαγμένες
στους φωσφορίζοντες τίτλους της μαρκίζας
ενός θεάτρου χωρίς καθίσματα
στους ταξιθέτες που έμειναν άνεργοι
στη πτώχευση που φορούσε μαύρα 

αλαλούμ
στις δωρεάν παραστάσεις μόνο για ορθίους
στα μπλοκαρισμένα φρένα των λόγων
στα παρουσιολόγια
των αξιώσεων που θάφτηκαν
σε χώματα κεκοιμημένων επιθυμιών,
στην αποστήθιση των "χαικού" που ουδέποτε γράφτηκαν

αλαλούμ
στους σπασμένους κώδικες της ψυχής της Αντιγόνης
στις διεκδικήσεις της Ηλέκτρας
στους ξεπεσμένους ερωτισμούς τής Φαίδρας
στην ελεύθερη βούληση που μάχεται το αδιέξοδο με φόβο
στους πολέμους που κάρφωσαν την ελευθερία της ύπαρξης
σε χειροποίητους σταυρούς

Αλαλούμ
στις ψυχές των ολετήρων
που με βάσκανο οφθαλμό
εξαφάνισαν
την ύπαρξη των εύθραυστων υλικών
με τα οποία κάποιοι αιθεροβάμονες
συναρμολογούσαν τον ουρανό τους.



Πέρσα Ζηκάκη
"μιας στιγμής και μιας αιωνιότητας κραδασμοί"
από ανέκδοτη συλλογή 







ΒΑΣΩ ΚΟΣΜΙΔΟΥ - ΙΟΡΔΑΝΟΥ " Ψεύτικο εγώ "


Ζούμε
σ' ένα κόσμο
που
θέλεις
να είσαι
αυτό
που δεν είσαι.
Ψάχνεις
μια μάσκα
ν' αρέσει
στους άλλους...
και
ας πληγώνει
το πραγματικό
πρόσωπό σου.
Πονάς,
πληγώνεις,
ματώνεις
τη ψυχή σου...
Στο
τέλος
γίνεσαι
ένας
άλλος...
Λάμπεις
σαν
ψεύτικος χρυσός,
μέσα
στον
ψεύτικο εαυτό σου.
Ψάχνεις
"ταυτότητα"
στ' αζήτητα...
και
σκίζεις
στη μνήμη
τη δική σου...
Φτιάχνεις
ένα "εγώ"
γεμάτο
χρυσωμένο
εγωισμό,
άγνωστο
από τον ίδιο σου
τον εαυτό...
Και
όταν
σου ζητούν
"ταυτότητα"
ψάχνεις
να βρεις
στο ψεύτικο
"εγώ" σου
γνησιότητα...
Από τη συλλογή: Δραπετεύουσες Σκέψεις







Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

Πιότρ Αλεξέγιεβιτς Κροπότκιν (9 Δεκεμβρίου 1842-8 Φεβρουαρίου 1921)

Εξέχων Ρώσος αναρχικός και ένας από τους πρώτους θεωρητικούς του αναρχοκομμουνισμού. Ήταν φιλόσοφος, συγγραφέας βιβλίων, άρθρων και επιστημονικών μελετών αλλά και ζωολόγος, θεωρητικός της εξέλιξης και γεωγράφος. 
Γεννήθηκε στη Μόσχα στις 9 Δεκεμβρίου του 1842 καταγόμενος από μια οικογένεια υψηλής ρωσικής αριστοκρατίας. Η μητέρα του ήταν κόρη Κοζάκου στρατηγού και ο πατέρας του προερχόταν από την δυναστεία των Ρούρικ η οποία κυβερνούσε τη Ρωσία πριν από τους Ρομανώφ. Η οικογένεια του διέθετε τεράστιες εκτάσεις και χίλιους διακόσιους άρρενες δουλοπάροικους σε τρεις επαρχίες.
Σε ηλικία 14 ετών, κατετάγη στο επίλεκτο "Σώμα των Ακολούθων" στο οποίο εκατόν πενήντα παιδιά υψηλής αριστοκρατίας λάμβαναν στρατιωτική εκπαίδευση και μόρφωση. Το σώμα αυτό έδρευε στα ανάκτορα του Τσάρου, υπό την εποπτεία του. Η άμεση επαφή του Κροπότκιν με τον Τσάρο Αλέξανδρο II, ενίσχυσε τον σκεπτικισμό του νεαρού Κροπότκιν απέναντι στο φιλελεύθερο προφίλ που προέβαλε αυτός, αν και επικρότησε την κατάργηση της δουλοπαροικίας το 1861. Κατά την παραμονή του στην Αγία Πετρούπολη, ο Κροπότκιν ενδιαφέρθηκε για την κατάσταση της αγροτικής τάξης και ασχολήθηκε με τους Γάλλους Εγκυκλοπαιδιστές και την γαλλική ιστορία. Στην περίοδο από το 1857 ως το 1861, η Ρωσία γνώρισε μια μεγάλη πνευματική άνθιση. Σε αυτή την εποχή ο Κροπότκιν ήρθε σε επαφή με τις νέες επαναστατικές τάσεις και συμπέρανε ότι ταυτίζονται με τις δικές του απόψεις.
Το 1862 προήχθη σε αξιωματικό του στρατού και επέλεξε να υπηρετήσει στη Σιβηρία σε αντίθεση με γόνους άλλων αριστοκρατικών οικογενειών που υπηρετούσαν σε κοντινές περιοχές στην Αγία Πετρούπολη. Αργότερα ορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος του κυβερνήτη της Σιβηρίας, Ιρκούτσκ. Το 1864 ηγήθηκε μιας μεγάλης γεωγραφικής αποστολής για τη χαρτογράφηση μεγάλου μέρους της Σιβηρίας, η οποία στέφθηκε με επιτυχία.


Το 1866 άρχισε να μελετά αναρχικούς: τον Πιερ-Ζόζεφ Προυντόν, τον Στιουαρντ Μιλ και τον Αλεξάντερ Χέρντσεν. Αυτό σε συνδυασμό με την διαμονή του στη Σιβηρία και την επαφή του με την φτωχή αγροτική ζωή, τον οδήγησαν να δηλώσει δημόσια αναρχικός το 1872. Το 1867 παραιτήθηκε από τον στρατό και άρχισε πανεπιστημιακές σπουδές Μαθηματικών και εργάστηκε ταυτόχρονα στη γραμματεία της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρίας, βρίσκοντας αντίθετο τον πατέρα του που τον αποκληρώνει. Για την εξαιρετική δουλειά  του, του προτάθηκε η θέση του Γραμματέα της Εταιρίας την οποία αρνείται λέγοντας ότι οι καινούργιες ανακαλύψεις δεν παρουσιάζουν κανένα ενδιαφέρον και το καθήκον των διανοούμενων είναι να επιμορφώνουν το λαό. 


    Το 1872 έγινε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Εργατών (ΔΕΕ) στη Γενεύη, όμως διαπίστωσε διαφορά των αντιλήψεων του με αυτή και επιστρέφοντας στη Ρωσία, προσχώρησε στον "κύκλο Τσαϊκόφσκι" (ρωσική επαναστατική εταιρία) όπου λειτουργεί σαν συνδετικός κύκλος ανάμεσα στην αριστοκρατία και τους επαναστάτες, κάνοντας συστηματική προπαγάνδα σε εργάτες και αγρότες. Το 1874 συνελήφθη και φυλακίζεται για ανατρεπτική πολιτική δράση. Στη φυλακή ολοκλήρωσε τις σοβαρές του μελέτες για την εποχή των παγετώνων. Πριν τη δίκη του μεταφέρεται στις φυλακές της Αγίας Πετρούπολης απ' όπου δραπέτευσε. Τα ξημερώματα επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο για την Αγγλία. 
Το 1878 εξέδωσε την αναρχική εφημερίδα La Revolte και δημοσίευσε πολλές μελέτες και άρθρα. Το 1881 μετά τη δολοφονία του Τσάρου, ο Κροπότκιν απελαύνεται από την Ελβετία και κατέφυγε στη Γαλλία.. Το 1883 συνελήφθη και φυλακίστηκε, όμως το 1886 απελευθερώνεται λόγω έντονων διαβημάτων στη Γαλλική Βουλή. Έτσι κατέφυγε στην Αγγλία και έζησε στο Λονδίνο και το Μπράιτον ως το 1917.
    Με την επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917 αποφάσισε να επιστρέψει στη Ρωσία μετά από 40 χρόνια εξορίας. Εκεί τον υποδέχθηκαν 60.000 άτομα καθώς και ο Α. Κερένσκι (μέλλον πρωθυπουργός της Ρωσίας). Του πρότεινε το Υπουργείο Παιδείας αλλά ο Κροπότκιν αρνήθηκε. Αρχικά ενθουσιάστηκε με τη νέα κατάσταση, όμως μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, κατέκρινε σε επιστολές του τον Λένιν για τον αυταρχικό σοσιαλισμό των μπολσεβίκων.
 Ένα κρυολόγημα του στα μέσα Ιανουαρίου του 1921 εξελίχθηκε σε πνευμονία. Όταν ενημερώθηκε ο Λένιν, έστειλε ειδικό τρένο με γιατρούς και τρόφιμα στη πόλη όπου έμενε, Ντμιτρόφ. Το πρωί της 8ης Φεβρουαρίου του 1921 όμως ο Κροπότκιν λύγισε στην ασθένεια του. Η κηδεία του ήταν η τελευταία μαζική συγκέντρωση αναρχικών στη Ρωσία. 



Ιδέες

Ο Κροπότκιν πίστευε σε μια αναρχοκομμουνιστική κοινωνία απαλλαγμένη από την κεντρική εξουσία και βασισμένη πάνω σε πυρήνες εθελοντικής συνεργασίας των εργατών. Κατηγόρησε ότι τα οικονομικά συστήματα του καπιταλισμού και της φεουδαρχίας είναι ένας λάθος τρόπος ανάπτυξης της οικονομίας. Είχε πρότυπο τις ομοιογενείς κοινότητες των χωριών που ζουν από τις καθημερινές εργασίες των χωραφιών και των τεχνών. Τέτοιες όπως αναφέρει, υπήρξαν από τα πρώτα κιόλας μεταναστευτικά ασιατικά κύματα στην Ευρώπη, έως την εποχή των απέραντων ελεύθερων εκτάσεων του Μεσαίωνα, προτού αυτές καθοριστούν ως κράτη και διαιρεθούν από τα αστικά κέντρα εξουσίας.  Υποστηρίζει ότι ο μόνος δίκαιος νόμος είναι ο ηθικός νόμος, αυτός που καθορίζεται από κάθε μικρή κοινότητα ξεχωριστά που καθορίζονται αυτόματα και αυτούσια από τα μέλη της. Επιδεικνύει ότι πηγή των προβλημάτων είναι η οποιαδήποτε συγκέντρωση εξουσίας. 

Έργα

Η κατάκτηση του ψωμιού
Αναμνήσεις ενός επαναστάτη
Η μεγάλη γαλλική Επανάσταση
Προς τους νέους
Αγροί, εργοστάσια, εργαστήρια
Αναρχική Ηθική
Αναρχία, η φιλοσοφία της και το ιδανικό της
Το κράτος και ο ιστορικός του ρόλος
Αλληλοβοήθεια. Ένας παράγοντας της εξέλιξης
Διανοητική και Χειρωνακτική εργασία
Σύγχρονη επιστήμη και αναρχισμός
Νόμος και εξουσία
Φυλακές και καταπίεση
Αναρχισμός και αναρχοκομμουνισμός
Η αναρχία στην σοσιαλιστική εξέλιξη
Η αναρχική οργάνωση της κοινωνίας
Λόγια ενός επαναστατημένου
Το πνεύμα της επαναστάσεως

Κείμενα

    Όταν ο Κροπότκιν προσεκλήθη από τον Ζαν Γκραβ (Εκδότη του περιοδικού Les Temps Nouveaux) για να συμμετέχει σε μια σειρά διαλέξεων στο Παρίσι το Μάρτιο του 1896 διάλεξε 2 θέματα: το κράτος και ο ιστορικός του ρόλος και Αναρχία: φιλοσοφία της και το ιδανικό της. Οι διαλέξεις αυτές δεν έγιναν ποτέ. Είχε συμπέσει η επίσκεψη του με αυτή του Διαδόχου του Ρωσικού Θρόνου στη Νίκαια όπου θα γινόταν δεκτός από εκπροσώπους της Γαλλικής Κυβέρνησης. Εκείνη την εποχή "μαγειρευόταν" η γαλλορωσική συμμαχία η οποία ήταν πολύ σημαντική για τη Γαλλία και οι γαλλικές αρχές δεν ήθελαν διαδηλώσεις στο Παρίσι, εκτιμώντας ότι οι διαλέξεις θα είχαν περίπου 4 με 5 χιλιάδες άτομα. Κατεβαίνοντας από το πλοίο ο Κροπότκιν, συνελήφθη από την αστυνομία, τον ενημέρωσαν ότι υπάρχει οδηγία απέλασης με επιστολή από τον ίδιο τον Μπουρζουά (πρωθυπουργό της Γαλλίας). Έτσι έφυγε με το επόμενο πλοίο. 

Βέρνον Ρίτσαρντς-Απόσπασμα από το προεκλογικό σημείωμα του στην αγγλική έκδοση του 1986

"Όλες οι προσπάθειες επανένωσης κάτω από έναν κεντρικό έλεγχο των φυσιολογικά διαχωρισμένων τμημάτων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, είναι καταδικασμένες να αποτύχουν

Πιοτρ Κροπότκιν  "Γράμμα στους εργάτες της Δυτικής Ευρώπης" 

«Όταν η αμάθεια κυριαρχεί στην κοινωνία κι η αταξία στα μυαλά των ανθρώπων, οι νόμοι πολλαπλασιάζονται, η νομοθεσία προσδοκάται να τα κάνει όλα, κι ενώ κάθε καινούργιος νόμος είναι ένα νέο στραβοπάτημα, οι άνθρωποι οδηγούνται συνεχώς στο ν’ απαιτούν απ’ αυτόν ό,τι μπορεί να προκύψει μονάχα από τους ίδιους, από την δική τους εκπαίδευση και την δική της ηθική». Δεν είναι επαναστάτης αυτός που τα λέει αυτά ούτε έστω ένας μεταρρυθμιστής. Είναι ο νομικός Dalloy, συγγραφέας της συλλογής του Γαλλικού δικαίου που είναι γνωστή σαν «Ευρετήριο της Νομοθεσίας». Κι όμως, μολονότι αυτές οι γραμμές γράφτηκαν από ‘ναν άνθρωπο, ο οποίος ήταν ο ίδιος δημιουργός και θαυμαστής του νόμου, εκφράζουν τέλεια την ανώμαλη κατάσταση της κοινωνίας μας.

Στα υπάρχοντα κράτη οι άνθρωποι προσβλέπουν σ’ ένα καινούργιο νόμο σαν φάρμακο για οποιοδήποτε κακό. Αντί ν’ αλλάξουν μόνοι τους ό,τι είναι κακό, οι άνθρωποι αρχίζουν να ζητούν ένα νόμο για να το αλλάξει. [1] Αν ο δρόμος μεταξύ δύο χωριών είναι απροσπέλαστος, ο χωριάτης λέει: «θα ’πρεπε να υπάρχει ένας νόμος για τους επαρχιακούς δρόμους». Αν ένας φύλακας πάρκου εκμεταλλεύεται την έλλειψη πνεύματος σ’ ένα από κείνους, οι οποίοι τον ακολουθούν με δουλικό σεβασμό και τον προσβάλλει, ο προσβλημένος, λέει: «θα ’πρεπε να υπάρχει ένας νόμος που να επιβάλλει περισσότερη ευγένεια στους φύλακες πάρκων». Αν υπάρχει στασιμότητα στη γεωργία ή στο εμπόριο, ο γεωργός, ο κτηνοτρόφος, ή ο σιτέμπορος, υποστηρίζει: «χρειαζόμαστε προστατευτική νομοθεσία». Μέχρι τον τελευταίο εμποράκο, δεν υπάρχει κανείς που να μη ζητά ένα νόμο για να προστατέψει το επάγγελμά του. Αν ο εργοδότης κατεβάζει τους μισθούς ή αυξάνει τις ώρες εργασίας, ο εκκολαπτόμενος πολιτικός διακηρύσσει: «Πρέπει να υπάρξει ένας νόμος για να βάλει τάξη σ’ όλα αυτά». Κοντολογίς, ένας νόμος παντού και για το παν! Νόμος για τις μόδες, νόμος για τους τρελούς σκύλους, νόμος για την αρετή, νόμος που να βάλει τέλος σ’ όλα τα βίτσια κι όλα τα κακά, τα οποία απορρέουν από την ανθρώπινη παθητικότητα και δειλία.
Έχουμε τόσο διαστρεβλωθεί από μια διαπαιδαγώγηση, η οποία από τη νηπιακή ηλικία ζητά να σκοτώσει μέσα μας το πνεύμα της εξέγερσης, και ν’ αναπτύξει εκείνο της υποταγής στην εξουσία. Έχουμε τόσο διαστρεβλωθεί απ’ αυτή την ύπαρξη υπό τον ζυγό του νόμου, ο οποίος κανονίζει κάθε γεγονός στη ζωή μας – την γέννησή μας, την εκπαίδευσή μας, την ανάπτυξή μας, την αγάπη μας, την φιλία μας – ώστε, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση πραγμάτων, θα χάσουμε κάθε πρωτοβουλία, κάθε συνήθεια να σκεφτόμαστε μόνοι μας.  Η κοινωνία μας δεν φαίνεται πια ικανή να καταλάβει ότι είναι δυνατό να ζήσουμε κατ’ άλλο τρόπο, και όχι μόνο υπό το κράτος του νόμου, που τον επεξεργάζεται μία αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και τον διαχειρίζεται μια χούφτα κυβερνητών. Ακόμα κι’ όταν έφτασε ως το σημείο να χειραφετηθεί από την δουλεία, η πρώτη της φροντίδα ήταν να την αποκαταστήσει άμεσα. Το «Έτος Ι της Ελευθερίας» δεν διήρκεσε ποτέ περισσότερο από μία μέρα, γιατί μόλις το διακήρυξαν οι άνθρωποι έβαλαν τους εαυτούς τους, την άλλη κιόλας μέρα, υπό τον ζυγό του νόμου και της εξουσίας.
Πράγματι, για μερικές χιλιάδες χρόνια, εκείνοι οι οποίοι μας κυβερνούν δεν έχουν κάνει άλλο από το να διατυμπανίζουν τον «Σεβασμό στο νόμο, την υποταγή στην εξουσία». Αυτή είναι η ηθική ατμόσφαιρα, μέσα στην οποία οι γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους, και το σχολείο χρησιμεύει μονάχα για να επικυρώσει αυτή την κατάσταση. Έξυπνα επιλεγμένα ψήγματα, νόθας επιστήμης εντυπώνονται στα μυαλά των παιδιών για ν’ αποδείξουν την αναγκαιότητα του νόμου• η υποταγή στο νόμο γίνεται θρησκεία• η ηθική καλοσύνη κι ο νόμος των κυρίαρχων συγχέονται μέσα σε μία και την αυτή θεότητα. Ο ιστορικός ήρωας της σχολικής αίθουσας είναι ο άνδρας που υπακούει στο νόμο, και τον υπερασπίζει ενάντια στους επαναστάτες.

Πιοτρ Κροπότκιν: Νόμος και Εξουσία


Oι κολεκτιβιστές πέφτουν σε ένα διπλό σφάλμα στα σχέδιά τους για την αναδόμηση της κοινωνίας. Ενώ κάνουν λόγο για την κατάργηση του καπιταλιστικού συστήματος σκοπεύουν απ την άλλη να διατηρήσουν δύο θεσμούς που αποτελούν καθαυτή τη βάση του συστήματος αυτού και οι οποίοι είναι η Κυβέρνηση των Αντιπροσώπων και το Μισθολογικό Σύστημα" 

Πιοτρ Κροποτκιν (πηγή lifo.gr)


...Ό,τι καλό, σπουδαίο, γενναιόδωρο, ανεξάρτητο υπάρχει στον άνθρωπο σιγά σιγά εξανεμίζεται, σκουριάζει σαν ένα μαχαίρι που δεν χρησιμοποιείται. Το ψέμα γίνεται αρετή, η ευτέλεια, καθήκον. Το να πλουτίσει κανείς, να απολαμβάνει μόνον εφήμερες ηδονές, να αναλώνει άσκοπα την ευφυία του, τον ζήλο του, την ενεργητικότητά του, γίνεται σύνθημα τόσο των εύπορων τάξεων, όσο και της πλειονότητας των φτωχών, των οποίων το ιδανικό είναι να γίνουν σαν τους αστούς. Τότε, η διαφθορά των κυβερνώντων -του δικαστή, του κλήρου και των, λίγο πολύ, εύπορων τάξεων- γίνεται τόσο σκανδαλώδης ώστε το εκκρεμές αρχίζει να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση...


.... Το ηθικό δίδαγμα, το οποίο προκύπτει από την παρατήρηση ολόκληρου του ζωικού βασιλείου μπορεί να συνοψισθεί ως εξής: «Κάνε στους άλλους αυτό που θα ήθελες να κάνουν εκείνοι σε σένα υπό τις ίδιες περιστάσεις». Και επιπλέον: «Μην λησμονείς ότι αυτό δεν είναι παρά μια συμβουλή• αλλά η συμβουλή αυτή είναι καρπός της μακράς πείρας των κοινωνικών ζώων και για την συντριπτική πλειοψηφία των ζώων αυτών, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου, το να ενεργείς σύμφωνα με αυτήν την αρχή, έχει μεταβληθεί σε συνήθεια. Χωρίς αυτήν, άλλωστε, καμιά κοινωνία δεν θα μπορούσε να υπάρξει, καμιά φυλή δεν θα μπορούσε να υπερνικήσει τις αντιξοότητες του φυσικού περιβάλλοντος εναντίον των οποίων πρέπει να πολεμά»...

Πιοτρ Κροπότκιν Περί Ηθικής


Πηγές

Πιοτρ Κροπότκιν Το κράτος και ο Ιστορικός του Ρόλος (Πολιτικά Κείμενα Εκδόσεις Αργοναύτης)