Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Στάνισλαβ Λεμ ( 12 Σεπτεμβρίου 1921 - 27 Μαρτίου 2006 )

Ο Στάνισλαβ Λεμ (Stanisław Lem, 12 Σεπτεμβρίου 1921 - 27 Μαρτίου 2006), ήταν Πολωνός συγγραφέας έργων φιλοσοφικών, σατιρικών και επιστημονικής φαντασίας. Είναι ευρύτερα γνωστός ως ο συγγραφέας του Σολάρις.
Ο Λεμ γεννήθηκε το 1921 στο Λβιβ τότε στην Πολωνία, σήμερα ανήκει στην Ουκρανία). Ήταν γιος της Σαμπίνα Βόλλερ και του Σαμουήλ Λεμ, ενός εύπορου εβραϊκής καταγωγής λαρυγγολόγου και πρώην γιατρού του Αυστρο-Ουγγρικού Στρατού. Αν και μεγάλωσε ως καθολικός, έγινε αργότερα άθεος. Μετά την κατοχή της ανατολικής Πολωνίας από τη Σοβιετική Ένωση δεν του επετράπη να φοιτήσει στο Πολυτεχνείο όπως επιθυμούσε, γιατί προερχόταν από οικογένεια της μπουρζουαζίας. Μέσω των γνωριμιών του πατέρα του μπόρεσε όμως να αρχίσει σπουδές ως φοιτητής της ιατρικής στο Λβιβ το 1940.
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι σπουδές του διακόπηκαν. Ο Λεμ μπόρεσε να αποκρύψει την εβραϊκή καταγωγή του με πλαστά χαρτιά και δούλευε σαν βοηθός μηχανικού και συγκολλητής για μια γερμανική εταιρία. Ήταν επίσης μέλος της αντίστασης κατά της γερμανικής δύναμης κατοχής. Όταν προς το τέλος του πολέμου η Πολωνία ήρθε υπό την κατοχή του Κόκκινου Στρατού και τον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης ο Λεμ συνέχισε τις σπουδές του στο Λβιβ. Το 1946 εγκαταστάθηκε στην Κρακοβία καθώς η περιοχή του Κρεσί και το Λβιβ προσαρτήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση στην Ουκρανία.
Ο Λεμ έλαβε το πιστοποιητικό ολοκλήρωσης των σπουδών του αλλά αρνήθηκε στην τελευταία του εξέταση να απαντήσει στο πνεύμα του Λυσσενκοϊσμού και έτσι απέφυγε την υποχρέωση να εργαστεί ως στρατιωτικός γιατρός. Καθώς έτσι έχασε και την ευκαιρία να εργαστεί ως γιατρός, απασχολήθηκε ως ερευνητής ενώ παράλληλα μετατόπιζε τις δραστηριότητές του όλο και πιο εντατικά στη συγγραφή. Το 1951 εκδόθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα Astronauci (Οι Αστροναύτες). Το 1953 παντρεύτηκε την Δρ. Μπάρμπαρα Λέσνιακ, μια ραδιολόγο. Το 1982 κηρύχτηκε στην Πολωνία στρατιωτικός νόμος και την εγκατέλειψε προσωρινά για να εργαστεί στο Δυτικό Βερολίνο. Ένα χρόνο αργότερα μετακόμισε στη Βιέννη από όπου επέστρεψε στην Πολωνία το 1988.
Στην Κρακοβία συνέχισε τις σπουδές του και δούλεψε από το 1948 ως το 1950 σαν βοηθός ερευνητή πάνω σε προβλήματα της εφαρμοσμένης ψυχολογίας. Αυτή την περίοδο ξεκίνησαν οι πρώτες του λογοτεχνικές προσπάθειες και άρχισε να γράφει ιστορίες στον ελεύθερό του χρόνο. Το 1948 έγραψε το μυθιστόρημα Szpital Przemienienia (Νοσοκομείο της Μεταμορφώσεως).
Ήταν μέλος της πολωνικής ένωσης συγγραφέων και του ομίλου ΠΕΝ. Από το 1994 ήταν μέλος της Πολωνικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών.



Ο Στανισλαβ Λεμ στην Κρακοβία, 30. Οκτωβρίου 2005

Μέσα από τα ουτοπικά έργα του απέκτησε τη φήμη ενός από τους μεγαλύτερους συγγραφείς στην ιστορία της λογοτεχνίας της επιστημονικής φαντασίας. Τα έργα του χαρακτηρίζονται στυλιστικά από εφευρετικότητα ιδεών και φανταστικούς νεολογισμούς, ενώ κεντρικά θέματα είναι η φιλοσοφική κριτική στην ανθρώπινη δυνατότητα για κατανόηση του κόσμου και στο τεχνολογικά εφικτό.
Το μυθιστόρημα Σολάρις (1961) έχει μεταφερθεί σε ταινία το 1972 από τον Αντρέι Ταρκόφσκι και άλλη μια φορά το 2002 από τον Στίβεν Σόντερμπεργκ με πρωταγωνιστή τον Τζορτζ Κλούνι. Ο ίδιος ο Λεμ δεν είχε σε εκτίμηση καμία από τις δύο μεταφορές. Επίσης σε ταινία μεταφέρθηκε το 1960 ο Πλανήτης του Θανάτου και το 1978 Η Διαπραγμάτευση. Το 2007 προβλήθηκαν από το γερμανικό κρατικό κανάλι ZDF σε 6 επεισόδια των 15 λεπτών διασκευασμένες ιστορίες από Τα ημερολόγια των άστρων.
Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε 57 γλώσσες και έχουν ξεπεράσει τα 45 εκατομμύρια αντίτυπα. Έγραψε από μυθιστορήματα έως σύντομα διηγήματα επιστημονικής φαντασίας, παρωδίες, θεατρικά έργα, φιλοσοφικά κείμενα και κριτική λογοτεχνίας.
Ο Λεμ πέθανε έπειτα από μακρά ασθένεια στις 27 Μαρτίου 2006 σε κλινική της Κρακοβίας στην ηλικία των 84 ετών από καρδιακή ανεπάρκεια. Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο Salwator στην Κρακοβία.

Έργα

Οι χρονολογίες αντιστοιχούν στο έτος πρώτης κυκλοφορίας. Μερικά από τα έργα κυκλοφόρησαν πρώτα σε μετάφραση εξαιτίας του καθεστώτος στην Πολωνία.

Μεταφρασμένα στα ελληνικά

Śledztwo (Η αναζήτηση, 1959), Εκδόσεις Καστανιώτης, μετάφραση από το Γρηγόρη Παπαδογιάννη (Αστυνομικό)1990
Solaris (Σολάρις, 1961)
Εκδόσεις Καστανιώτη, μετάφραση από τη Ροζίτα Σώκου, 1984
Εκδόσεις Ποταμός, μετάφραση από το Γιώργο Τσακνιά, 2003
Pamiętnik znaleziony w wannie (Χειρόγραφα που βρέθηκαν σε μια μπανιέρα, 1961), μετάφραση από το Μάρκο Λιάμο, εκδόσεις Γραφή και εκδόσεις Κάκτος, 1990
Cyberiada (Κυβεριάδα, 1965), Εκδόσεις Κάκτος, μετάφραση από τη Ροζίτα Σώκου, 1979
Kongres futurologiczny (Συνέδριο για το Μέλλον, 1971), Εκδόσεις Κάκτος, μετάφραση από το Βασίλη Λ. Καζαντζή1977
Τα ημερολόγια των άστρων, Εκδόσεις Ποταμός, μετάφραση από το Γιώργο Τσακνιά 2005

Φιλοσοφικά έργα

1957, Dialogi
1964, Summa technologiae, (σε αυτό προβλέπονται και συζητούνται διάφορα τεχνολογικά επιτεύγματα, για παράδειγμα η "Φαντοματική", όπως ονόμασε ο Λεμ την Εικονική Πραγματικότητα ή η Νανοτεχνολογία.)
1968, Filozofia przypadku
1970, Fantastyka i futurologia
1978, Rozprawy i szkice
1981, Essays, Insel Verlag
1992, Die Vergangenheit der Zukunft, Insel Verlag
1996, Tajemnica chińskiego pokoju
1999, Bomba megabitowa
2000, Okamgnienie
2003, DyLEMaty
2006, Rasa drapiezcow - Teksty ostatnie
Έργα επιστημονικής φαντασίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
1946, Człowiek z Marsa
1951, Astronauci
1955, Obłok Magellana
1957, Dzienniki gwiazdowe (μεταφρασμένο ως Τα ημερολόγια των άστρων)
1960, Eden
1961, Solaris (μεταφρασμένο ως Σολάρις)
1961, Pamiętnik znaleziony w wannie (μεταφρασμένο ως Χειρόγραφα που βρέθηκαν σε μια μπανιέρα)
1961, Powrót z gwiazd
1964, Niezwyciężony
1964, Bajki robotów
1965, Cyberiada (μεταφρασμένο ως Κυβεριάδα)
1968, Opowieści o pilocie Pirxie
1968, Głos Pana
1969, Opowiadania
1971, Kongres futurologiczny (μεταφρασμένο ως Συνέδριο για το Μέλλον)
1976, Maska
1981, Golem XIV
1982, Wizja Lokalna
1986, Pokój na ziemi
1987, Fiasko

Διάφορα

1959, Śledztwo (μεταφρασμένο ως Η αναζήτηση)
1976, Katar (Αστυνομικό, βραβευμένο το 1979 με το Grand prix de littérature policière
1968, Wysoki Zamek (Αυτοβιογραφικό, αφορά την παιδική ηλικία του Λεμ)
1955, Szpital Przemienienia (Η εξέλιξη ενός νεαρού γιατρού στην προπολεμική και μεταπολεμική Πολωνία)

Φανταστικές κριτικές και πρόλογοι

1971, Doskonała próżnia (Συζητήσεις για ανύπαρκτα βιβλία)
1973, Wielkość urojona (Πρόλογοι για ανύπαρκτα βιβλία)
1980, Prowokacja
One Human Minute (Πρόλογος σε μια στατιστική)
Weapon Systems of the 21st Century or the Upside Down Evolution
The World as Holocaust

Κινηματογράφος και τηλεόραση

Ο Λεμ ήταν γνωστός για την κριτική του στις ταινίες που βασίζονταν στο έργο του. Είχε χαρακτηρίσει τη μεταφορά του Σολάρις από τον Αντρέι Ταρκόφσκι ως "Έγκλημα και Τιμωρία στο διάστημα".
1960, Der Schweigende Stern (Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία – Πολωνία), βασισμένο στο Astronauci
1963, Ikarie XB1 (Τσεχοσλοβακία), βασισμένο στο Obłok Magellana)
1968, Przekladaniec (Πολωνία, από τον Αντρέι Βάιντα)
1968, Σολάρις (ΕΣΣΔ, από τον Μπόρις Νίρενμπουργκ. Τηλεταινία βασισμένη στο Σολάρις)
1972, Σολάρις (ΕΣΣΔ, από τον Αντρέι Ταρκόφσκι)
1973, Pirx kalandjai (Ουγγρική τηλεόραση)
1978, Test pilota Pirxa (Σοβιετική (Ουκρανική-Εσθονική)-Πολωνική παραγωγή, από τον Marek Piestrak)
1979, Szpital przemienienia (Πολωνία, από τον Edward Zebrowski)
1988, Victim of the Brain (από τον Piet Hoenderdos)
1994, Marianengraben (Γερμανία, από τον Achim Bornhak)
2002, Σολάρις (Η.Π.Α., από τον Στίβεν Σόντερμπεργκ)
2007, Ijon Tichy: Raumpilot (δεύτερο γερμανικό κρατικό κανάλι (ZDF), μίνι-σειρά 6 επεισοδίων, από τον Oliver Jahn)
2009, 1 (Ουγγαρία, από τον Pater Sparrow)

Όπερα

Η Κυβεριάδα (1970; 2η έκδοση το 1985), από τον Krzysztof Meyer, μεταδοθηκε από την Πολωνική Τηλεόραση (1η πράξη, 1971), παίχτηκε στο Βούπερταλ(Γερμανία) (1986).
Σολάρις από τον Michael Obst, (1995/96). Πρώτη εκτέλεση στη Biennale του Μονάχου το 1996.


Σολάρις

Ο Κρις Κέλβιν φτάνει σε έναν διαστημικό σταθμό πάνω από τον πλανήτη Σολάρις για να μελετήσει τον ωκεανό που τον καλύπτει. Ξέρει πως μόνο άλλα δύο άτομα συμμετέχουν στην ίδια αποστολή, μέχρι που, μια νύχτα, απροσδόκητα, δέχεται την επίσκεψη μιας γυναίκας που έχει εκπληκτική φυσική ομοιότητα με τη νεκρή σύζυγό του. Οι πρώτες επιστημονικές εξηγήσεις συγκλίνουν στην αλλόκοτη υπόθεση ότι ο ωκεανός του πλανήτη έχει τη δύναμη να υλοποιεί τις αναμνήσεις.
Το Solaris εκδόθηκε το 1961 και χάρισε στον Lem την παγκόσμια αναγνώριση. Το 1972 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Αντρέι Ταρκόφσκι και το 2002 από τον Στήβεν Σόντεμπεργκ. Τραγικό ρομάντζο, καφκική παραβολή, παρωδία της ερμηνευτικής, ειρωνικό ιπποτικό μυθιστόρημα, φιλοσοφική πραγματεία: όψεις του ίδιου βιβλίου, που θεωρείται ένα αριστούργημα της επιστημονικής φαντασίας.


Σολάρις (απόσπασμα)

Η απελπισία κι ένα είδος βουβής οργής με κρατούσαν όσο δούλευα με τον υπολογιστή. Τώρα, με είχε κυριεύσει η εξάντληση και δεν μπορούσα να θυμηθώ ούτε πώς κατεβαίνει ένα μηχανικό κρεβάτι. Ξέχασα να βγάλω πρώτα τις ασφάλειες και κρεμάστηκα με όλο το βάρος μου από τον μοχλό· μου ήρθε το στρώμα στο κεφάλι.

Έβγαλα τα ρούχα, τα πέταξα και κατέρρευσα στο μαξιλάρι, χωρίς ούτε καν να μπω στον κόπο να το φουσκώσω. Αποκοιμήθηκα με τα φώτα αναμμένα.

Άνοιξα τα μάτια κι είχα την αίσθηση ότι με είχε πάρει ο ύπνος για λίγα μόνο λεπτά. Το δωμάτιο ήταν λουσμένο σ’ ένα θαμπό, κοκκινωπό φως. Έκανε λιγότερη ζέστη, κι εγώ ένιωθα καλύτερα.

Έμεινα έτσι ξαπλωμένος, ξεσκέπαστος, ολόγυμνος. Οι κουρτίνες ήταν μισάνοιχτες κι εκεί, απέναντί μου, δίπλα στο παράθυρο που φώτιζε ο ερυθρός ήλιος κάποιος καθόταν. Ήταν η Χάρεϋ. Φορούσε ένα λευκό καλοκαιρινό φόρεμα, που εφάρμοζε στο στήθος της. Καθόταν με το ένα πόδι πάνω στο άλλο· ήταν ξυπόλητη. Ακίνητη, με το κεφάλι ακουμπισμένο στα ηλιοκαμένα χέρια της, με κοιτούσε κάτω από τις μαύρες της βλεφαρίδες. Η Χάρεϋ, με τα μαύρα μαλλιά της χτενισμένα πίσω. Έμεινα εκεί για πολλή ώρα και την κοιτούσα κι εγώ. Η πρώτη μου σκέψη ήταν καθησυχαστική: ονειρευόμουν και το ήξερα. Παρ’ όλα αυτά, θα προτιμούσα να μην βρισκόταν εδώ. Έκλεισα τα μάτια και προσπάθησα να διώξω το όνειρο. Όταν τα άνοιξα και πάλι, η Χάρεϋ εξακολουθούσε να κάθεται απέναντί μου. Φούσκωνε ελαφρά τα χείλη της -παλιά της συνήθεια- σαν να επρόκειτο να σφυρίξει· αλλά η έκφρασή της ήταν σοβαρή. Το μυαλό μου πήγε στους πρόσφατους συλλογισμούς μου σχετικά με τα όνειρα.

Δεν είχε αλλάξει από τη μέρα που την είχα δει για τελευταία φορά· τότε ήταν μια κοπέλα δεκαεννιά χρονών. Τώρα θα έπρεπε να είναι είκοσι εννιά. Φαίνεται όμως ότι οι νεκροί δεν αλλάζουν· μένουν παντοτινά νέοι. Συνέχιζε να με κοιτά, με μια έκφραση έκπληξης στο πρόσωπό της. Σκέφτηκα να της πετάξω κάτι αλλά, ακόμη και μέσα σ’ ένα όνειρο, δεν μπορούσα να βλάψω έναν νεκρό.

Μουρμούρισα: «Καημενούλα μου, ήρθες να με δεις;»

Ο ήχος της φωνής μου με τρόμαξε· το δωμάτιο, η Χάρεϋ, όλα έδειχναν απίστευτα πραγματικά. Ένα τρισδιάστατο όνειρο, με όλη τη γκάμα των χρωμάτων… Στο πάτωμα είδα διάφορα αντικείμενα που δεν είχα προσέξει όταν έπεφτα για ύπνο. Όταν ξυπνήσω, σκέφτηκα, θα ελέγξω αν όλα αυτά τα πράγματα είναι ακόμη εκεί ή αν, σαν τη Χάρεϋ, τα είδα μόνο στο όνειρο.

«Σκοπεύεις να μείνεις πολύ;» ρώτησα. Συνειδητοποίησα ότι μιλούσα πολύ σιγά, όπως κάποιος που φοβάται μην τον ακούσουν. Γιατί να ανησυχείς μήπως κάποιος κρυφακούσει μέσα σ’ ένα όνειρο;

Ο ήλιος υψωνόταν πάνω από τον ορίζοντα. Καλό σημάδι. Είχα ξαπλώσει κατά τη διάρκεια μιας ερυθρής ημέρας, την οποία θα έπρεπε να διαδεχτεί μια κυανή ημέρα κι έπειτα άλλη μια ερυθρή. Δεν είχα κοιμηθεί δεκαπέντε συνεχόμενες ώρες. Άρα ήταν όνειρο!

Καθησυχασμένος, κοίταξα προσεκτικά τη Χάρεϋ. Η σιλουέτα της διαγραφόταν κόντρα στον ήλιο. Οι πορφυρές ακτίνες φώτιζαν την απαλή επιδερμίδα στο αριστερό της μάγουλο και οι σκιές από τις βλεφαρίδες της έπεφταν στο πρόσωπό της. Τι όμορφη που ήταν! Ακόμη και στον ύπνο μου, η ανάμνησή της ήταν απίστευτα ακριβής. Παρακολουθούσα την πορεία του ήλιου περιμένοντας να δω το λακκάκι να εμφανίζεται στο γνώριμο ασυνήθιστο σημείο, ελαφρώς κάτω από τη γωνία των χειλιών. Πάντως θα προτιμούσα να ξυπνήσω. Ήταν ώρα να δουλέψω λιγάκι. Έκλεισα τα βλέφαρα σφιχτά.

Άκουσα έναν μεταλλικό ήχο και άνοιξα πάλι τα μάτια μου. Η Χάρεϋ καθόταν δίπλα μου στο κρεβάτι, κι εξακολουθούσε να με κοιτάζει σοβαρή. Της χαμογέλασα. Εκείνη μου ανταπέδωσε το χαμόγελο κι έσκυψε προς το μέρος μου. Φιληθήκαμε. Πρώτα ένα φιλί φοβισμένο, παιδικό, έπειτα μεγαλύτερα φιλιά. Την κράτησα στην αγκαλιά μου πολλή ώρα. Αναρωτήθηκα πώς είναι δυνατόν να αισθάνεσαι τόσο πολλά πράγματα μέσα σε ένα όνειρο. Δεν πρόδιδα την ανάμνησή της, γιατί ακριβώς εκείνη ονειρευόμουν, μονάχα εκείνη. Ποτέ μέχρι τώρα δεν μου είχε συμβεί…

Να ήταν τότε που άρχισα να έχω αμφιβολίες; Συνέχισα να λέω στον εαυτό μου πως ήταν όνειρο, μα η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει πιο δυνατά.

Οι μυς μου σφίχτηκαν κι ετοιμάστηκα να πεταχτώ από το κρεβάτι. Ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι δεν θα τα κατάφερνα, γιατί συχνά στα όνειρα, νωθρό το σώμα αρνείται να υπακούσει στις εντολές. Ήλπιζα ότι η προσπάθεια θα κατόρθωνε να με βγάλει από τον ύπνο. Δεν ξύπνησα όμως· βρέθηκα καθισμένος στο κρεβάτι, με τα πόδια μου να κρέμονται. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, θα έπρεπε να υπομείνω το όνειρο αυτό μέχρι το τέλος του. Η καλή μου διάθεση είχε εξαφανιστεί. Φοβόμουν.

«Τι…» ρώτησα. Καθάρισα τον λαιμό μου. «Τι θέλεις;»

Ψαχούλεψα το πάτωμα με τα ξυπόλητα πόδια μου, αναζητώντας ένα ζευγάρι παντόφλες. Χτύπησα το δάχτυλό μου σε μια γωνία κι έβγαλα μια κραυγή πόνου. Αυτό θα με ξυπνήσει, σκέφτηκα ικανοποιημένος, συνειδητοποιώντας την ίδια στιγμή ότι δεν είχα παντόφλες.

Κι όμως, συνέχισε. Η Χάρεϋ είχε αποτραβηχτεί και καθόταν μισοσκυμμένη στην άκρη του κρεβατιού. Το φόρεμά της ανεβοκατέβαινε ελαφρά καθώς ανάσαινε. Με κοιτούσε με ήρεμο ενδιαφέρον.

Γρήγορα, σκέφτηκα, στο ντους! Έπειτα όμως κατάλαβα ότι το να κάνω ντους μέσα σε ένα όνειρο δεν θα διέκοπτε τον ύπνο μου.

«Από πού ήρθες;»

Μου έπιασε το χέρι, το έσπρωξε προς τα πάνω και μετά το ξανάπιασε (μια κίνηση που ήξερα τόσο καλά) κι ύστερα άρχισε να παίζει με τα δάχτυλά μου.

«Δεν ξέρω», απάντησε. «Είσαι θυμωμένος;»

Ήταν η φωνή της, αυτή η γνώριμη, βαθιά, ελαφρώς απόμακρη φωνή, κι αυτή η αίσθηση ότι δεν την πολυενδιαφέρει αυτό που λέει, ότι ήδη την απασχολεί κάτι άλλο. Αρκετοί θεωρούσαν ότι δεν είχε και πολύ λεπτούς τρόπους, ακόμη κι ότι ήταν αγενής, επειδή η έκφραση του προσώπου της σπανίως έδειχνε κάτι άλλο από μια αόριστη έκπληξη.

«Σε… Σε είδε κανείς;»

«Δεν ξέρω. Ήρθα μέχρις εδώ χωρίς κανένα πρόβλημα. Γιατί, Κρις, έχει σημασία;»

Εξακολουθούσε να παίζει με τα δάχτυλά μου, τώρα όμως το πρόσωπό της ήταν ελαφρά συνοφρυωμένο.

«Χάρεϋ».

«Τι είναι, καλέ μου;»

«Πώς ήξερες πού βρισκόμουν;»

Το σκέφτηκε λιγάκι. Ένα πλατύ χαμόγελο αποκάλυψε τα δόντια της.

«Δεν έχω την παραμικρή ιδέα. Πλάκα δεν έχει; Κοιμόσουν όταν ήρθα. Δεν σε ξύπνησα γιατί θυμώνεις τόσο εύκολα. Είσαι πολύ ευέξαπτος».

Μου έσφιξε το χέρι.

«Πήγες κάτω;»

«Ναι. Ήταν όλα παγωμένα. Έφυγα τρέχοντας».

Άφησε το χέρι μου και έγειρε πίσω. Με τα μαλλιά της να πέφτουν στη μια πλευρά, με κοίταξε με κείνο το μισό χαμόγελο που πρώτα με είχε εκνευρίσει και κατόπιν με είχε αιχμαλωτίσει.

«Μα, Χάρεϋ…» ψέλλισα.

Έσκυψα από πάνω της και σήκωσα το κοντό μανίκι του φουστανιού της. Εκεί, μόλις πιο πάνω από το σημάδι του εμβολίου, ήταν μια κόκκινη βούλα, εκεί όπου είχε μπει η υποδερμική βελόνα. Δεν ένιωσα έκπληξη, η καρδιά μου όμως κόντεψε να μου βγει απ’ το στόμα.

Ακούμπησα το κόκκινο σημαδάκι με το δάχτυλό μου. Εδώ και χρόνια το ονειρευόμουν, ξανά και ξανά, και πάντοτε ξυπνούσα τρέμοντας κι έβρισκα τον εαυτό μου στην ίδια θέση, σε στάση εμβρυακή ανάμεσα στα μπερδεμένα σκεπάσματα – ακριβώς όπως είχα βρει εκείνη, όταν είχε ήδη αρχίσει να κρυώνει. Λες και προσπαθούσα στον ύπνο μου να ξαναζήσω ό,τι είχε περάσει εκείνη· λες και ήλπιζα να γυρίσω πίσω τον χρόνο και να της ζητήσω συγχώρεση, ή να της κρατήσω συντροφιά αυτά τα τελευταία λεπτά, όταν πια αισθανόταν την επίδραση της ένεσης και την είχε κυριεύσει ο τρόμος. Αυτή, που έτρεμε και με την παραμικρή γρατσουνιά, που μισούσε τον πόνο και τη θέα του αίματος, είχε κάνει με τη θέλησή της αυτό το τρομερό πράγμα, και δεν είχε αφήσει παρά λίγες λέξεις προχειρογραμμένες, για μένα. Είχα κρατήσει το σημείωμά της στο πορτοφόλι μου. Ήταν πλέον βρώμικο και ταλαιπωρημένο, ποτέ όμως δεν έβρισκα το κουράγιο να το πετάξω.

Αμέτρητες φορές την είχα φανταστεί να αναζητά τις κατάλληλες λέξεις και να κάνει τις τελευταίες προετοιμασίες. Είχα πείσει τον εαυτό μου ότι έπαιζε θέατρο, ότι είχε πάρει κατά λάθος υπερβολική δόση, θέλοντας να με τρομάξει. Μου έλεγαν όλοι ότι κάπως έτσι θα πρέπει να είχαν γίνει τα πράγματα, ή αλλιώς ότι ίσως ήταν μια παρόρμηση της στιγμής, αποτέλεσμα μιας ξαφνικής κατάθλιψης. Όλοι αυτοί όμως δεν ήξεραν τα πράγματα που της είχα πει πέντε μέρες νωρίτερα· δεν ήξεραν ότι, θέλοντας να την πονέσω ακόμη περισσότερο, είχα μαζέψει τα πράγματά μου κι ότι εκείνη, καθώς εγώ έκλεινα τις βαλίτσες, μου είχε πει, πολύ ήρεμα: «Ξέρεις τι σημαίνει αυτό;» κι εγώ είχα προσποιηθεί ότι δεν κατάλαβα, παρ’ όλο που ήξερα πολύ καλά τι εννοούσε· τη θεωρούσα υπερβολικά δειλή, και μάλιστα της το είχα πει… Και τώρα ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι και με κοιτούσε προσεκτικά, λες και δεν ήξερε ότι εγώ την είχα σκοτώσει.

Στανίσλαβ Λεμ, Σολάρις, μετάφραση: Γιώργος Τσακνιάς, «Ποταμός», Αθήνα 2006.

"Listen to Bach (The Earth)" from "Solaris"

Τα ημερολόγια των άστρων

Στο βιβλίο αυτό θα βρείτε χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με το ποιος δημιούργησε τον κόσμο, πώς να κυνηγήσετε κουρδίλους και οχταπλόκια, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ζωή στον πλανήτη Γη, τι να κάνετε εάν συναντήσετε τον εαυτό σας σε κάποια δίνη του χωροχρόνου, πώς να αντιμετωπίσετε μια αχαμάνα ή μια πατάτα-πειρατή, τι πιστεύουν τα ρομπότ για τον Θεό και -κυρίως- γιατί ο Άνθρωπος είναι ο μεγαλύτερος τσόγλανος μέσα στο Σύμπαν (ίσως και έξω από αυτό). Δια χειρός Στανίσλαβ Λεμ, του πολυβραβευμένου Πολωνού συγγραφέα του Σολάρις.


Απόσπασμα από τον πρόλογο του μεταφραστή

Ο Λεμ χρησιμοποίησε όχι μόνο την επιστημονική φαντασία αλλά και την παρωδία της επιστημονικής φαντασίας για να θέσει προβλήματα φιλοσοφικά, υπαρξιακά, ηθικά, γνωσιολογικά, πολιτικά και οικολογικά. Το χιούμορ με το οποίο παρουσιάζονται τα προβλήματα αυτά, οι παράδοξες και συχνά εξωφρενικές αφετηρίες από τις οποίες ξεκινά ο συγγραφέας λειτουργούν ως δόλωμα αποφορτίζοντας τον φιλοσοφικό στοχασμό. Σκοπός του Λεμ είναι να κάνει τον άθρωπο να δει τον εαυτό του και τον κόσμο από όσο το δυνατόν περισσότερες οπτικές γωνίες· τίποτα δεν είναι αυτονόητο και τίποτα δεν είναι (ή δεν θα έπρεπε να είναι) αδιανόητο. «Θεωρούμε ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποτελεί το μέτρο όλων των πραγμάτων…» λέει ο Ίον Τίχι, ένας από τους ήρωες του Λεμ, σε κάποιον εξωγήινο. «Και γιατί ο άνθρωπος;» ρωτά εκείνος. Το χιούμορ και η παραδοξολογία στο έργο του Λεμ εξυπηρετούσαν στο παρελθόν και έναν άλλο σκοπό, πολύ πιο πρακτικό: ήταν ένας τρόπος να παρακαμφθεί η πολωνική λογοκρισία. Ακόμα και στην επιλογή του είδους ίσως έπαιξε κάποιο ρόλο η παρουσία της λογοκρισίας, καθώς η επιστημονική φαντασία είχε την τύχη να θεωρείται από το πολωνικό υπουργείο Πολιτισμού παρακατιανό και ακίνδυνο λογοτεχνικό είδος. Σε μερικά από τα κείμενα του Λεμ, η σάτιρα του ολοκληρωτικού καθεστώτος αποτελεί το κεντρικό θέμα και μάλλον το λόγο για τον οποίο γράφτηκαν. Στο «Ενδέκατο Ταξίδι» των Ημερολογίων των Άστρων, όπου όλοι ανεξαιρέτως οι κάτοικοι ενός πλανήτη γίνονται σπιούνοι του καθεστώτος, η κεντρική ιδέα θυμίζει αρκετά την Αστυνομία (1958) του Σλαβομίρ Μρόζεκ, συμπατριώτη και φίλου του Λεμ· εκεί, η μυστική αστυνομία αποδεικνύεται τόσο αποτελεσματική, που τελικά εξαλείφει εντελώς την αντιπολίτευση και αναγκάζεται να βάλει δικούς της πράκτορες να παίξουν το ρόλο αυτό. Στο «Δέκατο Τρίτο Ταξίδι», ο ήρωας επισκέπτεται έναν πλανήτη, οι κάτοικοι του οποίου, αν και δεν είναι υδρόβια όντα, αποφασίζουν να ζήσουν κάτω απ’ το νερό, έτσι, από ιδεολογία. Προφανώς δυσκολεύονται, όλο και κάποιος καταπίνει νερό κατά λάθος, όλοι όμως κάνουν ότι δεν είδαν τίποτα. Σε αυτόν τον πλανήτη είναι που κάποιος δημοσιογράφος «εξαφανίζεται» επειδή τόλμησε να γράψει σε άρθρο του ότι «το νερό είναι υγρό». Όλες οι ιδέες που φιλοδοξούν να κάνουν την ανθρωπότητα ευτυχισμένη, μου φαίνονται παρανοϊκές. Πάντοτε προσπαθούσα να καταδείξω τη γελοιότητά τους.

Στανίσλαβ Λεμ, Τα ημερολόγια των Άστρων, Πρόλογος-Μετάφραση: Γιώργος Τσακνιάς, «Ποταμός», Αθήνα 2005.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου