Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

ΖΩΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ - Οι εικαστικοί στα εξώφυλλα των δίσκων

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΔΙΦΩΝΟ)



Εισαγωγή

Ποιον αφορά σήμερα η σχέση ζωγραφικής και μουσικής στο ελληνικό τραγούδι; Τι νόημα έχει μια απόπειρα καταγραφής της σε μια εποχή απαξίωσης της μουσικής δημιουργίας και του δίσκου ως φορέα καλαισθησίας; Σύμφωνα με τον blogger Μάκη Γκαρτζόπουλο, «πρέπει να θυμηθούμε ξανά την εποχή που ο δίσκος αποτελούσε ένα ολοκληρωμένο καλλιτεχνικό γεγονός (…), που στα εξώφυλλα των δίσκων δεν φιγουράριζε η φωτογραφία του τραγουδιστή, αλλά ένας ζωγραφικός πίνακας που αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος (...) του δίσκου». Συνυπογράφοντας μια τέτοια αντίληψη, το παρόν σημείωμα επιχειρεί την αδρή προσέγγιση της συμπόρευσης Ελλήνων ζωγράφων και μουσικών στα εξώφυλλα των δίσκων. Αυτή η προσέγγιση καταγράφει την πορεία του φαινομένου, τα χαρακτηριστικά του, τα αίτια ανάδειξης και παρακμής του, καθώς και τη δειλή αναγέννησή του μέσα από το έργο των νεότερων εικαστικών.
ηρ. οικ.( Ηρ. Οικονόμου )





Όταν οι συνθέτες συνάντησαν τους ζωγράφους

Ανάμεσα στις καινοτομίες του, το ελληνικό τραγούδι μπορεί να καυχιέται ότι καθιέρωσε τους ζωγράφους στους δίσκους του, σε μια παγκοσμίως πρωτοφανή κλίμακα. Το εικαστικό εξώφυλλο συναντάται φυσικά και στο εξωτερικό. Η ιδιομορφία της ελληνικής περίπτωσης έγκειται: πρώτον, στον ποσοτικό όγκο του φαινομένου, δηλαδή στον απίστευτα μεγάλο αριθμό δίσκων με εικαστικά θέματα σε σχέση με το σύνολο της παραγωγής, δεύτερον, στην υψηλή ποιοτική στάθμη του φαινομένου που συμπεριέλαβε την αφρόκρεμα των Ελλήνων ζωγράφων και συνθετών, και τρίτον, στην κλίμακα διείσδυσης του φαινομένου μέσα στην εθνική κοινωνία, δηλαδή στην πλατιά λαϊκή αποδοχή του εικαστικού εξωφύλλου ως αναπόσπαστου στοιχείου του μουσικού έργου. Χρονικά, η ακμή του φαινομένου τοποθετείται από τις αρχές του '60 μέχρι τα μέσα του '80.
Ο ρόλος κάποιων συγκεκριμένων προσώπων στην ανάδειξη αυτής της τάσης δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Ο Τάκης Λαμπρόπουλος αναλαμβάνει την Columbia, το 1958, και καθιερώνει το εικαστικό εξώφυλλο. Παράλληλα, ο Αλέκος Πατσιφάς στη Lyra κάνει παρέα με διανοούμενους της εικαστικής τέχνης, όπως ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας και ο Ελύτης. Ο ζωγράφος γίνεται αντιληπτός όχι ως επιπλέον έξοδο, αλλά ως απαραίτητο συμπλήρωμα του δίσκου. Σε αυτό παίζουν ρόλο, όχι μόνο η προσωπική παιδεία των δισκογράφων και τα αισθητικά πρότυπα της εποχής, αλλά και η διαμεσολάβηση μουσικών δημιουργών. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο Μίκης Θεοδωράκης ταράζει τα νερά με τον Επιτάφιο και το εξώφυλλο του Γιάννη Μόραλη, ενώ ο Μάνος Χατζιδάκις προωθεί τη σύμπραξη εικαστικών και μουσικής μέσω του προσωπικού κύκλου του. Πώς όμως λειτουργούσε ο Χατζιδάκις έναντι των εικαστικών συνεργατών του; Ο Γιώργος Σταθόπουλος θυμάται: «Σου έδινε τη σύνθεση και τους στίχους και ήθελε να μπεις στην ατμόσφαιρα (...). Δεν τον ενδιέφερε ν’ ακολουθήσεις τη θεματολογία, δεν υποδείκνυε τι να ζωγραφίσεις, αλλά να δώσεις την ιδιαίτερη αίσθηση». Με όχημα αυτό το πάθος και με μια προσέγγιση της ζωγραφικής που απείχε πολύ από την απλή αναπαράσταση των θεματικών μοτίβων του τραγουδιού, ο Χατζιδάκις άνοιξε διάπλατα τις πόρτες των δίσκων του στους μεγάλους Έλληνες ζωγράφους.




Ο Μόραλης ανοίγει το μίτο αυτής της σύμπραξης, με έργα για τους δίσκους Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές, Ματωμένος Γάμος - Παραμύθι Χωρίς Όνομα, Έξη Και Μία Τύψεις Για Τον Ουρανό, Τα Πέριξ, Οι Μπαλάντες Της Οδού Αθηνάς, Ο Σκληρός Απρίλης Του ’45, Ρυθμολογία και Μεγάλος Ερωτικός. Όχι τυχαία, οι εκδόσεις Σείριος επέλεξαν ένα έργο του για να κοσμήσει το εξώφυλλο της ανολοκλήρωτης μελοποιημένης Αμοργού του Γκάτσου, η οποία εκδόθηκε το 2005. Αναφερόμενος στον Μόραλη, ο Χατζιδάκις αποκαλύπτει τη βάση του αισθητικού του δόγματος για τη σχέση ζωγραφικής και εξώφυλλου. «Ο Μόραλης ήταν αποκαλυπτικός ως προς το περιεχόμενο του έργου μου, έτσι που κι εγώ ο ίδιος να το ανακαλύπτω μέσ’ από τη ζωγραφική του (για μένα ο δίσκος ήταν πάντα μια παράσταση, μια τελετουργία και το εξώφυλλο, το σκηνικό της)».



Ο Γιάννης Τσαρούχης συνδέει την τέχνη του με τον Χατζιδάκι με τις Πασχαλιές Μέσα Από Τη Νεκρή Γη. Ο Μίνως Αργυράκης φιλοτεχνεί τα εξώφυλλα της Οδού Ονείρων, της Πορνογραφίας, αλλά και των Αγώνων Ελληνικού Τραγουδιού, που διοργάνωσε ο Χατζιδάκις το ’82 στην Κέρκυρα. Άξιες λόγου είναι επίσης οι συνεργασίες του Χατζιδάκι με το δάσκαλο του υπερρεαλισμού Νίκο Εγγονόπουλο στο Καίσαρ Και Κλεοπάτρα, τον Νίκο Νικολάου στη Μυθολογία, τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα στους Αντικατοπτρισμούς και τον Αλέξη Κυριτσόπουλο στα Παράλογα. Ωστόσο, ο πιο σταθερός συνεργάτης τού Χατζιδάκι γίνεται ο Γιώργος Σταθόπουλος, με τους δίσκους Αθανασία, Για Την Ελένη, Ο Οδοιπόρος, Το Μεθυσμένο Κορίτσι Και Ο Αλκιβιάδης, Η Εποχή Της Μελισσάνθης, Χειμωνιάτικος Ήλιος, Memed Γεράκι Μου, Οι Γειτονιές Του Φεγγαριού, Λαϊκή Αγορά και Ρωμαϊκή Αγορά, αλλά και με Τα Τραγούδια Της Αμαρτίας που εκδόθηκαν μετά το θάνατο του συνθέτη.

Στην Ελλάδα ιστορία γράφουν οι παρέες. Και, εκτός από αυτή του Χατζιδάκι, το τραγούδι ευτύχησε να γνωρίσει τουλάχιστον άλλη μια, εξίσου παραγωγική και πρωτοπόρο. Αναφερόμαστε φυσικά στη σχεδόν μόνιμη σύμπραξη του Διονύση Σαββόπουλου με τον Αλέξη Κυριτσόπουλο, με εξαίρεση την ψυχεδελική σύνθεση του Αλέξη Ακριθάκη για τον Μπάλλο. Σύμφωνα με τον Κυριτσόπουλο: «Ο Νιόνιος έχει ένα κέφι, που πολλές φορές είναι κοινωνική κριτική, αλλά χωρίς κακομοιριά. Το τραγούδι του είναι ένα γλέντι». Εξίσου παραγωγική αναδεικνύεται και η συνεργασία τού Γιάννη Μαρκόπουλου με τον Δημήτρη Μυταρά, η οποία αρχίζει το 1970 με το Χρονικό και περιλαμβάνει Ιθαγένεια, Θεσσαλικός Κύκλος, Ο Στράτης Ο Θαλασσινός Ανάμεσα Στους Αγαπάνθους, Σεργιάνι Στον Κόσμο, Παράθυρο Στη Μεσόγειο.
Για τους πρωτομάστορες του εικαστικού εξωφύλλου, η ζωγραφική και η μουσική συνιστούν αδιάρρηκτη ενότητα. Τα υποκείμενα της ζωγραφικής του Κυριτσόπουλου είναι ελεύθερα και αυθόρμητα, εκφράζοντας έτσι έναν Σαββόπουλο που φέρνει τη μουσική επανάσταση με μια κιθάρα και άπλετη φαντασία. Αντίστοιχα, ο Χατζιδάκις βρίσκει στον Μόραλη τον εικαστικό εκφραστή της ιδιότυπης λαϊκότητας που εκφράζει ο διάλογος του πρώτου με το ρεμπέτικο, μέσα από φιγούρες όπως αυτή της λαϊκής γυναίκας που συναντάμε στο δίσκο Τα Πέριξ. Αντίστοιχα, στην τελετουργία του δίσκου, οι ζωγράφοι μπορεί να έρχονται κατά παραγγελία, αλλά δεν παύουν να είναι και οι ίδιοι φορείς του περιεχομένου του δίσκου. Όταν, λόγου χάριν, ο Φασιανός ζωγραφίζει τον Καββαδία του Μικρούτσικου στον Σταυρό Του Νότου, το κάνει όντας κοινωνός του έργου του ποιητή. Αναφέρει χαρακτηριστικά: "Ήθελα να γίνω καπετάνιος (...) Έμεινε πάντα στο μυαλό μου η ιδέα του ταξιδευτή, του ναυτικού, του ναύτη. Γι’ αυτό μου αρέσουν και τα ποιήματα του Καββαδία".
Η συνομιλία μουσικής και εικαστικών εκφράστηκε επίσης μέσα από τη χαρακτική. Πρωτοπόρος υπήρξε ο γνωστός χαράκτης Τάσσος, με τα Ρεμπέτικα της Σωτηρίας Μπέλλου στη Lyra και τους δίσκους Ένας Όμηρος του Θεοδωράκη, Εμιλιάνο Ζαπάτα του Γλέζου και Δόξα Και Θάνατος του Δημητρίου. Το κίνημα της ζωγραφικής στους δίσκους ήταν τόσο ευρύ, ώστε κινητοποίησε και καλλιτέχνες που κινούνταν σε πεδία πέραν των εικαστικών. Ξεχωρίζει ο συνθέτης, ζωγράφος και λογοτέχνης (homo universalis!) Νίκος Χουλιαράς που έντυσε σειρά εξωφύλλων με τις εικαστικές του δημιουργίες. Συναντάμε επίσης τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο στους δίσκους Ήλιος Ο Πρώτος του Μαρκόπουλου και Ερωτόκριτος του Μαμαγκάκη, τον θεατράνθρωπο Γιώργο Αρμένη στη Μαντζουράνα Στο Κατώφλι του Λεοντή, την τραγουδοποιό Αρλέτα στα Παιδί Της Γης του Νότη Μαυρουδή και Τρίτη Ανθολογία του Γιάννη Σπανού και τους ποιητές Οδυσσέα Ελύτη στη Σκοτεινή Μητέρα του Χατζιδάκι, Γιάννη Ρίτσο στο Καπνισμένο Τσουκάλι του Λεοντή και Μάνο Ελευθερίου στα Τροπάρια Για Φονιάδες του Μικρούτσικου. Πραγματική πανστρατιά!






Η παρακμή του φαινομένου

Η ζωγραφική στο εξώφυλλο δεν εξέφραζε μόνο την καλαισθησία, αλλά και το περιεχόμενο του δίσκου. Για να μπορεί όμως να υπάρχει ένα τέτοιο σχήμα, είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός έργου τέχνης που εμφανίζει σαφές καλλιτεχνικό περιεχόμενο, όπως, για παράδειγμα, ο κύκλος τραγουδιών. Η κατάλυση αυτού του είδους, δηλαδή η κατάλυση της ενότητας ποίησης και μουσικής, μορφής και περιεχομένου, οδήγησε επίσης στην παράπλευρη απώλεια του ζωγραφικού έργου.
Η μετάβαση στους πολυσυλλεκτικούς δίσκους σήμανε τον κατακερματισμό της πρώτης ύλης, της αισθητικής και μουσικής βάσης του εικαστικού εξωφύλλου. Αυτή η εξέλιξη οδήγησε σε μια αναβάθμιση της θέσης και της αναγνωρισιμότητας του ερμηνευτή, σε βάρος των δημιουργών και του έργου ως πυρήνα της δημιουργίας. Η απόφαση για το εξώφυλλο ξέφυγε από τα χέρια του δημιουργού και πέρασε στον ερμηνευτή, και στα ψυχολογικά και αισθητικά του όρια. Σε αυτά αναφέρεται ο Μιχάλης Μανουσάκης, μόνιμος συνεργάτης του Λουδοβίκου των Ανωγείων: «Η μούρη οπωσδήποτε καλύπτει μια ματαιοδοξία. Δυστυχώς λίγοι καταλαβαίνουν ότι μέσα από έναν εικαστικό λόγο ο μουσικός δίνει και μιαν άλλη διάσταση στο έργο του». Αλήθεια, πόσοι καλλιτέχνες θα έδιναν την απάντηση που έδωσε η Μπέλλου στον Πατσιφά, όταν της πρότεινε να αντικαταστήσουν το χαρακτικό του Τάσσου με φωτογραφία της; «Δεν θέλω βεντετίστικα καραγκιοζιλίκια. Για το εξώφυλλο θέλω πάντα Τάσσο· η φωτογραφία μου να μπει στο οπισθόφυλλο».





Η κυριαρχία της προσωποκεντρικής εμπορευματοποιημένης εικόνας βρίσκεται στη ρίζα του προβλήματος. Η ζωγράφος Ισμήνη Μπονάτσου αναρωτιέται: «Η εισβολή της τηλεόρασης και του lifestyle απαιτεί το πρόσωπο του τραγουδιστή. Αυτό είναι λυπηρό (…) Γιατί να βλέπεις το πρόσωπό του;» Μάλλον γιατί έτσι λειτουργεί ένα ολόκληρο σύστημα εμπορευματοποίησης της τέχνης, στο οποίο κυρίαρχη θέση έχει η εικόνα τού προς πώληση τραγουδιστή. Με δεδομένη την κατεστημένη καταναλωτική αντίληψη περί τέχνης, πολύ ευκολότερα γίνονται η διασύνδεση και η ταύτιση με έναν τραγουδιστή, παρά με ένα ζωγραφικό έργο. Ωστόσο, αυτή η παραδοχή δεν πρέπει να οδηγεί σε υπεραπλουστεύσεις και μηχανιστικούς διαχωρισμούς σε καλούς και κακούς. Εξαιρετικοί δίσκοι γράφτηκαν έχοντας απλά φωτογραφικά ή γραφιστικά εξώφυλλα, ενώ καλαίσθητα ζωγραφικά έργα συνόδεψαν αδιάφορους δίσκους. Το εξώφυλλο δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως άλλοθι ποιότητας, όταν αυτή απουσιάζει από το μουσικό περιεχόμενο του δίσκου.
Άλλοι ανασχετικοί παράγοντες είναι η κρίση και η απαξίωση της δισκογραφίας. Το εικαστικό εξώφυλλο απαιτεί προφανώς υψηλό κόστος με αμφίβολο εμπορικό αντίκτυπο. Συνεπώς, η αποστολή ενός εικαστικού καλλιτέχνη που συνδιαλέγεται με τους δίσκους μόνο εύκολη δεν είναι. Όπως μας εκμυστηρεύτηκε η Μπονάτσου: «Μου έχει τύχει φίλοι καλλιτέχνες να μου ζητήσουν έργο για το δίσκο τους, και μετά να κάνουν πίσω, γιατί συνάντησαν δυσκολίες με τη δισκογραφική τους εταιρεία». Τέλος, η μετάβαση από τον lpδίσκο στο μικρoσκοπικό cd τροφοδότησε αυτή την αντίληψη, αφαιρώντας την ανάγκη ιδιαίτερης εικαστικής επεξεργασίας τής μεγάλης επιφάνειας του εξωφύλλου.




Μια νέα γενιά αντεπιτίθεται

Πάντως, παρά την απαξίωση της δισκογραφίας, μια νέα γενιά εικαστικών κατακτά τα εξώφυλλα, όχι πλέον ως κομμάτι ενός κινήματος αλλά μεμονωμένα. Ο Στέφανος Ρόκος κόσμησε με έργα του πρόσφατους δίσκους του Χρήστου Λεοντή (Έρωτας Αρχάγγελος) και του Φοίβου Δεληβοριά (Έξω, Οι Απίθανες Περιπέτειες Του Φοίβου Δεληβοριά), καθώς και των συγκροτημάτων Sigmatropic και Interstellar Overdrive. Ο καλλιτέχνης έχει επίσης παρουσία στο εξωτερικό, μέσω της συνεργασίας του με την Krista L.L. Muir από τον Καναδά. Η Ισμήνη Μπονάτσου χάρισε την τέχνη της σε εξώφυλλα τού Νίκου Παπάζογλου (Μά’ισσα Σελήνη) και του Ανδρέα Καρακότα (Ιχνογραφίες). Και αυτή επίσης δραστηριοποιείται σε παραγωγές του εξωτερικού, καθώς έχει φιλοτεχνήσει εξώφυλλα συλλογών ελληνικής (Pleiades) και γαλλικής μουσικής για την ολλανδική τηλεόραση.
Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης έχει επιδείξει θαυμαστή συνέπεια ως προς τη χρήση ζωγραφικών έργων στους δίσκους του, εμπιστευόμενος σε μόνιμη βάση τον πατέρα του, το ζωγράφο Άντη Ιωαννίδη. Ο Αλκίνοος λέει σχετικά: «Θεωρώ το τραγούδι πάντρεμα τεχνών. Παντρεύεται η μουσική με το λόγο, η ποίηση με το τέλος. Θα ήθελα λοιπόν να παντρέψω όσο περισσότερες τέχνες μπορώ μέσα σ’ ένα δίσκο». Άλλες σχετικά πρόσφατες εικαστικές δοκιμές σε εξώφυλλα δίσκων περιλαμβάνουν τη δουλειά του Χρήστου Κεχαγιόγλου στους δίσκους Το Μαγικό Νησί του Βαγγέλη Γερμανού και Δεν Βιάζομαι Να Μεγαλώσω της Τατιάνας Ζωγράφου, του Νίκου Μόσχου για το Μέχρι Το Τέλος της Νατάσσας Μποφίλιου, του Γιάννη Αδαμάκη στη Δίψα του Νίκου Πορτοκάλογλου, της Γιούλας Ροζάκου στο Καλαντάρι του Παντελή Θαλασσινού, καθώς και του σκιτσογράφου και μπασίστα Κωστή Βήχου για δίσκους των Πάνου Μουζουράκη, Μανώλη Φάμελλου και Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Αν προσθέσουμε σε αυτούς τη ζωγραφική παρέμβαση μουσικών όπως ο Σωκράτης Μάλαμας στο Ο Φύλακας Κι Ο Βασιλιάς, διακρίνουμε μια σαφή τάση ανατροφοδότησης του εικαστικού ρεύματος.
Σύμφωνα με το μάστορα της γραφιστικής Δημήτρη Αρβανίτη, "τα εξώφυλλα δίσκων (...) σε ολόκληρο τον κόσμο αποτελούν την αντανάκλαση της κοινωνικής ζωής". Η κοινωνική ζωή σήμερα θέτει τα δικά της όρια. Το κρίσιμο στοιχείο που καθιστά το έργο των επίδοξων συνεχιστών άκρως δύσκολο είναι η έλλειψη μιας ευρύτερης συλλογικότητας που θα αρθρώσει το αίτημα της πολιτιστικής αναγέννησης, μέσα σε μια τρικυμία καταναλωτισμού και ιδιώτευσης. Τέτοιο υπήρξε το εικαστικό εξώφυλλο στην Ελλάδα: ένα επεισόδιο του οράματος για έναν νέο, προοδευτικό και ανθρωποκεντρικό πολιτισμό. Ας ελπίσουμε ότι το πλούσιο ταλέντο μιας νέας εικαστικής γενιάς, η τόλμη κάποιων μουσικών δημιουργών, αλλά και ο κορεσμός του κοινού από τα συμβατικά εξώφυλλα θα δώσουν συνέχεια στο επεισόδιο αυτό.


ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ http://mousikaproastia.blogspot.gr/









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου