Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017

Η ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

 William Logsdail - Picking Flowers in an Orange Grove


Αγγελος Βλάχος - Η γη της Ελλάδος

Ξεύρεις την χώραν που ανθεί
φαιδρά πορτοκαλέα;

που κοκκινίζ’ η σταφυλή
και θάλλει η ελαία;
― Ω! δεν την αγνοεί κανείς·
είναι η γη η ελληνίς!




 ORANGE TREES by TOM BROWN



Edgar Bayley - ΕΝΑΣ ΗΛΙΟΣ
Δεν υπάρχουν ολοστρόγγυλα πορτοκάλια,
μια μέρα αψεγάδιαστη
Υπάρχει ένας ήλιος γι αυτούς που έχουν πολεμήσει
τις σκιές
χωρίς να τα παρατήσουνε ποτέ
νύχτα
μέρα
στις όχθες της λίμνης
κάτω απ’ την ιτιά και τη συκομουριά
ανάμεσα στα βράχια και τις ανεμώνες
Γι αυτούς υπάρχει – θα υπάρξει – ένας ήλιος
γιατί έχουνε πολεμήσει τις σκιές
ενάντια στο ίδιο τους το σκότος
το θαμπό τους φως
την ανεπιθύμητη οκνηρία
Γι αυτούς
ναι
θα υπάρξει ένας ήλιος
αλλά δεν υπάρχει
δεν θα υπάρξει ποτέ μια μέρα αξεγάδιαστη
ένα ολοστρόγγυλο πορτοκάλι.
 Orange Tree, by Katie G. Whipple

Ν. Βρεττάκος - Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές, χιόνι, λουλούδια του έρωτα,
άσπρισαν απ' τα λόγια σου, γείρανε τα κλαδιά τους
γιόμισα το μικρό μου κόρφο, πήγα και στη μάνα μου.

Κάθονταν κάτω απ' το φεγγάρι και με νοιάζονταν,
κάθονταν κάτω απ' το φεγγάρι και με μάλωνε:
Χτες σ' έλουσα, χτες σ' άλλαξα, πού γύριζες —
ποιος γιόμισε τα ρούχα σου δάκρυα
και νεραντζάνθια.



The Orange Picker, Painting by Judy Batterson

Ο. Ελύτης  - Η Πορτοκαλένια
Στον Aντρέα Kαμπά

Tόσο πολύ τη μέθυσε ο χυμός του ήλιου
Που έγειρε το κεφάλι της και δέχτηκε να γίνει
Σιγά-σιγά : η μικρή Πορτοκαλένια !

Έτσι καθώς γλαυκόλαμψαν οι εφτά ουρανοί
Έτσι καθώς αγγίξαν μια φωτιά τα κρύσταλλα
Έτσι καθώς αστράψανε χελιδονοουρές
Σάστισαν πάνω οι άγγελοι και κάτω οι κοπελιές
Σάστισαν πάνω οι πελαργοί και κάτω τα παγόνια
Kι όλα μαζί συνάχτηκαν κι όλα μαζί την είδαν
Kι όλα μαζί τη φώναξαν : Πορτοκαλένια !

Mεθάει το κλήμα κι ο σκορπιός μεθάει ο κόσμος όλος
Όμως της μέρας η κεντιά τον πόνο δεν αφήνει
Tη λέει ο νάνος ερωδιός μέσα στα σκουληκάκια
Tη λέει ο χτύπος του νερού μέσ’ στις χρυσοστιγμές
Tη λέει κι η δρόσο στου καλού βοριά το απανωχείλι :

Σήκω μικρή μικρή μικρή Πορτοκαλένια !
Όπως σε ξέρει το φιλί κανένας δεν σε ξέρει
Mήτε σε ξέρει ο γελαστός Θεός
Που με το χέρι του ανοιχτό στη φλογερή αντηλιά
Γυμνή σε δείχνει στους τριανταδυό του ανέμους ! 



Μήλα Και Πορτοκάλια, Πωλ Σεζάν






ΖΩΗ ΚΑΡΕΛΛΗ - Από την ενότητα Ημερολόγιο 


το πορτοκάλι ή χρυσόμηλον


Όταν μένεις βαρύθυμος:
σκέψου ένα πορτοκάλι.

Το βέβαιο, καθαρό του σχήμα,
τον πυκνό φλοιό, μα πιο πολύ
το ζωντανό του χρώμα, απερίσπαστο.
Ίσως μπορέσεις τότε να συλλογιστείς,
ίσως και να πιστέψεις
πως ο καρπός αυτός, αληθινά
είναι του ήλιου προσφορά.
Κι’ όταν τ’ ανοίξεις, την γεωμετρική του τάξη
θ’ αντιληφθείς, χυμώδη, κρυσταλλώδη.
Θυμούμαι ένα πρωινό του φθινοπώρου
και μια μαούνα μαύρη
απ’ την πολυκαιρία στα νερά∙
στο μώλο ήταν δεμένη,
με πορτοκάλια φορτωμένη χαρωπά,
ανάκατα ριγμένα, άφθονα,
φερμένα από ηλιόλουστα ακρογιάλια και νησιά.
Στον κόλπο της Θεσσαλονίκης,
η θάλασσά μας ήταν τη μέρα εκείνη,
πράσινη και σταχτιά, ακίνητη βαριά,
όμως τα πορτοκάλια μέναν νικηφόρα
και νεανικά.
Τα ποιήματα, τόμος Β’ (1973)



Π. Ωγκ. Ρενουάρ, Πορτοκάλια και μήλα. 



Νίκος Καρούζος 

........δεν έχει όρια η ευφράδεια της Σταύρωσης
ούτε το πορτοκαλί  που με   τύφλωνε
φωσφορίζοντας

μα εγώ τη   γλώσσα την αποκλήρωσα
δε μαζεύω ψυχοχάρτια χαζεύω την αγριότητα
οι καιόμενες πορφυρές δεκαετίες
από υδρόγεια νόηση
και  αναπηδά στὴ χύτρα του πεπρωμένου
ο χόχλακας.
Φεγγάρι μου βγαλμένο μάτι ρεμβάζω σου
τ᾿ ασπράδι.
ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΝΥΧΤΩΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗ ( Απόσπασμα ) 



 Sir John William Waterhouse, Μαζεύοντας πορτοκάλια. 1890.

Μάνος Κοντολέων - Το πορτοκάλι και μια ηλιαχτίδα

Ήταν, κάποτε, μια μικρή ηλιαχτίδα. Μικρή, μα πολυταξιδεμένη. Και πού δεν είχε πάει!
Είχε ταξιδέψει μέχρι τα πιο μακρινά αστέρια. Είχε διασχίσει το διάστημα σκαρφαλωμένη πάνω σε βιαστικούς γαλαξίες.
Μα
πάντα γυρνούσε πίσω. Στη ζεστή αγκαλιά του ήλιου. Ώσπου μια μέρα αποφάσισε να έρθει στη Γη. Και ήρθε.
Έπαιξε με τα κύματα. Κρύφτηκε μέσα στα σκοτεινά φυλλώματα των δέντρων. Δροσίστηκε στα νερά των ποταμών. Κουβέντιασε, καθισμένη πάνω στα πέταλα μιας μαργαρίτας, με τις μέλισσες και τις πεταλούδες. Ακούμπησε πάνω στις φτερούγες ενός αηδονιού και τραγούδησε μαζί του.
Και οι μέρες περνούσαν. «Πότε θα γυρίσεις πίσω;», τη ρωτούσε ο ήλιος. «Αχ, είναι όμορφη η Γη!», του απαντούσε εκείνη. «Άσε με να μείνω για πάντα!».
O ήλιος δεν της το χάλασε το χατίρι. «Μείνε!», της είπε. Κι η ηλιαχτίδα χαρούμενη, άρχισε να ψάχνει να βρει το πού θα έστηνε το νέο σπιτικό της.
Έψαξε εκεί που φυτρώνουν τα λουλούδια. Κι εκεί που υψώνονται τα πεύκα. Εκεί που κοιμούνται τα ελάφια. Εκεί που ξεδιψούνε τα πουλιά. Παντού ήταν όμορφα! Ποιο μέρος να πρωτοδιαλέξει;
Ώσπου μια μέρα συνάντησε ένα δέντρο. Μικρό ήταν. Μα είχε καταπράσινα φύλλα, με όμορφη μυρωδιά. Είχε και κάτι ολοστρόγγυλους καρπούς, που κρεμόντουσαν από τα κλαδιά του.
Κάτω από τη φλούδα τους –κι αυτή μυρωδάτη ήταν– η ηλιαχτίδα άκουσε τους χυμούς να την προσκαλούνε: «Σ’ εμάς μείνε!», είπαν. «Σ’ αυτό το πορτοκάλι!». Κι έτσι έκανε.
Από τότε είναι που το πορτοκάλι έχει αυτό το λαμπερό χρώμα. Όταν το πιάνεις στα χέρια σου, λες και κρατάς τον ήλιο. Ίδια μ’ αυτόν λάμπει.



Berthe Morisot, Η συλλέκτρια πορτοκαλιών. 1889

Wendy Cope - Το πορτοκάλι

Το μεσημέρι αγόρασα ένα τεράστιο πορτοκάλι
Το μέγεθός του σ’όλους μας έφερε γέλια
Το καθάρισα, το μοιράστηκα με τον Ρόμπερτ και τον Ντέηβ
Πήραν εκείνοι από ένα τέταρτο, πήρα εγώ το μισό
*
Αυτό το πορτοκάλι μ’έκανε τόσο ευτυχισμένη
Όπως συχνά με πράγματα συνηθισμένα μου συμβαίνει
Τον τελευταίο καιρό. Με τα ψώνια. Με μια βόλτα στο πάρκο.
Γαλήνη, ικανοποίηση. Είναι κάτι καινούργιο.
*
Εύκολα κύλησε η υπόλοιπη ημέρα.
Έκανα όλες τις δουλειές που είχα στην λίστα
Τις απόλαυσα, μου έμεινε και χρόνος
Σας αγαπώ. Είμαι χαρούμενη που ζω.
Μτφ.ΛΣ



 Henri Matisse - Νεκρή φύση με πορτοκάλια, 1898.

The Orange - By Wendy Cope

At lunchtime I bought a huge orange
The size of it made us all laugh.
I peeled it and shared it with Robert and Dave—
They got quarters and I had a half.

And that orange it made me so happy,
As ordinary things often do
Just lately. The shopping. A walk in the park
This is peace and contentment. It’s new.

The rest of the day was quite easy.
I did all my jobs on my list
And enjoyed them and had some time over.
I love you. I’m glad I exist



Still Life With Basket And Six Oranges, 1887 Painting by Vincent Van Gogh


ΚΟΡΟΜΑΝΤΖΟΥ ΕΥΔΟΞΙΑ - ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

Κόκκινο πιπέρι στο στόμα
για το ψέμα που της είπες
πως του Έρωτα το χρώμα
είναι κόκκινο! 

Την αλήθεια την γνωρίζει
απ΄ Αυτόν τόσο καιρό!
Ποιο το χρώμα του εστί!
Κι είν΄αυτό , Πορτοκαλί!

Γιατί στην πρώτη Του μορφή
έτσι το σώμα του γυμνό
απ΄τη θάλασσα ξεπρόβαλε
αργά ένα μεσημέρι.Στέγνωναν πάνω του οι σταγόνες της
από του ήλιου τ΄αχτινωτό το χέρι!

Σ΄άλλη μορφή, ο Έρωτας
της χάριζε λουλούδια.
Μ΄άνθη πορτοκαλιού
τις στόλιζε συνέχεια τα μαλλιά!
΄Ωσπου στο τέλος της άφησε γεύση από νεράτζι.
Πορτοκαλιά της έταξε, μα βγήκε νερατζιά!


Πορτοκαλί και του αερόθερμου οι φλόγες
που ο νέος της Έρωτας ανάβει
για νάχει εκείνη ζεστασιά
κάθε που πάει να Τον βρει!

Μα εκείνος ακόμη δεν γνωρίζει πως,
συνέχεια καλοκαίρι
νιώθει στην αγκαλιά του μέσα!
Και είναι κι αυτό ,πορτοκαλί!
Ευδοξία 28/1/14 

Πίνακας Ευδοξία Κορομάντζου

Χρήστος Μπουλώτης - Θυμάσαι;

Σε μια ξένη πόλη ούτε δική μου
ούτε δική σου, εκεί σε πρωτοείδα
Μπορεί και να μ΄ήξερες από παλιά
κι απλά με ξαναβρήκες.
Κι έβρεχε, χωρίς ομπρέλα
ΤΟ ΘΥΜΑΣΑΙ;

την άλλη κιόλας μέρα φτιάξαμε ένα τρένο
κίτρινο κόκκινο μπλε το βάψαμε
και ταξιδεύαμε τη γη..
νύχτες ταξιδεύαμε
στον ουρανό..
αστέρι και σταθμός
ΘΥΜΑΣΑΙ;

βρήκες το πιο μακρινό αστέρι
κι είπες να το γυαλίσουμε
να του φυτέψουμε μια λέυκα
να μείνουμε για πάντα εκεί
ΘΥΜΑΣΑΙ;

