Κυριακή 26 Μαΐου 2019

Ευγένιος Βούλγαρης ή Βούλγαρις (1716 - 27 Μαΐου 1806)


Ο Ευγένιος Βούλγαρης ή Βούλγαρις (1716 - 27 Μαΐου 1806) ήταν Έλληνας κληρικός, παιδαγωγός, μεταφραστής του Βολταίρου και διαπρεπής στοχαστής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Με τη διδασκαλία του και τα συγγράμματά του εγκαινίασε μια νέα εποχή στην ιστορία της ελληνικής παιδείας. Οι φιλελεύθερες ιδέες του προετοίμασαν το έδαφος για τον ελληνικό διαφωτισμό. Μαθητές του υπήρξαν ο ιατροφιλόσοφος Θωμάς Μανδακάσης που δίδαξε για μια χρονική περίοδο στο Ανώτερον Σχολείον Κυρίτζη της Καστοριάς, ο Θεόφιλος ο εξ Ιωαννίνων μετέπειτα επίσκοπος Καμπανίας, ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ σχολάρχης στο Ιάσιο κ.α. Καταπληκτική είναι η συγγραφική παραγωγή του τόσο για τον όγκο όσο και για την ποικιλία της. Έγραψε πραγματείες επί παντός επιστητού: νομικές, ιστορικές, θεολογικές, γραμματικές, γλωσσικές, αστρονομικές, πολιτικές, μαθηματικές, αρχαιολογικές, περί μουσικής, περί ανεξιθρησκίας, περί ευθανασίας, περί παλιρροιών. Ποιήματα, λόγους, εκκλήσεις προς την Αικατερίνη Β΄ για την απελευθέρωση της Ελλάδος και εκατοντάδες επιστολές. Επιμελήθηκε πολύτιμες εκδόσεις βυζαντινών συγγραφέων και κλασικών συγγραμμάτων και μετέφρασε πλήθος κειμένων από τα λατινικά στα γαλλικά.

Στη συνέχεια ανέλαβε, το 1753, τη διεύθυνση της Αθωνιάδας Ακαδημίας, η οποία είχε ιδρυθεί από τη Μονή Βατοπεδίου τρία χρόνια νωρίτερα και στην οποία γίνονταν δεκτοί μοναχοί αλλά και λαϊκοί, παίρνοντας τη θέση του Αρχιμανδρίτη του Παναγίου Τάφου Αγάπιου, ο οποίος δεν είχε προλάβει όμως να διδάξει στη σχολή, καθώς είχε δολοφονηθεί ερχόμενος να αναλάβει τα καθήκοντα του, μετά την παραίτηση του πρώτου διευθυντή της Νεοφύτου του Καυσοκαλυβίτη. Εκεί δίδαξε λογική,εισαγωγή στη φιλοσοφία, μεταφυσική, αριθμητική, γεωμετρία, φυσική και κοσμογραφία χρησιμοποιώντας δικές του μεταφράσεις έργων Δυτικοευρωπαίων φιλοσόφων, μαθηματικών και φυσικών. Έξι χρόνια όμως αργότερα αναγκάστηκε να αποχωρήσει, καθώς αντίθετοι κύκλοι στην Ακαδημία και ιδιαίτερα η αντιζηλία του Πατριάρχη Κυρίλλου Ε΄ προκαλούσαν δυσχέρειες στο έργο του. Ο άλλοτε μαθητής του Ευγενίου Βούλγαρη και γνωστός λόγιος Ιώσηπος Μοισιόδαξ, σχολάρχης στο Ιάσιο στα 1769 έγραφε:
«Μιά βολή όμματος θλιβερά επ΄εκείνη τη πολυκροτουμένη Σχολή του Άθωνος, η συμφορά και η ερημία της οποίας, ώστε να ομιλήσω τοιουτοτρόπως, έτι και νύν αχνίζει ενώπιον ημών. Που ο κλεινός Ευγένιος, που η πολυπληθής χορεία των μαθητών, ήτις εν χαρά της Ελλάδος πάσης συνεκρότει ένα Ελικώνα νέων Μουσών και μουσοτρόφων! Εφυγαδεύθη εκείνος, εφυγαδεύθη αυτή. Βροντή νεμέσεως επέπεσε και εσκόρπισε διδάσκοντας και διδασκομένους, και η οικοδομική εκείνη, υπέρ της οποίας ο τοσούτος θρούς εν τη βασιλευούση και εν εν τη λοιπή Ελλάδι, κατήντησε οίμοι! η κατοικία, η φωλεά των κοράκων!» 

Από τα θρανία της Αθωνιάδας Σχολής έχει περάσει και ο μοναχός Κοσμάς ο Αιτωλός, μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες, πνευματικές και πολιτικές, που εμφανίζονται το 18ο αιώνα.

Τον ίδιο χρόνο διορίστηκε δάσκαλος στην Πατριαρχική Ακαδημία (Μεγάλη του Γένους Σχολή) της Κωνσταντινούπολης, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια και έπειτα αποχώρησε λόγω προστριβών με τον πατριάρχη Σαμουήλ τον Α', ο οποίος ήταν φανατικός οπαδός του Αριστοτέλη.

Ο Βούλγαρης έφυγε οριστικά από τον ελλαδικό χώρο το 1763 και τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού, όπου ασχολήθηκε με εκκλησιαστικά καθήκοντα και με την έκδοση έργων του. Αφού έζησε ένα διάστημα στη Χάλε και στη Λειψία, πήγε στη Μόσχα, όπου το 1775 χειροτονήθηκε ιερέας. Τον επόμενο χρόνο έγινε αρχιεπίσκοπος Σλαβωνίου και Χερσώνος στην Ουκρανία, παραιτήθηκε όμως το 1787. Την ίδια χρονιά έγινε μέλος της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας. Το 1802 αποσύρθηκε στη Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι, όπου πέθανε το 1806.

Στα έργα του Βούλγαρη συνυπάρχουν η νεότερη φιλοσοφία και η πειραματική επιστήμη με την αφοσίωση του στην Ορθοδοξία. Ο ίδιος είχε πει ότι παρέμενε ένας θεολογών φιλόσοφος.

Έργα του

Παρακάτω βρίσκονται τα βιβλία που έγραψε. (Σημειώνεται ότι ο κατάλογος αυτός έχει βασιστεί στο κείμενο για τον Βούλγαρη των Μ. Πατηνιώτη, Β. Σπυροπούλου που με τη σειρά του χρησιμοποιεί πολλά στοιχεία του S. K. Batalden αλλά και πληθώρα άλλων πηγών):

*Αδολεσχία φιλόθεος ήτοι της αναγνώσεως της ιεράς μοσαϊκής. 2 τόμοι. Βιέννη, 1801.
*Ανάκρισις περί Νικηφόρου του Βλεμμίδου. Λειψία, 1784 [Περιέχεται στον τρίτο τόμο συλλογικής έκδοσης των έργων του Ιωσήφ Βρυεννίου από τον Βούλγαρη].
*Αντιπληκτισμός γραμματικού και φιλοσόφου. Ανέκδοτο.
*Απόκρισις ορθοδόξου τινός προς τινά αδελφόν ορθόδοξον περί της των καθολικών δυναστείας, και περί του τίνες οι σχίσται και οι σχισματικοί και οι εσχισμένοι και περί της βαρβαρικώς λεγομένης ουνίας και των ουνιτών, και περί του πώς δει τους ορθοδόξους απαντάν τη των καθολικών τυραννία. Χάλη – Μαγδεμβούργο, 1775 [Ο Βούλγαρης αναφέρει ως δικό του το έργο αυτό στον προσωπικό κατάλογο των έργων του, ενώ από τον Αιμίλιος Λεγκράν θεωρείται ότι συγγραφέας του είναι ο Νικηφόρος Θεοτόκης].
*Τα Αρέσκοντα τοις φιλοσόφοις, ήτοι τα περί των φύσει όντων φιλοσοφούμενα… Βιέννη, 1805.
*"Breves Adnotatiunculae, in numero 68". Ανέκδοτο. [Στα λατινικά. Αναφέρεται από τον Βούλγαρη στον αυτόγραφο κατάλογο των έργων του [Batalden, 1982: 150]].
*"Contra existementem se solvissa per elementarem geometriam problema: ‘Datis duabus rectis lineis, invenire duas medias in proportione continua’". Ανέκδοτο. [Αναφέρεται από τον Βούλγαρη στον αυτόγραφο κατάλογο των έργων του. Δεν γνωρίζουμε αν γράφτηκε στα λατινικά ή στα ελληνικά [Batalden, 1982: 150]].
*Διατριβή περί της ευθανασίας. Αγία Πετρούπολη, 1804.
*Εκατονταετηρίς των από Χριστού Σωτήρος ενανθρωπήσαντος. Λειψία, 1805.
*Επί τη πανενδόξω ειρήνη ην η αεισέβαστος, ευτυχής, ευσεβής, μεγάλη πασών των ρωσσιών αυτοκράτωρ Αικατερίνα Β’ μετά πολλάς και μεγάλας ας διά τε της και θαλάσσης ήρατο νίκης, τοις οθωμανοίς εχαρίσατο. Αγία Πετρούπολη, 1774.
*Επί τοις παναισίοις και πανολβίοις βασιλικοίς γάμοις του αυτοκρατορικού ύψους Παύλου Πετρίδου δουκός μεγάλου ρωσσίας μετά της γαληνοτάτης λανδγραβιίδος δάρμσταδ Ναταλίης Αλεξιέβνης. Αγία Πετρούπολη, 1773.
*"‘Επίκρισις’ ad Binas Philosophicas Questiones ex operibus philosophicis doctissimis Theophanis Procopovitz". Ανέκδοτο. [Αναφέρεται από τον Βούλγαρη στον αυτόγραφο κατάλογο των έργων του [Batalden, 1982: 150]].
*Επιστολή περί φιλίας. Κωνσταντινούπολη, 1850.
*Επιστολή του σοφωτάτου κυρίου Ευγενίου αρχιεπισκόπου πρώην σλαβωνίου και χερσώνος. Τριέστη, 1797.
*Ευχαριστία προς την μεγάλην κυρίαν και τρισσέβαστον των ρωσσιών αυτοκράτορα Αικατερίναν Β’ εκφωνηθείσα επ’ εκκλησίας ενώπιον του αυτοκρατορικού θρόνου αυτής. Μόσχα, 1775. [Στην ίδια έκδοση περιλαμβάνεται και ο λόγος του Βούλγαρη προς τον Πλάτωνα Λέβσιν, Μητροπολίτη Μόσχας, με τίτλο: Προσλαλία προς τον πανιερώτατον και σοφολογιώτατον αρχιεπίσκοπον μοσχοβίας κύριον Πλάτωνα].
*"Γενεαλογικός κατάλογος των Οθωμανών Σουλτάνων". Μόσχα, 1812. [Περιλαμβάνεται στην έκδοση Επιτομή της Ιστορίας Γεωργίου του Καστριώτου του επονομασθέντος Σκεντέρμπεη Βασιλέως της Αλβανίας].
*Istoricheskoe rozyskanie o vremeni kreshcheniia rosiiskoi velikoi kniagini Ol’gi. Αγία Πετρούπολη, 1792. [Δίγλωσση έκδοση, λατινική-ρωσική. Το πρωτότυπο έργο γράφτηκε από τον Βούλγαρη στα λατινικά].
*Κριτικαί επιστάσεις. Επί των υπομνηματικών παρεκβολών του σοφολογιωτάτου εν Ιεροδιακόνοις Νεοφύτου των εις το τέταρτον της Γραμματικής Θεοδώρου του Γαζή. Βιέννη, 1806.
*"Κύκλος ποιητικών αθυρματίων". Ανέκδοτο.
Η Λογική εκ παλαιώντε και νεωτέρων συνερανισθείσα. Λειψία, 1766.
*"Λόγος εκφωνηθείς κατά την ημέραν του αγίου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου". Αθήνα, 1838.
*Ορθόδοξος Ομολογία ήτοι πίστεως έκθεσις κατά την του Χριστού αγίαν καθολικήν, αποστολικήν και ανατολικήν εκκλησίαν. Άμστερνταμ, 1767.
*"Otvet mitropolitu rimsko-katolicheskoi tserkvi Stanislavu Sestrentsevichu na vopros ego, ‘Kakim iazykom govorili drevnie sarmaty’?". 1805. [Το πρωτότυπο κείμενο γράφτηκε στα ιταλικά. Αναφέρεται από τον Βούλγαρη στον αυτόγραφο κατάλογο των έργων του [Batalden, 1982: 155]].
*[Otvet preosviashchennomu Methodiiu, arkhiepiskopu Tverskomu] Μόσχα, 1805. [Αμφιλεγόμενο. Ο Βούλγαρης δεν το παραθέτει στα έργα του. Περιλαμβάνεται στον πρόλογο του έργου του Μεθοδίου Latinskaia tserkovnaia istoriia [Batalden, 1982: 155]].
*Περί συστήματος του παντός επίτομος έκθεσις σαφώς ως οιόν τε εκ διαφόρων φιλοσόφων. Βιέννη, 1805.
*Περί των μετά το σχίσμα αγίων της ορθοδόξου ανατολικής εκκλησίας και των γινομένων εν αυτή θαυμάτων. Επιστολή προς Πέτρον τον Κλαίρκιον. Αθήνα, 1844.
*Πραγματεία περί μουσικής. Ολοκληρώθηκε το 1772. Εκδόθηκε στην Τεργέστη το 1868.
*"Problematis Censura". Ανέκδοτο.
*Σχεδίασμα de Zichis ad Czechos designandos extorsis: Tum de erroribus a P. Dobnero in lingua commissis. Λειψία, 1772.
*Σχεδίασμα περί της ανεξιθρησκείας. Λειψία, 1768. [Περιλαμβάνεται στη μετάφραση του έργου του Βολταίρου Περί των διχονοιών…].
*Στοχασμοί εις τους παρόντας κρισίμους καιρούς, του Κράτους του Οθωμανικού. Αγία Πετρούπολη, 1772.
*"Στοιχεία Αλγεβραϊκά". Ανέκδοτο.
*Στοιχεία της Μεταφυσικής, Τμήμα Α' (Βενετία, 1805)
*Στοιχεία της Μεταφυσικής, Τμήμα Β' (Βενετία, 1805)
*Στοιχεία της Μεταφυσικής, Τμήμα Γ' (Βενετία, 1805)
*Θεολογικόν. Βενετία, 1872.
*Βίος του Μακαρίου Θεοδωρίτου, Επισκόπου Κύρου. Χάλλη, 1768-1775. [Περιλαμβάνεται στον πρώτο τόμο των Σωζομένων του Θεοδωρίτου, που επιμελήθηκε ο Βούλγαρης].
*Βιβλιάριον κατά Λατίνων έχον όνομα εγκύκλιος επιστολή. Κωνσταντινούπολη, 1756.
*"Zapiska o luchshem sposobe vossoedineniia uniatov s pravoslavnoiu tserkov’iu". 1887. [Το αρχικό κείμενο, γραμμένο στα ελληνικά, παρέμεινε μέχρι σήμερα ανέκδοτο. Έχει εκδοθεί μόνο η ρωσική του μετάφραση].
*Έκθεσις της Ταυρικής Χερσοννήσου ήτοι της λεγομένης Μικράς Ταταρίας. Έκδοση από τον αυτόγραφο κώδικα Mscr. Dresd. DA 54 και επίμετρο Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister. Αθήνα: Ιδεόγραμμα, 2008.
*Σχεδίασμα περί της ανεξιθρησκείας, ήτοι περί της ανοχής των ετεροθρήσκων. Εισαγωγή-*Σημειώσεις Βασίλης Λάζαρης. «Στάχυ», Αθ. 2001. δ) *Διατριβή περί ευθανασίας και Διαθήκη. Μετάφρ. Γιάννης Δημολιάτης, Επιμ. Γ. Δημολιάτης – Μανώλης Γαλανάκης. «Εξάντας», Αθ. 2005.

Μεταφράσεις.

*Aurelius Augustinus (Ιερός Αυγουστίνος) [354-430]. Το κεκραγάριον. Λειψία, 1804.
*Bossuet, Jean Benigne [1627-1704]. Τα πολιτικά ληφθέντα εξ αυτών των ιερών λογίων, της Θείας Γραφής. Ανέκδοτο.
*Duhamel, Jean-Baptiste [1624-1706]. Λογική πραγματεία. Ανέκδοτο.
*Fortunato de Brescia [1701-1754]. Περί συστήματος του παντός. Βιέννη, 1805.
*Gavriil (Petrov) [1730-1801]. Τελετουργία ιερά, ήτοι διατύπωσις σύντομος των ιεροτελεστιών των εν τη ορθοδόξω γραικο-ρωσιακή εκκλησία. Αγία Πετρούπολη, 1799.
*Genovesi, Antonio [1712-1769]. Αντωνίου του Γενουηνσίου, Στοιχεία της μεταφυσικής. Βιέννη, 1806.
*Horn, Georg [1620-1670]. "Εισαγωγή επιτετμημένη και σαφής εις την καθόλου ιστορίαν". Ανέκδοτο.
*Jenyns, Soame [1704-1787]. Εξέτασις της εσωτερικής σαφηνείας του Χριστιανισμού. Τρίτη έκδοση. Αθήνα, 1842.
*Jenyns, Soame, Velgos Deausovros και Augustin Calmet [1672-1757]. Σπαρτίον Έντριτον. Λειψία, 1804.
*Lange, Joachim [1670-1744]. Συλλαλίαι Σχολαστικαί. Μόσχα, 1776.
*Leclerc, Pierre [1706-1773 (;)] Παπομάστιγξ. Ανέκδοτο.
*Locke, John [1632-1704]. Υποτύπωσις ή υπόμνημα φιλοσοφικόν περί του κατά άνθρωπον νου εκ του Άγγλου Λωκίου. Ανέκδοτο.
*Petrov, Vasilii Petrovich [1736-1799]. Ωδή τω εκλαμπροτάτω κόμητι Γρηγορίω Αλεξανδρίδη τω Ποτέμκινω. Μόσχα, 1775.
*Platon (Levshin) [1737-1812]. Λόγος ο εις τον πανυπερσεβέστατον και ευσεβέστατον αυτοκράτορα Αλέξανδρον τον πρώτον μετά την τούτου ανάστεψιν. Μόσχα, 1801.
*Pourchot, Edme. Μεταφυσική ήτοι η πρώτη φιλοσοφία του σοφωτάτου Πουρκοτζίου. Ανέκδοτο.
*Prokopovich, Feofan [1681-1736]. "Ιστορία της διαφοράς περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος" στον τρίτο τόμο των Ευρεθέντων, του Ιωσήφ Βρυεννίου. Λειψία, 1784.
*Prokopovich, Feofan [1681-1736]. Πνευματικός Κανονισμός.Πέτρογκραντ, 1916.
*Quirini, Angelo Maria [1680-1755] και Feith, Everard [1585 (;)–1625 (;)]. Αι καθ' Όμηρον αρχαιότητες. Και Αι Κερκυραϊκαί αρχαιολογίαι. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Αγαθάγγελος Αδριανοπολίτης. Μόσχα, 1804.
*Samuil (Mislavskii) [1731-1796]. Λόγος περί των προτροπών. Μόσχα, 1779.
*Samuil (Mislavskii) [1731-1796]. Λόγος περί του τέλους και σκοπού των συνετωτάτων διατάξεων, των υπό της ευσεβεστάτης και σεβαστής κυρίας Αικατερίνης Αλεξιάδος αυτοκράτορος πάσης ρωσσίας. Μόσχα, 1779.
*Segner, Johann Andreas von [1704-1777]. Των μαθηματικών στοιχείων αι πραγματείαι αι αρχοειδέσταται. Λειψία, 1767.
*'sGravesande, Willem Jacob van [1688-1742]. *Εισαγωγή εις την Φιλοσοφίαν του Γραβεζάνδου, περιέχουσα την μεταφυσικήν και την λογικήν. Μόσχα, 1805.
*Tacquet, André [1612-1660]. A. Tακουετίου, Στοιχεία Γεωμετρίας μετά σημειώσεων του Ουίστωνος. Βιέννη, 1805.
*Tierce, G. della. Το ιερόν της δόξης: Ποίημα ιστορικόν. Αγία Πετρούπολη, 1772.
*Voltaire, François-Marie Arouet de [1694-1778]. Ουολταίρου ο Μέμνων. Λειψία, 1766.
*Voltaire, François-Marie Arouet de [1694-1778]. Περί των διχονοιών των εν ταις εκκλησίαις της Πολονίας. Δοκίμιον ιστορικόν και κριτικόν. Λειψία, 1768.
*Voltaire, François-Marie Arouet de [1694-1778]. Επιστολή προς την αυτοκρατόρισσαν των Ρώσσων. Αγία Πετρούπολη, 1771
*Voltaire, François-Marie Arouet de [1694-1778]. Λόγος του Παπά Χαριστηκίου. Αγία Πετρούπολη, 1771
*Voltaire, François-Marie Arouet de [1694-1778]. Το διεγερτικόν των βασιλέων. Αγία Πετρούπολη, 1772
*Voltaire, François-Marie Arouet de [1694-1778]. [Ιωάννης Πλοχώφ, ψευδώνυμο]. Περί του παρόντος πολέμου ποιημάτιον. Αγία Πετρούπολη, 1771.
*Wolff, Christian [1679-1754]. Των Στοιχείων της αριθμητικής. Ανέκδοτο.
*Wucherer, Johann Friedriech. Εισηγήσεις της εκλεκτικής φυσικής φιλοσοφίας. Ανέκδοτο.
*Zoernikav, Adam [τέλη 17ου αι.] Περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος εκ μόνου του πατρός. 2 τόμοι. Αγία Πετρούπολη, 1797.
Αικατερίνη ΙΙ [1729-1796]. Εισήγησις της Αυτοκρατορικής Μεγαλειότητος Αικατερίνας Β'. Αγία Πετρούπολη, 1771.
*Αικατερίνη ΙΙ [1729-1796]. Εισήγησις της Αυτοκρατορικής Ρωσιακής Μεγαλειότητος, περί της ορθής αγωγής των Γαληνοτάτων Πριγκήπων Αλεξάνδρου και Κωνσταντίνου των Παυλιδών. Ανέκδοτο.
*Ανακρέων [περ. 570 - περ. 478 π.Χ.] Stikhotvoreniia. Αγία Πετρούπολη, 1794.
*Βιργίλιος [70-19 π.Χ.] Των Γεωργικών τα Δ' βιβλία εν ηρωικώ τω μέτρω. Αγία Πετρούπολη, 1786.
*Βιργίλιος [70-19 π.Χ.] Της Αινειάδος τα ΙΒ' βιβλία εν ηρωικώ τω μέτρω. 3 τόμοι. Αγία Πετρούπολη, 1791-1792.
*Γκίκας, Αντώνιος. Ικετερία του γένους των γραικών προς πάσαν την χριστιανικήν Ευρώπην. Αγία Πετρούπολη, 1771(;).
*Ηλίας Ανδρέου Βουρδιγαλήνσιος. Σχόλια εις το τέταρτον βιβλίον της Θεοδώρου του Γαζή Γραμματικής.Βιέννη, 1805.



Σχεδίασμα περί ἀνεξιθρησκίας, ἤτοι περί  ἀνοχῆς τῶν ἑτεροθρήσκων 

§ Α. Ἡ ΑΝΟΧΗ, τὴν ὁποίαν καθ΄ ἡμᾶς οἱ Λατῖνοι λέγουσι tolerantiam καὶ ἡμεῖς ὄχι ἀπροσφυῶς ἴσως ἠμποροῦμεν νὰ ὀνομάσωμεν Ἀνεξιθρησκία, δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ μία ἐπιεικής καὶ πραεῖα διάθεσις ψυχῆς εὐσεβοῦς, ἥτις, κατὰ ζῆλον ἐπιγνώσεως πρὸς τοὺς ὁπουσῶν ἀθετοῦντας τὰ τῆς πίστεως μεταχειριζομένη τοὺς εὐλόγους καὶ ἐπιτηδείως τρόπους εἰς τὴν τούτων μὲν διόρθωσιν, τῶν δὲ ἄλλων τὴν προφυλακήν, τελευταῖον καὶ ἀπειθοῦντας μακροθύμως καὶ ἀνεξικάκως τοὺς ὑποφέρει. Οἰκτείρουσα μὲν τὴν αὐτῶν ζημίαν, προαναστέλλουσα δὲ καὶ ἐμποδίζουσα τὴν δι' αὐτῶν λύμην τῶν ἄλλων καί παραφθοράν, ἀλλὰ ὄχι ποτὲ τυραννικῶς, καί ὠμῶς, καί ἀπανθρώπως κατ΄ αὐτῶν ἀγριαίνουσα.
§ Β. Θέλομεν τὸν Ἀνεξίθρησκον ζηλωτὴν εὐσεβείας, διὰ νὰ μὴ τὸν ἔχωμεν ἀδιάφορον· ὁ ἀδιάφορος δὲν πάσχει· ὁ ἀπαθὴς καὶ ἀνάλγητος ἀναισθητεῖ. Ὁ ἀναισθητῶν εἰς τί νὰ γυμνάσῃ καὶ εἰς τί νὰ ἐπιδείξῃ τὴν αὐτοῦ ἀνοχήν; καὶ ἐκεῖνος εἰς τὸν ὁποῖον οὐδὲν διαφέρει, εἴτε τοῦτο, εἴτε ἐκεῖνο πιστεύεται, ποίαν ποτὲ θέλει λάβει περὶ τὰ πιστευτέα μέριμναν φροντίδα, ὅλως ἐπιστροφήν; Οὐδὲν πρὸς αὐτὸν τὰ τῆς πίστεως, πίστιν διωρισμένως μὴ ἔχοντα. Ἀνεξίθρησκος δὲν γίνεται κυρίως ὁ τοιοῦτος, ἀλλ΄ εἶναι Ἄθρησκος. Οἱ παλαιοί Ῥωμάνοι φαίνεται νὰ ἦσαν αὐτῆς τῆς τάξεως. Ὄχι πὼς αὐτοὶ δὲν ἐσεβάζονταν τάχα τινὰ θρησκείαν, ἀλλ΄ ὅτι εἶχον ἐπίσης τὰς πάσας ἀποδεκτάς. Πολλὰ πλησίον εἶναι εἰς τό, εἴτε τοῦτο, εἴτε ἐκεῖνο. Τό, καὶ τοῦτο κ΄ ἐκεῖνο, ὅταν ὁ λόγος εἶναι περὶ σεβάσματος· καὶ ὅστις ἕτοιμος εἶναι νὰ παραδέχεται πᾶσαν πίστιν ἀδιαφόρως, εἴτε ἐκεῖνος εἴτε οὕτως δείχνει φανερὰ ὅτι δὲν ἔχει κυρίως καὶ ἀληθῶς πίστιν εἰς τὴν ψυχὴν οὐδεμίαν. Ὑπέττατον αὐτοὺς μὲ τὴν δύναμιν τῶν ὅπλων τὰ ἀλλογενῆ ἔθνη καὶ ὑποτάσσονταν ἀμοιβαδὸν εἰς τὰ τῶν ἀλλογενῶν ἐθνῶν σεβάσματα, διὰ νὰ δένουν πρὸς ἑαυτοὺς σφικτότερα μὲ τὸν δεσμὸν τοῦ κοινοῦ θρησκεύματος τοὺς λαοὺς τοὺς ὑποταχθέντας. Οἱ Θεοὶ τῶν Βαρβάρων ἂς εἶναι (ἔλεγον) ἐναρίθμιοι μὲ τοὺς Θεοὺς τῶν Ῥωμάνων, μόνον οἱ βάρβαροι νὰ εἶναι τῶν Ῥωμάνων ὑπήκοοι· ἂς διοικοῦσιν ἀφανῶς καὶ ἡμᾶς καὶ τὸν κόσμον Θεοὶ πολλοί, ὅσοι καὶ θέλουσι· μόνον εἰς τὸν φανερὸν κόσμον ἂς μοναρχῇ μία ἡ Ῥώμη. Τίς δὲν βλέπει ὅτι ἐδῶ τόπον ἔχει τὸ πολιτικόν; Καί ὅτι εἰς τὸ πολιτικὸν τοῦτο παραχωρεῖ ἡ εὐσέβεια; Αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ Ἀνεξίθρησκος περὶ οὗ λόγος· καὶ ἐκεῖνοι ὅπου ἐπαινοῦσι τοὺς παλαιοὺς Ῥωμάνους ἐκ τούτου τοῦ μέρους, δείχνουν ὅτι καὶ αὐτοὶ εὔκολα ἤθελαν κλίνουν τὸ γόνυ Diis minorum Gentium.

§ Γ΄ Θέλομεν ἔτι τὸν Ἀνεξίθρησκον ἐπιεικῆ καὶ πρᾶον, ὄχι τυραννικὸν καὶ βίαιον· συμπαθῆ καὶ φιλάνθρωπον, ὄχι ὠμὸν καὶ θηριώδη· ἀφορῶντα πρὸς οἰκοδομὴν καὶ πρὸς ἴασιν, ὄχι πρὸς ἀνατροπὴν καὶ ἐξώλειαν· διορθωτὴν συνετόν, ὄχι ὁρμητικὸν διώκτην. Ἀλλέως τίς ἡ ἀντίφασις; Ἀνεξίθρησκος καὶ ὄχι Ἀνεξίκακος.

§ ΣΤ΄.
Ζηλωτὴς καὶ ὄχι λοίδωρος

Τὰς δὲ μωρὰς καὶ ἀπαιδεύτους ζητήσεις παραιτοῦ εἰδὼς ὅτι γεννῶσιν μάχας (Πρὸς Τιμόθεον Β' κεφ. Β' 23). Δεύτερον ἔστω ζηλωτής, ἀλλὰ μὴ πικρὸς καὶ ταραχώδης καὶ ἐμπαθὴς ἐλεγκτὴς ἂν τύχῃ τις μετὰ τοῦ ἑτεροφρονοῦντος διάλεξις. Ὁ ἀγὼν ὁ περὶ τῆς πίστεως εἶναι ἕνας ἀγὼν πνευματικὸς καὶ πρέπει νὰ βασιλεύει ἐν αὐτῷ ἕνα πνεῦμα πραότητος καὶ ἀνεξικακίας, ὄχι ἕνα πνεῦμα πολεμικῆς ὁρμῆς καὶ μάχης «Δοῦλον Κυρίου οὐ δεῖ μάχεσθαι, ἀλλὰ ἤπιον εἶναι πρὸς πάντας διδακτικόν, ἀνεξίκακον, ἐν πραότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους (Πρὸς Τιμθ. Β΄23)». Τρίτον ἔστω ὁ πιστὸς ζηλωτής, ἀλλὰ μὴ λοίδωρος τῆς ἑτεροφροσύνης καὶ δόξης, μηδὲ ὑβριστικός· ἐπειδὴ τί κέρδος τὸ νὰ ὑβρίζῃ τις ἀλόγως καὶ νὰ καταβλασφημῇ ἀσελγῶς τῶν ἑτεροδόξων φρονήματα; Ὁ ζῆλος μετὰ κρίσεως, ἡ κρίσις μετὰ ζήλου ὀρθοῦσι τὸ ἄγαλμα.


Επιστολή προς Πέτρον τονΚλαίρκιον περί τῶν μετά το σχίσμα Ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας και τῶν γινομένων ἐν αὐτῇ θαυμάτων 

Πέτρῳ Κλαιρκίῳ τῷ αἰδεσιμωτάτῳ ὑποδιακόνῳ τῆς Ῥοδομαγνησίας ἐκκλησίας, καὶ διὰ Παρισικοῦ προνομίου τῶν ἐγκυκλίων παιδευμάτων ἐλλογιμωτάτῳ Διδασκάλῳ, Εὐγένιος Ἱεροδιάκονος ὁ Βούλγαρις, τὸν ἐν Χριστῷ ἀδελφικὸν ἀσπασμόν, καὶ τὴν ἐκ κέντρου ψυχῆς εἰλικρινῆ πρόσρησιν.

Ἐν τῇ τοῦ Κωνσταντίνου μεγαλουπόλει ἐξ ἑνιαυτοῦ ἤδη τὰς διατριβὰς ποιουμένῳ, Σεπτεμβρίου ἱσταμένου, ὁ τῶν ἱερῶν τῷ ὄντι ὑμετέρων γραμμάτων ἐπεδόθη μοι φάκελλος· ὃν καί πως τὴν γνώμην μετέωρος λύων, ὥς γε εἰκός, οἷα δὴ πόῤῥωθεν οὕτως ὑπὸ τοῦ ἥκοντος ἥκειν λεγόμενον, δυσμῶν ἀπ᾿ ἄκρων εἰπεῖν, καὶ ὅθεν οὐκ ἂν ᾤμην ποτὲ γράμμα κομίσεσθαι, ὡς ἀναπτύξας εἶχον, αὐτῷ τε πρὸ παντός, ᾗ δέον, τῷ τοῦ ἐπιστέλλοντος ὀνόματι εἰπών, καὶ Πέτρον ἀναγνοὺς τὸν Κλαίρκιον, ἐν τοῖς καθ᾿ ἡμᾶς ἱεροῖς δόγμασιν, οὐκ ἀθεεὶ δήπου, ἀρτίως προσκεχωρηκέναι ᾀδόμενον (ἦν γάρ τις τοιαύτη, στομάτων διὰ πολλῶν ἱπταμένη, καὶ ὡς ἐμὲ διαῤῥεῦσαι φθάσασα φήμη), τὸν περικλέϊστον τὴν σοφίαν οὐχ ἧττον τὴν εὐσέβειαν, ὅπως ὑφ᾿ ἡδονῆς διεχύθην, καὶ ἔνθους οἷον ἐγενόμην ἐπὶ τῷ ἀδοκήτῳ τῆς συντυχίας, ἢ τῆς εὐτυχίας εἰπεῖν οἰκειότερον, τὶ χρὴ καὶ λέγειν;

Εἶχε γάρ με πρὸς ἑαυτὰ μερισάμενα, τῇ μὲν θαῦμα καὶ μάλα δικαίως, ὅτι τε, καὶ ὅ,τι βουλόμενος, ἐμοὶ τῷ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ ἐλαχίστῳ, γράμμασιν ἰδίοις κοινῶσαι τὰ κατὰ σαυτὸν ἀξιώσειας· τῇ δὲ χαρᾷ τις ἄῤῥητος καὶ πάντα λόγον ὑπερβάλλουσα, ὡς εἰκός με οὕτω δισταγμοῦ παντός (φιλεῖ γὰρ πως ἡ ψυχή, τῶν καταθυμιωτέρων ἐν ἀκοῇ γενομένη, οὐκ ἀναμφιβόλους ἐκδέχεσθαι τὰς ἐκβάσεις) καὶ ἀμφιλογίας ἁπάσης στήσει τὰ γεγραμμένα, ἀτρεκῶς ἐπὶ τοῖς περὶ σοῦ λεγομένοις ἐντεῦθεν πληροφορηθησόμενον, καὶ, εἴτι δεῖ καὶ τὸ ἐμόν, προθύμως τῇ θεοφιλεῖ σου ταύτῃ προθέσει συνεφαψόμενον.

Ἐπεὶ δ᾿ οὖν καὶ τοῖς γραφομένοις αὐτοῖς ὄμματι καὶ νοῒ προσέσχον τε καὶ ἐνέκυψα, καὶ ἅπαντα διῆλθον ἐπ᾿ ἀκριβές, τό τε πρὸς ἐμὲ γράμμα, καὶ τἄλλα, καὶ δεύτερον καὶ τρίτον καὶ πολλάκις, κόρου ἄτερ ἐπιλαβών, ἔγνων τε ἀναγνούς, καὶ τὸν νοῦν αὐτῶν τέλεον ἀνελεξάμην, πτηνὸς ἄντικρυς πρὸς τοὺς ἐνταῦθα λογάδας ἔσπευσα, ὅσοι τε τῶν ἔξω, καὶ ὅσοι τῶν ἔσω τοῦ βήματός εἰσί, τοῦ γένους τὰ κράτιστα, τοῖς μὲν αὐτοπροσώπως παραστάς, καὶ ἅττα περὶ σοῦ προακηκόεσαν ἀγγελλόμενα καὶ αὐτοί, δι᾿ ὧν ἐμοὶ προσέθηκας ἐπιστεῖλαι ἐπικυρώσας καὶ προσβεβαιωσάμενος· τοῖς δέ, καὶ διὰ τῶν σῶν τουτωνὶ γραμμάτων, ἅπερ ἔκδοτα ἀμελητὶ ποιῆσαι ἐφρόντισα καὶ ἔκπτυστα καὶ τοῖς πᾶσι ληπτά, ἐπὶ τὸ κοινῇ παρ᾿ ἡμῖν καθεστὸς ἐν χρήσει καὶ πεζὸν μετοχετεύσας τῆς φράσεως, ὡς αὐτά σε πεμπόμενα πιστώσεται τὰ ἀντίγραφα.

Καὶ δῆτα πάντες ὅσοι, ἀναμφήριστον τοῦ λοιποῦ τὴν περὶ σὲ πνεύματος ἐπίπνοιαν θέμενοι, εἰς εὐφροσύνην, ὅσην οἴει, διακέχυνται τὰς ψυχάς, καὶ χεῖρας εὐχαριστηρίους διεπετάσαμεν πρὸς Θεόν, ἀνθ᾿ ὧν ἐπὶ σοὶ ἐποίησε μεγάλα ὁ δυνατός, χάριτας τὰς ἐκ νοῦ, τὰς ἐκ καρδίας, τὰς ἐκ χειλέων ἅπαντες ἀνθομολογούμενοι.

Εὐλογητὸς ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἀμάρτυρον ἐπὶ γῆς ἀφίησι τὴν ἀλήθειαν αὐτοῦ, οὐδὲ ἐν ταῖς ἐνεστώσαις δὴ ταύταις γενεαῖς, ὥσπερ οὐδ᾿ ἐν ταῖς παρῳχημέναις εἴασε παριδὼν ποτέ, οὐδ᾿ ἐν ταῖς ἐπερχομέναις παρόψεται· οὐδὲ γὰρ ἀφίησιν ἐπίπαν ὁ ἀληθινὸς τῷ ψεύδει καταθρασύνεσθαι, ἐκείνην ὑποδυόμενον.

Πάρεστι γοῦν ἐπὶ σοὶ τῆς τῶν ἐνθέων δογμάτων ἀληθείας, οἷς ἡ τοῦ Χριστοῦ νύμφη καὶ μήτηρ ἡμῶν Ἐκκλησία, ὡς ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς ποικιλλομένη, κατακαλλύνεται, μαρτύριον λαβεῖν ἀψευδές, ἀπόδειξιν προφανῆ, στηλογραφίαν λαμπράν. Ὅθεν οἱ μὲν ἐκ τῆς αὐλῆς τοῦ Κυρίου πάντες, ἐπὶ τὸ ἀσφαλέστερον οἰκοδομηθέντες στερεωθήσονται· τῶν δὲ ἐκ τῆς ἀλλοτρίας ἀγέλης, ὅση μὲν εὐγνώμων μοῖρα, καὶ τῆς φωνῆς τοῦ ποιμένος ἐπαΐειν ἐθάς, ἐντὸς τῆς μάνδρας γενέσθαι σπουδάσονται γενέσθαι καὶ αὐτοί· ὅση δὲ ἀγνώμων καὶ κρημνισχαρὴς καὶ τραχεῖα καὶ τὸν τρόπον ἐριφιώδης, ἐμβροντηθέντες σφοδρῶς τῷ ἀκούσματι, καὶ τὰς ψυχὰς κατασεισθέντες, ἀθλίως περιτραπήσονται.

Τὶς γὰρ ἂν ἀληθείας δογμάτων ἔλεγχος ἀσφαλέστερός τε καὶ ἀψευδέστερος γένοιτο, ἢ θεόθεν κινουμένη πρὸς αὐτὰ γνώμη, καὶ τῆς μὲν ἑτεροδοξίας ὑπεραλλομένη τοὺς ἄξονας, ἐπὶ δὲ τῆς πέτρας τῆς ὀρθοδοξίας ἱστᾶσα τοὺς πόδας, τὰ τοῦ νοῦ διαβήματα; Τὶς δὲ βάσανος δοκιμωτέρα καρδίας, ἣτις ἀδικίαν μὲν κατὰ τῆς Ἐκκλησίας μέχρι πολλοῦ λαλεῖν ἐμελέτησεν, εἶτα ἐξάπινα ἐν δικαιοσύνῃ καὶ κρίσει «λόγον ἀγαθὸν ἐξηρεύξατο»; Τὶς δ᾿ ἂν δίκαιος εἴη παρὰ τοῖς τιμᾷν εἰδόσιν ἀλήθειαν σοῦ μᾶλλον πιστεύεσθαι, τοῦ λέγοντος καὶ διαμαρτυρουμένου ἀπὸ στόματος, ὅπερ ἂδην τε καὶ λαύρως τῇ τῶν ἐκφύλων ἑτεροδιδασκαλιῶν ἅλμῃ ἐπὶ πολὺ προσκλυζόμενον, εἴτ᾿ ἀθρόως προσώχθισεν ἐπιναυτιάσαν τῇ τῆς ποιότητος ἀηδίᾳ τε καὶ πικρότητι, καὶ τῶν ζωηρῶν ναμάτων τῶν ἐξ Ἐδὲμ ἐκπορευομένων σπάσαν εἰς κόρον τῆς τούτων ᾒσθετο γλυκύτητός τε καὶ χάριτος;

Σὺ γὰρ σοφίᾳ κεκοσμημένος τῇ τε θυραίᾳ καὶ τῇ καθ᾿ ἡμᾶς, ὡς τὸ ἐμβριθὲς περὶ τὰς κρίσεις ἐντεῦθεν πλουτεῖν καὶ οὐκ εὐπαράκρουστον, ἐντραφεὶς δὲ καὶ ἐνακμάσας τοῖς εἰς μοῖραν ἐκκλησίας πρὸς ἡμᾶς διεστηκόσιν ἀντίθετον, καὶ τούτων ταῖς προσλήψεσιν (ὃ πλείστην ἔχει, καὶ οὐκ ἂν εἶποι τις ὅσην, περὶ τὰς δόξας ῥοπήν) ἐνηλικιωθείς τε καὶ διὰ μακροῦ ἐνοργιάσας, καὶ τὸ δὴ μέγιστον, τὰς περὶ τὸ δόγμα Δυτικὰς στραγγαλίδας, ὡς οὐκ οἶδ᾿ εἴτις ἄλλος, δι᾿ ὄνυχος ἁπάσας ἀκριβωσάμενος, ὁ δὲ τὴν ἀπάτην τέως ἐν αὐτῷ αὐτῆς τῷ πυθμένι ἐφώρασας, καὶ περιλαμφθεὶς ἄνωθεν τὴν ψυχήν, ὅλος τοῦ φωτὸς ἐγένου, χαίρειν ἑάσας Αἰγυπτίους σὺν αὐτῇ Αἰγύπτῳ, ἄτης κατὰ σκότον ἠλάσκοντας, μᾶλλον δὲ καὶ τούτοις, ὅσα καὶ Μωσῆς τοῖς Ἰσραηλίταις, ἡγεμὼν θεόπεμπτος τῆς ἐκ τοῦ σκότου ἀπαλλαγῆς καταστάς, οἷς ἂν τέκνα φωτὸς εἶναι μελήσειε, καὶ τὴν σκοτώδη καταλιπόντες Δύσιν, πρὸς τὰς φεραυγεῖς ἀνατολὰς ἐπιστρέψαι θελήσειεν.

Τὶ γὰρ ἂν καὶ φαῖεν τοῦ λοιποῦ τὰ περὶ σοῦ πυθόμενοι οἱ διάφοροι; οἱ πάντα πράττειν καὶ λέγειν, ὥστε τἀληθὲς συσκιάσαι, καὶ εἰ δυνατὸν ἀφαντῶσαι, ὀξεῖς τε καὶ πρόχειροι; ἆρ᾿ ὅτι ὑπ᾿ ἀλόγου πάθους τὸν νοῦν συνθολούμενος, καὶ τὸ κατ᾿ αὐτῶν οἷον οἰστρηλατούμενος ἔχθει, ἡμῖν εἰκῆ τε καὶ ἀλογίστως σεαυτὸν φέρων παρέῤῥιψας, τοῖς δὲ ὁμόσαι χωρεῖν ἐπεβάλου διακριθεὶς εἰς τάξιν ἀντίπαλον;

Ἀλλ᾿ ἐπιστομώσει αὐτούς, εὖ οἶδα, καὶ καταιδέσει, εἴτι φρονοῦσιν, αὐτὸ τὸ περὶ σὲ συμβάν, λογισμοῖς δικαίοις ταλαντευόμενον· καὶ γνώσονται δὲ καὶ αὐτοί, ὡς ἀλλοίωσις ἦν τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου ἡ ἀλλοίωσις αὕτη. Αὐτὸς γὰρ ἢδη τοῖς Γραικοῖς ἡμῖν, ἐν οἷς συγγράφων διετέλεις, λαμπρῶς ἐπεμβαίνων, καὶ ἀκμὴν τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἐκκλησίας καταφερόμενος, στηλιτεύων τε ἀνυποστόλως τὴν πίστιν ἡμῶν, κατὰ πολλὴν τοῦ ἀντεροῦντος ἐρημίαν, ὡς δῆθεν αἱρέσεσι παντοίαις ὑπεύθυνον, καὶ κακοδοξίας μυρίας γέμουσαν, ἐκ ψιλῆς τὸ πρῶτον ὑπονοίας ἐνδοιάζειν ἀρξάμενος ὑφῆκας τὸ πρόθυμον· εἶτ᾿ ἀθρόως ὢφθης μεταβαλών, καὶ, τὴν ὁρμὴν ἀναχαιτίσας, τὸν δρόμον ἔστησας παρὰ δόξαν, ὃν ὡς ἀφ᾿ ὕσπληγγος σταδιεύων τῆς καθ᾿ ἡμῶν δυσμενείας, ἀνέτῳ παντὶ ῥυτῆρι ἀσπλεύων συνέτεινας.

Καὶ αὐτὸς μέν, κατὰ τὸν ἐν ταῖς Πράξεσιν εὐνοῦχον, ἁρματηλατῶν προΐεις τῷ λόγῳ καθ᾿ ἡμῶν, ἐξ ἅρματος, τὸ τῆς παροιμίας, ἀστράπτων τε καὶ βροντῶν, καὶ τοῖς ἐξ ἁμάξης ἡμᾶς, ὃ λέγεται, πλύνων· τὸ δέ τοι Πνεῦμα τὸν Ἀρκαδίας ἀρχιερέα ἀποῤῥήτοις ἐπιπνοίαις προσήγαγέ σοι, ὡς ἐκείνῳ τὸν Φίλιππον· πρόσελθε, λέγον, καὶ κολλήθητι τῷ ἅρματι τούτῳ, καὶ παραλαβών, τὰ τῆς ἀληθείας, ὡς ἔχει, τὸν ἄνδρα δίδαξον, καὶ τὰ τῆς παρούσης ἀγνοίας ἀπάλλαξον.

Ἀπεκάλυψε γὰρ καὶ σοι δηλονότι τοὺς ὀφθαλμοὺς ὁ Θεός, ὥσπερ δὴ τοῦ Βαλαάμ ποτε, καὶ τὸν ἄγγελον αὐτοῦ ἑώρακας ἀνθεστηκότα ἐν τῇ ὁδῷ, οὐ ῥομφαίαν ἐσπασμένην χειρίζοντα, τὸν δὲ λόγον τοῦ Κυρίου, ὃς τομώτερος μαχαίρας ἐστί, προβαλλόμενον. Καὶ παραχρῆμα, ἅτε δὴ εὐγνώμων καὶ συνετός, τὸ «Ἡμάρτηκα» ἐπεβόησας, «οὐ γὰρ ἠπιστάμην». Ταύτη τοι καὶ ἣν ἐκίνεις ἀνέδην κατὰ τοῦ Ἰακώβ τὸ πρῶτον γλῶτταν ὑβρίστριαν, εἰς μέρος εὐλογίας μεθήρμοσας, καὶ «Τὶ ἀράσομαι», εἶπας, «ὃν μὴ ἀρᾶται Κύριος; ἢ τὶ καταράσομαι, ὃν οὐ καταρᾶται ὁ Θεός;» Ὥστε καὶ τῇ κρείττονι μεταθεὶς μοίρᾳ, τῷ τῶν ὀρθοδοξούντων κλήρῳ φέρων σαυτὸν συγκατέταξας, «Ἀποθάνοι», λέγων, «ἡ ψυχή μου ἐν ταῖς ψυχαῖς δικαίων, καὶ γένοιτο τὸ σπέρμα μου ὡς τὸ σπέρμα τούτων».

Ταῦτα σε καὶ τῷ Ἀποστόλῳ παραβάλλοντες Παύλῳ, οὐκ ἂν πάνυ πόῤῥω τοῦ είκότος τοξεύοιμεν. Εἰ μὴ γὰρ ἀπειλῆς τε καὶ φόνου κατ᾿ ἐκεῖνον, ζήλου γοῦν, καὶ καταφορᾶς νεανικῆς τινος καὶ ἐῤῥωμένης εἰς τοὺς μαθητὰς καὶ αὐτὸς τοῦ Κυρίου ἐμπνέων, τὸν πρὶν διώκτην εἰς τὸν πιστὸν τέως ὀπαδὸν καὶ μαθητὴν μετεῤῥύθμισας. Περιήστραψε γὰρ δήπου καὶ σὲ τὸ ἀπὸ οὐρανοῦ φῶς, ὡς ἐκεῖνον, τῆς τοῦ Θεοῦ εὐμενῶς καὶ ἐπὶ σοὶ ἐπιδούσης ἀῤῥωγῆς τε καὶ χάριτος, μονονούκ ἐπὶ τὴν γῆν πεσόντι, καὶ τῆς ἐξ ὀνόματος δισσευθείσης προσκλήσεως αἰσθητῶς ἐπακούσαντι, ποτνιωμένης οἷον τὴν δίωξιν.

Τὰ δ᾿ ἄλλα καὶ σοι Ἀνανίας ἄντικρυς ὁ Ἀρκαδίας, καὶ αἱ τῶν καινοτομιῶν, αἷς συνανεστράφης προλήψεις, καὶ ὡσεί λεπίδες τῶν τῆς ψυχῆς ὀφθαλμῶν ἀποπίπτουσαι, καὶ τὸ τῆς εὐσεβείας ἐνατενίζειν φωτὶ καθαρῶς ἐπιτρέπουσαι. Ἀμέλει τοι «σκεῦος οἶσθα ἐκλογῆς» καὶ αὐτὸς τῷ Κυρίῳ, ἐκ γαστρὸς μητρός σου ἀφωρισμένος αὐτῷ, τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐνώπιον ἐθνῶν τε καὶ βασιλέων, καὶ καταρτίσαι αὐτῷ λαὸν περιούσιον.

Τοιοῦτον οὖν σε εἰδότες ἡμεῖς, εἰ μόνον ἐπὶ τῇ εἰλικρινεῖ τῶν ὀρθῶν δογμάτων ὁμολογίᾳ, καὶ τῇ ἐκ ψυχῆς τῶν ἐκθέσμων καινοτομιῶν καὶ αἱρέσεων ἀθετήσει τε καὶ ἀποπτύσει, καὶ διὰ τοῦ ἁγιαστικοῦ χρίσματος τῆς Ἐκκλησίας ἀφαγνισθῆναι τε καὶ τελεσθῆναι γνῶμεν σπουδάσαντα, ἀγκάλαις, ὃ φασιν, ὑπτίαις οἱ πάντες περιβαλλόμεθα, καὶ τὴν ἱεράν σου κεφαλήν ἐν φιλήματι ἁγίῳ τὸ τῆς κατὰ Χριστὸν ἀγάπης τε καὶ ἑνότητος περιπτυσσόμεθα καὶ καταφιλοῦμεν, καὶ κολλᾶσθαι δὴ ἐφιέμενον ἡμῖν, οὐχ ὡς ἐν ἀρχῇ αὐτομολήσαντα οἱ μαθηταὶ τὸν Σαῦλον, ἀποτροπιαζόμεθα, οὐδ᾿ ὡς ἐκεῖνοι μὴ πιστεύοντες ὅτι ἐστὶ μαθητής, φοβούμεθα καὶ ὑποπτήσσομεν· ἀλλ᾿ ἐν πάσῃ πληροφορίᾳ καὶ πίστει μαθητήν σε ὄντα τοῦ Κυρίου ἐπιγινώσκομεν, καὶ ὡς μύστην ἀληθείας τιμῶμεν, καὶ ὡς ἄντικρυς ἰσαπόστολον γεραίρομεν· προσιέμεθά τε τὸ ἐντεῦθεν ἐσᾳεὶ καὶ ἀποδεχόμεθα, εἰσπορευόμενόν τε μεθ᾿ ἡμῶν καὶ ἐκπορευόμενον ἐν τῇ μυστικῇ ταύτῃ Ἱερουσαλήμ, καὶ παῤῥησιαζόμενον ἐν ὀνόματι Κυρίου, καὶ λαλοῦντα, καὶ συζητοῦντα πρὸς τοὺς νεωτεριστὰς δὴ τούτους, ὅσα ἂν αὐτοῖς εἰς σωτηρίαν, καὶ ἐπιστροφὴν ἐκ πλάνης ὁδοῦ αὐτῶν, συντελῆ τε εἴη καὶ πρόσφορα.

«Ἰδοὺ γὰρ Κύριος ὁ Θεός σου ἐκάλεσέ σε ἐν δικαιοσύνῃ, καὶ ἔδωκέ σε εἰς διαθήκην γένους, εἰς φῶς ἐθνῶν· ἰδοὺ ὡς φῶς τέθεικέ σε, ἀνοῖξαι ὀφθαλμοὺς τυφλῶν, καὶ ἐξαγαγεῖν ἐκ δεσμῶν δεδεμένους, καὶ ἐξ οἴκου φυλακῆς καθημένους ἐν σκότει· ἰδοὺ ὡς λύχνον ἀνῆψαί σε, καὶ ὡς λαμπτῆρα ἐπύρσευσε τοῖς ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ τῷ τῆς Δυτικῆς σκοτομήνης κατακειμένοις, ἳνα καὶ αὐτοῖς ποτε καθαρὰ διαυγάσειεν ἡ τῆς ὀρθῆς ὁμολογίας ἡμέρα, καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ταῖς ψυχαῖς αὐτῶν, νέφους τε καὶ ἀχλύος ἐκτὸς ὁ λόγος τῆς πίστεως».

Ἰδοὺ τέθηκέ σε ἐν τῇ σήμερον ἡμέρᾳ ὡς πόλιν ὀχυράν, καὶ ὡς τεῖχος χαλκοῦν, ᾧ περ ἂν προσαῤῥάξασα ἡ τῇ κεφαλῇ ἡμῶν ἀντίθετος κεφαλή, ἡ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἀναιδῶς τε καὶ ἀσεβῶς ἐπαιρουμένη τε καὶ γαυρουμένη, συνθλασθείη καὶ συντριβείη, ἣτις καὶ συνθλασθήσεται, εὖ οἶδ᾿ ὅτι, καὶ συντριβήσεται τέως, καὶ «τὰ πάχη αὐτῆς ἐκμυελισθήσεται», καὶ κορυζώδης καὶ φρονηματίας ἐγκέφαλος ἐκρυήσεται, καὶ ἐξουθενωθήσεται, εἰ Θεὸς τῆς ἰδίας δόξης ζηλωτὴς ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ «τὰ μὲν ταπεινὰ ἐφορῶν, τὰ δὲ ὑψηλὰ καθαιρῶν, καὶ διδοὺς μὲν τοῖς ὁσίοις αὑτοῦ χάριν, τοῖς δὲ περηφάνοις ἀντιτασσόμενος».

Ἀλλὰ γὰρ ἔσται ταῦτα, ὅτε καὶ ὅπως τῇ ἄνω προνοίᾳ δόξειε. Σὺ δ᾿ εἷα ἔχου δὴ τῆς καλῆς προαιρέσεως, ἀγαπητέ· ἕπου προθύμως τῇ προαγούσῃ σε χάριτι· τρέχε κατὰ σαυτὸν τὸ σοὶ προκείμενον στάδιον· ἀνδρίζου τὸν καλὸν ἀγῶνα διαθλῶν, καὶ κραταιούσθω ἡ καρδία σου. «Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου ὁ δυνατός, καὶ ἔντεινε, καὶ κατευοδοῦ, καὶ βασίλευε, ἕνεκεν ἀληθείας καὶ δικαιοσύνης ἀγωνιζόμενος· ὁδηγήσει γάρ σε θαυμαστῶς ἡ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ», ὑπὲρ οὗ καὶ ἀθλεῖν προτεθύμησαι. «Περίζωσαι τὴν ὀσφύν σου καὶ ἀνάστηθι», μᾶλλον δέ, ἐπεὶ ὑπὸ Θεῷ στρατηγοῦντι, περιέζωσαι δύναμιν καὶ ἀνέστης, χώρει γενναίως τὸν δίαυλον, «τῶν μὲν ὄπισθεν ἐπιλανθανόμενος, ἐπὶ δὲ τὰ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος».

«Ἐπ᾿ ὄρους ὑψηλοῦ ἀνάβηθι ὁ εὐαγγελιζόμενος Σιών», ὡς ἂν ῇς τοῖς πᾶσι περίοπτος· ὕψωσον ἐν ἰσχύϊ τὴν φωνήν σου «ὁ εὐαγγελιζόμενος Ἱερουσαλήμ», ἳνα ῇς τοῖς πᾶσιν ἐξάκουστος· ὕψωσον μηδὲν ὑποστελλόμενος, καὶ εἶπον πάντα ὅσα τὸ Πνεῦμα σοι ἐνετείλατο, κᾂν μύριοι ὦσιν οἱ ὑπὸ τοῦ ψεύδους στρατολογούμενοι πρὸς οὓς δέον σε παρατάσσεσθαι, κᾂν νεανικοί τινες εἶναι δοκῶσι τὰ λεκτικὰ ταῦτα καὶ διαλεκτικὰ τεχνύδρια καὶ δυσκαταγώνιστοι, κᾂν περιττοὶ τὴν σοφίαν τὴν ἔξω ταύτην καὶ καταργουμένην, κᾂν τέως καὶ τὴν ἐκ τοῦ κόσμου περιβεβλημένην δύναμιν, μυρίας σοι τὰς ἀπειλὰς ἐπισείωσιν· ἀλλὰ σὺ μηδὲν αὐτῶν προτιμήσειας τῇ ἐξ ὕψους ἰσχύϊ ῥωννύμενος. «Μὴ φοβηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, μηδὲ πτοηθῇς ἐναντίον αὐτῶν, ὅτι μετὰ σοῦ εἰμὶ τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, λέγει Κύριος, καὶ πολεμήσουσι, καὶ οὐ μὴ δύνωνται πρὸς σέ». Εἶεν.















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου