Τρίτη 2 Απριλίου 2013

ΑΛΕΞΗΣ ΣΚΙΑΣ "Ατιτλο"



Ξύπνησε ράθυμα ο Θεός ένα πρωί,κοίταξε γύρω του και τίποτα στην πλάση που είχε φτιάξει,δεν στάθηκε ικανό,να τονε κάμει να χαρεί.
Απόμεινε έτσι σκεφτικός,να κοιτάζει με σκυμμένο κεφάλι τα μυρμήγκια,στο χώμα εμπρός του.
Ένιωσε λύπη...μοναξιά να τον πλακώνει κι ήρθανε έπειτα τα δάκρυα,να πέσουν σαν βροχή και πήρε στην παλάμη του,το μουσκεμένο χώμα.
Το μύρισε και φύσηξε πνοή,του έδωσε σχήμα και μορφή...κι έγινε θαύμα.
Το πιό μεγάλο,απ' όσα θάματα είχε φτιάξει!!!
Ένας μικρός Θεός γεννήθηκε,πού τού έδωσε ζωή κι όπως τα μάτια σήκωσε στον ουρανό...Άνθρωπο τον εβάφτισε κι έσβησε μονομιάς η μοναξιά του.
Όπως τονε κανάκευε μες την παλάμη του φχαριστημένος,ένα κομμάτι τόσο δα,έπεσε απο τα πλευρά του και τόπλασε κι αυτό,νάχει κι αυτός κάτι να χαίρεται,στην μοναξιά του.
Έτσι επήρε ο κήπος του ζωή.αλλάξανε τα χρώματα,στων λουλουδιών τα πέταλα και οι φωνές τους σκέπασαν,το γλυκολάλημα των αηδονιών,στάζοντας μέλι στην ψυχή του.
Μα αλίμονο η χαρά,δεν κράτησε πολύ.
Ένα πρωί,πριν ο ήλιος ακουμπήσει τα βλέφαρα του,μια σφυριχτή ανάσα,μία στριγκιά φωνή τον ξύπνησε κι είδε το φίδι δίπλα του να του μιλά.
Μεγάλο λάθος έκαμες θεέ.
Στα πλάσματα που έφτιαξες,η αγάπη σε ξεγέλασε Θεέ κι έδωκες σκέψη και μυαλό κι αυτό θα γίνει αιτία,μακριά σου για να φύγουν.
Κι εζάρωσε το φίδι σιωπηλό μετά απο αυτά κι απόμεινε στα πόδια του σκυμμένο.
Οργίστηκε ο Θεός πρώτη φορά όταν κατάλαβε...και κλώτσησε τον όφι,τόν άφησε μισερό να σέρνεται κι όλη του η πίκρα στάλαξε πάνω του και τον γέμισε δηλητήριο.
Μυαλό και σκέψη...συλλογίστηκε.
Μ' ότι φαρμάκι πιο πικρό,πότισα τα παιδιά μου κι αυτό στο τέλος θα τα σκοτώσει.
Αχόρταγοι θα γίνουνε,θα ξεχάσουν οτι είναι χώμα και νερό.
Θα πιστέψουν οτι είναι Θεοί και θα υποτάξουν τα πάντα.
Θα τρώνε τα ζώα,τ΄αδέρφια τους.
Θα λερώσουν το νερό που πίνουν.
Θα πληγώσουν την γή που πατούν.
Θα γεμίσουν τις θάλασσες αίμα.
Θα φθονήσουν ο ένας τον άλλον και θα κάμουν τον παράδεισο κόλαση.

Αυτά εσκέφθηκε ο θεός κι αντίς να ορμηνέψει τα παιδιά του και να προλάβει το κακό,κλείστηκε μέσα του,απέστρεψε το βλέμμα από πάνω τους και μήτε που τους ξανακοίταξε ποτές.
Τιμωρώντας τους έτσι,για το λάθος,που αυτός είχε κάμει.
Έτσι μένει από τότες μόνος και περιμένει την ώρα που θα καταστραφούν,για να ξαναφτιάξει τον κόσμο.



1 σχόλιο:

  1. Υπέροχο κείμενο... υπέροχο και αληθινό..γιατι τούτος ο κόσμος πρεπει να ξαναφτιαχτεί απο την αρχη....
    Αθηνά

    ΑπάντησηΔιαγραφή