όταν σου έδινα πορτοκάλι
πήγαινε να πει μόνο μαζί σου ταξιδεύω.
Με πέντε πορτοκάλια κάναμε πορτοκαλάδα
την πίναμε μισή μισή
ΘΥΜΑΣΑΙ;


Κι έτρεχα κάθε άνοιξη σ΄όλη τη γη
να βρω το πρώτο πρώτο λουλούδι
για σένα βέβαια..
Κατέβαινες στα βάθη του ωκεανού εσύ
και μου ΄φερνες ένα κοχύλι
ΘΥΜΑΣΑΙ;

Άμα στο ζήταγα γινόσουνα ποτάμι λίμνη θάλασσα ωκεανός..
Κι όταν το ζήταγες γινόμουνα κι εγώ
ΘΥΜΑΣΑΙ;

Μου έστελνες στον ύπνο μου όνειρα
καλοπλυμένα, καλοχτενισμένα
και τα δικά σου όνειρα εγώ τα ετοίμαζα.
ΘΥΜΑΣΑΙ;

θυμάσαι τότε που κατέβηκα στον ύπνο σου μ΄ ένα τεράστιο ροζ αερόστατο;
Σου χάρισα ένα μύλο
να τον κρατάς γερά
γιατί φοβόσουν τα σκοτάδια.
Μου χάρισες έναν ολόιδιο κι εσύ
το θυμάσαι ακόμη;

Μια νύχτα χάθηκες σένα μεγάλο δάσος
Είχες το μύλο δε φοβήθηκες…
κι έτρεξα και σε βρήκα
Μου χάρισες ένα χρυσόψαρο
που μέτραγε ως τα χίλια
κι ένα τζιτζίκι
και μια ζίνα
κι ένα πουκάμισο άσπρο..
το θυμάσαι;

και σου μάθα να ζωγραφίζεις
κάμπους και ποτάμια.
Μη πατάς πολύ το μολύβι σου ΄λεγα.
Μια αγκαλιά ψυχές το τοπίο
κι οι ψυχές δεν έχουν περίγραμμα
ΘΥΜΑΣΑΙ;

Και μου μάθες να φτιάχνω χάρτινα καράβια
Και χάρτινα κινέζικα πουλιά
Μια μέρα είπαμε καιρός πια να εφεύρουμε την δική μας γραφή
να μην την ξέρει άλλος
Τη ζωγραφίσαμε στο πι και φι
κοντά σ’ενα ποτάμι, πάντα ένα ποτάμι
τη θυμάσαι ακόμη εκείνη τη γραφή;

Κι εφεύραμε ένα σωρό πράγματα από τότε
τη σαντιγύ
τον ήλιο
τις αυπνίες
την παλίρροια
το σκούρο μπλε
τα θυμασαι όλα;

Ό,τι δεν χώραγε στις λέξεις
το κάναμε μικρές μικρές σημαιούλες πολύχρωμες.
Θυμάσαι πως τις ανεμίζαμε;
Το μαγικό δωμάτιο που άλλαζε σχήμα ανάλογα με τη στάση του κορμιού μας
το θυμάσαι;
κι ήταν φορές που γινότανε ολοστρόγγυλο
Θυμάσαι πότε;

Μαζί διαβάζαμε τα πιο ωραία παραμύθια
Κι όταν μας τέλειωσαν
αρχίσαμε να παίζουμε δικά μας παραμύθια
Μια φορά και έναν καιρό ήτανε δυο
ΘΥΜΑΣΑΙ;

Ήτανε δυο κι ήτανε σαν ένας
ένας και πολλοί μαζί
Χωρίζαμε για λίγο μόνο
γιατί αλλιώς
πως θ’ ανταμώναμε ξανά;
Και σου ’γραφα κάθε στιγμή
κάτι τεράστια γράμματα
Μου ΄γραφες και συ ακόμη πιο τεράστια.

Μια φορά όμως που άργησες
πρόλαβε κι ήρθε ο χειμώνας
που κράτησε όσο πέντε.
Κι όταν τέλειωσε
ήρθε πάλι χειμώνας ακόμη πιο βαρύς
Και δεν μπορούσες να γυρίσεις
Έμεινες μακριά
Και μου ΄γραψες
Η πιο μεγάλη απόσταση είναι ο χρόνος…

Μπορεί…
όμως..
τα πιο ωραία μας ταξίδια
δεν τα ταξιδέψαμε ακόμη

Σε περιμένω…

ΕΛΑ

Θα μετρήσω ώς το δέκα ...



 Berthe Morisot, Κοπέλα που μαζεύει πορτοκάλια. 1889.


Μπέρτολτ Μπρεχτ - Ψωνίζοντας σου πορτοκάλια

ΜΕΣ στης Southampton Street την ομίχλη, που χλωμή και
βαριά σερνόταν, βλέπω μια μανάβισσα να
τραβάει... πλανόδια.. μια καρότσα. Στέκω, σαν να
με τρώει η αγωνία, να δω (εκεί, αμίλητος) αν βγήκε
στο φως εκείνο που 'ψαχνα καιρό. Μπροστά μου

πουλιούνταν πορτοκάλια... ώ, ναι, πορτοκαλάκια!
Τις χούφτες χώνω μες στις τσέπες, στα ψιλά μου -
ζεστές, σαν να βαράγαν ώρες παλαμάκια!

Κι εκεί οπού, πιάνοντας τις πέννες, τα σελίνια,
κοιτάζω την τιμή στο ταμπελλάκι πάνω
με καρβουνομπογιά γραμμένη μαύρη,
σφυρίζω αδιάφορα. Μπορεί, βεβαίως, στη φτήνεια
ναν τα 'χε, μα μια πίκρα τότε ήρθε να 'βρει
τον Μπέρτ. Δεν είσαι εδώ. Ψ ώ ν ι α για ποιόν να κάνω;...

 Still Life With Oranges, Fernando Botero

Μυρτιώτισσα -  Κάποτε

Κάποτε, μια παράξενη χαρά με κυριεύει,
έτσι, δίχως αιτία καμιά,
κι είναι σαν κύμα, που άξαφνα γεννιέται και θηρεύει,
σαν κύμα αιμάτου στην καρδιά.

Και τότε, πώς αλλάζουνε τα πάντα ολόγυρά μου!
Πώς όλα μου είναι αγαπητά!
πρόσωπα ξένα σμίγουνε με τα χιλιάκριβά μου,
κι όμοια τα βλέπω στοργικά.

Τριγυρισμένη από ξανθά παιδιάτικα κεφάλια,
νιώθω να γίνομαι κι εγώ,
-στο περιβόλι ας κόβουμε μαζί τα πορτοκάλια-
παιδούλα δώδεκα χρόνω!


Το γέλιο μου σαν κρούσταλλο τ' ακούω ν' αντηχάει˙
πού πάω δεν ξέρω, τι ζητώ,
γιατ' είναι ίδια μου ψυχή που με γλυκομεθάει
με το δικό της το πιοτό.

Κι απ' το μεθύσι, αλίμονο! ξεχνώ πως σα βραδιάσει,
τούτη η ακράτητη χαρά
θα διαλυθεί σαν τον καπνό, που τώρα έχει σκεπάσει
μ' αχνό ένα βέλο τα νερά…
Από την ποιητική συλλογή Τα δώρα της αγάπης



 Λουκάς Σταύρου - Στατική φύση με μήλα, ρόδια, πορτοκάλια


Ζακ Πρεβέρ -ΑΛΙΚΑΝΤΕ

Ένα πορτοκάλι στο τραπέζι
Το φόρεμά σου στο χαλί
Και στο κρεβάτι μου εσύ
Γλυκό δώρο του παρόντος
Της νύχτας δροσιά
Της ζωής μου ζεστασιά.



 Joseph Burrough - Two and a Half Oranges


Γιάννης Ρίτσος -Σ Υ Χ Ν Α

Στ’ αλήθεια
δεν είχα τίποτα να πω.
Έτσι
άφησα το παράθυρό μου
ολάνοιχτο.
Οι δυο κουρτίνες
έχουν αναλάβει τις κινήσεις
των ξενιτεμένων,
ενώ εγώ προσπαθώ
να φέξω τη νύχτα
μ’ ένα μοναδικό
πορτοκάλι.




Art by Megan Duncanson

Μίλτος Σαχτούρης - Πορτοκαλιά 

Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου! Τι θλιβερός χειμώνας! 
Ένα πορτοκαλί μεσοφόρι κρέμεται, ένα ροζ ξεσκονόπανο και βρέχει.
 Ένας γέρος κοιτάζει μες’ απ’ το τζάμι. 
Ένα ξερό δέντρο, ένα φως αναμμένο χρώμα πορτοκαλιού.
 Ένα δέντρο με πορτοκάλια πιο πέρα. 
Και το κορίτσι αναποδογυρισμένο και το φλιτζάνι σπασμένο 
κι όλοι, Θε μου, να κλαίνε να κλαίνε να κλαίνε
Κι ύστερα χρήματα χρήματα χρήματα πολλά
Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου! Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου!
Τι θλιβερός χειμώνας





 Orange Tree And Jacaranda In Turre In Andalucia Painting by Miki De Goodaboom

Anne Sexton - ΛΕΞΕΙΣ (WORDS)

Να είστε προσεκτικοί με τις λέξεις,
Ακόμα και με τις θαυμαστές.
Για τις θαυμαστές βάζουμε τα δυνατά μας ·
Μερικές φορές μαζεύονται σαν έντομα
Κι αφήνουν όχι ένα κεντρί αλλά ένα φιλί.
Μπορούν να είναι τόσο καλές όσο τα δάχτυλα.
Μπορούν να είναι τόσο πιστές όσο ο βράχος
Που πάνω του στρογγυλοκάθεσαι.
Αλλά μπορούν να είναι και μαργαρίτες και μελανιές.
Ωστόσο είμαι ερωτευμένη με τις λέξεις.
Είναι περιστέρια που αποσπώνται απ’ το ταβάνι.
Είναι έξι ιερά πορτοκάλια καθισμένα στα γόνατά μου.
Είναι τα δέντρα, τα πόδια του καλοκαιριού,
Κι ο ήλιος, το παθιασμένο του πρόσωπο.
Ωστόσο συχνά με απογοητεύουν.
Έχω τόσα πολλά που θέλω να πω,
Τόσες πολλές ιστορίες, εικόνες, αποφθέγματα, κ.τ.λ.
Αλλά οι λέξεις δεν είναι αρκετά καλές,
Οι λανθασμένες με φιλάνε.
Μερικές φορές πετώ σαν ένας αετός
Αλλά με τις φτερούγες του τρωγλοδύτη.
Όμως προσπαθώ να τις φροντίζω
Και να είμαι ευγενική μαζί τους.
Οι λέξεις και τ’ αυγά πρέπει να χειρίζονται προσεχτικά:
Μια φορά αν σπάσουν, είναι πράγματα
Που είναι αδύνατον να επισκευαστούν

Man Drinking Orange Juice - Fernando Botero 

Φρανκ Ο’Χάρα  - ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΓΙΝΑ ΖΩΓΡΑΦΟΣ

Δεν είμαι ζωγράφος, είμαι ποιητής.
Γιατί; Νομίζω ότι θα ήθελα να ήμουν
ζωγράφος, αλλά δεν είμαι. Που λέτε,

ιδού ο Μάικ Γκόλντμπεργκ, λόχου χάριν, που
αρχίζει έναν πίνακα. Περνώ να τον δω.
«Κάτσε πιες κάτι», λέει.
Πίνω· πίνουμε. Κοιτάζω ψηλά
«Έχεις γράψει ΣΑΡΔΕΛΕΣ στον πίνακα.»
«Ναι, κάτι του χρειαζόταν ’κει.»
«Χμ.» Φεύγω και οι μέρες περνούν
και ξαναπάω να τον δω. Ο πίνακας συνεχίζεται
κι εγώ φεύγω, και οι μέρες περνούν.
Πάω να τον δω. Ο πίνακας έχει τελειώσει.
«Πού ’ναι οι ΣΑΡΔΕΛΕΣ;»
Το μόνο που ’χει μείνει είναι κάποια γράμματα,
«Πήγαινε πολύ», λέει ο Μάικ.

Μα εγώ; Σκέφτομαι μια μέρα ένα χρώμα:
πορτοκαλί. Γράφω ένα στίχο για το πορτοκαλί.

Σύντομα έχει γίνει ολόκληρη σελίδα λέξεις,
όχι στίχοι. Και μετά άλλη μια.
Θα ’πρεπε να ’χει κι άλλο – όχι πορτοκαλί,
αλλά λέξεις, λέξεις για το πόσο τρομακτικό είναι το πορτοκαλί
και η ζωή. Περνούν οι μέρες.
Είναι και σε πρόζα, φαντάσου,
είμαι πραγματικός ποιητής.
Το ποίημά μου τέλειωσε και δεν έχω αναφέρει
ακόμα το πορτοκαλί. Είναι δώδεκα ποιήματα,
τα λέω ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ. Και μια μέρα, σε μια γκαλερί,
βλέπω τον πίνακα του Μάικ, που λέγεται ΣΑΡΔΕΛΕΣ.
(Γραμμένο το 1956, δημοσιευμένο στο βιβλίο Τhe New American Poetry: 1945-1960, Ed. Donald Allen, Grove Press: New York, 1960)
Μτφ Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη


  Painting By Ip Pang

Why I Am Not a Painter

I am not a painter, I am a poet.
Why? I think I would rather be
a painter, but I am not. Well,

for instance, Mike Goldberg
is starting a painting. I drop in.
“Sit down and have a drink” he
says. I drink; we drink. I look
up. “You have SARDINES in it.”
“Yes, it needed something there.”
“Oh.” I go and the days go by
and I drop in again. The painting
is going on, and I go, and the days
go by. I drop in. The painting is
finished. “Where’s SARDINES?”
All that’s left is just
letters, “It was too much,” Mike says.

But me? One day I am thinking of
a color: orange. I write a line
about orange.
Pretty soon it is a
whole page of words, not lines.
Then another page. There should be
so much more, not of orange, of
words, of how terrible orange is
and life. Days go by. It is even in
prose, I am a real poet. My poem
is finished and I haven’t mentioned
orange yet. It’s twelve poems, I call
it ORANGES. And one day in a gallery
I see Mike’s painting, called SARDINES.



Janet Kruskamp Monkey and Orange Tree

Zhang Jiuling  - Orchid and Orange

Here, in Jiangnan, grows a red orange tree.
Through the winter its leaves are green,
Could it be the soil is warm?
Or perhaps because it has a heart that’s cold
Can you suggest my honorable guest
Why this is so profound?
One’s fate is only chance
And an endless circle is not what we should seek
It is to no avail, I say, to plant your peach tree or your plum
And forget these trees are hidden by the shade

Zhang Jiuling - (673 - 740) Kινέζος ποιητής και πολιτικός 





Orange Tree by Leah Saulnier

ΔΗΜΟΤΙΚΑ 
ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ

- Πορτοκαλιά μου φουντωτή, γεμάτη πορτοκάλια
χαμήλωσε τὸν κλῶνο σου νὰ κόψω πορτοκάλια
νὰ τὰ στραγγίσω καὶ νὰ πιῶ, νὰ μοῦ διαβοῦν οἱ πόνοι
- Ἐσύ ᾿σαι ἄντρας περπατεῖς κι οἱ πόνοι σὲ διαβαίνουν
κι ἐγὼ γυναίκα κάθομαι κι οἱ πόνοι μ᾿ ἀνεβαίνουν.

 Orange Tree: Tuscany -  By Alan Flood

ΛΥΓΑΡΙΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ

Τραγούδι με προέλευση από το Ζαγόρι Ηπείρου.
Ο ρυθμός του κομματιού είναι 2/4.


Στο παραθύρι κάθεσαι λυγαριά πορτοκαλιά
στο παραθύρι κάθεσαι πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
α…! και μήλο καθαρίζεις
λυγαριά πορτοκαλιά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
α…! και μήλο καθαρίζεις
λυγαριά πορτοκαλιά θα σε κλέψω μια βραδιά.
------
Το δάκτυλό σου χάραξες λυγαριά πορτοκαλιά
το δάκτυλό σου χάραξες πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! κι εμένα φοβερίζεις
λυγαριά πορτοκαλιά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! κι εμένα φοβερίζεις
λυγαριά πορτοκαλιά θα σε κλέψω μια βραδιά.
------
Μα εμείς εδώ δεν ήρθαμε λυγαριά πορτοκαλιά
μα εμείς εδώ δεν ήρθαμε πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! να φάμε και να πιούμε
λυγαριά πορτοκαλιά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! να φάμε και να πιούμε
λυγαριά πορτοκαλιά θα σε κλέψω μια βραδιά.
------
Μας είπαν που είσαι όμορφη λυγαριά πορτοκαλιά
μας είπαν που είσαι όμορφη πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! κι ήρθαμε να σε ιδούμε
λυγαριά πορτοκαλιά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! κι ήρθαμε να σε ιδούμε
λυγαριά πορτοκαλιά θα σε κλέψω μια βραδιά.
------
Από την πόρτα σου περνώ λυγαριά πορτοκαλιά
από την πόρτα σου περνώ πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά
ωχ! τη βρίσκω σφαλισμένη
λυγαριά πορτοκαλιά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! τη βρίσκω σφαλισμένη
λυγαριά πορτοκαλιά θα σε κλέψω μια βραδιά.
------
Σκύβω φιλώ την κλειδαριά λυγαριά πορτοκαλιά
σκύβω φιλώ την κλειδαριά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! σα να φιλούσα εσένα
λυγαριά πορτοκαλιά πόλκα τα ‘χεις τα μαλλιά,
ωχ! σα να φιλούσα εσένα
λυγαριά πορτοκαλιά θα σε κλέψω μια βραδιά.





ORANGE FOG 3 By Leonid Afremov 

Παραμύθι της Αιτής 

Στη συνέχεια παραθέτουμε ένα αϊτινό παραμύθι που βασίζεται σε αυτό το έθιμο. Το βρήκαμε δημοσιευμένο στη σελίδα Spirit of Trees όπως το διηγήθηκε η Diane Wolkstein, μια σπουδαία αφηγήτρια. Το τραγούδι της πορτοκαλιάς που περιλαμβάνεται στο παραμύθι, τραγουδιέται συχνά από τον αφηγητή ώστε να βάλει «στο παιχνίδι» όλους όσους το ακούν, ενώ κάθε ένας που το τραγουδά μπορεί να το ντύσει με τη δική του μελωδία.

ΜΙΑ ΦΟΡΑ κι έναν καιρό ζούσε ένα κορίτσι που η μητέρα του πέθανε την ώρα της γέννας. Ο πατέρας της αφού άφησε να περάσει λίγος καιρός ξαναπαντρεύτηκε μια γυναίκα που αλίμονο, ήταν τόσο κακιά και μίζερη ώστε πολλές φορές άφηνε τη δύστυχη μικρούλα εντελώς νηστική.

Μια μέρα, γυρνώντας το κοριτσάκι από το σχολείο αντίκρισε πάνω στο τραπέζι τρία ολοστρόγγυλα και καλογινωμένα πορτοκάλια και τα λιγουρεύτηκε. Κοιτάζοντας προσεκτικά γύρω της, σιγουρεύτηκε ότι ήταν μόνη και αρπάζοντας ένα από αυτά το καταβρόχθισε κυριολεκτικά με τη φλούδα! «Μμμ, ήταν πολύ νόστιμο», σκέφτηκε, και χωρίς να χάσει λεπτό άρπαξε και το δεύτερο. Το ίδιο έκανε και με το τελευταίο μέχρι που γέμισε η κοιλιά της και έβγαζε επιφωνήματα χαράς.

Σύντομα όμως, η κακιά μητριά γύρισε στο σπίτι. «Ποιος έφαγε τα πορτοκάλια που είχα στο τραπέζι;», ρώτησε συνεχίζοντας με απειλητικό τόνο: «όποιος το έκανε καλύτερα να κάνει την προσευχή του γιατί πολύ σύντομα δεν θα μπορεί πια».
Το κοριτσάκι φοβήθηκε τόσο πολύ που πήρε δρόμο και άρχισε να τρέχει στο δάσος μέχρι που έφτασε στον τάφο της μαμάς της. Εκεί έκατσε όλη τη νύχτα, προκαλώντας με κλάματα, φωνές και προσευχές την μαμά της να τη βοηθήσει. Έτσι κατάκοπη την πήρε ο ύπνος.
Το πρωί ο ήλιος βιάστηκε να τη ξυπνήσει κι όπως πετάχτηκε τυφλωμένη από το φως του κάτι έπεσε από την φούστα της… στο χώμα! Τι ήταν αυτό; Ήταν ένα κουκούτσι από πορτοκάλι που σαν έπεσε στη γη ένα πράσινο φύλλο βλάστησε αμέσως! Το κοριτσάκι είχε μείνει άφωνο να παρακολουθεί αυτό που γινόταν μπροστά στα μάτια της. Γονατίζοντας τότε άρχισε να τραγουδάει:

Πορτοκαλιά,
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Και η πορτοκαλιά μεγάλωσε φτάνοντας το μπόι της μικρής. Κι εκείνη εξακολουθούσε να τραγουδάει:

Πορτοκαλιά,
κλαδιά, βγάλε κλαδιά
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
κλαδιά, βγάλε κλαδιά
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Κι έτσι μετά από πολλές στροφές και καμώματα, κλαδιά ξεπέταξε το δέντρο και το κοριτσάκι εξακολουθούσε τραγουδώντας να παρακολουθεί τη γέννηση μιας πορτοκαλιάς.

Πορτοκαλιά,
λουλούδια, βγάλε λουλούδια
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
λουλούδια, βγάλε λουλούδια
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Πανέμορφα λευκά λουλούδια γέμισαν, τότε, τα κλαδιά και πολύ γρήγορα κάλυψαν ολόκληρο το δέντρο. Για λίγο όμως. Γιατί πολύ σύντομα μαράθηκαν κι έδωσαν τη θέση τους σε πράσινα μικρά πορτοκαλάκια. Και το κορίτσι συνέχιζε το τραγούδι του:

Πορτοκαλιά,
ωρίμαστα, ωρίμαστα
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
ωρίμαστα, ωρίμαστα
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Και οι καρποί ωρίμασαν και το δέντρο κατακλύσθηκε από ολόχρυσα πορτοκάλια. Η μικρή όπως ήταν φυσικό ικανοποιήθηκε τόσο πολύ ώστε άρχισε να χορεύει γύρω από το δέντρο της χωρίς να σταματήσει το τραγούδι.

Πορτοκαλιά,
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Κάποια στιγμή όμως διαπίστωσε ότι το δέντρο είχε πάρει καλά το δρόμο για τον ουρανό κι εκείνη δεν μπορούσε πια να φτάσει τα πορτοκάλια. Τι θα ΄κανε τώρα. Ω, μα ήταν πολύ έξυπνη η μικρή και… τραγούδησε:

Πορτοκαλιά,
κατέβαινε, κατέβαινε
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
κατέβαινε, κατέβαινε
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Όταν τα πορτοκάλια έφτασαν σε ένα ύψος που μπορούσε να τα ακουμπήσει, έκοψε τόσα ώστε να γεμίσει η αγκαλιά της και γύρισε στο σπίτι.
Αντικρίζοντας η μητριά της τα χρυσά πορτοκάλια στα χέρια του κοριτσιού τ΄ άρπαξε χωρίς να χάσει ούτε ένα λεπτό κι άρχισε να τα τρώει. Μόλις τέλειωσε γύρισε στο κοριτσάκι και το ρώτησε: «Δεν μου λες γλυκιά μου, που βρήκες τόσο νόστιμα πορτοκάλια;».
Η μικρή δίστασε. Δεν ήθελε να της πει. Εκείνη όμως, η αδίστακτη, την άρπαξε από το χέρι κι άρχισε να της το στρίβει μ΄ όλη της τη δύναμη.
«Πες μου», της φώναξε επιτακτικά.
Το κορίτσι τι να έκανε; Πήρε την κακιά μητριά και την οδήγησε στο δάσος, εκεί που είχε φυτρώσει η πορτοκαλιά της. Όπως θυμόσαστε όμως η μικρούλα ήταν και πολλή έξυπνη. Έτσι μόλις έφθασαν κοντά άρχισε να τραγουδάει πάλι:

Πορτοκαλιά,
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Και το δέντρο μεγάλωνε και ψήλωνε μέχρι που έφτασε στον ουρανό. Και η μητριά τι άλλο μπορούσε να κάνει από το να αρχίσει να κλαίγεται και να ζητιανεύει.
«Σε παρακαλώ, θα είσαι για πάντα το δικό μου και αγαπημένο παιδί και θα τρως όσο θέλεις και ό,τι θέλεις. Μόνο, να, πες στο δέντρο να κατέβει χαμηλά και όταν φτάσει κοντά μας, και διάλεξε εσύ πορτοκάλια για μένα».
Έτσι πείσθηκε το κοριτσάκι κι άρχισε πάλι το τραγούδι:

Πορτοκαλιά,
κατέβαινε, κατέβαινε
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
κατέβαινε, κατέβαινε
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.

Το δέντρο, όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισε να κονταίνει κι όταν έφτασε στο ύψος της μητριάς εκείνη έδωσε έναν πήδο και αρπάχτηκε από τα κλαδιά του λες και ήταν μαϊμού. Κι όπως πηδούσε από το ένα κλαδί στο άλλο έτρωγε όλα τα πορτοκάλια που έβρισκε μπροστά της. Η μικρή κατάλαβε ότι σε λίγο δεν θα υπήρχε πορτοκάλι ούτε για δείγμα. Τι να κάνει τότε; Άρχισε ξανά το γνωστό τραγούδι της,

Πορτοκαλιά,
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
Πορτοκαλιά, πορτοκαλιά
μεγάλωνε, μεγάλωνε και ψήλωνε
η μητριά δεν είναι αληθινή μαμά
Πορτοκαλιά.


με αποτέλεσμα το δέντρο να εισακούσει τις παρακλήσεις και να πάρει πάλι το δρόμο για τον ουρανό. Αυτή τη φορά όμως κουβαλώντας στα κλαδιά του και την κακιά μητριά που ούρλιαζε «Βοήθεια, βοήθεια!».
Αντί όμως για βοήθεια το έξυπνο κορίτσι φώναξε: «σπάσε! Πορτοκαλιά, σπάσε!». Το δέντρο έγινε χίλια κομμάτια και μαζί μ΄ αυτό και η στρίγγλα. Ύστερα το κοριτσάκι ψάχνοντας στα συντρίμμια βρήκε ένα μικροσκοπικό κουκούτσι, το φύτεψε στη γη και αρχίζοντας πάλι τα τραγούδια της από την αρχή, έφτιαξε μια κοντούλα πορτοκαλιά γεμάτη λαχταριστούς καρπούς.
Αυτά τα πορτοκάλια πουλούσε κάθε Σάββατο πρωί στην αγορά και δεν προλάβαινε τον κόσμο, γιατί η αλήθεια είναι ότι πιο γλυκά πορτοκάλια δεν είχαν ξαναϋπάρξει.
Το περασμένο Σάββατο πήγα να τη συναντήσω και τη ρώτησα εάν μπορεί να μου χαρίσει ένα πορτοκάλι. «Τι;» φώναξε, «μετά από τόσα που έχω τραβήξει;» και χωρίς να το καταλάβω μου έδωσε μια κλωτσιά τόσο δυνατή που στάθηκε και η αιτία να σας διηγηθώ την ιστορία της. Τη μαγική πορτοκαλιά.


 Virginie Demont-Breton (French painter) 1859 - 1935 Under the Orange Tree

ΜΟΥΣΙΚΗ 



Στίχοι - Μουσική: Πάνος Κατσιμίχας & Χάρης Κατσιμίχας

Γυρίζω μες στο σπίτι μόνος μου,
οι γέροι μου δεν είναι εδώ.
Τριγύρω όλα τα πράματα τα ξέρω από παιδί.
Ανοίγω το συρτάρι: Κάτι ψευτοκοσμήματα της μάνας μου
κι ο νυχοκόπτης ο παλιός του πατέρα μου είν’ εκεί.

Πηγαίνω στο σαλόνι. Όλα σε άλλες εποχές σταματημένα.
Μετράει ανάποδα ο καιρός, πάνω σε κάτι γυαλικά
που σπάζουν ένα – ένα.

Είναι πολύ σκληρό να θάβεις τα ξύλινα σπαθιά σου,
και ξαφνικά να μεγαλώνεις με χίλια δυο γιατί
μες στην καρδιά σου, μες στην καρδιά σου.
Ταξιδεύοντας σε γκρίζες θάλασσες στα λίγα φωτεινά
διαλείμματα δροσιάς,
άκουσα το τραγούδι ως το τέλος κι ο θάνατος γελούσε
με λυγμούς.

Γυρίζω μες στο σπίτι μόνος μου,
οι γέροι μου δεν είν’ εδώ.
Ανοίγω τη ντουλάπα και μέσα στο καθρέφτη
βλέπω ένα παιδί να μου γελάει και να μου λέει:
« Εμένα μ’ έχουν βάλει τιμωρία.
Όμως, κάθε φορά που θέλεις να ‘ρχεσαι από ‘δω,
απ’ το γυαλί να μπαινοβγαίνεις.
Εμένα δε με βλέπουνε,
κι, όταν σου λέω πορτοκάλι τρεις φορές, να βγαίνεις.»

Γυρίζω μες στο σπίτι μόνος μου.


Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης 1963 Είχα φυτέψει μια πορτοκαλιά που την εζήλευε όλη η γειτονιά Που την εζήλευε όλη η γειτονιά είχα φυτέψει μια πορτοκαλιά Αχ, Μαργαρίτα Μαγιοπούλα Αχ, Μαργαρίτα Μαγιοπούλα Αχ, Μαργαρίτα μάγισσα Πρωί πρωί την πότιζα φιλιά το δειλινό την πήραν τα πουλιά Το δειλινό την πήραν τα πουλιά πρωί πρωί την πότιζα φιλιά


 Oranges Painting by Richard Robinson


Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Βάσω Αλαγιάννη

Λεμόνι στην πορτοκαλιά, μωρό μου
είμαι στην αγκαλιά σου
σε μένα δίνεις τα φιλιά, μικρό μου
μα σ’ άλλον την καρδιά σου

Φυσάει βοριάς απ’ το νοτιά
κι όλα τα παίρνει πέρα
αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου
και σκοτεινιάζει η μέρα

Άλλο θα πει Χαλκιδική, μωρό μου
κι άλλο θα πει Χαλκίδα
αλλού μου έλεγες πως πας, γλυκό μου
μα εγώ αλλού σε είδα

Φυσάει βοριάς απ’ το νοτιά
κι όλα τα παίρνει πέρα
αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου
και σκοτεινιάζει η μέρα

Καράβια εμείς δε θέλουμε γλυκό μου
για τα νησιά να πάμε
πάνω στο ήσυχο νερό, μικρό μου
όμορφα περπατάμε

Φυσάει βοριάς απ’ το νοτιά
κι όλα τα παίρνει πέρα
αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου
και σκοτεινιάζει η μέρα





Στίχοι: Γιάννης Νικολαίδης Μουσική: Αντώνης Βαρδής Άφησες πίσω σου κομμάτια από νύχτα και αναμνήσεις τρυφερές από το χτες, πέταξες κάπως βιαστικά μια καληνύχτα από εκείνες που συνήθιζες να λες... Ξέχασες φεύγοντας μισάνοιχτη την πόρτα χωρίς μια λέξη να μου πεις για πού θα πας κι όταν απόμεινα μονάχος μου όπως πρώτα κατάλαβα πόσο σκληρό είναι ν' αγαπάς! Βγαίνει η μορφή σου απ' τη σήραγγα του χρόνου κι είναι οι νύχτες μου σαν ιστορίες τρόμου, ξέρω πως έρχεσαι να με παιδέψεις πάλι και πίνω κλαίγοντας μια βότκα πορτοκάλι! Έφυγες κι όλα γίναν τώρα παρελθόν μου να με τυλίγουν με ομίχλη κι ενοχή κι αυτό που κάποτε τόσο πολύ φοβόμουν πήρε τη δύναμη από εσένα να συμβεί... Βγαίνει η μορφή σου απ' τη σήραγγα του χρόνου κι είναι οι νύχτες μου σαν ιστορίες τρόμου, ξέρω πως έρχεσαι να με παιδέψεις πάλι και πίνω κλαίγοντας μια βότκα πορτοκάλι!




Στίχοι - Νίκος Γκάτσος Μουσική - Μάνος Χατζιδάκις

Στην Καλαμάτα μόνες τους φυτρώνουν οι πορτοκαλιές κι οι γλάροι τους αιώνες τους μετράνε στις ακρογιαλιές. Στο κάστρο μέσα οι μέλισσες γυρεύουνε την Ιζαμπώ μα εσύ ποτέ δε θέλησες στο περιβόλι σου να μπω. Με κόκκινο πουκάμισο σακάκι σταυρωτό στον ποταμό τον Πάμισο χαρταετούς ψηλά πετώ στον ποταμό τον Πάμισο χαρταετούς πετώ με κόκκινο πουκάμισο και με σακάκι σταυρωτό. Εδώ στην Πελοπόννησο γλυκά τα σήμαντρα χτυπάν λατρεύουνε το Διόνυσο θεός τους όμως είν' ο Παν. Γι' αυτό στεφάνι φόρεσα σαν τους παλιούς τους Σιληνούς και σ' ουρανούς προχώρησα που δεν τους φτάνει ανθρώπου νους.


 Oranges Original Oil Painting Painting by Natalja Picugina



ΤΑΙΝΙΑ - ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ


Το Κουρδιστό Πορτοκάλι (πρωτότυπος τίτλος: A Clockwork Orange) είναι μια δυστοπική ταινία εγκλήματος του 1971, σκηνοθετημένη από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Η ταινία είναι βασισμένη πάνω στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Άντονι Μπέρτζες. Θεματολογικά, πρόκειται για μια σπουδή πάνω στη βία, τόσο των συμμοριών όσο και του κράτους και του σωφρονιστικού συστήματος. Θεωρήθηκε εξτρεμιστική για την εποχή της και απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες. Ο ίδιος ο Κιούμπρικ, ενοχλημένος από την απαγόρευση, ζήτησε η ταινία του να μην προβληθεί στην Αγγλία παρά μόνο μετά το θάνατό του.
Πλοκή
Στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον μια ομάδα νεαρών προβαίνει σε βιαιότητες: βανδαλισμούς, κλοπές, βιασμούς χωρίς λόγο ενώ δείχνει να το διασκεδάζει πολύ. Μετά από ένα ατυχές συμβάν, ο Άλεξ βρίσκεται στη φυλακή όπου διαλέγει να ακολουθήσει ένα νέο σωφρονιστικό πρόγραμμα που επινόησε η κυβέρνηση. Στην ουσία πρόκειται για ένα παβλοφικό πείραμα με πειραματόζωο τον ίδιο.
Η ταινία πραγματεύεται το διχαστικό ερώτημα το οποίο ετίθετο κατά τη δεκαετία του 60 με την ιδιαίτερη έξαρση της βίας, σχετικά με την αντιμετώπιση της. Μέσα από μια άκρως σουρεαλιστική διάσταση ο Κιούμπρικ θέτει στο κοινό της εποχής το ερώτημα αν αξίζει να θυσιαστεί το αγαθό της ελευθερίας της έκφρασης ακόμα και αν αυτή επιδρά στην έννομη τάξη ή τελικά η ανθρωπότητα πρέπει να οδηγηθεί στην ανάγκη εξάλειψης της βίας ακόμα και αν αυτή επιφέρει δραματικές επιπτώσεις στον άνθρωπο. Η σουρεαλιστική διάθεση μάλιστα του σκηνοθέτη τον οδηγεί κατά τη διάρκεια της ταινίας να χρησιμοποιήσει σχήματα τραγικής ειρωνείας αλλά και να επιδείξει τις τάσεις ρεβανσισμού από τα κατάλοιπα της βίας όπως αυτή προκαλείται από τις αλυσιδωτές αντιδράσεις μια κοινωνίας, η οποία αδυνατεί να υπερβεί την έννοια της «ψυχολογίας των μαζών» όπως αυτή περιγράφεται από τις φροϋδικές αντιλήψεις.
Διανομή ρόλων
Μάλκολμ Μακντάουελ στον ρόλο του Άλεξ Ντελάρτζ
Πάτρικ Μαγκί στον ρόλο του Φράνκ Αλεξάντερ
Μάικλ Μπέιτς στον ρόλο του αστυφύλακα Μπάρνς
Γουόρεν Κλαρκ στον ρόλο του Ντιμ
Τζέιμς Μάρκους στον ρόλο του Τζόρτζι
Όμπρει Μόρις στον ρόλο του κυρίου Δελτοειδή
Αντριέν Κόρι στον ρόλο της κύριας Αλεξάντερ
Καρλ Ντούερινγκ στον ρόλο του Δρ.Μπρόντσκι
Βραβεία
Η ταινία κέρδισε 4 υποψηφιότητες για Όσκαρ συμπεριλαμβανόμενου Καλύτερης ταινίας και 3 υποψηφιότητες για την Χρυσή Σφαίρα το 1972. Την ίδια χρονιά στην τελετή των Όσκαρ ο σκηνοθέτης της ταινίας Ο Άνθρωπος από την Γαλλία Γουίλιαμ Φρίντκιν στην οποία κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Σκηνοθέτη τονίζει ότι ο Κιούμπρικ είναι ο καλύτερος σκηνοθέτης που υπήρξε ποτέ,όχι μόνο αυτή την χρονιά,αλλά και άλλες χρονιές. Η ταινία κέρδισε επίσης 2 βραβεία της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης ,Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Σκηνοθέτη. Επίσης η ταινία θεωρείται ένα από τα καλύτερα αριστουργήματα που υπήρξαν ποτέ.
Καταλληλότητα
Στην Αμερική το 1972 η ταινία έλαβε μια καταλληλότητα Χ που σημαίνει ότι είναι κατάλληλη μόνο για ενηλίκους. Τότε ο Κιούμπρικ αντικατέστησε 30 δευτερόλεπτα βίας από την ταινία και έτσι έλαβε μια R καταλληλότητα που σημαίνει ότι είναι κατάλληλη για παιδιά πάνω των 17 ετών.






πηγές 
http://ebooks.edu.gr/
https://www.vakxikon.gr/
https://zbabis.blogspot.gr
https://pteroen.wordpress.com/

https://www.eros-erotas.gr/
http://www.torchlight-tuition.co.uk/
http://apoikia.gr/
http://logocafe.blogspot.gr/
http://users.uoa.gr/
http://www.thraca.gr/
http://www.kanellatou.gr/
http://vivliodiadromes.blogspot.gr/
http://gefyrismoi.blogspot.gr/
http://annagelopoulou.blogspot.gr/
https://fineartamerica.com/
http://logotexnia-ch.blogspot.gr

Henri Matisse, First Orange Still Life








3 σχόλια: